Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό

mhtropoliths naypaktoy ierotheos 03


Ὁ Μητροπόλίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος μέ δύο ἐπιστολές του πρός τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο καί τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀσκεῖ κριτική στά κείμενα τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἀναδεικνύει τά θεολογικά καί δογματικά προβλήματά τους καί κάνει λόγο γιά ἔλλειψη ἐνημέρωσης τοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

 

Επιστολή 1

 

Επιστολή 2

 

Πηγή:Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

panorthoksh synodos lemesoy 01


Σοβαρὰ κενὰ θεολογικῶν καὶ νομοκανονικῶν ζητημάτων στὴν ἐπερχόμενη σύγκληση τῆς Πανορθόδοξης Συνόδου διαπιστώνει ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος.

Σὲ ἐπιστολή του ὁ ἔγκριτος ἱεράρχης θεωρεῖ πὼς δὲν τίθεται κανένα ζήτημα νὰ ἐπανέλθει ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν ἀφοῦ δὲν διασπάστηκαν, κατὰ τὴν ἄποψή του, οἱ χριστιανοὶ ἁπλῶς κάποιοι ἐπέλεξαν μία διαφορετικὴ ὁδὸ ἀπὸ τὴν γνήσια Ὀρθόδοξη ἀλήθεια ποὺ ἀκολουθοῦμε.
Δὲν ὑπάρχουν Ἐκκλησίες καὶ ὁμολογίες, ἁπλῶς ἀποκόπησαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ πρέπει νὰ θεωροῦνται αἱρετικοὶ καὶ σχισματικοί, σημειώνει χαρακτηριστικὰ ὁ Σεβασμιώτατος ἐκφράζοντας ἀπορία γιὰ ποιὸν λόγο ἔχουν ἀγνοηθεῖ τόσο σοβαρὰ ζητήματα.
Ἡ θέση τοῦ Σεβασμιωτάτου, ὁ ὁποῖος ἐπικαλεῖται τὸ δικαίωμα τοῦ ἑκάστου ἱεράρχη νὰ ἐκφράσει τὴν ἄποψή του ἐνόψει του τόσο σπουδαίου γεγονότος εἶναι βέβαιο πὼς θὰ...
προκαλέσει προβληματισμὸ καὶ συζητήσεις στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας.

«Ἐπειδὴ σύμφωνα μὲ τὸν ἀποσταλέντα σὲ μᾶς κανονισμὸ ὀργάνωσης καὶ λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ συγκεκριμένα στὸ ἄρθρο 12 καὶ παραγράφους 2 καὶ 3 ἀναφέρεται ὅτι μποροῦμε νὰ ἐκφράσουμε τὶς ἀπόψεις μας στὴν τοπική μας Σύνοδο πρῶτα, κατόπιν ἐπιταγῆς τῆς συνείδησής μου ταπεινὰ ὑποβάλλω στὴν Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδο τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας τὶς ἀπόψεις μου καὶ τὶς πεποιθήσεις μου πάνω στὰ πιὸ κάτω θέματα» ὑπογραμμίζει στὴν ἐπιστολὴ τοῦ ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ἀθανάσιος.

Ὁ κ. Ἀθανάσιος στὴν ἐπιστολή του, μιλώντας γιὰ τὸ κείμενο τῆς Ε΄ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διάσκεψης ποὺ ἔγινε στὸ Σαμπεζὺ τὸν Ὀκτώβριο μὲ τίτλο «Ἀπόφασις – Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸ κόσμο ἀνέφερε τὰ ἑξῆς:
 


«Συμφωνῶ ἀπόλυτα μὲ τὰ πρῶτα τρία ἄρθρα τοῦ κειμένου. Στὰ ἄρθρα ὅμως 4 καὶ πιὸ κάτω ἔχω νὰ παρατηρήσω τὰ ἑξῆς: "Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προσευχόμενη πάντοτε «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» πιστεύω ὅτι ἐννοεῖ τὴν ἐπιστροφὴ καὶ ἕνωση μαζί της ὅλων αὐτῶν ποὺ ἀπεκόπηκαν καὶ ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ αὐτήν, αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν, ἀφοῦ ἀπαρνηθοῦν τὴν αἵρεση ἢ τὸ σχίσμα τους καὶ φύγουν ἀπὸ αὐτὰ καὶ μὲ μετάνοια καὶ μὲ τὴν προβλεπόμενη ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς κανόνες διαδικασία ἐνσωματωθοῦν καὶ ἐνταχθοῦν -ἑνωθοῦν - μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία» ἀναφέρει ὁ κ. Ἀθανάσιος.

Ὁ Πανιερώτατος συνεχίζει χαρακτηριστικά: «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ οὐδέποτε ἀπώλεσε τὴν «ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καὶ δὲν δέχεται τὴ Θεωρία τῆς ἀποκατάστασης τῆς ἑνότητας τῶν «εἰς Χριστὸν πιστευόντων», γιατί πιστεύει ὅτι ἡ ἑνότητα τῶν εἰς Χριστὸν πιστευόντων ὑπάρχει ἤδη στὴν ἑνότητα ὅλων τῶν βαπτισμένων τέκνων της μεταξύ τους καὶ μετὰ τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ ὀρθῇ πίστη της, πού δὲν ὑπάρχει στοὺς αἱρετικοὺς ἢ σχισματικοὺς καὶ γι' αὐτὸ εὔχεται γι' αὐτοὺς τὴν ἐν μετανοία ἐπιστροφή τους στὴν Ὀρθοδοξία.»

«Πιστεύω ὅτι αὐτὸ πού ἀναφέρεται στὸ ἄρθρο 5 γιὰ «τὴν ἀπολεσθεῖσαν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν» εἶναι λάθος, γιατί ἡ Ἐκκλησία ὡς λαὸς τοῦ Θεοῦ ἑνωμένος μεταξὺ του καὶ μὲ τὴν κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ὁ Χριστὸς δὲν ἔχασε ποτὲ τὴν ἑνότητά του αὐτὴν καὶ δὲν ἔχει ἄρα ἀνάγκη νὰ τὴν ἐπανεύρη ἢ καν νὰ τὴν ἀναζητήσει γιατί πάντοτε ὑπῆρχε καὶ ὑπαρχὴ καὶ θὰ ὑπαρχὴ ἐφ' ὅσον ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ οὐδέποτε ἔπαυσε ἢ θὰ παύση νὰ ὑπάρχει» συμπληρώνει στὴν ἐπιστολὴ του ὁ Πανιερώτατος.

Ἐνῶ ὁ κ. Ἀθανάσιος προσθέτει χαρακτηριστικὰ ὅτι «ἐκεῖνο πού συνέβη εἶναι ὅτι ὁμάδες ἢ λαοὶ ἢ μεμονωμένα ἄτομα ἔφυγαν ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς 'Ἐκκλησίας καὶ ἡ Ἐκκλησία εὔχεται καὶ πρέπει νὰ προσπαθεῖ Ἱεραποστολικὰ νὰ ἐπιστρέψουν αὐτοὶ ὅλοι ἐν μετανοία διὰ τῆς κανονικῆς ὁδοῦ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δὲν ὑπάρχουν δηλαδὴ ἄλλες Ἐκκλησίες ἀλλὰ μόνον αἱρέσεις καὶ σχίσματα, ἐὰν θέλουμε νὰ ἀκριβολογοῦμε στοὺς ὁρισμούς μας.»
«Ἡ διατύπωση «πρὸς ἀποκατάσταση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας» εἶναι λάθος γιατί ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν -μελῶν τῆς 'Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ - δὲν ἔχει διασπασθεῖ ποτέ, ἐφ' ὅσον αὐτοὶ μένουν ἑνωμένοι μετὰ τῆς 'Ἐκκλησίας. Χωρισμὸς ἀπὸ τὴν 'Ἐκκλησία καὶ φυγὴ ἐκ τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε δυστυχῶς, πολλὲς φορὲς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις καὶ τὰ σχίσματα, ἀλλὰ ποτὲ ἀπώλεια ἐσωτερική τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας» συνεχίζει ὁ Πανιερώτατος στὴν ἐπιστολή του.

Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ κ. Ἀθανάσιος ἀναφέρει: «Διερωτῶμαι γιατί στὸ κείμενο γίνεται πολλαπλὴ ἀναφορὰ σὲ «Ἐκκλησίες» καὶ «Ὁμολογίες»; Ποιὰ ἡ διαφορά τους καὶ ποιὸ στοιχεῖο τὶς χαρακτηρίζει ὥστε ἄλλες νὰ ὀνομάζονται Ἐκκλησίες καὶ ἄλλες Ὁμολογίες; Ποιὰ εἶναι Ἐκκλησία καὶ ποιὰ ἢ αἱρετικὴ καὶ ποία ἢ σχισματικὴ ὁμάδα ἢ ὁμολογία; Ἐμεῖς ὁμολογοῦμε μία Ἐκκλησία καὶ ὅλα τὰ ἄλλα αἱρέσεις καὶ σχίσματα. Θεωρῶ ὅτι Θεολογικὰ καὶ δογματικὰ καὶ νομοκανονικὰ ἡ ἀπόδοση τοῦ τίτλου «Ἐκκλησία» σὲ αἱρετικὲς ἢ σχισματικὲς κοινότητες εἶναι παντελῶς λανθασμένη γιατί μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀναφέρεται καὶ στὸ ἄρθρο 1, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομασθῆ ἀπὸ ἐμᾶς μία αἱρετικὴ ἢ σχισματικὴ κοινότητα ἢ ὁμάδα ὡς Ἐκκλησία, ἐκτός τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.»

Δὲν ἀναφέρεται καθόλου στὸ κείμενο αὐτὸ ὅτι ἡ μόνη ὁδὸς πού ὁδηγεῖ στὴν ἕνωση μὲ τὴν Ἐκκλησία εἶναι μόνον ἡ ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν ἐν μετανοία εἰς τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πού σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 1 εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἡ ἀναφορὰ στὴν «κατανόηση τῆς παράδοσης τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι ὑπάρχει διαφορὰ ὀντολογικὴ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν ἁγίων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ στὴν γνήσια συνέχεια αὐτῆς μέχρι σήμερα, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Πιστεύουμε ὅτι καμιὰ ἀπολύτως διαφορὰ δὲν ὑπάρχει μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα καὶ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ πρώτου αἰώνα, γιατί ἕνα ἀπὸ τὰ γνωρίσματα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς πού ὁμολογοῦμε στὸ σύμβολο τῆς πίστεως ὅτι αὔτη εἶναι Ἀποστολική.» τονίζει ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ.

Ὁ Πανιερώτατος στὴ συνέχεια ὑπογραμμίζει χαρακτηριστικὰ ὅτι στὸ ἄρθρο 12, δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ψάχνουν τὴν ἀποκατάσταση στὴν ὀρθὴ πίστη καὶ τὴν ἑνότητα, κάνοντας λόγο γιὰ ἀπαράδεκτη θεωρία.
«Στὸ ἄρθρο 12 ἀναφέρεται ὅτι κοινὸς σκοπὸς τῶν Θεολογικῶν διαλόγων εἶναι «ἡ τελικὴ ἀποκατάσταση τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστη καὶ τῇ ἀγάπη ἑνότητος». Δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ψάχνουμε τὴν ἀποκατάστασή μας στὴν ὀρθὴ πίστη καὶ στὴν ἑνότητα τῆς ἀγάπης, ὡσὰν νὰ ἀπωλέσαμε τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ τὴν ψάχνουμε νὰ τὴν βροῦμε διὰ τῶν Θεολογικῶν διαλόγων μετὰ τῶν ἑτεροδόξων. Θεωρῶ ὅτι αὐτὴ ἡ Θεωρία εἶναι Θεολογικὰ ἀπαράδεκτη ἀπὸ ὅλους μας» ὑπογραμμίζει ὁ Μητροπολίτης Ἀθανάσιος.

Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Πανιερώτατος ἐκφράζει ἐνστάσεις πάνω στὸ κείμενο, τονίζοντας ὅτι «ἡ ἀναφορὰ τοῦ κειμένου στὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» μοῦ δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ διατυπώσω τὴν ἔνστασή μου ἀπέναντι σὲ κατὰ καιροὺς διάφορα συγκριτιστικὰ ἀντικανονικὰ γεγονότα πού ἔγιναν σ’ αὐτὸ ἀλλὰ καὶ σ' αὐτὴν ταύτη τὴν ὀνομασία του, ἀφοῦ σ' αὐτὸ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς «μία ἐκ τῶν Ἐκκλησιῶν» ἢ κλάδος τῆς μίας Ἐκκλησίας πού ψάχνει καὶ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν πραγμάτωσή της στὸ παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν. Ἀλλὰ γιὰ μᾶς μία καὶ μοναδικὴ εἶναι ἢ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ ὄχι πολλές.»

Ἀκόμη ὁ Πανιερώτατος ἀναφέρει: «Ἡ ἄποψη ὅτι ἡ διατήρηση τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνο διὰ τὸν συνοδικοῦ συστήματος ὡς τὸν μόνον «ἁρμόδιο καὶ ἐσχάτου κριτοῦ τῶν Θεμάτων τῆς πίστεως» ἔχει δόση ὑπερβολῆς καὶ ἐκφεύγει τῆς ἀληθείας καθότι στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία πολλὲς συνόδοι ἐδίδαξαν καὶ ἐνομοθέτησαν λανθασμένα καὶ αἱρετικὰ δόγματα καὶ ὁ πιστὸς λαὸς τὶς ἀπέρριψε καὶ διεφύλαξε τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἐθριάμβευσε τὴν Ὀρθόδοξη Ὁμολογία. Οὔτε σύνοδος ἄνευ τοῦ πιστοῦ λαοῦ, τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε λαὸς ἄνευ συνόδου Ἐπισκόπων μποροῦν νὰ θεωρήσουν ἑαυτοὺς σῶμα Χριστοῦ καὶ 'Ἐκκλησία Χριστοῦ καὶ νὰ ἐκφράσουν σωστὰ τὸ βίωμα καὶ τὸ δόγμα τῆς Ἐκκλησίας.»

Ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου καὶ τὰ Μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ τονίζει: «Δὲν μποροῦν σὲ σύγχρονα ἐκκλησιαστικὰ κείμενα αὐτοῦ τοῦ εἴδους νὰ διατυπώνονται σκληρὲς ἢ προσβλητικὲς ἐκφράσεις, οὔτε καὶ κανένας νομίζω θέλει αὐτοῦ τοῦ τύπου τὶς ἐκφράσεις. Ἡ ἀλήθεια ὅμως πρέπει νὰ ἐκφράζεται μὲ ἀκρίβεια καὶ σαφήνεια, πάντοτε, βέβαια, μὲ ποιμαντικὴ διάκριση καὶ ἀγάπη πραγματικὴ πρὸς ὅλους. Ἔχουμε χρέος καὶ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας πού βρίσκονται σὲ αἱρέσεις ἢ σχίσματα νὰ εἴμαστε ἀπόλυτα εἰλικρινεῖς μαζί τους καὶ μὲ ἀγάπη καὶ πόνο νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ κάνουμε τὰ πάντα γιὰ τὴν ἐπιστροφή τους στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.»

«Ταπεινὰ θεωρῶ ὅτι τέτοιας σπουδαιότητας καὶ τέτοιου κύρους κείμενα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικὰ καὶ διατυπωμένα μὲ πάσα ἀκρίβεια Θεολογικὴ καὶ νομοκανονικὴ ὥστε νὰ μὴν ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτὰ ἀσάφειες ἢ ἀδόκιμοι θεολογικὰ ὄροι καὶ διατυπώσεις λανθασμένες πού μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν σὲ παρερμηνεῖες καὶ ἀλλοιώσεις τοῦ ὀρθοῦ φρονήματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐξάλλου μία Σύνοδος γιὰ νὰ εἶναι ἔγκυρη καὶ κανονικὴ πρέπει νὰ μὴν ἀφίσταται καθόλου ἀπὸ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν διδασκαλία τῶν πρὸ αὐτῆς ἁγίων Συνόδων, τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν ἁγίων Γραφῶν καὶ νὰ μὴν ἔχει καμιὰ σκιὰ στὴ διατύπωση ἐπακριβῶς τῆς ὀρθῆς πίστεως» συμπληρώνει χαρακτηριστικὰ ὁ Πανιερώτατος κ. Ἀθανάσιος.

Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ κ. Ἀθανάσιος ἐπικαλούμενος τούς Ἁγίους Πατέρες ἀναφέρει: «Πότε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας καὶ πότε καὶ ποῦ στὰ κείμενα τῶν ἱερῶν κανόνων καὶ τῶν ὅρων τῶν Οἰκουμενικῶν ἢ Τοπικῶν Ἱερῶν Συνόδων ἀπεκλήθησαν οἱ αἱρετικὲς ἢ οἱ σχισματικὲς ὁμάδες ὡς ἐκκλησίες; Ἐὰν εἶναι ἐκκλησίες οἱ αἱρέσεις τότε ποῦ εἶναι ἡ μοναδικὴ καὶ Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων;»

Ἐπίσης ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοὺ ἐκφράσει τὴν ἔντονη διαφωνία του, ἐνῶ τονίζει ὅτι ὅσοι δὲν ἔχουν δικαίωμα ψήφου καὶ συμμετέχουν στὴν Σύνοδο εἶναι διακοσμητικὰ στοιχεῖα.
«Ταπεινὰ διατυπώνω τὴ διαφωνία μου καὶ στὸ γεγονὸς ὅτι καταργεῖται ἡ πρακτικὴ ὅλων τῶν μέχρι τοῦδε Ἱερῶν Συνόδων τοπικῶν καὶ οἰκουμενικῶν ὅπου κάθε ἐπίσκοπος ἔχει καὶ τὴ δική του ψῆφο καὶ οὐδέποτε αὐτὸ τὸ σχῆμα, μία Ἐκκλησία μία ψῆφος, ποὺ καθιστὰ τὰ μέλη τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, πλὴν τῶν προκαθημένων, διακοσμητικὰ στοιχεῖα, ἀφαιρεθέντος ἀπ΄ αὐτῶν τοῦ δικαιώματος τῆς ψήφου» τονίζει χαρακτηριστικὰ στὴν ἐπιστολὴ του ὁ κ. Ἀθανάσιος.

Κλείνοντας ὁ πολιὸς Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἀναφέρει ὅτι «δὲν θέλω μὲ αὐτὰ ποὺ ἔγραψα νὰ λυπήσω κανένα καὶ δὲν θέλω νὰ θεωρηθῶ ὅτι διδάσκω ἢ κρίνω τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μου καὶ πατέρες μου. Ἁπλῶς αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ἐκφράσω αὐτὰ ποὺ ἡ συνείδησή μου μοῦ ἐπιβάλλει.»


Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό

dhmhtrios tselegidhs 02

Ἐν ὄ­ψει τῆς μελ­λού­σης νά συ­νέλ­θει Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου, θά ἤ­θε­λα νά θέ­σω γιά ἀ­κό­μη μί­α φο­ρά, εὐ­λα­βῶς, ἐ­νώ­πιόν Σας κά­ποι­ες θε­ο­λο­γι­κοῦ χα­ρα­κτή­ρα σκέ­ψεις μου, πού ἐλ­πί­ζω νά Σᾶς φα­νοῦν ἀ­ξι­ο­ποι­ή­σι­μες.


Ο Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης με νέα επιστολή του προς τους Ιεράρχες της Εκκλησίας μας εντοπίζει και αναδεικνύει τα προβληματικά σημεία του Κανονισμού λειτουργίας της Μεγάλης Συνόδου, καθώς και άλλων κειμένων της.

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Ἅ­γι­ε Πρό­ε­δρε,
Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,

Ἐν ὄ­ψει τῆς μελ­λού­σης νά συ­νέλ­θει Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου, θά ἤ­θε­λα νά θέ­σω γιά ἀ­κό­μη μί­α φο­ρά, εὐ­λα­βῶς, ἐ­νώ­πιόν Σας κά­ποι­ες θε­ο­λο­γι­κοῦ χα­ρα­κτή­ρα σκέ­ψεις μου, πού ἐλ­πί­ζω νά Σᾶς φα­νοῦν ἀ­ξι­ο­ποι­ή­σι­μες.

Ἀ­πό μί­α ἔ­ρευ­να, πού πραγ­μα­το­ποί­η­σα, δι­α­πί­στω­σα μέ δυ­σά­ρε­στη ἔκ­πλη­ξη, ὅ­τι ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος -ἀ­πό τό 1961 πού ἄρ­χι­σαν οἱ Πα­νορ­θό­δο­ξες Προ­συ­νο­δι­κές Δι­α­σκέ­ψεις γιά τήν πα­ρα­πά­νω Με­γά­λη Σύ­νο­δο- δέν ἀ­σχο­λή­θη­κε μέ τίς ἀ­πο­φά­σεις τῶν Δι­α­σκέ­ψε­ων αὐ­τῶν σέ ἐ­πί­πε­δο Συ­νό­δου τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας. Τοῦ­το εἶ­χε ὡς συ­νέ­πεια, νά φτά­σου­με στήν δυ­σχε­ρῆ ση­με­ρι­νή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή κα­τά­στα­ση. Νά ἔ­χου­με δη­λα­δή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κές ἀ­πο­φά­σεις γιά τά κρί­σι­μα θέ­μα­τα μιᾶς Με­γά­λης Πα­νορ­θο­δό­ξου Συ­νό­δου, γιά τίς ὁ­ποῖ­ες, ὅ­μως, ὑ­πάρ­χει σο­βα­ρό ἔλ­λειμ­μα συ­νο­δι­κῆς κα­λύ­ψε­ώς τους ἀ­πό τήν Το­πι­κή Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας, ὅ­πως προ­βλέ­πε­ται, ἄλ­λω­στε, ἀ­πό τίς Προ­συ­νο­δι­κές Δι­α­σκέ­ψεις.
Αὐ­τήν τή στιγ­μή βρι­σκό­μα­στε ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶς στό προ­τε­λευ­ταῖ­ο στά­διο τῶν ὁ­ρι­στι­κῶν ἀ­πο­φά­σε­ων τῆς Με­γά­λης Πα­νορ­θο­δό­ξου Συ­νό­δου. Φρο­νῶ, ὅ­τι τά πράγ­μα­τα –πα­ρά τήν ἐ­ξαι­ρε­τι­κή σο­βα­ρό­τη­τά τους– εἶ­ναι ἀ­κό­μη ἰ­ά­σι­μα. Ὡς γνω­στόν, τό Συ­νο­δι­κό Σύ­στη­μα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας μας ἀ­πο­τε­λεῖ ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή λει­τουρ­γί­α, ὄ­χι μό­νο γιά τά θέ­μα­τα τῆς δι­οι­κή­σε­ως καί τῆς ζω­ῆς της, ἀλ­λά καί γιά τήν ἀ­κρι­βῆ δι­α­τύ­πω­ση τῆς δογ­μα­τι­κῆς δι­δα­σκα­λί­ας της. Εἰ­δι­κό­τε­ρα, φρο­νῶ, ὅ­τι τό συ­νο­δι­κό ἔλ­λειμ­μα τῶν πα­ρελ­θόν­των 55 ἐ­τῶν μπο­ρεῖ σί­γου­ρα νά θε­ρα­πευ­θεῖ τώ­ρα, ἐ­φό­σον οἱ ἀ­πο­φά­σεις τῆς ἐ­πι­κει­μέ­νης Συ­νό­δου τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας, σχε­τι­κά μέ τά θέ­μα­τα τῆς μελ­λού­σης Με­γά­λης Συ­νό­δου τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, θά εἶ­ναι σύμ­φω­νες μέ τήν αὐ­το­συ­νει­δη­σί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἐμ­πει­ρί­α τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Πα­ρα­δό­σε­ώς της.
Καί κά­τι ἄλ­λο, συ­να­φές, καί ἐ­ξαι­ρε­τι­κά σο­βα­ρό. Δι­ά­βα­σα, προ­σε­κτι­κά, τόν δη­μο­σι­ευ­μέ­νο προ­σφά­τως «Κα­νο­νι­σμό Ὀρ­γα­νώ­σε­ως καί Λει­τουρ­γί­ας τῆς Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου» καί­ ἔ­χω νά Σᾶς κα­τα­θέ­σω μί­α θε­ο­λο­γι­κοῦ-δογ­μα­τι­κοῦ χα­ρα­κτή­ρα πα­ρα­τή­ρη­σή μου.
Συγ­κε­κρι­μέ­να, στό Ἄρ­θρο 12, μέ θέ­μα «ΨΗ­ΦΟ­ΦΟ­ΡΙΑ ΚΑΙ ΕΓ­ΚΡΙ­ΣΙΣ ΤΩΝ ΚΕΙ­ΜΕ­ΝΩΝ», ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς ση­μαν­τι­κά: «Ἡ ψη­φο­φο­ρί­α ἐ­πί τῶν συ­ζη­τη­θέν­των καί ἀ­να­θε­ω­ρη­θέν­των ὑ­πό τῆς Συ­νό­δου κει­μέ­νων ἐ­πί τῶν θε­μά­των τῆς ἡ­με­ρη­σί­ας δι­α­τά­ξε­ως,

1. συν­δέ­ε­ται πρός τάς αὐ­το­κε­φά­λους Ὀρ­θο­δό­ξους Ἐκ­κλη­σί­ας καί ὄ­χι πρός τά κα­θ’ ἕ­κα­στον μέ­λη τῶν ἐν τῇ Συ­νό­δῳ ἀν­τι­προ­σω­πει­ῶν αὐ­τῶν, συμ­φώ­νως πρός τήν ὁ­μό­φω­νον σχε­τι­κήν ἀ­πό­φα­σιν τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Συ­νά­ξε­ως τῶν Προ­κα­θη­μέ­νων τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Ἐκ­κλη­σι­ῶν,
2. ἡ κα­τά Ἐκ­κλη­σί­ας καί ὄ­χι κα­τά τά μέ­λη αὐ­τῶν ψή­φι­σις ἐν τῇ Συ­νό­δῳ τῶν κει­μέ­νων δέν ἀ­πο­κλεί­ει τήν ἀρ­νη­τι­κήν θέ­σιν ἑ­νός ἤ καί πλει­ό­νων ἀρ­χι­ε­ρέ­ων μιᾶς ἀν­τι­προ­σω­πεί­ας αὐ­το­κε­φά­λου τι­νός Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας ἐ­πί τῶν γε­νο­μέ­νων τρο­πο­λο­γι­ῶν ἤ καί ἐ­πί ἑ­νός κει­μέ­νου γε­νι­κώ­τε­ρον, ἡ δι­α­φω­νί­α τῶν ὁ­ποί­ων κα­τα­χω­ρί­ζε­ται εἰς τά Πρα­κτι­κά τῆς Συ­νό­δου, καί
3. ἡ ἀ­ξι­ο­λό­γη­σις τῶν δι­α­φω­νι­ῶν αὐ­τῶν εἶ­ναι πλέ­ον ἐ­σω­τε­ρι­κόν ζή­τη­μα τῆς εἰς ἥν ἀ­νή­κουν αὐ­το­κε­φά­λου Ἐκ­κλη­σί­ας, ἡ ὁ­ποί­α δύ­να­ται νά ὑ­πο­στη­ρί­ξῃ τήν θε­τι­κήν ψῆ­φον αὐ­τῆς ἐ­πί τῇ βά­σει τῆς ἀρ­χῆς τῆς ἐ­σω­τε­ρι­κῆς πλει­ο­νο­ψη­φί­ας, ἐκ­φρά­ζε­ται δέ ὑ­πό τοῦ Προ­κα­θη­μέ­νου αὐ­τῆς, διό καί δέ­ον ὅ­πως προ­βλε­φθῇ εἰς αὐ­τήν ὁ ἀ­ναγ­καῖ­ος χῶ­ρος καί χρό­νος δι᾽ ἐ­σω­τε­ρι­κήν συ­ζή­τη­σιν ἐπ᾽ αὐ­τοῦ».
Στό Ἄρ­θρο αὐ­τό βλέ­που­με, ὅ­τι ἡ ὁ­μο­φω­νί­α τῆς Με­γά­λης Συ­νό­δου πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται στή μί­α ψῆ­φο κά­θε Το­πι­κῆς Αὐ­το­κε­φά­λου Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ ἐ­πι­μέ­ρους δι­α­φω­νί­ες -ἐ­φό­σον αὐ­τές συμ­βαί­νει νά ἀ­πο­τε­λοῦν μει­ο­ψη­φί­α, στό πλαί­σιο τῶν Το­πι­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν- ἀ­φή­νον­ται ὡς «ἐ­σω­τε­ρι­κή ὑ­πό­θε­σή τους», πρᾶγ­μα πού εἶ­ναι ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς ἀ­πα­ρά­δε­κτο γιά τήν συγ­κε­κρι­μέ­νη Πα­νορ­θό­δο­ξη Σύ­νο­δο, ὅ­ταν μά­λι­στα συμ­βαί­νει τό θέ­μα τῆς δι­α­φω­νί­ας νά εἶ­ναι γιά δογ­μα­τι­κή ὑ­πό­θε­ση. Καί ἡ πε­ρί­πτω­ση αὐ­τή εἶ­ναι πά­ρα πο­λύ πι­θα­νή. Λό­γου χά­ρη, τό θέ­μα τῆς αὐ­το­συ­νει­δη­σί­ας καί τῆς ταυ­τό­τη­τας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, πού πραγ­μα­τεύ­ε­ται τό Κεί­με­νο: «ΣΧΕ­ΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡ­ΘΟ­ΔΟ­ΞΟΥ ΕΚ­ΚΛΗ­ΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙ­ΠΟΝ ΧΡΙ­ΣΤΙ­Α­ΝΙ­ΚΟΝ ΚΟ­ΣΜΟΝ», εἶ­ναι θέ­μα ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κό, δη­λα­δή κα­τε­ξο­χήν δογ­μα­τι­κό. Κα­τά συ­νέ­πεια, δέν εἶ­ναι θε­ο­λο­γι­κά ἐ­πι­τρε­πτό, ἕ­να Κεί­με­νο πού προ­ω­θεῖ­ται πρός ἔγ­κρι­ση, ἀ­πό τή μί­α με­ριά νά εἰ­ση­γεῖ­ται οὐ­σι­α­στι­κά τήν Προ­τε­σταν­τι­κή θε­ω­ρί­α τῶν «κλά­δων» -νο­μι­μο­ποι­ών­τας μέ τήν ἀ­πο­δο­χή του τήν ὕ­παρ­ξη πολ­λῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν μέ πο­λύ δι­α­φο­ρε­τι­κά δόγ­μα­τα- καί ἀ­πό τήν ἄλ­λη ὁ «Κα­νο­νι­σμός Ὀρ­γα­νώ­σε­ως καί Λει­τουρ­γί­ας τῆς Συ­νό­δου» αὐ­τῆς νά ἀ­γνο­εῖ στήν πρά­ξη τούς ἐν­δε­χό­με­νους μει­ο­ψη­φοῦν­τες Ἱ­ε­ράρ­χες τῶν ἐ­πι­μέ­ρους Το­πι­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν καί νά μήν λαμ­βά­νει σο­βα­ρώ­τα­τα ὑ­πό­ψη τίς θε­ο­λο­γι­κές το­πο­θε­τή­σεις τῆς ἐ­πι­σκο­πι­κῆς συ­νει­δή­σε­ώς τους.
Καί ἐ­δῶ γεν­νᾶ­ται τό εὔ­λο­γο θε­ο­λο­γι­κό-δογ­μα­τι­κό ἐ­ρώ­τη­μα: Πῶς θά ὁ­μο­λο­γη­θεῖ στήν προ­κει­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση ἡ μί­α πί­στη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, «ἐν ἑ­νί στό­μα­τι καί μιᾷ καρ­δί­ᾳ»; Πῶς θά μπο­ρέ­σουν οἱ Συ­νο­δι­κοί Πα­τέ­ρες νά ποῦν: «ἔ­δο­ξε τῷ Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι καί ἡ­μῖν»; Πῶς θά ἀ­πο­δεί­ξουν ὅ­τι ἔ­χουν «νοῦν Χρι­στοῦ», ὅ­πως ὑ­πο­στη­ρί­ζουν οἱ θε­ο­φό­ροι Πα­τέ­ρες τῶν Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας;

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε,

Στά δογ­μα­τι­κά θέ­μα­τα, ὡς γνω­στόν, ἡ ἀ­λή­θεια δέν βρί­σκε­ται στήν πλει­ο­νο­ψη­φί­α τῶν Συ­νο­δι­κῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων. Ἡ ἀ­λή­θεια κα­θε­αυ­τήν εἶ­ναι πλει­ο­ψη­φι­κή, για­τί στήν Ἐκ­κλη­σί­α ἡ ἀ­λή­θεια εἶ­ναι Ὑ­πο­στα­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Γι’ αὐ­τό, καί ὅ­σοι δι­α­φω­νοῦν μέ αὐ­τήν, ἀ­πο­κό­πτον­ται ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ἀ­φοῦ κα­θαι­ροῦν­ται καί ἀ­φο­ρί­ζον­ται κα­τά πε­ρί­πτω­ση. Ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος δέν ἐ­πι­τρέ­πε­ται νά ἀ­φή­σει σέ κα­τώ­τε­ρα συ­νο­δι­κά σώ­μα­τα τό ἐ­ξαι­ρε­τι­κά σο­βα­ρό θέ­μα τῆς ἐν­δε­χό­με­νης δι­α­φω­νί­ας τῶν μει­ο­ψη­φούν­των ἐ­πι­σκό­πων σέ δογ­μα­τι­κά θέ­μα­τα. Ἐ­πι­βάλ­λε­ται, ὡς ἀ­νώ­τα­το συ­νο­δι­κό σῶ­μα, νά ἐ­πι­λη­φθεῖ αὐ­τοῦ τοῦ θέ­μα­τος ἄ­με­σα, για­τί δι­α­φο­ρε­τι­κά ὑ­πάρ­χει ὁ­ρα­τός ὁ κίν­δυ­νος τοῦ Σχί­σμα­τος στήν Ἐκ­κλη­σί­α, τήν στιγ­μή ἀ­κρι­βῶς, πού ἡ Με­γά­λη αὐ­τή Σύ­νο­δος φι­λο­δο­ξεῖ νά ἐ­πα­να­βε­βαι­ώ­σει τήν ὁ­ρα­τή ἑ­νό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.

Μέ βα­θύ­τα­το σε­βα­σμό
ἀ­σπά­ζο­μαι τήν δε­ξιάν Σας

Δη­μή­τριος Τσε­λεγ­γί­δης

Κα­θη­γη­τής τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Α.Π.Θ.


Πηγή: Θρησκευτικά

dhmhtrios tselegidhs 01


Ὁ Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης ἀπέστειλε πρὸς τοὺς ὀρθοδόξους ἀρχιερεῖς τὶς πρῶτες θεολογικὲς παρατηρήσεις του ἐπὶ τοῦ κειμένου: «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον».
Θεσσαλονίκη 3/2/2016

Τὸ κείμενο αὐτὸ ἐμφανίζει κατὰ συρροὴ τὴν θεολογικὴ ἀσυνέπεια ἢ καὶ ἀντίφαση. Ἔτσι, στὸ ἄρθρο 1 διακηρύσσει τὴν ἐκκλησιαστικὴ αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, θεωρώντας αὐτὴ –πολὺ σωστὰ– ὡς τὴν «Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία». Ὅμως, στὸ ἄρθρο 6 παρουσιάζει μία ἀντιφατικὴ πρὸς τὸ παραπάνω ἄρθρο (1) διατύπωση. Σημειώνεται χαρακτηριστικά, ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τὴν ἱστορικὴν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν μὴ εὐρισκομένων ἐν κοινωνία μετ’ αὐτῆς».
Ἐδῶ γεννᾶται τὸ εὔλογο θεολογικὸ ἐρώτημα: Ἂν ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ΜΙΑ», κατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας (Ἄρθρ. 1), τότε, πῶς γίνεται λόγος γιὰ ἄλλες Χριστιανικὲς Ἐκκλησίες; Εἶναι προφανές, ὅτι αὐτὲς οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες εἶναι ἑτερόδοξες.
Οἱ ἑτερόδοξες ὅμως «Ἐκκλησίες» δὲν μποροῦν νὰ κατονομάζονται καθόλου ὡς...
«Ἐκκλησίες» ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους, ἐπειδὴ δογματικῶς θεωρούμενα τὰ πράγματα δὲν μπορεῖ νὰ γίνεται λόγος γιὰ πολλότητα «Ἐκκλησιῶν», μὲ διαφορετικὰ δόγματα καὶ μάλιστα σὲ πολλὰ θεολογικὰ θέματα. Κατὰ συνέπεια, ἐνόσω οἱ «Ἐκκλησίες» αὐτὲς παραμένουν ἀμετακίνητες στὶς κακοδοξίες τῆς πίστεώς τους, δὲν εἶναι θεολογικὰ ὀρθὸ νὰ τοὺς ἀναγνωρίζουμε –καὶ μάλιστα θεσμικὰ– ἐκκλησιαστικότητα, ἐκτός τῆς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας».
 
Στὸ ἴδιο ἄρθρο (6) ὑπάρχει καὶ δεύτερη σοβαρὴ θεολογικὴ ἀντίφαση. Στὴν ἀρχὴ τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ σημειώνεται τὸ ἑξῆς: «Κατὰ τὴν ὀντολογικὴν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑνότης αὐτῆς εἶναι ἀδύνατον νὰ διαταραχθῆ». Στὸ τέλος, ὅμως, τοῦ ἴδιου ἄρθρου γράφεται, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν συμμετοχή της στὴν Οἰκουμενικὴ Κίνηση ἔχει ὡς «ἀντικειμενικὸν σκοπὸν τὴν προλείανσιν τῆς ὁδοῦ τῆς ὁδηγούσης πρὸς τὴν ἑνότητα».
Ἐδῶ τίθεται τὸ ἐρώτημα: Ἐφόσον ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι δεδομένη, τότε τί εἴδους ἑνότητα Ἐκκλησιῶν ἀναζητεῖται στὸ πλαίσιο τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως; Μήπως ὑπονοεῖται ἡ ἐπιστροφὴ τῶν Δυτικῶν χριστιανῶν στὴ ΜΙΑ καὶ μόνη Ἐκκλησία; Κάτι τέτοιο ὅμως δὲν διαφαίνεται ἀπὸ τὸ γράμμα καὶ τὸ πνεῦμα σύνολου τοῦ Κειμένου. Ἀντίθετα, μάλιστα, δίνεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι ὑπάρχει δεδομένη διαίρεση στὴν Ἐκκλησία καὶ οἱ προοπτικὲς τῶν διαλεγομένων ἀποβλέπουν στὴν διασπασθεῖσα ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
 
Θεολογικὴ σύγχυση προκαλεῖ μὲ τὴν ἀσάφειά του καὶ τὸ ἄρθρο 20, τὸ ὁποῖο λέγει: «Αἱ προοπτικαὶ τῶν θεολογικῶν διαλόγων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μετὰ τῶν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν προσδιορίζονται πάντοτε ἐπὶ τῇ βάσει τῶν κανονικῶν κριτηρίων τῆς ἤδη διαμορφωμένης ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως (κανόνες 7 τῆς Β  καὶ 95 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῶν Συνόδων)».
Ὅμως, οἱ κανόνες 7 τῆς Β  καὶ 95 τῆς Πενθέκτης κάνουν λόγο γιὰ τὴν ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος συγκεκριμένων αἱρετικῶν, ποὺ ἐκδηλώνουν ἐνδιαφέρον γιὰ προσχώρηση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἀλλά, ἀπὸ τὸ γράμμα καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ θεολογικῶς κρινομένου κειμένου ἀντιλαμβανόμαστε, ὅτι δὲν γίνεται καθόλου λόγος γιὰ ἐπιστροφὴ τῶν ἑτεροδόξων στὴν Ὀρθόδοξη καὶ μόνη Ἐκκλησία. Ἀντίθετα, στὸ κείμενο θεωρεῖται τὸ Βάπτισμα τῶν ἑτεροδόξων ἐκ προοιμίου –καὶ χωρὶς Πανορθόδοξη ἐπ’ αὐτῆς ἀποφαση– ὡς δεδομένο. Μὲ ἄλλα λόγια τὸ κείμενο υἱοθετεῖ τὴν «βαπτισματικὴ θεολογία». Ταυτόχρονα, ἀγνοεῖται σκοπίμως τὸ ἱστορικὸ γεγονός, ὅτι οἱ σύγχρονοι ἑτερόδοξοι τῆς Δύσεως (Ρ/λικοὶ καὶ Προτεστάντες) ἔχουν ὄχι ἕνα, ἀλλὰ σωρεία δογμάτων, ποὺ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τὴν πίστη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας (ἐκτός τοῦ filioque, κτιστὴ χάρη τῶν μυστηρίων, πρωτεῖο, ἀλάθητο, ἄρνηση τῶν εἰκόνων καὶ τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων κ.α.).
 
Εὔλογα ἐρωτηματικὰ ἐγείρει καὶ τὸ ἄρθρο 21, ὅπου σημειώνεται, ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία... ἐκτιμᾶ θετικῶς τὰ ὑπ’ αὐτῆς (ἔνν. τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καὶ Τάξις») ἐκδοθέντα θεολογικὰ κείμενα... δία τὴν προσέγγισιν τῶν Ἐκκλησιῶν». Ἐδῶ, θὰ πρέπει νὰ παρατηρήσουμε, ὅτι τὰ κείμενα αὐτὰ δὲν κρίθηκαν ἀπὸ τὶς Ἱεραρχίες τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
 
Τέλος, στὸ ἄρθρο 22 δίδεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι ἡ Μέλλουσα νὰ συνέλθει Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος προδικάζει τὸ ἀλάθητο τῶν ἀποφάσεών της, ἐπειδὴ θεωρεῖ, ὅτι «ἡ διατήρησις τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον διὰ τοῦ συνοδικοῦ συστήματος, τὸ ὁποῖον ἀνέκαθεν ἐν τῇ Ἐκκλησία ἀπετέλει τὸν ἁρμόδιον καὶ ἔσχατον κριτὴν περὶ τῶν θεμάτων τῆς πίστεως». Στὸ ἄρθρο αὐτὸ παραγνωρίζεται τὸ ἱστορικὸ γεγονός, ὅτι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔσχατο κριτήριο εἶναι ἡ γρηγοροῦσα δογματικὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς  Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία στὸ παρελθὸν ἐπικύρωσε ἢ θεώρησε ληστρικὲς ἀκόμη καὶ Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Τὸ συνοδικὸ σύστημα ἀπὸ μόνο του δὲν διασφαλίζει μηχανιστικὰ τὴν ὀρθότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Αὐτὸ γίνεται μόνο, ὅταν οἱ συνοδικοὶ Ἐπίσκοποι ἔχουν μέσα τους ἐνεργοποιημένο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τὴν Ὑποστατικὴ Ὁδό, τὸ Χριστὸ δηλαδή, ὅποτε ὡς συν-ὁδικοὶ εἶναι στὴν πράξη καὶ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι».
 
ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Μὲ ὅσα γράφονται καὶ ὅσα ὑπονοοῦνται σαφῶς στὸ παραπάνω κείμενο, εἶναι προφανές, ὅτι οἱ ἐμπνευστὲς καὶ οἱ συντάκτες του ἐπιχειροῦν μία θεσμικὴ νομιμοποίηση τοῦ Χριστιανικοῦ Συγκρητισμοῦ-Οἰκουμενισμοῦ, μὲ μία ἀπόφαση Πανορθοδόξου Συνόδου. Αὐτὸ ὅμως θὰ ἦταν καταστροφικὸ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ προτείνω, ταπεινῶς, τὴν καθολικὴ ἀπόσυρσή του.
 
Καὶ μία θεολογικὴ παρατήρηση στὸ κείμενο: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ». Στὸ ἄρθρο 5, i σημειώνεται: «ὁ γάμος Ὀρθοδόξων μεθ’ ἑτεροδόξων κωλύεται κατὰ κανονικὴν ἀκρίβειαν, μὴ δυνάμενος νὰ εὐλογηθῆ (κανὼν 72 τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλλω συνόδου) δυνάμενος ὅμως νὰ εὐλογηθῆ κατὰ συγκατάβασιν καὶ διὰ φιλανθρωπίαν, ὑπὸ τὸν ρητὸν ὄρον ὅτι τὰ ἐκ τοῦ γάμου τούτου τέκνα θέλουν βαπτισθῆ καὶ ἀναπτυχθῆ ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησία».
Ἐδῶ, ὁ ρητὸς ὅρος ὅτι «τὰ ἐκ τοῦ γάμου τούτου τέκνα θέλουν βαπτισθῆ καὶ ἀναπτυχθῆ ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησία» ἀντιστρατεύεται τὴν θεολογικὴ κατοχύρωση τοῦ γάμου ὡς μυστηρίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ ἐμφανίζεται ἡ τεκνογονία -σὲ συνάρτηση μὲ τὴ βάπτιση τῶν τέκνων στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία- νὰ νομιμοποιεῖ τὴν ἱερολογία τῶν μικτῶν γάμων, πράγμα σαφῶς ἀπηγορευμένο ἀπὸ Κανόνα (72 τῆς Πενθέκτης) Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Μὲ ἄλλα λόγια, μία μὴ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ὅπως εἶναι ἡ Μέλλουσα Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος, σχετικοποιεῖ ρητὴ ἀπόφαση Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀπαράδεκτο.
 
Καὶ κάτι ἀκόμη. Ἂν ὁ ἱερολογημένος γάμος δὲν ἀποδώσει τέκνα, νομιμοποιεῖται θεολογικῶς αὐτὸς ὁ γάμος ἀπὸ τὴν πρόθεση τοῦ ἑτεροδόξου συζύγου νὰ ἐντάξει τὰ ἐνδεχόμενα παιδιά του στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία;
Κατὰ θεολογικὴ συνέπεια, ἡ παρ. 5, i πρέπει νὰ ἀπαλειφθεῖ.
 
 

panorthoksh synodos 05


Σύμφωνα με το Ανακοινωθέν της Συνάξεως των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών (Σαμπεζύ, 21-28 Ἰανουαρίου 2016) "Τά ἐπισήμως ἐγκριθέντα θέματα πρός ὑποβολήν εἰς τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον καί υἱοθέτησιν ὑπ’ αὐτῆς, εἶναι: ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον, ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά, τό Αὐτόνομον καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ, τό μυστήριον τοῦ γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ, ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καί ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον, σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον. Ἀποφάσει τῶν Προκαθημένων ὅλα τά ἐγκριθέντα κείμενα θά δημοσιευθοῦν".

Τα κείμενα δημοσιεύτηκαν ήδη στην ιστοσελίδα του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από όπου τα αναδημοσιεύουμε.
 

 

p theodoros zhshs 01

Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ προυσιάσθηκε ὡς κύρια εἰσήγηση στὸ Διεθνὲς Θεολογικὸ Συνέδριο, ποὺ συνεκάλεσε ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Μολδαβίας στὴν πρωτεύουσα Κισινάου τοῦ ἀνεξάρτητου Μολδαβικοῦ κράτους, στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ 2016. Τὸ γενικὸ θέμα τοῦ Συνεδρίου ἦταν: «Διαθρησκειακὸς Συγκρητισμός».


Πρόλογος

Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ προυσιάσθηκε ὡς κύρια εἰσήγηση στὸ Διεθνὲς Θεολογικὸ Συνέδριο, ποὺ συνεκάλεσε ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Μολδαβίας στὴν πρωτεύουσα Κισινάου τοῦ ἀνεξάρτητου Μολδαβικοῦ κράτους, στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ 2016. Τὸ γενικὸ θέμα τοῦ Συνεδρίου ἦταν: «Διαθρησκειακὸς Συγκρητισμός».

Ἡ εἰσήγηση αὐτὴ συμπληρώθηκε καὶ ἀπὸ θέσεις τῆς εἰσηγήσεως τοῦ π. Ματθαίου Βουλκανέσκου, ὁ ὁποῖος παρουσίασε τὴν «Νέα Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ποὺ συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε ἡ Ρουμανικὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας Ἁγίου Ὄρους, ὑπογεγραμμένη ἀπὸ ὅλους τοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης, ὅπως καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τῆς «Συνάξεως Ὀρθοδόξων κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» (βλ. Θεοδρομία 17 (2015) 73-83.

Αὐτή, λοιπόν, ἡ συμπληρωμένη εἰσήγηση ὑπογράφτηκε ἀπὸ ὅλα τὰ μέλη τοῦ Συνεδρίου καὶ ἀπὸ τὸ πολυπληθὲς ἀκροατήριο τῶν Ὀρθοδόξων Μολδαβῶν, ποὺ ξεπερνοῦσε τὰ χίλια πεντακόσια (1500) πρόσωπα καὶ ἐπλημύρισε τὴν μεγάλη αἴθουσα ὅπου ὡμίλησε τὴν ἑπομένη ἡμέρα (22-1-2016) ὁ π. Θεόδωρος. Τὸ ὑπογεγραμμένο κείμενο ἐστάλη στὴν ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ἐδῶ δημοσιεύεται χωρὶς τὶς συμπληρωματικὲς θέσεις.

 

1. Σύντομη ἀναφορὰ στὴν ἱστορία καὶ στὴν θεματολογία τῆς Συνόδου.

Τὸν Μάρτιο τοῦ 2014 πραγματοποιήθηκε στὴν Κωνσταντινούποληἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἀποφάσισε νά ἐπισπευσθοῦν οἱ προετοιμασίες γιά τήν σύγκληση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, ὥστε αὐτὴ νὰ συνέλθει, «ἐκτὸς ἀπροόπτου», κατὰ τὸν Ἰούνιο τοῦ 2016, τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆςστὸν παλαιὸ ἱστορικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνῆλθε καὶ ἡ Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (381). Συνέστησε δὲ καὶ Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία ἀνέλαβε νὰ ἀναθεωρήσει ἤ νὰ ἐπικαιροποιήσει, ὅσα κείμενα εἶχαν ἑτοιμασθῆ καὶ νὰ ἑτοιμάσει τὰ ἐναπομείναντα.

Ἡ ἰδέα γιὰ σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶχε διατυπωθῆ γιὰ πρώτη φορὰ ἐπισήμως μὲ ἔνα πρῶτο κατάλογο θεμάτων, στὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1923 ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Μελέτιο Δ´ Μεταξάκη, προωθήθηκε δὲ τὸ 1930 ἀπὸ τὴν ὀνομασθεῖσα «Προκαταρκτικὴ Ἐπιτροπή», ποὺ συνῆλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου, ἡ ὁποία ἑτοίμασε καὶ ἕνα πρῶτο κατάλογο θεμάτων τῆς Συνόδου. Δυσμενεῖς ἱστορικὲς συνθῆκες δὲν ἐπέτρεψαν τὴν σύγκληση  τῆς Συνόδου πρὶν καὶ μετὰ τὸν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ἰδιαίτερα μάλιστα, ἐπειδὴ στὶς περισσότερες ὀρθόδοξες χῶρες ἐπεκράτησαν ἀθεϊστικὰ κομμουνιστικὰ καθεστῶτα, τὰ ὁποῖα δυσκόλεψαν τὸ ἔργο καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν ἐκεῖ Ἐκκλησιῶν.

Τὸ θέμα ἐπανέφερε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ὁ πατριάρχηςἈθηναγόρας, ὁ ὁποῖος συνεκάλεσε στὴν Ρόδο τὴν Α´ Πανορθόδοξη Διάσκεψη τὸ 1961, ἡ ὁποία ἔλαβε ὁριστικὲς ἀποφάσεις γιὰ τὴν προπαρασκευὴ τῆς Συνόδου καὶ κατήρτισε ἕνα εὐρύτατο κατάλογο δέκα θεμάτων, τὰ ὁποῖα μὲ τὶς ὑποδιαιρέσεις τους ξεπερνοῦσαν τὰ ἑκατό (100). Ὁ κατάλογος αὐτὸς ἐπικρίθηκε ἔντονα ὡς «ἐγχειρίδιο πίστεως» γιὰ σχολικὴ καὶ κατηχητικὴ χρήση, κατὰ τὰ πρότυπα τοῦ καταλόγου θεμάτων τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου, ἡ ὁποία περιέργως συνήρχετο τὴν ἴδια ἐποχὴ καὶ ἐπηρέασε κατὰ τὶς ἐκτιμήσεις πολλῶν τὴν δική μας ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία. Λόγῳ τῶν ἀντιδράσεων καὶ ἐπικρίσεων ὁ εὐρὺς αὐτὸς καὶ ἀντισυνοδικὸς κατάλογος ἀποσύρθηκε καὶ ἀναθεωρήθηκε ἀπὸ τὴν Α´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1976) τῆς Γενεύης, ἡ ὁποία τελικῶς κατέληξε σὲ δέκα θέματα ποὺ θεωρήθηκαν ὡς τὰ πιὸ σημαντικὰ πρὸς διαβούλευση καὶ αὐθεντικὴ ἀπόφαση. Τὰ θέματα αὐτὰ ἀποτελοῦν μέχρι σήμερα καὶ θὰ ἀποτελέσουν τὴν ἡμερήσια διάταξη τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, εἶναι δὲ τὰ ἑξῆς: α) Ὀρθόδοξη Διασπορά· β) Τὸ Αὐτοκέφαλο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ· γ) Τὸ Αὐτόνομο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ· δ) Δίπτυχα· ε) Τὸ ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἡμερολογίου καὶ τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα· στ) Κωλύματα γάμου· ζ) Ἀναπροσαρμογὴ τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων· η) Σχέσεις Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον· θ) Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις ι) Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὴν ἐπικράτηση τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν διακρίσεων.

Ἡ Β´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1982) στὴ Γενεύη ἀσχολήθηκε μὲ τρία ἀπὸ τὰ θέματα τοῦ καταλόγου: α) Προσαρμογὴ τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων, β) Ἡμερολόγιο καὶ κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα καὶ γ) Κωλύματα τοῦ γάμου. Τὸ πρῶτο θέμα περὶ τῆς νηστείας, λόγῳ ἀνεπαρκοῦς προετοιμασίας τὸ παρέπεμψε στὴν ἑπόμενη (Γ´) Προσυνοδικὴ Διάσκεψη καὶ ἑτοίμασε κείμενα γιὰ τὰ ἄλλα δύο θέματα περὶ τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχαλίου καὶ τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου. Ἡ Γ´ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1986) στὴ Γενεύη, ἀσχολήθηκε μὲ τέσσερα θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα ἑτοίμασε ἀντίστοιχα κείμενα:  α) γιὰ τὸ παραπεμφθὲν ἀπὸ τὴν προηγούμενη (Β´) Διάσκεψη θέμα περὶ νηστείας, τοῦ ὁποίου ἄλλαξε τὸν τίτλο ὡς «Ἡ σπουδαιότης τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας καὶ ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον» β) Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον γ) Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις καὶ δ) Ἡ συμβολὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς ἐπικράτησιν τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν, καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν καὶ ἄλλων διακρίσεων.

Ἀπέμειναν ἔτσι τέσσερα ἀπὸ τὰ δέκα θέματα μὲ τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ ἑπόμενη Δ´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη καὶ νὰ ἑτοιμάσει σχετικὰ κείμενα: α) Ὀρθόδοξη Διασπορά, β) τὸ Αὐτοκέφαλο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ,γ) τό Αὐτόνομο καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ καί δ) τὰ Δίπτυχα. Ἡ Δ´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη καὶ πάλι λόγῳ δυσκολιῶν καὶ ἀνακατατάξεων, ποὺ ὀφείλονταν κυρίως στὴν πτώση τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων στὶς Ὀρθόδοξες χῶρες, συνῆλθε τὸν Ἰούνιο τοῦ 2009, εἰκοσιτρία ὁλόκληρα ἔτη μετὰ τὴν προηγούμενη, καὶ ἀπὸ τὰ τέσσερα θέματα συνεζήτησε μόνον τὸ θέμα τῆς Διασπορᾶς γιὰ τὸ ὁποῖο ἑτοίμασε καὶ σχετικὸ κείμενο. Τὰ ὑπόλοιπα τρία συζήτησε πρὶν ἀπὸ τὴν τελευταία Ε´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη ἡ Διορθόδοξη Προπαρασκευαστικὴ Ἐπιτροπὴ ποὺ συνῆλθε δύο φορὲς στὴν Γενεύη τὸν Δεκέμβριο τοῦ 2009 καὶ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2011. Ἡ τελευταία Ε´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη συνῆλθε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 2015 καὶ ἑτοίμασε κείμενο μόνον γιὰ τὸ Αὐτόνομο, ἐνῶ τὰ ἄλλα δύο θέματα γιὰ τὸ Αὐτοκέφαλο καὶ τὰ Δίπτυχα, ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρξε ὁμοφωνία στὶς προηγηθεῖσες Διορθόδοξες Προπαρασκευαστικὲς Ἐπιτροπές, μὲ κοινὴ ἀπόφαση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐκπίπτουν τοῦ καταλόγου τῶν θεμάτων καὶ δὲν θὰ περιληφθοῦν στὴν ἡμερησία διάταξη τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.

Ἔτσι ἀπὸ τὰ δέκα ἀρχικὰ θέματα, ποὺ ὅρισε ἡ Α´ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη τελικῶς στὴν Σύνοδο θὰ συζητηθοῦν τὰ ὀκτώ (8). Ἐπειδὴ ὅμως τὰ δύο ἀπὸ αὐτὰ δηλαδὴ τό «Σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον» καί «Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις» συνοψίσθηκαν σὲ ἕνα, στό «Σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον» τὰ θέματα τελικῶς ἀριθμοῦνται σὲ ἑπτά, δηλαδή:  α) Ὀρθόδοξη Διασπορά, β) Τὸ Αὐτόνομο καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ, γ) Ἡμερολόγιο καὶ Πασχάλιο, δ) Κωλύματα γάμου, ε) Ἡ σπουδαιότης τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας, στ) Σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον καὶ ζ) Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους ἐκκλησιῶν στὴν ἐπικράτηση τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν καὶ ἄλλων διακρίσεων.

Ἡ Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπὴ ποὺ ὁρίσθηκε τὸ 2014 ἀπὸ τὴν Σύναξη τῶν Προκαθημένων ἐπέφερε τροποποιήσεις και «βελτιώσεις» στὰ προετοιμασθέντα παλαιότερα κείμενα, οἱ ὁποῖες ὅμως δὲν εἶναι γνωστὲς οὔτε στοὺς ἐπισκόπους τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν, ὅπως κατήγγειλε ὁ μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οὔτε πολὺ περισσότερο, ἔχει ἐνημερωθῆ ὁ θεολογικὸς κόσμος καὶ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ τελικὰ κείμενα παραμένουν κρυφὰ καὶ μυστικά· δὲν δημοσιοποιοῦνται, διότι προφανῶς περιέχουν ἀντορθόδοξες θέσεις, οἱ ὁποῖες θὰ προκαλέσουν τὴν ἀντίδραση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Ἔχει διαρρεύσει π.χ. ὅτι στὸ σχετικὸ κείμενο γιὰ τὶς σχέσεις μὲ τοὺς ἑτεροδόξους προτείνεται ἡ κατ᾽ οἰκονομίαν ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικότητας τῶν Παπικῶν, τῶν Προτεσταντῶν καὶ λοιπῶν αἱρετικῶν. Εἶναι γνωστὸς ἐπίσης ὁ θόρυβος ποὺ προκλήθηκε, ὅταν διέρρευσε ἡ πληροφορία ὅτι προτάθηκε στὸ σχετικὸ κείμενο γιὰ τὴν ἄρση τῶν φυλετικῶν καὶ ἄλλων διακρίσεων νὰ συμπεριληφθοῦν καὶ οἱ σεξουαλικὲς διακρίσεις, οἱ διακρίσεις τῶν δύο φύλων. Ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση καὶ διάψευση τῶν διαρροῶν εἶναι ἡ δημοσίευση τῶν κειμένων, νὰ ἔλθουν ὅλα στὸ φῶς· ἡ ἀλήθεια δὲν φοβᾶται τὸ φῶς. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μασονικὴ στοά, ἀλλὰ σῶμα Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ταυτίζεται πρὸς τὸ Φῶς καὶ τὴν Ἀλήθεια.

 

2. Μεγάλη ἡ ἀνησυχία γιὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου.

Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν σύντομη ἀναφορὰ στὴν μακρὰ ἱστορία καὶ στὴν θεματολογία τῆς Συνόδου προβάλλουμε καὶ συζητοῦμε τὸ ἐρώτημα γιὰ τὸ ποιά πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἀπέναντι στὴν μέλλουσα νὰ συνέλθει ἐντὸς τοῦ νέου ἔτους Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο. Πρέπει νὰ χαιρόμαστε ἢ νὰ ἀνησυχοῦμε γιὰ τὸ ὄντως μεγάλο καὶ ἱστορικὸ αὐτὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός; Θὰ προκύψει ὠφέλεια ἢ βλάβη γιὰ τὴν Ἐκκλησία;

Ἡ πρώτη ἀπάντηση αὐτῶν ποὺ ἀγνοοῦν τὴν συνοδικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν γνωρίζουν τὶς κυριαρχοῦσες θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιολο­γικὲς τάσεις στὶς ὑψηλὲς βαθμίδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας εἶναι ὅτι ἡ Σύνοδος θὰ ὠφελήσει πολὺ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, διότι ἐκτὸς τοῦ ὅτι θὰ ἐπιλύσει κάποια σημαντικὰ θέματα στὶς σχέσεις τῶν τοπικῶν Ὀρθοδό­ξων Ἐκκλησιῶν καὶ στὴν διαποίμανση τῶν πιστῶν, πρὸ παντὸς θὰ ἐνισχύ­σει τὴν ἑνότητα μεταξύ των καὶ θὰ δείξει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, παρὰ τὸ ὅτι ἀποτελεῖται ἀπὸ αὐτοκέφαλες καὶ ἀνεξάρτητες ἐκκλησίες, ἔχει ἰσχυρὴ καὶ ἄρρηκτη ἑνότητα. Θὰ μποροῦσε μάλιστα καὶ ἕνας καλοπροαίρε­τος Ὀρθόδοξος πιστὸς νὰ ἐκτιμήσει καὶ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι πράγματι βρισκόμαστε μπροστὰ σὲ ἕνα μεγάλο ἱστορικὸ γεγονός, διότι, ἐπὶ τέλους, μετὰ ἀπὸ δώδεκα αἰῶνες, μετὰ δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, συνοδικῆς σιωπῆς καὶ ἀπραξίας σὲ οἰκουμενικὸ πανορθόδοξο ἐπίπεδο, κατορθώνουμε νὰ συγκαλέσουμε μία Μεγάλη Σύνοδο ὡς συνέχεια τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ νὰ δείξουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶναι κολλημένη στὸ παρελθόν, στὴν Παράδοση, ὡς ἕνα μουσειακὸ ἀπολίθωμα, ὅπως μᾶς κατηγοροῦν οἱ Προτεστάντες, ἀλλὰ εἶναι ζωντανὸς ὀργανισμὸς ποὺ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ παρόν, γιὰ ἐπίκαιρα θέματα καὶ προβλήματα, καὶ πρὸ παντὸς ὅτι αὐτὴ μόνη ἀποτελεῖ τὴν αὐθεντικὴ συνέχεια τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Συνόδων.

Ἔτσι ἀντιμετώπισαν τὴν Σύνοδο καὶ ἔτσι τὴν ἀντιμετωπίζουν ἀκόμη πολλοὶ Ὀρθόδοξοι, καὶ μάλιστα πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους ποὺ ἔλαβαν μέρος στὶς παλαιὲς μακροχρόνιες προσυνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ Διασκέψεις, μετὰ δέους καὶ φόβου ἀναλογιζόμενοι ὅτι βρίσκονται στὴν θέση παλαιῶν Ἁγίων Πατέρων ποὺ ἔλαβαν μέρος ὡς μέλη τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνό­δων. Εἶναι γεμᾶτα τὰ Πρακτικὰ τῶν πρώτων Προσυνοδικῶν Διασκέψεων ἀπὸ τὴν εὐθυνοφόρο αὐτὴ αὐτοσυνειδησία πολλῶν ἀντιπροσώπων.

Δυστυχῶς τὰ ἴδια τὰ πράγματα, ἡ ἴδια ἡ διαδικασία, ἡ ἴδια ἡ θεματολογία, τὸ ἴδιο τὸ περιεχόμενο τῶν κειμένων, ἀλλὰ καὶ πολλὲς δηλώσεις προσώπων ποὺ κατευθύνουν τὴν πορεία τῆς Συνόδου ἐμβάλλουν ὅλους μας σὲ μεγάλη ἀνησυχία γιὰ τὴν ὀρθότητα τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου, γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία τῆς Συνόδου. Εἶναι κατασταλαγμένο ἀξίωμα στὴν πίστη καὶ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ ἀναγνώριση τῶν ἀποφάσεων μιᾶς Συνόδου δὲν ἐξαρτᾶται οὔτε ἀπὸ τὴν σοφία, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν ἀρετή, τῶν ἐκπροσώπων, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἂν ἀποτελεῖ συνέχεια αὐθεντικὴ καὶ γνήσια τῶν προηγουμένων συνόδων, τῶν ὁποίων πρέπει νὰ ἀκολουθεῖ πιστὰ τὶς ἀποφάσεις, καὶ πρὸ παντὸς ἀπὸ τὴν ὀρθότητα τῶν δογμάτων καὶ τῶν κανόνων ποὺ θεσπίζει. Εἶναι ἀξιωματικὴ καὶ ἀποφθεγματικὴ ἡ ρήση τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ: «Ἐκείνας οἶδεν ἁγίας καὶ ἐγκρίτους συνόδους ὁ εὐσεβὴς τῆς Ἐκκλησίας κανών, ἃς ὀρθότης δογμάτων ἔκρινεν».

Δὲν μποροῦμε βέβαια ἐδῶ νὰ ἐκθέσουμε καὶ νὰ παρουσιάσουμε ὅλα τὰ στοιχεῖα, ὅλες τὶς ἐνδείξεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες προκύπτει ὅτι ἡ Σύνοδος βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν συνοδικὴ παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καὶ ἀκολουθεῖ δικό της, ἀλλότριο δρόμο, ἐπηρεασμένη ἀπὸ ἄλλες παραδόσεις καὶ ἄλλα πιστεύματα τῶν καιρῶν μας, ἀποκομμένη ἀπὸ τὶς προηγούμενες Ἅγιες Συνόδους. Θὰ σημειώσουμε τὶς σημαντικότερες παρεκκλίσεις.

Ἐν πρώτοις εἶναι ἡ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῶν συνόδων, κατὰ τὴν ὁποία ἡ προετοιμασία διήρκεσε τόσο πολύ. Ὑπάρχει πρωτιά, ρεκόρ, στὸν χρόνο προετοιμασίας τῆς Συνόδου. Ἂν ὑπολογίσουμε τὴν πρώτη ἐπίσημη ἐξαγγελία τοῦ πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη στὸ «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1923, ἔχουν περάσει ἐνενήντα τρία (93) χρόνια. Ἂν ξεκινήσουμε ἀπὸ τὴν πρώτη ὀργανωμένη πανορθόδοξη ἀπόφαση τῆς Α´ Πανορθόδοξης Διάσκεψης τῆς Ρόδου (1961), ἔχομε πενήντα πέντε (55) χρόνια. Καὶ δὲν καθιστοῦμε βέβαια τὸ μακρὸ αὐτὸ χρόνο προετοιμασίας κριτήριο τῆς Συνόδου, ἀλλὰ ἐκτιμοῦμε, μαζὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους, ὅτι αὐτὸ δείχνει ὅτι δὲν ὑπῆρχε οὔτε «εὔλογος αἰτία» οὔτε «ἐπείγουσα ἀνάγκη» γιὰ σύγκληση τῆς Συνόδου, ἀλλὰ ἐξυπηρετοῦνται ἄλλες ἐκκλησιαστικοπολιτικὲς σκοπιμότητες. Διότι, ἂν ὑπῆρχε «ἐπείγουσα ἀνάγκη», ὅπως πάντοτε συνέβαινε στὴν συνοδικὴ παράδοση μὲ τὴν ἐμφάνιση κάποιας αἱρέσεως, σχίσματος ἢ ἄλλης ἐκτροπῆς, αὐτὸ ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἀμέσως ἐντὸς ὀλίγων μηνῶν ἢ ὀλίγων ἐτῶν.

Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὸ λαβύρινθο, τὸ χάος τῶν θεμάτων ποὺ ὅρισε ἡ Α´ Πανορθόδοξη Διάσκεψη τῆς Ρόδου (1961), τὸ πλῆθος τῶν ὁποίων καὶ ἡ ἐπεξεργασία τους μόνον σὲ Θεολογικὲς Σχολὲς καὶ σὲ ἐρευνητικὰ κέντρα θὰ μποροῦσε νὰ ἀνατεθεῖ γιὰ μελέτη, καὶ ὄχι σὲ σύνοδο, γιὰ νὰ λάβει ἀποφάσεις, διότι ἐκτὸς τοῦ ὅτι γιὰ ὅλα σχεδὸν ὑπάρχουν ἀποφάσεις συνόδων καὶ γνῶμες Ἁγίων Πατέρων, ἡ Σύνοδος πάντοτε ἀσχολεῖται μὲ μικρὸ ἀριθμὸ θεμάτων ποὺ διαταράσσουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ καὶ δὲν μεταβάλλεται σὲ Σχολὴ ἢ Κέντρο Ἐρεύνης. Ἀκόμη καὶ στὸν μικρότερο κατάλογο τῶν δέκα θεμάτων μὲ τὰ ὁποῖα ἐπὶ τόσα χρόνια ἀσχολεῖται ἡ προσυνοδικὴ διαδικασία δύο μόνον ἔχουν τὸν χαρακτήρα τοῦ ἐπείγοντος, διότι ἐξαιτίας τους δημιουργοῦνται προβλήματα στὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τῆς λειτουργικῆς καὶ εὐχαριστιακῆς ἑνότητος, τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχαλίου καὶ τὸ θέμα τῆς Διασπορᾶς. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα θέματα, ὅπως τῆς νηστείας, τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου, τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, ἐλευθερίας, φυλετικῶν διακρίσεων κ.τ.λ. εἶναι αὐτονοήτως λελυμένα καὶ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀπὸ τὴν Πατερικὴ καὶ Συνοδικὴ Παράδοση, τὰ δὲ ὑπόλοιπα περὶ Αὐτονόμου, Αὐτοκεφάλου, Διπτύχων κ.τ.λ. δείχνουν τὶς τάσεις πρωτοκαθεδρίας τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν καὶ θὰ μποροῦσαν βέβαια γιὰ λόγους εὐταξίας νὰ διευθετηθοῦν μετὰ ἀπὸ συνεννοήσεις χωρὶς τὴν αἴσθηση τοῦ κατεπείγοντος, δὲν ἔχουν πάντως ἀντίκτυπο στὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν πιστῶν.

Ἀπογοητευτικὴ εἶναι ἡ διαπίστωση τῆς ἀλλαγῆς τοῦ οἰκουμενικοῦ χαρακτῆρος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ περισσότερο ἀπογοητευτικὴ καὶ ἐκκλησιολογικὰ ἀπαράδεκτη ἡ αἰτιολόγηση αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς ποὺ ἔκανε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος στὴ Σύναξη τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη στὶς 29 Αὐγούστου τοῦ 2015. Πιὸ συγκεκριμένα, ἐνῶ ὅλοι ἐπίστευαν, αὐτοὶ ποὺ εἶχαν τὴν πρωτοβουλία καὶ τὴν ἰδέα τῆς Συνόδου, αὐτοὶ ποὺ τὴν προχώρησαν καὶ αὐτοὶ ποὺ τὴν πολέμησαν ὅτι πρόκειται γιὰ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ τὴν ὀνόμασαν Ἁγία καὶ Μεγάλη, ἐπειδὴ ἡ οἰκουμενικότητα μιᾶς Συνόδου ἀναγνωρίζεται ἐκ τῶν ὑστέρων ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, παρὰ ταῦτα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης στὴν δήλωσή του αὐτή, ἀνατρέποντας ὅλους καὶ ὅλα, εἶπε ὅτι ἡ Σύνοδος δὲν συγκαλεῖται ὡς Οἰκουμενική, δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς Οἰκουμενική, διότι δὲν μετέχουν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως. Εἶπε ἐπὶ λέξει: «Δευτέρα παρατήρησις ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου εἶναι ἡ διευκρίνησις περὶ τῆς φύσεως τῆς συγκαλουμένης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου. Κατὰ τὴν ἐπιλογὴν τῆς ὀνομασίας τῆς Συνόδου ταύτης ὑπὸ τῆς Α´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως ἀπεφεύχθη συνειδητῶς ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτῆς ὡς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διὰ τὸν λόγον ὅτι δὲν καλοῦνται ὡς μέλη αὐτῆς οἱ ἐκ τῆς Δύσεως χριστιανοί, ὡς συνέβαινε πάντοτε ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ἐκκλησίᾳ κατὰ τὴν σύγκλησιν Οἰκουμενικῶν Συνόδων». Δυσκολεύεται κανεὶς νὰ πιστεύσει ὅτι ἡ δήλωση αὐτὴ προέρχεται ἀπὸ πατριαρχικὰ χείλη, καὶ μάλιστα ἑνὸς πατριάρχου, ὁ ὁποῖος, καὶ πρὶν γίνει πατριάρχης, ὡς ἐπίσκοπος ἔλαβε ἐνεργὸ μέρος στὶς Προσυνοδικὲς Ἐπιτροπὲς καὶ Διασκέψεις, σὲ κάποιες ἀπὸ τὶς ὁποῖες καὶ προήδρευσε. Καμμία Προσυνοδικὴ Διάσκεψη δὲν δικαιολόγησε τὴν ὀνομασία τῆς Συνόδου ὡς μὴ Οἰκουμενικῆς, ἐπειδὴ ἀπουσιάζουν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως. Εἶναι προσωπικὴ ἐσφαλμένη γνώμη τοῦ κ. Βαρθολομαίου, ποὺ δικαιολογεῖται  ἀπὸ τὴν δική του νέα ἐκκλησιολογία, ποὺ τὴν ἔχει προβάλει καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις καὶ ἡ ὁποία ἔχει ἐπικριθῆ δημοσίως στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ πολλοὺς ἐπισκόπους, κληρικούς, μοναχούς, καθηγητὰς Θεολογικῶν Σχολῶν, καὶ ἁπλοὺς λαϊκούς, ποὺ ὑπέγραψαν κατὰ χιλιάδες καὶ σχετικὸ κείμενο.

Ἀπὸ τὴν δήλωση αὐτὴ προκύπτει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι πλήρης ἐκκλησία, ἀλλὰ ἐλλιπής. Δὲν μπορεῖ μόνη της νὰ συγκαλέσει Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, γιατὶ εἶναι μόνο ἕνα μέρος τῆς Ἐκκλησίας· λείπει τὸ ἄλλο, οἱ Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως, οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, στοὺς ὁποίους ἔτσι ἀναγνωρίζεται ἐκκλησιαστικότητα. Εἰσάγει ἐπίσης νέα ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων, ὑπονοώντας ὅτι ἡ ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν προσβάλλει τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν καθολικότητα, ὅτι χωρὶς τοὺς αἱρετικοὺς ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι καθολικὴ καὶ ἑνιαία, καὶ ἔκαναν λάθος οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Σύνοδοι ποὺ ἀναθεμάτιζαν καὶ ἀπέκοπταν τοὺς αἱρετικούς. Οὐσιαστικῶς πρόκειται γιὰ ἀποδοχὴ τῆς προτεσταντικῆς θεωρίας τῶν κλάδων, τῆς διευρυμένης ἐκκλησιολογίας τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου περὶ πλήρους καὶ ἐλλιποῦς ἐκκλησιαστικότητος, ὑπὸ ἄλλη παραλλαγή.

Ἐξηγεῖται ἔτσι ἡ μεγάλη καὶ σταθερὴ ἐπιμονὴ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς προετοιμασίας τῆς Συνόδου στὰ θέματα τῶν σχέσεών μας μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ποὺ τοὺς ἀναγνωρίζουμε καὶ τοὺς ὀνομάζουμε ὡς ἐκκλησίες ἐκτὸς Ἐκκλησίας, κατὰ προφανέστατη ἐκκλησιολογικὴ πλάνη. Δὲν τοὺς ὀνομάζουμε πλέον αἱρέσεις καὶ αἱρετικούς, ὅπως τοὺς ὀνόμαζαν ὅλες οἱ διευρυμένες ἐνδημοῦσες Σύνοδοι τῆς Κωνσταντινούπολης τὸν 19ο αἰώνα, καί, χωρὶς νὰ ἐγγράψουμε τὸ θέμα αὐτὸ εὐθέως πρὸς συζήτηση στὴν Σύνοδο, τοὺς ἀναγνωρίζουμε ἐμμέσως ὡς ἐκκλησίες. Ἀπὸ κείμενα τῆς Συνόδου ποὺ διέρρευσαν προκύπτει ὅτι βαίνουμε πρὸς ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικότητας τῶν αἱρετικῶν Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν.

Ἡ κατάργηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ χαρακτῆρος τῆς Συνόδου διευκολύνει τοὺς σχεδιαστὲς καὶ πρωτεργάτες της καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα. Ἂν ἡ Σύνοδος ἐργασθεῖ ὡς Οἰκουμενική, εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ ἀναγνωρίσειτὶς θεωρούμενες ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους δύο συνόδους τοῦ ἐνάτου καὶ δεκάτου τετάρτου αἰῶνος ὡς οἰκουμενικές, δηλαδὴ τὴν Η´ ἐπὶ Φωτίου, τοῦ 879, καὶ τὴν Θ´ ἐπὶ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ 1351, οἱ ὁποῖες ὅμως κατεδίκασαν ἡ μὲν πρώτη τὸ Filioque ὡς αἵρεση, ἡ δὲ δεύτερη τὴν περὶ κτιστῆς Χάριτος αἵρεση, ἑπομένως καὶ τὸν Παπισμό ὡς αἵρεση. Γι᾽ αὐτὸ εἶναι καὶ στὴν σωστὴ κατεύθυνση καὶ προσαρμοσμένη στὴν ὅλη ἱστορία καὶ στὶς προσδοκίες ὅλων ἀπὸ τὴν Σύνοδο ἡ πρόταση τοῦ πατριάρχου Σερβίας κ. Εἰρηναίου πρὸς τοὺς προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νὰ τεθεῖ στὴν Σύνοδο τὸ θέμα τῆς ἀναγνωρίσεως τῶν δύο συνόδων ὡς Οἰκουμενικῶν, πρᾶγμα ποὺ δυσκολεύει τὸ φιλοπαπικὸ Φανάρι.

Ἐπίσης, ἂν ἡ Σύνοδος ἐργασθεῖ ὡς Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, θὰ ἔλθει σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ ἐκκλησιολογικὸ μοντέλο τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν», ποὺ οἰκοδομήθηκε τὶς τελευταῖες δεκαετίες καὶ ἐπισημοποιήθηκε στὸν Θεολο­γικὸ Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς στὸ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), ὅπου ἀναγνώρισαν οἱ ὑπογράψαντες Ὀρθόδοξοι τὸν Παπισμὸ ὡς Ἐκκλησία μὲ Χάρη, μυστήρια καὶ ἀποστολικὴ διαδοχή. Πῶς νὰ ἀποκλείσεις ἀπὸ τὴν Σύνοδο μία «ἀδελφὴ ἐκκλησία»; Εἶναι σὰν νὰ ἀποκλείεις μία τοπικὴ κανονικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιὰ τὴν ὁποία καὶ μόνον ἰσχύει καὶ εἶναι ὀρθὸς ὁ χαρακτηρισμὸς τῆς ἀδελφῆς ἐκκλησίας, καὶ ὄχι γιὰ τὶς αἱρετικὲς χριστιανικὲς κοινότητες, ὅσο ἰσχυρὲς καὶ πολυάνθρωπες καὶ ἂν εἶναι.

Ἡ ἄρνηση τῆς οἰκουμενικότητας τῆς Συνόδου διευκολύνει ἐπίσης στὸ νὰ μὴ κληθοῦν ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν, ὅπως ἐγίνετο σὲ ὅλες τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, καὶ ἔτσι νὰ ἀποφευχθει ἡ πιθανότητα κάποιοι παραδοσιακοὶ ἐπίσκοποι νὰ ἀντιδράσουν σὲ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου ἀνατρεπτικὲς τῆς Παραδόσεως ἢ κάποια τοπικὴ ἐκκλησία νὰ ἔχει μεγαλύτερη δύναμη στὴν λήψη ἀποφάσεων, λόγῳ τοῦ μεγαλυτέρου ἀριθμοῦ ἐπισκόπων. Αὐτὰ ὅμως ἀποτελοῦν ἀνθρώπινες ἰδιοτελεῖς σκοπιμότητες, ξένες πρὸς ἁγιοπνευματικὰ κριτήρια, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία, ἡ ὁποία θεωρεῖ ὅτι ὁ ἐπίσκοπος κάθε ἐπαρχίας, καὶ τῆς μικρότερης, ἐκπροσωπεῖ μὲ τὸ ποίμνιό του ἕνα ζωντανὸ μέρος τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ δὲ ἀπουσία του ὄχι μόνο τραυματίζει τὴν ὁλοκληρία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ στερεῖ τὴν δυνατότητα νὰ ἐκφρασθεῖ ἀπὸ ὅλους ἡ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία φαίνεται ὅτι φοβοῦνται οἱ ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν προετοιμασία καὶ σύγκληση τῆς Συνόδου. Δὲν δικαιολογεῖται μὲ κανένα κριτήριο, οὔτε ποιμαντικὸ οὔτε ἐκκλησιολογικό, ἡ συμμετοχὴ μόνον εἰκοσιτεσσάρων (24) ἐπισκόπων ἀπὸ κάθε ἐκκλησία, πρᾶγμα ποὺ προσβάλλει καὶ τὴν ἰσότητα τῶν ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ δημιουργεῖ ἐρωτηματικὰ γιὰ τὰ κριτήρια ἐπιλογῆς τῶν ἐπισκόπων ποὺ θὰ μετάσχουν. Εἶναι μειωμένης ἐπισκοπικῆς εὐθύνης καὶ ἀξίας οἱ ἐπίσκοποι ποὺ δὲν θὰ μετάσχουν καὶ ποὺ ἀποτελοῦν τὴν μεγάλη πλειονότητα στὶς περισσότερες αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες; Ποιός γνωρίζει καὶ ποιός θὰ μεταφέρει στὴν Σύνοδο τὶς σκέψεις, τὶς ἐκτιμήσεις καὶ τὶς ἀντιδράσεις τῶν ποιμνίων τους;

Τελειώνοντας εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἐκφρασθεῖ ἡ ἀγωνία καὶ ἡ ἀνησυχία γιὰ τὴν ἔκβαση τῆς Συνόδου ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἀπουσιάζουν φλέγοντα καὶ ἐπείγοντα θέματα, τὰ ὁποῖα δημιουργοῦν διαιρέσεις καὶ σχίσματα, ἡ δὲ συμπερίληψη μερικῶν ἐξ αὐτῶν στὸ θεματολόγιο τῆς Συνόδου καὶ ἡ μέχρι τώρα προετοιμασία δὲν προοιωνίζονται τὴν ὁριστικὴ καὶ κανονική τους ἐπίλυση. Ὑπάρχουν δὲ καὶ ἄλλα, ἐπείγοντα  καὶ σοβαρά, γιὰ τὰ ὁποῖα λόγῳ τῆς κυριαρχούσης στὶς ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες οἰκουμενιστικῆς συγκρητιστικῆς νοοτροπίας, ὡς καὶ τοῦ πνεύματος, ἐκκοσμίκευσης, ἀποφεύγουν νὰ λάβουν ἀποφάσεις. Τὰ δύο θέματα π.χ. στὰ ὁποῖα καὶ προηγουμένως ἀναφερθήκαμε, τῆς Διασπορᾶς καὶ τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχαλίου, εἰς μὲν τὸ πρῶτο δίδεται μία προσωρινὴ μεταβατικὴ λύση μὲ τις ἐπισκοπικὲς συνελεύσεις καὶ δὲν τηρεῖται καὶ πάλι ἡ βασικὴ κανονικὴ καὶ ἐκκλησιολογικὴ ἀρχὴ στὸν ἴδιο τόπο νὰ ὑπάρχει ἕνας μόνον ἐπίσκoπος, εἰς δὲ τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου – Πασχaλίου, ἀντὶ νὰ ἐπιδιωχθεῖ μὲ κάθε τρόπο ἡ θεραπεία τοῦ σχίσματος ποὺ προκάλεσε ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Νέου Ἡμερολογίου χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση, θὰ προκληθεῖ τώρα καὶ ἄλλο σχίσμα μὲ τὸν προτεινόμενο καὶ προωθούμενο κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Εὐτυχῶς ποὺ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας καὶ ἄλλες Ἐκκλησίες ποὺ τηροῦν τὸ παλαιὸ πάτριο Ἡμερολόγιο κατέστησαν σαφές, ὅτι οὔτε θὰ προσχωρήσουν στὸ Νέο Ἡμερολόγιο, οὔτε θὰ συζητή­σουν τὸ θέμα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Τὸ ἐπώδυνο πάντως καὶ τραυματικὸ σχίσμα ἀπὸ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση παραμένει· κάποιες πλευρὲς πάντως πρέπει νὰ δείξουν γενναιότητα καὶ ἢ νὰ ἀναγνω­ρίσουν τὸ λάθος τῆς ἐσπευσμένης καὶ μονομεροῦς, χωρὶς πανορθόδοξη ἀπόφαση, εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὸ Παλαιό, γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ λατρευτικὴ ἑνότητα ἢ νὰ πείσουν τοὺς ἄλλους συνοδικὰ νὰ ἀκολουθήσουν τὸ Νέο. Ἄλλος δρόμος δὲν ὑπάρχει. Διαφο­ρετικὰ καθίστανται ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ σχίσμα, τὸ ὁποῖο κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο εἶναι χειρότερο ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τὸ ὁποῖο κατὰ τὸν αὐτὸν μεγάλο Πατέρα δὲν ξεπλύνεται οὔτε μὲ τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου.

Μνημονεύουμε ἀκόμη μερικὰ ἀπὸ τὰ φλέγοντα καὶ ἐπείγοντα θέματα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀσχοληθεῖ ἡ Σύνοδος. Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, διαβρώνει συνειδήσεις καὶ ἐξαπλώνεται στὶς τάξεις τῶν κληρικῶν καὶ τῶν λαϊκῶν. Ἀντὶ δὲ τῆς καταδίκης του ἡ Σύνοδος ἐμμέσως τὸν υἱοθετεῖ καὶ τὸν ἐνισχύει. Φαίνεται μάλιστα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ βασικὸς καὶ κύριος στὸχος τῆς Συνόδου· ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι προσχήματα καὶ παραγεμίσματα. Θὰ ἐπιβεβαιωθεῖ πανορθοδό­ξως καὶ πρὸς ἄρσιν κάθε ἐπιφυλάξεως ἡ καταδίκη τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ ὡς αἱρέσεων; Θὰ διακοποῦν οἱ ἀποτυχημένοι καὶ ζημιογόνοι Θεολογικοὶ Διάλογοι; Θὰ ἀποχωρήσουμε ἀπὸ τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων; Ὁ Τεκτονισμός, ἡ Μασονία, γνωρίζει ἐπίσης μεγάλη διάδοση, καὶ ἐνῶ ἔχει καταδικασθῆ ὡς ἀσυμβίβαστος μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη μὲ ἀποφάσεις τοπικῶν ἐκκλησιῶν, δὲν ἔχει ληφθῆ ἀκόμη πανορθόδοξη ἀπόφαση. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ πολλὰ θέματα Βιοηθικῆς καὶ ἰατρικῆς δεοντολογίας, ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή, τὶς μεταμοσχεύσεις, τὸν ἐγκεφαλικὸ θάνατο, τὴν εὐθανασία, τὴν Ὁμοιοπαθη-τική, ποὺ διχάζουν τὶς γνῶμες κληρικῶν καὶ θεολόγων. Ἰδιαίτερα πρέπει νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἡ σχεδιασμένη προβολὴ καὶ ἀποενοχοποίηση τοῦ φρικτοῦ καὶ χειρίστου ἁμαρτήματος τῆς Ὁμοφυλοφιλίας καὶ ἡ ἀποδόμηση καὶ ἐκθεμελίωση τοῦ θεοσύστατου μυστηρίου τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας, ὅπως καὶ ἡ προώθηση ἀπὸ πολιτικὲς νεοεποχίτικες ἡγεσίες τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, ποὺ προσβάλλει καὶ βεβηλώνει τὴν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, τὸ ὁποῖο στὶς περιπτώσεις ἁγίων ἀνθρώπων παραμένει ἄφθαρτο καὶ μυροβόλο· ἐνοχλεῖται ἰδιαζόντων ὁ Σατανᾶς ἀπὸ τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων.

Ἐπίλογος

Ἀπὸ τὴν ἐπιχειρηθεῖσα σύντομη παρουσίαση τῆς πορείας ποὺ ἀκολού­θησε ἡ προετοιμασία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καταφαίνεται ὅτι ἡ μεθοδολογία καὶ ἡ θεματολογία της εἶναι ὄχι μόνο ξένα πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἀλλὰ καὶ συνειδητὰ ἐπιχειροῦν νὰ τὴν ἀλλοιώσουν καὶ νὰ τὴν ἀνατρέψουν. Οἱ τελευταῖες διορθωτικὲς δῆθεν παρεμβάσεις καὶ ἀναθεωρήσεις παλαιῶν κειμένων τηροῦνται μυστικές· περιμένουμε μὲ ἀγωνία τὴν δημοσίευσή τους, γιὰ νὰ δοῦμε ἂν διαψεύδονται ἢ ἐπιβεβαιώ­νονται οἱ ἀνησυχίες μας, κυρίως ὅμως γιὰ νὰ διευρυνθεῖ ὁ συνοδικὸς κύκλος ἀποδοχῆς τους καὶ νὰ ἐκφρασθεῖ εὐρύτερα ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας. Πρὸς τὸ παρὸν δὲν ἐλπίζουμε πὼς ἡ Σύνοδος θὰ ἀποτελεῖ αὐθεντικὴ καὶ γνήσια συνέχεια τῶν προηγουμένων συνόδων καὶ πὼς θὰ ἀποφασίσει πατερικὰ καὶ ἁγιοπνευματικά, ἀλλὰ οἰκουμενιστικὰ καὶ ἐκκοσμικευμένα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐκτιμοῦμε ὅτι εἶναι καλύτερα νὰ μὴ συνέλθει, ὅπως ἐπίστευαν μεγάλοι Ἅγιοι καὶ Γέροντες τῶν καιρῶν μας, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς μὲ εἰδικὰ ὑπομνήματα πρὸς τὴν ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, μέ ὅσα γιὰ ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα ἔγραψε καὶ ὁ ὁσιακῆς βιοτῆς Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος μὲ εἰδικὰ κείμενα περὶ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου. Ἐμπι­στευόμαστε περισσότερο τοὺς Ἁγίους μὲ τὸν θεῖο φωτισμό, παρὰ τοὺς σο­φοὺς μὲ τὸν ἀνθρώπινο ἐπισφαλῆ λογισμό.


Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

panorthoksh synodos 04


Εμφανώς συγκρατημένος για τη σύγκληση της ονομαζόμενης Μεγάλης Συνόδου εμφανίζεται πλέον και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Σε Χαιρετισμό του για την πρώτη του έτους αναφέρθηκε στην προετοιμασία για τη σύγκληση της Συνόδου, δεν λησμόνησε όμως να επαναλάβει την αναφορά που υπάρχει στο κείμενο της Σύναξης των Προκαθημένων των ορθοδόξων εκκλησιών το 2014, ότι η Σύνοδος θα γίνει «ἄνευ τινὸς ἀπροόπτου» δηλ. εκτός απροόπτου. Εξάλλου σε συνέντευξή του ο επί των εξωτερικών σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει την ίδια διευκρίνιση κάνοντας περαιτέρω λόγο για αμφιβολίες ως προς το ενδεχόμενο σύγκλησης της Συνόδου. Τέλος πολλοί από τους επισκόπους της εκκλησίας της Ελλάδος και άλλων ορθοδόξων εκκλησιών εκφράζουν σοβαρές αμφιβολίες για το τι τελικά θα συμβεί. Όλα τούτα γιατί παραμένουν ανοιχτά πολλά ζητήματα όχι μόνο από αυτά που αρχικά είχε σχεδιαστεί να επιλυθούν από τη Μεγάλη Σύνοδο αλλά και άλλα που αφορούν σε διαφορές μεταξύ ορθοδόξων εκκλησιών με σημαντικότερες ίσως τη διαφορά μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων για το Κατάρ και το ζήτημα της Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ζητήματα που φαντάζει μάλλον αδύνατο να επιλυθούν μέχρι τον εορτασμό της φετινής Πεντηκοστής οπότε σχεδιάζεται η σύγκληση της Συνόδου. Οπωσδήποτε η εντός του Ιανουαρίου Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων, πιθανότατα τελικά στη Γενεύη, θα αποδείξει εάν και κατά πόσο είναι εφικτή η σύγκληση Μεγάλης Συνόδου.
Επειδή πολλοί Φαναριώτες και φίλοι του Φαναρίου άρχισαν να διαβλέπουν ότι οι σχεδιασμοί του Πατριάρχη Βαρθολομαίου είναι πιθανόν να ματαιωθούν ήδη προσπαθούν να αμβλύνουν τις εντυπώσεις μιας τέτοιας ματαίωσης και να μετακυλήσουν το βάρος μιας αποτυχίας σύγκλησης σε άλλους. Σε κάθε περίπτωση τα θέματα επί των οποίων έχει υπάρξει ήδη συμφωνία και τα οποία μόνο αυτά μπορούν να εγκριθούν από μια Μεγάλη Σύνοδο είναι τέτοια ώστε, σε πρώτη μεν ανάγνωση, να θεωρείται τουλάχιστον υπερβολική η σύγκληση μιας Μεγάλης Συνόδου για την επίλυσή τέτοιου είδους ζητημάτων. Ακόμη χειρότερα διαφαίνεται ότι οι οικουμενιστές μέσω της Μεγάλης Σύνοδου επιδιώκουν άμβλυνση και επανακαθορισμό πατερικών και κανονικών προβλέψεων για ζητήματα όπως η νηστεία και κυριότερα οι σχέσεις των ορθοδόξων με τους ετερόδοξους, ώστε τελικά η ματαίωση της να θεωρείται από τον πιστό κλήρο και λαό πραγματικό θείο δώρο. Εάν για κάποιους οικουμενιστές και άλλους εκκοσμικευμένους κληρικούς και πιστούς η σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου από μόνη της αποτελεί μέγιστο γεγονός, για όσους γνωρίζουν ποιοι πρωταγωνιστούν στην προετοιμασία της, ποιοι επεξεργάστηκαν τα κείμενά τους, γιατί ακολουθήθηκε η οδός της μυστικοπάθειας κατά τις προσυνοδικές εργασίες, κυρίως δε επειδή η λαίλαπα του οικουμενισμού κατατρέχει πλείστα όσα μέλη των Συνόδων των εκκλησιών, είδηση σημαντική θα πρέπει να θεωρείται η ματαίωση της Συνόδου και όχι η σύγκλησή της. Μπορεί κάποιοι κινούμενοι από φιλοδοξία να επιδιώκουν την εγγραφή του ονόματός τους στις σελίδες της εκκλησιαστικής ιστορίας επειδή εκείνοι συγκάλεσαν ή συμμετείχαν στη Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας. Ξεχνούν όμως ότι « εὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες» (Ψαλ. 126,1).
Είναι βέβαιο ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης μέχρι την τελευταία στιγμή θα προσπαθήσει να ξεπεράσει όλα τα προσκόμματα που εμποδίζουν τη σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου. Δεν έχει ετοιμάσει λύσεις για τα προβλήματα που υπάρχουν ούτε πολύ περισσότερο διαθέτει πειστικούς τρόπους για να τις επιβάλλει στις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες. Ακόμη κι αν υιοθετήσει την τακτική της αποσιώπησης των ζητημάτων προκειμένου φαινομενικά να διατρανωθεί προς όλους η ενότητα της Ορθοδοξίας μέσω της Συνόδου είναι αμφίβολο ότι θα πετύχει τον πολυπόθητο στόχο του. Η εκκλησιαστική ιστορία διδάσκει ότι το απρόοπτο που μπορεί να ματαιώσει τη σύγκληση της Συνόδου μπορεί να προκύψει οποιαδήποτε στιγμή και από οποιαδήποτε πλευρά. Πολύ δε περισσότερο στις μέρες μας που οι ισορροπίες μεταξύ των κατά τόπους εκκλησιών είναι πολύ λεπτές αφού εν πολλοίς επικράτησε αντί της πατερικής σοφίας και αγιότητας η εκκοσμικευμένη νοοτροπία, η φιλοπρωτία, η φιλοδοξία, η οικουμενιστική σύγχυση, η «εκκλησιαστική διπλωματία», ο ανθρώπινος εγωισμός και η κενοδοξία.
Μεγάλες Σύνοδοι συγκαλούνται από μεγάλους επισκόπους, όπως οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Υπάρχουν όμως σήμερα αληθινά μεγάλοι επίσκοποι; Κι αν ναι, βρίσκονται στα χέρια τους τα ηνία της διοίκησης των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών ή τον πρώτο λόγο έχουν επίσκοποι που παραπατούν βηματίζοντας έξω από την οδό των αγίων Πατέρων;

 

Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 15/1/2016), Θρησκευτικά

hmerida agia kai megalh synodos box 01

hmerida agia kai megalh synodos 01


Οἱ Ἱερές Μητροπόλεις Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, Γλυφάδας, Κυθήρων, Πειραιῶς καί ἡ σύναξις Κληρικῶν καί Μοναχῶν προσκαλοῦν τήν Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016 καί ὥρα 9:00 π.μ. στήν Αἴθουσα «Μελίνα Μερκούρη» τοῦ Σταδίου Εἰρήνης καί Φιλίας, Πειραιῶς σέ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ, τήν ὁποία συνδιοργανώνουν, μέ θέμα: «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ» Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες.
 
Α' ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: Πρωτοπρεσβ. π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, Ὁμότιμος Καθηγητής της Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

9:00-9:05 Σύντομη Προσευχή
9:05-9:40 Ἔναρξη Ημερίδος- Χαιρετισμοί
9:40-10:00 Εἰσαγωγική Ὁμιλία και κήρυξη τῆς ἐνάρξεως τῆς Ἡμερίδος ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ
10:00-10:20 Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΣ 
Θέμα: Θεολογία καί Πολιτική.
10:20-10:40 Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γλυφάδας κ. ΠΑΥΛΟΣ
Θέμα:Ἐρωτήματα περί τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο.
10:40-11:00 Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Θέμα:Ἐκκλησιολογικά καί ποιμαντικά προβλήματα ἀπό τήν μή συμμετοχή ὅλων τῶν ἐπισκόπων.
11:00-11:15 Ὑποβολή ἐρωτήσεων.
11:15-11:35 Διάλειμμα
 
Β΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΣ

11:35- 11:55 Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ. ΙΕΡΕΜΙΑΣ, Ὁμότιμος καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Θέμα: Οἱ ἀγῶνες τῶν προφητῶν τῆς Π. Διαθήκης διά τήν καθαρότητα τῆς πίστεως εἰς τόν ἀληθινόν Θεόν.
11:55-12:15 Πρωτοπρεσβύτερος π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Θέμα: Οἱ Θεολογικοί Διάλογοι καί ἡ ἀποτυχία τους.
12:15-12:35 Πρωτοπρεσβ. π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Θέμα:Παλαιό καί Νέο Ἡμερολόγιο καί ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα.
12:35-12:55 κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Θέμα:Μπορεῖ μία σύνοδος Ὀρθοδόξων νά προσδώσει ἐκκλησιαστικότητα στούς ἑτεροδόξους καί νά ὁριοθετήσει διαφορετικά τήν ἕως τώρα ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας; ( Ἡ πρόκληση τῆς μέλλουσας νά συνέλθει Μεγάλης Συνόδου)
12:55-13:10 Ὑποβολή ἐρωτήσεων.
 
Γ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: Πρωτοπρεσβύτερος π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

17:30-17:50 Ἀρχιμανδρίτης π. ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ, Διδάκτωρ Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Θέμα:Τά ἠθικά καί κοινωνικά θέματα τοῦ καταλόγου καί ὁ θεσμός τῆς νηστείας
17:50-18:10 Ἀρχιμ. π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Μεγάλου Μετεώρου
Θέμα:Ἡ συμμετοχή τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ ἀνύπαρκτη. Μία Πανορθόδοξη Σύνοδος χωρίς τό πλήρωμα τῶν Ὀρθοδόξων.
18:10-18:30 Πρωτοπρεσβύτερος π. ΠΕΤΡΟΣ HEERS, Διδάκτωρ Θεολογικῆς Σχολῆς ΠανεπιστημίουΘεσσαλονίκης.
Θέμα: Ἡ ἀναγνώριση τοῦ βαπτίσματος τῶν ἑτεροδόξων ὡς βάση νέας ἐκκλησιολογίας. (Κοινή κατεύθυνση μέ τήν Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο.)
18:30-18:45 Ὑποβολή ἐρωτήσεων.
18:45-19:05 Διάλειμμα
 
Δ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

19:05-19:25 Πρωτοπρεσβύτερος π. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Θεολόγος, (Μr. Θεολογίας), Ἐφημέριος Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν.
Θέμα: Οἱ Ἱεροί Κανόνες καί τό ἑτοιμαζόμενο συνοδικό κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον»
19:25-19:45 Ἀρχιμανδρ. ΠΑΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Θεολόγος, (Μr. Θεολογίας), Διευθυντής τοῦ Γραφείου Αἰρέσεων καί Παραθρησκειῶν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς.
Θέμα: Τό διαθρησκειακό ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδοξίας στήν θεματολογία τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου
19:45-20:05 κ. ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΟΖΟΒΙΤΗΣ, Θεολόγος- Συγγραφέας, μέλος τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ».
Θέμα:Ἡ Ὀρθοδοξία μπροστά στήν πρόκληση τῆς Πανθρησκείας
20:05-20:25 Πρωτοπρεσβύτερος ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Θεολόγος, Κληρικός Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς
Θέμα:Η΄ καί Θ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος-Θέματα πού ὄφειλε νά προσεγγίσει ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος
20:25-20:40 Ὑποβολή ἐρωτήσεων.
20:40-21:00 Πορίσματα- Ψήφισμα.
 
ΔΙΟΡΓΑΝΩΤΕΣ ΗΜΕΡΙΔΟΣ
Ἱερές Μητροπόλεις:
Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως
Γλυφάδας
Κυθήρων
Πειραιῶς
καί ἡ Σύναξις Κληρικῶν καί Μοναχῶν
 
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΗΜΕΡΙΔΟΣ
Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ
Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός
Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης
Ἀρχιμανδρίτης π. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου
Καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης
 
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΗΜΕΡΙΔΟΣ
Ἀρχιμανδρίτης π. Παύλος Δημητρακόπουλος
κ. Λάμπρος Σκόντζος, θεολόγος
 

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...