Η αγία Νόννα γεννήθηκε τό 304 μ.Χ. στήν κώμη Αριανζό τής Καππαδοκίας, πού βρισκόταν κοντά στήν πόλη Ναζιανζό. Οι γονείς της ονομάζονταν Φιλτάτιος καί Γοργονία. Ο σύζυγός της Γρηγόριος ήταν ευσεβής άνθρωπος, αλλά είχε ασπασθή τήν αίρεση τών Υψησταρίων, οι οποίοι ονομάζονταν έτσι, επειδή πίστευαν ότι ο Ύψιστος Θεός δέν είναι Τριαδικός. Αλλά η αγία Νόννα μέ τήν υπομονή, τήν αγάπη καί τήν θερμή προσευχή της κατάφερε νά τόν επαναφέρη στήν Ορθόδοξη πίστη. Βαπτίσθηκε τό 325 μ.Χ., έγινε Κληρικός, καί μάλιστα αναδείχθηκε ένας από τούς καλύτερους Επισκόπους τής Εκκλησίας.
Ο άγιος Γρηγόριος καί η αγία Νόννα απέκτησαν τρία παιδιά, ήτοι τόν άγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, τόν άγιο Καισάριο καί τήν αγία Γοργονία. Πρόκειται δηλαδή γιά μιά ευλογημένη οικογένεια, τής οποίας όλα τά μέλη είναι άγιοι τής Εκκλησίας. Τά τέλη τής αγίας Νόννας ήσαν ειρηνικά.
Ο βίος καί η πολιτεία της μάς δίνουν τήν αφορμή νά τονίσουμε τά ακόλουθα:
Πρώτον. Οι έγγαμες γυναίκες καί οι μητέρες πρέπει νά έχουν τήν αγία Νόννα ως πρότυπο, επειδή υπήρξε, όντως, πρότυπο συζύγου καί μητέρας. Αγαπούσε τόν σύζυγό της μέ μιά αγάπη, η οποία πήγαζε από τόν Θεό, ο Οποίος είναι η Αγάπη. Γι’ αυτό καί η αγάπη της ήταν αυθεντική, ανιδιοτελής, χωρίς ημερομηνία λήξης. Δέν σκέφτηκε ούτε στιγμή νά εγκαταλείψη τόν σύζυγό της, επειδή εκείνος παρασύρθηκε στήν αίρεση, αλλά μάλλον τότε τού έδειξε μεγαλύτερη αγάπη. Οπλισμένη μέ πίστη καί υπομονή προσευχόταν μέ περισσότερη θέρμη στόν Θεό, γιά νά τόν φωτίση νά επιστρέψη στήν Ορθόδοξη πίστη, πράγμα πού τελικά έγινε. Αλλά καί τά παιδιά της τά βοήθησε μέ τήν αγάπη, τό φωτεινό παράδειγμα καί τήν προσευχή της. Άλλωστε, τά παιδιά της ήσαν καρπός τής έμπονης προσευχής της. Τά απέκτησε αρκετά χρόνια μετά τόν γάμο της καί γι’ αυτό ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τήν αποκαλούσε χαϊδευτικά Σάρρα. Προσευχόταν, λοιπόν, καί παρακαλούσε τόν Θεό νά τής χαρίση παιδί. Καί όπως η αγία Άννα η μητέρα τού Προφήτου Σαμουήλ, στήν Παλαιά Διαθήκη, έτσι καί αυτή τό έταξε στόν Θεό. Τού υποσχέθηκε, δηλαδή, νά τού αφιερώση τό παιδί πού θά τής χάριζε. Ο Θεός εισάκουσε τήν προσευχή της καί μάλιστα τής χάρισε τρία παιδιά. Ο πρωτότοκος γιός της, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, μέ θαυμάσιο ποιητικό λόγο, εξέφρασε αυτήν τήν λαχτάρα τής μητέρας του γιά τήν απόκτηση παιδιού, τίς προσευχές, τό τάξιμό της, καθώς καί τό ότι επέτυχε τού σκοπού της. Γράφει:
« Αρσενικό παιδί ποθώντας στό σπίτι της νά δή -πολλών κοινή λαχτάρα-
προσεύχεται στόν Θεό παρακαλώντας νά λάχη ό,τι ποθεί.
Μά ως ήταν ασυγκράτητη, προσφέρει δώρο αυτόν πού γύρευε νά λάβη
ίδια θερμά προσφέροντας όσο ζητούσε.
Από τήν προσευχή δέν βγαίνει μ’ άδεια χέρια».
Καί αλλού γράφει πάλι γιά τήν μητέρα του:
«Ποιός καιρός καί ποιός τόπος δέν τήν είδε νά προσεύχεται; Η προσευχή ήταν η πρώτη της δουλειά μόλις έστελνε ο Θεός τήν καινούργια μέρα... Ήταν αφιερωμένη ολόψυχα στόν Θεόν καί τήν ευσέβειά της δέν τήν είχε μόνον γιά τόν εαυτό της, αλλά καί γιά νά τήν μεταδίδη στά παιδιά της».
Καί γεμάτος θαυμασμό καί ευγνωμοσύνη γιά τήν μητέρα του, αναφωνεί:
«Ουδέν μητρός ευσπλαγνότερον. Καί τούτο λέγω, ίνα τιμάσθαι νομοθετήσω τάς μητέρας... Τί μητρός συμπαθέστερον;».
Στό σημείο αυτό θά πρέπει νά σημειωθή ότι καί εκείνη «χρεωστούσε τήν ανατροφή της στούς επίσης καλούς γονείς της». Εδώ βλέπουμε ότι υπάρχει μία συνέχεια. Δηλαδή, μία μεταλαμπάδευση τής αληθινής ευσέβειας από γενιά σέ γενιά. Μέ άλλα λόγια, βλέπουμε μιά αυθεντική Ορθόδοξη Χριστιανική οικογένεια, μιά «κατ’ οίκον Εκκλησία», μέσα στήν οποία τά παιδιά δέχονται τήν αληθινή πίστη καί τήν αυθεντική αγάπη, καί στήν συνέχεια, μέ τήν σειρά τους, τίς μεταλαμπαδεύουν στά δικά τους παιδιά.
Δεύτερον. Η αγία Νόννα ήταν φίλεργη καί φιλόπονη. Παρά τό ότι δέν είχε οικονομικές δυσκολίες εν τούτοις εργαζόταν καί έτσι γινόταν φωτεινό παράδειγμα στούς γύρω της καί κυρίως στά παιδιά της. Έκανε όλες τίς δουλειές τού σπιτιού, φρόντιζε τά μέλη τής οικογένειάς της καί παράλληλα ασχολείτο μέ τήν ρόκα καί τό αδράχτι, καθώς επίσης ύφαινε στόν αργαλειό γιά τίς δικές της ανάγκες, αλλά καί γιά τούς φτωχούς. Ο σύζυγός της άγιος Γρηγόριος σπούδασε τήν νομική επιστήμη καί εργαζόταν καί αυτός ως ανώτερος υπάλληλος. Αλλά καί ως Επίσκοπος, αργότερα, εργάσθηκε σκληρά γιά τήν προκοπή τού λογικού ποιμνίου πού τού εμπιστεύθηκε η Εκκλησία. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στό παραπάνω ποίημά του, τό αφιερωμένο στήν μητέρα του, λέγει καί τά εξής:
«Άλλη φημίζεται γιά κόπους της μέσα στό σπίτι,
άλλη γιά τήν ομορφιά, αλλά καί τήν φρονιμάδα της,
άλλη γιά έργα ευσεβείας ή γι’ ασθένειες στό σώμα,
ή γιά δάκρυα, γιά προσευχή, γιά περίθαλψη πτωχών.
Μά η Νόννα καλοτυχίζεται γιά όλα».
Η αγία Νόννα δέν είχε χρήματα ξεχωριστά από τόν σύζυγό της. Στό ευλογημένο αυτό ανδρόγυνο τά πάντα ήσαν κοινά καί ο ένας συμπαραστεκόταν στόν άλλον στά έργα τής φιλανθρωπίας. Καί οι δύο αγαπούσαν καί φρόντιζαν όσους είχαν ανάγκη, ιδιαίτερα όμως η αγία Νόννα υπήρξε προστάτης τών πτωχών καί κυρίως τών βασανισμένων γυναικών καί τών ορφανών παιδιών, γεγονός πού έκανε τόν άγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο νά πή:
«Ποιός αναδείχθηκε σέ τόσο μεγάλο βαθμό προστάτης τών ορφανών καί τών χηρών; Ποιός συμπαραστάθηκε τόσο πολύ καί παρηγόρησε αληθινά τούς πενθούντας;».
Στ’ αλήθεια η Νόννα «έναν πλούτο θεωρούσε ασφαλή καί αλιγόστευτο, τήν προσφορά στούς φτωχούς».
Σίγουρα, αποτελεί πρότυπο όχι μόνον γιά τίς συζύγους καί τίς μητέρες, αλλά γιά όλες τίς γυναίκες, οι οποίες καλούνται νά μιμηθούν τίς αρετές καί τήν εσωτερική της ωραιότητα. Γιατί τήν αγία Νόννα -παρά τό ότι ήταν καί εξωτερικά όμορφη- αυτό πού τήν ενδιέφερε πραγματικά καί τήν έκανε νά ξεχωρίζη ήταν η εσωτερική της ωραιότητα καί ομορφιά. «Μιά ωραιότητα εγνώριζε καί προσπαθούσε νά διατηρή στόν εαυτό της, καί αυτή ήταν η ομορφιά τής ψυχής», η οποία μένει άφθαρτη στόν χρόνο, αφού συνδέεται μέ τήν αυθεντική αγάπη, η οποία είναι «συνομήλικη μέ τούς αιώνες».
Πηγή: Εκκλησιαστική Παρέμβαση