Οι μαζικές παραβιάσεις τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών στο Αιγαίο και η παρενόχληση του ελικοπτέρου που επέβαινε ο Έλληνας πρωθυπουργός την ώρα που πετούσε προς το Αγαθονήσι αποτελούν μέρος της πρόσφατης τουρκικής προκλητικότητας. Η τελευταία φαίνεται να κορυφώνεται λίγες ημέρες πριν τη διεξαγωγή των δημοτικών εκλογών της 31ης Μαρτίου που έχουν κυριολεκτικά λάβει την μορφή δημοψηφίσματος για τον Τούρκο πρόεδρο και το κυβερνητικό κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) το οποίο εκ νέου συνασπίζεται με το Κόμμα Εθνικής Δράσης (ΜΗΡ).
Οι οριακές διαφορές μεταξύ των υποψηφίων στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, όπου ειδικά ως προς την πρωτεύουσα οι μέχρι σήμερα δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν την υπερίσχυση του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, ώθησαν τον Τούρκο πρόεδρο να ηγηθεί του προεκλογικού αγώνα περιοδεύοντας σχεδόν σε ολόκληρη της Τουρκία σε μία προσπάθεια να συσπειρώσει το συντηρητικό πυρήνα των ψηφοφόρων του ΑΚΡ.
Υπό το πρίσμα της συσπείρωσης του συντηρητικού εκλογικού σώματος και της πολιτικής αντιπαράθεσης με τον Αμερικανό πρόεδρο Τραμπ θα πρέπει να εξηγηθούν οι δηλώσεις του προέδρου Ερντογάν περί αλλαγής του καθεστώτος που διέπει την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη.
Στο συνολικό σκηνικό έρχεται να προστεθεί η νέα υποτίμηση της τουρκικής λίρας που σε συνδυασμό με την εκτίναξη του κόστους δανεισμού στο 700 τοις εκατό λίγο πριν τις δημοτικές εκλογές εκτιμάται ότι δύναται να επηρεάσει τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων στην κάλπη.
Κλιμάκωση τουρκικής προκλητικότητας
Η βυθιζόμενη στην κινούμενη άμμο των εσωτερικών προκλήσεων Τουρκία κλιμακώνει την προκλητικότητα σε βάρος της Ελλάδας σε μία προσπάθεια να ξεφύγει από την κατάσταση του γεωπολιτικού αυτό-εγκλωβισμού στην οποία έχει περιέλθει. Η διαμορφούμενη πολιτική κατάσταση στην Τουρκία καθιστά επιτακτική περισσότερο από ποτέ την υιοθέτηση λεπτών χειρισμών εκ μέρους της Ελλάδας.
Δηλώσεις τύπου «η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μοντέλο και για άλλες διαφορές» σε καμία περίπτωση δεν λειτουργεί εποικοδομητικά. Αντίθετα, ερμηνεύονται από την Τουρκία ως ελληνική πρόθεση για υποχωρήσεις και παραχωρήσεις στο σύνολο των μονομερών και αυθαίρετων διεκδικήσεων που διατυπώνει η ίδια σε βάρος της χώρας μας.
Στο ίδιο μήκος κύματος, δηλώσεις μελών του ελληνικού κοινοβουλίου ότι η συστάδα των νησιών του Καστελόριζου αποτελεί χωριστή περίπτωση, επειδή δεν ανήκει στο Αιγαίο, ενισχύουν την πάγια θέση της Άγκυρας ότι το Καστελόριζο αποτελεί απομονωμένο και απομακρυσμένο νησί. Ομοίως, μη εποικοδομητικές είναι και οι δηλώσεις της πρώην ηγεσία του ελληνικού υπουργείου εξωτερικών ότι «δεν πρέπει να είμαστε μονοχοφάηδες», διατύπωση που παραπέμπει στην αναγνώριση των τουρκικών διεκδικήσεων όσον αφορά τον έλεγχο των θαλάσσιων ζωνών σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Επιρροή του Καστελόριζου
Προδήλως, το ελληνικό πολιτικό προσωπικό οφείλει να λειτουργήσει υπεύθυνα και να απόσχει από δηλώσεις που αφενός πυροδοτούν την τουρκική προκλητικότητα και αφετέρου καταστρατηγούν τον ρόλο της Ελλάδας ως πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας. Και τούτο διότι οι όποιες διαφορές της χώρας μας με την Τουρκία σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο εκφεύγουν του στενού πλαισίου των ελληνοτουρκικών διαφορών. Ο έλεγχος των θαλασσίων οδών, η ιδιοκτησία θαλάσσιων ενεργειακών οικοπέδων και η συνακόλουθη κατανομή των ενεργειακών πόρων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο αποτελούν υπόθεση που εμπλέκει ενεργειακούς κολοσσούς και περισσότερες των δύο χωρών.
Ως εκ τούτου, οι πάγιες διεκδικήσεις της Τουρκίας ότι δήθεν το Καστελόριζο δεν διαθέτει οιοδήποτε δικαίωμα στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), καθώς το νησί μαζί με τα χωρικά του ύδατα επικάθεται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα δεν θα πρέπει να βρίσκουν ευήκοα πολιτικά ώτα στην Αθήνα. Αντίθετα, η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί διπλωματικά με σύνεση και να εκμεταλλευθεί την ευνοϊκή γεωπολιτική συγκυρία, η οποία συμπυκνώνεται στην επιθυμία των Ισραήλ, Αιγύπτου και Κύπρου για μεταφορά μέρους των μελλοντικών ενεργειακών τους αποθεμάτων στην Ευρώπη μέσω της ελληνικής επικράτειας.
Η θαλάσσια ζώνη επαφής περίπου 50 χιλιομέτρων των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου, εάν αναγνωρισθεί στο σύμπλεγμα του Καστελόριζου πλήρης επιρροή, είναι απόλυτα αποδεκτή από την Αίγυπτο και το Ισραήλ που επιθυμούν την ευρωπαϊκή πρόσβαση μόνο μέσω της Ελλάδας, αποκλείοντας την τουρκική επιλογή.
Αίγυπτος και Ισραήλ έχουν στο πρόσφατο παρελθόν απορρίψει την τουρκική στρατηγική που συμπυκνώνεται στην οριοθέτηση της τουρκικής ΑΟΖ απευθείας με κάθε χώρα ξεχωριστά της Ανατολικής Μεσογείου κατά τρόπο που να εξαφανίζει την υφαλοκρηπίδα του Καστελόριζου αποκόπτοντας την ζώνη επαφής των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου, και εγείροντας με αυτό τον τρόπο τουρκικές διεκδικήσεις στα θαλάσσια οικόπεδα 1, 4, 5, 6 και 7 που βρίσκονται εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
«Ψήφος» εμπιστοσύνης
Ακόμη πιο πρόσφατα, ψήφος εμπιστοσύνης δόθηκε εκ νέου στο πλαίσιο της 6ης τριμερούς Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ που πραγματοποιήθηκε στην Ιερουσαλήμ με την παρουσία των ΗΠΑ αφενός στις συνέργειες των τριών χωρών για την μεταφορά των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου στην Ευρώπη, και αφετέρου στον πλήρη σεβασμό των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων και την προστασία των ενεργειακών δραστηριοτήτων.
Υπό τα δεδομένα καθίσταται προφανές ότι οι συνολικοί χειρισμοί στα ελληνοτουρκικά από την χώρα μας θα πρέπει να γίνονται με υπευθυνότητα και όχι με προχειρότητα και αποσπασματικά. Δεν είναι σώφρων όταν η Άγκυρα προβάλλει ανυπόστατες διεκδικήσεις και αυξάνει την προκλητικότητα της, κάποιοι στην Ελλάδα να της ανοίγουν κερκόπορτα στο ενεργειακό παιχνίδι και να εξαιρούν το Καστελόριζο από το Αιγαίο ακρωτηριάζοντας κυριολεκτικά τα Δωδεκάνησα. Και τούτο διότι επιπόλαιες ενέργειες και δηλώσεις εγγράφουν αρνητικά προηγούμενα, εκπέμπουν λάθος μηνύματα και σε κάθε περίπτωση δύναται να αποβούν μοιραίες για τα ελληνικά συμφέροντα.
Πηγή: slpress.gr