Μωαμεθανικός μυθριδατισμός στήν ἑλληνική κοινωνία μέ on line διακαναλικό ζῆλο. ΗΠΠ
Αλλάχ Ακμπάρ στα Προπύλαια
Oλη η Αθήνα θα γίνει Ισλαμαμπάντ, σου το ’χα πει...
Ο φίλος από την Αχαρνών έκανε πικρό χιούμορ: Ας μάθουν και οι κάτοικοι του Κολωνακίου τι σημαίνει Ραμαζάνι και Μπαϊράμι, εμείς οι στις κάτω γειτονιές τα ξέρουμε απέξω· έχουμε μάθει να μένουμε άγρυπνοι όταν τρωγοπίνουν οι γείτονες τις νύχτες του Ραμαζανιού, έχουμε μάθει να υπομένουμε τα γλέντια τους μετά μουσικής το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης...
Μου τα είχε πει, τα θυμόμουν. Είχα υποψιαστεί τι σημαίνει να ζεις στις «από κάτω» γειτονιές το 2010, είχα διασταυρώσει τις εξιστορήσεις του με εξιστορήσεις άλλων φίλων από τα Κάτω Πατήσια, από την Κυψέλη, την Πλατεία Αττικής. Ηξερα επίσης ότι κατ’ έτος οι Μουσουλμάνοι της Αθήνας συγκεντρώνονται σε στάδια για να προσευχηθούν συλλογικά. Παρ’ όλ’ αυτά, όταν είδα τη δημόσια προσευχή για τη Γιορτή της Θυσίας στην καρδιά της πρωτεύουσας της Ελληνικής Δημοκρατίας, στο σημείο με τον υψηλότερο πνευματικό συμβολισμό για τις κλασικιστικές, διαφωτιστικές και ρομαντικές ρίζες του νεοελληνικού κράτους, όταν ακούστηκαν οι προσευχές του Αιγύπτιου ιμάμη με φόντο την Αθηναϊκή Τριλογία των Χάνσεν, με φόντο το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, την Εθνική Βιβλιοθήκη και την Ακαδημία Αθηνών, δηλαδή με φόντο τα καθιδρύματα του καθ’ ημάς Διαφωτισμού, ε, τότε ναι, έπεσα σε άλλο συλλογισμό.
Σκέφτηκα ότι τελειώνει μια εποχή και αρχίζει μια νέα. Η συμπαγής εθνοτικά, θρησκευτικά και πολιτισμικά Ελλάδα, κράτος κοσμικό, με επικρατούσα θρησκεία και ανεξιθρησκία κατά το Σύνταγμα, με πολίτες που παντρεύονται σε αστικούς ναούς και βαφτίζονται σε ξωκλήσια, που είναι πολιτιστικά Ορθόδοξοι χωρίς ποτέ να είναι ζηλωτές ή τυπικά θρήσκοι, με πολίτες που αγαπούν αλλά και κοροϊδεύουν τους παπάδες τους, με την Ακρόπολη πάνω στην οποία προσευχήθηκαν ο Σατωβριάνδος, ο Φρόιντ και ο Χάιντεγκερ, αυτή η Ελλάδα δίνει τη θέση της σε ένα πολυπολιτισμικό αμάλγαμα, με επιβαλλόμενη θρησκεία τα οικουμενικά δικαιώματα, αυτά που όλοι επικαλούνται για τους εαυτούς τους και κανείς δεν εφαρμόζει για τους άλλους.
Η θρησκευτική λατρεία είναι τέτοιο οικουμενικής απήχησης δικαίωμα. Αυτό επικαλέστηκαν οι χιλιάδες μουσουλμάνοι της Αθήνας και συναθροίστηκαν στα συμβολικά Προπύλαια, επειδή δεν υπάρχει τέμενος στην πόλη. (Επικαλέστηκαν επίσης ότι δεν έχουν αρκετά χρήματα για να νοικιάσουν στάδιο.) Ορθώς επικαλούνται την αδικαιολόγητη απουσία τεμένους. Αλλά η θρησκευτική κατάληψη των Προπυλαίων έχει συμβολικό βάρος που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Με αυτόν την κατάληψη οι συνήθως αόρατοι μουσουλμάνοι, νοικοκυραίοι, μεροκαματιάρηδες μαύρης εργασίας, νομάδες των φαναριών, ως επί το πλείστον λαθρομετανάστες χωρίς χαρτιά, δήλωσαν εμφατικά την παρουσία τους, και τη δύναμή τους· τη δύναμή τους να απαιτούν. Κατά τούτο, η προσευχή στα Προπύλαια είναι πράξη πολιτική.
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα για την ελληνική πολιτεία. Καταρχάς, έρχεται αντιμέτωπη με μια πολιτική δήλωση και μια πράξη ισχύος, προερχόμενες από ένα άτυπο σύνολο ανθρώπων εντός της επικράτειας, για τους οποίους μόνος συνδετικός ιστός είναι η θρησκεία, για τους οποίους ελάχιστα πράγματα γνωρίζει: για την προέλευσή τους, το νόμιμο της εισόδου και της παραμονής τους, για το εργασιακό καθεστώς τους, για τις συνθήκες διαβίωσης, για την εκπροσώπησή τους. Η πολιτεία καλείται να διαχειριστεί ένα πολιτισμικό άλμα: από την εθνοθρησκευτική συμπάγεια στο πολυπολιτισμικό ρευστό. Και δεν διαθέτει ούτε εργαλεία ούτε σχέδιο ούτε στρατηγική. Ούτε ενιαία βούληση. Η επί εικοσαετία απουσία μεταναστευτικής πολιτικής, υποκαθιστάμενη από σπασμωδικές επαναπροωθήσεις και ανθρωπιστικά μπαλώματα, φέρνει τώρα την πολιτεία αντιμέτωπη με μια παγιωμένη κατάσταση δυσχερή και με μια δυναμική που είναι αδύνατον να ανατραπεί.
Οι μουσουλμάνοι δεν θα φύγουν. Πολλοί θα ήθελαν να φύγουν, να προχωρήσουν προς την Δυτική Ευρώπη· όμως δεν μπορούν, τα σύνορα είναι κλειστά, κι αυτοί χωρίς χαρτιά· βρίσκονται λοιπόν στάσιμοι, λιμνάζοντες, στον χώρο τράνζιτ που λέγεται Ελλάδα. Πώς όμως δεξιώνεται η ελληνική κοινωνία, το κοσμικό κράτος, η ανεξίθρησκη δημοκρατία, η χριστιανοδιαφωτιστικής κουλτούρας κοινωνία, τους λιμνάζοντες ετερόδοξους, ιδίως τους ζηλωτές μεταξύ αυτών; Πώς τους εντάσσει; Πώς τους ενσωματώνει; Πώς εξασφαλίζει ότι σέβονται το ελληνικό Σύνταγμα; Προ πάντων όταν αυτούς τους ανθρώπους δεν τους συνδέει καμία κοινή πολιτική συνείδηση, παρά μόνον η πίστη στο Κοράνι και στη σαρία.
Η Ελληνική Δημοκρατία, κουρασμένη ήδη από δικά της προβλήματα, οικονομικά και ηθικά-πνευματικά, ώριμη παρ’ όλ’ αυτά και πλούσια σε εμπειρίες, καλείται τώρα να αφομοιώσει την προσευχή του ιμάμη και του μουσουλμανικού πλήθους στην Αθηναϊκή Τριλογία, και να απαντήσει πειστικά και τελεσφόρα: τόσο προς τους επήλυδες όσο και προς τους ιθαγενείς
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_21/11/2010_1293327