Διευκρινίσεις για την εκπαίδευση των ιπταμένων της Πολεμικής Αεροπορίας στο Rafale – Καμία έκπτωση στην ασφάλεια πτήσεων – “Μια σταγόνα Ιστορία” για την εμπλοκή της Πολεμικής Αεροπορίας με τα γαλλικά μαχητικά. Το άρθρο που δημοσιεύσαμε σχετικά με την εκπαίδευση των Ελλήνων ιπταμένων στη Γαλλία για τη μεταπήδησή τους στο γαλλικό μαχητικό Rafale, ήταν μία προσπάθεια να εξηγήσουμε τη διαδικασία που ακολουθείται. Φυσικά αναφερθήκαμε και στους τεχνικούς. Δεν μπορεί να υπάρξει επιχειρησιακή εκμετάλλευση χωρίς υποστήριξη. Επανερχόμαστε όμως, καθότι το γεγονός ότι και οι Έλληνες ιπτάμενοι πέταξαν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μόνοι (solo) το Rafale, ξένισε πολλούς ή ακόμα και αμφισβητήθηκε…
Δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο ή κάτι καινούριο αυτό που αναφέρθηκε. Όπως θα καταδείξουμε, δεν συμβαίνει για πρώτη φορά, χωρίς μάλιστα να έχουν ποτέ στο παρελθόν παραβιαστεί κανονισμοί ασφαλείας από τους Γάλλους. Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ως προς αυτό, είναι ότι η επιλογή των Ελλήνων ιπταμένων έγινε με αυστηρά κριτήρια.
Σίγουρα θα υπήρξε ανταγωνισμός “αλά Γκρέκα” (αν καταλαβαίνετε τι υπονοείται με αυτό)! Με την ειδοποιό διαφορά ότι αυτός διεξήχθη μεταξύ υποψηφίων που είχαν τα ίδια προσόντα. Σε γενικές πάντα γραμμές. Άρα ζήτημα επάρκειας δεν υφίσταται. Τόσο απλά.
Ποια είναι αυτά τα “προσόντα”; Η πτητική εμπειρία, η συμμετοχές σε ασκήσεις, ελληνικές και ΝΑΤΟϊκές, συμπεριλαμβανομένων και των εκπαιδεύσεων στο TLP, οι καταγεγραμμένες επιδόσεις σε θεωρητικά αντικείμενα και σε αποστολές αέρος–αέρος και αέρος–εδάφους/επιφανείας κ.λπ. Δεν πρόκειται επομένως για νέους εκπαιδευόμενους.
Έχουν πτητική εμπειρία μεγαλύτερη των 1000 ωρών και κάποιοι ίσως έχουν 1000 ώρες μόνο στον τύπο μαχητικού που πετούσαν. Είναι εκπαιδευτές στις Μοίρες που ανήκουν, έχουν συμμετοχή σε διεθνείς ασκήσεις και έχουν βρεθεί εκατοντάδες φορές να αναχαιτίζουν τουρκικούς σχηματισμούς, αλλά και σε εμπλοκές με τουρκικά μαχητικά.
Στην Αεροπορία, η εμπειρία προσμετράται πάντα ως βασικό προσόν, για οποιαδήποτε ειδικότητα του προσωπικού εδάφους και ειδικά για ιπταμένους. Για αυτό άλλωστε και καταγράφεται λεπτομερώς στα βιβλία πτήσεων, ατομικά και των πολεμικών Μοιρών.
Ώρες πτήσης, αντικείμενο εκπαιδευτικών εξόδων, ώρες στον προσομοιωτή, αξιολογήσεις και βαθμολογίες εκπαιδευτών, διαθεσιμότητες επί διαφόρων τύπων, είδη εκπαιδεύσεων και πολλά άλλα. Τα πάντα… Για όσους δε έχουν συσσωρευμένη εμπειρία ως εκπαιδευτές πτήσεων, είναι κάτι που φαίνεται αμέσως. Ένας έμπειρος εκπαιδευτής δηλαδή μπορεί άμεσα να αντιληφθεί το επίπεδο του εκπαιδευόμενου που έχει αναλάβει να διαθέσει σε ένα νέο τύπο μαχητικού.
Δεν θα πρέπει να έχει κανείς την παραμικρή αμφιβολία για το ότι οι Γάλλοι εκπαιδευτές κατανόησαν το επίπεδο των Ελλήνων συναδέλφων τους, μέσα στα πρώτα πέντε με δέκα λεπτά από την εκκίνηση των κινητήρων και την έναρξη της τροχοδρόμησης για απογείωση. Όπως δεν θα πρέπει να αμφιβάλει και για το ότι διαπίστωσαν στον αέρα σε πολύ μικρό χρόνο το αν οι εκπαιδευόμενοι στο Rafale είναι καλύτεροι από τους ίδιους στα σενάρια εναέριας μάχης και εικονικών προσβολών στόχων στο έδαφος, που εκτελέστηκαν!
Στην πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της Πολεμικής Αεροπορίας που Έλληνες ιπτάμενοι πέταξαν γαλλικά μαχητικά, είχαμε αναφερθεί μέσω ενός πλήρους ιστορικού αφιερώματος παλαιότερα. Οι Η. Τσαμουσόπουλος και Ι. Χατζίρης, εξαιρετικά έμπειροι ιπτάμενοι και οι δύο, με χιλιάδες ώρες σε αρκετούς τύπους μαχητικών αεροπλάνων, πέταξαν μετά από τέσσερις μόλις εξόδους προσαρμογής σε διθέσιο Mirage IIIB, συνολικής διάρκειας δύο ωρών και 40 λεπτών, πριν βρεθούν μόνοι τους στο πιλοτήριο του μονοθέσιου Mirage IIIRD.
Τον Δεκέμβριο του 1971 οι Νίκος Κουρής (μετέπειτα Α/ΓΕΑ και υφυπουργός Άμυνας) και Ευστράτιος Καμπιώτης, επίσης πολύ έμπειροι ιπτάμενοι της Πολεμικής Αεροπορίας (ΕΒΑ τότε για να ακριβολογούμε) με χιλιάδες ώρες σε μαχητικά διαφόρων τύπων, πέταξαν με ένα από τα πρωτότυπα του Mirage F 1C, την τρίτη κιόλας ημέρα της επίσκεψής τους στη Γαλλία, με σκοπό την αξιολόγησή του! Χωρίς καμία προγενέστερη επαφή ή εμπλοκή με τον τύπο που άλλωστε τελούσε υπό ανάπτυξη ακόμα…
Αφού πέρασαν ένα ταχύρυθμο σχολείο εδάφους (διάρκειας μερικών ωρών!) και τους δόθηκαν κάποιες σημειώσεις γραμμένες σε ένα περίεργο μείγμα γαλλικών και αγγλικών (!) για να μελετήσουν και να χρησιμοποιήσουν ως checklist, το πρωί της επομένης πέταξαν το πρωτότυπο από το κέντρο δοκιμών του Istres! Χωρίς το παραμικρό πρόβλημα.
Πρέπει να ληφθεί υπόψη επίσης, ότι στην περίπτωση του Mirage F 1, πέρα από το ότι δεν υπήρχε ακόμη διθέσια εκπαιδευτική έκδοση (το Mirage F 1B πέταξε το 1978 και δεν αγοράστηκε ποτέ από την Ελλάδα), δεν υπήρχαν οι αυτοματισμοί και το man – machine interface που υπάρχουν στο Rafale. Θα τη δημοσιεύσουμε τη συγκεκριμένη ιστορία γιατί παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από κάθε πλευρά.
Σε ό,τι αφορά στη διαδικασία μετάβασης στο νέο γαλλικό τύπο μαχητικού που σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη και πάλι δεν υπάρχει περίπτωση οι Γάλλοι να έκαναν τον παραμικρό συμβιβασμό στην ασφάλεια πτήσεων. Έκριναν ικανούς τους Έλληνες ιπταμένους να πετάξουν μόνοι το Rafale C γιατί ήταν 1000% βέβαιοι για τις ικανότητες και τις δυνατότητές τους. Άλλωστε είχαν προηγηθεί αρκετές ώρες στον προσομοιωτή και το διθέσιο Β.
Πηγή: defence-point.gr