Ο μητροπολίτης Φλωρίνης π. Αυγουστίνος Kαντιώτης, νεαρός κληρικός το 1941 στα Γιάννενα, μίλησε από του άμβωνος του Αγίου Σπυρίδωνος παρουσία των Ιταλών κατακτητών και τόνωσε το πατριωτικό συναίσθημα και την πίστη των Ελλήνων βγήκε ένταλμα συλλήψεως εναντίον του και εστάλη και στις γερμανικές αρχές, αλλά εσώθη ως εκ θαύματος αυτός λοιπόν, ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας μιλά για την αντίσταση των Ελλήνων κατά των Ιταλών όπως την έζησε ο ίδιος.
EΟΡΤΑΖΟΥΜΕ τὸ ἱστορικὸ ΟΧΙ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940. Χρονικῶς ἀπέχουμε ἀρκετὰ πλέον. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ ᾿κείνη τὴ γενεὰ δὲν ζοῦν. Ἐλάχιστοι αὐτόπται καὶ αὐτήκοοι τῶν γεγονότων ἀπέμειναν. Αὐτοὶ ἔχουν ἱερὰ ὑποχρέωσι νὰ μεταδώσουν στὴ νέα γενεὰ τὶς ἐντυπώσεις τους, γιὰ νὰ μὴ μείνῃ τὸ ἔθνος μακριὰ ἀπὸ τὶς ἀναμνήσεις αὐτές. Διότι ἔθνη ποὺ λησμονοῦν τὴν ἱστορία τους εἶνε ἀνάξια νὰ ζοῦν.
Ἐπειδὴ ἀνήκω σ᾿ ἐκείνη τὴ γενεά, θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ πῶ λίγα λόγια ἀπὸ προσωπικές μου ἐντυπώσεις.
Ἤμουν στὸ Μεσολόγγι, νεαρὸς διάκονος καὶ ἱεροκήρυκας στὴν ἱερὰ πόλι. Ἦταν 27 Ὀκτωβρίου 1940, ἡμέρα Κυριακή. Τὸ πρωῒ ὅλοι ἐκκλησιάστηκαν καὶ κατόπιν γύρισαν στὰ σπίτια τους. Καὶ ἦρθε τὸ βράδυ, ἐκεῖνο τὸ βράδυ! Οἱ μητέρες κοίμησαν τὰ νήπια στὰ λίκνα τους· καὶ οἱ ἀγρότες οἱ ἐργάτες καὶ οἱ ἁλιεῖς ἀναπαύθηκαν στὰ σκληρὰ κρεβάτια τους, γιὰ νὰ συνεχίσουν τὴν ἑπομένη μέρα τὴν εἰρηνικὴ ζωή τους.
Τὰ μεσάνυχτα, κατὰ τὴ μία (1) ἡ ὥρα, σφυρίζουν οἱ σειρῆνες καὶ χτυποῦν οἱ καμπάνες. Στρατιῶτες τοιχοκολλοῦν διατάγματα ἐπιστρατεύσεως. Ταραχὴ μεγάλη. Τί ἔγινε; Πόλεμος! Πόλεμος; Δὲν περίμεναν τὸν πόλεμο. Ἂν ὑπῆρχε ἕνα ἔθνος ποὺ ἤθελε τὴν εἰρήνη, αὐτὸ ἦτο ἡ Ἑλλάς. Διότι μετὰ τὴ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ εἶχε μεγάλον ἀγῶνα ἀνασυγκροτήσεως καὶ ἡ εἰρήνη ἦτο ἀναγκαία.
Ξαφνικὰ λοιπὸν ἐπεβλήθη ὁ πόλεμος. Ἐπεβλήθη ἀπὸ τὸν δικτάτορα τοῦ Ἄξονος, τὸν κυβερνήτη τῆς Ἰταλίας. Αὐτὸς παρουσιάστηκε τὴ νύχτα, τὰ μεσάνυχτα, καὶ εἶπε· ―Ἑλλάς, παραδόσου. Καὶ ἡ Ἑλλὰς ἀπήντησε· ―ΟΧΙ. Ποιός τὸ εἶπε τὸ ΟΧΙ, παρακαλῶ; Πουθενὰ σήμερα δὲν ἀναφέρεται τὸ ὄνομά του.
Ποῦ καταντήσαμε, νὰ λησμονοῦμε τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια! Δὲν ἀνήκω σὲ κανένα κόμμα· ἀνήκω μόνο στὸ Χριστὸ καὶ στὴν Ἑλλάδα, καὶ ὁμιλῶ ἀμερολήπτως. Λοιπὸν ποιός τὸ εἶπε τὸ ΟΧΙ; Τὸ εἶπε ὁ σκύλος; ὁ γάτος; ποιός τὸ εἶπε; Τὸ λέγω μετὰ δακρύων καὶ συγκινήσεως. Σημειωτέον δέ, ὅτι ἐγὼ ἐδιώχθην τότε ἐπὶ τοῦ καθεστῶτος ἐκείνου· ἐδιώχθημεν, διότι λέγαμε τὴν ἀλήθεια. Πηγαίνετε στὸ Μεσολόγγι νὰ ρωτήσετε, καὶ θὰ μάθετε ὅτι ἐγὼ ἐδιώχθην ἀπὸ τὴ δικτατορία. Ἕτερον ἑκάτερον ὅμως· μὴν ἀνακατεύουμε τὶς πολιτικὲς ἰδεολογίες. Λέγω λοιπόν, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ ἠξιώθη νὰ πῇ τὸ ἱστορικὸν ΟΧΙ εἶνε ὁ Ἰωάννης Μεταξᾶς. Αἰωνία του ἡ μνήμη. Καὶ τὸ ΟΧΙ ἐκεῖνο ἔγινε πανελλήνιο. Τὸ ἐπανέλαβαν μεγάλοι, μικροὶ καὶ παιδιά, ὅλος ὁ λαός.
Καὶ ἡ μικρά μας Ἑλλὰς ἐνίκησε. Πῶς ἐνίκησε; Πολλοὶ οἱ παράγοντες. Εἶνε ἀσφαλῶς ἡ τόλμη καὶ ἡ ἀνδρεία τῶν στρατιωτῶν μας. Εἶνε ἡ στρατηγικότης τοῦ Παπάγου. Εἶνε ἡ πειθαρχία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Εἶνε ἡ ἑνότης ἡ ψυχική. Ὅλα αὐτὰ εἶνε παράγοντες τῆς νίκης· ἀλλ᾿ ὁ κυριώτερος παράγων εἶνε – ποιός; Ἂν τὸ ἀρνηθοῦμε, καὶ τὰ λιθάρια τῆς Πίνδου καὶ τὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου θὰ τὸ φωνάξουν· ἡ πίστις μας. Ἡ πίστις ποὺ μετακινεῖ καὶ βουνὰ καὶ δημιουργεῖ θαύματα στὴν ἱστορία. Ἐπίστευε ὁ λαὸς αὐτός. Καὶ ὁ πόλεμος ἐκεῖνος εἶχε χαρακτῆρα θρησκευτικό. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἐπανάστασις τοῦ 1821 ἦτο ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος, ἔτσι καὶ ὁ ἀγώνας αὐτός.
Ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἐκδηλωθῇ ἡ πίστις τοῦ λαοῦ μας, ἦτο ἡ ἀλαζονεία τοῦ Ντοῦτσε. Αὐτὸς διάλεξε τὴν ἁγία ἡμέρα τῆς 15ης Αὐγούστου 1931, ποὺ οἱ πανέλληνες ἑορτάζουν στὴν Τῆνο τὴν ἑορτὴ τῆς Παναγίας, καὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ τορπίλλισε ἐκεῖ ἀνάνδρως τὸ θωρηκτό μας «Ἕλλη». Ὅλοι ἔμειναν ἐμβρόντητοι ἀπὸ τὴν τόλμη αὐτή. Ἀλλὰ μέσα τους ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔλεγαν· Ἡ θεία δίκη δὲν θ᾿ ἀφήσῃ ἀτιμώρητο τὸν ἀλαζόνα καὶ ὑπερήφανο· ἡ Παναγία θὰ τιμωρήσῃ…
Αὐτὴ λοιπὸν ἦτο ἡ ἀφορμὴ ν᾿ ἀφυπνισθῇ ἡ πίστις. Καὶ ἡ πίστις κυριάρχησε παντοῦ, ὅπως τὸ ζήσαμε. Ὁ διος ὁ πρωθυπουργός, τὴ νύχτα ἐκείνη, ξύπνησε ὅλους καὶ ὑπέγραψε τὰ διατάγματα ἐπιστρατεύσεως. Μετὰ σηκώθηκε ὄρθιος, ἔκανε τὸ σταυρό του μὲ δάκρυα καὶ κλαίγοντας λέει· Ἡ Παναγία θὰ μᾶς βοηθήσῃ! Στοὺς σταθμούς, ὅπου ἔφευγαν οἱ στρατιῶτες μας γιὰ τὸ μέτωπο, ἔτρεχαν γυναῖκες καὶ παιδιὰ καὶ ἔλεγαν· Ἡ Παναγιὰ μαζί σας! Πάνω στὰ φυλάκια, στὶς τσέπες ὅλων τῶν στρατιωτῶν μας ἦτο ἡ μικρὰ εἰκόνα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ποὺ ἐδώρησε ὁ τότε ἀρχιεπίσκοπος, ὁ ἔνδοξος Χρύσανθος. Καὶ στὰ γράμματα ποὺ ἔστελναν οἱ στρατιῶται ἀπὸ τὸ μέτωπο, ἔγραφαν· Ἡ Παναγιὰ μᾶς βοηθάει! Πολλὰ τέτοια γράμματα ἔχουν δημοσιευθῆ.
Αὐτὰ εἶνε γνωστά. Δὲ᾿ λέμε κάτι τὸ φανταστικό· λέμε ἕνα γεγονός, τὸ ὁποῖο ζήσαμε. Σπουδαῖο εἶνε ὅτι, ὅπως ἔγραψαν σὲ κύριο ἄρθρο οἱ «Τάιμς», ἡ μεγαλυτέρα ἐφημερὶς τοῦ Λονδίνου, «ἐπάνω στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς Ἀλβανίας συνετρίβη ἡ θεωρία τοῦ Φρόυντ», ποὺ εἶχε πεῖ ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶνε μόνο σέξ. Ψεῦδος! Διότι στὶς ἐξαϋλωμένες οἱ ψυχὲς ὅλων τῶν στρατιωτῶν μας δὲν κυριαρχοῦσε τότε καμμιά ἄλλη γυναικεία μορφή, οὔτε μάνα οὔτε ἀρραβωνιαστικιὰ οὔτε καμμιὰ ἄλλη· μόνο ἡ μορφὴ τῆς Παναγίας.
Ὅταν κατελάμβαναν τὰ φοβερὰ ὑψώματα, ποὺ μόνο ἀετοὶ μποροῦσαν ν᾿ ἀνεβοῦν ἐκεῖ, καὶ ἔστηναν τὴν ἑλληνικὴ σημαία, τότε ὅλοι γονατιστοί, μὲ τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ τοὺς στρατιωτικοὺς ἱερεῖς των ἔψαλλαν «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια…».
Θέλετε κάτι ἄλλο; Ἐλᾶτε νὰ σᾶς πάω στὸ Ἅγιον Ὅρος σὲ μιὰ σκῆτι, νὰ δῆτε ἕνα μοναχό· ἦτο τότε ταγματάρχης καὶ πολέμησε, μὲ ἀριστεῖα ἀνδρείας. Αὐτὸς μοῦ ἔλεγε τὸ ἑξῆς. Μιὰ νύχτα φοβερά, ποὺ τοὺς εἶχε πλακώσει ὁ ἐχθρὸς καὶ πολεμοῦσαν, οἱ στρατιῶτες ―δὲν εἶνε ψέμα― εἶδαν ἐπάνω στὰ βουνὰ τὴν Παναγία μας, μαυροφόρα, νὰ εὐλογῇ τὰ παιδιά. Ἐμπρός, παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος, προχωρεῖτε!
Αὐτὸς ἦτο ὁ χαρακτὴρ τῆς ἐποποιίας μας· καθαρὰ χριστιανικός. Καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ ἐπέτειος συνεδέθη μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς ἁγίας Σκέπης τῆς Θεοτόκου. Δύο διδάγματα τώρα.
Τὸ ἕνα δίδαγμα. Δὲν ξέρω γιὰ ἄλλα ἔθνη ἂν μποροῦν νὰ ζήσουν χωρὶς θρησκεία· ἀλλὰ τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ χωρὶς θρησκεία. Γι᾿ αὐτὸ εἶνε ἄφρονες ὅσοι ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι προσπαθοῦν νὰ μειώσουν καὶ νὰ ἐκμηδενίσουν στὶς ψυχὲς τῶν Ἑλλήνων τὸν παράγοντα ποὺ λέγεται πίστι στὸ Θεό.
Τὸ ἄλλο δίδαγμα. Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες τοῦ ᾿40, ἂν ἄνοιγες τὰ ῥαδιόφωνα, ὅλοι ἔψαλλαν ἐγκώμια στὴν Ἑλλάδα. Ἄγγλοι, Γάλλοι, Ῥῶσοι πρὸ παντός, ἔλεγαν· Ἕλληνες, δὲ᾿ θὰ σᾶς λησμονήσουμε ποτέ. Ἀγωνίζεσθε ὡς ἥρωες. Κι ὅταν θὰ ἔρθῃ ἡ ἡμέρα τῆς νίκης, θὰ εἶστε τὸ ἔθνος ποὺ θὰ ἀμείψουμε μὲ τὸ παραπάνω… Λόγια! Κ᾿ ἐμεῖς τὰ πιστεύαμε. Ὅταν ὅμως μετὰ τὴ νίκη ἐπροτάθη, νὰ δοθͺῆ στὴν Ἑλλάδα ἡ Βόρειος Ἤπειρος, ὁ Στάλιν χτύπησε τὸ γρόνθο του καὶ ἀρνήθηκε. Δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Διεθνὴς κωμῳδία παίζεται. Κ᾿ ἐμεῖς εμεθα πολὺ ἀφελεῖς νὰ ἐλπίζουμε, ἄλλοι μὲν στοὺς Ῥώσους, ἄλλοι στοὺς Ἄγγλους, ἄλλοι στοὺς Ἀμερικάνους.
Ὄχι. Μᾶς ἠπάτησαν! Ἡ ἡμέρα αὐτὴ διδάσκει, ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἔχουμε τέτοιες ἐλπίδες. «Μὴ πεποίθατε ἐπ᾿ ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145,3). Τὴ μικρά μας πατρίδα νὰ ἀγαπήσουμε, καὶ ἂς μᾶς ἐγκαταλείψουν οἱ μεγάλοι, ἀρκεῖ νὰ ἔχουμε τὸ Θεὸ μαζί μας.
Τελειώνω. Τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ ᾿21 κανείς δὲν μᾶς ὑποστήριζε. Ἡ Ἱερὰ Συμμαχία τῆς Εὐρώπης, ὅταν ἄκουσε ἐπανάστασι τοῦ 21, γέλασαν ὅλοι καὶ εἶπαν· «Ὄχι. Τὸ ἔθνος αὐτὸ θὰ μείνῃ δοῦλο, δὲν τὸ ἀναγνωρίζουμε». Τὸ ἔμαθε ὁ Κολοκοτρώνης. Μπῆκε σὲ μιὰ ἐκκλησιὰ καὶ προσευχήθηκε μὲ δάκρυα. Κι ὅταν βγῆκε ἔξω εἶπε· «Ἡ Παναγιὰ δὲν εἶνε σὰν τοὺς μεγάλους· ἡ Παναγιὰ ὑπέγραψε τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδος μας, καὶ δὲν παίρνει τὴν ὑπογραφή της πίσω»! Μεγάλα λόγια αὐτά. Ἡ Παναγία δὲν εἶνε Ἀγγλία, δὲν εἶνε Ἀμερική, δέν εἶνε σὰν τοὺς ψεῦτες καὶ ἀπατεῶνες. Ἠπάτησαν τὸ ἔθνος αὐτὸ τὸ ἱστορικό, τὸ ὁποῖο σήμερα καὶ τὴν Κύπρο ἔπρεπε νὰ ἔχῃ, καὶ τὴ Βόρειο Ἤπειρο ἔπρεπε νὰ ἔχῃ, καὶ τὴ Ῥωμυλία ἔπρεπε νὰ ἔχῃ. Μᾶς ἐνέπαιξαν, μᾶς κορόιδεψαν! Ἀλλ᾿ ἐμεῖς δὲν θὰ πιστεύουμε σ᾿ αὐτούς.Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, ὁ πρῶτος καὶ μοναδικὸς Χριστιανὸς κυβερνήτης τῆς χώρας μας, εἶπε· «Ὁ Θεὸς διὰ θαυμάτων σῴζει τὴν Ἑλλάδα». Καὶ διὰ θαυμάτων θὰ τὴν σώσῃ καὶ πάλι. Καὶ πάντοτε θὰ συγκεντρωνώμεθα γιὰ νὰ ψάλλωμε «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια…»· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 28-10-1987 κατὰ τὴν δοξολογία.), orthodoxia.online