Η φωτογραφία δείχνει καθαρά ποιος είναι ο στόχος. Το 1960 όλο το νησί ήταν ελληνικό. Το 1974 χάθηκε το 40%, τώρα θα χαθεί ολόκληρο.
Στο άρθρο μας της Παρασκευής προαναγγείλαμε μια συνοπτική εκτίμηση καταστάσεως, για να συμβάλουμε κι εμείς στον προβληματισμό που -ελπίζουμε- θα αναπτυχθεί στην κυπριακή και ελλαδική κοινωνία των πολιτών. Σημειώνουμε ότι συμπεριλαμβάνουμε και την ελλαδική όχι μόνο γιατί το Κυπριακό είναι ένα εθνικό θέμα, αλλά γιατί το «μοντέλο» που θα αποδεχτούμε να εφαρμοστεί στην Κύπρο, μετ’ ου πολύ θα χτυπήσει και την πόρτα της Ελλάδας.
Για να φθάσουμε στο σήμερα, θα πρέπει πρώτα να δούμε πώς φθάσαμε ως εδώ και κυρίως πώς και γιατί έγινε η εισβολή και κατοχή, της οποίας η Τουρκία ήταν ενεργούμενο.
Η Κύπρος καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς του 1571 και δόθηκε στους Άγγλους το 1878, με ετήσιο ενοίκιο 92.000 χρυσές λίρες, για να προσαρτηθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1914, όταν η Τουρκία είχε επιλέξει το αντίπαλο στρατόπεδο, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από τότε το Λονδίνο είχε αξιολογήσει την ανυπολόγιστη στρατηγική και γεωπολιτική αξία της Κύπρου, αξία που απέκτησε άλλη βαρύτητα και διάσταση με την «ανακάλυψη» των ενεργειακών κοιτασμάτων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της.
Οι Έλληνες της Κύπρου, χωρίς να υπάρχει κάποιο σχέδιο που να εκπορεύεται από τη ...Μεγάλη Ιδέα, πράττοντας το αυτονόητο, από την πρώτη στιγμή της προσάρτησης της Κύπρου στο Ηνωμένο Βασίλειο, άρχισαν να αποζητούν την ελευθερία και την Ένωση με την Ελλάδα. Όμως το Λονδίνο ήταν αποφασισμένο να την κρατήσει πάση θυσία (άλλων) και όταν με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διαπίστωσε ότι η Ελλάδα, που κατέβαλε το υψηλότερο τίμημα μεταξύ των συμμάχων στον συγκεκριμένο πόλεμο, θα διεκδικούσε με αξιώσεις την προσάρτηση της Κύπρου, προκάλεσε τον Εμφύλιο, από τις τραγικές συνέπειες του οποίου η Ελλάδα δεν έχει κατορθώσει να απαλλαγεί μέχρι σήμερα.
Ακολούθησε ο επικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ, ο οποίος ήταν τόσο αποτελεσματικός, που ανάγκασε το Λονδίνο να εμπλέξει τον τουρκικό παράγοντα για να αποφευχθεί η «απώλεια» της Κύπρου. Αφού λόγω Κυπριακού θυσιάστηκαν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου στο βωμό των γεωπολιτικών συμφερόντων του Λονδίνου και της Ουάσιγκτον, που εν τω μεταξύ μπήκε στο «παιχνίδι» μέσω ΝΑΤΟ, ήλθαν ως «λύση» οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, οι οποίες δημιουργούσαν προϋποθέσεις για συνεχή επικυριαρχία και έλεγχο της Κύπρου από τον ...διεθνή παράγοντα.
Παρά τη «σημαδεμένη» λύση των προειρηθεισών συμφωνιών, η Κυπριακή Δημοκρατία σταδιακά άρχισε να γίνεται και πάλι απειλή για τα γεωπολιτικά συμφέροντα του ...διεθνούς παράγοντα, αφού ο δυναμισμός των ελληνοκυπρίων έθετε σε κίνδυνο τον έλεγχο του νησιού από αυτόν.
Έτσι, όπως και το 1955, ο διεθνής παράγων, με φανερό πρωταγωνιστή την πιο εγκληματική μορφή του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα για μας τους Έλληνες, τον Χένρυ Κίσινγκερ, έβαλε και πάλι στο παιχνίδι το εύκολο ενεργούμενο, την Τουρκία, που είχε ως αποτέλεσμα την εισβολή και κατοχή του 40% του νησιού το 1974.
Μέσα από τις στάχτες της εισβολής και κατοχής, η Κυπριακή Δημοκρατία αναγεννήθηκε και μετεξελίχθηκε σε ένα αμιγές και οικονομικά ισχυρό ελληνικό κράτος, το οποίο μάλιστα σταδιακά άρχισε να αποκτά αξιόμαχο στρατό, πολεμικό ναυτικό και στοιχεία πολεμικής αεροπορίας.
Και όταν το κράτος αυτό, εισήλθε στην Ε.Ε. και συνήψε συμφωνίες που άνοιξαν το δρόμο για την εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων ενεργειακών αποθεμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ, τότε το πράγμα άρχισε να γίνεται επικίνδυνο.
Μπορούμε, λοιπόν, να συμφωνήσουμε ότι η Ε.Ε. και τα ενεργειακά είναι δυο παράγοντες που άλλαξαν ριζικά τις παραμέτρους του Κυπριακού, με ορατό πλέον τον κίνδυνο για τον ...διεθνή παράγοντα να χάσει τον έλεγχο το παιχνιδιού.
Αν δεχτούμε το ως άνω σκεπτικό, το διαχρονικό πρόβλημα στο Κυπριακό Ζήτημα είναι ο ελληνικός παράγοντας της Κύπρου, που πάντα, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ακόμα και μετά από τραγωδίες, καταφέρνει να κυριαρχεί και να θέτει σε κίνδυνο τον έλεγχο του νησιού από τις γνωστές δυνάμεις.
Άρα, αυτό που θα δούμε να εκτυλίσσεται στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού το επόμενο διάστημα, είναι η «διευθέτηση» για μια ακόμα φορά αυτού του ενοχλητικού ζητήματος. Δηλαδή, πώς θα αποδυναμωθεί καθοριστικά ο ελληνικός παράγοντας του νησιού, για να μην προκύπτει κάθε τρεις και λίγο το ίδιο πρόβλημα και να χρειάζονται και πάλι «διευθετήσεις».
Με άλλα λόγια, θα επιδιωχθεί η ...τελική λύση, που δεν είναι άλλη από τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών, που στην ουσία θα εξαφανίσουν τον ελληνισμό από το νησί.
Και όπως είπαμε στην αρχή, το μοντέλο που θα εφαρμοστεί στην Κύπρο, μετ’ ου πολύ θα κτυπήσει και την πόρτα της Ελλάδος.
Γι’ αυτό, «φύλακες γρηγορείτε»...