Να ‘τανε το ‘21...
Την 25η Μαρτίου γιορτάζουμε την καταστατική πράξη της ίδρυσης του ελληνικού κράτους. Για να συνταχθεί αυτό το καταστατικό χρειάστηκαν η παρουσία του Θεού, των ανθρώπων, τα όπλα μας, οι σημαίες μας και η θέλησή μας να ζήσουμε ελεύθεροι, χωρίς να φοβόμαστε την αυθαιρεσία του εχθίστου των εχθίστων: Του Οθωμανού δυνάστη, που είχε εγκαταστήσει τη φρίκη και τη βαρβαρότητά του επί αιώνες στα εδάφη μας.
Το 1821, η Επανάσταση δεν ήταν ούτε κοινωνική ούτε ταξική. Εθνική ήταν. Πλούσιοι και φτωχοί, λαϊκοί και κληρικοί, λόγιοι κι αγράμματοι ρίσκαραν τα λίγα ή τα πολλά τους, τη σωματική ακεραιότητα και την ίδια τη ζωή τους για να λάβουν ως αντιμίσθιο την ελευθερία. Υπ’ όψιν ότι ο σκλάβος γίνεται ελεύθερος από την πρώτη στιγμή που ορθώνει το ανάστημά του σε όποιον του στερεί την ελευθερία. Οι Ελληνες ελευθερώθηκαν μόλις έριξαν την πρώτη τουφεκιά, μόλις ξεθηκάρωσαν και επέστρεψαν ματωμένο το ξίφος στο θηκάρι. Σκλάβοι, δούλοι και δύσμοιροι παρέμειναν όσοι δεν είχαν τα ψυχικά αποθέματα να τα βάλουν με τον ενσαρκωμένο εφιάλτη της Τουρκιάς.
Και ενώ η γνώση της ισορροπίας των δυνάμεων Ελλήνων - Τούρκων καθιστούσε καθαρή τρέλα τον ξεσηκωμό, οι Ελληνες ξεσηκώθηκαν. Και τα δύο πρώτα χρόνια, που πολεμούσαν ενωμένοι, νικούσαν, και άρχισε μάλιστα να διαγράφεται στον πνευματικό ορίζοντα το όραμα της Πόλης.
Οι Ελληνες ποτέ δεν αποποιήθηκαν την κληρονομιά της αρχαιότητας και του Βυζαντίου. Χαρακτηριστικά είναι όσα είχε πει ο Γέρος του Μοριά στον Χάμιλτον, που του ζητούσε συμβιβασμό με τη βαρβαρότητα: «Εμείς, καπετάν Αμιλτον, ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους. Αλλους έκοψε, άλλους εσκλάβωσε με το σπαθί εις γενεάς. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμία συνθήκη δεν έκαμε, η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα. [...] Η φρουρά του βασιλέως μας είναι οι λεγόμενοι Κλέφται, τα φρούρια η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά».
Βασιλέας για τον Κολοκοτρώνη, αλλά και για αναρίθμητους άλλους Ελληνες εδώ και αιώνες είναι ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Και στόχος του έθνους είναι η πολιτισμική, πνευματική, πληθυσμιακή, οικονομική, αλλά και εδαφική αποκατάστασή του.
Αυτό μπορεί να γίνει εφικτό αν ταξιδέψουμε νοερά μέχρι το 1821 και πάρουμε στα σοβαρά τα διδάγματά του: Ενωμένοι νικάμε τους πάντες. Διχασμένοι (εν μέσω Επανάστασης κάναμε και εμφύλιες συγκρούσεις) ηττώμεθα και χρειαζόμαστε τις παρεμβάσεις των ξένων, τύπου Ναυμαχίας του Ναυαρίνου, για να «σωθούμε».
Η Τουρκία είναι υπολογίσιμη αντίπαλος, αλλά, σε κάθε περίπτωση, πιο εύκολη υπόθεση από την αντιμετώπιση του αληθινά επικίνδυνου εχθρού: Του κακού εαυτού μας.
Ζήτω το 1821!
Πηγή: Δημοκρατία, Ακτίνες