Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023 κατά του Ισραήλ, μεγάλο μέρος του διεθνούς ενδιαφέροντος της Τουρκίας έχει επικεντρωθεί στην προστασία της Χαμάς.
Του Sinan Ciddi για τον Washington Examiner
Μετάφραση CosmoStatus
Μαζί με το Κατάρ και το Ιράν, η Τουρκία παρέχει στην τρομοκρατική οντότητα της Χαμάς ασφαλές καταφύγιο και υλική υποστήριξη. Αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό και αναφέρεται λιγότερο, είναι η αναδυόμενη υποστήριξη της Άγκυρας στους υποστηριζόμενους από το Ιράν αντάρτες Χούτι, μια σημαντική τρομοκρατική οντότητα που απειλεί την ναυσιπλοΐα στην Ερυθρά Θάλασσα, ενώ εμπλέκεται στρατιωτικά στον θάνατο Αμερικανών στρατιωτών.
Με το αναδυόμενο ιστορικό ενεργού υποστήριξης σε τρομοκράτες, η Τουρκία θα πρέπει να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των χωρών που χαρακτηρίζονται «καταφύγιο τρομοκρατών» και παρακολουθούνται από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Αντίθετα, αυτό που βλέπουμε είναι μια επίμονη και απελπισμένη προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν να βρει τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιβραβευτεί ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και να ακολουθηθούν τρόποι «επανεκκίνησης» των διμερών σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας.
Στις 28 Δεκεμβρίου, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ διαπίστωσε ότι η Τουρκική εταιρεία Al Aman Cargo χρηματοδοτεί τις συναλλαγές όπλων των ανταρτών Χούτι για λογαριασμό της Δύναμης Quds του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν. Ταυτόχρονα, αξιωματούχοι του Υπουργείου Οικονομικών επέβαλαν κυρώσεις σε μια σειρά από ανταλλακτήρια συναλλάγματος που βρίσκονται στην Τουρκία και την Υεμένη, για το ρόλο τους στη μεταφορά εκατομμυρίων δολαρίων στη Δύναμη Quds.
Η εταιρεία Al Aman ιδρύθηκε στην Τουρκία το 2014, μετά την απόφαση του Ερντογάν να τερματίσει όλες τις έρευνες στην Τουρκία που επικεντρώνονται στην εξόντωση προσώπων και οντοτήτων που εργάζονται για λογαριασμό των Φρουρών της Επανάστασης. Αυτή δεν ήταν μια απλή απόφαση διακοπής έρευνας. Ο Ερντογάν κυνήγησε την ομάδα των εισαγγελέων που διεξήγαγαν την έρευνα για τους Φρουρούς της Επανάστασης, σε μια τολμηρή προσπάθεια να επιτραπεί στην Τουρκία να γίνει ένα περιβάλλον κατάλληλο για τη συγκέντρωση χρημάτων και προμήθειας όπλων των Φρουρών της Επανάστασης.
Τίποτα από όλα αυτά δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς η υπεράσπιση της Χαμάς από τον Ερντογάν δεν περιορίζεται στην επαινετική φρασεολογία της τρομοκρατικής οργάνωσης, την οποία ονομάζει ομάδα «μουτζαχεντίν» (μαχητές της ελευθερίας). Η Τουρκία φημολογείται ότι είναι ένας από τους κόμβους, αν όχι ο μεγαλύτερος, από τον οποίο η Χαμάς στη Γάζα μπόρεσε να προμηθευτεί περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια για τα ετήσια λειτουργικά της έσοδα, τα οποία χρησιμοποιεί για να χρηματοδοτήσει τις τρομοκρατικές της επιχειρήσεις. Σχεδόν 750 εκατομμύρια δολάρια φέρεται να προέρχονται από φιλικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένου του Ιράν.
Αυτό που είναι πολύ ενδιαφέρον, είναι ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Τουρκίας κλείνει τα μάτια στα εκατομμύρια δολάρια που διακινούνται μέσω του τραπεζικού συστήματος, των δικτύων ανταλλαγής νομισμάτων και κρυπτονομισμάτων και των κατασκευαστικών επιχειρήσεων των κατασκευαστικών εταιρειών. Η τράπεζα Kuveyt Turk είναι ένα βασικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στην Τουρκία που έχει μηνυθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες «για βοήθεια και υποκίνηση της τρομοκρατικής δραστηριότητας της Χαμάς». Η Τουρκική κυβέρνηση είναι ένας από τους μεγαλύτερους μετόχους της τράπεζας Kuveyt Turk.
Η Trend GYO, ένας Τουρκικός κατασκευαστικός όμιλος αξίας 500 εκατομμυρίων δολαρίων, κατηγορήθηκε το 2022 από τις ΗΠΑ για «δημιουργία εσόδων για την τρομοκρατική ομάδα μέσω της διαχείρισης ενός διεθνούς επενδυτικού χαρτοφυλακίου». Αυτό έγινε προσελκύοντας επενδύσεις από άτομα που συμπαθούν την Χαμάς, τα οποία επενδύουν σε νόμιμα κατασκευαστικά έργα, τα έσοδα των οποίων στη συνέχεια μεταφέρονται σε «φιλανθρωπικά ιδρύματα» που υποστηρίζουν τη Χαμάς και καταλήγουν στους λογαριασμούς της Χαμάς στη Γάζα. Δεν είναι υπερβολή να συμπεράνουμε ότι πολλές Τουρκικές τράπεζες όχι μόνο κλείνουν τα μάτια στη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, αλλά τη διευκολύνουν ενεργά, χωρίς την παρέμβαση της Τουρκικής κυβέρνησης.
Ενώ οι ενέργειες του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ για τον χαρακτηρισμό ως τρομοκρατικών οντοτήτων, είναι ζωτικής σημασίας, οι κυρώσεις από μόνες τους δεν επαρκούν για να υποχρεώσουν την Τουρκική κυβέρνηση να λογοδοτήσει. Χρειαζόμαστε μια συντονισμένη κυβερνητική προσέγγιση. Ενώ το Αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών υπογραμμίζει συχνά την αποκρουστική συμπεριφορά της Τουρκίας για την υποστήριξη και την χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ «αμολάει αϊτό» προσπαθώντας να επιβραβεύσει τον Ερντογάν.
Πρόσφατα, η Τουρκία επικύρωσε τελικά (μετά από 18 μήνες!) την προσπάθεια της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση Μπάιντεν να δώσει το πράσινο φως στην πώληση μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία. Ακολούθως, η αναπληρώτρια Υπουργός Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ είπε στους Τούρκους ομολόγους της ότι εάν η Άγκυρα ξεφορτωθεί τους Ρωσικούς πυραύλους S-400 που αγόρασε το 2019, τότε «οι ΗΠΑ θα ήταν στην ευχάριστη θέση να καλωσορίσουν την Τουρκία πίσω στην οικογένεια των F-35».
Υπάρχει διαρκώς ένας λόγος για τον οποίο πολλές κυβερνήσεις των ΗΠΑ συνεχίζουν να αγκαλιάζουν τον Ερντογάν ό,τι κι αν κάνει, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης της τρομοκρατίας. Είναι ο παθολογικός φόβος των ΗΠΑ «μη χάσουν την Τουρκία» όπως έχασαν το Ιράν το 1979. Αυτό είναι λάθος. Ο καλύτερος τρόπος για να δούμε τη σχέση μας με την Άγκυρα είναι να αναρωτηθούμε: Τι μένει να χάσουμε;
Πηγή: Cosmostatus, Αβέρωφ