Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 15η Φεβρουαρίου 2106
ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΑΡΘΡΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ
Η μέλλουσα να συνέλθει «Αγία και Μεγάλη Συνόδος», η οποία ως γνωστόν θα πραγματοποιηθεί, «εκτός απροόπτου», τον ερχόμενο Ιούνιο στην Κρήτη την ημέρα της Πεντηκοστής, βρίσκεται τον τελευταίο καιρό στο επίκεντρο της εκκλησιαστικής επικαιρότητος και αποτελεί το αντικείμενο του ενδιαφέροντος όλων. Σχόλια, κρίσεις, αναλύσεις, απόψεις, (πολλές φορές εκ διαμέτρου αντίθετες), γράφονται και ξαναγράφονται γύρω από την θεματολογία, τα προσυνοδικά κείμενα που θα τεθούν προς συζήτηση, τον κανονισμό οργανώσεως και λειτουργίας της εν λόγω Συνόδου, τον τρόπο επιλογής των αρχιερέων-μελών της Συνόδου, κ.λ.π., από διάφορα πρόσωπα, κληρικούς όλων των βαθμίδων, μοναχούς, θεολόγους, ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους, ακόμη και απλοϊκούς ανθρώπους, που αγωνιούν και ενδιαφέρονται για τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Πιστεύουμε, ότι εκείνο που έχει σημασία εν προκειμένω δεν είναι, το τι γράφει ο α, η ο β κληρικός η μοναχός, αλλά το τι είπαν και τι έγραψαν, πώς είδαν και πώς αξιολόγησαν την εν λόγω Σύνοδο άγιοι και θεοφόροι άνδρες της εποχής μας, που είχαν θείο φωτισμό και ομίλησαν εν Πνεύματι αγίω. Η κρίση η δική τους είναι εκείνη που μετράει και έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για την εκκλησία, και αυτήν θα πρέπει να ακολουθούμε και να ενστερνιζόμεθα όλοι, πατριάρχες, αρχιερείς, θεολόγοι, μοναχοί, ακόμη και ασκητές και ο πιστός λαός του Θεού, αν θέλουμε βέβαια να βαδίσουμε «επόμενοι τοις αγίοις πατράσι» και όχι επόμενοι οπίσω των ιδικών μας επισφαλών κρίσεων και απόψεων.
Πρόσφατα, (3.2.2016), κυκλοφορήθηκε στο διαδίκτυο άρθρο ενός λογιωτάτου ασκητού αγιορείτου, του Αρχιμανδρίτου και Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Ιβήρων, π. Βασίλειου Γοντικάκη, με θέμα: «Εξ’ αφορμής της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Μελετήσαμε με προσοχή το εμπνευσμένο κείμενο του π. Βασιλείου και διαπιστώσαμε ότι εκφράζει με ακρίβεια την ορθόδοξη θεολογία. Όλα όσα γράφει περί υπακοής στο θείο θέλημα, περί απαρνήσεως του ιδικού μας θελήματος, περί του τι είναι η Ορθοδοξία, η Θεολογία και η Θεία Λειτουργία, στην οποία βιώνεται από τώρα το μυστήριο του μέλλοντος αιώνος, περί του ότι πρέπει να «αφήσωμε να φανή η αέναος Σύνοδος των επουρανίων και των επιγείων, που λειτουργικά ζούμε ως θεολογική μυσταγωγία», όλα αυτά είναι πέρα για πέρα σύμφωνα με την ορθόδοξη Θεολογία μας. Επίσης τα περί των παραδόξων αντινομιών, που βιώνουν οι άγιοι, δηλαδή της πορείας «που φαίνεται στάση», του λόγου «που συμπτύσσεται στη σιωπή», της αγνοίας που είναι υπερτέρα πάσης γνώσεως, της παρουσίας του αναστημένου Χριστού εν τη απουσία του, της αποκαλύψεως των πάντων εν τη αποκαλύψει του Ενός, της κοσμικής αποτυχίας που οδηγεί στην εν Χριστώ επιτυχία και όσα άλλα παρόμοια αναφέρει, μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους και δεν έχουμε καμία αντίρρηση επ’ αυτών. Όλα τα παρά πάνω αποτελούν βιώματα, που τα έζησαν ως πραγματικότητες ήδη από την παρούσα ζωή οι άγιοι πατέρες της Εκκλησίας μας, διότι αυτοί ανέβηκαν με την Χάρη του Θεού σε ύψιστες πνευματικές καταστάσεις.
Ωστόσο οι άγιοι Πατέρες, ενώ είχαν φθάσει στη θέωση και ενώ είχαν την εμπειρία του ακτίστου φωτός, ήταν ταυτόχρονα και πολύ προσγειωμένοι στην πραγματικότητα της εποχής των. Δεν αγνοούσαν τις αιρέσεις, που μάστιζαν την Εκκλησία και πονούσαν γι’ αυτό, διότι έβλεπαν να χάνονται ψυχές εξ’ αιτίας της διαβρωτικής δράσεως αυτών μεταξύ των πιστών, περί ων «Χριστός απέθανεν» (Α Κορ.8,11). Άκουγαν μέσα τους την φωνή του Θεού, που τους έλεγε: «ει αγαπάς με… ποίμενε τα πρόβατά μου» (Ιω.21,16), που χειμάζονται και κινδυνεύουν να χαθούν στην απώλεια της αιρέσεως. Άφησε τώρα την ησυχία της ασκήσεως και κατέβα στον αγώνα να βοηθήσεις και να στηρίξεις τον λαό μου. Άφησε τις θαβώρειες αναβάσεις και τα υψηλά θεολογικά πετάγματα και πήγαινε να πρωτοστατήσεις με λόγους και ομιλίες, με συγγράματα και νουθεσίες, με την συγκρότηση Συνόδων, Τοπικών και Οικουμενικών, στην καταπολέμηση και εκρίζωση της αιρέσεως. Και οι άγιοι έκαναν υπακοή στο θείο θέλημα και κατέβαιναν στον αγώνα και υπέμεναν θλίψεις και διωγμούς και μερικές φορές θυσίαζαν και την ίδια την ζωή τους για την αλήθεια της Ορθοδοξίας, καθώς μαρτυρει η εκκλησιαστική ιστορία και τα συναξάριά των. Σε προηγούμενο άρθρο μας με τίτλο: «Η ομολογιακή διάσταση του Ορθοδόξου Μοναχισμού και η σύγχρονη πραγματικότητα», (25.1.2016), κάναμε ήδη λόγο και αναφερθήκαμε πολύ συνοπτικά στους αντιαιρετικούς αγώνες των αγίων Πατέρων.
Σήμερα η Εκκλησία μας χειμάζεται και πολεμείται από μια αίρεση πολύ χειρότερη από εκείνες που αντιμετώπισε μέχρι τώρα στο παρελθόν, την παναίρεση του Οικουμενισμού. Οι σύγχρονοι άγιοι της εποχής μας, όπως ο άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς, ο άγιος Παΐσιος, ο άγιος Φιλόθεος ο Ζερβάκος και πολλές άλλες οσιακές μορφές και καταξιωμένες προσωπικότητες, όπως ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ο π. Γεώργιος Καψάνης, ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, ο π. Μάρκος ο Μανώλης, ο αείμνηστος καθηγητής Κωνσταντίνος Μουρατίδης κ.α. έπραξαν το καθήκον τους και καταπολέμησαν την αίρεση με όλες τους τις δυνάμεις, «επόμενοι τοις αγίοις πατράσι» και μιμούμενοι το παράδειγμά τους. Δεν θα έπρεπε λοιπόν και ο π. Βασίλειος να μιμηθεί όλους αυτούς τους αγίους, τους παλαιοτέρους και τους νεωτέρους και βαδίζοντας πάνω στα χνάρια τους να κατέβει και αυτός στον αγώνα; Δεν θα έπρεπε να μιμηθεί κατά δύναμιν τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ή τουλάχιστον τον άγιο γέροντά του, τον άγιο Παΐσιο, του οποίου υπήρξε υποτακτικός για ένα διάστημα; Άραγε τι έχει να μας πει γι’ αυτή την φοβερή αίρεση, πέρα από τις υψηλές του θεολογίες, αποφατικές, η καταφατικές; Γιατί σιωπά σαν να μην υφίσταται η αίρεση; Δεν αφουγκράζεται την αγωνία του πιστού λαού του Θεού; Δεν βλέπει ότι χάνονται ψυχές, παρασυρόμενες από αυτήν; Τι έχει να μας πει για τα προσυνοδικά κείμενα, που πρόκειται να εγκριθούν και να θεσμοθετηθούν από την μέλλουσα να συνέλθει «Αγία και μεγάλη Σύνοδο»; Τι έχει να μας πει για το απαράδεκτο από Ορθοδόξου απόψεως κείμενο με τίτλο: «Σχέσεις της Ορθοδόου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», το οποίο ουσιαστικά είναι μια επανάληψη του κειμένου του Balamand; Γιατί δεν διαμαρτυρεται και γιατί δεν καυτηριάζει τις παραβάσεις των Ιερών Κανόνων, που απαγορεύουν τις συμπροσευχές με αιρετικούς, και τις κατά καιρούς απαράδεκτες και αντορθόδοξες δηλώσεις και ενέργειες του Παν. Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και άλλων Πατριαρχών;
Γράφει στο κείμενό του: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει τη συνείδηση της μιας Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας». Πράγματι, μία είναι η Εκκλησία του Χριστού και Αυτή δεν είναι άλλη από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία μας. Η μεγάλη αυτή αλήθεια όμως νοθεύεται και παραποιείται στο προσυνοδικό κείμενο: «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για συζήτηση στη Μεγάλη Σύνοδο. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης: «το κείμενο αυτό εμφανίζει κατά συρροή την θεολογική ασυνέπεια η και αντίφαση», διότι «αν η Εκκλησία είναι ‘ΜΙΑ’, κατά το Σύμβολο της Πίστεως και την αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Άρθρ. 1), τότε, πως γίνεται λόγος για άλλες Χριστιανικές Εκκλησίες; Είναι προφανές, ότι αυτές οι άλλες Εκκλησίες είναι ετερόδοξες. Οι ετερόδοξες όμως ‘Εκκλησίες’ δεν μπορούν να κατονομάζονται καθόλου ως ‘Εκκλησίες’ από τους Ορθοδόξους, επειδή δογματικώς θεωρούμενα τα πράγματα δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πολλότητα ‘Εκκλησιών’, με διαφορετικά δόγματα και μάλιστα σε πολλά θεολογικά θέματα. Κατά συνέπεια, ενόσω οι ‘Εκκλησίες’ αυτές παραμένουν αμετακίνητες στις κακοδοξίες της πίστεώς τους, δεν είναι θεολογικά ορθό να τους αναγνωρίζουμε –και μάλιστα θεσμικά– εκκλησιαστικότητα, εκτός της ‘Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας’». Παρά κάτω επισημαίνει και άλλη ασυνέπεια: «Στην αρχή του άρθρου αυτού σημειώνεται το εξής: ‘Κατά την οντολογικήνφύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή’. Στο τέλος, όμως, του ίδιου άρθρου γράφεται, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία με την συμμετοχή της στην Οικουμενική Κίνηση έχει ως ‘αντικειμενικόνσκοπόν την προλείανσιν της οδού της οδηγούσης προς την ενότητα’. Εδώ τίθεται το ερώτημα: Εφόσον η ενότητα της Εκκλησίας είναι δεδομένη, τότε τι είδους ενότητα Εκκλησιών αναζητείται στο πλαίσιο της Οικουμενικής Κινήσεως; Μήπως υπονοείται η επιστροφή των Δυτικών χριστιανών στη ΜΙΑ και μόνη Εκκλησία; Κάτι τέτοιο όμως δεν διαφαίνεται από το γράμμα και το πνεύμα σύνολου του Κειμένου. Αντίθετα, μάλιστα, δίνεται η εντύπωση, ότι υπάρχει δεδομένη διαίρεση στην Εκκλησία και οι προοπτικές των διαλεγομένων αποβλέπουν στην διασπασθείσα ενότητα της Εκκλησίας». Τι έχει να πει ο π. Βασίλειος στις παρά πάνω επισημάνσεις του κ. Τσελλεγγίδη; Είναι ορθές, η λανθασμένες; Δεν ανησυχεί από το γεγονός, ότι οι παρά πάνω θέσεις, που ουσιαστικά είναι αιρετικές θεωρίες, κινδυνεύουν να θεσμοθετηθούν επίσημα από την μέλλουσα Σύνοδο και να αποτελέσουν μια νέα αιρετική εκκλησιολογική διδασκαλία;
Παρά κάτω γράφει: «Το θέμα δεν είναι πώς να δώσωμε λύσεις σε προβλήματα ["Καθώς ο κόσμος δίδωσι" (Ιω. 14, 27)], αλλά να αφήσωμε να φανή πώς λύνει τα προβλήματα ο εν ημίν ζων Κύριος. Όταν αυτό συμβή, τότε βασιλεύει σε όλους η γαλήνη». Κατ’ αρχήν στην μέλλουσα Σύνοδο δεν θα συζητηθούν μόνο προβλήματα, όπως λόγου χάριν το πρόβλημα της διασποράς. Θα συζητηθούν και θέματα δογματικής φύσεως, (όπως η περί εκκλησίας δογματική διδασκαλία), τα οποία, αν τουλάχιστον κρίνουμε από τα προσυνοδικά κείμενα, πρόκειται να θεσμοθετηθούν ως επίσημη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Δεν είναι λοιπόν τόσο απλά τα πράγματα, όπως θέλει να τα βλέπει ο π. Βασίλειος. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με απλά προβλήματα, αλλά με κακόδοξες αιρετικές διδασκαλίες.
Γράφει επίσης: «Να αφήσωμε να φανή πώς λύνει τα προβλήματα ο εν ημίν ζων Κύριος». Σύμφωνοι. Τα «προβλήματα» όμως δεν τα λύνει ο Κύριος με ένα αυτόματο και μαγικό τρόπο, αλλά δια μέσου των οργάνων του, δια μέσου των αγίων του, που έχουν θείο φωτισμό και Πνεύμα άγιο μέσα τους. Και στην προκειμένη περίπτωση της μελλούσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, τα «προβλήματα», δογματικά και μη, φιλοδοξούν να τα λύσουν, τα μέλη που θα συγκροτήσουν την εν λόγω Σύνοδο. Και όλοι γνωρίζουν σήμερα, ότι η μεγάλη πλειοψηφία, όσων θα συμμετάσχουν στη Σύνοδο, έχουν οικουμενιστικά και όχι ορθόδοξα φρονήματα. Διότι αν συνέβαινε το αντίθετο, τότε και τα προσυνοδικά κείμενα θα ήταν γνήσια ορθόδοξα και δεν θα περιείχαν κακοδοξίες. Τώρα όμως δεν είναι. Τι νομίζει ο π. Βασίλειος; Ότι κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου θα πνεύσει ως δια μαγείας το Πνεύμα το άγιο και οι νυν αιρετικά και οικουμενιστικά φρονούντες αρχιερείς, θα γίνουν ξαφνικά ορθόδοξοι και θα αρχίσουν «να φθέγγονται ξένοις ρήμασι, ξένοις δόγμασι, ξένοις διδάγμασι»; Το άγιο Πνεύμα δεν ομιλεί δια των αιρετικών, αλλά δια των αγίων. Αν γνωρίζει κάποιο παράδειγμα αιρετικού, που ομίλησε εν Πνεύματι αγίω, ας μας το πει ο π. Βασίλειος. Δεν συγκλονίζεται και δεν αγωνιά μπροστά στο ενδεχόμενο η μέλλουσα αυτή Σύνοδος να αποδειχθεί μια ακόμη ψευδοσύνοδος, χειρότερη εκείνης της Φερράρας Φλωρεντίας, οπότε θα έχουμε νεά σχίσματα και διαιρέσεις;
Σε άλλο σημείο γράφει: «Αυτοί που λένε: κάποτε υπήρχαν μεγάλοι Πατέρες και θεολόγοι, σήμερα όχι, μιλούν ως αλειτούργητοι. Οι όντως αληθινοί εν Πνεύματι αν μία φορά υπάρξουν, δεν χάνονται ποτέ. Μπαίνουν στο συλλείτουργο της αειζωΐας. Είναι πάντοτε παρόντες. Όσο απομακρύνονται χρονικά, τόσο μας πλησιάζουν εναργέστερα». Καμιά αντίρρηση. Η Εκκλησία όμως δεν έπαυσε ποτέ να αναδεικνύει αγίους και θεοφόρους πατέρες μέχρι των ημερών μας. Οι σύγχρονοι αυτοί άγιοι, για τους οποίους ομιλήσαμε παρά πάνω, επεσήμαναν την αίρεση και την κατεπολέμησαν. Δεν φαίνεται όμως να τους λαμβάνουν υπ’ όψιν τους οι σημερινοί οικουμενιστές, οι μέλλοντες να συγκροτήσουν την Σύνοδο και αυτό αποδεικνύεται από τα προσυνοδικά κείμενα, τα οποία ετοιμάζονται να ψηφίσουν. Όσο για τους παλαιότερους (Μέγα Φώτιο, άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, άγιο Μάρκο Ευγενικό, κ.α.), αυτοί χαρακτηρίστηκαν από τον παν. Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο ως «θύματα του αρχεκάκου όφεως και τώρα βρίσκονται εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού». Αγνοεί άραγε ο π. Βασίλειος ότι οι πρωτεργάτες της Αγίας Συνόδου, (Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης κ.α.), έχουν εκφράσει αντορθόδοξες, έως κακόδοξες διδασκαλίες, όπως λ.χ. η θεωρία της «βαπτισματικής θεολογίας», η θεωρία «των δύο πνευμόνων», «το πρωτείο του Θεού Πατέρα», κ.α.; Δεν θα έπρεπε λοιπόν να αναφερθεί σε αυτά τα σύγχρονα εκφυλιστικά θεολογικά φαινόμενα;
Ομιλεί επίσης ο π. Βασίλειος για την χριστιανική αγάπη, η οποία πρέπει να διέπει τις σχέσεις μεταξύ μας. Αυτό είναι σωστό, αλλά δεν δικαιολογεί σε καμιά περίπτωση την υποχώρηση σε θέματα της σώζουσα αλήθειας της Εκκλησίας μας. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, τους οποίους φαίνεται να ευλαβείται, ουδέποτε θυσίασαν την αλήθεια της Εκκλησίας στο βωμό μιας οποιασδήποτε αγάπης. Αλλά αγαπούσαν εν αληθεία και ορθοτομούσαν την αλήθεια εν αγάπη. Αν αυτή η αρχή διαταραχτεί, τότε το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όταν αγωνίζονταν για την περιφρούρηση της αλήθειας και την αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας μας φλέγονταν από αγάπη για τη σωτηρία των πιστών, αλλά και των αιρετικών. Ό,τι έκαναν το έκαναν από αγάπη! Ωστόσο πάγια αρχή των οικουμενιστών είναι να προτάσσουν την αγάπη, (όπως την εννοούν αυτοί), σε σχέση με την αλήθεια. Επ’ αυτού δεν θα έπρεπε κάτι να γράψει ο π. Βασίλειος;
Σε άλλο σημείο γράφει: «Το εάν θα ονομαστεί μια σύνοδος οικουμενική ή όχι και το ποια θέση θα πάρει στη ζωή της Εκκλησίας, δεν είναι θέμα ανθρωπίνης αποφάσεως, αλλά έργο της ζώσης εν Πνεύματι Εκκλησιαστικής συνειδήσεως, που κρίνει και κατατάσσει απλανώς κάθε Σύνοδο και κάθε Θεολόγο στη θέση που του ανήκει (παράδειγμα μέγα οι σύνοδοι του δεκάτου τετάρτου αιώνα με τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά)». Σύμφωνοι. Ο τελικός κριτής της γνησιότητος, ή μη, μιας Συνόδου είναι η «ζώσα εν Πνεύματι εκκλησιαστική συνειδήση, που κρίνει και κατατάσσει απλανώς κάθε Σύνοδο». Ωστόσο στο παρά πάνω αναφερθέν προσυνοδικό κείμενο, τίποτα δεν λέγεται γι’ αυτήν την «ζώσα εν Πνεύματι Εκκλησιαστική συνειδήση» του ορθοδόξου πληρώματος, (κλήρου και λαού). Αντίθετα μάλιστα,όπως πολύ ωραία επισημαίνει ο καθηγητής κ. Τσελεγγίδης: «δίδεται η εντύπωση, ότι η Μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδος προδικάζει το αλάθητο των αποφάσεών της, επειδή θεωρεί, ότι ‘η διατήρησις της γνησίας ορθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον δια του συνοδικού συστήματος, το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει τον αρμόδιον και έσχατονκριτήν περί των θεμάτων της πίστεως’. Στο άρθρο αυτό παραγνωρίζεται το ιστορικό γεγονός, ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία έσχατο κριτήριο είναι η γρηγορούσα δογματική συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν επικύρωσε η θεώρησε ληστρικές ακόμη και Οικουμενικές Συνόδους. Το συνοδικό σύστημα από μόνο του δεν διασφαλίζει μηχανιστικά την ορθότητα της ορθοδόξου πίστεως. Αυτό γίνεται μόνο, όταν οι συνοδικοί Επίσκοποι έχουν μέσα τους ενεργοποιημένο το Άγιο Πνεύμα και την Υποστατική Οδό, το Χριστό δηλαδή, οπότε ως συν-οδικοί είναι στην πράξη και «επόμενοι τοις αγίοιςπατράσι». Μήπως αγνοεί ο π. Βασίλειος τις προειδοποιήσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου για «κυρώσεις» σε όσους δεν δεχτούν τις όποιες αποφάσεις της «Αγίας Συνόδου»;
Στη συνέχεια τονίζει: «Υπάρχουν άλλοι που, ενώ παριστάνουν τους θεολόγους ή τους θαυματουργούς, είναι ταραγμένοι και σκοτισμένοι. Αυτή τη σκότιση της ταραχής δεν μπορούν να την συγκρατήσουν, αλλά την διαχέουν ως ατμόσφαιρα συγχύσεως, με μορφή θεολογίας που σου σφίγγει την καρδιά και σου δημιουργεί δυσφορία». Δεν κάνει τον κόπο να γίνει πιο συγκεκριμένος, δηλαδή ποιους θεολόγους κατατάσσει σε αυτή την κατηγορία. Εκείνους που ακολουθούν τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας, ή εκείνους που κηρύσσουν την «μεταπατερική θεολογία»; Αν θεωρεί τους πρώτους, ας γνωρίζει, ότι αυτοί με όσα γράφουν, δεν έχουν καμιά διάθεση να παραστήσουν, ούτε τους θεολόγους, ούτε τους θαυματουργούς. Προσπαθούν μόνο να φυλάξουν το θέλημα του Θεού, σύμφωνα με τον θεοφώτιστο λόγο του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου: «Είναι εντολή Κυρίου να μην σιωπούμε, όταν η πίστη κινδυνεύει από αιρέσεις. Διότι λέγει ‘να ομιλείς και να μην σιωπάς’ και ‘εάν υποστέλληται (υποχωρήσει), ουκ ευδοκεί, (δεν ευαρεστείται) σ’ αυτόν η ψυχή μου’ (Εβρ.10,38), και ‘εάν ούτοι σιωπήσωσι οι λίθοι κεκράξονται’, (Λουκ.19,40). Ώστε όταν ο λόγος είναι περί πίστεως, δεν μπορούμε να πούμε: Εγώ ποιος είμαι; Ιερεύς; Ουδέποτε. Άρχων; Ούτε και αυτό.Στρατιώτης; Από πού; Γεωργός; Αλλά ούτε και αυτό. Πτωχός προμηθευόμενος μόνο την εφήμερη τροφή. Δεν μου πέφτει λόγος ούτε φροντίδα για το προκείμενο ζήτημα. Αλίμονο οι λίθοι θα κραυγάσουν και εσύ θα μείνης σιωπηλός και αμέριμνος;… Ώστε και αυτός ο πτωχός είναι εστερημένος από κάθε απολογία την ήμερα της κρίσεως επειδή τώρα δεν ομιλεί και άξιος κατακρίσεως και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο» (PG 99,1321A-C). Μήπως και ο άγιος Θεόδωρος ήταν ταραγμένος και σκοτισμένος όταν έγραφε τις γραμμές αυτές; Πάντως ο παρα πάνω λόγος του αγίου, εμάς τουλάχιστον, δεν μας «σφίγγει την καρδιά» ούτε μας «δημιουργεί δυσφορία». Αντίθετα το άρθρο του π. Βασιλείου, δεν το κρύβουμε, ήταν εκείνο, που πραγματικά μας έσφιξε την καρδιά.
Τέλος σε άλλο σημείο γράφει: «Δεν υπάρχει αντιπαράθεση που δημιουργεί νικητές και νικημένους• αυτά είναι πάθη του παρόντος αιώνος. Εδώ υπάρχει η αγάπη του Ενός που σώζει όλους». Σε λάθος βάση τοποθετεί το θέμα ο π. Βασίλειος. Εδώ δεν τίθεται θέμα νικητών και ητημένων, αλλά θέμα νίκης της αλήθειας –Χριστός, απέναντι στην αίρεση –ψεύδος. Εμείς δεν φιλοδοξούμε να νικήσουμε κανέναν, αλλά επιθυμούμε να νικήσει η αλήθεια –Χριστός, ο οποίος «εξήλθε νικών και ίνα νικήσει» (Αποκ.6,2). Είναι δε βέβαιο ότι η τελική νίκη ανήκει στην Ορθοδοξία μας σύμφωνα με τον θεόπνευστο λόγο της Γραφής: «αύτη εστίν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών» (Α Ιω.5,4).
Περαίνοντας τον σχολιασμό μας, παρακαλούμε θερμά τον π. Βασίλειο, με όλο τον σεβασμό και την αγάπη προς το πρόσωπό του, να μιμηθεί τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, παλαιοτέρους και νεωτέρους και βαδίζοντας πάνω στα χνάρια τους, να πράξει το αυτονόητο καθήκον του. Κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσει την στάση του απέναντι στην παναίρεση του Οικουμενισμού και να αγωνιστεί με όλες του τις δυνάμεις στην καταπολέμισή της, μιμούμενος τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ή τουλάχιστον τον άγιο Γέροντά του. Στη συνέχεια να καθήσει και να μελετήσει όλα τα προσυνοδικά κείμενα, που πρόκειται να τεθούν προς συζήτηση στην μέλλουσα να συνέλθη Σύνοδο και να τοποθετηθεί υπεύθυνα επ’ αυτών με βάση τη δογματική διδασκαλία της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και την Πατερική και Συνοδική Παράδοση της Εκκλησίας μας. Να αφήσει τα θεολογικά πετάγματα και τις υψηλές του θαβώρειες αναβάσεις και να προσγειωθεί στην τραγική πραγματικότητα που βιώνει σήμερα η Εκκλησία μας. Και αν δεν έχει τις δυνάμεις να μπει σε διωγμούς και θυσίες χάριν της πίστεως, τότε ας καθήσει στο κελί του και τουλάχιστον ας προσεύχεται για όλους εμάς, που με την Χάρη του Θεού, και παρά τις όποιες αδυναμίες μας, αγωνιζόμαστε κατά δύναμιν να πράξουμε το καθήκον μας. Ζητούμε συγνώμη, αν τον λυπήσαμε, με όσα γράψαμε. Πάντως η αγάπη και ο σεβασμός μας προς το πρόσωπό του παραμένει απαραμείωτος.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Ὁ Μητροπόλίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος μέ δύο ἐπιστολές του πρός τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο καί τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀσκεῖ κριτική στά κείμενα τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἀναδεικνύει τά θεολογικά καί δογματικά προβλήματά τους καί κάνει λόγο γιά ἔλλειψη ἐνημέρωσης τοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Επιστολή 1
Επιστολή 2
Σοβαρὰ κενὰ θεολογικῶν καὶ νομοκανονικῶν ζητημάτων στὴν ἐπερχόμενη σύγκληση τῆς Πανορθόδοξης Συνόδου διαπιστώνει ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος.
Σὲ ἐπιστολή του ὁ ἔγκριτος ἱεράρχης θεωρεῖ πὼς δὲν τίθεται κανένα ζήτημα νὰ ἐπανέλθει ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν ἀφοῦ δὲν διασπάστηκαν, κατὰ τὴν ἄποψή του, οἱ χριστιανοὶ ἁπλῶς κάποιοι ἐπέλεξαν μία διαφορετικὴ ὁδὸ ἀπὸ τὴν γνήσια Ὀρθόδοξη ἀλήθεια ποὺ ἀκολουθοῦμε.
Δὲν ὑπάρχουν Ἐκκλησίες καὶ ὁμολογίες, ἁπλῶς ἀποκόπησαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ πρέπει νὰ θεωροῦνται αἱρετικοὶ καὶ σχισματικοί, σημειώνει χαρακτηριστικὰ ὁ Σεβασμιώτατος ἐκφράζοντας ἀπορία γιὰ ποιὸν λόγο ἔχουν ἀγνοηθεῖ τόσο σοβαρὰ ζητήματα.
Ἡ θέση τοῦ Σεβασμιωτάτου, ὁ ὁποῖος ἐπικαλεῖται τὸ δικαίωμα τοῦ ἑκάστου ἱεράρχη νὰ ἐκφράσει τὴν ἄποψή του ἐνόψει του τόσο σπουδαίου γεγονότος εἶναι βέβαιο πὼς θὰ...
προκαλέσει προβληματισμὸ καὶ συζητήσεις στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας.
«Ἐπειδὴ σύμφωνα μὲ τὸν ἀποσταλέντα σὲ μᾶς κανονισμὸ ὀργάνωσης καὶ λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ συγκεκριμένα στὸ ἄρθρο 12 καὶ παραγράφους 2 καὶ 3 ἀναφέρεται ὅτι μποροῦμε νὰ ἐκφράσουμε τὶς ἀπόψεις μας στὴν τοπική μας Σύνοδο πρῶτα, κατόπιν ἐπιταγῆς τῆς συνείδησής μου ταπεινὰ ὑποβάλλω στὴν Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδο τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας τὶς ἀπόψεις μου καὶ τὶς πεποιθήσεις μου πάνω στὰ πιὸ κάτω θέματα» ὑπογραμμίζει στὴν ἐπιστολὴ τοῦ ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ἀθανάσιος.
Ὁ κ. Ἀθανάσιος στὴν ἐπιστολή του, μιλώντας γιὰ τὸ κείμενο τῆς Ε΄ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διάσκεψης ποὺ ἔγινε στὸ Σαμπεζὺ τὸν Ὀκτώβριο μὲ τίτλο «Ἀπόφασις – Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸ κόσμο ἀνέφερε τὰ ἑξῆς:
«Συμφωνῶ ἀπόλυτα μὲ τὰ πρῶτα τρία ἄρθρα τοῦ κειμένου. Στὰ ἄρθρα ὅμως 4 καὶ πιὸ κάτω ἔχω νὰ παρατηρήσω τὰ ἑξῆς: "Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προσευχόμενη πάντοτε «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» πιστεύω ὅτι ἐννοεῖ τὴν ἐπιστροφὴ καὶ ἕνωση μαζί της ὅλων αὐτῶν ποὺ ἀπεκόπηκαν καὶ ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ αὐτήν, αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν, ἀφοῦ ἀπαρνηθοῦν τὴν αἵρεση ἢ τὸ σχίσμα τους καὶ φύγουν ἀπὸ αὐτὰ καὶ μὲ μετάνοια καὶ μὲ τὴν προβλεπόμενη ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς κανόνες διαδικασία ἐνσωματωθοῦν καὶ ἐνταχθοῦν -ἑνωθοῦν - μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία» ἀναφέρει ὁ κ. Ἀθανάσιος.
Ὁ Πανιερώτατος συνεχίζει χαρακτηριστικά: «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ οὐδέποτε ἀπώλεσε τὴν «ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καὶ δὲν δέχεται τὴ Θεωρία τῆς ἀποκατάστασης τῆς ἑνότητας τῶν «εἰς Χριστὸν πιστευόντων», γιατί πιστεύει ὅτι ἡ ἑνότητα τῶν εἰς Χριστὸν πιστευόντων ὑπάρχει ἤδη στὴν ἑνότητα ὅλων τῶν βαπτισμένων τέκνων της μεταξύ τους καὶ μετὰ τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ ὀρθῇ πίστη της, πού δὲν ὑπάρχει στοὺς αἱρετικοὺς ἢ σχισματικοὺς καὶ γι' αὐτὸ εὔχεται γι' αὐτοὺς τὴν ἐν μετανοία ἐπιστροφή τους στὴν Ὀρθοδοξία.»
«Πιστεύω ὅτι αὐτὸ πού ἀναφέρεται στὸ ἄρθρο 5 γιὰ «τὴν ἀπολεσθεῖσαν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν» εἶναι λάθος, γιατί ἡ Ἐκκλησία ὡς λαὸς τοῦ Θεοῦ ἑνωμένος μεταξὺ του καὶ μὲ τὴν κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ὁ Χριστὸς δὲν ἔχασε ποτὲ τὴν ἑνότητά του αὐτὴν καὶ δὲν ἔχει ἄρα ἀνάγκη νὰ τὴν ἐπανεύρη ἢ καν νὰ τὴν ἀναζητήσει γιατί πάντοτε ὑπῆρχε καὶ ὑπαρχὴ καὶ θὰ ὑπαρχὴ ἐφ' ὅσον ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ οὐδέποτε ἔπαυσε ἢ θὰ παύση νὰ ὑπάρχει» συμπληρώνει στὴν ἐπιστολὴ του ὁ Πανιερώτατος.
Ἐνῶ ὁ κ. Ἀθανάσιος προσθέτει χαρακτηριστικὰ ὅτι «ἐκεῖνο πού συνέβη εἶναι ὅτι ὁμάδες ἢ λαοὶ ἢ μεμονωμένα ἄτομα ἔφυγαν ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς 'Ἐκκλησίας καὶ ἡ Ἐκκλησία εὔχεται καὶ πρέπει νὰ προσπαθεῖ Ἱεραποστολικὰ νὰ ἐπιστρέψουν αὐτοὶ ὅλοι ἐν μετανοία διὰ τῆς κανονικῆς ὁδοῦ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δὲν ὑπάρχουν δηλαδὴ ἄλλες Ἐκκλησίες ἀλλὰ μόνον αἱρέσεις καὶ σχίσματα, ἐὰν θέλουμε νὰ ἀκριβολογοῦμε στοὺς ὁρισμούς μας.»
«Ἡ διατύπωση «πρὸς ἀποκατάσταση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας» εἶναι λάθος γιατί ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν -μελῶν τῆς 'Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ - δὲν ἔχει διασπασθεῖ ποτέ, ἐφ' ὅσον αὐτοὶ μένουν ἑνωμένοι μετὰ τῆς 'Ἐκκλησίας. Χωρισμὸς ἀπὸ τὴν 'Ἐκκλησία καὶ φυγὴ ἐκ τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε δυστυχῶς, πολλὲς φορὲς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις καὶ τὰ σχίσματα, ἀλλὰ ποτὲ ἀπώλεια ἐσωτερική τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας» συνεχίζει ὁ Πανιερώτατος στὴν ἐπιστολή του.
Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ κ. Ἀθανάσιος ἀναφέρει: «Διερωτῶμαι γιατί στὸ κείμενο γίνεται πολλαπλὴ ἀναφορὰ σὲ «Ἐκκλησίες» καὶ «Ὁμολογίες»; Ποιὰ ἡ διαφορά τους καὶ ποιὸ στοιχεῖο τὶς χαρακτηρίζει ὥστε ἄλλες νὰ ὀνομάζονται Ἐκκλησίες καὶ ἄλλες Ὁμολογίες; Ποιὰ εἶναι Ἐκκλησία καὶ ποιὰ ἢ αἱρετικὴ καὶ ποία ἢ σχισματικὴ ὁμάδα ἢ ὁμολογία; Ἐμεῖς ὁμολογοῦμε μία Ἐκκλησία καὶ ὅλα τὰ ἄλλα αἱρέσεις καὶ σχίσματα. Θεωρῶ ὅτι Θεολογικὰ καὶ δογματικὰ καὶ νομοκανονικὰ ἡ ἀπόδοση τοῦ τίτλου «Ἐκκλησία» σὲ αἱρετικὲς ἢ σχισματικὲς κοινότητες εἶναι παντελῶς λανθασμένη γιατί μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀναφέρεται καὶ στὸ ἄρθρο 1, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομασθῆ ἀπὸ ἐμᾶς μία αἱρετικὴ ἢ σχισματικὴ κοινότητα ἢ ὁμάδα ὡς Ἐκκλησία, ἐκτός τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.»
Δὲν ἀναφέρεται καθόλου στὸ κείμενο αὐτὸ ὅτι ἡ μόνη ὁδὸς πού ὁδηγεῖ στὴν ἕνωση μὲ τὴν Ἐκκλησία εἶναι μόνον ἡ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν ἐν μετανοία εἰς τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πού σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 1 εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἡ ἀναφορὰ στὴν «κατανόηση τῆς παράδοσης τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ὑπάρχει διαφορὰ ὀντολογικὴ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν ἁγίων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ στὴν γνήσια συνέχεια αὐτῆς μέχρι σήμερα, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Πιστεύουμε ὅτι καμιὰ ἀπολύτως διαφορὰ δὲν ὑπάρχει μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα καὶ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ πρώτου αἰώνα, γιατί ἕνα ἀπὸ τὰ γνωρίσματα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς πού ὁμολογοῦμε στὸ σύμβολο τῆς πίστεως ὅτι αὔτη εἶναι Ἀποστολική.» τονίζει ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ.
Ὁ Πανιερώτατος στὴ συνέχεια ὑπογραμμίζει χαρακτηριστικὰ ὅτι στὸ ἄρθρο 12, δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ψάχνουν τὴν ἀποκατάσταση στὴν ὀρθὴ πίστη καὶ τὴν ἑνότητα, κάνοντας λόγο γιὰ ἀπαράδεκτη θεωρία.
«Στὸ ἄρθρο 12 ἀναφέρεται ὅτι κοινὸς σκοπὸς τῶν Θεολογικῶν διαλόγων εἶναι «ἡ τελικὴ ἀποκατάσταση τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστη καὶ τῇ ἀγάπη ἑνότητος». Δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ψάχνουμε τὴν ἀποκατάστασή μας στὴν ὀρθὴ πίστη καὶ στὴν ἑνότητα τῆς ἀγάπης, ὡσὰν νὰ ἀπωλέσαμε τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ τὴν ψάχνουμε νὰ τὴν βροῦμε διὰ τῶν Θεολογικῶν διαλόγων μετὰ τῶν ἑτεροδόξων. Θεωρῶ ὅτι αὐτὴ ἡ Θεωρία εἶναι Θεολογικὰ ἀπαράδεκτη ἀπὸ ὅλους μας» ὑπογραμμίζει ὁ Μητροπολίτης Ἀθανάσιος.
Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Πανιερώτατος ἐκφράζει ἐνστάσεις πάνω στὸ κείμενο, τονίζοντας ὅτι «ἡ ἀναφορὰ τοῦ κειμένου στὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» μοῦ δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ διατυπώσω τὴν ἔνστασή μου ἀπέναντι σὲ κατὰ καιροὺς διάφορα συγκριτιστικὰ ἀντικανονικὰ γεγονότα πού ἔγιναν σ’ αὐτὸ ἀλλὰ καὶ σ' αὐτὴν ταύτη τὴν ὀνομασία του, ἀφοῦ σ' αὐτὸ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς «μία ἐκ τῶν Ἐκκλησιῶν» ἢ κλάδος τῆς μίας Ἐκκλησίας πού ψάχνει καὶ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν πραγμάτωσή της στὸ παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν. Ἀλλὰ γιὰ μᾶς μία καὶ μοναδικὴ εἶναι ἢ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ ὄχι πολλές.»
Ἀκόμη ὁ Πανιερώτατος ἀναφέρει: «Ἡ ἄποψη ὅτι ἡ διατήρηση τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνο διὰ τὸν συνοδικοῦ συστήματος ὡς τὸν μόνον «ἁρμόδιο καὶ ἐσχάτου κριτοῦ τῶν Θεμάτων τῆς πίστεως» ἔχει δόση ὑπερβολῆς καὶ ἐκφεύγει τῆς ἀληθείας καθότι στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία πολλὲς συνόδοι ἐδίδαξαν καὶ ἐνομοθέτησαν λανθασμένα καὶ αἱρετικὰ δόγματα καὶ ὁ πιστὸς λαὸς τὶς ἀπέρριψε καὶ διεφύλαξε τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἐθριάμβευσε τὴν Ὀρθόδοξη Ὁμολογία. Οὔτε σύνοδος ἄνευ τοῦ πιστοῦ λαοῦ, τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε λαὸς ἄνευ συνόδου Ἐπισκόπων μποροῦν νὰ θεωρήσουν ἑαυτοὺς σῶμα Χριστοῦ καὶ 'Ἐκκλησία Χριστοῦ καὶ νὰ ἐκφράσουν σωστὰ τὸ βίωμα καὶ τὸ δόγμα τῆς Ἐκκλησίας.»
Ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου καὶ τὰ Μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ τονίζει: «Δὲν μποροῦν σὲ σύγχρονα ἐκκλησιαστικὰ κείμενα αὐτοῦ τοῦ εἴδους νὰ διατυπώνονται σκληρὲς ἢ προσβλητικὲς ἐκφράσεις, οὔτε καὶ κανένας νομίζω θέλει αὐτοῦ τοῦ τύπου τὶς ἐκφράσεις. Ἡ ἀλήθεια ὅμως πρέπει νὰ ἐκφράζεται μὲ ἀκρίβεια καὶ σαφήνεια, πάντοτε, βέβαια, μὲ ποιμαντικὴ διάκριση καὶ ἀγάπη πραγματικὴ πρὸς ὅλους. Ἔχουμε χρέος καὶ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας πού βρίσκονται σὲ αἱρέσεις ἢ σχίσματα νὰ εἴμαστε ἀπόλυτα εἰλικρινεῖς μαζί τους καὶ μὲ ἀγάπη καὶ πόνο νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ κάνουμε τὰ πάντα γιὰ τὴν ἐπιστροφή τους στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.»
«Ταπεινὰ θεωρῶ ὅτι τέτοιας σπουδαιότητας καὶ τέτοιου κύρους κείμενα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικὰ καὶ διατυπωμένα μὲ πάσα ἀκρίβεια Θεολογικὴ καὶ νομοκανονικὴ ὥστε νὰ μὴν ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτὰ ἀσάφειες ἢ ἀδόκιμοι θεολογικὰ ὄροι καὶ διατυπώσεις λανθασμένες πού μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν σὲ παρερμηνεῖες καὶ ἀλλοιώσεις τοῦ ὀρθοῦ φρονήματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐξάλλου μία Σύνοδος γιὰ νὰ εἶναι ἔγκυρη καὶ κανονικὴ πρέπει νὰ μὴν ἀφίσταται καθόλου ἀπὸ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν διδασκαλία τῶν πρὸ αὐτῆς ἁγίων Συνόδων, τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν ἁγίων Γραφῶν καὶ νὰ μὴν ἔχει καμιὰ σκιὰ στὴ διατύπωση ἐπακριβῶς τῆς ὀρθῆς πίστεως» συμπληρώνει χαρακτηριστικὰ ὁ Πανιερώτατος κ. Ἀθανάσιος.
Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ κ. Ἀθανάσιος ἐπικαλούμενος τούς Ἁγίους Πατέρες ἀναφέρει: «Πότε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας καὶ πότε καὶ ποῦ στὰ κείμενα τῶν ἱερῶν κανόνων καὶ τῶν ὅρων τῶν Οἰκουμενικῶν ἢ Τοπικῶν Ἱερῶν Συνόδων ἀπεκλήθησαν οἱ αἱρετικὲς ἢ οἱ σχισματικὲς ὁμάδες ὡς ἐκκλησίες; Ἐὰν εἶναι ἐκκλησίες οἱ αἱρέσεις τότε ποῦ εἶναι ἡ μοναδικὴ καὶ Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων;»
Ἐπίσης ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοὺ ἐκφράσει τὴν ἔντονη διαφωνία του, ἐνῶ τονίζει ὅτι ὅσοι δὲν ἔχουν δικαίωμα ψήφου καὶ συμμετέχουν στὴν Σύνοδο εἶναι διακοσμητικὰ στοιχεῖα.
«Ταπεινὰ διατυπώνω τὴ διαφωνία μου καὶ στὸ γεγονὸς ὅτι καταργεῖται ἡ πρακτικὴ ὅλων τῶν μέχρι τοῦδε Ἱερῶν Συνόδων τοπικῶν καὶ οἰκουμενικῶν ὅπου κάθε ἐπίσκοπος ἔχει καὶ τὴ δική του ψῆφο καὶ οὐδέποτε αὐτὸ τὸ σχῆμα, μία Ἐκκλησία μία ψῆφος, ποὺ καθιστὰ τὰ μέλη τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, πλὴν τῶν προκαθημένων, διακοσμητικὰ στοιχεῖα, ἀφαιρεθέντος ἀπ΄ αὐτῶν τοῦ δικαιώματος τῆς ψήφου» τονίζει χαρακτηριστικὰ στὴν ἐπιστολὴ του ὁ κ. Ἀθανάσιος.
Κλείνοντας ὁ πολιὸς Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἀναφέρει ὅτι «δὲν θέλω μὲ αὐτὰ ποὺ ἔγραψα νὰ λυπήσω κανένα καὶ δὲν θέλω νὰ θεωρηθῶ ὅτι διδάσκω ἢ κρίνω τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μου καὶ πατέρες μου. Ἁπλῶς αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ἐκφράσω αὐτὰ ποὺ ἡ συνείδησή μου μοῦ ἐπιβάλλει.»
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Ο Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης με νέα επιστολή του προς τους Ιεράρχες της Εκκλησίας μας εντοπίζει και αναδεικνύει τα προβληματικά σημεία του Κανονισμού λειτουργίας της Μεγάλης Συνόδου, καθώς και άλλων κειμένων της.
Μακαριώτατε Ἅγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐν ὄψει τῆς μελλούσης νά συνέλθει Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, θά ἤθελα νά θέσω γιά ἀκόμη μία φορά, εὐλαβῶς, ἐνώπιόν Σας κάποιες θεολογικοῦ χαρακτήρα σκέψεις μου, πού ἐλπίζω νά Σᾶς φανοῦν ἀξιοποιήσιμες.
Ἀπό μία ἔρευνα, πού πραγματοποίησα, διαπίστωσα μέ δυσάρεστη ἔκπληξη, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος -ἀπό τό 1961 πού ἄρχισαν οἱ Πανορθόδοξες Προσυνοδικές Διασκέψεις γιά τήν παραπάνω Μεγάλη Σύνοδο- δέν ἀσχολήθηκε μέ τίς ἀποφάσεις τῶν Διασκέψεων αὐτῶν σέ ἐπίπεδο Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας. Τοῦτο εἶχε ὡς συνέπεια, νά φτάσουμε στήν δυσχερῆ σημερινή ἐκκλησιαστική κατάσταση. Νά ἔχουμε δηλαδή ἐκκλησιαστικές ἀποφάσεις γιά τά κρίσιμα θέματα μιᾶς Μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου, γιά τίς ὁποῖες, ὅμως, ὑπάρχει σοβαρό ἔλλειμμα συνοδικῆς καλύψεώς τους ἀπό τήν Τοπική Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, ὅπως προβλέπεται, ἄλλωστε, ἀπό τίς Προσυνοδικές Διασκέψεις.
Αὐτήν τή στιγμή βρισκόμαστε ἐκκλησιαστικῶς στό προτελευταῖο στάδιο τῶν ὁριστικῶν ἀποφάσεων τῆς Μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου. Φρονῶ, ὅτι τά πράγματα –παρά τήν ἐξαιρετική σοβαρότητά τους– εἶναι ἀκόμη ἰάσιμα. Ὡς γνωστόν, τό Συνοδικό Σύστημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἀποτελεῖ ἁγιοπνευματική ἐκκλησιαστική λειτουργία, ὄχι μόνο γιά τά θέματα τῆς διοικήσεως καί τῆς ζωῆς της, ἀλλά καί γιά τήν ἀκριβῆ διατύπωση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας της. Εἰδικότερα, φρονῶ, ὅτι τό συνοδικό ἔλλειμμα τῶν παρελθόντων 55 ἐτῶν μπορεῖ σίγουρα νά θεραπευθεῖ τώρα, ἐφόσον οἱ ἀποφάσεις τῆς ἐπικειμένης Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, σχετικά μέ τά θέματα τῆς μελλούσης Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδοξίας, θά εἶναι σύμφωνες μέ τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἁγιοπνευματική ἐμπειρία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεώς της.
Καί κάτι ἄλλο, συναφές, καί ἐξαιρετικά σοβαρό. Διάβασα, προσεκτικά, τόν δημοσιευμένο προσφάτως «Κανονισμό Ὀργανώσεως καί Λειτουργίας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» καί ἔχω νά Σᾶς καταθέσω μία θεολογικοῦ-δογματικοῦ χαρακτήρα παρατήρησή μου.
Συγκεκριμένα, στό Ἄρθρο 12, μέ θέμα «ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΙΣ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ», σημειώνονται τά ἑξῆς σημαντικά: «Ἡ ψηφοφορία ἐπί τῶν συζητηθέντων καί ἀναθεωρηθέντων ὑπό τῆς Συνόδου κειμένων ἐπί τῶν θεμάτων τῆς ἡμερησίας διατάξεως,
1. συνδέεται πρός τάς αὐτοκεφάλους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας καί ὄχι πρός τά καθ’ ἕκαστον μέλη τῶν ἐν τῇ Συνόδῳ ἀντιπροσωπειῶν αὐτῶν, συμφώνως πρός τήν ὁμόφωνον σχετικήν ἀπόφασιν τῆς Ἱερᾶς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν,
2. ἡ κατά Ἐκκλησίας καί ὄχι κατά τά μέλη αὐτῶν ψήφισις ἐν τῇ Συνόδῳ τῶν κειμένων δέν ἀποκλείει τήν ἀρνητικήν θέσιν ἑνός ἤ καί πλειόνων ἀρχιερέων μιᾶς ἀντιπροσωπείας αὐτοκεφάλου τινός Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπί τῶν γενομένων τροπολογιῶν ἤ καί ἐπί ἑνός κειμένου γενικώτερον, ἡ διαφωνία τῶν ὁποίων καταχωρίζεται εἰς τά Πρακτικά τῆς Συνόδου, καί
3. ἡ ἀξιολόγησις τῶν διαφωνιῶν αὐτῶν εἶναι πλέον ἐσωτερικόν ζήτημα τῆς εἰς ἥν ἀνήκουν αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δύναται νά ὑποστηρίξῃ τήν θετικήν ψῆφον αὐτῆς ἐπί τῇ βάσει τῆς ἀρχῆς τῆς ἐσωτερικῆς πλειονοψηφίας, ἐκφράζεται δέ ὑπό τοῦ Προκαθημένου αὐτῆς, διό καί δέον ὅπως προβλεφθῇ εἰς αὐτήν ὁ ἀναγκαῖος χῶρος καί χρόνος δι᾽ ἐσωτερικήν συζήτησιν ἐπ᾽ αὐτοῦ».
Στό Ἄρθρο αὐτό βλέπουμε, ὅτι ἡ ὁμοφωνία τῆς Μεγάλης Συνόδου περιορίζεται στή μία ψῆφο κάθε Τοπικῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας. Οἱ ἐπιμέρους διαφωνίες -ἐφόσον αὐτές συμβαίνει νά ἀποτελοῦν μειοψηφία, στό πλαίσιο τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν- ἀφήνονται ὡς «ἐσωτερική ὑπόθεσή τους», πρᾶγμα πού εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτο γιά τήν συγκεκριμένη Πανορθόδοξη Σύνοδο, ὅταν μάλιστα συμβαίνει τό θέμα τῆς διαφωνίας νά εἶναι γιά δογματική ὑπόθεση. Καί ἡ περίπτωση αὐτή εἶναι πάρα πολύ πιθανή. Λόγου χάρη, τό θέμα τῆς αὐτοσυνειδησίας καί τῆς ταυτότητας τῆς Ἐκκλησίας, πού πραγματεύεται τό Κείμενο: «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», εἶναι θέμα ἐκκλησιολογικό, δηλαδή κατεξοχήν δογματικό. Κατά συνέπεια, δέν εἶναι θεολογικά ἐπιτρεπτό, ἕνα Κείμενο πού προωθεῖται πρός ἔγκριση, ἀπό τή μία μεριά νά εἰσηγεῖται οὐσιαστικά τήν Προτεσταντική θεωρία τῶν «κλάδων» -νομιμοποιώντας μέ τήν ἀποδοχή του τήν ὕπαρξη πολλῶν Ἐκκλησιῶν μέ πολύ διαφορετικά δόγματα- καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ «Κανονισμός Ὀργανώσεως καί Λειτουργίας τῆς Συνόδου» αὐτῆς νά ἀγνοεῖ στήν πράξη τούς ἐνδεχόμενους μειοψηφοῦντες Ἱεράρχες τῶν ἐπιμέρους Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καί νά μήν λαμβάνει σοβαρώτατα ὑπόψη τίς θεολογικές τοποθετήσεις τῆς ἐπισκοπικῆς συνειδήσεώς τους.
Καί ἐδῶ γεννᾶται τό εὔλογο θεολογικό-δογματικό ἐρώτημα: Πῶς θά ὁμολογηθεῖ στήν προκειμένη περίπτωση ἡ μία πίστη τῆς Ἐκκλησίας, «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ»; Πῶς θά μπορέσουν οἱ Συνοδικοί Πατέρες νά ποῦν: «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν»; Πῶς θά ἀποδείξουν ὅτι ἔχουν «νοῦν Χριστοῦ», ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ θεοφόροι Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας;
Μακαριώτατε,
Στά δογματικά θέματα, ὡς γνωστόν, ἡ ἀλήθεια δέν βρίσκεται στήν πλειονοψηφία τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων. Ἡ ἀλήθεια καθεαυτήν εἶναι πλειοψηφική, γιατί στήν Ἐκκλησία ἡ ἀλήθεια εἶναι Ὑποστατική πραγματικότητα. Γι’ αὐτό, καί ὅσοι διαφωνοῦν μέ αὐτήν, ἀποκόπτονται ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ καθαιροῦνται καί ἀφορίζονται κατά περίπτωση. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος δέν ἐπιτρέπεται νά ἀφήσει σέ κατώτερα συνοδικά σώματα τό ἐξαιρετικά σοβαρό θέμα τῆς ἐνδεχόμενης διαφωνίας τῶν μειοψηφούντων ἐπισκόπων σέ δογματικά θέματα. Ἐπιβάλλεται, ὡς ἀνώτατο συνοδικό σῶμα, νά ἐπιληφθεῖ αὐτοῦ τοῦ θέματος ἄμεσα, γιατί διαφορετικά ὑπάρχει ὁρατός ὁ κίνδυνος τοῦ Σχίσματος στήν Ἐκκλησία, τήν στιγμή ἀκριβῶς, πού ἡ Μεγάλη αὐτή Σύνοδος φιλοδοξεῖ νά ἐπαναβεβαιώσει τήν ὁρατή ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μας.
Μέ βαθύτατο σεβασμό
ἀσπάζομαι τήν δεξιάν Σας
Δημήτριος Τσελεγγίδης
Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.
Πηγή: Θρησκευτικά
(περιοδικό Ό Όσιος Γρηγόριος, ετήσια έκδ. Ι. Μ. Οσ. Γρηγορίου Αγ. Όρους, 40(2015), 176-179)
Η πορεία προς τη Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας βαίνει προς το τέλος της. Την Πεντηκοστή του 2016, εκτός απρόοπτου.
Ελπίδα και αγωνία, ανάμεικτα συναισθήματα, για την έκβαση της συνόδου. Κάθε σύνοδος είναι μία διακινδύνευσις. Θα την αποδεχθεί άραγε το πλήρωμα της Εκκλησίας ή θα υπάρξουν σχίσματα;
Ένα είναι το αδιαφιλονίκητο κριτήριο: η ορθοδοξία των αποφάσεών της, η πιστότης στην διδασκαλία των Οικουμενικών Συνόδων. Όπως το διατύπωσε ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Εκείνα οίδεν αγίας και εγκρίτους συνόδους ο ευσεβής της Εκκλησίας κανών, ας ορθότης δογμάτων έκρινεν» (PG 90, 148).
Αυτό εξαρτάται από τις προϋποθέσεις, τις διαδικασίες και τις αποφάσεις της. Προσευχόμαστε όλα να γίνουν αγιοπνευματικά και όχι με μεθόδους του κόσμου τούτου, οι οποίες δεν είναι δυστυχώς άγνωστες στην εκκλησιαστική ιστορία. Η εκκοσμίκευσης και ο ανθρωποκεντρισμός είναι κακές και επικίνδυνες προϋποθέσεις. Το «επομένοι τοις αγίοις πατράσι» και η εκζήτησις του θείου θελήματος είναι ασφαλείς προϋπόθεσης. «Ότε ωμίλουν εκ του νοός μου, συνέβαινον λάθη», έλεγε ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ.
Οι άγιοι Αρχιερείς έχουν την ευθύνη. Εμείς οι μοναχοί, μαζί με τον πιστό λαό της Εκκλησίας, μπορούμε να προσευχόμαστε με ταπεινοφροσύνη να τους φωτίσει το Άγιο Πνεύμα ώστε να ομιλήσουν με Πνεύμα Άγιον και «νουν Χριστού».
Παράλληλα με ταπεινό φρόνημα και με φόβο Θεού, μπορούμε να εκφράζουμε εκείνο που νιώθουμε ως αποστολική και αγιοπατερική παρακαταθήκη που πρέπει να διαφυλαχθή αναλλοίωτη.Για το φλέγον θέμα «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικό κόσμον», θεωρούμε ότι πρέπει να αποφευχθή μια συνοδική απόφανσις, ότι οι ετερόδοξες εκκλησίες έχουν «εκκλησιαστικό χαρακτήρα» (ecclesiality, δηλαδή ότι είναι εκκλησίες με τους χαρακτήρες της Μίας
Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας), εν όσω δεν υπάρχει μεταξύ Ορθοδόξων και ετεροδόξων ενότης πίστεως, λατρείας, διοικήσεως, ήθους, και κυρίως ταυτότης εμπειρίας της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος «συν πάσι τοις αγίοις».
Για κάποια θέματα κοινωνικής φύσεως, που αφορούν την ειρήνη και την ευστάθεια των αγίων του Θεού τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών μας, προσευχόμαστε εμπόνως ως «μέλη» του αυτού αγίου Σώματος του Χριστού, «μέλη εκ μέρους» και «αλλήλων μέλη» (βλ. Α΄ Κορ. ιβ΄ 25-27, Ρωμ. ιβ΄ 5), να μη επιτρέψει ο Κύριος τριγμούς στην ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Θεωρούμε ότι σε ωρισμένα θέματα δεν πρέπει να παραβλεφθούν και οι θέσεις της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους και οι παρεμβάσεις της. Όσον αφορά π.χ. το ζήτημα του συνεορτασμού του Πάσχα μετά των ετεροδόξων, υπάρχει η παρέμβασις της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους προς την Β΄ Προσυνοδική Διάσκεψι, με τη χαρακτηριστική φράσι: «διό και αποδοκιμάζομεν οιανδήποτε αλλαγή του Πασχαλίου».
Χαρακτηριστική είναι εν προκειμένω και η αποδοχή της παρεμβάσεως αυτής από τον πρόεδρο της Β΄ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως με τα εξής λόγια: «Θεωρώ φυσικόν να εκφράσουν ούτοι προς ημάς ευλαβώς την άποψιν, το φρόνημα και την γνώμην των. Οφείλομεν να τους προσέξωμεν. Αποδίδομεν ιδιαιτέραν σημασίαν και προσοχήν εις την τάξιν των μοναχών, και ιδιαιτέρως των σεβασμίων Πατέρων του Άθω. Παρακαλώ υμάς όπως, εν τη εξετάσει των θεμάτων εν ταις επιτροπαίς, έχητε υπ’ όψιν και την ασκητικήν άποψιν των μοναχών» (βλ. Συνοδικά VIII, έκδ. Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Σαμπεζύ 1994, σελ. 119).
Όσον αφορά δε τα θέματα που άπτονται της μοναχικής ζωής και ιδιότητος η Ιερά Κοινότης του Αγ. Όρους έχει εκφράσει επίσημη τοποθέτηση, κατά την οποία ο μοναχός, ο οποίος έχει καρεί με «ρασοευχή» και δεν έχει λάβει ακόμη το «μεγάλο Σχήμα», είναι μοναχός και η μοναχική ιδιότης του παραμένει ανεξίτηλη παρά την τυχόν έκπτωσή του από τον μοναχικό βίο (βλ. ΕΔIΣ ΡΚΘ΄, 20.8.1993). Θεωρούμε επ’ αυτού ότι ιερολογούντες τον γάμο εκπεσόντος μοναχού υποβαθμίζουμε την δυνατότητα μετανοίας του - γνωστής από πάμπολλες διηγήσεις των συναξαρίων περί πρώην εκπεσόντων μοναχών - και την προθυμία φιλοθέου επιστροφής του στις προς Θεόν μοναχικές υποσχέσεις».
Σύμφωνα με το Ανακοινωθέν της Συνάξεως των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών (Σαμπεζύ, 21-28 Ἰανουαρίου 2016) "Τά ἐπισήμως ἐγκριθέντα θέματα πρός ὑποβολήν εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον καί υἱοθέτησιν ὑπ’ αὐτῆς, εἶναι: ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον, ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά, τό Αὐτόνομον καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ, τό μυστήριον τοῦ γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ, ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καί ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον, σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον. Ἀποφάσει τῶν Προκαθημένων ὅλα τά ἐγκριθέντα κείμενα θά δημοσιευθοῦν".
Πρόλογος
Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ προυσιάσθηκε ὡς κύρια εἰσήγηση στὸ Διεθνὲς Θεολογικὸ Συνέδριο, ποὺ συνεκάλεσε ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Μολδαβίας στὴν πρωτεύουσα Κισινάου τοῦ ἀνεξάρτητου Μολδαβικοῦ κράτους, στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ 2016. Τὸ γενικὸ θέμα τοῦ Συνεδρίου ἦταν: «Διαθρησκειακὸς Συγκρητισμός».
Ἡ εἰσήγηση αὐτὴ συμπληρώθηκε καὶ ἀπὸ θέσεις τῆς εἰσηγήσεως τοῦ π. Ματθαίου Βουλκανέσκου, ὁ ὁποῖος παρουσίασε τὴν «Νέα Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ποὺ συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε ἡ Ρουμανικὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας Ἁγίου Ὄρους, ὑπογεγραμμένη ἀπὸ ὅλους τοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης, ὅπως καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τῆς «Συνάξεως Ὀρθοδόξων κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» (βλ. Θεοδρομία 17 (2015) 73-83.
Αὐτή, λοιπόν, ἡ συμπληρωμένη εἰσήγηση ὑπογράφτηκε ἀπὸ ὅλα τὰ μέλη τοῦ Συνεδρίου καὶ ἀπὸ τὸ πολυπληθὲς ἀκροατήριο τῶν Ὀρθοδόξων Μολδαβῶν, ποὺ ξεπερνοῦσε τὰ χίλια πεντακόσια (1500) πρόσωπα καὶ ἐπλημύρισε τὴν μεγάλη αἴθουσα ὅπου ὡμίλησε τὴν ἑπομένη ἡμέρα (22-1-2016) ὁ π. Θεόδωρος. Τὸ ὑπογεγραμμένο κείμενο ἐστάλη στὴν ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ἐδῶ δημοσιεύεται χωρὶς τὶς συμπληρωματικὲς θέσεις.
1. Σύντομη ἀναφορὰ στὴν ἱστορία καὶ στὴν θεματολογία τῆς Συνόδου.
Τὸν Μάρτιο τοῦ 2014 πραγματοποιήθηκε στὴν Κωνσταντινούποληἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἀποφάσισε νά ἐπισπευσθοῦν οἱ προετοιμασίες γιά τήν σύγκληση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, ὥστε αὐτὴ νὰ συνέλθει, «ἐκτὸς ἀπροόπτου», κατὰ τὸν Ἰούνιο τοῦ 2016, τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆςστὸν παλαιὸ ἱστορικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνῆλθε καὶ ἡ Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (381). Συνέστησε δὲ καὶ Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία ἀνέλαβε νὰ ἀναθεωρήσει ἤ νὰ ἐπικαιροποιήσει, ὅσα κείμενα εἶχαν ἑτοιμασθῆ καὶ νὰ ἑτοιμάσει τὰ ἐναπομείναντα.
Ἡ ἰδέα γιὰ σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶχε διατυπωθῆ γιὰ πρώτη φορὰ ἐπισήμως μὲ ἔνα πρῶτο κατάλογο θεμάτων, στὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1923 ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Μελέτιο Δ´ Μεταξάκη, προωθήθηκε δὲ τὸ 1930 ἀπὸ τὴν ὀνομασθεῖσα «Προκαταρκτικὴ Ἐπιτροπή», ποὺ συνῆλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου, ἡ ὁποία ἑτοίμασε καὶ ἕνα πρῶτο κατάλογο θεμάτων τῆς Συνόδου. Δυσμενεῖς ἱστορικὲς συνθῆκες δὲν ἐπέτρεψαν τὴν σύγκληση τῆς Συνόδου πρὶν καὶ μετὰ τὸν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ἰδιαίτερα μάλιστα, ἐπειδὴ στὶς περισσότερες ὀρθόδοξες χῶρες ἐπεκράτησαν ἀθεϊστικὰ κομμουνιστικὰ καθεστῶτα, τὰ ὁποῖα δυσκόλεψαν τὸ ἔργο καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν ἐκεῖ Ἐκκλησιῶν.
Τὸ θέμα ἐπανέφερε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ὁ πατριάρχηςἈθηναγόρας, ὁ ὁποῖος συνεκάλεσε στὴν Ρόδο τὴν Α´ Πανορθόδοξη Διάσκεψη τὸ 1961, ἡ ὁποία ἔλαβε ὁριστικὲς ἀποφάσεις γιὰ τὴν προπαρασκευὴ τῆς Συνόδου καὶ κατήρτισε ἕνα εὐρύτατο κατάλογο δέκα θεμάτων, τὰ ὁποῖα μὲ τὶς ὑποδιαιρέσεις τους ξεπερνοῦσαν τὰ ἑκατό (100). Ὁ κατάλογος αὐτὸς ἐπικρίθηκε ἔντονα ὡς «ἐγχειρίδιο πίστεως» γιὰ σχολικὴ καὶ κατηχητικὴ χρήση, κατὰ τὰ πρότυπα τοῦ καταλόγου θεμάτων τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου, ἡ ὁποία περιέργως συνήρχετο τὴν ἴδια ἐποχὴ καὶ ἐπηρέασε κατὰ τὶς ἐκτιμήσεις πολλῶν τὴν δική μας ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία. Λόγῳ τῶν ἀντιδράσεων καὶ ἐπικρίσεων ὁ εὐρὺς αὐτὸς καὶ ἀντισυνοδικὸς κατάλογος ἀποσύρθηκε καὶ ἀναθεωρήθηκε ἀπὸ τὴν Α´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1976) τῆς Γενεύης, ἡ ὁποία τελικῶς κατέληξε σὲ δέκα θέματα ποὺ θεωρήθηκαν ὡς τὰ πιὸ σημαντικὰ πρὸς διαβούλευση καὶ αὐθεντικὴ ἀπόφαση. Τὰ θέματα αὐτὰ ἀποτελοῦν μέχρι σήμερα καὶ θὰ ἀποτελέσουν τὴν ἡμερήσια διάταξη τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, εἶναι δὲ τὰ ἑξῆς: α) Ὀρθόδοξη Διασπορά· β) Τὸ Αὐτοκέφαλο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ· γ) Τὸ Αὐτόνομο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ· δ) Δίπτυχα· ε) Τὸ ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἡμερολογίου καὶ τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα· στ) Κωλύματα γάμου· ζ) Ἀναπροσαρμογὴ τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων· η) Σχέσεις Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον· θ) Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις ι) Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὴν ἐπικράτηση τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν διακρίσεων.
Ἡ Β´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1982) στὴ Γενεύη ἀσχολήθηκε μὲ τρία ἀπὸ τὰ θέματα τοῦ καταλόγου: α) Προσαρμογὴ τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων, β) Ἡμερολόγιο καὶ κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα καὶ γ) Κωλύματα τοῦ γάμου. Τὸ πρῶτο θέμα περὶ τῆς νηστείας, λόγῳ ἀνεπαρκοῦς προετοιμασίας τὸ παρέπεμψε στὴν ἑπόμενη (Γ´) Προσυνοδικὴ Διάσκεψη καὶ ἑτοίμασε κείμενα γιὰ τὰ ἄλλα δύο θέματα περὶ τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχαλίου καὶ τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου. Ἡ Γ´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1986) στὴ Γενεύη, ἀσχολήθηκε μὲ τέσσερα θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα ἑτοίμασε ἀντίστοιχα κείμενα: α) γιὰ τὸ παραπεμφθὲν ἀπὸ τὴν προηγούμενη (Β´) Διάσκεψη θέμα περὶ νηστείας, τοῦ ὁποίου ἄλλαξε τὸν τίτλο ὡς «Ἡ σπουδαιότης τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας καὶ ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον» β) Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον γ) Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις καὶ δ) Ἡ συμβολὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς ἐπικράτησιν τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν, καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν καὶ ἄλλων διακρίσεων.
Ἀπέμειναν ἔτσι τέσσερα ἀπὸ τὰ δέκα θέματα μὲ τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ ἑπόμενη Δ´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη καὶ νὰ ἑτοιμάσει σχετικὰ κείμενα: α) Ὀρθόδοξη Διασπορά, β) τὸ Αὐτοκέφαλο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ,γ) τό Αὐτόνομο καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ καί δ) τὰ Δίπτυχα. Ἡ Δ´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη καὶ πάλι λόγῳ δυσκολιῶν καὶ ἀνακατατάξεων, ποὺ ὀφείλονταν κυρίως στὴν πτώση τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων στὶς Ὀρθόδοξες χῶρες, συνῆλθε τὸν Ἰούνιο τοῦ 2009, εἰκοσιτρία ὁλόκληρα ἔτη μετὰ τὴν προηγούμενη, καὶ ἀπὸ τὰ τέσσερα θέματα συνεζήτησε μόνον τὸ θέμα τῆς Διασπορᾶς γιὰ τὸ ὁποῖο ἑτοίμασε καὶ σχετικὸ κείμενο. Τὰ ὑπόλοιπα τρία συζήτησε πρὶν ἀπὸ τὴν τελευταία Ε´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη ἡ Διορθόδοξη Προπαρασκευαστικὴ Ἐπιτροπὴ ποὺ συνῆλθε δύο φορὲς στὴν Γενεύη τὸν Δεκέμβριο τοῦ 2009 καὶ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2011. Ἡ τελευταία Ε´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη συνῆλθε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 2015 καὶ ἑτοίμασε κείμενο μόνον γιὰ τὸ Αὐτόνομο, ἐνῶ τὰ ἄλλα δύο θέματα γιὰ τὸ Αὐτοκέφαλο καὶ τὰ Δίπτυχα, ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρξε ὁμοφωνία στὶς προηγηθεῖσες Διορθόδοξες Προπαρασκευαστικὲς Ἐπιτροπές, μὲ κοινὴ ἀπόφαση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐκπίπτουν τοῦ καταλόγου τῶν θεμάτων καὶ δὲν θὰ περιληφθοῦν στὴν ἡμερησία διάταξη τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Ἔτσι ἀπὸ τὰ δέκα ἀρχικὰ θέματα, ποὺ ὅρισε ἡ Α´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη τελικῶς στὴν Σύνοδο θὰ συζητηθοῦν τὰ ὀκτώ (8). Ἐπειδὴ ὅμως τὰ δύο ἀπὸ αὐτὰ δηλαδὴ τό «Σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον» καί «Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις» συνοψίσθηκαν σὲ ἕνα, στό «Σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον» τὰ θέματα τελικῶς ἀριθμοῦνται σὲ ἑπτά, δηλαδή: α) Ὀρθόδοξη Διασπορά, β) Τὸ Αὐτόνομο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ, γ) Ἡμερολόγιο καὶ Πασχάλιο, δ) Κωλύματα γάμου, ε) Ἡ σπουδαιότης τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας, στ) Σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον καὶ ζ) Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους ἐκκλησιῶν στὴν ἐπικράτηση τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν καὶ ἄλλων διακρίσεων.
Ἡ Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπὴ ποὺ ὁρίσθηκε τὸ 2014 ἀπὸ τὴν Σύναξη τῶν Προκαθημένων ἐπέφερε τροποποιήσεις και «βελτιώσεις» στὰ προετοιμασθέντα παλαιότερα κείμενα, οἱ ὁποῖες ὅμως δὲν εἶναι γνωστὲς οὔτε στοὺς ἐπισκόπους τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν, ὅπως κατήγγειλε ὁ μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οὔτε πολὺ περισσότερο, ἔχει ἐνημερωθῆ ὁ θεολογικὸς κόσμος καὶ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ τελικὰ κείμενα παραμένουν κρυφὰ καὶ μυστικά· δὲν δημοσιοποιοῦνται, διότι προφανῶς περιέχουν ἀντορθόδοξες θέσεις, οἱ ὁποῖες θὰ προκαλέσουν τὴν ἀντίδραση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Ἔχει διαρρεύσει π.χ. ὅτι στὸ σχετικὸ κείμενο γιὰ τὶς σχέσεις μὲ τοὺς ἑτεροδόξους προτείνεται ἡ κατ᾽ οἰκονομίαν ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικότητας τῶν Παπικῶν, τῶν Προτεσταντῶν καὶ λοιπῶν αἱρετικῶν. Εἶναι γνωστὸς ἐπίσης ὁ θόρυβος ποὺ προκλήθηκε, ὅταν διέρρευσε ἡ πληροφορία ὅτι προτάθηκε στὸ σχετικὸ κείμενο γιὰ τὴν ἄρση τῶν φυλετικῶν καὶ ἄλλων διακρίσεων νὰ συμπεριληφθοῦν καὶ οἱ σεξουαλικὲς διακρίσεις, οἱ διακρίσεις τῶν δύο φύλων. Ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση καὶ διάψευση τῶν διαρροῶν εἶναι ἡ δημοσίευση τῶν κειμένων, νὰ ἔλθουν ὅλα στὸ φῶς· ἡ ἀλήθεια δὲν φοβᾶται τὸ φῶς. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μασονικὴ στοά, ἀλλὰ σῶμα Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ταυτίζεται πρὸς τὸ Φῶς καὶ τὴν Ἀλήθεια.
2. Μεγάλη ἡ ἀνησυχία γιὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν σύντομη ἀναφορὰ στὴν μακρὰ ἱστορία καὶ στὴν θεματολογία τῆς Συνόδου προβάλλουμε καὶ συζητοῦμε τὸ ἐρώτημα γιὰ τὸ ποιά πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἀπέναντι στὴν μέλλουσα νὰ συνέλθει ἐντὸς τοῦ νέου ἔτους Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο. Πρέπει νὰ χαιρόμαστε ἢ νὰ ἀνησυχοῦμε γιὰ τὸ ὄντως μεγάλο καὶ ἱστορικὸ αὐτὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός; Θὰ προκύψει ὠφέλεια ἢ βλάβη γιὰ τὴν Ἐκκλησία;
Ἡ πρώτη ἀπάντηση αὐτῶν ποὺ ἀγνοοῦν τὴν συνοδικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν γνωρίζουν τὶς κυριαρχοῦσες θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιολογικὲς τάσεις στὶς ὑψηλὲς βαθμίδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας εἶναι ὅτι ἡ Σύνοδος θὰ ὠφελήσει πολὺ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, διότι ἐκτὸς τοῦ ὅτι θὰ ἐπιλύσει κάποια σημαντικὰ θέματα στὶς σχέσεις τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ στὴν διαποίμανση τῶν πιστῶν, πρὸ παντὸς θὰ ἐνισχύσει τὴν ἑνότητα μεταξύ των καὶ θὰ δείξει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, παρὰ τὸ ὅτι ἀποτελεῖται ἀπὸ αὐτοκέφαλες καὶ ἀνεξάρτητες ἐκκλησίες, ἔχει ἰσχυρὴ καὶ ἄρρηκτη ἑνότητα. Θὰ μποροῦσε μάλιστα καὶ ἕνας καλοπροαίρετος Ὀρθόδοξος πιστὸς νὰ ἐκτιμήσει καὶ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι πράγματι βρισκόμαστε μπροστὰ σὲ ἕνα μεγάλο ἱστορικὸ γεγονός, διότι, ἐπὶ τέλους, μετὰ ἀπὸ δώδεκα αἰῶνες, μετὰ δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, συνοδικῆς σιωπῆς καὶ ἀπραξίας σὲ οἰκουμενικὸ πανορθόδοξο ἐπίπεδο, κατορθώνουμε νὰ συγκαλέσουμε μία Μεγάλη Σύνοδο ὡς συνέχεια τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ νὰ δείξουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶναι κολλημένη στὸ παρελθόν, στὴν Παράδοση, ὡς ἕνα μουσειακὸ ἀπολίθωμα, ὅπως μᾶς κατηγοροῦν οἱ Προτεστάντες, ἀλλὰ εἶναι ζωντανὸς ὀργανισμὸς ποὺ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ παρόν, γιὰ ἐπίκαιρα θέματα καὶ προβλήματα, καὶ πρὸ παντὸς ὅτι αὐτὴ μόνη ἀποτελεῖ τὴν αὐθεντικὴ συνέχεια τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Συνόδων.
Ἔτσι ἀντιμετώπισαν τὴν Σύνοδο καὶ ἔτσι τὴν ἀντιμετωπίζουν ἀκόμη πολλοὶ Ὀρθόδοξοι, καὶ μάλιστα πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους ποὺ ἔλαβαν μέρος στὶς παλαιὲς μακροχρόνιες προσυνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ Διασκέψεις, μετὰ δέους καὶ φόβου ἀναλογιζόμενοι ὅτι βρίσκονται στὴν θέση παλαιῶν Ἁγίων Πατέρων ποὺ ἔλαβαν μέρος ὡς μέλη τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Εἶναι γεμᾶτα τὰ Πρακτικὰ τῶν πρώτων Προσυνοδικῶν Διασκέψεων ἀπὸ τὴν εὐθυνοφόρο αὐτὴ αὐτοσυνειδησία πολλῶν ἀντιπροσώπων.
Δυστυχῶς τὰ ἴδια τὰ πράγματα, ἡ ἴδια ἡ διαδικασία, ἡ ἴδια ἡ θεματολογία, τὸ ἴδιο τὸ περιεχόμενο τῶν κειμένων, ἀλλὰ καὶ πολλὲς δηλώσεις προσώπων ποὺ κατευθύνουν τὴν πορεία τῆς Συνόδου ἐμβάλλουν ὅλους μας σὲ μεγάλη ἀνησυχία γιὰ τὴν ὀρθότητα τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου, γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία τῆς Συνόδου. Εἶναι κατασταλαγμένο ἀξίωμα στὴν πίστη καὶ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ ἀναγνώριση τῶν ἀποφάσεων μιᾶς Συνόδου δὲν ἐξαρτᾶται οὔτε ἀπὸ τὴν σοφία, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν ἀρετή, τῶν ἐκπροσώπων, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἂν ἀποτελεῖ συνέχεια αὐθεντικὴ καὶ γνήσια τῶν προηγουμένων συνόδων, τῶν ὁποίων πρέπει νὰ ἀκολουθεῖ πιστὰ τὶς ἀποφάσεις, καὶ πρὸ παντὸς ἀπὸ τὴν ὀρθότητα τῶν δογμάτων καὶ τῶν κανόνων ποὺ θεσπίζει. Εἶναι ἀξιωματικὴ καὶ ἀποφθεγματικὴ ἡ ρήση τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ: «Ἐκείνας οἶδεν ἁγίας καὶ ἐγκρίτους συνόδους ὁ εὐσεβὴς τῆς Ἐκκλησίας κανών, ἃς ὀρθότης δογμάτων ἔκρινεν».
Δὲν μποροῦμε βέβαια ἐδῶ νὰ ἐκθέσουμε καὶ νὰ παρουσιάσουμε ὅλα τὰ στοιχεῖα, ὅλες τὶς ἐνδείξεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες προκύπτει ὅτι ἡ Σύνοδος βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν συνοδικὴ παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καὶ ἀκολουθεῖ δικό της, ἀλλότριο δρόμο, ἐπηρεασμένη ἀπὸ ἄλλες παραδόσεις καὶ ἄλλα πιστεύματα τῶν καιρῶν μας, ἀποκομμένη ἀπὸ τὶς προηγούμενες Ἅγιες Συνόδους. Θὰ σημειώσουμε τὶς σημαντικότερες παρεκκλίσεις.
Ἐν πρώτοις εἶναι ἡ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῶν συνόδων, κατὰ τὴν ὁποία ἡ προετοιμασία διήρκεσε τόσο πολύ. Ὑπάρχει πρωτιά, ρεκόρ, στὸν χρόνο προετοιμασίας τῆς Συνόδου. Ἂν ὑπολογίσουμε τὴν πρώτη ἐπίσημη ἐξαγγελία τοῦ πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη στὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1923, ἔχουν περάσει ἐνενήντα τρία (93) χρόνια. Ἂν ξεκινήσουμε ἀπὸ τὴν πρώτη ὀργανωμένη πανορθόδοξη ἀπόφαση τῆς Α´ Πανορθόδοξης Διάσκεψης τῆς Ρόδου (1961), ἔχομε πενήντα πέντε (55) χρόνια. Καὶ δὲν καθιστοῦμε βέβαια τὸ μακρὸ αὐτὸ χρόνο προετοιμασίας κριτήριο τῆς Συνόδου, ἀλλὰ ἐκτιμοῦμε, μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους, ὅτι αὐτὸ δείχνει ὅτι δὲν ὑπῆρχε οὔτε «εὔλογος αἰτία» οὔτε «ἐπείγουσα ἀνάγκη» γιὰ σύγκληση τῆς Συνόδου, ἀλλὰ ἐξυπηρετοῦνται ἄλλες ἐκκλησιαστικοπολιτικὲς σκοπιμότητες. Διότι, ἂν ὑπῆρχε «ἐπείγουσα ἀνάγκη», ὅπως πάντοτε συνέβαινε στὴν συνοδικὴ παράδοση μὲ τὴν ἐμφάνιση κάποιας αἱρέσεως, σχίσματος ἢ ἄλλης ἐκτροπῆς, αὐτὸ ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἀμέσως ἐντὸς ὀλίγων μηνῶν ἢ ὀλίγων ἐτῶν.
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὸ λαβύρινθο, τὸ χάος τῶν θεμάτων ποὺ ὅρισε ἡ Α´ Πανορθόδοξη Διάσκεψη τῆς Ρόδου (1961), τὸ πλῆθος τῶν ὁποίων καὶ ἡ ἐπεξεργασία τους μόνον σὲ Θεολογικὲς Σχολὲς καὶ σὲ ἐρευνητικὰ κέντρα θὰ μποροῦσε νὰ ἀνατεθεῖ γιὰ μελέτη, καὶ ὄχι σὲ σύνοδο, γιὰ νὰ λάβει ἀποφάσεις, διότι ἐκτὸς τοῦ ὅτι γιὰ ὅλα σχεδὸν ὑπάρχουν ἀποφάσεις συνόδων καὶ γνῶμες Ἁγίων Πατέρων, ἡ Σύνοδος πάντοτε ἀσχολεῖται μὲ μικρὸ ἀριθμὸ θεμάτων ποὺ διαταράσσουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ καὶ δὲν μεταβάλλεται σὲ Σχολὴ ἢ Κέντρο Ἐρεύνης. Ἀκόμη καὶ στὸν μικρότερο κατάλογο τῶν δέκα θεμάτων μὲ τὰ ὁποῖα ἐπὶ τόσα χρόνια ἀσχολεῖται ἡ προσυνοδικὴ διαδικασία δύο μόνον ἔχουν τὸν χαρακτήρα τοῦ ἐπείγοντος, διότι ἐξαιτίας τους δημιουργοῦνται προβλήματα στὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τῆς λειτουργικῆς καὶ εὐχαριστιακῆς ἑνότητος, τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχαλίου καὶ τὸ θέμα τῆς Διασπορᾶς. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα θέματα, ὅπως τῆς νηστείας, τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου, τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, ἐλευθερίας, φυλετικῶν διακρίσεων κ.τ.λ. εἶναι αὐτονοήτως λελυμένα καὶ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀπὸ τὴν Πατερικὴ καὶ Συνοδικὴ Παράδοση, τὰ δὲ ὑπόλοιπα περὶ Αὐτονόμου, Αὐτοκεφάλου, Διπτύχων κ.τ.λ. δείχνουν τὶς τάσεις πρωτοκαθεδρίας τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν καὶ θὰ μποροῦσαν βέβαια γιὰ λόγους εὐταξίας νὰ διευθετηθοῦν μετὰ ἀπὸ συνεννοήσεις χωρὶς τὴν αἴσθηση τοῦ κατεπείγοντος, δὲν ἔχουν πάντως ἀντίκτυπο στὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν πιστῶν.
Ἀπογοητευτικὴ εἶναι ἡ διαπίστωση τῆς ἀλλαγῆς τοῦ οἰκουμενικοῦ χαρακτῆρος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ περισσότερο ἀπογοητευτικὴ καὶ ἐκκλησιολογικὰ ἀπαράδεκτη ἡ αἰτιολόγηση αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς ποὺ ἔκανε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος στὴ Σύναξη τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη στὶς 29 Αὐγούστου τοῦ 2015. Πιὸ συγκεκριμένα, ἐνῶ ὅλοι ἐπίστευαν, αὐτοὶ ποὺ εἶχαν τὴν πρωτοβουλία καὶ τὴν ἰδέα τῆς Συνόδου, αὐτοὶ ποὺ τὴν προχώρησαν καὶ αὐτοὶ ποὺ τὴν πολέμησαν ὅτι πρόκειται γιὰ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ τὴν ὀνόμασαν Ἁγία καὶ Μεγάλη, ἐπειδὴ ἡ οἰκουμενικότητα μιᾶς Συνόδου ἀναγνωρίζεται ἐκ τῶν ὑστέρων ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, παρὰ ταῦτα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης στὴν δήλωσή του αὐτή, ἀνατρέποντας ὅλους καὶ ὅλα, εἶπε ὅτι ἡ Σύνοδος δὲν συγκαλεῖται ὡς Οἰκουμενική, δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς Οἰκουμενική, διότι δὲν μετέχουν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως. Εἶπε ἐπὶ λέξει: «Δευτέρα παρατήρησις ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου εἶναι ἡ διευκρίνησις περὶ τῆς φύσεως τῆς συγκαλουμένης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου. Κατὰ τὴν ἐπιλογὴν τῆς ὀνομασίας τῆς Συνόδου ταύτης ὑπὸ τῆς Α´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως ἀπεφεύχθη συνειδητῶς ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτῆς ὡς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διὰ τὸν λόγον ὅτι δὲν καλοῦνται ὡς μέλη αὐτῆς οἱ ἐκ τῆς Δύσεως χριστιανοί, ὡς συνέβαινε πάντοτε ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ἐκκλησίᾳ κατὰ τὴν σύγκλησιν Οἰκουμενικῶν Συνόδων». Δυσκολεύεται κανεὶς νὰ πιστεύσει ὅτι ἡ δήλωση αὐτὴ προέρχεται ἀπὸ πατριαρχικὰ χείλη, καὶ μάλιστα ἑνὸς πατριάρχου, ὁ ὁποῖος, καὶ πρὶν γίνει πατριάρχης, ὡς ἐπίσκοπος ἔλαβε ἐνεργὸ μέρος στὶς Προσυνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ Διασκέψεις, σὲ κάποιες ἀπὸ τὶς ὁποῖες καὶ προήδρευσε. Καμμία Προσυνοδικὴ Διάσκεψη δὲν δικαιολόγησε τὴν ὀνομασία τῆς Συνόδου ὡς μὴ Οἰκουμενικῆς, ἐπειδὴ ἀπουσιάζουν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως. Εἶναι προσωπικὴ ἐσφαλμένη γνώμη τοῦ κ. Βαρθολομαίου, ποὺ δικαιολογεῖται ἀπὸ τὴν δική του νέα ἐκκλησιολογία, ποὺ τὴν ἔχει προβάλει καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις καὶ ἡ ὁποία ἔχει ἐπικριθῆ δημοσίως στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ πολλοὺς ἐπισκόπους, κληρικούς, μοναχούς, καθηγητὰς Θεολογικῶν Σχολῶν, καὶ ἁπλοὺς λαϊκούς, ποὺ ὑπέγραψαν κατὰ χιλιάδες καὶ σχετικὸ κείμενο.
Ἀπὸ τὴν δήλωση αὐτὴ προκύπτει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι πλήρης ἐκκλησία, ἀλλὰ ἐλλιπής. Δὲν μπορεῖ μόνη της νὰ συγκαλέσει Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, γιατὶ εἶναι μόνο ἕνα μέρος τῆς Ἐκκλησίας· λείπει τὸ ἄλλο, οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως, οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, στοὺς ὁποίους ἔτσι ἀναγνωρίζεται ἐκκλησιαστικότητα. Εἰσάγει ἐπίσης νέα ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων, ὑπονοώντας ὅτι ἡ ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν προσβάλλει τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν καθολικότητα, ὅτι χωρὶς τοὺς αἱρετικοὺς ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι καθολικὴ καὶ ἑνιαία, καὶ ἔκαναν λάθος οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Σύνοδοι ποὺ ἀναθεμάτιζαν καὶ ἀπέκοπταν τοὺς αἱρετικούς. Οὐσιαστικῶς πρόκειται γιὰ ἀποδοχὴ τῆς προτεσταντικῆς θεωρίας τῶν κλάδων, τῆς διευρυμένης ἐκκλησιολογίας τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου περὶ πλήρους καὶ ἐλλιποῦς ἐκκλησιαστικότητος, ὑπὸ ἄλλη παραλλαγή.
Ἐξηγεῖται ἔτσι ἡ μεγάλη καὶ σταθερὴ ἐπιμονὴ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς προετοιμασίας τῆς Συνόδου στὰ θέματα τῶν σχέσεών μας μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ποὺ τοὺς ἀναγνωρίζουμε καὶ τοὺς ὀνομάζουμε ὡς ἐκκλησίες ἐκτὸς Ἐκκλησίας, κατὰ προφανέστατη ἐκκλησιολογικὴ πλάνη. Δὲν τοὺς ὀνομάζουμε πλέον αἱρέσεις καὶ αἱρετικούς, ὅπως τοὺς ὀνόμαζαν ὅλες οἱ διευρυμένες ἐνδημοῦσες Σύνοδοι τῆς Κωνσταντινούπολης τὸν 19ο αἰώνα, καί, χωρὶς νὰ ἐγγράψουμε τὸ θέμα αὐτὸ εὐθέως πρὸς συζήτηση στὴν Σύνοδο, τοὺς ἀναγνωρίζουμε ἐμμέσως ὡς ἐκκλησίες. Ἀπὸ κείμενα τῆς Συνόδου ποὺ διέρρευσαν προκύπτει ὅτι βαίνουμε πρὸς ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικότητας τῶν αἱρετικῶν Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν.
Ἡ κατάργηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ χαρακτῆρος τῆς Συνόδου διευκολύνει τοὺς σχεδιαστὲς καὶ πρωτεργάτες της καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα. Ἂν ἡ Σύνοδος ἐργασθεῖ ὡς Οἰκουμενική, εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ ἀναγνωρίσειτὶς θεωρούμενες ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους δύο συνόδους τοῦ ἐνάτου καὶ δεκάτου τετάρτου αἰῶνος ὡς οἰκουμενικές, δηλαδὴ τὴν Η´ ἐπὶ Φωτίου, τοῦ 879, καὶ τὴν Θ´ ἐπὶ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ 1351, οἱ ὁποῖες ὅμως κατεδίκασαν ἡ μὲν πρώτη τὸ Filioque ὡς αἵρεση, ἡ δὲ δεύτερη τὴν περὶ κτιστῆς Χάριτος αἵρεση, ἑπομένως καὶ τὸν Παπισμό ὡς αἵρεση. Γι᾽ αὐτὸ εἶναι καὶ στὴν σωστὴ κατεύθυνση καὶ προσαρμοσμένη στὴν ὅλη ἱστορία καὶ στὶς προσδοκίες ὅλων ἀπὸ τὴν Σύνοδο ἡ πρόταση τοῦ πατριάρχου Σερβίας κ. Εἰρηναίου πρὸς τοὺς προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νὰ τεθεῖ στὴν Σύνοδο τὸ θέμα τῆς ἀναγνωρίσεως τῶν δύο συνόδων ὡς Οἰκουμενικῶν, πρᾶγμα ποὺ δυσκολεύει τὸ φιλοπαπικὸ Φανάρι.
Ἐπίσης, ἂν ἡ Σύνοδος ἐργασθεῖ ὡς Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, θὰ ἔλθει σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ ἐκκλησιολογικὸ μοντέλο τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν», ποὺ οἰκοδομήθηκε τὶς τελευταῖες δεκαετίες καὶ ἐπισημοποιήθηκε στὸν Θεολογικὸ Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς στὸ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), ὅπου ἀναγνώρισαν οἱ ὑπογράψαντες Ὀρθόδοξοι τὸν Παπισμὸ ὡς Ἐκκλησία μὲ Χάρη, μυστήρια καὶ ἀποστολικὴ διαδοχή. Πῶς νὰ ἀποκλείσεις ἀπὸ τὴν Σύνοδο μία «ἀδελφὴ ἐκκλησία»; Εἶναι σὰν νὰ ἀποκλείεις μία τοπικὴ κανονικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιὰ τὴν ὁποία καὶ μόνον ἰσχύει καὶ εἶναι ὀρθὸς ὁ χαρακτηρισμὸς τῆς ἀδελφῆς ἐκκλησίας, καὶ ὄχι γιὰ τὶς αἱρετικὲς χριστιανικὲς κοινότητες, ὅσο ἰσχυρὲς καὶ πολυάνθρωπες καὶ ἂν εἶναι.
Ἡ ἄρνηση τῆς οἰκουμενικότητας τῆς Συνόδου διευκολύνει ἐπίσης στὸ νὰ μὴ κληθοῦν ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν, ὅπως ἐγίνετο σὲ ὅλες τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, καὶ ἔτσι νὰ ἀποφευχθει ἡ πιθανότητα κάποιοι παραδοσιακοὶ ἐπίσκοποι νὰ ἀντιδράσουν σὲ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου ἀνατρεπτικὲς τῆς Παραδόσεως ἢ κάποια τοπικὴ ἐκκλησία νὰ ἔχει μεγαλύτερη δύναμη στὴν λήψη ἀποφάσεων, λόγῳ τοῦ μεγαλυτέρου ἀριθμοῦ ἐπισκόπων. Αὐτὰ ὅμως ἀποτελοῦν ἀνθρώπινες ἰδιοτελεῖς σκοπιμότητες, ξένες πρὸς ἁγιοπνευματικὰ κριτήρια, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία, ἡ ὁποία θεωρεῖ ὅτι ὁ ἐπίσκοπος κάθε ἐπαρχίας, καὶ τῆς μικρότερης, ἐκπροσωπεῖ μὲ τὸ ποίμνιό του ἕνα ζωντανὸ μέρος τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ δὲ ἀπουσία του ὄχι μόνο τραυματίζει τὴν ὁλοκληρία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ στερεῖ τὴν δυνατότητα νὰ ἐκφρασθεῖ ἀπὸ ὅλους ἡ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία φαίνεται ὅτι φοβοῦνται οἱ ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν προετοιμασία καὶ σύγκληση τῆς Συνόδου. Δὲν δικαιολογεῖται μὲ κανένα κριτήριο, οὔτε ποιμαντικὸ οὔτε ἐκκλησιολογικό, ἡ συμμετοχὴ μόνον εἰκοσιτεσσάρων (24) ἐπισκόπων ἀπὸ κάθε ἐκκλησία, πρᾶγμα ποὺ προσβάλλει καὶ τὴν ἰσότητα τῶν ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ δημιουργεῖ ἐρωτηματικὰ γιὰ τὰ κριτήρια ἐπιλογῆς τῶν ἐπισκόπων ποὺ θὰ μετάσχουν. Εἶναι μειωμένης ἐπισκοπικῆς εὐθύνης καὶ ἀξίας οἱ ἐπίσκοποι ποὺ δὲν θὰ μετάσχουν καὶ ποὺ ἀποτελοῦν τὴν μεγάλη πλειονότητα στὶς περισσότερες αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες; Ποιός γνωρίζει καὶ ποιός θὰ μεταφέρει στὴν Σύνοδο τὶς σκέψεις, τὶς ἐκτιμήσεις καὶ τὶς ἀντιδράσεις τῶν ποιμνίων τους;
Τελειώνοντας εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἐκφρασθεῖ ἡ ἀγωνία καὶ ἡ ἀνησυχία γιὰ τὴν ἔκβαση τῆς Συνόδου ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἀπουσιάζουν φλέγοντα καὶ ἐπείγοντα θέματα, τὰ ὁποῖα δημιουργοῦν διαιρέσεις καὶ σχίσματα, ἡ δὲ συμπερίληψη μερικῶν ἐξ αὐτῶν στὸ θεματολόγιο τῆς Συνόδου καὶ ἡ μέχρι τώρα προετοιμασία δὲν προοιωνίζονται τὴν ὁριστικὴ καὶ κανονική τους ἐπίλυση. Ὑπάρχουν δὲ καὶ ἄλλα, ἐπείγοντα καὶ σοβαρά, γιὰ τὰ ὁποῖα λόγῳ τῆς κυριαρχούσης στὶς ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες οἰκουμενιστικῆς συγκρητιστικῆς νοοτροπίας, ὡς καὶ τοῦ πνεύματος, ἐκκοσμίκευσης, ἀποφεύγουν νὰ λάβουν ἀποφάσεις. Τὰ δύο θέματα π.χ. στὰ ὁποῖα καὶ προηγουμένως ἀναφερθήκαμε, τῆς Διασπορᾶς καὶ τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχαλίου, εἰς μὲν τὸ πρῶτο δίδεται μία προσωρινὴ μεταβατικὴ λύση μὲ τις ἐπισκοπικὲς συνελεύσεις καὶ δὲν τηρεῖται καὶ πάλι ἡ βασικὴ κανονικὴ καὶ ἐκκλησιολογικὴ ἀρχὴ στὸν ἴδιο τόπο νὰ ὑπάρχει ἕνας μόνον ἐπίσκoπος, εἰς δὲ τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχaλίου, ἀντὶ νὰ ἐπιδιωχθεῖ μὲ κάθε τρόπο ἡ θεραπεία τοῦ σχίσματος ποὺ προκάλεσε ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Νέου Ἡμερολογίου χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση, θὰ προκληθεῖ τώρα καὶ ἄλλο σχίσμα μὲ τὸν προτεινόμενο καὶ προωθούμενο κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Εὐτυχῶς ποὺ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας καὶ ἄλλες Ἐκκλησίες ποὺ τηροῦν τὸ παλαιὸ πάτριο Ἡμερολόγιο κατέστησαν σαφές, ὅτι οὔτε θὰ προσχωρήσουν στὸ Νέο Ἡμερολόγιο, οὔτε θὰ συζητήσουν τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Τὸ ἐπώδυνο πάντως καὶ τραυματικὸ σχίσμα ἀπὸ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση παραμένει· κάποιες πλευρὲς πάντως πρέπει νὰ δείξουν γενναιότητα καὶ ἢ νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ λάθος τῆς ἐσπευσμένης καὶ μονομεροῦς, χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση, εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὸ Παλαιό, γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ λατρευτικὴ ἑνότητα ἢ νὰ πείσουν τοὺς ἄλλους συνοδικὰ νὰ ἀκολουθήσουν τὸ Νέο. Ἄλλος δρόμος δὲν ὑπάρχει. Διαφορετικὰ καθίστανται ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ σχίσμα, τὸ ὁποῖο κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο εἶναι χειρότερο ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τὸ ὁποῖο κατὰ τὸν αὐτὸν μεγάλο Πατέρα δὲν ξεπλύνεται οὔτε μὲ τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου.
Μνημονεύουμε ἀκόμη μερικὰ ἀπὸ τὰ φλέγοντα καὶ ἐπείγοντα θέματα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ Σύνοδος. Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, διαβρώνει συνειδήσεις καὶ ἐξαπλώνεται στὶς τάξεις τῶν κληρικῶν καὶ τῶν λαϊκῶν. Ἀντὶ δὲ τῆς καταδίκης του ἡ Σύνοδος ἐμμέσως τὸν υἱοθετεῖ καὶ τὸν ἐνισχύει. Φαίνεται μάλιστα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ βασικὸς καὶ κύριος στὸχος τῆς Συνόδου· ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι προσχήματα καὶ παραγεμίσματα. Θὰ ἐπιβεβαιωθεῖ πανορθοδόξως καὶ πρὸς ἄρσιν κάθε ἐπιφυλάξεως ἡ καταδίκη τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ ὡς αἱρέσεων; Θὰ διακοποῦν οἱ ἀποτυχημένοι καὶ ζημιογόνοι Θεολογικοὶ Διάλογοι; Θὰ ἀποχωρήσουμε ἀπὸ τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων; Ὁ Τεκτονισμός, ἡ Μασονία, γνωρίζει ἐπίσης μεγάλη διάδοση, καὶ ἐνῶ ἔχει καταδικασθῆ ὡς ἀσυμβίβαστος μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη μὲ ἀποφάσεις τοπικῶν ἐκκλησιῶν, δὲν ἔχει ληφθῆ ἀκόμη πανορθόδοξη ἀπόφαση. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ πολλὰ θέματα Βιοηθικῆς καὶ ἰατρικῆς δεοντολογίας, ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή, τὶς μεταμοσχεύσεις, τὸν ἐγκεφαλικὸ θάνατο, τὴν εὐθανασία, τὴν Ὁμοιοπαθη-τική, ποὺ διχάζουν τὶς γνῶμες κληρικῶν καὶ θεολόγων. Ἰδιαίτερα πρέπει νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἡ σχεδιασμένη προβολὴ καὶ ἀποενοχοποίηση τοῦ φρικτοῦ καὶ χειρίστου ἁμαρτήματος τῆς Ὁμοφυλοφιλίας καὶ ἡ ἀποδόμηση καὶ ἐκθεμελίωση τοῦ θεοσύστατου μυστηρίου τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας, ὅπως καὶ ἡ προώθηση ἀπὸ πολιτικὲς νεοεποχίτικες ἡγεσίες τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, ποὺ προσβάλλει καὶ βεβηλώνει τὴν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, τὸ ὁποῖο στὶς περιπτώσεις ἁγίων ἀνθρώπων παραμένει ἄφθαρτο καὶ μυροβόλο· ἐνοχλεῖται ἰδιαζόντων ὁ Σατανᾶς ἀπὸ τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων.
Ἐπίλογος
Ἀπὸ τὴν ἐπιχειρηθεῖσα σύντομη παρουσίαση τῆς πορείας ποὺ ἀκολούθησε ἡ προετοιμασία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καταφαίνεται ὅτι ἡ μεθοδολογία καὶ ἡ θεματολογία της εἶναι ὄχι μόνο ξένα πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἀλλὰ καὶ συνειδητὰ ἐπιχειροῦν νὰ τὴν ἀλλοιώσουν καὶ νὰ τὴν ἀνατρέψουν. Οἱ τελευταῖες διορθωτικὲς δῆθεν παρεμβάσεις καὶ ἀναθεωρήσεις παλαιῶν κειμένων τηροῦνται μυστικές· περιμένουμε μὲ ἀγωνία τὴν δημοσίευσή τους, γιὰ νὰ δοῦμε ἂν διαψεύδονται ἢ ἐπιβεβαιώνονται οἱ ἀνησυχίες μας, κυρίως ὅμως γιὰ νὰ διευρυνθεῖ ὁ συνοδικὸς κύκλος ἀποδοχῆς τους καὶ νὰ ἐκφρασθεῖ εὐρύτερα ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας. Πρὸς τὸ παρὸν δὲν ἐλπίζουμε πὼς ἡ Σύνοδος θὰ ἀποτελεῖ αὐθεντικὴ καὶ γνήσια συνέχεια τῶν προηγουμένων συνόδων καὶ πὼς θὰ ἀποφασίσει πατερικὰ καὶ ἁγιοπνευματικά, ἀλλὰ οἰκουμενιστικὰ καὶ ἐκκοσμικευμένα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐκτιμοῦμε ὅτι εἶναι καλύτερα νὰ μὴ συνέλθει, ὅπως ἐπίστευαν μεγάλοι Ἅγιοι καὶ Γέροντες τῶν καιρῶν μας, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς μὲ εἰδικὰ ὑπομνήματα πρὸς τὴν ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, μέ ὅσα γιὰ ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα ἔγραψε καὶ ὁ ὁσιακῆς βιοτῆς Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος μὲ εἰδικὰ κείμενα περὶ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου. Ἐμπιστευόμαστε περισσότερο τοὺς Ἁγίους μὲ τὸν θεῖο φωτισμό, παρὰ τοὺς σοφοὺς μὲ τὸν ἀνθρώπινο ἐπισφαλῆ λογισμό.
Εμφανώς συγκρατημένος για τη σύγκληση της ονομαζόμενης Μεγάλης Συνόδου εμφανίζεται πλέον και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Σε Χαιρετισμό του για την πρώτη του έτους αναφέρθηκε στην προετοιμασία για τη σύγκληση της Συνόδου, δεν λησμόνησε όμως να επαναλάβει την αναφορά που υπάρχει στο κείμενο της Σύναξης των Προκαθημένων των ορθοδόξων εκκλησιών το 2014, ότι η Σύνοδος θα γίνει «ἄνευ τινὸς ἀπροόπτου» δηλ. εκτός απροόπτου. Εξάλλου σε συνέντευξή του ο επί των εξωτερικών σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει την ίδια διευκρίνιση κάνοντας περαιτέρω λόγο για αμφιβολίες ως προς το ενδεχόμενο σύγκλησης της Συνόδου. Τέλος πολλοί από τους επισκόπους της εκκλησίας της Ελλάδος και άλλων ορθοδόξων εκκλησιών εκφράζουν σοβαρές αμφιβολίες για το τι τελικά θα συμβεί. Όλα τούτα γιατί παραμένουν ανοιχτά πολλά ζητήματα όχι μόνο από αυτά που αρχικά είχε σχεδιαστεί να επιλυθούν από τη Μεγάλη Σύνοδο αλλά και άλλα που αφορούν σε διαφορές μεταξύ ορθοδόξων εκκλησιών με σημαντικότερες ίσως τη διαφορά μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων για το Κατάρ και το ζήτημα της Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ζητήματα που φαντάζει μάλλον αδύνατο να επιλυθούν μέχρι τον εορτασμό της φετινής Πεντηκοστής οπότε σχεδιάζεται η σύγκληση της Συνόδου. Οπωσδήποτε η εντός του Ιανουαρίου Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων, πιθανότατα τελικά στη Γενεύη, θα αποδείξει εάν και κατά πόσο είναι εφικτή η σύγκληση Μεγάλης Συνόδου.
Επειδή πολλοί Φαναριώτες και φίλοι του Φαναρίου άρχισαν να διαβλέπουν ότι οι σχεδιασμοί του Πατριάρχη Βαρθολομαίου είναι πιθανόν να ματαιωθούν ήδη προσπαθούν να αμβλύνουν τις εντυπώσεις μιας τέτοιας ματαίωσης και να μετακυλήσουν το βάρος μιας αποτυχίας σύγκλησης σε άλλους. Σε κάθε περίπτωση τα θέματα επί των οποίων έχει υπάρξει ήδη συμφωνία και τα οποία μόνο αυτά μπορούν να εγκριθούν από μια Μεγάλη Σύνοδο είναι τέτοια ώστε, σε πρώτη μεν ανάγνωση, να θεωρείται τουλάχιστον υπερβολική η σύγκληση μιας Μεγάλης Συνόδου για την επίλυσή τέτοιου είδους ζητημάτων. Ακόμη χειρότερα διαφαίνεται ότι οι οικουμενιστές μέσω της Μεγάλης Σύνοδου επιδιώκουν άμβλυνση και επανακαθορισμό πατερικών και κανονικών προβλέψεων για ζητήματα όπως η νηστεία και κυριότερα οι σχέσεις των ορθοδόξων με τους ετερόδοξους, ώστε τελικά η ματαίωση της να θεωρείται από τον πιστό κλήρο και λαό πραγματικό θείο δώρο. Εάν για κάποιους οικουμενιστές και άλλους εκκοσμικευμένους κληρικούς και πιστούς η σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου από μόνη της αποτελεί μέγιστο γεγονός, για όσους γνωρίζουν ποιοι πρωταγωνιστούν στην προετοιμασία της, ποιοι επεξεργάστηκαν τα κείμενά τους, γιατί ακολουθήθηκε η οδός της μυστικοπάθειας κατά τις προσυνοδικές εργασίες, κυρίως δε επειδή η λαίλαπα του οικουμενισμού κατατρέχει πλείστα όσα μέλη των Συνόδων των εκκλησιών, είδηση σημαντική θα πρέπει να θεωρείται η ματαίωση της Συνόδου και όχι η σύγκλησή της. Μπορεί κάποιοι κινούμενοι από φιλοδοξία να επιδιώκουν την εγγραφή του ονόματός τους στις σελίδες της εκκλησιαστικής ιστορίας επειδή εκείνοι συγκάλεσαν ή συμμετείχαν στη Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας. Ξεχνούν όμως ότι « εὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες» (Ψαλ. 126,1).
Είναι βέβαιο ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης μέχρι την τελευταία στιγμή θα προσπαθήσει να ξεπεράσει όλα τα προσκόμματα που εμποδίζουν τη σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου. Δεν έχει ετοιμάσει λύσεις για τα προβλήματα που υπάρχουν ούτε πολύ περισσότερο διαθέτει πειστικούς τρόπους για να τις επιβάλλει στις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες. Ακόμη κι αν υιοθετήσει την τακτική της αποσιώπησης των ζητημάτων προκειμένου φαινομενικά να διατρανωθεί προς όλους η ενότητα της Ορθοδοξίας μέσω της Συνόδου είναι αμφίβολο ότι θα πετύχει τον πολυπόθητο στόχο του. Η εκκλησιαστική ιστορία διδάσκει ότι το απρόοπτο που μπορεί να ματαιώσει τη σύγκληση της Συνόδου μπορεί να προκύψει οποιαδήποτε στιγμή και από οποιαδήποτε πλευρά. Πολύ δε περισσότερο στις μέρες μας που οι ισορροπίες μεταξύ των κατά τόπους εκκλησιών είναι πολύ λεπτές αφού εν πολλοίς επικράτησε αντί της πατερικής σοφίας και αγιότητας η εκκοσμικευμένη νοοτροπία, η φιλοπρωτία, η φιλοδοξία, η οικουμενιστική σύγχυση, η «εκκλησιαστική διπλωματία», ο ανθρώπινος εγωισμός και η κενοδοξία.
Μεγάλες Σύνοδοι συγκαλούνται από μεγάλους επισκόπους, όπως οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Υπάρχουν όμως σήμερα αληθινά μεγάλοι επίσκοποι; Κι αν ναι, βρίσκονται στα χέρια τους τα ηνία της διοίκησης των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών ή τον πρώτο λόγο έχουν επίσκοποι που παραπατούν βηματίζοντας έξω από την οδό των αγίων Πατέρων;
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 15/1/2016), Θρησκευτικά
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...