(Φωτ.: Στιγμιότυπο από τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας, της 14ης Μαΐου 2010, όπου υπογράφηκαν συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας. Το δίδυμο Erdoğan - Davutoğlu αντιλαμβάνεται σήμερα ότι έχει απέναντι του μία ανεπαρκή κυβέρνηση και ένα κράτος με έναν λαό σε εσωστρέφεια και περιδίνηση λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσεως.)
Φθάσαμε στο σημείο λόγω «μιθριδατισμού» να αντιμετωπίζουμε τις πρακτικές και τις συνεχείς προκλήσεις της Τουρκίας με τις οποίας προωθεί την αναθεωρητική της πολιτική σε βάρος της Ελλάδας ως καθημερινές και συνήθεις δραστηριότητες. Η εντατικοποίηση όμως και η «ποιοτική αναβάθμιση» των πρακτικών αυτών και προκλήσεων το τελευταίο χρονικό διάστημα, με αποκορύφωμα την ουσιαστική απαγόρευση από την Τουρκία της διπλωματικής υπέρπτησης του πρωθυπουργικού αεροσκάφους κατά το πρόσφατο ταξίδι στο Ιράν και τον διασυρμό που δεχθήκαμε ως κράτος και ως λαός, μας ανησυχεί ιδιαίτερα.
Ο τουρκικός αναθεωρητισμός
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. H Τουρκία άρχισε από την επομένη κιόλας της Συνθήκης της Λωζάνης (Ιούλιος 1923) να εφαρμόζει ένα μακροχρόνιο στρατηγικό σχέδιο για μία de facto, και γιατί όχι κάποτε de jure, αναθεώρησή της. Τα παρακάτω δύο αποκαλυπτικά αποσπάσματα από το βιβλίο του Τούρκου πρωθυπουργού, Ahmet Davutoğlu, «Το Στρατηγικό Βάθος» υποδηλώνουν τον διαχρονικό αναθεωρητισμό της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδος, είτε αυτή είναι κεμαλική, είτε νέο-οθωμανική:
- «Κανένα από τα σύνορα της Τουρκίας δεν είναι φυσιολογικό και σχεδόν όλα είναι πλασματικά. Βέβαια πρέπει να τα σεβόμαστε ως κράτη έθνη, ωστόσο ταυτόχρονα πρέπει να καταλάβουμε ότι υπάρχουν και οι φυσικές συνέχειες».
- «H συγκέντρωση των νησιών του Αιγαίου στα χέρια της Ελλάδος δημιουργεί το πιο σημαντικό αρνητικό στοιχείο στην πολιτική της Τουρκίας για τον εγγύς θαλάσσιο χώρο της. Η βασική πηγή του προβλήματος στο Αιγαίο είναι η αθεράπευτη αντίφαση μεταξύ του παρόντος καθεστώτος και της σημερινής γεωπολιτικής πραγματικότητας.
Ο τουρκικός αναθεωρητισμός μετά το 1974 έλαβε άλλη μορφή, καθόσον η ρητορική αλλά και οι προκλήσεις και πρακτικές βασίζονταν πρωτίστως στη χρήση ή απειλή χρήσεως στρατιωτικής ισχύος. Η Ελλάδα μέχρι και το 1996-1997 απαντούσε με το «δεν διεκδικούμε, αλλά και δεν παραχωρούμε τίποτα», αποσκοπώντας στη διατήρηση του Status Quo και αναγνωρίζοντας ως μοναδική διαφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, υποστηρίζοντας την πολιτική αυτή με ανάπτυξη αξιόπιστης αποτροπής. Το πιστεύουμε ή όχι, η Τουρκία από το 1974 μέχρι και σήμερα αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή προβλημάτων για την ελληνική εξωτερική πολιτική και ασφάλεια.
Από την πολιτική της αποτροπής στην πολιτική του κατευνασμού!
Με την ομόφωνη απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης το 1995 ότι «η επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδος από τα 6 στα 12 Ν.Μ. αποτελεί αιτία πολέμου», το γνωστό «casus belli», o αναθεωρητισμός της Άγκυρας μετατρέπεται σε εμφανή επιθετικότητα και αναγκάζει δυστυχώς την Ελλάδα να «λουφάξει» και να στερηθεί ενός από τα βασικά δικαιώματα που της παρέχει το Διεθνές Δίκαιο. Με την ατυχή έκβαση της κρίσης των Ιμίων τον Ιανουάριο 1996 (με τους γνωστούς ερασιτεχνισμούς και την ανυπαρξία στιβαρής κυβέρνησης) η Τουρκία προσθέτει ένα πολύ σοβαρό θέμα στην «ατζέντα των ελληνοτουρκικών (Ε/Τ) διαφορών», την αμφισβήτηση της κυριαρχίας μεγάλου αριθμού νησίδων και μικρονησίδων με αποτέλεσμα «να γκριζάρουν» πολλές περιοχές του Αιγαίου. Τον Ιούλιο 1997 έχουμε το «Κοινό Ανακοινωθέν της Μαδρίτης», με το οποίο αναγνωρίζονται για πρώτη φορά (κυβέρνηση Σημίτη) τα νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο. Αυτό αποτέλεσε μία τεράστια υποχώρηση σε ένα σημαντικό θέμα καθόσον έδωσε τα «πάντα» και δεν «πήρε πίσω» ούτε τουλάχιστον το casus belli, ενώ πέρασε στην ελληνική κοινή γνώμη «έτσι στο ντούκου» μιας και όπως θυμόμαστε η κυβέρνηση Σημίτη διατηρούσε «εξαιρετικές σχέσεις» με τα ΜΜΕ. Η κατευναστική αυτή πράξη ουδόλως μείωσε την τουρκική προκλητικότητα και διεκδικητικότητα.
Από το 1999 και μετά, όπως γράφει και στο σχετικό βιβλίο του ο καθηγητής κ. Άγγελος Συρίγος (και υιοθετώ πλήρως την άποψη του), η κυβέρνηση «των Ιμίων και του Ανακοινωθέντος της Μαδρίτης», με ΥΠΕΞ πλέον τον κ. Γεώργιο Παπανδρέου, εφαρμόζει ένα «πρόγραμμα διαπαιδαγώγησης» του ελληνικού λαού, με το οποίο, εκτός από την προσπάθεια βελτίωσης της εικόνας της Τουρκίας στην ελληνική κοινή γνώμη, επιχειρείται να παρουσιασθεί ότι οι Τούρκοι και οι Έλληνες έχουν ίδιες ευθύνες για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι Ε/Τ σχέσεις και έτσι έμμεσα εξισώνεται ο θύτης με το θύμα! Η «διπλωματία των σεισμών» του 1999 και τα ζεμπέκικα του κ. Παπανδρέου με τον Τούρκο ομόλογο του, κ. İsmail Cem İpekçi, επίσης δεν κατάφεραν να κάνουν τους Τούρκους να αναθεωρήσουν… την αναθεωρητική τους πολιτική. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να δείξουν στην Τουρκία ότι ο δυτικός της γείτονας ενδίδει στις πιέσεις της. Ο κατευνασμός έφερε μεγαλύτερο κατευνασμό και η αποτροπή έμεινε χωρίς… αξιοπιστία! Το ερώτημα όμως που προκύπτει είναι γιατί η κυβέρνηση Σημίτη, αφού επέλεξε τον κατευνασμό ως πολιτική, υλοποίησε το γνωστό τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα;
Με τη διακυβέρνηση Κώστα Καραμανλή και με τη «διπλωματία της κουμπαριάς» άρχισε να διαχέεται στην κοινή γνώμη ότι στην Τουρκία υπάρχουν οι κακοί Στρατηγοί με το βαθύ κράτος που μας επιβουλεύονται και μας προκαλούν και από την άλλη μεριά ο… «καλός» και πονόψυχος πολιτικός Erdoğan, που θέλει να τα βρούμε (να βρούμε… τι άραγε;). Η Άγκυρα και πάλι όμως με τον γνωστό… χαβά της, έστω και αν είχε την αμέριστη και άνευ όρων ελληνική στήριξη στην ενταξιακή της πορεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί έτσι νομίζαμε ότι θα εξημερώναμε το θηρίο! Το εξημερώσαμε;
Με την ανάληψη της εξουσίας από τον κ. Παπανδρέου και το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, το επικοινωνιακό του εφεύρημα κ. Davutoğlu περί μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες βρίσκει ένα καλό άλλοθι για τη συνέχιση της κατευναστικής πολιτικής μας. Η φαντασίωση ήταν «ασφαλέστερη της πραγματικότητας»! Η διακυβέρνηση Σαμαρά, κατά τη γνώμη μου, δεν έκανε το μεγάλο λάθος στα ελληνοτουρκικά, πλην μίας εντελώς ατυχούς τοποθέτησης του κ. Αβραμόπουλου, που ως ΥΠΕΞ αναφέρθηκε σε «σχέσεις - μοντέλο» και διέγνωσε ότι τα ελληνοτουρκικά πάσχουν από ένα «πρόβλημα ψυχολογίας» και τίποτα μα τίποτε άλλο, με την οποία στην πράξη αθώωνε τη συνεχιζόμενη αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας.
Παρούσα κατάσταση, εντατικοποίηση των προκλήσεων και «ποιοτική αναβάθμιση» αυτών
Ας έλθουμε στο σήμερα. Έχουμε μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η οποία στο πρώτο της εξάμηνο μας οδήγησε σε ένα εφιαλτικό από οικονομικής απόψεως καλοκαίρι. Σε αυτό το διάστημα η Άγκυρα «μετρούσε και ζύγιζε» τη νέα ελληνική κυβέρνηση και μπορούμε να πούμε ότι δεν είχαμε εξάρσεις και σημαντικές προκλήσεις από την τουρκική πλευρά εκτός από τις «συνήθεις» και πάγιες δραστηριότητες αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Τον Σεπτέμβριο 2015 ακούμε έκπληκτοι τον Έλληνα πρωθυπουργό να απαντάει στην προκλητική δήλωση του τουρκικού ΥΠΕΞ «ότι δεν υπάρχουν οριοθετημένα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των δύο χωρών», με το γνωστό ύφος… «έχει σύνορα η θάλασσα και δεν το ξέραμε!». Χαράς ευαγγέλια στην Τουρκία! Η Άγκυρα παρακολουθεί επίσης με χαρά την ελληνική κυβέρνηση να προσπαθεί σαστισμένη να αντιμετωπίσει το προσφυγικό πρόβλημα και να διστάζει να την καταγγείλει «στο ότι κατευθύνει τις προσφυγικές ροές προς την Ελλάδα». Στη συνέχεια βλέπουμε έναν κ. Τσίπρα να μεταβαίνει στην Άγκυρα τον Νοέμβριο παντελώς ανέτοιμο και μάλλον ανεπαρκή σε ο,τι αφορά στην αντίληψη των απαιτήσεων και του πλαισίου κανόνων λειτουργίας διεθνούς διπλωματικού περιβάλλοντος. Ίσως εκεί να τον «μαλώνουν».
Το δίδυμο Erdoğan - Davutoğlu αντιλαμβάνεται ότι έχει απέναντι μία ανεπαρκή κυβέρνηση και ένα κράτος με έναν λαό σε εσωστρέφεια και περιδίνηση λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσεως. Η στρατιωτική ισχύς αλλά και οι άλλοι παράγοντες που συνθέτουν τη συνολική εθνική ισχύ, όπως ενεργή και αποτελεσματική διπλωματία, το κύρος της πολιτικής ηγεσίας, οι υγιείς πολιτικοί θεσμοί, η οικονομική ευρωστία, το φρόνημα του λαού, η έρευνα και η τεχνολογία, η αμυντική βιομηχανία αλλά και η μεγίστη δυνατή εκμετάλλευση της συμμετοχής μας σε διεθνείς οργανισμούς, σε συλλογικά όργανα ασφαλείας και σε συμμαχίες είναι «στις κατώτερες τιμές». Η Ελλάδα «αυτοφιλανδοποιείται»!
Μιας και φθάσαμε στο να «περιπολεί» η νατοϊκή ναυτική δύναμη στο Αιγαίο για το…προσφυγικό, κρίνεται σκόπιμο να επισημανθεί ότι πάγια τακτική της Τουρκίας είναι να χρησιμοποιεί το ΝΑΤΟ για να προωθεί τις μονομερείς απαιτήσεις της με σχετική επιτυχία και αυτές να καταγράφονται πλέον ως Ε/Τ διαφορές, μιας και η συμμαχία αποφεύγει να παίξει οποιονδήποτε διαιτητικό ρόλο. Ενδεικτικά να πούμε ότι με τη σύμφωνη μάλιστα γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης πέτυχε να εξαιρεθεί η θαλάσσια περιοχή των Δωδεκανήσων από τις περιπολίες ως… αποστρατικοποιημένη περιοχή!
(Φωτ.: 11 Φεβρουαρίου 2016 - Ο Έλληνας υπουργός Εθνικής Άμυνας, Πάνος Καμμένος (πίσω σειρά αριστερά), στη Σύνοδο υπουργών Άμυνας του NATO. Πάγια τακτική της Τουρκίας είναι να χρησιμοποιεί το ΝΑΤΟ για να προωθεί τις μονομερείς απαιτήσεις της με σχετική επιτυχία και αυτές να καταγράφονται πλέον ως Ε/Τ διαφορές.)
Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με τους πολυσύνθετους παράγοντες που συνθέτουν την εσωτερική κατάσταση της Τουρκίας και τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει από το στρατηγικό πόκερ που έπαιξε στη Συρία την κάνουν να διοχετεύει μεγαλύτερη επιθετικότητα στον «αδύναμο» δυτικό γείτονα της, την Ελλάδα. Ίσως μία ενδεχόμενη «ήττα» στη Συρία να μπορούσε να εξισορροπηθεί από μία επιτυχία στο Αιγαίο. Με μία ανίσχυρη σε νευρική κρίση ελληνική κυβέρνηση υπό το βάρος των προβλημάτων που αδυνατεί να επιλύσει, με μία αντιπολίτευση μεγάλη και μικρή που ακόμα ψάχνει να βρει τον δρόμο της, η Άγκυρα εντατικοποιεί τις προκλήσεις και τις «αναβαθμίζει ποιοτικά», ασκώντας μία πολιτική ελεγχόμενης έντασης στο Αιγαίο. Έτσι έμπρακτα καταγράφει με «περισσότερο μελάνι» τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα επιδιώκει να «σφίξει» την Ελλάδα, για να μπορεί να κινείται απερίσπαστη στο μέτωπο που έχει ανοίξει στη Συρία.
Ποια είναι όμως τα στοιχεία που διαφοροποιούν την τουρκική προκλητικότητα από τη διαχρονικά… «συνηθισμένη»;
- Οι συνεχείς και μαζικότερες παραβιάσεις του Εθνικού Εναερίου Χώρου και οι συχνότερες πτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά.
- Οι συχνότερες και σε μεγαλύτερη διάρκεια «βόλτες» των τουρκικών πλοίων στο Αιγαίο και οι καθόλου… αβλαβείς διελεύσεις στα ελληνικά χωρικά ύδατα, που με την προβολή σημαίας υποδηλώνουν την παρουσία τους.
- Η συχνότερη έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας αλλά και των διοικητικών ορίων Έρευνας και Διάσωσης με έναν «βομβαρδισμό» NAVTEX.
- Η βιομηχανία ΝΟΤΑΜ (Notice to Airmen/οδηγίες προς αερολαυτιλομένους) που αφορούν στην έμπρακτη αμφισβήτηση των ορίων του FIR Αθηνών αλλά και η για μεγάλο χρονικό διάστημα δέσμευση τεραστίων περιοχών στο Αιγαίο για ασκήσεις που συμπεριλαμβάνουν και ελληνικά νησιά.
- Η ρηματική διακοίνωση προς τον Έλληνα Πρέσβη στην Άγκυρα με την οποία έθεσε το θέμα ότι ο Έλληνας ΥΕΘΑ πήγε σε τουρκική περιοχή (εννοούν την κατάθεση στεφάνου στα Ίμια).
- Η ουσιαστική απαγόρευση διπλωματικής υπέρπτησης του πρωθυπουργικού Α/Φ σε περίπτωση που χρησιμοποιούσε το αεροδρόμιο της Ρόδου για ανεφοδιασμό.
- Μιας και με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας εξαίρεσαν τα Δωδεκάνησα από την περιοχή επιχειρησιακής δραστηριότητας της νατοϊκής ναυτικής δύναμης, άρχισαν τα «κόλπα» κατευθύνοντας προσφυγικές ροές και προς το Καστελόριζο!
Αντί επιλόγου
ΝΑΙ, επιζητούμε σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία, αλλά αυτές να εδράζονται σε κλίμα αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Για τα θέματα που αφορούν στην εθνική μας κυριαρχία μας σε ξηρά, θάλασσα και αέρα υπάρχουν σαφείς και κατηγορηματικές προβλέψεις στις διεθνείς συνθήκες και στο Διεθνές Δίκαιο, ενώ είναι καθορισμένες και οι συντονιστικές - διοικητικές αρμοδιότητες και τα όρια αυτών που έχουν ανατεθεί στη χώρα μας από τους διεθνείς οργανισμούς (FIR Αθηνών, Έρευνας και Διάσωσης κλπ). Επομένως οι μονομερείς απαιτήσεις δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές και να μετατραπούν σε Ε/Τ… διαφορές προς διαπραγμάτευση.
Οι ελληνικές υποχωρήσεις, η πολιτική κατευνασμού και ή απουσία ούτε… αξιόπιστης και το χειρότερο ούτε…αποτροπής είναι αυτά που ανοίγουν την «όρεξη» στην τουρκική επιθετικότητα. Ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών περιλαμβάνεται και τη αποχή από κάθε απειλή ή χρήση βίας. Είναι προδιαγεγραμμένη η έκβαση της διαπραγμάτευσης εις βάρος του μέρους εκείνου που δέχεται να συνομιλεί υπό τη συνεχή και προκλητική παραβίαση του εθνικού του χώρου και υπό την απειλή στρατιωτικής αντίδρασης όπως το «casus belli».
Η Ελλάδα, χωρίς φοβικά σύνδρομα, αλλά και ανόητους λεονταρισμούς, χωρίς εσωστρέφεια λόγω της δεινής οικονομικής μας κατάστασης, θα πρέπει να καταστήσει σαφές προς όλους ότι δεν αποδέχεται μεθοδεύσεις και πολιτικές που καταλύουν τους κανόνες Διεθνούς Δικαίου και θέτουν σε αμφισβήτηση τα κυριαρχικά της δικαιώματα, τα οποία, ακόμα και σήμερα, είναι αποφασισμένη με όλα τα διαθέσιμα μέσα να τα διαφυλάξει.
ΥΓ. Το liberal.gr θα αρχίσει τις επόμενες ημέρες να δημοσιεύει μία σειρά άρθρων με τα οποία θα ενημερώσει τους αναγνώστες του για όλα τα θέματα που αφορούν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις όπως προκύπτουν με τις μονομερείς απαιτήσεις της Τουρκίας.
* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Συντονιστής-Υπεύθυνος για τα θέματα Άμυνας και Διπλωματίας στο liberal.gr. Είναι απόφοιτος της ΣΕΘΑ και έχει περατώσει Στρατηγικές Σπουδές Ασφαλείας. Διατέλεσε Εκπρόσωπος Τύπου του Α/ΓΕΕΘΑ, Διευθυντής Διεθνών Σχέσεων στο ΥΕΘΑ/ΓΓΟΣΑΕ, και υπηρέτησε σε διοικητικές και επιτελικές θέσεις στην Ελλάδα και στο ΝΑΤΟ.
Πηγή: Liberal