Μετά την κατάληψη και λεηλασία της Αράχωβας δυνάμεις του λεγόμενου «Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας» (ΔΣΕ) υποχώρησαν κατόπιν προς τον Πλάτανο Ναυπακτίας. Αμέσως το Α’ ΣΣ ενίσχυσε τις μικρή εκεί φρουρά μια διλοχία της Β’ Μοίρας Καταδρομών, έναν λόχο του 501 Τάγματος Πεζικού (ΤΠ) και έναν λόχο του 3ου Τάγματος Εθνοφυλακής (ΤΕ) υπό τον τότε ταγματάρχη Ιωάννη Κόρκα, έναν έμπειρο μαχητή της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας “Ρίμινι”.
Παράλληλα η διοίκηση διέταξε να προπαρασκευάσει ανασχετική βολή πυροβολικού στα υψώματα δυτικά του χωριού (υψ. Αλωνάκι, υψ. Ψωριάρης). Επίσης δύναμη στρατού και χωροφυλακής φρουρούσε την γέφυρα του ποταμού Εύηνου ενώ άρχισε να συγκεντρώνει δυνάμεις προς άμεση αντίδραση εάν ο ΔΣΕ χτυπούσε.
Στόχος της διοίκησης ήταν η σταθερή άμυνα στο Πλάτανο με παράλληλη κίνηση τμημάτων από τρεις κατευθύνσεις με σκοπό όχι μόνο την ενίσχυση των αμυνομένων, αλλά, ει δυνατόν και την καταστροφή των επιτιθεμένων. Έτσι μια τριλοχία μειωμένης σύνθεσης (150 χωροφύλακες) διατάχθηκε να κινηθεί στο δρομολόγιο Άνω Χώρα-Πόδος-Αγία Τριάδα-Πλάτανος, ενώ μια τριλοχία του στρατού (Τριλοχία λοχαγού Παπαδόπουλου), διατάχθηκε να κινηθεί από το Θέρμο προς το ύψωμα Αλωνάκι.
Επίθεση
Στις 17 Ιανουαρίου 1948 η αναμενόμενη επίθεση ξέσπασε στις 06.00 το πρωί. Ο ΔΣΕ διέθεσε το “αρχηγείο Δυτικής Στερεάς” (επικεφαλής ο Χαρίλαος Φλωράκης – “καπετάν Γιώτης”) μια ταξιαρχία 3 ταγμάτων και λόχου διοικήσεως δυνάμεως 1000 μαχητών και το ΙΙΙ τάγμα Γκιώνας (Νικηφόρου) του αρχηγείου Φθιώτιδας-Φωκίδας δυνάμεως 130-150 μαχητών. Ο ΔΣΕ πίεσε ασφυκτικά τους αμυνόμενους στον Πλάτανο. Ο ΔΣΕ επιτέθηκε ως εξής: Ο λόχος Ρουμελιώτη με 10 ομάδες επιτέθηκε στην κατεύθυνση ύψωμα Ψωριάρης-Πλάτανος με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη της γραμμής Αλωνάκι-Ψωριάρης και την κατάληψη των δύο γραμμών φυλακίων του στρατού στην περιοχή. Το ΙΙΙ Τάγμα του αρχηγείου Φθιώτιδας-Φωκίδας ενισχυμένο με όλμο και πολυβόλο επιτέθηκε, με δύναμη ενισχυμένης διμοιρίας, βόρεια του Πλατάνου με στόχο την κατάληψη του φυλακίου 15 και την ενίσχυση του λόχου Ρουμελιώτη.
Το υπόλοιπο του τάγματος επιτέθηκε προς κατάληψη των φυλακίων 1 και 4, ανατολικά του Πλατάνου και τελικό στόχο την διείσδυση στο χωριό και της κατάληψης της εκκλησίας και του οικήματος όπου στάθμευε η διοίκηση της φρουράς. Άλλη δύναμη είχε ως αποστολή να αποκλείσει την προώθηση ενισχύσεων του στρατού από την κατεύθυνση του Θέρμου, ενώ άλλο τμήμα θα κάλυπτε άλλες διαβάσεις εκ των οποίων θα μπορούσαν να αφιχθούν ενισχύσεις.
Αμέσως μετά την έναρξη της επίθεσης η φρουρά ενημέρωσε τη διοίκηση και άρχισε η προώθηση των ενισχύσεων. Όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ευχάριστα. Η τρολοχία της χωροφυλακής υποχώρησε, αντί να προωθηθεί, χωρίς σοβαρή πίεση από τον αντίπαλο, ενώ και η τρολοχία του στρατού απέτυχε παταγωδώς. Μόνο ένας ουλαμός πυροβολικού κατάφερε να ταχθεί προς βολή – 9 ώρες μετά την έναρξη της επίθεσης – και να ανοίξει πυρ στα υψώματα Ψυριάρης και Αλωνάκι, με περιορισμένα όμως αποτελέσματα – 2 πυροβόλα μόνο τι θα έκαναν;
Η αεροπορία, επίσης, επενέβη, αλλά περιορισμένα και χωρίς σημαντικά αποτελέσματα – μόλις 3 έξοδοι, λόγω κακοκαιρίας. Έτσι έφτασε η νύκτα με την φρουρά να αντέχει μόνη στις συνεχείς επιθέσεις του ΔΣΕ, οι οποίες σταμάτησαν για λίγο, αλλά στις 21.00 το βράδυ άρχισαν και πάλι σφοδρότερες. Όμως η δύναμη του Κόρκα δεν λύγισε ούτε τώρα παρά το γεγονός ότι οι προς ενίσχυση δυνάμεις απλώς αδρανούσαν εγκληματικά! Τελικά η λυσασμένη επίθεση του ΔΣΕ αποκρούστηκε γύρω στις 22.30 και μια «βαριά» ησυχία επικράτησε γύρω από το χωριό.
Η νύκτα πέρασε με σποραδικά πυρά και εγχειρήματα του ΔΣΕ αλλά η φρουρά, εμψυχούμενη από τους ταγματάρχη Κόρκα και ταγματάρχη Γαλιώτου άντεξε υποδειγματικά. Πριν καλά-καλά ξημερώσει η 18η Ιανουαρίου ο ΔΣΕ επιτέθηκε και πάλι αλλά τίποτα δεν πέτυχε παρά μόνο να υποστούν τα τμήματά του βαριές απώλειες.
Στο μεταξύ λόγω της αδράνειας των της χωροφυλακής και της τριλοχίας Παπαδόπουλου η διοίκηση έστειλε μια διλοχία του 630 Τάγματος Πεζικού προς ενίσχυση των αμυνομένων. Η διλοχία αυτή, ενεργητικά διοικούμενη,μ κατάφερε να προωθηθεί προς το χωριό και να ενωθεί με την φρουρά το απόγευμα (στις 19.00) της 18ης Ιανουαρίου. Παρόλα αυτά ο ΔΣΕ έκανε μια τελευταία προσπάθεια αλλά και πάλι απέτυχε και έτσι στις 22.30 έπαψε τη επίθεση και άρχισε να υποχωρεί.
Απολύτως αξιοκατάκριτη ήταν η συμπεριφορά του λοχαγού Παπαδόπουλου, επικεφαλής τρολοχίας του στρατού, που αν και ενισχύθηκε και με πυροβολικό και με ουλαμό τεθωρακισμένων, δεν κινήθηκε από τη θέση του. Επί τόπου βρέθηκαν τα πτώματα 65 μαχητών του ΔΣΕ. Οι αμυνόμενοι είχαν 12 νεκρούς και 24 εξαφανισθέντες.
Η επίσημη έκθεση
Σύμφωνα με την επίσημη έκθεση της διοίκησης για τη μάχη: «Παρά την υπεροχήν του εχθρού εις αριθμόν και πυρά πεζικού η Φρουρά του Πλατάνου κατώρθωσε ν’ αντιμετωπίση τας επί 48ωρον επιθέσεις των συμμοριτών κυρίως χάρις εις την ικανότητα και ανδρείαν των Δ/τού συγκροτήματος Τχου Κόρκα, Δ/τού της Διλοχίας Ο.Κ. Τχου Γαλιώτου Π. και το ψυχικό σθένος και ηρωϊσμόν των αξκών και οπλιτών του συγκροτήματος.
«Αι αποσταλείσαι υπό της περιοχής ενισχύσεις κατ’ αρχάς 2 Τριλοχίαι (μια εξ Άνω Χώρας και ετέρα εκ Θέρμου) δεν ηδυνήθησαν να επιτύχουν τους αντικειμενικούς των σκοπούς και να βοηθήσουν τους αμυνομένους εις Πλάτανον, αφ’ ενός μεν διότι οι συμμορίται είχον καταλάβει ισχυρά επίκαιρα σημεία δεσπόζοντα γεφυρών προς απαγόρευσιν αφίξεως ενισχύσεων, αφ’ ετέρου δε λόγω της απειρίας του Δ/τού των τμημάτων τούτων και το ανεκπαίδευτον των οπλιτών εις επιχειρήσεις τοιαύτης φύσεως (βιαία διάβασις ποταμού).
«Ούτω εις μεν την εκ Θέρμου κινηθείσα Τριλοχίαν παρετηρήθη ότι δεν εξεμεταλλεύθη αύτη την δημιουργίαν προγεφυρώματος από της νυκτός 17 – 18, αλλ’ απέσυρε το προγεφύρωμα διά τον φόβον εξοντώσεώς του υπό των συμμοριτών. Δεν είχεν οργανωθή ισχυρά βάσις πυρός καίτοι υπήρχον τα μέσα. Η δε Τριλοχία 6 Τ. Χωρ/κής ουδεμία προσπάθειαν διαβάσεως του Κοτσάλου ποταμού εσημείωσε, αδρανήσασα επί 24 και πλέον ώρας, ανεστράφη δε τελικώς παρά την αποστολήν της και ετράπη εξ Αγ.Τριάδος προς Παλαιόπυργον.
«…Η Διλοχία 630 Τ.Π.υπό τον Τχη Ρούφον παρ’ όλον ότι εκινήθη εκ Σύμου την μεσημβρίαν της 18ης αφίκετο την 19ην ώραν της αυτής εις Πλάτανον, ανατρέψας ευκόλως τας αντιστάσεις ας συνήντησε, υπό τα αυτά μειονεκτήματα εδάφους και εχθρικών αντιστάσεων, υφ’ α αι δύο προαναφερθείσαι τριλοχίαι. Εάν είχεν κινηθή ολόκληρον το Τάγμα ασφαλώς η νύκτα θα ήτο ενεργητική και ουχί
«…Το απόσπασμα Χωρ/κής και Διμοιρία Πεζικού επί της Γεφύρας Ευήνου εγκατέλειψε άνευ πιέσεως τα ανατολικά υψώματα της γεφύρας περιορισθείσα εις τα Δυτικώς ταύτης. Ούτω υφιστάμενον προγεφύρωμα εγκατελήφθη άνευ πιέσεως του εχθρού.
«Η διαγωγή της Τριλοχίας Παπαδοπούλου υπήρξεν χλιαρά διακρινομένη από διστακτικότητα παρά τας κατ’ επανάληψιν διαταγάς και παρενέσεις. Η διστακτικότης αύτη οφείλεται κατά πρώτον λόγον εις έλλειψιν εμπιστοσύνης επί των οπλιτών μη εχόντων υποστή εκπαίδευσιν πλήρη και κατά δεύτερον η ανικανότης του Λοχαγού Παπαδοπούλου.
«…Η διαγωγή της Τριλοχίας 6 Τ.Χ.υπήρξεν αχαρακτήριστος, διότι συναντήσασα αντίστασιν εις Αγ.Τριάδα αντί να επιτεθή ή παρακάμψη τας αντιστάσεις παρετήθη της προσπαθείας της και ήχθη εις Παλαιόπυργον χωρίς να λάβη σχετικήν διαταγήν».
Πηγή: history-point.gr