Η ολοκλήρωση των ερευνών στο Ιόνιο
Στις 26 Φεβρουαρίου 2013, ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα γεωφυσικών ερευνών εντοπισμού υδρογονανθράκων στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης, από το ερευνητικό σκάφος Nordic Explorer και των δύο μικρότερων συνοδευτικών σκαφών (Romulus και Thor Chaser) της Νορβηγικής εταιρίας Petroleum GeoServices (PGS). Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις ειδικών, οι ενδείξεις από τις εν λόγω έρευνες (συνολικού μήκους καταγραφών 12.431 χιλιομέτρων, που διήρκεσαν περίπου τέσσερις μήνες) χαρακτηρίζονται τουλάχιστον ως αισιόδοξες, καθώς τα ακατέργαστα δισδιάστατα στοιχεία (2D raw data), που συλλέχθηκαν από το Nordic Explorer, καταδεικνύουν τρεις θαλάσσιες περιοχές ιδιαίτερου ενδιαφέροντος:
1) Θαλάσσια περιοχή Ιονίου (περιοχή 1: βορειοδυτικά της Κέρκυρας έως δυτικά των Αντικυθήρων).
2) Νότια της Κρήτης (περιοχή 2).
3) Νοτιοδυτικό άκρο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας (περιοχή 3: βορειοανατολικά της συμβολής των υφαλοκρηπίδων Ελλάδας, Ιταλίας και Λιβύης)..
Οι πληροφορίες από το ΥΠΕΚΑ αναφέρουν ότι θα ακολουθήσει μια πολύμηνη περίοδος επεξεργασίας των σεισμικών δεδομένων, η οποία θα ολοκληρωθεί περίπου το φθινόπωρο του 2013. Κατά πάσα πιθανότητα, τα πρώτα αποτελέσματα, που θα προκύψουν από την επεξεργασία των δεδομένων των σεισμικών ερευνών, θα δουν το φως της δημοσιότητας τον επόμενο Ιούνιο.
Η επόμενη φάση, που προσδιορίζεται περί τα τέλη του 2013 ή και αρχές του 2014, εφόσον είναι θετικά τα αποτελέσματα, αφορά στη συλλογή τρισδιάστατων στοιχείων, προκειμένου να προκύψει μια πιο ακριβής εκτίμηση, τόσο για τη θέση όσο και για την ποσότητα των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις προαναφερθείσες περιοχές. Στη συνέχεια, ακολουθεί η φάση των διερευνητικών γεωτρήσεων από τις εταιρίες που θα αναλάβουν τις εξορύξεις. Σύμφωνα με ανακοινώσεις του ΥΠΕΚΑ, υπάρχει ενδιαφέρον από γνωστούς ξένους ομίλους να αποκτήσουν τα πακέτα των δεδομένων, όπως για παράδειγμα η Total, η Statoil και η Exxon.
Ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ(;)
Είναι προφανές ότι η εκμετάλλευση των πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων συνιστά μείζον εθνικό θέμα, που με τους σωστούς χειρισμούς μεσο-μακροπρόθεσμα θα μπορούσε να δώσει λύσεις στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Ως εκ τούτου, οι επόμενες επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης θα είναι καθοριστικές για την επίτευξη των εθνικών στόχων που αφορούν το συγκεκριμένο θέμα.
Πολλές αναλύσεις δημοσιοποιούνται καθημερινά από τα ΜΜΕ για το αν θα πρέπει να ανακηρυχθεί και στη συνέχεια να οριοθετηθεί η ελληνική ΑΟΖ, προκειμένου να ακολουθήσει η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Προφανώς, η απόκτηση ΑΟΖ είναι αναφαίρετο δικαίωμα της χώρας και σε δεδομένη στιγμή θα πρέπει να κηρυχθεί και να ξεκινήσουν διμερείς διαπραγματεύσεις με τις όμορες χώρες για την οριοθέτησή της. Ωστόσο, θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας -και όχι υποχρεωτικά της ΑΟΖ- είναι αυτή που δίνει το δικαίωμα εκμετάλλευσης του πυθμένα. Επομένως, η εκμετάλλευση των πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στη Δυτική Ελλάδα και νότια της Κρήτης δεν απαιτεί ανακήρυξη και οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ. Αρκεί η διμερής ελληνο-ιταλική συμφωνία του 1977, που καθορίζει τα εξωτερικά δυτικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Παρόλα αυτά, δεν θα ήταν απίθανο να παρουσιασθούν κάποια προβλήματα στα εξωτερικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, με την Αλβανία και τη Λιβύη. Ωστόσο, αυτά ίσως απασχολήσουν την ελληνική κυβέρνηση μετά την επεξεργασία των σεισμικών δεδομένων (καλοκαίρι του 2013 και μετά), εφόσον προκύψει ότι στα εξωτερικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων προς εκμετάλλευση και αντιδράσουν οι όμορες χώρες.
Οι τουρκικές διεκδικήσεις
Η Τουρκία διεκδικεί μια θαλάσσια περιοχή που ανήκει στην εν δυνάμει ελληνική ΑΟΖ (Ανατολικό Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειος). Ως εκ τούτου, για να πετύχει το στόχο της κινείται εκτός των πλαισίων της διεθνούς νομιμότητας και δεν αναγνωρίζει τα όσα ορίζονται από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Συγκεκριμένα, προβάλει την ισχύ της, προκειμένου να προκαλέσει «φοβικά σύνδρομα», ώστε να αποθαρρύνει την ελληνική πλευρά, και στη συνέχεια να την οδηγήσει σε μια διμερή συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ. Σε περίπτωση που δεν το κατορθώσει, πιθανόν να επιδιώξει να δημιουργήσει τετελεσμένα (ίσως και τύπου Ιμίων), να ισχυρισθεί ότι το θέμα απαιτεί διακρατική συμφωνία διότι υπονομεύει τα συμφέροντα των υπόλοιπων χωρών, να προκαλέσει θερμά επεισόδια των οποίων η έκβαση είναι αδύνατον να εκτιμηθεί στην παρούσα φάση, και τελικά, ίσως προβεί στην ανακήρυξη της τουρκικής ΑΟΖ. Στην προσπάθειά της αυτή, η Τουρκία έχει επιστρατεύσει και τα δύο νεοαποκτηθέντα σκάφη επιστημονικών ερευνών, “TUBITAK Marmara” και “Βarbaros Hayrettin Pasa”. Μάλιστα, στα μέσα Φεβρουαρίου του 2013, η Υδρογραφική-Γεωγραφική Διεύθυνση της Διοίκησης Ναυτικών Δυνάμεων της Τουρκίας ανακοίνωσε ότι «τη χρονική περίοδο Φεβρουαρίου-Απριλίου 2013, θα διεξαχθούν επιστημονικές έρευνες ανατολικά της Ρόδου». [1]
Η στρατηγική της Άγκυρας έχει ως στόχο την καθυστέρηση της οριοθέτησης των ανατολικών συνόρων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και συνεπώς την αναβολή ανακήρυξης και οριοθέτησης της ελληνικής ΑΟΖ. Ένα από τα «όπλα» που διαθέτει η τουρκική πλευρά, για την καθυστέρηση της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, είναι και η διεξαγωγή των ατέρμονων και ατελέσφορων διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας, οι οποίες έφθασαν τις 54 και για όσο διάστημα διαρκούν δεν «επιτρέπουν» στην ελληνική πλευρά να προβεί σε μονομερείς κινήσεις.
Η ανησυχία της Άγκυρας για μια απρόσμενη μονομερή ενέργεια από ελληνικής πλευράς είναι δεδομένη και προκειμένου να το αποφύγει, άλλοτε προκαλεί και άλλοτε εμφανίζεται έτοιμη να συνεργασθεί. Τόσο οι προκλήσεις της όσο και η υποτιθέμενη διάθεση για συνεργασία έχουν ως στόχο να αναγκάσουν την ελληνική πλευρά να αναβάλει τα σχέδιά της για τις θαλάσσιες περιοχές του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου ή να ενδώσει στις απαιτήσεις της, που δεν είναι άλλες από τη διμερή συμφωνία οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στις προαναφερθείσες περιοχές, σύμφωνα με τις τουρκικές αξιώσεις.
Η ελληνική επιλογή
Η ελληνική πλευρά είναι προφανές ότι λαμβάνει σοβαρά τα μηνύματα της Άγκυρας, αλλά και αυτά που ανεπίσημα έχουν εκφράσει Αμερικανοί αξιωματούχοι, το τελευταίο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, στην παρούσα φάση, έχει προκύψει μια αλλαγή των δεδομένων, που δεν είναι άλλη από τα αισιόδοξα μηνύματα για τα πιθανά κοιτάσματα υδρογονανθράκων στη Δυτική Ελλάδα και νότια της Κρήτης, τα οποία ως ένα βαθμό θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ελληνική οικονομία.
Θα ήταν παρακινδυνευμένο να καταλήξουμε σε ασφαλείς εκτιμήσεις, σχετικά με τις μελλοντικές εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Όμως, το πλέον πιθανό σενάριο είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα προβεί σε ανακήρυξη της ΑΟΖ, τουλάχιστον προσωρινά, και για όσο διάστημα οι προκλήσεις τις Άγκυρας δεν δημιουργούν τετελεσμένα. Διατηρώντας ένα χαμηλό προφίλ, η Αθήνα είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες, που δεν απαιτούν ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Δυτικής Ελλάδας, αποφεύγοντας έτσι περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεών της με την Άγκυρα.
Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από τις δηλώσεις των δύο ηγετών στη διάρκεια του δεύτερου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, περί βελτίωσης των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, αλλά και από την υπογραφή των συνολικά 25 συμφωνιών και πρωτοκόλλων. Αν και ελάχιστες εφαρμόσθηκαν, από αυτές που υπογράφηκαν στη διάρκεια του πρώτου ελληνοτουρκικού Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, το 2010. Διαφαίνεται δηλαδή μια εκατέρωθεν προσπάθεια δημιουργίας κλίματος εμπιστοσύνης, για το επόμενο χρονικό διάστημα, ώστε να μην προκύψουν μονομερείς ενέργειες από τις δύο πλευρές. Ο χρόνος λειτουργεί υπέρ των τουρκικών συμφερόντων, αλλά η εφαρμογή μιας καλοσχεδιασμένης ελληνικής ενεργειακής στρατηγικής δεν θα λειτουργούσε σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων, έστω κι αν αυτή δεν συμπεριελάμβανε στην παρούσα φάση την επιλογή της ανακήρυξης της ελληνικής ΑΟΖ.
[1] Χρήστος Μηνάγιας, www.geostrategy.gr, «Τουρκικές αμφισβητήσεις, προκλήσεις και εκβιασμοί με πλοία επιστημονικών ερευνών», 21 Φεβρουαρίου 2013
Πηγή, http://www.onalert.gr/stories/apo-ta-koitasmata-tou-ioniou-stis-symfonies-tis-konstantinoupolis