Αν και η Τουρκία φροντίζει να συντηρεί το κλίμα έντασης στο Αιγαίο με διάφορους τρόπους, οι υψηλοί τόνοι έχουν πέσει. Δεν είναι μόνο το καλοκαίρι, που παραδοσιακά αφιερώνεται εκατέρωθεν στον τουρισμό. Είναι και το γεγονός ότι ο Ερντογάν «έχει απλώσει πολύ τραχανά» στα ανατολικά του. Εκτός αυτού, η Αθήνα όχι μόνο μέσω του υπουργού Άμυνας Καμμένου, αλλά και μέσω του υπουργού Εξωτερικών Κοτζιά έχει διαμηνύσει στην Ουάσιγκτον πως εάν πατηθεί η κόκκινη γραμμή οι εξελίξεις θα είναι ανεξέλεγκτες.
Μπορεί οι ΗΠΑ να κινούνται παραδοσιακά στη γνωστή γραμμή των ίσων αποστάσεων, αλλά έχουν διαβιβάσει στην Άγκυρα το ελληνικό μήνυμα με τη σύσταση να το λάβει σοβαρά υπόψη. Το γεγονός αυτό έχει υποχρεώσει τον Ερντογάν να κάνει δεύτερες σκέψεις. Συνειδητοποιεί πως ένα είδος θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο με σκοπό την εξασφάλιση μίας εύκολης συμβολικής νίκης, μπορεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου.
Ειδικά σε μία περίοδο που έχει ανοικτό στρατιωτικό μέτωπο στη Συρία και η προσπάθειά του να απομονώσει τους Κούρδους έχει πέσει στο κενό. Εκτός αυτού, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις είναι σε μεγάλο βαθμό αποδυναμωμένες και με πεσμένο ηθικό, λόγω των εκτεταμένων εκκαθαρίσεων και του εμφυλιοπολεμικού κλίματος.
Αλλά και εάν δεν ήταν έτσι, ο Ερντογάν δεν εμπιστεύεται τους αξιωματικούς ούτε και μετά τις εκκαθαρίσεις. Φοβάται πως εάν τα πράγματα οδηγηθούν σε ελληνοτουρκική σύγκρουση, οι στρατηγοί εκ των πραγμάτων θα αποκτήσουν μεγάλη αυτονομία κινήσεων, την οποία ενδεχομένως να εκμεταλλευθούν για να τον ανατρέψουν. Επιπροσθέτως, το κλίμα για τη νεοοθωμανική Τουρκία είναι πιο αρνητικό παρά ποτέ και στην Ευρώπη και στην Ουάσιγκτον.
Πολιτικό όπλο η απειλή χρήσης βίας
Για όλους αυτούς τους λόγους, το σενάριο πρόκλησης ελληνοτουρκικής σύρραξης δεν είναι στην ατζέντα του Τούρκου προέδρου. Εάν παρόλα αυτά, ο Ερντογάν αποφασίσει να κάνει κάποια επιθετική κίνηση στο ελληνοτουρκικό μέτωπο, κατά πάσα πιθανότητα θα επιχειρήσει να δημιουργήσει κάποιου είδους τετελεσμένου με έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Προς το παρόν, πάντως, οι νεοοθωμανοί χρησιμοποιούν την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας ως πολιτικό όπλο, όπως και οι κεμαλιστές προκάτοχοί τους. Η Άγκυρα θα συνεχίσει με συστηματικότητα να προωθεί τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της στο Αιγαίο.
Πρόκειται για στρατηγική, την οποία δρομολόγησε το μετακεμαλικό καθεστώς το 1973 και συνεχίζουν να την εφαρμόζουν οι νεοοθωμανοί. Στο επίπεδο αυτό, άλλωστε, είχε εξαρχής δημιουργηθεί μία όσμωση μεταξύ των δύο μεγάλων ιδεολογικοπολιτικών ρευμάτων της Τουρκίας.
Αυτή δεν ήταν εκ πρώτης όψεως ορατή, επειδή τα προηγούμενα χρόνια οι νεοοθωμανοί απέφευγαν να υψώνουν πολύ τους τόνους στο ελληνοτουρκικό μέτωπο. Η συγκρατημένη εκείνη στάση τους είχε ανοήτως δημιουργήσει στην Αθήνα τον μύθο για τον «καλό Ερντογάν» και τους «κακούς στρατηγούς».
Χωρίς ρίσκο και μεγάλο κόστος
Στην πραγματικότητα, η συγκρατημένη στάση του νεοοθωμανού ηγέτη οφειλόταν στο γεγονός ότι βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο με το βαθύ κράτος των κεμαλιστών από το 2002. Πιο συγκεκριμένα φρόντιζε να κρατάει χαμηλά τη θερμοκρασία στο Αιγαίο, επειδή φοβόταν μήπως οι στρατηγοί προκαλέσουν κάποιο θερμό επεισόδιο, με σκοπό να τον ανατρέψουν.
Το κρίσιμο ζήτημα σ’ αυτή τη φάση, ωστόσο, δεν είναι εάν η Άγκυρα θα συνεχίσει να προβάλει τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της. Όπως προαναφέραμε, αυτό είναι δεδομένο. Το κρίσιμο ζήτημα είναι ο Ερντογάν να μη θεωρήσει πως μπορεί να δημιουργήσει θετικό για την Τουρκία τετελεσμένο με κάποιου είδους θερμό επεισόδιο, αλλά χωρίς ρίσκο και μεγάλο κόστος.
Για τους λόγους που προαναφέραμε, το σημείο-κλειδί είναι το χωρίς μεγάλο κόστος. Μετά τα Ίμια έχει δημιουργηθεί η εντύπωση στην Άγκυρα πως το ελληνικό πολιτικό σύστημα, αν και έχει ακόμα τη δυνατότητα στο στρατιωτικό επίπεδο, δεν έχει τη βούληση να απαντήσει δυναμικά κατά τρόπο που να προκαλέσει ισοδύναμο κόστος στην Τουρκία. Η εντύπωση αυτή έχει διαβρώσει την αξιοπιστία της ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής.
Πρόκειται για εξαιρετικά επικίνδυνο γεγονός, επειδή ωθεί την Άγκυρα να προχωρήσει παραπέρα στον δρόμο του τυχοδιωκτισμού. Ένα θερμό επεισόδιο, όμως, έχει την τάση να κλιμακωθεί σε σύρραξη. Με άλλα λόγια, εάν ο Ερντογάν υπερβεί ένα όριο κινδυνεύει να προκαλέσει αυτό που στην πραγματικότητα δεν επιθυμεί. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η Αθήνα πρέπει να είναι εξαιρετικά σαφής σ’ αυτό το ζήτημα. Μόνο έτσι θα αποτρέψει μία τέτοια επικίνδυνη εξέλιξη.
Η ρευστοποίηση στα ανατολικά
Για να κατανοηθεί πλήρως η τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο, στα ανωτέρω πρέπει να συνυπολογισθούν και οι εξελίξεις στα νοτιοανατολικά σύνορα της Τουρκίας. Κεντρικός παίκτης εκεί είναι ο κουρδικός αλυτρωτισμός, ο οποίος βιώνεται και από τους νεοοθωμανούς και από τους κεμαλιστές ως απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας τους. Η αμφισβήτηση από τον Ερντογάν της συνθήκης της Λωζάννης είναι ένα μήνυμα προς τις μεγάλες δυνάμεις ότι εάν ρευστοποιηθούν τα γεωπολιτικά δεδομένα στη Συρία και στο Ιράκ θα ρευστοποιηθούν και στα δυτικά, στο Αιγαίο.
Ειδικά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, ο Τούρκος πρόεδρος θεώρησε ότι στο πλαίσιο της κυοφορούμενης νέας τάξης πραγμάτων στην περιοχή μεθοδεύεται και ο δυνάμει ακρωτηριασμός της χώρας του. Είναι ξεκάθαρο, άλλωστε, πως το Κουρδικό ζήτημα έχει για τα καλά μπει στη γεωπολιτική ατζέντα και είναι μάλλον απίθανο να διαγραφεί.
Ο Ερντογάν έχει διαμορφώσει θέση και την εκφράζει σαφώς. Δεν περιορίζεται στη νεοοθωμανική ρητορική του Νταβούτογλου πως η Τουρκία πρέπει να ενδιαφέρεται για τους «αδελφούς» της στον ευρύτερο μουσουλμανικό-σουνιτικό κόσμο. Ούτε έμεινε στη δήλωση πως «Τουρκία δεν είναι μόνο η Τουρκία». Έκανε ένα βήμα παραπέρα.
Όπως είπε, «όταν αλλάζουν τα πάντα, δεν μπορούμε να βρισκόμαστε στο σημείο που βρεθήκαμε τότε» (στα σύνορα που χάραξε η συνθήκη της Λωζάννης). Και για να μην αφήσει καμία αμφιβολία, μιλώντας στους υπουργούς του είπε χαρακτηριστικά: «η Τουρκία ή θα χάσει ή θα κερδίσει εδάφη», προσθέτοντας ότι ο ίδιος είναι αποφασισμένος να αγωνισθεί για να κερδίσει εδάφη.
Το ιδεολογικό όχημα
Μετά την έστω και οριακή νίκη του στο δημοψήφισμα του Απριλίου 2017, η φιλοδοξία του Ερντογάν να αναδειχθεί σε πρόεδρο-σουλτάνο έκανε το αναγκαίο θεσμικό άλμα. Χρειάζεται, όμως, να αποκτήσει και την πολιτική ηγεμονία. Δεν είναι αρκετή η αποδόμηση του κεμαλισμού ως θεμέλιου ιδεολογικού λίθου της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Ο ίδιος αυτοπροβάλλεται ως ο ηγέτης που κλείνει την κεμαλική παρένθεση και που μέσω του νεοοθωμανισμού επαναφέρει στο προσκήνιο το άτυπο αυτοκρατορικό όραμα των Τούρκων. Δικό του σημείο αναφοράς είναι ο Μωάμεθ ο Πορθητής κι όχι ο Κεμάλ. Για να αναδειχθεί έστω και εν μέρει σε εθνικό ηγέτη -λόγω βαθέος διχασμού της τουρκικής κοινωνίας- δεν αρκούν η εκτεταμένη καταστολή και οι μαζικές εκκαθαρίσεις του κράτους από κάθε είδους αντιφρονούντες.
Χρειάζεται και ένα ιδεολογικό όχημα. Για να συσπειρώσει γύρω του την κρατική γραφειοκρατία και κυρίως τους στρατιωτικούς, οι οποίοι δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα λόγω της απόπειρας πραξικοπήματος, ο Τούρκος πρόεδρος, παραλλήλως με το ισλαμικό χαρτί, παίζει δυνατά και το χαρτί του εθνικισμού-επεκτατισμού. Αυτός, άλλωστε, είναι ο πυρήνας της τουρκικής κρατικής ιδεολογίας και ως εκ τούτου ο κοινός παρονομαστής του τουρκικού πολιτικού συστήματος.
Η κεμαλική πλειοδοσία στο Αιγαίο
Στο Αιγαίο και στη Θράκη οι κεμαλιστές προκάτοχοί του έχουν καλλιεργήσει το έδαφος από το 1973, με σημείο-καμπή την κρίση στα Ίμια το 1996. Είναι ενδεικτικό ότι η κεμαλική αξιωματική αντιπολίτευση, που χαρακτήρισε απαράδεκτη την αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάννης, έσπευσε να πλειοδοτήσει σε εθνικισμό-επεκτατισμό για το Αιγαίο.
Η δήλωσή της είναι αποκαλυπτική: «Ας κοιτάξει (ο Ερντογάν) τα 16 νησιά που επί της εποχής του παραδόθηκαν και όπου υψώθηκε ελληνική σημαία»! Με άλλα λόγια, οι κεμαλιστές κατηγορούν τον Ερντογάν ότι δεν διεκδίκησε με αποφασιστικότητα τα ελληνικά νησιά που η Άγκυρα θεωρεί «γκρίζες ζώνες».
Η ιστορία μας διδάσκει πως όταν η Άγκυρα προσθέτει μία νέα μονομερή διεκδίκηση στο καλάθι των ελληνοτουρκικών δεν την ξεχνάει. Την καλλιεργεί με επιμονή και συστηματικότητα, ώστε να την εγγράψει στη συνείδηση του διεθνούς συστήματος ως υπαρκτή διαφορά που χρειάζεται επίλυση μέσω συμβιβασμού.
Η ευθεία αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάννης από τον Ερντογάν, λοιπόν, δεν είναι πυροτέχνημα. Ειπώθηκε για να μπει με κάποιον τρόπο στο τραπέζι. Το γεγονός, μάλιστα, ότι στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου έχουν εγκλωβισθεί πολλές χιλιάδες μουσουλμάνων προσφύγων-μεταναστών μεσομακροπρόθεσμα δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για τον τουρκικό επεκτατισμό. Το είχε πει προφητικά πριν από 25 χρόνια ο μακαρίτης Οζάλ.
Πηγή: Σταύρος Λυγερός