Πραγματική αίσθηση συνεχίζουν να προκαλούν οι εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ένα ντόμινο άνευ προηγουμένου έχει συμπαρασύρει τα πάντα, ξεκινώντας από την επομένη του αποτυχημένου πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016.
Είναι εντυπωσιακό πρόσφατο δημοσίευμα της **Hürriyet, στο οποίο αποκαλύπτεται ότι η διείσδυση των οπαδών του Φετουλάχ Γκιουλέν «κορυφώθηκε» κατά την παραμονή του Αχμέτ Νταβούτογλου στην ηγεσία του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. Μεταξύ των ετών 2003-2015, οπότε στη διακυβέρνηση της Τουρκίας βρίσκεται το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, προσελήφθησαν στο ΥΠΕΞ 595 άτομα. Από αυτά, 267 άτομα προσελήφθησαν επί υπουργίας Νταβούτογλου – και μάλιστα, κατά τις επιταγές του νόμου που ο ίδιος είχε γράψει το 2009.
Βέβαια, πριν από έξι ή επτά χρόνια, οι σχέσεις του Γκιουλέν με την τουρκική ηγεσία δεν είχαν εκτραχυνθεί στον σημερινό βαθμό. Ωστόσο, το παραπάνω στοιχείο είναι ενδεικτικό της ρευστότητας και της εσωτερικής αστάθειας στην Τουρκία, καθώς και του βαθμού στον οποίο έχουν σταδιακά παραλύσει τα πάντα.
Πέραν του προσωπικού του υπουργείου, ο νυν υπουργός Μεβλούτ Τσαβούσογλου ανέφερε ότι 350 διπλωμάτες καριέρας, που αντιστοιχούν περίπου στο 30% του συνολικού δυναμικού, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Δεν χωρά αμφιβολία ότι η Τουρκία έχει εισέλθει σε μια πορεία εξαιρετικά επικίνδυνη τόσο για την ίδια όσο και για τη σταθερότητα στην περιοχή.
Με αυτά τα δεδομένα, η Τουρκία οδεύει προς το χάος. Έχει επιλέξει ένα δρόμο δίχως επιστροφή, ένα δρόμο προς τον γκρεμό.
Πώς αντιδρά σε όλα αυτά ο Ερντογάν; Φυσικά, με τη συγκέντρωση εξουσιών σε αγαστή συνεργασία με τους γνωστούς και μη εξαιρετέους του Κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί και την προώθηση νομοθετημάτων στο Κοινοβούλιο, τα οποία θα του επιτρέψουν να αποτελέσει τον αδιαφιλονίκητο ηγέτη του κράτους δίχως ουσιαστικό θεσμικό έλεγχο. Ως «χαρισματικός ηγέτης» όφειλε να επιδείξει κάποια ευελιξία και προσαρμοστικότητα, αλλά δεν το έπραξε και συνεχίζει να κωφεύει ενώπιον της διάλυσης της οικονομίας, της διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής και της έλλειψης ασφάλειας σε όλη σχεδόν τη χώρα.
Με την έγκριση του νέου συντάγματος καταργείται ο πρωθυπουργός, ενώ ο πρόεδρος αποκτά τη δυνατότητα να διορίζει απευθείας τους υπουργούς της κυβέρνησης. Ο Ερντογάν θα έχει, δηλαδή, τον πλήρη έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, και για να επιτύχει τον συγκεκριμένο σκοπό, φρόντισε πρώτα να στελεχώσει τις επιτελικές θέσεις με ανθρώπους-μαριονέτες οι οποίοι δεν θα έφερναν ουδεμία αντίρρηση στους σχεδιασμούς του.
Έτσι, δεν θα μιλάμε πλέον για δύο ισότιμες και ανεξάρτητες εξουσίες, αλλά για μία. Στόχος και σε αυτή την περίπτωση είναι ο Γκιουλέν, αλλά ο Ερντογάν μοιάζει να κυνηγά τη σκιά του. Πιστεύει κάποιος ότι το πρόβλημα για τον Ερντογάν είναι οι γκιουλενιστές της τουρκικής δημόσιας διοίκησης;
Το «φαινόμενο Γκιουλέν» είναι διεθνικό, με την ισχύ του να εντοπίζεται πέραν των Τούρκων δημοσίων υπαλλήλων ή ακόμη και του ίδιου του Γκιουλέν. Έχει εξαπλωθεί σε δεκάδες χώρες τόσο του μουσουλμανικού κόσμου όσο και του Δυτικού, διαθέτει προσβάσεις στα κέντρα εξουσίας μεγάλων δυνάμεων και έχει λάβει ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά. Όπως κάθε διεθνικό φαινόμενο, δεν αντιμετωπίζεται με τη δίωξη των οπαδών του αλλά θα αντιμετωπιζόταν μόνο με τη διάρρηξη της στρατηγικής σχέσης με τις μεγάλες δυνάμεις που το υποστηρίζουν και πάλι με το ανάλογο κόστος.
Μπορεί ο Ερντογάν να προχωρήσει σε τέτοιες αποφάσεις μεταλλαγής των παραδοσιακών στρατηγικών σχέσεων της χώρας του; Μήπως, εντέλει, οι διώξεις των γκιουλενιστών είναι προσχηματικές, δεν θα αλλάξει κάτι σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής και οι πραγματικοί στόχοι είναι άλλοι;
Σκέψεις προς προβληματισμό.
Πηγή: Pontos-News