Μετά τη σύλληψη του Tommy Robinson στις 25 Μαΐου, η παρουσίαση γενικά – και λανθασμένα – αναφερόμενη ως «συμμορίες βιαστών Ασιατικής καταγωγής» έχει επανέλθει στις ειδήσεις. Αυτό έχει αναζωπυρώσει μια συζήτηση σχετικά με το αν τα θύματα δικαιώνονται από, και αν οι δράστες έρχονται αντιμέτωποι με την Δικαιοσύνη.
Σε όλα αυτά όμως λείπει τουλάχιστον ένα βασικό στοιχειό. Τι συνέπειες έχουν υπάρξει, υπάρχουν ή ενδέχεται να υπάρξουν σε μεταγενέστερο στάδιο, για όλους εκείνους τους δημόσιους αξιωματούχους που επέτρεψαν σιωπηλά ή με άλλο τρόπο να συνεχιστούν αυτές οι σύγχρονες φρικαλεότητες και δεν έκαναν τίποτα για να τις σταματήσουν; Τους αστυνομικούς, τους πολιτικούς, τους εργαζόμενους στο δημόσιο και άλλους που φάνηκαν να αποτυγχάνουν επανειλημμένα.
Δεν έχουν ποτέ καταδικαστεί σε φυλάκιση για καμιά από τις παραβλέψεις τους – και ίσως δεν θα ασκηθούν ποτέ ποινικές κατηγορίες εναντίον τους (ούτε καν κατηγορίες περί εγκληματικής αμέλειας).
Αξίζει όμως να αναρωτηθούμε αν οι ζωές, οι σταδιοδρομίες ή ακόμα και τα συνταξιοδοτικά σχέδια των ανθρώπων αυτών επηρεάστηκαν από την αποδεδειγμένη αποτυχία τους να αντιμετωπίσουν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που απασχολούν τη Βρετανία.
Δηλαδή, τους μαζικούς βιασμούς νεαρών κοριτσιών που παρακινούνται από ενήλικες που υποκινούνται (μεταξύ πολλών άλλων) από το ρατσισμό, τη θρησκευτικότητα, το μισογυνισμό και την ταξική περιφρόνηση.
Ίσως η καριέρα μίας μόνο δημόσιου αξιωματούχου, όπως αυτή έχει εξελιχθεί μετά την εμφάνιση των συμμοριών βιαστών, βοηθήσει να απαντηθεί αυτή η ερώτηση. Το όνομά της είναι Joanna Simons. Το 2013 ήταν Διευθύνουσα Σύμβουλος του Συμβουλίου της Κομητείας του Οξφορντσάιρ.
Ήταν στο επίκεντρο του προγράμματος “φροντίδας” αυτού του Συμβουλίου για σχεδόν μια δεκαετία: δηλαδή κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία έγιναν οι μαζικοί βιασμοί ντόπιων κοριτσιών (που στη συνέχεια διερευνήθηκαν με το όνομα «Επιχείρηση Bullfinch»).
Η βαρβαρότητα, η οποία χαρακτήριζε τους ντόπιους άνδρες, που λανθασμένα περιγράφτηκαν ως «Ασιατικής» προέλευσης, συμπεριλάμβανε το μαρκάρισμα ενός από τα κορίτσια με ένα «Μ» στο σώμα της. Το όνομα του δράστη ήταν «Mohammed» και ο εν λόγω Mohammed θέλησε όλοι να γνωρίζουν ότι αυτό το κορίτσι «ανήκε» σε αυτόν και πως ήταν κτήμα του.
Άλλα μεταξύ των εκατοντάδων ντόπιων θυμάτων υπέστησαν εξίσου τρομακτική κακοποίηση. Μερικά από αυτά βρίσκονταν υπό τη φροντίδα των τοπικών αρχών. Μεταξύ των ιστοριών, που είδαν το φως της δημοσιότητας από την υπόθεση του 2013 στο Δικαστήριο Old Bailey, ήταν και η ιστορία ενός κοριτσιού που ναρκώθηκε και βιάστηκε από μια συμμορία ανδρών.
Κατάφερε να διαφύγει και να καλέσει ένα ταξί, το οποίο την πήγε στο ίδρυμα κοριτσιών όπου ζούσε. Το προσωπικό του ιδρύματος αρνήθηκε να πληρώσει το ταξί, και έτσι ο οδηγός πήγε το κορίτσι κατευθείαν πίσω στο μέρος από το οποίο είχε μόλις δραπετεύσει, όπου η συμμορία τη βίασε ξανά.
Δεν πρόκειται για εφιάλτη σε κάποια μακρινή χώρα, ή ακόμη σε μια πόλη της βόρειας Αγγλίας, όπου τα μέσα μαζικής ενημέρωσης του Λονδίνου σπάνια φτάνουν. Πρόκειται για μια ιστορία που εξελίσσεται στο καταπράσινο Οξφορντσάιρ.
Οι οικογένειες μερικών από τα κακοποιημένα κορίτσια εξήγησαν πως προσπαθούσαν συνεχώς να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου για το τι συνέβαινε με τις κόρες τους, αλλά το κράτος τους έκλεινε τις πόρτες του κατάμουτρα.
Αφού βγήκαν στο φως στοιχεία όπως τα παραπάνω κατά τη ποινική δίκη στο Old Bailey, η Simons δημοσίευσε ένα βίντεο στο διαδίκτυο από το Συμβούλιο της Κομητείας του Οξφορντσάιρ. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών λιγότεροι από 2.000 άνθρωποι παρακολούθησαν αυτήν την απολογία 48 δευτερολέπτων. Αλλά αξίζει ένα ευρύτερο κοινό.
Στο βίντεο, η κ. Simons κοιτάει τη κάμερα και ζητάει συγνώμη στους ανθρώπους τους οποίους το Συμβούλιο απογοήτευσε, γεγονός που δείχνει πολλά για τη στάση που επικρατούσε εδώ και χρόνια στη Βρετανία. Από την αρχή μέχρι το τέλος, τα πάντα είναι λάθος.
Ο τόνος και το περιεχόμενό του υποδηλώνουν ότι η κ. Simons σαν να ζητά συγνώμη για καθυστέρηση στην συλλογή τοπικών απορριμμάτων ή για καθυστέρηση στην παροχή αλατιού για τα πεζοδρόμια κατά τη διάρκεια κακοκαιρίας. Τίποτα δεν θυμίζει τη φρίκη– τον απόλυτο, αδιανόητο τρόμο – για όσα έλαβαν χώρα στο καταπράσινο, αγαπημένο, το με τους ονειρεμένους πυργίσκους Οξφορντσάιρ, υπό τη θητεία της.
Όταν η Simons εμφανίστηκε αργότερα στην εκπομπή Newsnight του BBC, ήρθε αντιμέτωπη με τις εξαιρετικές ερωτήσεις της Emily Maitlis. Η Simons απάντησε ζητώντας για άλλη μια φορά συγνώμη για την ανεπάρκεια των υπηρεσιών, αλλά και διαβεβαιώνοντας πως η ίδια και οι συνάδελφοί της από το συμβούλιο του Οξφορντσάιρ «έχουν μάθει πολλά».
Όταν η Maitlis ρώτησε τη Simons αν σκεφτόταν να παραιτηθεί, η Simons απάντησε «Έχω κάνει στον εαυτό μου μερικές πολύ δύσκολες ερωτήσεις» αλλά «δεν πρόκειται να παραιτηθώ διότι πιστεύω πως πρέπει να βάλουμε τα δυνατά μας και να αναλάβουμε δράση ώστε να εξαλείψουμε αυτό το πρόβλημα».
Όταν η Maitlis ρώτησε τη Simons τι θα έκανε εάν τα θύματα ή οι οικογένειές τους ζητούσαν τη παραίτησή της, η Simons, αποφεύγοντας επιδέξια την ερώτηση, χρησιμοποίησε κάποια από τις ωραίες πολιτικές υπεκφυγές λέγοντας ωστόσο (περισσότερο εμφανώς απ’ ότι θα έκανε απαντώντας) πως δεν είχε καμία πρόθεση να παραιτηθεί, ακόμη και αν κάθε θύμα και κάθε οικογένεια το ζητούσε.
Ίσως υπήρχαν και άλλα κίνητρα για την επιθυμία της να παραμείνει στη θέση της. Τη στιγμή που διεκόπη η Επιχείρηση Bullfinch, η κ. Simons λάμβανε ετήσιο μισθό άνω των 196.000£ (217.348€) εκτός των επιπλέον επιδομάτων. Προκειμένου να αντιληφθούμε κάποιες αναλογίες, ας αναφερθεί ότι ο μέσος ετήσιος μισθός στο Ηνωμένο Βασίλειο ανέρχεται στις 27.000 £ (30.880 €).
Ο ετήσιος μισθός που καταβάλλεται στον Πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου για τη διακυβέρνηση της χώρας ανέρχεται σε κάτι λιγότερο από 150.000 £ (170.000 €). Έτσι, για τις υπηρεσίες της στο Συμβούλιο της Κομητείας του Οξφορντσάιρ, η κ. Simons ελάμβανε έναν μισθό σημαντικά υψηλότερο από τον μισθό του πρωθυπουργού και περισσότερο από έξι φορές μεγαλύτερο από τον μέσο εθνικό μισθό.
Αν και αντιστάθηκε στις πιέσεις να παραιτηθεί το 2013, τα γεγονότα εξελίχθηκαν. Μια ανασκόπηση σε ολόκληρη την υπόθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι κοινωνικοί λειτουργοί και η αστυνομία γνώριζαν για την κακοποίηση εκατοντάδων νεαρών κοριτσιών στο Οξφορντσάιρ από το 2005, αλλά ότι δεν κατάφεραν να ερευνήσουν ή έστω να το καταγράψουν ως έγκλημα.
Το 2015, το Συμβούλιο της Κομητείας του Οξφορντσάιρ επέλεξε να απαλλάξει την Simons από τα καθήκοντά της, προφανώς για να εξοικονόμηση πόρων. Μετά από μερικές εσωτερικές διαμάχες η απόφαση αυτή ανακλήθηκε. Η Simons τελικά απεσύρθη το 2015 και έλαβε αποζημίωση από το Συμβούλιο ύψους 259.000 £ (296.300 €), ποσό που ξεπερνά τη τιμή ενός μέσου σπιτιού στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η μέση τιμή για αγορά κατοικίας στο Ηνωμένο Βασίλειο τη χρονιά μετά την αποζημίωση της Simons ήταν 220.000 £ (251.000 €). Επομένως τα χρήματα που οι περισσότεροι Βρετανοί συγκεντρώνουν μετά από ολόκληρη ζωή εργασίας, η Simons μπορούσε να τα αποκτήσει μέσα σε ένα χρόνο.
Πολλοί άνθρωποι θα υπέθεταν πως ένα τέτοιο πρόσωπο δεν θα εμφανιζόταν ξανά δημοσίως, ή θα επωφελούταν από κέρδη του και θα εξαφανιζόταν. Ωστόσο, η Simons δεν έλειψε για πολύ καιρό από τις εξελίξεις στο Οξφορντσάιρ.
Τον περασμένο Ιούλιο, ο οργανισμός που προωθεί τον τουρισμό στην περιοχή – «Experience Oxfordshire» – ανακοίνωσε τη Joanna Simons ως τη νέα επικεφαλής του συμβουλίου του. Ένα δελτίο Τύπου που ανακοίνωσε τον διορισμό της, ανέφερε ότι παρέθεσε την εμπειρία της στο Συμβούλιο της Κομητείας του Οξφορντσάιρ ως το προσόν για την ανάληψη αυτής της θέσης.
Είπε επίσης πόσο ανυπομονούσε να «συμβάλει στην προώθηση του θαυμάσιου μέρους που είναι το Οξφορντσάιρ για να δουλέψει, να επισκεφτεί και να ζήσει κανείς». Ο πρώην πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, ένας Graham Upton, δήλωσε ότι η Simons έφερε έναν «πλούτο εμπειρίας» στη θέση.
Η κ. Simons είναι απλά ένα άτομο –ένα από τα πολλά στο Ηνωμένο Βασίλειο που για χρόνια αγνοούσαν τους μαζικούς βιασμούς νεαρών κοριτσιών στη περιοχή τους. Αλλά φυσικά αυτοί οι άνθρωποι δεν βρίσκονται στη φυλακή. Σπανίως, αν ποτέ, κακολογούνται ή έστω αναφέρονται στον εθνικό τύπο.
Δεν διαταράσσεται η ζωή τους. Δεν διώκονται σε κάθε ευκαιρία. Αντιθέτως – αν η Joanna Simons αποτελεί παράδειγμα – έχουν καταφέρει να διατηρήσουν χαμηλό προφίλ για ένα διάστημα, να επωφεληθούν της κατάστασης και στη συνέχεια να εμφανιστούν και πάλι.
Εάν η Βρετανία πρόκειται να αντιμετωπίσει αυτή την επαίσχυντη κουλτούρα των ‘συμμοριών βιασμών’, πρέπει να αρχίσει αλλάζοντας την αναλογία κινδύνου-ανταμοιβής μεταξύ εκείνων που αναγνωρίζουν αυτά τα τερατώδη εγκλήματα και εκείνων που όπως έχει αποδειχθεί τα καλύπτουν.
Πηγή: Gatestone Institute, defence-point.gr