Τα τελευταία 15 χρόνια, τόσο οι άμεσα εμπλεκόμενοι (πολιτικές ηγεσίες – προσωπικό των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων) με την εθνική άμυνα, όσο και το ευρύ κοινό (οι φορολογούμενοι που πάντα καλούνται να καταβάλλουν το κόστος), είμαστε μάρτυρες μίας προσπάθειας ανανέωσης και αναβάθμισης των μειζόνων μονάδων επιφανείας του Πολεμικού Ναυτικού.
Είναι αυτονόητο ότι η χρεοκοπία της χώρας, που επισημοποιήθηκε το 2010, υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στη μη-εξέλιξη του ζητήματος καθώς οι αμυντικές δαπάνες υπέστησαν, κατά την τελευταία δεκαετία, σημαντικότατη μείωση (περί το 40%).
Φυσικά, η ολομέτωπη τουρκική επίθεση κατά της ακεραιότητας της χώρας και των ζωτικών συμφερόντων της που άρχισε τον Μάρτιο του 2020 στην ελληνο-τουρκική μεθόριο στον Έβρο και πλέον έχει επεκταθεί σε όλο το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο και εξελίσσεται με αμείωτη ένταση, κατέστησε την προαναφερθείσα προσπάθεια αγωνιώδη.
Όμως για μία πλειάδα λόγων (παρακάτω αναφέρονται οι δύο πιο σημαντικοί), η αγωνία δεν δικαιολογεί τις ανορθόδοξες πρακτικές που ακολούθησε η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και δυστυχώς συνεχίζει και η σημερινή.
Καταρχάς, η αγωνία δεν πρόκειται να θεραπεύσει την επί μία δεκαπενταετία σχεδόν ολοκληρωτική αναστολή των εξοπλιστικών προγραμμάτων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Η ανάλυση και κριτική για τους λόγους που την επέβαλλαν (ακόμη και εάν είναι προφανείς, όπως η χρεοκοπία της χώρας), είναι πλέον μικρής σημασίας, καθώς έχει δημιουργηθεί ένα τετελεσμένο που εκ των πραγμάτων αποτελεί τη βάση για τους όποιους σχεδιασμούς.
Δεύτερον, γιατί ακόμη και στην περίπτωση που η διαδικασία υλοποιηθεί με αστραπιαία ταχύτητα, η παράδοση των νέων φρεγατών θα λάβει χώρα μετά την παρέλευση αρκετών ετών, η δε επιχειρησιακή αξιοποίηση τους θα απαιτήσει ακόμη περισσότερο χρόνο.
Κατά συνέπεια, το «παράθυρο τρωτότητας» που δημιούργησε η οικονομική κρίση και η όποια απραξία διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων, δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί στον παρόντα χρόνο και το άμεσο μέλλον.
Τα τελευταία δύο χρόνια είμαστε μάρτυρες μίας φαρσοκωμωδίας όπου η προμήθεια συγκεκριμένου τύπου μειζόνων μονάδων επιφανείας παρουσιάζεται αρχικά ως δρομολογημένη, στη συνέχεια αιφνιδίως αλλάζει ο τύπος και η προμήθεια δρομολογείται εκ νέου μέχρις ότου εμφανιστεί μία νέα υποψηφιότητα.
Το 2018, μετά περίπου 10 χρόνια διακοπής λόγω της οικονομικής κρίσης, ενώ διεξάγονταν διακρατικές συνομιλίες (προμήθεια ή χρηματοδοτική μίσθωση – leasing) με τη Γαλλία για τις φρεγάτες FREMM, αιφνιδίως εμφανίστηκαν στο προσκήνιο οι φρεγάτες τύπου Belh@rra> για τις οποίες η παρούσα κυβέρνηση υπέγραψε τον Οκτώβριο του 2019, επιστολή πρόθεσης (Letter of Intent) για την προμήθεια τους.
Όμως τους τελευταίους μήνες, και ιδιαίτερα μετά την πρωθυπουργική ανακοίνωση για την προμήθεια των μαχητικών Dassault Rafale από τη Γαλλία μέσω διακρατικής συμφωνίας, οι Belh@rra εμφανίζονται να υποκαταστάθηκαν από την αμερικανικής προέλευσης (Lockheed Martin) σχεδίαση MMSC (Multi-Mission Surface Combatant).
Σε κάθε περίπτωση, την αντίστοιχη χρονική περίοδο, ο προτιμητέος τύπος παρουσιάζεται στο ευρύ κοινό, ως το απόλυτο «υπερόπλο», ως ο νέος «ΑΒΕΡΩΦ», που θα επιβάλλει την ελληνική ναυτική κυριαρχία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Πρόκειται για τη συστηματική καλλιέργεια ενός επικίνδυνου μύθου, καθώς στον σημερινό χώρο μάχης το επιχειρησιακό αποτέλεσμα δεν επιφέρεται από ένα μεμονωμένο οπλικό σύστημα ακόμη και εάν είναι υψηλών δυνατοτήτων.
Ο φορολογούμενος πληροφορείται από τα μέσα ενημέρωσης (αφού οι επίσημες σχετικές ανακοινώσεις είναι σχεδόν ανύπαρκτες), υποψηφιότητες, κόστος και όλη την επιχειρηματολογία (επιχειρησιακή – τεχνική, πολιτική, γεωπολιτική) που υποστηρίζει την προμήθεια του κάθε τύπου.
Σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας:
>Δύο φρεγάτες τύπου Belh@rra> είχαν προσφερθεί αρχικά στη τιμή των 3,9 δις ευρώ (3,2 το κόστος των πλοίων και 680 εκατ. ευρώ το κόστος χρηματοδότησης), συμπεριλαμβανομένων όπλων, συστημάτων μάχης και εν συνεχεία υποστήριξης.
>τέσσερα MMSC προσφέρονται σε τιμή περί τα 4 δις ευρώ (τιμή πλατφόρμας περί τα 550 εκατ. ευρώ), συμπεριλαμβανομένων όπλων, συστημάτων μάχης και εν συνεχεία υποστήριξης.
>η δυναμική εμφάνιση της υποψηφιότητας του MMSC ώθησε τη γαλλική πλευρά στην υποβολή νέας πρότασης για τέσσερις φρεγάτες τύπου Belh@rra στην τιμή των 4 δις ευρώ
>οι γερμανικής προέλευσης φρεγάτες τύπου MEKO A-200 προσφέρονται στην τιμή των 500 – 550 ευρώ ανά μονάδα
>οι βρετανικής προέλευσης φρεγάτες Type 31 προσφέρονται στην τιμή των 500 – 550 εκατ. ευρώ ανά μονάδα. Σημειώνεται ότι ο επανειλημμένα διακηρυγμένος στόχος του υπουργείου Άμυνας της Βρετανίας είναι το μοναδιαίο κόστος της Type 31 να μην υπερβεί τα 250 εκατ. λίρες (279 εκατ. ευρώ) στο οποίο θα πρέπει να προστεθεί και του κόστος του εξοπλισμού που θα προμηθευτεί απευθείας η κυβέρνηση (GFE: Government Furnished Equipment).
Θα πρέπει να επισημανθεί εδώ ότι οι ανωτέρω τιμές είναι εκ των πραγμάτων ενδεικτικές καθώς το οπλικό σύστημα (όπλα, αισθητήρες, σύστημα διαχείρισης μάχης, κλπ.) αποτελεί βαρύνουσας σημασίας παράμετρο στη διαμόρφωση του τελικού κόστους.
Με την προϋπόθεση ότι τα προαναφερθέντα ανταποκρίνονται σε κάποιο βαθμό στα πραγματικά δεδομένα, μπορούμε να παρατηρήσουμε αλλά και να ρωτήσουμε τα εξής:
>Ποια είναι η αντίδραση των πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων που διαπραγματευόταν (ή συνεχίζουν να το κάνουν) τις φρεγάτες τύπου Belh@rra στη δραστική μεταβολή της γαλλικής τιμολογιακής πολιτικής; Τι είδους συμπεράσματα εξαγάγουν;
>Έχουν πλέον κατανοήσει την αξιωματική αλήθεια ότι μόνο ο ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ επιφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα για τον αγοραστή;
>Σε ποιο γενικό διαδικαστικό πλαίσιο εντάσσεται η υποβολή των προαναφερθεισών προσφορών; Για παράδειγμα, οι προσφορές απαντούν σε αίτηση για πληροφορίες (RFI: Request For Information) ή σε αίτηση για προσφορές (RFP: Request For Proposals); Εάν ναι, πότε ξεκίνησε επίσημα η διαδικασία;
>Ποιο είναι το «μέτρο» σύγκρισης και αξιολόγησης των προσφορών; Με άλλα λόγια, ποιες είναι οι επιχειρησιακές προτεραιότητες του Πολεμικού Ναυτικού και στη βάση ποιων επιχειρησιακών και τεχνικών προδιαγραφών υπηρετούνται; Πώς γίνεται η αξιολόγηση των προσφορών που έχουν υποβληθεί; Με ποιες επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές;
Δυστυχώς τα όσα έχουν προηγηθεί δείχνουν ότι οι προβλεπόμενες από τον Εθνικό Αμυντικό Σχεδιασμό διαδικασίες συστηματικά δεν ακολουθούνται.
Αντίθετα, φαίνεται ότι λαμβάνεται μία απόφαση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο και στη συνέχεια οι διαδικασίες προσαρμόζονται ώστε να «νομιμοποιηθεί» στο νομικό – διαδικαστικό πλαίσιο που καθορίζει τις προμήθειες αμυντικού υλικού.
Η οδυνηρή σύγκριση με το παρελθόν
Και όμως πριν 12 περίπου χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2008, η προσέγγιση του Πολεμικού Ναυτικού (και κατ’ επέκταση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας / κυβέρνησης), για το πρόγραμμα προμήθειας των νέων φρεγατών ήταν τόσο διαφορετική και ασύγκριτα πιο συστηματική.
Οι εικόνες που συνοδεύουν το παρόν σημείωμα, αποτελούν διαφάνειες (slides) μίας παρουσίασης που η Διεύθυνση Εξοπλισμών του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (ΓΕΝ/ΔΕΞ) είχε οργανώσει προς ενημέρωση των διαπιστευμένων στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης.
ΕΙΚΟΝΑ 1
ΕΙΚΟΝΑ 2
ΕΙΚΟΝΑ 3
ΕΙΚΟΝΑ 4
ΕΙΚΟΝΑ 5
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ακόμη και στο επίπεδο ενημέρωσης, η σύγκριση είναι καταλυτική με το σήμερα. Στην πρώτη διαφάνεια (Εικόνα 1) περιγράφονται συνοπτικά οι προτεραιότητες του εξοπλιστικού προγράμματος του Πολεμικού Ναυτικού και στις μετέπειτα διαφάνειες παρουσιάζονται τα κύρια σημεία κάθε προγράμματος.
Στην κορυφή των προτεραιοτήτων η προμήθεια έξι νέων φρεγατών με δυνατότητες Αντιαεροπορικής Άμυνας (Α/Α) Περιοχής (Area Air Defence). Ο κατάλογος που παρουσιάζεται στη σχετική διαφάνεια (Εικόνα 1) αποτελεί μία ολιστική προσέγγιση (άσχετα με το αν κάποιος διαφωνεί ή συμφωνεί με το περιεχόμενο της).
Με την προμήθεια των έξι φρεγατών αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής, τις τέσσερις εκσυγχρονισμένες MEKO-200HN (είναι τραγικό ότι 12 χρόνια μετά το εν λόγω πρόγραμμα ακόμη δεν έχει υλοποιηθεί) και τις έξι εκσυγχρονισμένες τύπου Standard, το Πολεμικό Ναυτικό αποκτούσε τη δυνατότητα συγκρότησης ομάδων μάχης επιφανείας με ισχυρές δυνατότητες στην αντιαεροπορική άμυνα περιοχής, τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο και το πόλεμο επιφανείας.
Σε ό,τι αφορά τις νέες φρεγάτες, όπως φαίνεται και στις σχετικές διαφάνειες (Εικόνες 2, 3, 4 και 5), σε υψηλή προτεραιότητα ήταν επιχειρησιακή απαίτηση του Πολεμικού Ναυτικού ήταν η Αντιαεροπορική Άμυνα (Α/Α) Περιοχής (Area Air Defence). Σήμερα, η ίδια επιχειρησιακή απαίτηση συνεχίζει να έχει την ίδια προτεραιότητα;
Αν ναι, ποιες, από τις υποψηφιότητες που σύμφωνα με τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας έχουν υποβληθεί ως προτάσεις, ικανοποιούν την προαναφερθείσα επιχειρησιακή απαίτηση;
Διαπιστώσεις
Η ελληνική (και διεθνής) εμπειρία αποδεικνύει ότι είναι εξ ορισμού απείρως προτιμότερο για το Πολεμικό Ναυτικό, τον φορολογούμενο, την εθνική άμυνα και γενικά τη χώρα, η προμήθεια μειζόνων οπλικών συστημάτων να υλοποιείται μέσω ανταγωνιστικής διαδικασίας. Εξαιρέσεις μπορεί να υπάρχουν, αλλά απλώς θα αποτελούν επιβεβαίωση του κανόνα.
Φυσικά, πολιτικές – γεωπολιτικές, οικονομικές και βιομηχανικές παράμετροι θα πρέπει να συνυπολογιστούν στην αξιολόγηση και επιλογή, αλλά αυτό δεν αναιρεί τα πολλαπλά πλεονεκτήματα που προσφέρει ο ανταγωνισμός μεταξύ των υποψήφιων προμηθευτών / χωρών.
Η προμήθεια μίας μείζονος μονάδας επιφανείας με χαρακτηριστικά «υπερόπλου», δηλαδή παράγοντα που μόνος του θα ανατρέψει τον συσχετισμό ισχύος με τον αντίπαλο, είναι φαντασίωση.
Εξ ορισμού κάθε πλατφόρμα – οπλικό σύστημα, αποτελεί σημείο συγκερασμού επιχειρησιακών απαιτήσεων και οικονομικών, τεχνολογικών και βιομηχανικών δυνατοτήτων. Όμως ακόμη και αν απεριόριστοι οικονομικοί πόροι ήταν διαθέσιμοι, κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι ότι το αποτέλεσμα θα ήταν το επιθυμητό «υπερόπλο».
Σε ό,τι αφορά τις υποψηφιότητες, οι μεν Belh@rra> (πρώην FTI: Frégates de taille intermédiaire – φρεγάτες ενδιαμέσου μεγέθους και νυν FDI: “Frégate de Défense et d’Intervention – φρεγάτα άμυνας και παρέμβασης) και Type 31 General Purpose Frigate (GPFF – φρεγάτα γενικού σκοπού) δεν αποτελούν παρά συμπληρώματα των επιχειρησιακά ανώτερων (και υψηλότερου κόστους) φρεγατών FREMM και Type 26 για τα ναυτικά της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου αντίστοιχα.
Η MEKO A-200 είναι και αυτή μία φρεγάτα γενικής χρήσης, το πιο εξελιγμένο μέλος της ομώνυμης οικογένειας, που ας σημειωθεί, προορίζεται αποκλειστικά για εξαγωγικούς χρήστες (το Ναυτικό της Γερμανίας ουδέποτε ενέταξε σε υπηρεσία φρεγάτες της οικογενείας MEKO).
Η σχεδίαση MMSC αποτελεί έκδοχο του τύπου Freedom του πλοίων μάχης παρακτίων (LCS: Littoral Combat Ship), τα οποία σχεδιάστηκαν για να ικανοποιήσουν συγκεκριμένες απαιτήσεις στην επιχειρησιακή αρχιτεκτονική του Ναυτικού των ΗΠΑ, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί από τις γεωπολιτικές συνθήκες, την πρώτη δεκαετία του 2000.
Οδηγούμαστε λοιπόν στην οδυνηρή διαπίστωση, ότι ΕΑΝ το Πολεμικό Ναυτικό συνεχίζει να έχει ως κύρια επιχειρησιακή απαίτηση την αντιαεροπορική άμυνα περιοχής, τότε οι υποψηφιότητες αφορούν πλοία που απλά ΔΕΝ έχουν σχεδιαστεί για να την ικανοποιήσουν.
Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η προσπάθεια ενσωμάτωσης κάποιων αλλαγών ώστε να ικανοποιηθούν ολικώς ή σε κάποιο βαθμό συγκεκριμένες απαιτήσεις, δεν αναιρεί την προαναφερθείσα πραγματικότητα αλλά προσθέτει σημαντικό κόστος, το οποίο βαραίνει τον αγοραστή.
Τέλος, θα πρέπει να επισημάνουμε μία κρίσιμη παράμετρο που το Ελληνικό Δημόσιο συστηματικά εμφανίζεται να αγνοεί στην προμήθεια μειζόνων οπλικών συστημάτων.
Για κάθε έναν από τους τέσσερις υποψήφιους προμηθευτές / χώρες, η επιλογή της σχεδίασης του από το Πολεμικό Ναυτικό είναι καθοριστική για το μέλλον του προγράμματος και τις προοπτικές του στην παγκόσμια αγορά.
Ο παρακάτω πίνακας, που παρουσιάζει τις συμβάσεις (με βάση ανοικτές πηγές) που έχουν ανατεθεί για κάθε σχεδίαση, αποδεικνύει τη βασιμότητα του επιχειρήματος:
Belh@rra> – 5 (Ναυτικό Γαλλίας),
MMSC – 4 (Σαουδική Αραβία)
MEKO A200 – 4 (Νότια Αφρική), 4 (Αλγερία), 6 (Αίγυπτος), σύνολο: 14
Type 31 – 5 (Βασιλικό Ναυτικό)
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι στις περιπτώσεις των Belh@rra, MMSC και Type 31 τυχόν επιλογή από το Πολεμικό Ναυτικό, σχεδόν διπλασιάζει τον αριθμό των πλοίων για τα οποία έχουν ανατεθεί συμβάσεις και ταυτόχρονα προσδίδει δυναμική στη σταδιοδρομία του προγράμματος στην παγκόσμια αγορά.
Ακόμη και στην περίπτωση της MEKO A200, που παρουσιάζει τη μακράν καλύτερη εμπορική επίδοση από τις υπόλοιπες τρεις σχεδιάσεις, που όμως έχουν εμφανιστεί αργότερα στη διεθνή αγορά, η επιλογή από το Πολεμικό Ναυτικό – χώρας μέλους του NATO, αποτελεί για τον κατασκευαστή σημαντικό εμπορικό πλεονέκτημα στη διεθνή αγορά. Ας σημειωθεί ότι η ανάθεση του προγράμματος MKS-180 στον ολλανδικό όμιλο Damen, προκάλεσε ισχυρούς κλυδωνισμούς στη γερμανική ναυπηγική βιομηχανία πλοίων επιφανείας.
Επιλεγόμενα
>Η προμήθεια νέων φρεγατών για το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να εντάσσεται στη γενικότερη στρατηγική για την ανάπτυξη των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του Κλάδου, το όραμα – σχεδιασμό για τη μελλοντική εξέλιξη του. Δυστυχώς, σχετικές επίσημες ανακοινώσεις για αυτή τη γενικότερη στρατηγική δεν έχουν γίνει. Η υιοθέτηση της «πεπατημένης» δεν αποτελεί την πιο ασφαλή και αποδοτική λύση, ιδιαίτερα την παρούσα περίοδο, όπου, δυστυχώς, οι εξελίξεις, μας έχουν προλάβει και η οικονομική κατάσταση παραμένει εύθραυστη.
>Εξ ορισμού, μία αυστηρή ανταγωνιστική διαδικασία θα συμπιέσει το κόστος και θα μεγιστοποιήσει τα οφέλη για τον αγοραστή. Ταυτόχρονα θα επιτρέψει στον χρήστη, το Πολεμικό Ναυτικό, να μελετήσει σε βάθος και να αξιολογήσει τις τεχνολογίες και λύσεις που προτείνουν οι υποψήφιοι προμηθευτές.
>Η ανταγωνιστική διαδικασία δεν εμποδίζει τον συνυπολογισμό πολιτικών – γεωπολιτικών, βιομηχανικών και τεχνολογικών παραμέτρων, αφού υπόκειται στην ευχέρεια της εκάστοτε κυβέρνησης να τις συμπεριλάβει στην αξιολόγηση με όση βαρύτητα αποφασίσει, για να καταλήξει στην τελική επιλογή. Η κυβέρνηση για πολιτικούς – γεωπολιτικούς, βιομηχανικούς, τεχνολογικούς και οικονομικούς λόγους μπορεί να επιλέξει οποιαδήποτε σχεδίαση κρίνει, όμως σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι απολύτως σαφές και καταγεγραμμένο σε ποιο βαθμό ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του χρήστη, ώστε να γνωρίζουμε για ποιους λόγους, τι ακριβώς προμηθευόμαστε.
>Η συνεχής ονοματολογία, χωρίς να υπάρχουν επίσημες ανακοινώσεις ή να έχει προκηρυχθεί κάποια διαδικασία, διαφόρων σχεδιάσεων που έχουν επιλεχθεί ή φέρονται να έχουν επιλεγεί ως οι νέες φρεγάτες του Πολεμικού Ναυτικού, και οι ενδείξεις ότι καλείται εκ των υστέρων το Πολεμικό Ναυτικό να υποστηρίξει τεχνοκρατικά – θεσμικά την εκάστοτε επιλογή, υποσκάπτουν την ακεραιότητα της διαδικασίας στη κοινή αντίληψη και τραυματίζουν το θεσμικό κύρος του Πολεμικού Ναυτικού.
Πηγή: defence-point.gr