Οι πέντε λόγοι που ο Ερντογάν κλιμακώνει τις προκλήσεις κατά της Ελλάδας
Οι τουρκικές προκλήσεις, που κορυφώθηκαν με την επίσκεψη του Τούρκου αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Ακάρ, και των αρχηγών των κλάδων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, με τη συνοδεία τηλεοπτικών συνεργείων, στα Ιμια, συνεχίζονται και κατά την εκτίμησή μου θα συνεχίζονται το ερχόμενο διάστημα, τουλάχιστον έως το δημοψήφισμα του Απριλίου. Προτού αναφερθώ στους λόγους, να ξεκαθαρίσω ότι αυτό δεν γίνεται για λόγους εξαγωγής της κρίσης ή εσωτερικής κατανάλωσης, για αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, προσφιλή θεωρία στην οποία προστρέχουν πολιτικοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι για να εξηγήσουν την τουρκική συμπεριφορά.
Η θεωρία αυτή είναι εντελώς λανθασμένη, δεν ισχύει και δεν τιμά τον πολιτικό και τον δημοσιογραφικό κόσμο να την επικαλείται. Οι λόγοι λοιπόν των προκλήσεων και της έντασης είναι οι εξής:
Ο πρώτος είναι στρατηγικός και σχετίζεται και εντάσσεται στον μακρόπνοο σχεδιασμό της Τουρκίας για διεκδίκηση του Αιγαίου από τον 25ο μεσημβρινό και ανατολικά, χωρίς να μας χαρίζει το υπόλοιπο τμήμα του. Θα συνεχίσει να το διεκδικεί.
Αρα, ό,τι κάνει η Τουρκία στο Αιγαίο δεν το κάνει για… πλάκα, όπως θέλει η λανθασμένη θεωρία.
Ο δεύτερος είναι η απόφαση του Αρείου Πάγου να μην επιτραπεί η έκδοση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών. Η Τουρκία θεωρεί ότι, ασκώντας πίεση, θα υποχρεώσει την Ελλάδα να τους εκδώσει.
Ο τρίτος λόγος σχετίζεται με τον ισχυρισμό της Τουρκίας ότι η Ελλάδα, εγκαθιστώντας σε 18 νησιά του Αιγαίου στρατιωτικά τμήματα, έχει ανατρέψει εις βάρος της Τουρκίας το στάτους κβο στο Αιγαίο. Αρα η άσκηση πίεσης μέσω των προκλήσεων αποσκοπεί και στο να οδηγήσει την Ελλάδα στην απόσυρση των στρατιωτικών τμημάτων από τα νησιά αυτά.
Ενας τέταρτος λόγος είναι το γεγονός ότι ο Ερντογάν, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις και τη διαρροή ψήφων από το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) προς το «όχι», ανεβάζει τα εθνικιστικά γράδα στο μείγμα της πολιτικής του για να περιορίσει τις διαρροές.
Τέλος, ένας άλλος λόγος, πιο πολύ με δομικά χαρακτηριστικά, είναι αυτός που σχετίζεται με αυτό που λέμε «ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας». Από τη Συμφωνία του Ελσίνκι, του 1999, η Αγκυρα και από το 2003 ο Ερντογάν διαμόρφωσαν την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, με βάση την ευόδωση του ευρωπαϊκού στόχου, δηλαδή την είσοδο της Τουρκίας στην Ε.Ε. Ο Ερντογάν μάλλον έχει πάρει τις αποφάσεις του και κατά τα φαινόμενα δεν αποτελεί πλέον πρωταρχικό στόχο η Ε.Ε. Αυτό δείχνει και η ανθελληνική πολιτική που ασκεί μέσω Τιράνων και του εξωνημένου Ράμα.
Και εξ αυτού είναι σαν να ωθεί την Ελλάδα να εγκαταλείψει κι αυτή την πολιτική του κατευνασμού διά των Βρυξελλών και να ξαναγυρίσει στην πολιτική των βέτο, που εγκαταλείψαμε το 1996, όταν ανταλλάξαμε την είσοδο της Κύπρου στην Ε.Ε., με την άρση του βέτο για την υπογραφή της τελωνειακής ένωσης. Θα πρέπει δε να ξέρει η Τουρκία ότι η τελωνειακή ένωση είναι ένα «όπλο» που κρατάει ακόμα στα χέρια της η Ελλάδα και, τώρα που η οικονομία της κλυδωνίζεται, καλό είναι να μη δοκιμάσει τις προθέσεις της Ελλάδας.
Επίσης, καλό είναι να μη δοκιμάζει την υπομονή και τις προθέσεις της Ελλάδας, γιατί μπορεί το 1922 να γνωρίσαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή, όμως λίγο πριν η Τουρκία είχε βρεθεί στο χείλος της ολοκληρωτικής καταστροφής.
Και πρέπει να ξέρουν εκεί στην Αγκυρα ότι η Ιστορία μερικές φορές επαναλαμβάνεται ως φάρσα...
Πηγή: Δημοκρατία