Στις 20 Ιουλίου 1974, σαράντα περίπου χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες, υπό την υποστήριξη της Τουρκικής Αεροπορίας και του ναυτικού, εισέβαλαν παράνομα και κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στις βόρειες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τετρακόσια τέσσερα χρόνια μετά την οθωμανική εισβολή, η σύγχρονη ιστορία της Κύπρου βρίσκεται μπροστά σε μία νέα εισβολή...
Η απόβαση των Τουρκικών στρατευμάτων που ολοκληρώθηκε σε δύο φάσεις, με ένα μήνα σχεδόν διαφορά η πρώτη από την δεύτερη, είχε σαν αποτέλεσμα την παράνομη κατοχή του 37% της Κυπριακής Δημοκρατίας. Περίπου 200.000 εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους, έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα, περίπου 4.000 νεκροί και 1.619 δηλώθηκαν αγνοούμενοι.
Οι Τούρκοι κατακτούν το 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης, το 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας, το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων. Η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν πρόκειται για εισβολή αλλά για «ειρηνική επέμβαση» με σκοπό την επαναφορά του συνταγματικού σκηνικού στην πριν του πραξικοπήματος κατάσταση. Επίσης η Τουρκία ανακοίνωσε ότι το δικαίωμα για την επέμβασή της ήταν κατοχυρωμένο στην Συνθήκη Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνθήκη που δημιουργήθηκε με σκοπό να διαφυλάσσει την ανεξαρτησία, την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Συνθήκη Εγγυήσεως δεν δίνει το δικαίωμα ένοπλης παρέμβασης στις εγγυήτριες χώρες, παρά μόνο εάν:
1. Η Εγγυήτρια χώρα χρειάζεται να αμυνθεί σε περίπτωση εισβολής από μια Τρίτη χώρα.
2. Τα Ηνωμενα Έθνη ζητήσουν ένοπλη παρέμβαση από μια εγγυήτρια χώρα
3. Η Κυπριακή Δημοκρατία ζητήσει ένοπλη παρέμβαση και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εγκρίνει το αίτημα.
Πότε δεν εγκρίθηκε τέτοιο αίτημα από το Συμβούλιο Ασφαλείας, ποτέ η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ζήτησε από την Τουρκία να παρέμβει στρατιωτικά και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που συνεδρίασε στην Νέα Υόρκη στις 16 Ιουλίου, δεν είχε πάρει απόφαση. Η Τουρκία, σύμφωνα με τις Ελληνικές θέσεις, ενήργησε με βάση τα προ πολλού έτοιμα σχέδια της. Η Τουρκία υποστηρίζει (άσχετα με την Συνθήκη Εγγυήσεως), ότι ο Τουρκοκυπριακός λαός ζήτησε την επέμβαση, ο οποίος είχε αναγκαστεί να μεταφερθεί σε καταφύγια και ήταν υπό διωγμό.
Παρόλα αυτά, η Συνθήκη Εγγυήσεως ρητώς αναφέρει πως στην προκειμένη περίπτωση που εγγυήτρια χώρα επέμβει, οφείλει να το κάνει με απόλυτο στόχο την διαφύλαξη της ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αντίθετα, η Τουρκία εισέβαλε και έκτοτε κατέχει τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και δηλώνει ταυτόχρονα, πως δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος. Επιπλέον, η Αγγλία, η τρίτη εγγυήτρια χώρα, συνεχίζει να αναγνωρίζει φραστικά την Κυπριακή Δημοκρατία και την Συνθήκη Εγγυήσεως, δεν έχει όμως επέμβει μέχρι σήμερα για να διαφυλάξει την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Κυπριακή Δημοκρατία κάλεσε την Τουρκία, να προσφύγουν και οι δυο χώρες στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για να γνωματεύσει κατά πόσο νόμιμα εισέβαλε η Τουρκία στην Κύπρο. Η Τουρκία όμως αρνείται!
Η αφορμή της εισβολής ήρθε στις 15 Ιουλίου 1974, όταν εκδηλώθηκε πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου. Την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος, η Αθήνα αποδοκιμάστηκε σκληρά. Από όλα τα κράτη, η Σοβιετική Ένωση, που φοβόταν την Αμερικανική ανάμειξη μέσω της Χούντας των Αθηνών είχε την πρώτη και πιο σκληρή αντίδραση δηλώνοντας κατηγορηματικά: «Η Χούντα άπλωσε το χέρι της και στην Κύπρο».
Η Τουρκία βρήκε την αφορμή, έπρεπε όμως πριν την εισβολή να βεβαιωθεί ότι τα πλοία της δε θα επέστρεφαν πίσω, όπως τόσες άλλες φορές. Ερωτηματικά που έπρεπε να απαντηθούν ανάμεσα σε άλλα ήταν, «Ποιά θα ήταν η αντίδραση της Ρωσίας;», «Η Αμερική θα έλεγε στην Τουρκία να γυρίσει πίσω όπως επί Τζόνσον;», «Τι θα έκανε η Ελλάδα;, υπήρχε κίνδυνος να επιτεθεί;»
Η ΕΙΣΒΟΛΗ ξεκίνησε το πρωί της 20ης Ιουλίου του 1974 με την απόβαση τουρκικών στρατιωτικών μονάδων στην περιοχή Πενταμίλι λίγο έξω από την Κυρήνεια. Η παραλία και όλη η πλευρά του Πενταδακτύλου που κοιτάζει προς τα παράλια της Τουρκίας ήταν ουσιαστικά αφύλακτη, καθώς οι μονάδες της Εθνικής Φρουράς ήταν απασχολημένες στο πραξικόπημα που ξέσπασε πέντε μέρες νωρίτερα.
Μοιραία οι Τούρκοι στρατιώτες δεν συνάντησαν καμία ουσιαστική άμυνα και με ευκολία κατέλαβαν αρχικά την παραλία και στη συνέχεια προχώρησαν προς την πόλη της Κυρήνειας.
Τα ραντάρ της Εθνικής Φρουράς είχαν εντοπίσει ήδη από τα μεσάνυχτα της 19ης Ιουλίου ύποπτες κινήσεις έξι τουρκικών πλοίων ανοιχτά της Αττάλειας με κατεύθυνση προς την Αμμόχωστο. Το ΓΕΕΦ ωστόσο, θεώρησε πως επρόκειτο για άσκηση και δεν πήρε κανένα μέτρο.
Λίγες ώρες αργότερα, στις 4 το πρωί, άλλα έντεκα τουρκικά πλοία είχαν φθάσει μόλις 15 μίλια έξω από την Κυρήνεια. Επρόκειτο για αποβατικά πλοία...
Η Εθνική Φρουρά αντέδρασε όταν ήταν πλέον αργά. Στις 4:45 το πρωί η τουρκική αεροπορία άρχισε τους βομβαρδισμούς, ενώ τα αποβατικά πλοία άρχισαν να κινούνται προς τις ακτές.
Η απόβαση ξεκίνησε στις 7:15, η επιστράτευση ωστόσο απ' το ΓΕΕΦ ξεκίνησε με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Εν τω μεταξύ, η πραξικοπηματική κυβέρνηση του Νικόλαου Σαμψών αιφνιδιάστηκε από τις εξελίξεις, ενώ στην Αθήνα το ΓΕΣ διέταζε την ΕΛΔΥΚ να μην βγει από το στρατόπεδό της στο Γερόλακο, κάτι όμως που δεν έπραξε ο διοικητής της ΕΛΔΥΚ, καθώς πρόλαβε και απομάκρυνε το μεγαλύτερος μέρος της μονάδας, πριν από τους βομβαρδισμούς.
Το προγεφύρωμα
Άμεσος στόχος της τουρκικής αποβατικής δύναμης στο Πενταμίλι της Κυρήνειας, ήταν να δημιουργήσουν το αναγκαίο προγεφύρωμα, στο οποίο σύντομα άρχισαν να καταφθάνουν τα αναγκαία βαρέα όπλα, προμήθειες και οι ενισχύσεις σε στρατιώτες. Παράλληλα, τουρκικά μεταγωγικά μετέφεραν αλεξιπτωτιστές στους τουρκοκυπριακούς θύλακες στα μετόπισθεν, στις περιοχές δηλαδή της Λευκωσίας - Αγύρτας και Αγίου Ιλαρίωνα.
Σ' αυτό το σημείο ανέλαβε δράση η ΕΛΔΥΚ, οι άντρες της οποίας αντιμετώπισαν με επιτυχία τα πρώτα κύματα των αλεξιπτωτιστών. Ωστόσο, η Ε.Φ. -η οποία βρισκόταν σε σύγχυση και αντιδρούσε με σπασμωδικές κινήσεις- δεν κατάφερε να προσφέρει την κατάλληλη υποστήριξη με βαρέα όπλα στην ΕΛΔΥΚ. Μόνο στο σημείο απόβασης το 251 ΤΟ της Εθνικής Φρουράς πρόβαλε αντίσταση στους Τούρκους στρατιώτες, ωστόσο η δυσμενή για τους Κυπρίους αναλογία και η συνεχιζόμενη ενίσχυση των τουρκικών δυνάμεων, απέτρεψε την αποτελεσματική αντίσταση.
Ως, το μεσημέρι, είχαν αποβιβαστεί όλοι οι Τούρκοι στρατιώτες, φτάνοντας τους 6.000, καθώς και οι προμήθειες.
Έτσι, μέσα σε λίγη ώρα, οι τουρκικές στρατιωτικές μονάδες που είχαν αποβιβαστεί έχοντας ενισχύσει τις θέσεις τους, κινήθηκαν κατά της Κυρήνειας, ενώ από τους τουρκοκυπριακούς θύλακες ξεκίνησαν την διαδικασία του δημιουργίας του γεφυρώματος Κυρήνειας - Λευκωσίας. Παράλληλα, η τουρκική αεροπορία συνέχιζε τους βομβαρδισμούς, χτυπώντας ακόμη και πολιτικούς στόχους, κυρίως στην Λευκωσία και την Αμμόχωστο, έχοντας ως στόχο να δημιουργήσουν ένα κλίμα χάους και να τρομοκρατήσουν τους πολίτες, οι οποίοι είχαν ξεκινήσει ήδη την φυγή προς το νότο του νησιού.
Το βράδυ της 20ης προς 21η Ιουλίου η ΕΛΔΥΚ διατάχθηκε να πραγματοποιήσει επίθεση στο θύλακα Λευκωσίας-Αγύρτας, παραβλέποντας το σχέδιο "Αφροδίτη Ένα" που προέβλεπε αντεπίθεση στο προγεφύρωμα Κυρήνειας-Λευκωσίας. Στην επίθεση που συμμετείχαν και οι περισσότερες μονάδες της ΕΦ, οι Ελληνικές δυνάμεις κατάφεραν να διεισδύσουν βαθιά στο εσωτερικό του θύλακα φτάνοντας σε απόσταση μόλις δύο χιλιόμετρα από την βάση των τουρκικών δυνάμεων το Κιόνελι.
Οι Τούρκοι όμως, κατάφεραν να διατηρήσουν τις θέσεις τους ως το πρωί, οπότε με την συνδρομή της αεροπορίας κατάφεραν να αντεπιτεθούν στην ΕΛΔΥΚ, η οποία εξαναγκάστηκε σε υποχώρηση.
Από πολλούς μελετητές, η επίθεση στους τουρκοκυπριακούς θύλακες θεωρήθηκε λανθασμένη, καθώς η στρατιωτική ηγεσία σε Ελλάδα και Κύπρο έπρεπε να εστιάσει στο προγεφύρωμα Κυρήνειας - Λευκωσίας.
Με τις δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ και της Εθνικής Φρουράς διασκορπισμένες να επιτίθενται στους τουρκοκυπριακούς θύλακες, οι Τούρκοι ενίσχυσαν με νέες μονάδες το προγεφύρωμα της Λευκωσίας. Την ίδια στιγμή, υπήρξε και μία ακούσια μετακίνηση πληθυσμών, καθώς οι Τουρκοκύπριοι πολίτες που βρίσκονταν μέσα στους θύλακες, που δέχονταν επίθεση από τις Ελληνοκυπριακές δυνάμεις, κατέφευγαν στον Βορρά ζητώντας την προστασία του τουρκικού στρατού, ενώ αντίστοιχα οι Ελληνοκύπριοι, προσπαθώντας ν' αποφύγουν τον τουρκικό στρατό και τους βομβαρδισμούς κατευθύνονταν προς τον Νότο.
Οι ενισχύσεις από την Ελλάδα
Καθ' όλη την διάρκεια της πρώτης μέρας της εισβολής, η Αθήνα, πέραν του διπλωματικού μαραθωνίου στον οποίο είχε επιδοθεί, προσπάθησε να στείλει και ορισμένες ενισχύσεις στην Κύπρο, προσπάθεια ωστόσο που θα στεφθεί από αποτυχία. Την νύχτα της 20ης προς 21η Ιουλίου επρόκειτο να μεταφερθεί με 4 αεροπλάνα Boeing 707 της Ολυμπιακής Αεροπορίας η Β΄ Μοίρα Καταδρομών από την Θεσσαλονίκη. Η διαδρομή προέβλεπε ενδιάμεσο σταθμό το αεροδρόμιο της Σούδας στα Χανιά και από εκεί θα κατέληγε στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Ωστόσο, η μεταφορά ακυρώθηκε όταν 10 λεπτά μετά την προσγείωση στο αεροδρόμιο της Σούδας διαπιστώθηκε θραύση τεσσάρων ελαστικών στο δεξιό σύστημα τροχοδρομήσεως στο ένα από τα αεροπλάνα.
Η δεύτερη προσπάθεια είχε πιο δραματικό αποτέλεσμα. Την νύχτα της 21ης προς 22ας Ιουλίου 15 μεταγωγικά αεροπλάνα Νοράτλας, μετέφεραν από το αεροδρόμιο των Χανίων στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας την Α΄ ΜΚ. Δύο αεροπλάνα έχασαν τον προσανατολισμό τους και προσγειώθηκαν στην Ρόδο.
Τα υπόλοιπα 13 κατάφεραν να φτάσουν μέχρι την Λευκωσία πετώντας χαμηλά κάτω από τα ραντάρ. Δυστυχώς, όταν ξεκίνησαν την προσγείωση στο αεροδρόμιο οι μονάδες πυροβολικού της Εθνικής Φρουράς, θεωρώντας πως επρόκειτο για τουρκικά αεροσκάφηπροσέβαλανμε αντιαεροπορικά βλήματα τα Νοράτλας, καταρρίπτοντας το τρίτο απόαυτά και να χτυπηθεί άσχημα ένα άλλο. Μόνο ένας καταδρομέας σώθηκε από το καταρριφθέν αεροσκάφος!
Στις 22 Ιουλίου ολοκληρώθηκε ο Αττίλας Ι. Το πρωί εκείνης της ημέρας ξεκίνησε η αποβίβαση νέων στρατευμάτων από την Τουρκία, τα οποία κατέλαβαν την Κυρήνεια στις 11:34, ενώ ακολούθησε η συνένωση με τον θύλακα του Αγίου Ιλαρίωνα, ολοκληρώνοντας το προγεφύρωμα Κυρήνειας-Λευκωσίας. Στις 16:00 το απόγευμα της 22 Ιουλίου 1974 άρχισε να ισχύει η κατάπαυση του πυρός, όπως είχε συμφωνηθεί. Αν και οι βομβαρδισμοί σταμάτησαν αμέσως, τμήματα του τουρκικού στρατού συνέχισαν τις μάχες στο έδαφος προκειμένου να διευρύνουν το ήδη κατεχόμενο κομμάτι. Το ίδιο βράδυ οι δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ απέτρεψαν επίθεση του τουρκικού στρατού στο στρατόπεδό της στον Γερόλακκο και στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Εν τω μεταξύ, οι πολιτικές εξελίξεις σε Αθήνα και Λευκωσία ήταν ραγδαίες. Στην Λευκωσία παραιτείται ο Νικόλαος Σαμψών, ενώ στην Αθήνα επέρχεται η μεταπολίτευση. Την ίδια στιγμή ξεκινούν στην Γενεύη οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.
Πηγή: Περί Πάτρης