Όλα αυτά τα χρόνια κατίσχυσε ψευδώς ότι η Ελληνική Εθνική Μειονότητα στην Αλβανία όχι μόνον δεν υπέστη εθνικούς και πολιτικούς διωγμούς, αλλά, απεναντίας, έτυχε προνομιακής αντιμετώπισης από το αλβανικό κομμουνιστικό κράτος. Οι πρεσβεύοντες την άποψη αυτή επικαλούνται το σχετικά καλύτερο βιοτικό επίπεδο της περιοχής συγκριτικά με το υπόλοιπο της αλβανικής ενδοχώρας, το υψηλό πνευματικό επίπεδο των Ελλήνων και την καλύτερη, σε σχέση με άλλα μέρη, υπάρχουσα υποδομή.
Τα αναδεικνυόμενα στοιχεία, ωστόσο, είναι αψευδείς μαρτυρίες ότι ο βορειοηπειρωτικός ελληνισμός υπέστη τις πιο απηνείς διώξεις του εθνικού του φρονήματος, την αλλοτρίωση της εθνικής εξέλιξης στο μέτρο που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνον με την ρωμαιοκαθολική κοινότητα της Αλβανίας ή, κατά παράλογο τρόπο, με τους αυτομολημένους κοσοβάρους στην Αλβανία, οι οποίοι ορίστηκαν ως εν δυνάμει πράκτορες του Τίτο.
Είναι αλήθεια ότι το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων στην Αλβανία ήταν υψηλότερο από το γενικότερο επικρατόν άθλιο της υπόλοιπης χώρας, αλλά αυτό δεν οφείλεται ουδαμώς σε χορηγηθέντα προνόμια ή σε αδυναμία του καθεστώτος, οφείλεται μόνον στην εργατικότητα του τοπικού πληθυσμού, στην παραδοσιακή μετανάστευση και στα μεταναστευτικά εμβάσματα των Βορειοηπειρωτών, η πλειοψηφία των οποίων, όμως, οικειοποιούντο από το αλβανικό δημόσιο.
Το 1939, π.χ. τα υπολογισθέντα εμβάσματα και οι μεταφορές χρημάτων από το εξωτερικό προς την Αλβανία υπολογίζοντο σε 1.000.000 δολάρια ετησίως και η συντριπτική πλειοψηφία αυτών προήρχοντο από μετανάστες ελληνικής καταγωγής (Αργυρόκαστρο, Άγιοι Σαράντα, Κορυτσά).
To 1951, εκτός από τους οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει την Αλβανία πριν το 1939 από το Αργυρόκαστρο καταγράφονταν το 21% των δραπετευσάντων (στην πλειοψηφία τους Έλληνες) το 20% από τους Αγίους Σαράντα, το 5% από την Κορυτσά κλπ. Προσθέτως, υπάρχουν δεκάδες αιτήσεις από Έλληνες Βορειοηπειρώτες επιχειρηματίες σε ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδά, οι οποίοι ζητούσαν ανέλπιδα να προβούν σε δωρεές προς την ιδιαίτερη πατρίδα τους (ασθενοφόρα, δρόμους, νοσοκομεία, κ.λ.π.) οι οποίες, όμως, απορρίπτοντο με περιφρόνηση και κυνισμό από τα αλβανικό κράτος το οποίο τις οικειοποιούνταν ληστρικά λόγω της γελοίας συναλλαγματική ισοτιμίας: 1 δολάριο προς 7 λεκ. Ποτέ αυτές οι δωρεές δεν έφτασαν στον προορισμό τους.
Το 1949 στη Βάνιστα (Δρόπολη) δεν ήταν καταγεγραμμένος ούτε ένας αναλφάβητος, ενώ τη ίδια περίοδο στο χωριό Zhulat (Αργυρόκαστρου) με πληθυσμό ισάριθμο προς τη Βάνιστα ήταν καταγεγραμμένοι 80 αναλφάβητοι.
Το χωριό Λόγγος το 1954 είχε 24 δασκάλους, απόφοιτους ελληνικών και ξένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Το 1945 ο λειτουργικός αναλφαβητισμός στην Αλβανία ανερχόταν σε 90% ενώ στην Βόρειο Ήπειρο μόνον 5%.
Οι μαθητικές επιδώσεις των ελληνοπαίδων βορειοηπειρωτών ήταν παντού άριστες, αλλά ο αριθμός των εισαχθέντων στα αλβανικά ΑΕΙ ήταν 1 προς 7 σε σχέση με τον υπόλοιπο αλβανόφωνο πληθυσμό των μειονοτικών περιοχών.
Οι κοιλάδα της Δρόπολης και του Βούρκου παρήγαγε σιτηρά που κάλυπτε τις ανάγκες του εγχώριου πληθυσμού για όλο το χρόνο, αλλά μόνον 3 μήνες προμηθευόταν σιταρένιο ψωμί, τον υπόλοιπο χρόνο κατανάλωνε βιομηχανικό καλαμπόκι.
Οι Βορειοηπειρώτες υπέστησαν τις μαζικότερες πολιτικές διώξεις: Φυλακίσεις, εξαφανίσεις, εκτελέσεις, εξορίες, εκτοπισμοί, ιδίως την περίοδο 1945-1947. Μόνον από το χωριό Πέπελη (470 κατοίκων) το σύνολο του χρόνου κάθειρξης κατηγορουμένων για τα εθνικά τους φρονήματα ανέρχεται σε 224 χρόνια και 413 χρόνια εξορίας.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία (1987) στην επαρχία Αργυροκάστρου (πληθυσμός 61.000) είχαν στρατολογηθεί 64 πράκτορες (δηλαδή 1 στους 953), 387 μυστικοί πληροφοριοδότες (1 στους 157) και παρακολουθούντο 600 άτομα (1 στους 101), είχε σχηματιστεί φάκελος φρονημάτων για 3722 άτομα (δηλαδή για 1 στους 16), ενώ υπηρετούσαν 739 αξιωματικοί και υπαλληλικό προσωπικό της αλβανικής ασφάλειας (1 για 82 άτομα). Στους Άγιους Σαράντα την ίδια περίοδο (πληθυσμός 77.500) είχαν στρατολογηθεί 58 πράκτορες (1 στους 1336), 553 μυστικοί πληροφοριοδότες (1 στους 140) και παρακολουθούντο 761 άτομα (1 στους 101), είχε σχηματιστεί φάκελος φρονημάτων για 4191 άτομα (δηλαδή για 1 στους 18), ενώ υπηρετούσαν 865 αξιωματικοί και υπαλληλικό προσωπικό της αλβανικής ασφάλειας (1 για 89 άτομα).
Την ίδια περίοδο στο Σκραπάρ με αμιγώς αλβανικό πληθυσμό (45.000 άτομα) είχαν στρατολογηθεί μόνον 8 πράκτορες (1 στους 5625), 151 μυστικοί πληροφοριοδότες (1 στους 298) και παρακολουθούντο μόνον 99 άτομα (1 στους 454), ενώ είχε σχηματιστεί φάκελος φρονημάτων μόνον για 345 άτομα (για 1 στους 130), ενώ υπηρετούσαν μόνον 158 αξιωματικοί και υπαλληλικό προσωπικό της αλβανικής ασφάλειας (1 για 284 άτομα).
Βλέπουμε ενδεικτικά διάφορες περιοχές της Αλβανίας:
Rrethi Popullsia Agjente Informatore 2A PP 2B Kontigjente Personeli i degeve Kuadri oficer
Berati 157300 38 334 81 20 424 2412 229 23
Burreli (Mat) 68700 24 230 66 16 151 1003 158 14
Durresi 220000 67 663 221 55 986 3380 1040 40
Elbasan 231000 58 594 157 69 736 3187 363 32
Gjirokastra 61000 64 387 94 40 466 3722 714 25
Saranda 77500 58 553 206 72 483 4191 835 30
Skrapari 45000 8 151 9 5 85 345 149 9
Vlora 158200 70 434 157 50 827 3561 605 38
Ως ύποπτοι στην υπηρεσία της ελληνικής κατασκοπείας παρακολουθούντο 4.000 άτομα ενώ στην υπηρεσία της ιταλικής μόνον 400 άτομα. (Ευχαριστώ τον Kastriot Dervishi, Sigurimi i shtetit 1944-1991, Historia e policisë politike të regjimit komunist Shtëpia Botuese 55, Tiranë 2012.)
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά