
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κάποιος ότι και στα παλαιότερα χρόνια, υπήρχαν παρόμοια, όπως και στην εποχή μας, ηθικοπνευματικά, υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα στη ζωή των ανθρώπων.
(Natural News) Οι εμπειρογνώμονες σε θέματα στρατιωτικής στρατηγικής και τεχνητής νοημοσύνης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου μετά τη διάσκεψη του ΟΗΕ που δεν κατέληξε σε συμφωνία για την απαγόρευση της χρήσης των λεγόμενων slaughterbots σε πρόσφατη συνάντηση στη Γενεύη.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΩΣ ΑΓΩΝΙΣΤΑΙ
Ἀλλὰ ἀδελφοί μου, ἐδῶ εἰς τὴν ζωὴν τοῦ ἁγίου Γρηγορίου (τοῦ Θεολόγου) νὰ προσέξετε, διότι παρεμβάλλεται ἕνα ἐπεισόδιον τὸ ὁποῖον εἶναι ἄξιον ἰδιαιτέρας προσοχῆς.
Η Αττάλεια είναι αρχαία Ελληνική πόλη της επαρχίας Παμφυλίας[1] (Μικράς Ασίας) που ιδρύθηκε το 158 π. Χ. από τον Άτταλο τον Φιλάδελφο[2], βασιλιά της Περγάμου[3]. Στα αρχαία και ρωμαϊκά χρόνια ήταν σπουδαίο λιμάνι από εμπορική και στρατιωτική άποψη.
Ο καλλίνικος Δημήτριος ήταν γέννημα και θρέμμα της Χίου, από το μέρος εκείνο της πόλης που ονομάζεται Παλαιόκαστρο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αποστόλης και η μητέρα Μαρουλού. Ο Δημήτριος και ένας μεγαλύτερος αδελφός του, ο Ζαννής, ξενιτεύτηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου ασχολήθηκαν με το εμπόριο της τσόχας. Μετά από καιρό ο Δημήτριος αρραβωνιάστηκε στο Σταυροδρόμι με μια κοπέλα χωρίς τη συγκατάθεση του αδελφού του και των μαστόρων του, και αυτοί θυμωμένοι τον έδιωξαν από κοντά τους. Διωγμένος, μετά από λίγες ημέρες άρχισε και αυτός να στερείται, και θυμήθηκε πως κάτι χρωστούμενα είχε να παίρνει από τον Σεχισελάμ (1). Έτσι πήγε στο σεράι να τα ζητήσει, χωρίς να ξέρει πως ο διάβολος του είχε στημένη παγίδα. Διότι καθώς ήταν νέος, είκοσι ή εικοσιδύο ετών, και όμορφος, και πήγαινε εκεί πρωτύτερα με εμπόρευμα, η κόρη του Σεχισελάμ βλέποντάς τον τόν είχε ερωτευθεί.
Ο Δημήτριος λοιπόν, πήγε χωρίς να ξέρει τίποτε, και εκεί τον δέχτηκε εκείνη με πολλή χαρά. Τον έβαλε να καθίσει, του έφερε καφέ και του είπε:
› Τώρα δεν γλιτώνεις από τα χέρια μου. Ή θα γίνεις Τούρκος, να έρθεις στην πίστη μου, ή θα κοπεί το κεφάλι σου και θα χάσεις τη ζωή σου.
› Τι να κάνω ο δυστυχής; έλεγε αργότερα ο ίδιος.
› Για να μην πάω ανεξομολόγητος, ως αμαρτωλός που ήμουν, υποχώρησα και χωρίς να το θέλω δέχτηκα τη βρομερή τους πίστη.
Ωστόσο το έκανε με πολλή λύπη και έκλαιγε νύκτα και ημέρα όταν έμενε μόνος του. Η θλίψη του όμως γινόταν φανερή και γι’ αυτό τον φύλαγαν με πολλή προσοχή, τάχα ώσπου να συνηθίσει.
Αυτό κράτησε πενήντα εννέα μέρες. Έπειτα ευδόκησε ο Θεός και βρήκε κατάλληλη ευκαιρία τον καιρό του ραμαζανιού, που όλοι ήταν σε βαθύτατο ύπνο, Κάνοντας τον σταυρό του, ρίχτηκε έξω αθόρυβα και γρήγορα, και πηγαίνοντας στο Σταυροδρόμι κρύφτηκε στο σπίτι ενός φίλου Χριστιανού, χύνοντας ποταμούς δακρύων για το μεγάλο κακό που έπαθε. Έπειτα φώναξε εκεί τον πνευματικό του πατέρα και εξομολογήθηκε με θερμά δάκρυα και με κατάνυξη και συντριβή. Εκεί φώναξε και τον αδελφό του και του ζήτησε συγχώρηση για τα περασμένα, χωρίς όμως να του φανερώσει τον σκοπό του μαρτυρίου που είχε λάβει. Έπειτα έγραψε επιστολή στους γονείς του, διηγούμενος όσα του συνέβησαν, ζητώντας τους συγχώρηση και φανερώνοντας σε αυτούς πως έβαλε σκοπό να πάει ενώπιον των τυράννων και να ομολογήσει τον γλυκύτατό του Ιησού Χριστό, τον οποίο αρνήθηκε. Τους ζήτησε μάλιστα να μη λυπηθούν αλλά να χαρούν και να του δώσουν την ευχή τους.
Μια νύχτα, που ήταν η μνήμη του Αγίου Νικολάου, προσευχόμενος κοιμήθηκε και είδε μια γυναίκα ευπρεπέστατη με ένα βρέφος στην αγκαλιά της, μέσα σε μια ωραιότατη πεδιάδα. Μακριά στεκόταν και ένας δήμιος, και η γυναίκα είπε στον Δημήτριο:
› Αν δεν πέσεις στα χέρια αυτού του δημίου, δεν κληρονομείς την εύφορη αυτή πεδιάδα.
Ξύπνησε ο νέος, κατάλαβε ότι είναι θέλημα Θεού να μαρτυρήσει και χάρηκε η ψυχή του και ο πόθος του μεγάλωσε. Τα εξομολογήθηκε αυτά στον πνευματικό του, εκείνος όμως δεν του έδωσε αμέσως την άδεια, αλλά τον συμβούλεψε να ζήσει με νηστεία, προσευχή και μετάνοια.
Με αυτόν τον τρόπο πέρασαν δεκαπέντε μέρες και πάλι ο πνευματικός τού είπε να επιτείνει τους αγώνες του και να ζητά το έλεος του Θεού. Υπάκουσε μετά χαράς ο νέος και αύξησε τις νηστείες, τις αγρυπνίες, τις προσευχές και τα δάκρυα.
Μετά πέντε μέρες, μια νύχτα που ξημέρωνε Κυριακή, στις έντεκα η ώρα, καθώς προσευχόταν στα σκοτεινά επειδή είχε σβηστεί η καντήλα, είδε ένα φως υπερβολικό και άκουσε μια φωνή γλυκύτατη μέσα από το φως να του λέει:
› Χαίροις, μάρτυς του Χριστού Δημήτριε. Έχε θάρρος, διότι με τις πρεσβείες της Κυρίας Θεοτόκου ο Υιός της, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, είναι μαζί σου να σε ενδυναμώνει, και γενναία και σύντομα θα τελειώσεις το μαρτύριο.
Ακούγοντας αυτά ο γενναίος έπεσε καταγής με πολλά δάκρυα και δόξαζε και ευχαριστούσε τον Θεό και την Θεοτόκο Παρθένο. Έπειτα, μόλις ξημέρωσε, κάλεσε τον πνευματικό του και βουτηγμένος στα δάκρυα του διηγήθηκε την οπτασία του. Μετά από αυτό ο πνευματικός τού διάβασε τις συγχωρητικές ευχές, τον έχρισε με το άγιο Μύρο, τον αξίωσε των αχράντων Μυστηρίων την Τρίτη το πρωί και τον αποχαιρέτησε με δάκρυα, ευχόμενος να έχει οδηγό και βοηθό του την Κυρία Θεοτόκο, όπως του είχε υποσχεθεί, μέχρι την τελευταία του αναπνοή.
Πήγε λοιπόν ο Δημήτριος και παρουσιάστηκε στον καϊμακάμη και του είπε:
› Αφέντη, γνωρίζετε ότι εγώ ήμουν Χριστιανός και με βία με έφεραν σε αυτήν τη μιαρή και καταφρονημένη θρησκεία σας. Όμως εγώ και ήμουν και είμαι Χριστιανός, και Χριστιανός θέλω να πεθάνω, και γι’ αυτό ήρθα εδώ, για να ομολογήσω μπροστά σου πως έσφαλα και να κηρύξω την αλήθεια της αγίας μου πίστεως. Λοιπόν έσφαλα βαριά, το ομολογώ. Μία είναι η πίστη, των ευσεβών και ορθοδόξων Χριστιανών.
Ο καϊμακάμης άρχισε να του μιλά με ημερότητα, βλέποντάς τον όμως ότι καταφρονούσε όσα του έλεγε, πρόσταξε να τον ρίξουν στη φυλακή και να του βάλουν δύο αλυσίδες, μία στα πόδια και μία στον λαιμό. Το βράδυ τον έβαλαν μπρούμυτα στο τιμωρητικό ξύλο, ο μάρτυρας όμως πέρασε όλη τη νύχτα δοξάζοντας τον Θεό και παρακαλώντας Τον με δάκρυα να τον αξιώσει να βάλει στην καλή αρχή και ένα τέλος καλό και μακάριο.
Όταν ξημέρωσε και άνοιξε το δικαστήριο, τον έφεραν για νέα εξέταση, η οποία όλη ήταν μια κολακευτική νουθεσία, με υποσχέσεις και ταξίματα, όπως συνηθίζουν να κάνουν οι τύραννοι στους θείους μάρτυρες. Βλέποντας όμως πως ο νέος στεκόταν αμετάβλητος στην απόφασή του άρχισαν να τον φοβερίζουν. Εκείνος τους αποκρίθηκε:
› Είμαι έτοιμος να υπομείνω και μαστίγια και τιμωρίες και βάσανα κάθε λογής για την αγάπη του γλυκύτατού μου Ιησού Χριστού.
Τότε ο καϊμακάμης του είπε με θυμό:
› Έτσι λες εσύ, ότι μπορείς να υποφέρεις ό,τι σου κάνουν, για να σε προσκυνούν οι γκιαούρηδες, εγώ όμως θα σου κόψω ξαφνικά το κεφάλι για να κολαστείς.
Ο μάρτυρας του Χριστού απάντησε:
› Πριν κόψεις εσύ εμένα, θα κόψει ο Θεός τη δική σου ζωή και θα πας ως ασεβής στην αιώνια κόλαση.
Αφού είπε αυτά ο μάρτυς, πρόσταξε ο τύραννος και τον έβαλαν στην φυλακή, με απόφαση την επομένη να τον θανατώσει. Την άλλη μέρα λοιπόν πρόσταξε να τον φέρουν στο δικαστήριο, την ίδια όμως ώρα έφτασε η είδηση πως ήρθε ο Καπετάν πασάς (ο ναύαρχος), και πηγαίνοντας ο καϊμακάμης να τον υποδεχτεί, έπεσε ξαφνικά και ξεψύχησε κι έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία του μάρτυρα.
Αφού λοιπόν διορίστηκε νέος καϊμακάμης, δεν έπαψαν να τον παρουσιάζουν καθημερινά στο δικαστήριο και να μεταχειρίζονται πότε κολακείες και πότε απειλές, αλλά ο γενναίος αθλητής έμενε ανένδοτος. Το ίδιο και όταν τον οδήγησαν στον Σταμπούλ εφέντη, δηλαδή τον κριτή της Πόλης. Φέρνοντάς τον πίσω στη βασιλική φυλακή, του έδωσαν επτακόσιους ραβδισμούς και τον έβαλαν στο τιμωρητικό ξύλο, και σε τόση υπερβολική ψύχρα έχυναν και νερό από κάτω του, το οποίο κρυστάλλωνε και του προξενούσε οδύνη αφάνταστη. Ο γενναίος όμως αθλητής του Χριστού τα υπέμενε όλα δοξάζοντας τον Θεό.
Μια μέρα το λυσσασμένο εκείνο γύναιο που τον είχε επιβουλευτεί στην αρχή, πήγε με την άδεια του καϊμακάμη στη φυλακή και τον συνάντησε. Κι εδώ τώρα καθένας ας φανταστεί μια τέτοια γυναίκα, φλογισμένη από σατανικό έρωτα, τι δεν είπε και τι δεν έκανε για να χαλαρώσει την ψυχή του γενναίου αθλητή. Αλλά χάρη στον νικοποιό Σωτήρα Χριστό, τον φοβερό αυτό πειρασμό τον απέδειξε μάταιο η στερεότητα του καλλίνικου Δημητρίου. Και η ξεδιάντροπη αποχώρησε λέγοντας:
› Πήρα τον λογαριασμό μου και τώρα κάντε του ό,τι θέλετε.
Στο μεταξύ οι Χριστιανοί, και μάλιστα οι Χίοι, ως συμπατριώτες, επειδή φοβήθηκαν μήπως δεν αντέξει ως το τέλος, σκέφτηκαν να δώσουν ένα σεβαστό ποσό στους κρατούντες για να τον βγάλουν από την φυλακή, τάχα ως τρελό, και εκείνοι συμφώνησαν. Όταν όμως το έμαθε ο άδολος αθλητής, θύμωσε πολύ και τους μήνυσε, αντί γι’ αυτό, να προσεύχονται περισσότερο και να κάνουν παρακλήσεις στις Εκκλησίες, για να τον ενισχύσει η χάρη του Θεού να τελειώσει ευάρεστα τον δρόμο του.
Την ένατη μέρα από τότε που άρχισε τον αγώνα του, το πρωί, τον έφεραν τελευταία φορά στο δικαστήριο και βλέποντάς τον αμετάπειστο τον καταδίκασαν σε θάνατο, να εκτελεστεί δηλαδή με ξίφος στο Μπαλούκ παζάρι (την ψαραγορά). Τον οδήγησαν λοιπόν στον τόπο της καταδίκης και εκεί γονάτισε. Ο γενναίος δεν θέλησε να του κλείσει ο δήμιος τα μάτια κατά την συνήθεια, αλλά γονατιστός φώναξε τρεις φορές: «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου» και έκλινε το κεφάλι του στο ξίφος του δημίου, στις 29 Ιανουαρίου (1802), νέος 22 ετών.
Τότε τα πλήθη των συγκεντρωμένων Χριστιανών, ιερωμένων και λαϊκών, όρμησαν και σπρώχνονταν μεταξύ τους για να βουτήξουν στο μαρτυρικό αίμα άλλος μαντίλι, άλλος βαμβάκι και να αρπάξουν άλλος τρίχες από το κεφάλι του, άλλος κανένα κομμάτι από τα ρούχα του· και ενώ οι Αγαρηνοί τους χτυπούσαν αλύπητα και αδιάκριτα και τους έδιωχναν προς τα πίσω, δεν μπόρεσαν να τους εμποδίσουν.
Ένας ευλαβής αρχιδιάκονος συμφώνησε με τον δήμιο να του δώσει το μαντίλι του και, όταν αποκεφαλίσει τον μάρτυρα, να σκουπίσει με αυτό το σπαθί του και να πάρει 25 γρόσια. Έτσι κι έγινε. Το μαντίλι ήταν λευκό και, ω του θαύματος, έτσι όπως ήταν διπλωμένο πρόχειρα, βρέθηκαν σε διάφορα μέρη του σταυροί σχηματισμένοι από το μαρτυρικό αίμα.
Την τρίτη μέρα αφού αποκεφαλίστηκε ο μάρτυρας, δόθηκε προσταγή το λείψανό του να μη δοθεί στους Χριστιανούς, αλλά να ριχτεί στη θάλασσα. Όμως ο Θεός οικονόμησε και με κάποιο μυστικό τρόπο, με την καλή διάθεση του δημίου, το μετέφεραν στο νησί Πρώτη και το ενταφίασαν μέσα στον ναό του Μοναστηριού.
Ο καλλίνικος αυτός νεομάρτυρας Δημήτριος έλαβε από τον Θεό μεγάλη χάρη και εκτελεί πολλά και εξαίσια θαύματα. Γιατί ο Κύριος δοξάζει αυτούς που τον δοξάζουν. Σε Αυτόν, τον τριαδικό Θεό μας, ανήκει η δόξα και η εξουσία και η προσκύνηση στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.
(1) Παραφθορά της λέξης Σεϊχουλισλάμ, που σήμαινε τον ανώτατο θρησκευτικό αξιωματούχο.
Ἀπολυτίκιον Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Χαίρε βλάστημα, τερπνόν της Χίου` χαίρε καύχημα, των ορθοδόξων, καρτερόψυχε, νέε Δημήτριε` την γαρ αντίχριστον πλάνην εφαύλισας, ένθα του κράτους υπάρχει το φρύαγμα, ως ανέκραζες, Θεόν τον Χριστόν επίσταμαι, δωρούμενον ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον Ήχος γ'. Η Παρθένος σήμερον.
Η λαμπρά του Βύζαντος, και μεγαλώνυμος Πόλις, μελωδείτω σήμερον, μεγαλοφώνως βοώσα, σκάμματα τα υπέρ φύσιν του Δημητρίου, νέου μεν, μετά τον πάλαι τον Μυρορροάν, διά σε Χριστόν σφαγέντος, όνπερ ανύμνει σε, ως φύσει Θεού Υιόν.
Κάθισμα Ήχος α'. Τον τάφον Σου Σωτήρ.
Ευφράνθησαν εν σοι, Ορθοδόξων τα πλήθη, φαυλίσαντι λαμπρώς, των ανόμων την πλάνην` ανήλθες επί βήματος, υπερτάτου της Βύζαντος, και ανέκραζες, ω ασεβείας προστάται, τον θεάνθρωπον, εγώ κηρύττω Σωτήρα, του κόσμου και Κύριον.
Ὁ Οἶκος
Δημητρίου του Χιοπολίτου την άθλησιν, τα παλαίσματα και τον ένδοξον υπέρ Χριστού θάνατον, δεύτε φιλέορτοι συνελθόντες, ύμνοις, εγκωμίων, και ωδαίς πνευματικαίς ευφημήσωμεν` ότι τη δυνάμει του Χριστού καθοπλισθείς, την κακέμφατον των της Άγαρ κατέπτυσε πλάνην, εν αυτώ τω του κράτους υπρτάτω βήματι, καταπλήξας αυτούς, τη του φρονήματος παρρησία, και την τούτων μιαιφόνον ερεθίσας μανίαν, εις το παρ` αυτών σφαγήναι, ότι τρανώς Θεόν αληθινόν τον Χριστόν ωμολόγει, ως φύσει Θεού Υιόν.
Μεγαλυνάριον
Τους ανευφημούντας σου ευλαβώς, τους λαμπρούς αγώνας, και τους άθλους Μάρτυς Χριστού, και την θείαν μνήμην τελούντας ετησίως, περίσωζε Δημήτριε ταις πρεσβείαις σου.
Πηγή: (από το βιβλίο «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σελ. 252, διασκευή για την Κοινωνία Οροθοδοξίας) Κοινωνία Οροθοδοξίας
Κάθε φορά, ἀγαπητοί μου, ποὺ γίνεται θεία λειτουργία, διαβάζονται δύο ἱερὰ ἀναγνώσματα, εὐαγγέλιο καὶ ἀπόστολος. Καὶ τὰ δύο περιέχουν λόγια μεγάλα καὶ ὑψηλά, ποὺ ἐὰν ὁ ἄνθρωπος τὰ ἐφήρμοζε ἡ γῆ θὰ γινόταν παράδεισος.
Σε προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε στη σχέση και στους άρρηκτους δεσμούς που έχει αποκτήσει η Τουρκία με την ισλαμική τρομοκρατία, την οποία πλέον χρησιμοποιεί σε διάφορες επιχειρήσεις για να εξυπηρετήσει τους στόχους του τουρκικού κράτους ή και του ίδιου του Ερντογάν.
Σχεδόν το 10% των μητέρων στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν γνωρίζουν ποιος είναι ο πατέρας των παιδιών τους.
Δός μοι τήν αἴσθησιν, Χριστέ, ἥν ἅπαξ ἐδωρήσω, σκέπασον ταύτῃ με, Σωτήρ, κρύψον ἐντός με ὅλον καί μή ἐάσῃς αἴσθησιν ἐγγίζειν μοι τοῦ κόσμου, μή ἔνδοθεν εἰσέρχεσθαι, μή ὅλως με τριτρώσκειν, τόν δοῦλόν σου τόν ταπεινόν, ὅν ἠλέησας μόνος. Τῇ γάρ μερίμνῃ τῇ καλῇ αἴφνης ἐπεισπεσοῦσα ἡ αἴσθησις ἡ κοσμική κακάς ἐπιθυμίας εὐθέως ἐνεποίησε ψυχῇ μου τῇ ἀθλίᾳ˙ δόξαν γάρ ὑποδείκνυσι, πλούτου ὑπομιμνῄσκει, τοῖς βασιλεῦσί τε τῆς γῆς ἐγγίζειν ἐποτρύνει ὡς εὐτυχίαν λέγουσα εἶναι τοῦτο μεγάλην. Ἐκ τούτων οὖν τῶν λογισμῶν, ὥσπερ ὑπό ἀνέμου ἀσκός ὀγκοῦται καί τό πῦρ ἀνάπτεται εἰς φλόγα, οὕτως ἐκείνη ἡ ψυχή φυσωμένη ὀγκοῦται καί διατείνεται σφοδρῶς ἐπιθυμίᾳ δόξης, πλούτου τε καί ἀνέσεως τῶν κάτω συρομένων, ἐφίεται δοξάζεσθαι σύν τοῖς δοξασμένοις, περιφανής τε φαίνεσθαι σύν τοῖς περιφανέσι καί πλοῦτον κτᾶσθαι σύν αὐτοῖς τοῖς τόν πλοῦτον κτωμένοις, ἥνπερ ἐδόξασας αὐτός φωτί σου τῷ ἀρρήτῳ, ἥνπερ αὐτός ἐστόλισας δόξῃ σου τῇ ἀφράστῳ, ἥνπερ αὐτός παρέδειξας λαμπρότητά σου θείαν. Ἡ αἴσθησις αἰχμάλωτον τόν νοῦν αὐτῆς λαβοῦσα ὑποδεικνύει βασιλεῖς, ὑπομιμνῄσκει δόξης καί πλοῦτον ὑποδείκνυσι τόν τοῦ παρόντος βίου, ὀργᾶν πρός ταῦτά τε ποιεῖ τῇ ἐνθυμήσει μόνῃ. Ὤ σκότους, ὤ πωρώσεως, ὤ λογισμῶν ματαίων, προθέσεώς τε ῥυπαρᾶς καί ἀναισθήτου γνώμης, ὅτι λιπών τά ἄρρητα καί ἄφθαρτα τοῦ βλέπειν τά ἐπί γῆς λογίζομαι καί ταῦτα ἐνθυμοῦμαι! Οὐ τελευτήσει βασιλεύς; Οὐχί παρέλθει δόξα; Οὐ πλοῦτος σκορπισθήσεται ὥσπερ χνοῦς ὑπ᾿ ἀνέμου; Οὐχί διαφθαρήσεται τά σώματα ἐν τάφοις καί ἄλλοι κυριεύσουσι τῶν ἐν τῇ γῇ χρημάτων καί μετ᾿ ἐκείνους ἕτεροι καί ἀπ᾿ἐκείνων ἄλλοι; Καί τίνος, λέγε μοι, ψυχή, ὀ πλοῦτος ἐγεγόνει, τίς δέ ἐν κόσμῳ ἴσχυσε μικρόν κερδῆσαι πρᾶγμα, ἵν᾿ ὥσπερ ζῶν τε καί θανῶν μετ᾿ αὐτοῦ τοῦτο λάβῃ; Πάντως οὐδένα οὐδαμῶς δεῖξαί μοι εὐπορήσεις, εἰ μή τούς ἐλεήμονας, τούς μηδέν κτησαμένους, ἀλλά τά πάντα ἐν χερσί τῶν πενήτων διδόντας. Ἐκεῖνοι γάρ καί ἔχουσιν ἀσφαλῶς τά δοθέντα, ἀφ᾿ οὗπερ καί δεδωκάσιν εἰς χεῖρας τοῦ Δεσπότου˙ οἱ δ᾿ ἄλλοι πάντες ὡς πτωχοί καί πτωχῶν πάντων χείρους ὑπάρχουσιν, οἱ ἔχοντες ἀποκείμενον πλοῦτον˙ γυμνοί γάρ ὥσπερ πτώματα ῥίπτονται ἐν τοῖς τάφοις καί τῶν παρόντων ἄθλιοι καί τῶν μελλόντων ξένοι. Τί οὖν, ψυχή μου, ἐν αὐτοῖς καλόν ὁρῶσα τέρπῃ; Ποῖον δέ τούτων ἄξιον κρίνεις ἐπιθυμεῖσθαι; Πάντως οὐκ ἔχεις τί εἰπεῖν, πάντως οὐκ ἀποκρίνῃ. Οὐαί τοῖς πλοῦτον ἔχουσιν ἐκτεθησαυρισμένον, οὐαί τοῖς δόξαν θέλουσι λαμβάνειν ἐξ ἀνθρώπων, οὐαί τοῖς παρενείρουσιν ἑαυτούς τοῖς πλουσίοις καί μή τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐκείνου πλοῦτον καί τό συνεῖναι μετ᾿ αὐτοῦ μόνον ἐπιθυμοῦσιν, ὅτι ὁ κόσμος μάταιος, τά δ᾿ ἐν τῷ κόσμῳ πάντα ματαιοτήτων ἔσονται, τά πάντα ματαιότης. Διό καί παρελεύσονται, Θεός δέ ἔσται μόνος αἰώνιος καί ἄφθαρτος εἰς ἀεί διαμένων, καί σύν αὐτῷ δέ ἔσονται οἱ νῦν αὐτόν ζητοῦντες, οἱ μόνον ἀγαπήσαντες ἐκεῖνον ἀντί πάντων. Οὐαί δέ τότε τοῖς νυνί τόν κόσμον ἀγαπῶσιν, ὅτι κατακριθήσονται ἐν αὐτῷ εἰς αἰῶνας. Οὐαί, ψυχή, τοῖς θέλουσι τήν δόξαν τῶν ἀνθρώπων, ὅτι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἀποστεροῦνται. Οὐαί, ψυχή, τοῖς ἔχουσι τόν πλοῦτον συνηγμένον, ὅτι ἐπιθυμήσουσιν ἐκεῖ τυχεῖν ῥανίδος. Οὐαί, ψυχή, τοῖς ἔχουσιν ἐπ᾿ ἄνθρωπον ἐλπίδα, ὅτι αὐτός τεθνήξεται καί σύν αὐτῷ ἐλπίδες, καί τότε εὑρεθήσονται μή ἔχοντες ἐλπίδα. Οὐαί, ψυχή, τοῖς ἔχουσιν ἀνάπαυσιν ἐνταῦθα, ὅτι ἐκεῖθεν ἕξουσιν αἰώνιον τήν θλῖψιν. Εἰπέ, ψυχή μου, τί λυπῇ, τί ζητεῖς τῶν ἐν βίῳ, εἰπέ μοι, καί διδάξω σε ἑνός ἑκάστου χρείαν καί μάθε καί διδάχθητι τό καλόν ἐν ἑκάστῳ. Θέλεις, εἰπέ, δοξάζεσθαι, θέλεις καί ἐπαινεῖσθαι; Ἄκουσον τοίνυν, τί τιμή, τί δέ καί ἀτιμία˙ τιμή τό πάντας μέν τιμᾶν, τόν Θεόν δέ πρό πάντων καί τάς ἐκείνου ἐντολάς ἐπικτᾶσθαι ὡς πλοῦτον, ὑβρίζεσθαί τε δι᾿ αὐτάς, δι᾿ αὐτάς λοιδορεῖσθαι καί δι᾿ αὐτάς ὀνειδισμούς ὑποφέρειν παντοίους. Ὅταν γάρ πράγματί τινι, ψυχή, ἐπιχειρήσῃς, ἵνα τιμήσῃς τόν Θεόν, ἵνα αὐτόν δοξάσῃς καί διά τοῦτο ὑβρισθῇς καί ἐξουδενωθήσῃ, τότε τιμῆς ἐπέτυχε καί δόξης τῆς ἑστώσης, ὅτι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐπί σε πάντως ἥξει. Τότε σε καί οἱ ἄγγελοι ἐπαινέσουσι πάντες, ὅτι ἐτίμησας Θεόν, ὅν ὑμνοῦσιν ἐκεῖνοι. Θέλεις, ψυχή μου, κτήσασθαι ἱματισμόν καί πλοῦτον; Ἄκουσον, ἄρτι δείξω σοι τόν αἰώνιον πλοῦτον˙ δάκρυσον, μετανόησον, καταφρόνησον πάντων, γενοῦ πτωχή τῷ πνεύματι, γενοῦ καί τῇ καρδίᾳ, γενοῦ ἀκτήμων χρήμασι, γενοῦ τοῦ κόσμου ξένη, γενοῦ τῶν θελημάτων σου ἐχθρά τῶν ἐναντίων καί μόνου τοῦ θελήματος γενοῦ τοῦ σοῦ Δεσπότου καί ἀκολούθησον αὐτοῦ τοῖς ἴχνεσιν εὐτόνως. Καί τότε σχολαιότερον βαδίσας ὁ Δεσπότης θέλων καταληφθήσεται ὑπό σοῦ τῆς ἀθλίας˙ αὐτόν δ᾿ ἰδοῦσα βόησον καί κραύγασον μεγάλως, αὐτός δ᾿ ἐπιστραφήσεται ὄμματι τῷ ἱλέῳ καί βλέψει καί παράσχει σοι μικρόν αὐτόν ἰδέσθαι καί πάλιν καταλείψει σε κρυβείς ἐξ ὀφθαλμῶν σου. Τότε θρηνήσεις, τάλαινα, τότε κλαύσεις ἐμπόνως, τότε αἰτήσεις θάνατον μή φέρουσα τόν πόνον, μή στέγουσα τόν χωρισμόν τοῦ γλυκέος Δεσπότου. Αὐτός ἐξαποροῦσαν δέ ὁ ἀγαθός ἰδών σε καί σφοδρῶς ἐπιμένουσαν τῷ κλαυθμῷ καί τῇ λύπῃ πάλιν αἴφνης φανήσεται, πάλιν σε καταυγάσει, πάλιν καθυποδείξει σοι τόν ἀκένωτον πλοῦτον, τήν δόξαν τήν ἀμάραντον τοῦ πατρικοῦ προσώπου, καί εὐφρανεῖ σε ὡς τόν πρίν καί χαρᾶς σε ἐμπλήσει καί οὕτω καταλείψει σε τῆς χαρᾶς πεπλησμένην. Κατά μικρόν δέ ἡ χαρά τοῖς ἐκ τοῦ κόσμου λόγοις καί λογισμοῖς ἐκλείψει σε καί προσέσται σοι λύπη, καί οὕτω πάλιν ὡς τό πρίν ἔσῃ σφοδρῶς θρηνοῦσα καί κοκυτῷ κραυγάζουσα κἀκεῖνον ἐκζητοῦσα, τόν εὐφροσύνην πάροχον, τόν τῆς χαρᾶς δοτῆρα, τόν πλοῦτον τόν ἱστάμενον καί ἀεί ὄντως ὄντα. Οὕτω σου τήν προαίρεσιν δοκιμάζοντος βλέπε, μή ἀποκάμῃς, ὦ ψυχή, μή στραφῇς εἰς τοὐπίσω, μή εἴπῃς˙ Μέχρι πότε μοι ἄληπτος οὕτως ἔσται; Μή εἴπῃς˙ Τί φαινόμενος εὐθύς κρύπτετααι πάλιν καί ἕως πότε κόπους μοι οὐκ ἐλεεῖ παρέχειν; Μή εἴπῃς˙ Πῶς δέ δύναμαι κοπιᾶν μέχρι τέλους; καί κατοκνήσῃς, ὦ ψυχή, ἐκζητεῖν τόν Δεσπότην, ἀλλ᾿ ὡς πρός θάνατον σαυτήν ἅπαξ, ψυχή, ἐκδοῦσα μή ψηλαφήσῃς ἄνεσιν, μή ἐκζητήσῃς δόξαν, μηδέ τρυφήν τοῦ σώματος, μή συγγενῶν φιλίαν, μή περιβλέψῃ δεξιᾷ, μή εὐωνύμᾳ ὅλως, ἀλλ᾿ ὡς ἐνήρξω, μᾶλλον δέ θερμοτέρως δραμοῦσα σπεῦσον ἀεί καταλαβεῖν, δράξασθαι τοῦ Δεσπότου. Κἄν μυριάκις ἄφαντος, τοσαυτάκις φανής σοι γένηται, καί ὁ ἄληπτος οὕτως ἔσται ληπτός σοι, μυριοντάκις, μᾶλλον δέ ἕως πνέεις ὅλως, προθυμοτέρως ζήτησον καί πρός ἐκεῖνον δράμε. Καί γάρ οὐ καταλείψει σε, οὐκ ἐπιλήσεταί σου, κατά μικρόν δέ μάλιστα ἐπί πλεῖον φανεῖται καί συχνοτέρως σοι, ψυχή, συνέσται ὁ Δεσπότης καί καθαρθεῖσαν τέλεον τοῦ φωτός τῇ ἐλλάμψει ὅλος αὐτός ἐλεύσεται, αὐτός ἐγκατοικήσει, αὐτός καί ἔσται μετά σοῦ ὁ τόν κόσμον ποιήσας, καί πλοῦτον ἕξεις ἀληθῆ ὅν ὁ κόσμος οὐκ ἔχει, ἀλλ᾿ οὐρανός καί οἱ ἐκεῖ ἐναπογεγραμμένοι. Εἰ οὕτω σοι γενήσεται, εἰπέ, τί πλέον θέλεις; Εἰπέ, ψυχή ἀχάριστε, εἰπέ, ψυχή ἀγνῶμον, εἰπέ, ψυχή μου ταπεινή, τί τούτων μεῖζον ἔστιν ἐν οὐρανοῖς εἴτ᾿ ἐν τῇ γῇ, ἵν᾿ ἐκεῖνο ζητήσῃς; Τοῦ οὐρανοῦ ὁ ποιητής καί τῆς γῆς ὁ Δεσπότης καί πάντων τῶν ἐν οὐρανῷ καί πάντων τῶν ἐκ κόσμῳ κτίστης, κριτής καί βασιλεύς αὐτός ὑπάρχων μόνος ἐν σοί ὑπάρχει κατοικῶν, ὅλος δεικνύμενός σοι, ὅλος ἐλλάμπων σε φωτί καί κάλλος ὑποφαίνων τό τοῦ προσώπου, καί αὐτόν ἐκτυπώτερον βλέπειν καί παρέχων σοι καί κοινωνόν δόξης σε τῆς ἰδίας ἀπεργαζόμενος. Εἰπέ, τί τούτου μεῖζον ἄλλο; Πάντως οὐδέν μοί προσερεῖς. Ἐγώ δέ πάλιν λέγω˙ Τοιαύτης δόξης, ὦ ψυχή, σύ καταξιωθεῖσα τί ἔτι κέχηνας πρός γῆν, τί δέ θέλγῃ τοῖς ὧδε, τί τοῖς φθαρτοῖς προστέτηκας τά ἄφθαρτα λαβοῦσα, τί τοῖς παροῦσι πρόσκεισαι τά μέλλοντα εὑροῦσα; Ἐκεῖνα σπούδασον, ψυχή, διηνεκῶς κεκτῆσθαι, ἐκείνοις ὅλην σεαυτήν προσκόλλησον, ψυχή μου, ἵνα καί μετά θάνατον ἐν αὐτοῖς εὑρεθήσῃ τοῖς αἰωνίοις ἀγαθοῖς, οἷς ἐντεῦθεν ἐκτήσω, καί σύν αὐτοῖς τῷ ποιητῇ παραστῇς καί Δεσπότῃ εὐφραινομένη σύν αὐτῷ εἰς αἰῶνας αἰώνων, ἀμήν.
Πηγή: Ὀρθόδοξοι Πατέρες
Ανάμεσα στα ολίγα σωζόμενα πνευματικά διαμάντια της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ισάξιος στην πολυμάθεια με τον Μέγα Βασίλειο, στη γλυκύτητα και στη γλαφυρότητα του λόγου με τον Θείο Χρυσόστομο, σύγχρονος και με τους δύο, είναι ο Όσιος και Θεοφόρος Πατέρας μας και Οικουμενικός Διδάσκαλος, Εφραίμ ο Σύρος.
Εκπομπή με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη της Κυριακής 30 Ιανουαρίου 2022.
Οι Τρεις Ιεράρχες πρώτευσαν σε όλους τους τομείς της πνευματικής ζωής. Κατέκτησαν με τον προσωπικό τους αγώνα και την βοήθεια της θείας Χάριτος τις κορυφές της αγιότητος και καλούσαν τους πιστούς να ανεβαίνουν στις ωραίες πνευματικές αναβάσεις.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης καταλαβαίνει μόνο ό,τι έχει να κάνει με λεφτά. Έτσι έχει μάθει, αυτή την πολιτική ασκεί, σ’ αυτή τη «γλώσσα» μιλάει.
Ιδιαίτερου ιστορικού και πολιτικού ενδιαφέροντος για την περίοδο του Συμμοριτοπόλεμου και του ρόλου που διαδραμάτισε το ΚΚΕ είναι ο πρόσφατος αποχαρακτηρισμός αρχείων της Σοβιετικής Ένωσης.
Στις 1 Απριλίου 1942 στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, στο χωριό Θεοδόσια του Κιλκίς γεννιέται ο πρωτότοκος υιός του κ. Δηµήτρη και της κ. Δέσποινας Ασλανίδη, ο Ιωάννης. Λόγω της πολιτικής αστάθειας των χρόνων εκείνων, η οικογένεια Άσλανίδη φεύγει από το χωριό και εγκαθίσταται μόνιμα το 1947 στον συνοικισμό Σταυρούπολη της Θεσσαλονίκης.
Οπτικό υλικό από επιχειρησιακές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες των Ενόπλων Δυνάμεων υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες, οι οποίες έλαβαν χώρα την Δευτέρα 24 και την Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2022.
Ὁ μακαριστός κύρ-Φώτης Κόντογλου μᾶς τά εἶπε μέ τή μορφή τοῦ παραμυθιοῦ: Θά ̓ρθεῖ καιρός πού οἱ ἄνθρωποι θά πιοῦν τό «τρελλό νερό» καί θά σαλέψει τό μυαλό τους!
Ἀγαπημένοι μου συναιχμάλωτοι τῆς Παγκόσμιας Ὑγειονομικῆς Δικτατορίας! Ἀγαπητοί μου συγκρατούμενοι στόν Θαυμαστό Ἀνάποδο Κόσμο!
Ερώτησις. Ει καλόν εστίν εκ πάντων των ερεθιζόντων τα πάθη μακρύνεσθαι, και ει νίκη νομίζεται η τοιαύτη φυγή ή ήττα τη ψυχή, εν τω φεύγειν τους πολέμους και επιλέγεσθαι εαυτή την ανάπαυσιν.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...