Κυριάκου Παπακυριάκου
Θεολόγου Καθηγητή
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ KAITO ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ
Θεσσαλονίκη 2006
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Γείτονες λαοί πλαστογράφησαν την ιστορία της Μακεδονίας και κατάφεραν έτσι να παραπλανήσουν τη διεθνή κοινότητα, επειδή εμείς αφενός δεν γνωρίσαμε και δεν προβάλαμε αυτή την ιστορία όταν και όπως θα έπρεπε και αφετέρου δεν αντιδράσαμε καίρια στις παραπάνω καλά σχεδιασμένες ενέργειες. Η μακροχρόνια φιλία μας με τη Σερβία δεν μας επέτρεψε να αντιληφθούμε έγκαιρα ότι αυτή θα δρούσε σε βάρος της Ελλάδας. Νομίσαμε ότι όσα λέγονταν και γράφονταν για τη Μακεδονία στο γειτονικό κράτος προορίζονταν για εσωτερική πολιτική κατανάλωση. Υποτιμήσαμε άλλωστε εξαρχής ως αστείες τις προσπάθειες των Σλάβων Σκοπιανών, που εμφανίστηκαν ως νομάδες μόλις τον 6ο αιώνα μ.Χ., να διεκδικήσουν την ιστορία και τον πολιτισμό της Μακεδονίας των τεσσάρων χιλιάδων ετών. Έτσι όμως βρεθήκαμε ξαφνικά μπροστά στο τετελεσμένο γεγονός της αναγνώρισης των Σκοπίων από τις Η.Π.Α. και ήδη από περισσότερα από εκατό κράτη με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Και από εκεί που αξιώναμε αδιάλλακτα από τους Σκοπιανούς να απομακρίνουν από την ονομασία του κράτους τους κάθε αναφορά στη λέξη Μακεδονία, καταλήξαμε να διαπραγματευόμαστε προτάσεις, όπως αυτή του μεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς, που επιδιώκουν να στερήσουν και από εμάς τους ίδιους το δικαίωμα επίσημης χρήσης του ονόματος «Μακεδονία» σε διεθνές επίπεδο.
Όταν βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με τέτοιες εξελίξεις, που μεθοδεύονται με απίστευτο θράσος από γείτονες τόσο πονηρούς και υστερόβουλους, αδράνεια δεν δικαιολογείται. Πολύ περισσότερο, απαιτείται στάση εγρήγορσης και συνεχούς προσπάθειας. Προσπάθεια που πρέπει, μεταξύ άλλων, να εστιάσει στην καλή γνώση της ελληνικής ιστορίας της Μακεδονίας και στη διεθνή προβολή, με ορθό τρόπο, των ακλόνητων ιστορικών επιχειρημάτων μας.
Στην προσπάθεια αυτή επιθυμώ να συμβάλω ταπεινά και εγώ, ως έφεδρος αξιωματικός του ελληνικού στρατού, με την παρούσα εργασία μου. Η δημοσίευσή της ανάγεται σε πρωτοβουλία και συντελείται με την ευγενή χορηγία της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης. Για το λόγο αυτό θα ήθελα και από τη θέση αυτή να. ευχαριστήσω θερμά τον Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.κ. Άνθιμο
Σέρρες, 15 Νοεμβρίου 2006 Παπακυριάκου Κυριάκος
Ευρετήριο Περιεχομένων
I. Η προσφορα των Μακεδονων στο ελληνικο εθνοσ και στον
παγκοσμιο πολιτισμο 2
A. Οι Μακεδόνες ως προστάτες των βορείων συνόρων της Ελλάδας...................................... 2
B. Οι Μακεδόνες ως παράγοντας ενοποίησης των Ελλήνων2
C. Οι Μακεδόνες ως φορείς καλλιέργειας του ελληνικού πολιτισμού................................ 2
D. Οι Μακεδόνες ως φορείς διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού σε όλο τον κόσμο... 2
E. Ποιοι και γιατί θέλουν να σφετεριστούν την ιστορία των Μακεδόνων;......................... 2
II. Το Σκοπιανό ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ επεκτατικες ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΟΥ.................................. 2
A. Η πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας και το λεγόμενο μακεδονικό
ζήτημα μέχρι την ίδρυση του σκοπιανού κράτους 2
1. Αρχαία και βυζαντινά χρόνια 2
2. Τουρκοκρατία 2
3. Η Βουλγαρική Εξαρχία και οι Συνθήκες του Αγίου Στεφάνου και του Βερολίνου...................... 2
4. Οι Μακεδονικές Επαναστατικές Οργανώσεις 2
5. Ο Μακεδονικός Αγώνας 2
6. Οι Βαλκανικοί και Παγκόσμιοι πόλεμοι 2
7. Τα χρόνια του εμφυλίου 2
8. Συνεργασία Σκοπιανών και Βουλγάρων για τη «Macedonije Egeska»...................................... 2
B. Ίδρυση και στόχοι του σκοπιανού κράτους 2
1. Το παρασκήνιο της ίδρυσης του ομόσπονδου κράτους των Σκοπίων από τον Τίτο.................... 2
2. Η εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού του κράτους των Σκοπίων................................................ 2
3. Το σύγχρονο κράτος των Σκοπίων και τα κίνητρα της διεκδίκησης
του ονόματος «Μακεδονία» 2
a) Σύντομο ιστορικό της ίδρυσης και διεθνούς αναγνώρισης του κράτους των Σκοπίων.................. 2
b) Οι συνδεόμενες με τη διεκδίκηση του ονόματος «Μακεδονία» επεκτατικές επιδιώξεις................ 2
C. Η ανθελληνική δράση του σκοπιανού κράτους 2
1. Παραπλάνηση της διεθνούς κοινότητας για την εθνικότητα των κατοίκων της Μακεδονίας..... 2
2. Προσηλυτισμός των Ελλήνων της Μακεδονίας 2
3. Προπαγάνδα εντός τους κράτους των Σκοπίων 2
4. Τα Σκόπια ως παράγοντας αποσταθεροποίησης των Βαλκανίων................................................. 2
D. Καταγραφή και αντίκρουση των σκοπιανών επιχειρημάτων άρνησης της
ελληνικότητας της Μακεδονίας 2
1. Η παραποίηση των βορείων συνόρων της Ελλάδας 2
2. Η επίκληση των ύβρεων του Δημοσθένη («βάρβαροι») κατά των Μακεδόνων........................... 2
3. Η επίκληση του χρησιμοποιούμενου για τον χαρακτηρισμό του βασιλέα Αλέξανδρου Α΄
όρου «φιλέλληνας» 2
4. Η επίκληση των αναφορών του Ισοκράτη στην καταγωγή της βασιλικής δυναστείας των Μακεδόνων 2
5. Η συσχέτιση της γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων με τη γλώσσα των Ιλλυριών....................... 2
6. Η επίκληση του χρησιμοποιούμενου από τον Πλούταρχο όρου «μακεδονιστί»......................... 2
7. Η συσχέτιση της σκοπιανής γλώσσας με τη γλώσσα των Βυζαντινών Θεσσαλονικέων................ 2
8. Η παρουσίαση των αρχαίων Μακεδόνων ως εξελληνισθέντος βάρβαρου λαού.......................... 2
9. Η επίκληση της έλλειψης ενεπίγραφων ελληνικών πλακών χρονολογούμενων
πριν τον 6ο αιώνα π.Χ. 2
10. Η επίκληση της ύπαρξης αυτόνομου μακεδονικού έθνους και η προσπάθεια
των Σκοπιανών να ταυτιστούν μαζί του 2
11. Συνοπτική έκθεση άλλων ανιστόρητων ισχυρισμών 2
12. Η άλλη όψη: Σλάβοι κήρυκες της ελληνικής ταυτότητας της Μακεδονίας.................................... 2
III. Η Ελληνική Ιστορική ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ.................................................. 2
A. Η ελληνική προέλευση των λέξεων Μακεδών-Μακεδονία................................................ 2
B. Μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων 2
1. Ηρόδοτος 2
2. Αρριανός 2
3. Στράβων 2
4. Ισοκράτης 2
5. Πολύβιος 2
6. Πλούταρχος 2
7. Παυσανίας 2
8. Διόδωρος 2
9. Αισχύνης 2
10. Αισχύλος 2
11. Όμηρος 2
12. Άλλες πηγές 2
C. Ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών 2
1. Γενικές παρατηρήσεις 2
2. Ευρήματα στο υπαγόμενο στην ελληνική επικράτεια τμήμα της Μακεδονίας.............................. 2
a) Δίον 2
b) Αιγές (Βεργίνα) 2
c) Πέλλα 2
d) Αιάνη 2
e) Αμφίπολη 2
f) Σίνδος 2
3. Ευρήματα στο εκτός της ελληνικής επικράτειας τμήμα της Μακεδονίας
(«επάνω Μακεδονία») 2
D. Θέατρα 2
E. Μουσική 2
F. Θρησκεία 2
G. Μαρτυρίες στην Αγία Γραφή και σε κείμενα εκκλησιαστικών Πατέρων.......................... 2
1. Το όραμα του προφήτη Δανιήλ 2
2. Τα βιβλία των Μακκαβαίων 2
3. Η μετάφραση στα ελληνικά της Παλαιάς Διαθήκης 2
4. Οι Πράξεις των Αποστόλων 2
5. Οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου 2
6. Τα κείμενα του αγίου Ι. Χρυσόστομου 2
H. Γλώσσα 2
1. Η τεκμηρίωση της ελληνικότητας της αρχαίας μακεδονικής γλώσσας............................................ 2
a) Οι αρχαίες μακεδονικές ενεπίγραφες πλάκες 2
b) Άλλες αποδείξεις 2
2. Χαρακτηριστικά της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής γλώσσας 2
a) Γενικές παρατηρήσεις 2
b) Το λεξιλόγιο της ελληνικής μακεδονικής διαλέκτου 2
c) Γλωσσικές ιδιομορφίες λόγω της μετάβασης των Μακεδόνων από τη δωρική στην αττική
διάλεκτο και το παράδειγμα των Δαρνακοχωριτών 2
d) Η έλλειψη συγγένειας μεταξύ της αρχαίας μακεδονικής και της σλαβομακεδονικής γλώσσας..... 2
3. Η σλαβομακεδονική γλώσσα 2
a) Hγέννηση της σλαβομακεδονικής γλώσσας 2
b) Η διάδοση της σλαβομακεδονικής γλώσσας 2
IV. Επιλογικές σκεψεισ 2
Περίληψη
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
συντομο βιογραφικο σημειωμα του Συγγραφεα
I. Η προσφορα των ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ στο ελληνικο εθνοσ και στον παγκοσμιο πολιτισμο
A. Οι Μακεδόνες ως προστάτες των βορείων συνόρων της Ελλάδας
Οι Μακεδόνες, όπως γράφει ο Π. Ν. Ανδριώτης, ήταν πανάρχαια ελληνική φυλή, όπως οι Δωριείς, οι Ίωνες και οι Αιολείς. Μιλούσαν ελληνικά σε διάλεκτο που συγγένευε ιδιαίτερα με τη δωρική και την αιολική διάλεκτο[1]. Ήταν σκληραγωγημένος ορεσίβιος δυναμικός λαός, προσηλωμένος στα ιδανικά του Ελληνισμού και με ακμαίο το εθνικό ελληνικό φρόνημα.
Οι Μακεδόνες αγωνίζονταν από αρχαιοτάτων χρόνων για τη διαφύλαξη των ελληνικών συνόρων στο βορρά. Από αγάπη για την πατρίδα τους, την Ελλάδα, και με ακμαίο το ελληνικό φρόνημα πρότασσαν πάντοτε με γενναιότητα τα στήθη τους κατά των βαρβάρων για να προφυλάξουν και τη νότιο Ελλάδα από τις βαρβαρικές επιδρομές. Ο Πολύβιος αναφέρει χαρακτηριστικά στην ιστορία του: «Μεγάλη τιμή αξίζουν οι Μακεδόνες, οι οποίοι από αρχαιότατους χρόνους κατανάλισκαν και συνεχίζουν να καταναλίσκουν το περισσότερο διάστημα της ζωής τους αγωνιζόμενοι εναντίον των βαρβάρων για την ασφάλεια όλων των Ελλήνων. Ποιος μπορεί να αγνοήσει ότι, αν οι κάτοικοι της νότιας Ελλάδας δεν είχαν το προπύργιο αυτό που λέγεται Μακεδονία και τη φιλοτιμία των βασιλέων της, θα κινδύνευαν πάντοτε;»[2]
Οι Μακεδόνες ήταν (και είναι) οι ακρίτες-προστάτες του Ελληνισμού. Χωρίς αυτούς η Ελλάδα δε θα έκτιζε τον Παρθενώνα και δε θα δημιουργούσε απερίσπαστη τον κλασσικό πολιτισμό που κληρονόμησε όλη η ανθρωπότητα. Ήταν κοινή η πίστη στην αρχαιότητα, όπως είναι κοινή η πίστη και σήμερα, γράφει ο Γ. Xατζηδάκης, ότι η Μακεδονία ήταν και είναι το δεξί χέρι και ο προμαχώνας όλης της Ελλάδας[3]. Κατά όμοιο τρόπο, ο καθηγητής Α. Δασκαλάκης τονίζει ότι «αν οι Μακεδόνες δεν χρησίμευαν πράγματι σαν πρόφραγμα κατά των πάσης νοτίως του Ολύμπου επιδρομών των βαρβάρων, ο ελληνισμός δεν θα έμενε επί τόσους αιώνες απερίσπαστος για να θεμελιώσει τα δόγματα της ελευθερίας και να φθάσει στα περίλαμπρα δημιουργήματα της σκέψεως και της τέχνης, τα οποία κληρονόμησε η σύγχρονη ανθρωπότητα»[4]. Ως γνήσιοι Έλληνες οι Μακεδόνες αγωνίζονταν ηρωικά σ’ όλη την ιστορία τους για την υπεράσπιση των ομογενών τους νότια του Ολύμπου
Στην αρχή της ιστορίας του ελληνικού έθνουςοι Μακεδόνες αγωνίστηκαν ως ακρίτες των Ελλήνων στη βαλκανική χερσόνησο και απώθησαν τις αλλεπάλληλες εισβολές γειτονικών βαρβαρικών φυλών. Στη συνέχεια έγιναν αρχηγοί των Ελλήνων και όλοι οι Έλληνες από κοινού, πλην των Σπαρτιατών, εκστράτευσαν στην Ασία, νίκησαν τους Πέρσες και διέλυσαν τον αιώνιο εχθρό του ελληνικού έθνους.
Αίμα και χρήμα στον αγώνα κατά των ξένων εισβολέων προσέφεραν όμως οι Μακεδόνες όχι μόνο στην αρχαιότητα αλλά και στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Το 1495, όταν ο βασιλιάς της Γαλλίας έκανε σχέδια για να εκστρατεύσει κατά της Κωνσταντινουπόλεως, τα οποία όμως τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, οι Μακεδόνες ενθουσιάστηκαν και εξεγέρθηκαν. Τούτο το πλήρωσαν ακριβά με το αίμα τους. Το 1571, όταν νικήθηκε ο τουρκικός στόλος στη Ναύπακτο, οι Μακεδόνες εξεγέρθηκαν και πάλι, αλλά η επανάστασή τους κατεστάλη με σφαγές και λεηλασίες. Μερικοί βγήκαν ως κλέφτες και αρματολοί στα βουνά της Μακεδονίας και αντιστάθηκαν από το 1796 μέχρι το 1807 στα σχέδια επικράτησης του Αλί Πασά.
Ιδιαίτερα μεγάλη ήταν η προσφορά των Μακεδόνων στο ελληνικό έθνος τέλος και κατά την επανάσταση του 1821, με αρχηγό τον Εμμανουήλ Παπά από τις Σέρρες. Συγκράτησαν επί οκτώ μήνες πολλές χιλιάδες τουρκικό στρατό και έδωσαν έτσι την ευκαιρία στη Νότια Ελλάδα να προετοιμάσει και να σταθεροποιήσει την εκεί επανάσταση. Σύμφωνα με τα τουρκικά αρχεία κατά την επανάσταση του 1821 σφαγιάσθηκαν και απαγχονίστηκαν στη Μακεδονία περίπου 15.000 Μακεδόνες. Κάηκαν εξ ολοκλήρου 68 και μερικώς 17 κωμοπόλεις και χωριά της Μακεδονίας. Καταστράφηκαν και 58 μετόχια του Αγίου Όρους.
Εικόνα. 1η Ανδριάντας του Εμμανουήλ Παπά, στην πλάεία Ελεθερίας Σερρών .
B. Οι Μακεδόνες ως παράγοντας ενοποίησης των Ελλήνων
Η ιστορία της Μακεδονίας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της Ελλάδας. Δε νοείται Ελλάδα χωρίς τη Μακεδονία. Αυτή ένωσε στην αρχαιότητα τους Έλληνες, που ήταν διηρημένοι σε μικρά κρατίδια, και δημιούργησε τη μεγάλη Ελλάδα στις τρεις ηπείρους. Το 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. οι ελληνικές πόλεις αλληλοσπαράζονταν. Τρομερό μίσος επικρατούσε ανάμεσά τους. Όποια αναδεικνυόταν ως αρχηγός κρατούσε φόρου υποτελείς τις άλλες πόλεις.
Ο Φίλιππος Β΄ (353-336 π.Χ.) κυριάρχησε σ’ όλη τη Μακεδονία και απώθησε τους Ιλλυριούς οριστικά στη χώρα τους. Κατέλαβε τις αποικίες των διαφόρων πόλεων της Νότιας Ελλάδας στη Χαλκιδική και προσάρτησε όλη τη Μακεδονία μέχρι το Νέστο ποταμό στο κράτος του. Η διαιρεμένη σε κρατίδια Νότια Ελλάδα θέλησε να αντισταθεί στο ενωτικό πρόγραμμα του Φιλίππου Β,΄ αλλά αυτός νίκησε ολοκληρωτικά στη μάχη της Χαιρώνειας της Βοιωτίας όσους συνασπίστηκαν εναντίον του. Το 338 π.Χ. ανακηρύχθηκε στην Κόρινθο απ’ όλους τους Έλληνες, πλην των Σπαρτιατών, ως αρχηγός και αρχιστράτηγος των Ελλήνων στην κοινή εκστρατεία τους κατά των Περσών, του αιώνιου δηλ. κοινού εχθρού τους
Οι βασιλείς της Μακεδονίας Φίλιππος B΄ και M. Αλέξανδρος έσωσαν την Ελλάδα από την κατάσταση του αλληλοσπαραγμού. Σταμάτησαν τους ενδοελληνικούς πολέμους και ένωσαν όλες τις ελληνικές πόλεις. Δημιούργησαν τη μία Ελλάδα. Απάλλαξαν τις ελληνικές πόλεις από τη δεσποτική τυραννία των βαρβάρων Περσών και τους προσέφεραν ελληνική κηδεμονία, λέει ο ιστορικός Πολύβιος[5]. Όμοια και ο ρητοροδιδάσκαλος Ισοκράτης τονίζει, ότι οι Έλληνες θα πρέπει να ευγνωμονούν το βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο B΄, διότι αυτός τους προσέφερε ελληνική κηδεμονία και τους απάλλαξε από τους βαρβάρους[6]. Εικόνες. 2η Φίλιππος Β΄.
C. Οι Μακεδόνες ως φορείς καλλιέργειας του ελληνικού πολιτισμού
Οι αγώνες των Μακεδόνων ήταν πάντοτε στενά συνδεδεμένοι όχι μόνο με τη διασφάλιση της ελευθερίας της Ελλάδας, αλλά και με την καλλιέργεια και τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού.
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αρχέλαος (413-390 π.Χ.) χαρακτηρίζεται σε γερμανική εγκυκλοπαίδεια ως «Περικλής της Μακεδονίας» και ως «απλόχειρας Μαικήνας». Στην Πέλλα αναπτύχθηκε μεγάλος ελληνικός πολιτισμός. Οι περισσότεροι βασιλείς της Μακεδονίας ήταν καλλιεργημένοι στα γράμματα. Ήταν φιλόκαλοι, φιλόμουσοι, φιλοπρόοδοι και φρόντιζαν με πολύ ενδιαφέρον για την πνευματική και πολιτιστική πρόοδο του λαού τους. Στην Πέλλα προσκλήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι ιστορικοί Ηρόδοτος και Ελλάνικος, οι ποιητές Ευριπίδης, Πίνδαρος, Βακχιλίδης, Αγάθωνας και Πλάτωνας, οι διακεκριμένοι ιατροί Ιπποκράτης και Θεσσαλός, ο ζωγράφος Ζεύξης και πολλοί άλλοι ιστοριογράφοι, ποιητές και καλλιτέχνες. Γενικότερα, πολλοί διακεκριμένοι εκπρόσωποι των γραμμάτων και των τεχνών απ’ όλη την Ελλάδα επισκέπτονταν την Πέλλα και παρέμεναν εκεί για πολύ χρόνο. Συναναστρέφονταν τους Μακεδόνες χωρίς να τους διακρίνουν από τους πολίτες των άλλων ελληνικών πόλεων-κρατών.
Μακρύς είναι εξάλλου και ο κατάλογος των ιστορικών, των ποιητών, των μουσικών, των διακεκριμένων καλλιτεχνών, των γλυπτών, των ζωγράφων και των διανοουμένων γενικά ανθρώπων που αναδείχτηκαν στις πόλεις της Μακεδονίας. Ο Δήμητσας αναφέρει ότι η Μακεδονία από τον 5ο αιώνα π.Χ. μέχρι το 5ο αιώνα μ.Χ. ανέδειξε 100 περίπου λόγους επιστήμονες και συγγραφείς σε όλους τους κλάδους της ελληνικής φιλολογίας. Απαριθμεί, ειδικότερα, 13 φιλοσόφους, 14 ποιητές, 24 ιστορικούς, 5 ρήτορες και σοφιστές και 16 φιλολόγους. Τα συγγράμματά των παραπάνω χάθηκαν δυστυχώς λόγω των πολλών επιδρομών και καταστροφών στα μακεδονικά εδάφη.
Στη Μακεδονία λειτούργησαν επίσης με κρατικές δαπάνες δημόσια Γυμνάσια και σημειώθηκε το πρώτο βήμα της «κρατικής εκπαίδευσης». Με πρωτοβουλία των Μακεδόνων διοργανώθηκαν παραπέρα οι μεγαλύτερες βιβλιοθήκες του κόσμου, όπως π.χ. αυτή της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, που διέθετε 700.000 περίπου χειρόγραφα σε πάπυρο, ή αυτή της Περγάμου, που είχε 200.000 περίπου σχετικά χειρόγραφα. Οι βιβλιοθήκες αυτές συνέβαλλαν στην ανάπτυξη των επιστημών και των τεχνών όλου του κόσμου. Κατά τη μαρτυρία του Ισιδώρου, μάλιστα, η πρώτη βιβλιοθήκη της Ρώμης συγκροτήθηκε από το περιεχόμενο της πλουσιότατης βιβλιοθήκης του Περσέως της Μακεδονίας, την οποία ο Ρωμαίος Αιμίλιος Παύλος λεηλάτησε και μετέφερε μαζί με άλλα λάφυρα στη Ρώμη.
D. Οι Μακεδόνες ως φορείς διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού σε όλο τον κόσμο
Χωρίς τους Μακεδόνες ο ελληνικός πολιτισμός δε θα διαδιδόταν και δε θα επιδρούσε τόσο γρήγορα και άμεσα από τον 4ο αιώνα π. X. και μετά στην παγκόσμια ιστορία. Με την εκπολιτιστική εκστρατεία των Μακεδόνων, η οποία χρηματοδοτήθηκε κατά μεγάλο βαθμό από τα χρυσωρυχεία του Παγγαίου και στηρίχθηκε, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την επάνδρωση του πρώτου πυρήνα του εκστρατευτικού σώματος, στο μακεδονικό στρατό, άλλαξε η ζωή και η πορεία όλης της ανθρωπότητας.
Εικόνα 3η. α΄ Μάχες των Μακεδόνων στην Ασία κατά των Περσών.
β΄Στρατιωτικές νίκες του Μ. Αλεξάνδρου. Λεπτομέρειες από τη σαρκοφάγο του.
Ο M. Αλέξανδρος ξεκίνησε την εκστρατεία του στην Ασία από τη Μακεδονία ως ηγέτης και αρχιστράτηγος όλων των Ελλήνων. Του παραχώρησαν την εξουσία οικειοθελώς όλοι οι Έλληνες, πλην των Λακεδαιμονίων, στο πανελλήνιο Συνέδριο της Κορίνθου το 335 π.Χ. Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου δεν απέβλεπε στην εξόντωση των λαών της Ασίας σε αντίποινα της εκστρατείας των Περσών στην Ελλάδα, αλλά στη μετάδοση του ελληνικού πολιτισμού στα βάθη της ασιατικής ηπείρου.
Εικόνα 4η. Μέγας Αλέξανδρος,
Επρόκειτο για μια μεγαλειώδη ένοπλη εξερευνητική και εκπολιτιστική πορεία της ελληνικής φυλής, πορεία 18.000 χιλιομέτρων στα βάθη της Ασίας και στην Αίγυπτο, με τη συνοδεία συγκροτημένων επιτελείων Ελλήνων επιστημόνων, εκπαιδευτικών, αρχιτεκτόνων, καλλιτεχνών και τεχνιτών. Στόχος ήταν η επιστημονική εξερεύνηση της αχανούς Ασίας και ο εξελληνισμός των αναρίθμητων λαών αυτής. Ο Μ. Αλέξανδρος εκστράτευσε όχι ως κατακτητής, αλλά για να ιδρύσει κοσμοκρατορία πολιτισμού, πνευματικής ελευθερίας και ευημερίας. Εκστράτευσε για να ανυψώσει τους λαούς σε ψηλότερη βαθμίδα πολιτισμού, για να τους κάνει ευδαιμονεστέρους και βελτίονας. Ως πορεία αναμορφώσεως και εξελληνίσεως του κόσμου της Ασίας τη χαρακτηρίζει ο ιστορικός μας Κ. Παπαρηγόπουλος. Αν ο Μ. Αλέξανδρος ζούσε περισσότερα χρόνια, όλη η ανθρωπότητα θα είχε το πνεύμα, την ιδέα, το πολιτισμό και τη γλώσσα της Ελλάδας, θα μεταβάλλονταν δηλαδή σε Ελλάδα.
Για την επίτευξη του εκπολιτισμού των λαών ο Μ. Αλέξανδρος χρησιμοποίησε «το ελληνικό πνεύμα και τον ελληνικό πολιτισμό», γράφει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βιέννης Κλεάνθης Νικολαϊδης. Προκειμένου να μεταδώσει ελληνική μόρφωση στους νέους των Περσών διέταξε να επιλεχθούν με τη συγκατάθεση των γονέων τους 30.000 παιδιά (περσόπουλα) και να εκπαιδευθούν σύμφωνα με το πανελλήνιο πνεύμα στην πολεμική τέχνη, στην ελληνική γλώσσα, παιδεία, φιλοσοφία και σκέψη.
Ο Μ. Αλέξανδρος ξεκίνησε την εκπολιτιστική εκστρατεία του ως στρατηλάτης και μεταμορφώθηκε σε μέγα φιλόσοφο. Υπήρξε μια προσωπικότητα που πέρασε στο θρύλο όλων των λαών ως αήττητος στρατηλάτης, αλλά και που αγαπήθηκε κιόλας απ’ όλους τους κατακτηθέντες λαούς μέχρι λατρείας. Ήταν ένας θνητός άνθρωπος, αλλά έδρασε σαν υπεράνθρωπος και πέθανε σαν ημίθεος στα βάθη της Ασίας, μεταφέροντας στις χώρες που κατέλαβε το ελληνικό πνεύμα, την ελληνική δικαιοσύνη, διοίκηση, οργάνωση, κοινωνική ζωή καθώς και κάθε είδους επιστήμη.
Το εξελληνιστικό έργο του Μ. Αλεξάνδρου συνεχίστηκε και από τους διαδόχους του, τους Μακεδόνες στρατηγούς. Και αυτοί μεταλαμπάδευσαν το ελληνικό πνεύμα και διέδωσαν την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό σ’ όλες τις χώρες που διοίκησαν στην Ασία και στην Αφρική.
Χωρίς τους Έλληνες Μακεδόνες δεν θα μεταδιδόταν ο ελληνικός πολιτισμός στον κόσμο και δεν θα συντελούνταν το θαύμα του εξελληνισμού της Ασίας και της Βορείου Αφρικής. Χωρίς τη Μακεδονία όλος ο κόσμος θα ήταν πολλούς αιώνες πίσω. Η Μακεδονία άλλαξε την πορεία και τη ζωή όλης της ανθρωπότητας.
Εικόνα. 5η Χάρτης της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου
Τη στιγμή που άλλοι λαοί της Ευρώπης είτε ζούσαν πρωτόγονα είτε βρίσκονταν ακόμη σε πολύ χαμηλό επίπεδο πολιτισμικής ανάπτυξης, η Μακεδονία αποτελούσε το κέντρο του πολιτισμού των τριών τότε γνωστών ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Ήταν η μεγαλύτερη αυτοκρατορία του τότε γνωστού κόσμου.
Ο πολιτισμός στην Ευρώπη, τόσο στην αρχαιότητα όσο και στη βυζαντινή εποχή, μεταδόθηκε από τους Μακεδόνες. Μεταδόθηκε αρχικά με την εκστρατεία του M. Αλεξάνδρου προς το βορρά μέχρι το Δούναβη ποταμό τον 4ο αιώνα π.Χ. Μεταδόθηκε στη συνέχεια και με την ιεραποστολή των εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενων αδελφών Κυρίλλου και Μεθόδιου στους Σλάβους το 863 μ.Χ. Το θεμέλιο του σλαβικού πολιτισμού το έθεσαν οι Μακεδόνες με την επινόηση του αλφαβήτου αυτών και με τη μετάδοση σ’ αυτούς των ελληνικών τεχνών και γραμμάτων καθώς και του ελληνικού διοικητικού συστήματος. Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός και οι σημερινές επιστήμες αποτελούν, ως γνωστό, συνέχεια του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Ελληνικός πολιτισμός, φιλοσοφία, τέχνες, γράμματα και πολιτική οργάνωση δε νοούνται όμως χωρίς τον ασύγκριτο σε όλους τους αιώνες φιλόσοφο και πρώτου μεγέθους θετικό επιστήμονα, Μακεδόνα Αριστοτέλη. Θεμέλιο όλων σχεδόν των επιστημών ήταν και είναι ο Αριστοτέλης. Σε κάθε επιστήμη και πρόοδο του σημερινού κόσμου υπάρχει ενσωματωμένη, έμμεσα ή άμεσα, η σκέψη και η μέθοδος του Αριστοτέλη.
Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε στα Στάγιρα της Χαλκιδικής το 384 π.Χ. και πέθανε στη Χαλκίδα το 322 π.Χ. Φοίτησε στην Ακαδημία και ίδρυσε Φιλοσοφική Σχολή στην Αθήνα το 367-347 π.Χ. Εργάστηκε επιστημονικά όσο κανείς άλλος στην εμπειρική έρευνα. Εγκαινίασε τη Φυσική. Προώθησε σφαιρικά τη γνώση στα πεδία της Αστρονομίας, των Μαθηματικών, της Φυσικής Ιστορίας, της Βιολογίας, της Ψυχολογίας, της Κοινωνιολογίας, της Πολιτειολογίας και της Αισθητικής, ενώ παράλληλα θεμελίωσε και τη Λογική. Κωδικοποίησε όλες τις γνώσεις της εποχής του. Έγραψε περίπου τετρακόσια βιβλία Αυτός ήταν και ο δάσκαλος του Μ. Αλεξάνδρου, αυτός που του ενέπνευσε το ιδανικό του εκπολιτισμού όλου του τότε γνωστού κόσμου.
[Εικόνα 6η- Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης διδάσκων τον Αλέξανδρο,]
Ε. Ποιοι και γιατί θέλουν να σφετεριστούν την ιστορία των Μακεδόνων;
Οι παραπάνω σύντομες αναφορές δίνουν ένα μικρό μόνο στίγμα της τεράστιας προσφοράς των Μακεδόνων στον παγκόσμιο πολιτισμό και της αντίστοιχης απαράμιλλης αίγλης της ιστορίας τους. Οι Μακεδόνες ξεκίνησαν ως ένας σκληραγωγημένος ορεσίβιος λαός με κύριο αντικείμενο ενασχόλησης την γεωργία και την κτηνοτροφία, και μέσα σε μερικές δεκαετίες εξελίχθηκαν σε ηγέτες του τότε γνωστού κόσμου. Επρόκειτο πραγματικά για ένα χαρισματικό λαό, αφού όλα τα κατόρθωσε με τη δική του πρωτοβουλία, με τις δικές του αρετές, σωματικές και ψυχικές δυνάμεις, αντοχής, καρτερίας, υπομονής, επιμονής, ισχυρής θέλησης, ανδρείας, πειθαρχίας, οξυδέρκειας, ευφυΐας, ετοιμότητας και σύνεσης. Ένα μικρός σε πλήθος λαός κατόρθωσε με τη βοήθεια και των άλλων ελληνικών πόλεων να καταλάβει τις βορειότερες απ’ αυτόν χώρες μέχρι το Δούναβη και απερίσπαστος να εκστρατεύσει στην Ασία, όπου εντός μικρού χρονικού διαστήματος νίκησε τους κυρίαρχους επί αιώνες αναρίθμητους Πέρσες και προχώρησε στα βάθη των ηπείρων Ασίας και Αφρικής ως νικητής και τροπαιούχος, αλλά και ως εξερευνητής με ειδικά επιτελεία επιστημόνων σ’ όλους τους τομείς της επιστήμης. Ίδρυσε δεκάδες μεγάλες νέες πόλεις και μετέδωσε παντού την ελληνική φιλοσοφία, τα γράμματα, τη νομοθεσία, τη διοίκηση, την αρχιτεκτονική, τις τέχνες και όλες τις γνωστές τότε επιστήμες στο τότε γνωστό κόσμο. Τρεις περίπου αιώνες κράτησε η κυριαρχία της Μακεδονίας, αλλά έθεσε διαχρονικά θεμέλια πολιτισμού και επιστήμης με τις πρωτοφανείς βιβλιοθήκες και με τα μεγάλα έργα της πολεοδομίας σε τρεις ηπείρους που τα σεβάστηκαν οι διάδοχοι λαοί.
Η παραπάνω αίγλη, σε συνδυασμό και με τη γεωστρατηγική θέση της Μακεδονίας, η οποία εξασφαλίζει μεταξύ άλλων πρόσβαση στο Αιγαίο πέλαγος, δίνουν και την εξήγηση για το γεγονός, ότι όλοι οι γείτονες λαοί, εχθροί και φίλοι, από τα αρχαιότατα χρόνια μέχρι και σήμερα, θέλησαν και θέλουν να εμφανίσουν τη Μακεδονία ως δική τους, να οικειοποιηθούν τα εδάφη της και να σφετεριστούν το μεγαλείο των ηρώων της και της ιστορίας της. Με κάθε τρόπο, άλλοτε μέσω των οδών της διπλωματίας κι άλλοτε μέσω των οδών της βίας και της πλαστογραφίας, όλοι οι γείτονές μας επεχείρησαν κατά καιρούς, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, να αλλοιώσουν τον εθνολογικό ελληνικό χαρακτήρα των κατοίκων της Μακεδονίας και να την παρουσιάσουν ως δική τους. Μεταξύ των πλαστογράφων και των σφετεριστών τηςιστορίας της Μακεδονίας προεξέχουσα θέση διεκδικούν στα μεταπολεμικά χρόνια κυρίως οι Σκοπιανοί, στους οποίους, μετά από μία σύντομη αναδρομή στο λεγόμενο μακεδονικό ζήτημα, αναφέρονται και οι γραμμές που ακολουθούν.
II. Το Σκοπιανό ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ επεκτατικες ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΟΥ
A. Η πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας και το λεγόμενο μακεδονικό ζήτημα μέχρι την ίδρυση του Σκοπιανού κράτους
1. Αρχαία και βυζαντινά χρόνια
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Δωριείς και οι Μακεδόνες χωρίστηκαν στην Πίνδο, και ότι οι μεν Δωριείς προχώρησαν προς το νότο μέχρι την Πελοπόννησο, οι δε Μακεδόνες εγκαταστάθηκαν ανατολικότερα στη χώρα που ονομάστηκε απ’ αυτούς Μακεδονία. Κατά τον ίδιο, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας οι Λακεδαιμόνιοι, οι Κορίνθιοι, οι Συκιώνιοι, οι Επίδαυροι και οι Τροιζίνιοι, που έλαβαν μέρος με το στόλο τους, ήταν «Δωρικόν τε και Μακεδονικό έθνος»[7]. Είναι ξεκάθαρο ήδη από το παραπάνω χωρίο ότι οι δωρικής καταγωγής Έλληνες της Νότιας Ελλάδας και οι Μακεδόνες κατάγονταν από κοινή ελληνική φυλή.
Οι Μακεδόνες ήταν, ειδικότερα, ελληνική φυλή που εμφανίστηκε ήδη από την εποχή του χαλκού Όπως και οι άλλες ελληνικές φυλές, είχαν ελληνική εθνολογική συνείδηση. Έχοντες όλοι κοινή εθνολογική συνείδηση, κοινή γλώσσα, κοινή θρησκεία και κοινό πολιτισμό, με την πάροδο των αιώνων και με την επιμειξία των γάμων ενώθηκαν σε μια ενιαία ελληνική φυλή. Κατά το γεωγράφο Στράβωνα «εόντες ούτοι Δωρικόν και Μακεδονικόν έθνος» ήταν μια «πανάρχαια φυλή».
Βορειότερα της Μακεδονίας και νοτιότερα της οροσειράς του Αίμου, από την Αδριατική θάλασσα μέχρι το Εύξεινο Πόντο, κατοικούσαν οι Θρακοϊλλυριοί, οι οποίοι εξελληνίστηκαν τον 4ο αιώνα π.Χ. κατά την προέλαση του Μ. Αλεξάνδρου μέχρι το Δούναβη. Τούτοι μιλούσαν την ελληνική γλώσσα μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ.
Κατά την εποχή εκείνη δεν υπήρχε ούτε ίχνος σλαβικής φυλής και γλώσσας στα Βαλκάνια. Οι πρόγονοι των σημερινών Σλάβων ζούσαν πριν τον 6ο αιώνα μ.Χ. στις στέπες της Λευκής Ρωσίας και της Ανατολικής Πολωνίας. Από τον 6ο αιώνα μ.Χ. άρχισαν να κατέρχονται νοτιότερα προς εξεύρεση τροφής, κάνοντας ληστρικές επιδρομές στο Βυζάντιο. Κατατάχθηκαν ως μισθοφόροι στο στρατό των Αβαρών στην πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά μετά από την ήττα αυτών εγκαταστάθηκαν με τη συγκατάθεση του Βυζαντίου ανάμεσα στο Δούναβη και τον Αίμο ως φιλειρηνικοί αγρότες, για να αφομοιωθούν με τους πολιτισμένους λαούς. Αργότερα διασκορπίστηκαν στα Βαλκάνια προκαλώντας πολλά προβλήματα στο βυζαντινό κράτος.
Κατά τις περιόδους που το Βυζάντιο ήταν απασχολημένο σε άλλα πολεμικά μέτωπα, οι πρόγονοι των σημερινών Σλάβων επιδίδονταν σε ληστρικές επιδρομές. Προέλαυναν νοτιότερα, λεηλατώντας βυζαντινά εδάφη, πυρπολώντας πόλεις και εξανδραποδίζοντας ή σφάζοντας ντόπιους στη Θράκη, στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Κατέλαβαν για ορισμένο χρόνο τη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας και ίδρυσαν κράτη στις περιοχές της Καστοριάς και των Σερρών. Λόγω της υπεροχής του ελληνικού πληθυσμού δεν επέδρασαν ωστόσο αυτοί στους Έλληνες πολιτισμικά, αλλά οι Έλληνες σ’ αυτούς. Με τις αλλεπάλληλες επιδρομές τους εξασθένησαν πάντως ακόμη περισσότερο το Βυζάντιο και επιτάχυναν την υποδούλωσή του. Σχημάτισαν εχθρικά κράτη κατά του Βυζαντίου και διέσπασαν την ενότητα των Χριστιανών την εποχή που αυτοί αγωνίζονταν κατά της προελάσεως των Μωαμεθανών. Εξάντλησαν την άμυνα του Βυζαντίου και συντέλεσαν στη διαδοχική υποδούλωσή των βαλκανικών λαών στους Τούρκους.
2. Τουρκοκρατία
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι Σλάβοι έχασαν τη σλαβική εθνική συνείδησή τους. Αφομοιώθηκαν με το σύνολο των Ορθοδόξων Χριστιανών υπαγόμενοι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Πρώτοι αφυπνίστηκαν εθνολογικά οι Βούλγαροι. Στην εξέλιξη αυτοί συνέβαλαν αποφασιστικά (α) η έκδοση της ιστορίας της Βουλγαρίας το 1762 από το Βούλγαρο μοναχό του Αγίου Όρους Παϊσιο, (β) η δράση του επισκόπου του Βλαδιστώφ Σωφρόνιου από το 1804 (γ) η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας και (δ) η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου.
3. Η Βουλγαρική Εξαρχία και οι Συνθήκες του Αγίου Στεφάνου και του Βερολίνου
Το 1853 οι Βούλγαροι ζήτησαν ορισμένα εκκλησιαστικά προνόμια από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, προκειμένου να μπορούν να λειτουργούν στη δική τους γλώσσα, να έχουν δικούς τους επισκόπους και να αποκτήσουν κάποια εκκλησιαστική αυτονομία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν σύμφωνο να παραχωρήσει τα παραπάνω προνόμια, αλλά μόνο σε περιοχές που κατοικούνταν από αμιγή βουλγαρικό πληθυσμό. Το Πατριαρχείο φρόντιζε πάντοτε σαν στοργική μητέρα για όλους τους υπόδουλους χριστιανικούς λαούς των Βαλκανίων, ανεξάρτητα από τη γλώσσα και εθνικότητα αυτών, και προσπαθούσε να τους κρατά όλους ενωμένους ως απογόνους του ελληνικού Βυζαντίου.[8]
Οι Ρώσοι όμως ήθελαν να διαλυθεί η πιο πάνω ενότητα. Ήθελαν να αφαιρεθεί η δικαιοδοσία του Πατριαρχείου από όλους τους Σλάβους των Βαλκανίων, προκειμένου να μπορέσουν να επιβάλλουν την επιρροή του δικού τους Πατριαρχείου. Γι’ αυτό ζήτησαν από το Σουλτάνο και πέτυχαν την έκδοση διατάγματος ιδρύσεως ανεξάρτητης από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Βουλγαρικής Εκκλησιαστικής Εξαρχίας. Σ’ αυτήν μπορούσε να προσαρτηθεί κάθε πόλη και χωριό της Μακεδονίας, εφόσον θα το επιθυμούσαν τα 2/3 των κατοίκων. Η Εξαρχία αφαιρούσε ουσιαστικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο την δικαιοδοσία επί των Βουλγάρων. Στη θέση του Πατριάρχη οι Βούλγαροι εγκατέστησαν στη Κωνσταντινούπολη τον Έξαρχό ως αντιπρόσωπό τους. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, για να αντιμετωπίσει την κατάσταση, συγκάλεσε το 1872 τοπική Σύνοδο στη Κων/πολη και καταδίκασε τους οπαδούς της Εξαρχίας ως σχισματικούς.[9]
Η ίδρυση της Εξαρχίας σηματοδότησε ουσιαστικά και την έναρξη του λεγόμενου μακεδονικού ζητήματος. Οι Μακεδόνες δεν ήθελαν την ένταξή τους στην Εξαρχία. Οι Βούλγαροι, αντίθετα, έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση της Ρωσίας, προσπαθούσαν να επιβάλλουν τη σχετική ένταξη με κάθε τρόπο: στην αρχή με μεθόδους προσηλυτισμού και προπαγάνδας και στη συνέχεια με τη βία, την τρομοκρατία, τις δολοφονίες και με ό,τι άλλο μέσο γενικά διέθεταν. Για τους Βούλγαρούς άλλωστε, το θέμα δεν ήταν κυρίως θρησκευτικό. Έβλεπαν την Εξαρχία ως εργαλείο που θα τους επέτρεπε να εξαπλώσουν και την πολιτική κυριαρχία τους στο μακεδονικό χώρο, αφού θεωρούσαν τη Μακεδονία ζωτικής σημασία για την ανάδειξη και τη βιωσιμότητα του κράτους τους. Μία σημείωση στο βιβλίο της Βουλγαρικής Εξαρχίας από το έτος 1885 αναφέρει τα εξής: «Χωρίς τη Μακεδονία το Βουλγαρικό κράτος στη Χερσόνησο του Αίμου είναι χωρίς καμιά σημασία.» Οι Βούλγαροι γνώριζαν όμως, ότι προκειμένου να μπορέσουν να επεκταθούν στη Μακεδονία θα έπρεπε πρώτα να στραγγαλίσουν τη γνήσια ελληνική ιστορία και εθνογραφία της, να εκβουλγαρίσουν ή να εξολοθρεύσουν τον ελληνικό πληθυσμό της και να μετατρέψουν τα πάντα, μνημεία, σχολεία και εκκλησίες, από ελληνικά σε βουλγαρικά. Ο Εσπερινός Ταχυδρόμος της Σόφιας έγραφε χαρακτηριστικά: «Μια και μόνη φυλή να επικρατήσει στον Αίμο, η βουλγαρική. Ο Ελληνισμός της Ανατολικής Ρωμυλίας και της Μακεδονίας πρέπει να ξεριζωθεί και να εκλείψει. ... Η καταστροφή του Ελληνισμού είναι άρθρο πίστεως για τους Βουλγάρους. … Βούλγαροι μη λησμονείτε το καθήκον σας.»
Η δράση της Εξαρχίας τύγχανε τέλος της υποστήριξης και αυτής της ίδιας της Τουρκίας, αφού εξυπηρετούσε και τουρκικά συμφέροντα. Η Τουρκία, ειδικότερα, συναίνεσε αρχικά στην ίδρυση της Εξαρχίας και δεν στεκόταν στη συνέχεια εμπόδιο στη δράση της, όχι μόνο γιατί φοβόταν τους Ρώσους, αλλά και γιατί πίστευε ότι η Εξαρχία συμβάλλει στο διχασμό και στην αλληλοεξόντωση των υποδούλων ορθοδόξων λαών, ενισχύοντας έτσι, κατ’ εφαρμογή του κανόνα «διαίρει και βασίλευε», την τουρκική κυριαρχία. Για τους Τούρκους, εξάλλου, οι χριστιανοί δεν είχαν καμιά αξία. «Ikigiaurbirtauk» έλεγαν, δηλαδή: δυο άπιστοι αξίζουν όσο μια κότα. Όσο περισσότεροι χριστιανοί αλληλοεξοντώνονταν στην επικράτειά τους τόσο καλύτερα γι’ αυτούς[10].
Η Οθωμανική αυτοκρατορία εξασθένιζε πάντως όλο και περισσότερο. Και τούτο δημιουργούσε εύλογα μεγάλο ανταγωνισμό μεταξύ των λαών της Ευρώπης, για το ποιος θα προλάβει να αρπάξει τα περισσότερα εδάφη αυτής. Η γερασμένη δρυς ήταν έτοιμη να πέσει και ‑κατά την παροιμία «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται»‑ πολλοί προετοιμάζονταν να επωφεληθούν.
Το 1876 συγκλήθηκε ευρωπαϊκή σύσκεψη στην Κων/πολη για να λυθεί το θέμα της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Η ρωσική διπλωματία επεδίωξε επίμονα να δημιουργήσει μεγάλο βουλγαρικό κράτος, παίρνοντας τμήματα της Τουρκίας από περιοχές της Ευρώπης. Η Τουρκία απέρριψε την ρωσική πρόταση. Κηρύχθηκε ο ρωσοτουρκικός πόλεμος, που οδήγησε στις 31/1/1878 στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, που ίδρυε το μεγάλο βουλγαρικό κράτος, τη μεγάλη αυτόνομη ηγεμονία της Βουλγαρίας, η οποία ήταν φόρου υποτελής στην Υψηλή Πύλη και είχε Χριστιανό ηγεμόνα. Η βουλγαρική ηγεμονία εκτεινόταν από τις 40 Εκκλησιές μέχρι την Πίνδο και από το Δούναβη μέχρι το Στρυμωνικό κόλπο. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσβαση του νέου κράτους στο Αιγαίο πέλαγος, συμπεριλήφθηκε στην εδαφική επικράτειά του και η Μακεδονία, πλην της Θεσσαλονίκης και της Χαλκιδικής. Όταν υπογράφηκε η παραπάνω συνθήκη το 1878 ο πρέσβης της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη Ιγνατιέφ αναφώνησε χαρούμενος: «Και τώρα μόνο κολυμπώντας μπορούν να μεταβούν στην Πόλη οι Έλληνες!»
Η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου αδικούσε κατάφωρα τους Έλληνες, διότι υπήγαγε στη δικαιοδοσία της Βουλγαρίας εκτεταμένες περιοχές με καθαρό ελληνικό πληθυσμό[11]. Οι Σερραίοι προέβησαν σε έντονες διαμαρτυρίες προς τις Μεγάλες Δυνάμεις. Στις 26/3/1878 υπέβαλαν υπόμνημα διαμαρτυρίας υπέρ της σωτηρίας της Μακεδονίας. Διαμαρτύρονταν ενώπιον του Θεού και του πολιτισμένου κόσμου, κάνοντας έκκληση στη δικαιοσύνη, στη φιλανθρωπία και στη σύνεση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων (κρατών) να μην παραδώσουν τα εθνικά δίκαια των Μακεδόνων. Να μην επιτρέψουν να εκτεθεί η Μακεδονία στα δεινά νέου κατακτητή. [12].
Κατά της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου αντέδρασαν όμως και τα δυτικά ευρωπαϊκά κράτη, γιατί από τη Συνθήκη θίγονταν και δικά τους συμφέροντα. Στο Αιγαίο πέλαγος ονειρεύονταν π.χ. να κατέβει και η Αυστρία. Η Ρωσία πιέστηκε, και έτσι, στο Διεθνές Ευρωπαϊκό Συνέδριο του Βερολίνου τον Ιούνιο / Ιούλιο του 1878 ‑στο οποίο πάντως, κατόπιν ρητής απαίτησης του Τσάρου της Ρωσίας, δεν επετράπη η συμμετοχή της Ελλάδας‑ η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου αναθεωρήθηκε. Με την υπογραφείσα Συνθήκη του Βερολίνου ο πληθυσμός της Βουλγαρίας μειώθηκε και πάλι από 4,5 σε 2,5 εκατομμύρια κατοίκους, καθώς πολλά τμήματά της, μεταξύ των οποίων και η Μακεδονία, επεστράφησαν στην Τουρκία. Η Μακεδονία παρέμεινε έτσι στην τουρκική κατοχή, η οποία επέφερε μερικές διοικητικές μεταρρυθμίσεις και ανέθεσε το Σαντζάκι Σερρών στη δικαιοδοσία της Γαλλικής Αποστολής
Με τη Συνθήκη του Βερολίνου τα σλαβικά βαλκανικά κράτη απέκτησαν πάντως δική τους οντότητα και εκδήλωσαν φανερά τη φιλοδοξία να συμπεριλάβουν την Ελληνική Μακεδονία στο κράτος τους για να έχουν διέξοδο στο Αιγαίο. Από τότε ο ανταγωνισμός για την κυριαρχία στη Μακεδονία έγινε οξύτερος. Ο Σέρβος M. Milovariovitc, που συνέβαλε στη Βαλκανική συμμαχία του 1912, γράφει χαρακτηριστικά: «Μέχρι το 1885 η Σερβία ποτέ δεν είχε σκεφθεί τη Μακεδονία»[13].
Η Βουλγαρία παραβίασε τη Συνθήκη του Βερολίνου και κατέλαβε πραξικοπηματικά το 1885 την Ανατολική Ρωμυλία, στην οποία κατοικούσαν πάνω από 250.000 Έλληνες. Από τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου οι Βούλγαροι είχαν αποκομίσει την εσφαλμένη εντύπωση ότι τα παραπάνω μέρη είναι δικά τους. Από τότε τα διεκδικούσαν με κάθε τρόπο, παρότι το Συνέδριο του Βερολίνου τους επανάφερε στα παλαιά τους όρια. Η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου γενικότερα τροφοδότησε και γιγάντωσε τη λεγόμενη Μεγάλη Βουλγαρική Ιδέα. Οι Βούλγαροι γιόρταζαν κάθε χρόνο, ως εθνική επέτειο, την υπογραφή της Συνθήκης, ανανεώνοντας με αυτόν τον τρόπο την υπόσχεση προς το έθνος τους, να υλοποιήσουν το μεγάλο όνειρο, να επεκτείνουν δηλαδή την εδαφική επικράτεια του κράτους τους σ’ όλη τη Μακεδονία και τη Θράκη.
Οι Σέρβοι από την πλευρά τους επεδίωκαν αρχικά να επεκταθούν στη Βοζνία και την Ερζεγοβίνη, αλλά η Αυστρία, που καρπώθηκε τις περιοχές αυτές με μυστική συμφωνία του 1881, η οποία ανανεώθηκε το 1889, άρχισε να υποστηρίζει με κάθε τρόπο την αλλαγή κατεύθυνσης και την επέκταση της Σερβίας προς την Μακεδονία και μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Η σύστασή της Αυστρίας προς του Σέρβους ήταν η εξής: «Απωλέσατε την Αδριατική. Προς αποζημίωσιν στρέψατε τα βλέμματά σας προς το Αιγαίον, προς τη Μακεδονία.»
Γενικότερα, από τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, τη Συνθήκη του Βερολίνου και όσα ακολούθησαν έμειναν στους Σλάβους πολλά απωθημένα σε ό,τι αφορά την κατάκτηση της Μακεδονίας. Έκτοτε προσπαθούσαν πλέον με κάθε τρόπο και σε κάθε ευκαιρία να εξαναγκάσουν τους Έλληνες Μακεδόνες να δηλώσουν ότι είναι Σλάβοι ή να φύγουν από τη Μακεδονία. Η επιθυμία των Βουλγάρων και των Σέρβων να προσαρτήσουν τη Μακεδονία στο κράτος τους έγινε εμμονή[14]. Τις διαφορές στην καταγωγή μεταξύ αρχαίων Μακεδόνων και Σλάβων κανείς πάντως δεν προσπαθούσε τότε ακόμη να τις πλαστογραφήσει. Ο Ν. Μάρτης γράφει χαρακτηριστικά: «Η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου υπήρξε η πρώτη επιβολή κατά της Μακεδονίας. Όμως τότε ούτε Βούλγαρος, ούτε κανένας Σλάβος διανοήθηκε να αναζητήσει συγγένεια με Μακεδόνες, γιατί όλοι γνώριζαν την καταγωγή τους»[15].
4. Οι Μακεδονικές Επαναστατικές Οργανώσεις
Όπως ήδη επισημάνθηκε, οι Ρώσοι επεδίωκαν με κάθε τρόπο να υποσκάψουν την επιρροή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στους ορθόδοξους χριστιανικούς λαούς των Βαλκανίων, αλλά και να αποκτήσουν ευχερή πρόσβαση στις θάλασσες που περιέβαλαν την Ανατολική Ρωμυλία και τη Μακεδονία. Στην υλοποίηση του παραπάνω σχεδίου απέβλεπε βασικά και η ίδρυση του εξαρτημένου και κατευθυνόμενου από τους Ρώσους βουλγαρικού κράτους. Στη Μόσχα ιδρύθηκε επίσης το Ρωσικό Πανσλαβιστικό Κομιτάτο. Τούτο διέθετε πολλά χρήματα για να περάσει στη διεθνή κοινή γνώμη την άποψη, ότι η Μακεδονία, η Θράκη και η Ανατολική Ρωμυλία κατοικούνται από Σλάβους, και μάλιστα από Βουλγάρους, που εξελληνίσθηκαν τάχα με τη βία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Με σωρεία προπαγανδιστών και άλλων αθέμιτων πρακτικών οι Ρώσοι προσπαθούσαν να αφυπνίσουν εθνικά υπέρ των Βουλγάρων τους υπαγομένους στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Οι Ρώσοι προπαγανδιστές προσπαθούσαν π.χ. να πείσουν τους γκραικομάνους χωρικούς, ότι είναι Σλάβοι στην καταγωγή, ότι ως Σλάβοι είχαν πανάρχαια αναφαίρετα δικαιώματα και ότι όφειλαν να επαναστατήσουν με τη βοήθεια των Βουλγάρων για να απελευθερωθούν από τους Τούρκους.
Επιδιώκοντας να εξεγείρουν επαναστατικά τους κατοίκους της Μακεδονίας και της Θράκης, έτσι ώστε αυτοί να επιδιώξουν την απελευθέρωσή τους από τους Τούρκους και την απόκτηση πολιτικής αυτονομίας, οι Ρώσοι ίδρυσαν το 1893 την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (Εσ. Μ.Ε.Ο.) με το σύνθημα «η Μακεδονία για τους Μακεδόνες». Οι Ρώσοι ήθελαν να πετύχουν καταρχάς να αναγνωριστούν οι περιοχές αυτές ως αυτόνομο κράτος. Στη συνέχεια, σχεδίαζαν να προσαρτήσουν τις περιοχές αυτές στη Βουλγαρία, όπως έκαναν και με την Ανατολική Ρωμυλία. Στο πλαίσιο αυτό ιδρύθηκαν σαράντα πέντε επαναστατικές επιτροπές στη Μακεδονία, οι οποίες δημιούργησαν επιμέρους τοπικές επιτροπές και μικρές αντάρτικες ομάδες στα χωριά. Αυτές με βία και τρομοκρατία επιστράτευαν ντόπιους στην Εσ. Μ.Ε.Ο. Το 1900 επιστρατεύθηκαν 20.000 μέλη από τη Μακεδονία, από τα οποία τα 5.000 ήταν μάχιμοι και τα άλλα αγγελιαφόροι, οδηγοί, τροφοδότες κ.λπ.
Εκτός από την Εσ. Μ.Ε.Ο. υπήρχε και δεύτερη εθνικιστική οργάνωση στη Σόφια, η Εξωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (Εξ. Μ.Ε.Ο), οι Βερχοβιστές, το Ανώτατο Μακεδονικό Κομιτάτο. Αποτελούνταν από Βουλγάρους αξιωματικούς και δημοσίους υπαλλήλους. Η Οργάνωση, δρώντας με τις ευλογίες της βουλγαρικής κυβέρνησης του ηγεμόνα Φερδινάνδου, επεδίωκε με στρατιωτικά μέσα την άμεση προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία. Με την επανάσταση του Ίλιντεν στις 20-7-1903 επεχείρησαν να εκβιάσουν τη κατάσταση. Ήθελαν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων για να λύσουν αυτές το Μακεδονικό Ζήτημα. Να δείξουν στη διεθνή κοινή γνώμη ότι ο Μακεδονικός πληθυσμός ήρθε σε απόγνωση από την κακοδιοίκηση των Τούρκων και επαναστάτησε. Η τακτική των Οργανώσεων προσέκρουσε τελικά στην εξωτερική διπλωματία της Βουλγαρίας και γι’ αυτό τούτες διαλύθηκαν.[16]
5. Ο Μακεδονικός Αγώνας
Οι Σλάβοι προσπάθησαν πολλές φορές να αλλοιώσουν τον εθνολογικό χαρακτήρα των Ελλήνων κατοίκων της Μακεδονίας, αλλά δεν το κατόρθωσαν. Η προσπάθειά τους να μετατρέψουν τους Μακεδόνες σε Βουλγάρους, Γιουγκοσλάβους ή Ρωμάνους και η άμυνα των Ελλήνων Μακεδόνων κατά της προσπάθειας αυτής οδήγησαν στο λεγόμενο Μακεδονικό Αγώνα. Ο αγώνας αυτός ήταν σκληρός και συνδέθηκε με πολλά μαρτύρια και δολοφονίες Ελλήνων. Άρχισε σταδιακά από το 1870 και κορυφώθηκε κατά τα έτη 1904-1908.[17]
Αν οι χριστιανοί των Βαλκανίων είχαν συμμαχήσει τότε κατά των Τούρκων, θα είχαν κατορθώσει πολλά. Η Ελλάδα πρότεινε το 1892 στη Βουλγαρία να συμμαχήσουν, αλλά η Βουλγαρία απέρριψε την πρόταση. Το θέμα της συμμαχίας ξανασυζητήθηκε, και πάλι χωρίς επιτυχή κατάληξη, στις Σέρρες μεταξύ του προξένου Σακτούρη και του διπλωματικού πράκτορα της Βουλγαρίας Tocheff[18].
Οι Βούλγαροι επιδόθηκαν με όλες τις δυνάμεις τους στον εκβουλγαρισμό των Ελλήνων Μακεδόνων, αλλά συνάντησαν στην αρχή την παθητική αντίσταση αυτών και από το 1904 την ένοπλη αντίσταση των ελληνικών αντάρτικων σωμάτων.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις, μετά από τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, απέφευγαν να αναμειχθούν ένοπλα στο Μακεδονικό αγώνα για να μην προκαλέσουν νέο Ελληνοτουρκικό πόλεμο. Εμπιστεύτηκαν τον Μακεδονικό αγώνα σε ιδιωτικούς Μακεδονικούς Συλλόγους και Οργανώσεις, και ενίσχυαν μυστικά τους έλληνες αγωνιστές με όπλα και χρήμα. Τοποθέτησαν στα προξενεία της Μακεδονίας πεπειραμένους και δυναμικούς προξένους. Αντιμετώπισαν την προπαγάνδα των Βουλγάρων με την ίδρυση περισσοτέρων ελληνικών σχολείων σε όλη τη Μακεδονία. Ενίσχυσαν την πίστη των Μακεδόνων στην ορθόδοξη Εκκλησία.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο τοποθέτησε στις Μητροπόλεις της Μακεδονίας διακεκριμένους, δραστήριους επισκόπους για να συμπαρασταθούν στον αγώνα του ελληνικού λαού.
Οι Μακεδόνες σύσσωμοιπρόταξαν τα στήθη αυτών κατά των Σλάβων. Αντέδρασαν με θάρρος, με ακμαίο το εθνικό φρόνημα και με ακατάβλητη ψυχική δύναμη σε όλα τα σχέδια αυτών. Αντιμετώπισαν γενναία τις επιθέσεις τους. Προσέφεραν εθελοντικά τη ζωή τους συμμετέχοντας σε όλες τις ριψοκίνδυνες αποστολές του αγώνα. Ξαναζωντάνεψαν τους αγώνες, τις μάχες και τις θυσίες των Μακεδόνων της ελληνιστικής, της ρωμαϊκής και της βυζαντινής εποχής.
Χάρη στην γιγάντια αυτή αντίσταση των Μακεδονομάχων, η κατάσταση στη Μακεδονία μεταβλήθηκε υπέρ των Ελλήνων. Η τρομοκρατία απέτυχε, οι κάτοικοι της Μακεδονίας αναθάρρησαν. Οι Βούλγαροι τρομοκρατήθηκαν. Συνειδητοποίησαν ότι ήταν αδύνατη η συνέχιση της εγκληματικής δράσης τους στη Μακεδονία και απομακρύνθηκαν[19].
Χάρη στον αγώνα και τις θυσίες των Μακεδονομάχων σώθηκε η Μακεδονία από την ιμπεριαλιστική βουλιμία των Σλάβων. Η «Γενική Εφημερίδα της Βιέννης» εγκωμίαζε τους Μακεδόνες που αποδείχτηκαν ικανοί να περιφρουρήσουν την Μακεδονία με τις δικές τους δυνάμεις και να ελευθερώσουν με τα ένοπλα αντάρτικα σώματα από τη βουλγαρική τυραννία τους ελληνικούς οικισμούς[20].
6. Οι Βαλκανικοί και Παγκόσμιοι πόλεμοι
Στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο το 1912 ελευθερώθηκε από τους Τούρκους, μετά από πολλές ηρωικές μάχες του ελληνικού στρατού, η Δυτική και η Κεντρική Μακεδονία μέχρι το Στρυμόνα ποταμό.Η Ανατολική Μακεδονία το 1912 καταληφθηκε αμαχητί από τους Βουλγάρους αλλά απλευθερώθηκε στο Β΄Βαλκανικό πόλεμο με τις ηρωικές μάχες του Ελληνικού στρατού στο Λαχανά και στο Κιλκίς. Με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου του 1913 η Μακεδονία μοιράστηκε μεταξύ των συμμάχων βαλκανικών λαών κατ’ αντιστοιχία με την προηγηθείσα κατάληψη των περιοχών της από αυτούς. Στην Ελλάδα παρέμειναν οι περιοχές που απελευθέρωσε ο ελληνικός στρατός. Η Βουλγαρία πήρε τις περιοχές του Μελενίκου, του Νευροκοπίου καθώς και μερικά άλλα μέρη. Η Κορυτσά δόθηκε στην Αλβανία. Στη Σερβία προσαρτήθηκαν οι περιοχές του Μοναστηρίου, της Αχρίδας, του Πριλάπου, της Γευγελής, της Στρωμνίτσης και της Δοϊράνης, οι οποίες αργότερα, με πρωτοβουλία του Τίτο, συγκρότησαν σε συνδυασμό και με ένα τμήμα της Νότιας Γιουγκοσλαβίας το κράτος των Σκοπίων.
Στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο οι Βούλγαροι συμμάχησαν με τους Γερμανούς, ζητώντας να τους δοθεί ως αντάλλαγμα η Μακεδονία και η Θράκη. Προσπάθησαν με κάθε απάνθρωπο μέσο (ομηρίες, ξυλοδαρμούς, στέρηση τροφής κ.ο.κ.), να εξαναγκάσουν τους Έλληνες Μακεδόνες να φύγουν από τη Μακεδονία ή να δηλώσουν ότι είναι «Βούλγαροι». Οργάνωσαν την «Ορχάνα» από Βουλγάρους αξιωματικούς που υπηρετούσαν στα γερμανικά φρουραρχεία, και με άτακτα ένοπλα τμήματα (κομιτάτα) καταδυνάστευαν τους Έλληνες της υπαίθρου που αρνούνταν να δηλώσουν ότι είναι Βούλγαροι.
Με την επικράτηση του Μπολσεβικισμού στη Ρωσία ανακινήθηκε το ενδιαφέρον των Σλάβων για το Μακεδονικό Ζήτημα. Το σοβιετικό καθεστώς είχε μεγάλη επίδραση στη Βουλγαρία, διότι εκεί υπήρχε το μεγαλύτερο και ισχυρότερο κομμουνιστικό κόμμα στα Βαλκάνια. Οι Ρώσοι υιοθέτησαν τις βουλγαρικές απόψεις. Το 1921 ιδρύθηκε η «Φεντεραλιστική Μακεδονική Οργάνωση» από το φιλοσοβιετικό κομιτάτο της Βουλγαρίας. Επιδίωκε να δημιουργήσει μια ενιαία ανεξάρτητη Μακεδονία, ομόσπονδη δημοκρατία στο πλαίσιο της Ομοσπονδίας Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών στα Βαλκάνια.
Λόγω εσωτερικών πολιτικών ανωμαλιών στη Βουλγαρία, το φιλοσοβιετικό κομιτάτο καταδιώχθηκε. Οι παλαιές οργανώσεις, η Εσ. Μ.Ε.Ο και οι Βερχοβιστές, αναδιοργανώθηκαν σε ενιαία Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (B.M.R.O) με στόχο να δημιουργήσουν στο πλαίσιο των Βαλκανικών Ομοσπονδιών μια «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία», με όλες τις εθνικότητες που κατοικούσαν σ’ αυτή, ως δεύτερο κράτος Βουλγαρικής Ομοσπονδίας, που θα λειτουργούσε κατά το σοβιετικό πρότυπο Η τακτική αυτή προκάλεσε αντιδράσεις στα Κ.Κ. της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας, διότι εξυπηρετούσε αποκλειστικά και μόνο τη Βουλγαρία.[21].
Στο IVΣυνέδριο του Κ.Κ. της Γιουγκοσλαβίας το 1928 κάποιοι υποστήριξαν την Ενιαία Ανεξάρτητη Ενωμένη Μακεδονία, στο πλαίσιο όμως μίας Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας. Οι κομμουνιστικές οργανώσεις των γειτόνων μας απέβλεπαν από κοινού σε μία ενιαία ανεξάρτητη Μακεδονία, ανταγωνίζονταν όμως μεταξύ τους ποιος θα την προσαρτήσει πρώτος στο δικό του κράτος.
Τις αποφάσεις αυτές της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας και της Κομμουνιστικής Διεθνούς Οργάνωσης τις υιοθέτησε δυστυχώς το Κ.Κ. της Ελλάδας στο 3ο έκτακτο συνέδριό του το 1924. Αρκετά μέλη του Κ.Κ.Ε. βέβαια αντέδρασαν. Δεν εισακούστηκαν όμως, γιατί το κόμμα τους εξαρτιόταν άμεσα από την Κομμουνιστική Διεθνή και έπρεπε να σκύβει το κεφάλι στις αποφάσεις της.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου τα αυτονομιστικά κινήματα των Βουλγάρων και Σέρβων δρούσαν κρυφά σε βάρος της Μακεδονίας της Ελλάδας. Οι Βούλγαροι ξέχασαν και πάλι τους προστάτες τους Ρώσους και συμμάχησαν με τους Γερμανούς, ζητώντας και πάλι ως αντάλλαγμα τη Μακεδονία και τη Θράκη. Το ίδιο έκαναν στην αρχή του πολέμου και οι Σέρβοι, που συμμάχησαν με τους Γερμανούς ζητώντας ως αντάλλαγμα τη Θεσσαλονίκη. Η σερβική αυτή προσπάθεια ανατράπηκε όμως τελικά στο εσωτερικό του κράτους τους.
Η Σοβιετική Ένωση, προκειμένου να εξυπηρετεί τις δικές της στρατιωτικές και γεωπολιτικές επιδιώξεις της στα Βαλκάνια, τασσόταν πάντοτε σε ό,τι αφορά το Μακεδονικό Ζήτημα με το μέρος των Σλαβικών κρατών των Βαλκανίων, αδικώντας κατάφωρα την Ελλάδα. Στους δύο παγκοσμίους πολέμους οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι πρόδωσαν τη Ρωσία και συμμάχησαν με τους Γερμανούς. Η Ελλάδα, αντίθετα, παρά τη χρόνια εχθρική ρωσική στάση, στάθηκε ως σύμμαχος δίπλα στη Ρωσία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, παρέχοντάς της πολύτιμη βοήθεια. Ουσιαστικά την έσωσε από ολοκληρωτική καταστροφή, διότι αρχικά αντιστάθηκε έξι μήνες στους συμμάχους των Γερμανών Ιταλούς και μετά, με τις μάχες της Κρήτης, καθυστέρησε δύο μήνες τη γερμανική εισβολή στη Ρωσία. Έτσι ο βαρύς χειμώνας πρόλαβε την προέλαση των γερμανικών στρατευμάτων στο ρωσικό έδαφος και δημιούργησε τις προϋποθέσεις, ώστε οι Ρώσοι να αποκρούσουν τελικά την εισβολή και να εξολοθρεύσουν τις γερμανικές στρατιές.
7. Τα χρόνια του εμφυλίου
Οι προσπάθειες των Γιουγκοσλάβων και των Βουλγάρων να «αρπάξουν» τη Μακεδονία από την Ελλάδα συνεχίστηκαν, και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη ένταση, μεταπολεμικά. Με όργανό τους το Κ.Κ.Ε. οι γείτονες προκάλεσαν τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα. Επεδίωξαν και πάλι να οδηγήσουν στην δημιουργία ενός αυτόνομου μακεδονικού κράτους, το οποίο θα μπορούσαν μετά να ενσωματώσουν στην Κομμουνιστική Βαλκανική Ομοσπονδία (Β.Κ.Ο.). Στα συνέδρια της Β.Κ.Ο. εισηγούνταν πάντοτε την ανεξαρτητοποίηση όλης της Μακεδονίας. Πολλά μέλη του Κ.Κ.Ε. αντιδρούσαν βέβαια αρχικά, αλλά πειθαναγκάζονταν τελικά, από φόβο για τη ζωή τους, σε αποδοχή των αποφάσεων της πλειοψηφίας. Στην αυτοκριτική τους αργότερα αναγνώρισαν το μεγάλο λάθος του κόμματός τους. Ως ένδειξη μεταμέλειας διέγραψαν το Ζαχαριάδη και τους ομοϊδεάτες του. Το στίγμα όμως ότι συνεργάστηκαν προδοτικά με τον εχθρό της Ελλάδας τους έμεινε για πάντα.
Το κράτος που πρωτοστάτησε μεταπολεμικά στο Μακεδονικό Ζήτημα ήταν η Γιουγκοσλαβία με αρχηγό το στρατάρχη Τίτο. Τον Απρίλιο του 1945 το Κ.Κ. των Σκοπίων συγκρότησε στη Βόρεια Ελλάδα τη N.O.F. (NarodenOsloboditelenFrom), το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Τούτο δρούσε κρυφά υπονομεύοντας το δημοκρατικό κίνημα στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων οργάνωνε ένοπλες ομάδες στο Βίτσι και στο Γράμμο από τους φυγάδες αριστερούς που, φοβούμενοι εκδικήσεις των δεξιών μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας της 12-2-1945, κατέφευγαν στις Μπούκλες και στα Σκόπια της Σερβίας.
Το Κ.Κ.Ε. για ένα διάστημα επεδίωκε να παραμείνει η Μακεδονία στην ελληνική επικράτεια, με τον όρο να δοθεί ισονομία στους Σλαβομακεδόνες. Δεν έμεινε όμως σταθερό στην παραπάνω απόφασή του. Στις 14-10-1946 προχώρησε σε συμφωνία στρατιωτικής και πολιτικής συνεργασίας με τη Ν.Ο.F. και το Κ.Κ. της Γιουγκοσλαβίας, η οποία γιορτάστηκε στο Γλυκονέρι του Γράμμου στις 9-11-1945. Δημιουργήθηκαν κοινά ένοπλα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (Δ.Σ.Ε.) και της Ν.Ο.F. Το Κ.Κ.Ε. εναρμονίστηκε έτσι τελικά με τις φιλοδοξίες του Στρατάρχη Τίτο στα Βαλκάνια, επιδιώκοντας να τον έχει ως κύριο τροφοδότη στον εμφύλιο πόλεμο (1946-1949) κατά της Ελλάδας. Τη στάση αυτή την τήρησαν τα μέλη του Κ.Κ.Ε. για τους ίδιους λόγους και στη συνέχεια, παρότι ο Τίτο φάνηκε πολλές φορές εντελώς αναξιόπιστος απέναντί τους.[22]
8. Συνεργασία Σκοπιανών και Βουλγάρων για τη «Macedonije Egeska»
Οι Βούλγαροι αγωνίζονταν ανέκαθεν για τους κατοίκους της περιοχής του Βαρδάρη που λέγονται Bulgari. Ήθελαν να τους προσαρτήσουν στο κράτος τους. Οπισθοχώρησαν όμως από την εποχή που ο συναγωνιστής Τίτος έδωσε στο ομόσπονδο κρατίδιο της Νότιας Σερβίας το όνομα «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» Παραιτήθηκαν του σκοπού της προσαρτήσεως του Βαρδάρη και για να εξυπηρετήσουν τις πανσλαβικές προθέσεις της δημιουργίας Σλαβικού κράτους στην Ελληνική Μακεδονία, με το όνομα «MacedonijeEgeska», συγκατατέθηκαν να παραχωρήσουν το Πιρίν με αντάλλαγμα άλλες περιοχές.
Το 1947 ο Τίτο της Γιουγκοσλαβίας και ο Δημητρώφ της Βουλγαρίας συνεργάστηκαν στενά για να λύσουν το Μακεδονικό Ζήτημα σε βάρος της Ελλάδας. Πρότεινε ο Τίτο στους Βουλγάρους να ενταχθούν στην Ομοσπονδία των Νοτίων Σλάβων για να είναι κηδεμόνας του κομμουνιστικού κινήματος στα Βαλκάνια. Διεκδικούσε για τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία των Σκοπίων την περιοχή του Πιρίν της Βουλγαρίας και όλη την Ελληνική Μακεδονία. Δε δέχτηκαν όλους τους όρους του Τίτο οι Βούλγαροι, αλλά επειδή εξαρτιόταν άμεσα από τη Σοβιετική Ένωση, που επενέβαινε πιεστικά στις διαπραγματεύσεις, δέχτηκαν τις θέσεις του Κ.Κ. της Γιουγκοσλαβίας για την ύπαρξη «μακεδονικής εθνότητας». Ο Δημητρώφ υιοθέτησε την άποψη να ενώσουν τη Μακεδονία του Πιρίν της Βουλγαρίας με τη Δημοκρατία των Σκοπίων ανταλλάσσοντας εδάφη και αμοιβαίες υποσχέσεις αλληλοϋποστήριξης για την παραχώρηση εδαφών από την Ελλάδα. Οι Σκοπιανοί θα διεκδικούσαν την Ελληνική Μακεδονία και οι Βούλγαροι τη Δυτική Θράκη. Θα εξασφάλιζαν αμφότεροι διέξοδο στο Αιγαίο Πέλαγος. Ενώ προγραμμάτιζαν τα παραπάνω, η Συνδιάσκεψη της Ειρήνης με την απόφαση της 10-2-1947 κατοχύρωσε τη Δυτική Θράκη στην Ελλάδα. Μετά απ’ αυτό έλπιζαν ότι το Κ.Κ. της Ελλάδας θα νικούσε στον εμφύλιο πόλεμο την ελληνική κυβέρνηση και θα λύνονταν έτσι, στα πλαίσια της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, το Μακεδονικό και Θρακικό ζήτημα προς όφελος των Γιουγκοσλάβων και των Βουλγάρων.
Μετά τη ρήξη μεταξύ Στάλιν και Τίτο το 1948, η Βουλγαρία θεώρησε τον εαυτό της αποδεσμευμένο από τις συμφωνίες που είχε κάνει με τη Γιουγκοσλαβία στο Μπλέντ τον Ιούλιο και στη Βάρνα το Νοέμβριο του 1947 για παραχώρηση του Πιρίν. Αποκήρυξε τη θεωρία περί «μακεδονικού έθνους» και δήλωσε επίσημα ότι το Πιρίν κατοικείται από Βουλγάρους και στην Ελλάδα δεν υπάρχει σλαβική βουλγαρική εθνότητα. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα των Βαλκανίων και η Διεθνής Κομμουνιστική τάχθηκαν ωστόσο υπέρ της ενιαίας ανεξαρτησίας όλης της Μακεδονίας υπό το σοβιετικό έλεγχο της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας. Για να εξυπηρετήσει η Βουλγαρία τη σοβιετική πολιτική απέναντι στον Τίτο ενέταξε εκ νέου στην προπαγάνδα της το προπολεμικό σύνθημα της «ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας».
B. Ίδρυση και στόχοι του σκοπιανού κράτους
Ως συνέχεια των αθέμιτων προσπαθειών των Σλάβων να επεκτείνουν την κυριαρχία τους στα μακεδονικά εδάφη, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να αποκτήσουν πρόσβαση στο Αιγαίο πέλαγος, οφείλει κανείς να αντιληφθεί και την ίδρυση του κράτους των Σκοπίων. Η κύρια διαφορά συνίσταται, βέβαια, στο γεγονός, ότι τα αθέμιτα μέσα εμπλουτίζονται πλέον ακόμη περισσότερο: ως βασικό εργαλείο επιστρατεύεται ακόμη και η μεθοδευμένη πλαστογράφηση της ιστορίας, μέσω της δημιουργίας ενός ψευδεπίγραφου κράτους.
1. Το παρασκήνιο της ίδρυσης του ομόσπονδου κράτους των Σκοπίων από τον Τίτο
Το κράτος των Σκοπίων είναι ένα κράτος χωρίς εθνική ταυτότητα. Είναι ένα κράτος, η αρχική συγκρότηση του οποίου (2-8-1944) ανάγεται αποκλειστικά σε μία (από πολιτικές σκοπιμότητες υποκινούμενη) πρωτοβουλία του δικτάτορα της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας Γιόζιπ Μπρόζ Τίτο. Τούτος προώθησε τη λύση ενός ομόσπονδου κρατιδίου, στο οποίο έδωσε σκόπιμα και το ψευδεπίγραφο όνομα Μακεδονία, προκειμένου να παρακινήσει και να εμπνεύσει τους εθνολογικά και γλωσσικά ανομοιογενείς κατοίκους της περιφερείας Βαρδάρη να ενωθούν σε μια ξεχωριστή Ομοσπονδία της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, με το όνομα «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
[Εικόνα 7η Ομοσπονδία της Σοσιαλιστικής Δημοκτρατίας της Γιουγκοσλαβίας]
Επειδή οι Σκοπιανοί έμεναν σε ένα τμήμα της Βόρειας Ελληνικής Μακεδονίας, ο γιουγκοσλάβος ηγέτης προσπάθησε μεθοδικά να τους κάνει να πιστέψουν ότι δήθεν κατάγονται από τους αρχαίους Μακεδόνες, ότι είναι απόγονοι και συνεχιστές της εθνότητας των Αρχαίων Μακεδόνων και ότι ως τέτοιοι δικαιούνται ολόκληρη τη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας, που ήταν μοιρασμένη μεταξύ των τριών κρατών της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας. Ως απόγονοι τάχα των βασιλέων της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄ και Μ. Αλεξάνδρου οι Σκοπιανοί όφειλαν να διεκδικήσουν την ιστορία και τον πολιτισμό της Μακεδονίας.
Οι χαμηλής πολιτισμικής ανάπτυξης, πανσπερμικοί κάτοικοι του κράτους των Σκοπίων υπέκυψαν στην παραπάνω προπαγάνδα και σύντομα, χωρίς να επιδιώξουν να αναζητήσουν οι ίδιοι την ιστορική αλήθεια, αποποιήθηκαν την πραγματική καταγωγή τους και υιοθέτησαν το μύθο του κληρονόμου και συνεχιστή της εθνότητας των Αρχαίων Μακεδόνων.
Έτσι, με το ψέμα, την προπαγάνδα και την αυθυποβολή, από το ανομοιογενές ψηφιδωτό μίας πανσπερμίας εθνοτήτων προέκυψε ένα κράτος με πλαστογραφημένη ιστορική ταυτότητα. Ένα κράτος που δημιουργήθηκε αποκλειστικά προς εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών στόχων του Τίτο. Ένα κράτος, οι υπήκοοι του οποίου υποδύονται στην παγκόσμια σκηνή τους απογόνους των Μακεδόνων βασιλέων Φιλίππου Β΄ και Μ. Αλεξάνδρου, ενώ ουσιαστικά ούτε οι ίδιοι γνωρίζουν από ποια σλαβική φυλή προέρχονται, διότι είναι μιγάδες από την ποικιλία των νομάδων αγνώστων φυλών που κατέβησαν στο Δούναβη το 6ο με 7ο αιώνα μ. Χ.
Ο Τίτο βρήκε το 1944 ένα συνονθύλευμα ανθρώπων αγράμματων, που δεν γνώριζαν ούτε την ιστορία και την καταγωγή τους αλλά ούτε και τα σύγχρονα ιστορικά και πολιτικά τεκταινόμενα στην επικράτειά τους, και θέλησε να τους ξυπνήσει από το βαθύ ύπνο της κατωτερότητάς τους ονομάζοντας τους Μακεδόνες. Τους θύμισε τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, με την οποία οι Σλάβοι είχαν αποκτήσει προσωρινά διέξοδο στο Αιγαίο Πέλαγος. Με τον τρόπο αυτό επανάφερε στη μνήμη τους και το μεγάλο ιμπεριαλιστικό όνειρο.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, τον Απρίλιο του 1945 το Κομουνιστικό Κόμμα των Σκοπίων συγκρότησε στη Βόρεια Ελλάδα τη N.O.F. (Naroden OsloboditelenFrom), το Λαϊκό δηλαδή Απελευθερωτικό Μέτωπο, και προσπάθησε να υπονομεύσει το δημοκρατικό κίνημα στην Ελλάδα. Η N.O.F. είχε ως στόχο της τη δημιουργία «μακεδονικού έθνους». Επεδίωκε τη συνένωση των τριών τμημάτων της Μακεδονίας και την προσάρτησή τους στη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία. Στην από 18-11-45 εγκύκλιό της αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Θα ζητάμε αυτοδιάθεση. Γύρω απ’ αυτή θα γίνεται η διαφώτιση. ... Ιδιαίτερα στον κόσμο το δικό μας [τους Σλαβομακεδόνες] θα καλλιεργήσουμε την ιδέα της εθνικής συνένωσης όλης της Μακεδονίας. Ο λόγος του Τίτο στα Σκόπια την 11-10-1945 πρέπει να κοινοποιηθεί πλατιά.»
Το μακρόπνοο επεκτατικό πρόγραμμά των Σκοπιανών περιλάμβανε την «απελευθέρωση» ‑όπως την αντιλαμβάνονταν οι ίδιοι‑ των υπολοίπων τμημάτων της Μακεδονίας από τη Βουλγαρία, την Αλβανία και την Ελλάδα, και την ένωση όλων αυτών με το κράτος των Σκοπίων. Κυκλοφόρησαν αφίσα όλης τη Μακεδονίας με το μεσαιωνικό λέοντα και τον ήλιο της Βεργίνας. Απεύθυναν στο λαό ιμπεριαλιστικές προτροπές, όπως π.χ. «η φροντίδα για τη Μακεδονία βρίσκεται στα χέρια σου», «να διεκδικείς το ένδοξο μακεδονικό παρελθόν σου», στο κράτος των Σκοπίων θα συμπεριλάβουμε εκτός από τη «Μεγάλη Μακεδονία», και το Βελιγράδι, τη Σόφια, τη Θεσσαλία, την Αυλώνα κ.λπ.
Οι κάτοικοι του Βαρδάρη ήταν Βούλγαροι. Οι Σέρβοι τους ονόμαζαν Bugari και οι Βούλγαροι Bulgari. Τα δύο κράτη όχι μόνο τους αποκαλούσαν με το ιστορικό τους όνομα, αλλά και τους αναγνώριζαν ως Βουλγάρους, διότι μιλούσαν την σλαβοβουλγαρική διάλεκτο. Καμιά σχέση δεν είχαν αυτοί με τους Σέρβους και τους Μακεδόνες. Σύμφωνα με τη γλώσσα και τα ήθη και τα έθιμά τους ήταν εκ παραδόσεως Βούλγαροι. Γι’ αυτό και τους διέκριναν από τους άλλους κατοίκους του Βαρδάρη ως Βουλγάρους. Ανάμεσα στους Γιουγκοσλάβους και στους Βουλγάρους δημιουργήθηκαν προστριβές το 1960, επειδή οι δεύτεροι υποστήριζαν και υποστηρίζουν φανατικά ότι οι κάτοικοι του Βαρδάρη είναι γνήσιοι Βούλγαροι και γι’ αυτό πρέπει η περιοχή του Βαρδάρη να περιέλθει στη Βουλγαρία.
Για πολιτικούς-ιμπεριαλιστικούς λόγους οι Γιουγκοσλάβοι αντικατέστησαν το ιστορικό όνομα Bugari ή Bulgari με το όνομα Μακεδόνες. Το όνομα Bugari δημιουργούσε στους Σέρβους πρόβλημα, αφού ενθάρρυνε διεκδικήσεις των Βουλγάρων. Χρησιμοποιώντας το όνομα «Μακεδόνες» οι Σέρβοι πίστευαν αντίθετα, ότι θα μπορούσαν οι ίδιοι να διεκδικήσουν και την Ελληνική Μακεδονία. Ήθελαν να αλλάξουν τη βουλγαρική και αλβανική εθνολογική συνείδησή των κατοίκων τους και γι’ αυτό τους άλλαξαν το όνομα.
2. Η εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού του κράτους των Σκοπίων
Η εδαφική επικράτεια του κράτους των Σκοπίων συγκροτείται κατά το ένα τρίτο από το βόρειο τμήμα της Βόρειας Ελληνικής Μακεδονίας και κατά τα δύο τρίτα από το νότιο τμήμα της παλαιάς Σερβίας. Στο μικρό αυτό κράτος, εκτάσεως 25.713 τετραγωνικών χιλιομέτρων, όσο δηλαδή περίπου είναι και έκταση της Πελοποννήσου (21.439 τ.χ.), ζουν, σύμφωνα με την απογραφή του 1991, εικοσιπέντε περίπου εθνικές ομάδες (ράτσες), εκ των οποίων μερικές είναι ακαθόριστης εθνικότητας και αμφισβητούμενης προέλευσης.
Το κράτος των Σκοπίων είναι εθνολογικά ένα κράτος πανσπερμίας και γλωσσολογικά ένα κράτος Βαβέλ. Οι Σκοπιανοί είναι ένα κράμα διαφόρων εθνικοτήτων (Βουλγάρων, Αλβανών, Σέρβων, Τούρκων, Τσιγγάνων, Αρμενίων, Εβραίων, Ελλήνων κ.λπ.), που αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες. Στη Μακεδονία της Ελλάδας, αντίθετα, μετά από τις Συνθήκες του Νειγύ και της Λοζάνης και την ανταλλαγή των μειονοτήτων, οι κάτοικοι είναι κατά 95% περίπου Έλληνες. Οι σλαβόφωνοι γκραικομάνοι ήταν πάντοτε και είναι γνήσιοι Έλληνες, παρότι οι Σκοπιανοί προσπαθούν να τους παρουσιάσουν στη κοινή γνώμη ως δικούς τους.
Στην περιοχή του Βαρδάρη, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που τηρούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις έρευνες που έχουν διεξαχθεί από ξένους αδέκαστους ιστορικούς και γεωγράφους, μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ο πληθυσμός συγκροτούνταν κατά 43% από Έλληνες, 39% από Τούρκους, 10% από Βούλγαρους και 8% από Σέρβους και Βλάχους. Από τότε που άρχισε όμως η ένοπλη συνεργασία και η εγκληματική δράση των Βουλγάρων και Σέρβων κομιτατζήδων κατά των Ελλήνων με διωγμούς, αρπαγές και δολοφονίες, πολλοί Έλληνες εξαναγκάσθηκαν να φύγουν ή άρχισαν να μιλούν τα Σλαβομακεδονικά προκειμένου να μη γίνονται στόχος επιθέσεων. Ο πληθυσμός της περιοχής του Μοναστηρίου στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν κατά 80% ελληνικός. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, αλλά και μετά τους Βαλκανικούς πολέμους πολλοί Έλληνες καταδιώχτηκαν και αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν.
Στην πόλη Μοναστήρι της Σερβίας στα τέλη του 19ου αιώνα κατοικούσαν 22.500 Έλληνες (80% του πληθυσμού). Είχαν δικά τους οργανωμένα ελληνικά σχολεία, νοσοκομεία, λέσχες και ό,τι άλλο μπορούσε να τους εξυπηρετεί ως Έλληνες.Αντέδρασαν στη προπαγάνδα και τη βία των Σέρβων. Ο Μακεδονικός Αγώνας δημιούργησε ένα προηγούμενο στις βλέψεις των Σέρβων για να καταλάβουν τις περιοχές αυτές στους Βαλκανικούς πολέμους.
Οι περιοχές του Βαρδάρη της βορειοδυτικής Μακεδονίας καταλήφθηκαν το 1912-13 από το σερβικό στρατό και συμπεριλήφθηκαν στη Σερβία. Οι Έλληνες έχασαν τα προνόμια που είχαν επί Τουρκοκρατίας. Ενόψει των τρομερών αφελληνιστικών πιέσεων που δέχονταν, οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή. Όσοι έμειναν, προκειμένου να μην γίνονται συνεχώς στόχος δολοφονιών, μετατράπηκαν σταδιακά σε σέρβους υπηκόους και σλαβομακεδονόφωνους. Το ίδιο συνέβη και στη Βουλγαρία. Για τους Έλληνες της Βουλγαρίας αποφασίστηκε με τη συνθήκη του Νεϊγύ, το 1919, να έλθουν στη Ελλάδα. Για τους σλαβόφωνους Βούλγαρους που βρίσκονταν στην Ελλάδα δόθηκε η δυνατότητα οικιοθελούς μετανάστευσης στη Βουλγαρία μέχρι το 1924 (και με παράταση μέχρι το 1932). Έγινε κανονική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλήνων και Σλάβων. Η έκθεση της Κοινωνίας των Εθνών αναφέρει ότι μετακινήθηκαν από την Ελλάδα 66.126 Σλαβόφωνοι. Μερικοί Σλαβόφωνοι παρέμειναν στα ελληνικά εδάφη, διότι δήλωσαν επίσημα ότι διακατέχονται από καθαρή ελληνική συνείδηση και δεν έχουν καμία σχέση με τους Σλάβους. Αλλά και πάλι όσοι εξ αυτών κατά τη βουλγαρική κατοχή του 1941-44 επηρεάστηκαν από τη σλαβική προπαγάνδα και διαμόρφωσαν σλαβική συνείδηση έφυγαν μόνοι τους, ακολουθώντας τους οπισθοχωρούντες Βουλγάρους. Δεν έμειναν στην Ελληνική Μακεδονία κάτοικοι με σλαβική εθνική συνείδηση που να αποτελούν σλαβομακεδονική μειονότητα.
Μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου το 1949, όσοι αναμείχθηκαν ενεργά στο επεκτατικό σχέδιο του Τίτο κατά της Ελλάδας έφυγαν ως πολιτικοί πρόσφυγες από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν σε διάφορα κράτη της Σοβιετικής Ένωσης. Αρκετοί εγκαταστάθηκαν στα Σκόπια και πήραν τη γιουγκοσλαβική υπηκοότητα. Οι Σκοπιανοί διόρισαν τους πιο φανατικούς από αυτούς ως υπαλλήλους στην Ασφάλεια και ως προπαγανδιστές του Κ.Κ. των Σκοπίων στους άλλους έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες, προκειμένου να προωθήσουν τη δημιουργία μιας ενιαίας αυτόνομης Μακεδονίας των Σκοπίων. Με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο (ευνοϊκή μεταχείριση, εύρεση εργασίας, παροχή άνετης κατοικίας, οικονομική ενίσχυση, ποικίλες υποσχέσεις αλλά και βία) οι Σκοπιανοί προσπάθησαν να κρατήσουν τους έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες στα Σκόπια, έτσι ώστε να μπορούν να υποστηρίζουν στην διεθνή πολιτική σκηνή ότι η περιοχή των Σκοπίων κατοικείται από Μακεδόνες. Προέβαλαν κατ’ εντολή του Τίτο προσκόμματα σε όσους επιθυμούσαν να μεταβούν σε άλλα κράτη, έτσι ώστε να τους εμποδίζουν να εγκαταλείψουν τα Σκόπια. Αναφέρεται π.χ., ότι στο Σιδηροδρομικό Σταθμό της Σομπότισας οι Γιουγκοσλάβοι σκόπιμα καθυστερούσαν τους πολιτικούς πρόσφυγες που ήθελαν να μεταβούν για εγκατάσταση στην Τσεχοσλοβακία και την Ουγγαρία, με την πρόφαση της έλλειψης βαγονιών. Οι έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες επέμειναν και απεφάσισαν τελικά να πάνε με τα πόδια στα σύνορα της Ουγγαρίας για να βρουν εκεί βαγόνια[23].
Οι πολιτικοί πρόσφυγες που κατάφυγαν στις άλλες χώρες του Σοσιαλιστικού Συνασπισμού πραγματοποίησαν Σύσκεψη το 1951 στη Πολωνία και ίδρυσαν την «Λαϊκή Απελευθερωτική Οργάνωση των Σλαβομακεδόνων» για να προστατευθούν από την επιρροή του Τίτο και της Ν.Ο.F. Όταν όμως αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις της Γιουγκοσλαβίας με τη Σοβιετική Ένωση, και αφού προηγήθηκε η χρήση έντονης προπαγάνδας, πολλοί επέστρεψαν ξανά στα Σκόπια και έτσι αυξήθηκε ο εκεί αριθμός των ελλήνων πολιτικών Ελλήνων προσφύγων. Τους Έλληνες που έμειναν στα Σκόπια οι Σκοπιανοί τους «διαφημίζουν» ως «Σλαβομακεδόνες».
Οι Σαρακατσαναίοι και Βλάχοι Έλληνες, που θέλουννα διατηρηθούν ως ελληνική μειονότητα στα Σκόπια, υφίστανται πολύπλευρη καταπίεση. Έχουν ήδη υποβάλλει σχετικές διαμαρτυρίες σ’ όλες τις διεθνείς Οργανώσεις (Δ.Α.Κ.Ε., Συμβούλιο Ασφαλείας κ.λπ.) και στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ζητώντας: 1) Να τους δοθούν πίσω τα ελληνικά επίθετα που τους τα άλλαξαν με τη βία. 2) Να μπορούν να μιλούν ελεύθερα και να διδάσκονται στα σχολεία όλων των βαθμίδων τη μητρική τους ελληνική γλώσσα. 3) Να πάψουν οι μεθοδευμένες παντοειδείς διώξεις και οι διακρίσεις σε βάρος τους και να υπόκεινται σε ισότιμη με τους λοιπούς πολίτες μεταχείριση. 4) Να τους αφήνουν να ασκούν ελεύθερα τις παραδόσεις και το επάγγελμά τους. Δυστυχώς παρακολουθούνται από τους χαφιέδες και καταγγέλλονται στην σκοπιανή αστυνομία. Απαγορεύεται, με αυστηρές κυρώσεις, να αλλάξουν τα σλαβόφωνα επώνυμα που τους έχουν δοθεί, να χρησιμοποιούν την ελληνική γλώσσα και να ιδρύουν ελληνικά σχολεία. Απαγορεύεται να διορίζονται ως δημόσιοι υπάλληλοι αν δεν δηλώσουν προηγουμένως ότι είναι «Μακεδόνες».
Από μια απογραφή της δεκαετίας 1970-80 διαπιστώθηκε ότι στο κράτος των Σκοπίων κατοικούν 864.000 σλαβόφωνοι (Βούλγαροι και Σέρβοι), 164.000 αλβανόφωνοι, 200.000 τουρκόφωνοι, 100.000 αρμενόφωνοι, 20.000 γυφτόφωνοι και 9.000 βλαχόφωνοι. Ο πρόεδρός των Σκοπίων Γλιγκόρωφ δήλωσε κάποτε ότι οι παραμείναντες στο κράτος των Σκοπίων Έλληνες είναι περίπου 100.000.
3. Το σύγχρονο κράτος των Σκοπίων και τα κίνητρα της διεκδίκησης του ονόματος «Μακεδονία»
a) Σύντομο ιστορικό της ίδρυσης και διεθνούς αναγνώρισης του κράτους των Σκοπίων
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και την ανεξαρτητοποίηση των ομόσπονδων κρατιδίων της Γιουγκοσλαβίας, το ομόσπονδο κρατίδιο των Σκοπίων μετεξελίχθηκε σε ανεξάρτητο κράτος. Έκανε δημοψήφισμα το Σεπτέμβριο του 1991 και στο νέο Σύνταγμα που ψήφισε αυτοονομάστηκε «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Με το όνομα αυτό διεκδίκησε στις 2-12-91 και την αναγνώρισή του από τη διεθνή κοινότητα.
Το Συμβούλιο Υπουργών των Ε.Κ., προκειμένου να αναγνωρίσει το νέο κράτος ζήτησε από τους Σκοπιανούς τις εξής συνταγματικές και πολιτικές εγγυήσεις: α) ότι δεν θα διεκδικούν εδάφη από την Ελλάδα, β) ότι δεν θα ασκούν προπαγάνδα σε βάρος της Ελλάδας, και γ) ότι δεν θα χρησιμοποιούν ονομασία που θα υποδηλώνει διεκδίκηση ελληνικών εδαφών.
Το εθνικιστικό κόμμα V.M.R.O. – D.P.M.N.E. των Σκοπίων δεν υποχωρούσε όμως με κανένα τρόπο στο όνομα και δεν έδινε καμιά εγγύηση πριν πραγματοποιηθούν τα ιμπεριαλιστικά οράματα των Σκοπιανών. Ζήτησε την παραίτηση του προέδρου Γλιγκόρωφ και τη σύσταση Κυβέρνησης Εθνικής Σωτηρίας, προκειμένου να χαραχθεί η εθνική άμυνα της χώρας και να καθοριστούν τα εθνικά της σύμβολα. Οι Η.Π.Α. από την πλευρά τους πίεζαν την Ελλάδα να αναγνωρίσει τα Σκόπια με το όνομα Μακεδονία. Το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών της Ελλάδας αποφάσισε, ωστόσο: α) να θέσει ως αδιαπραγμάτευτο όρο την μη χρήση του ονόματος Μακεδονία, β) να μην συναινέσει η Ελλάδα στην αναγνώριση των Σκοπίων από τις Ε.Κ. πριν την δικαίωση των ελληνικών αιτημάτων, και γ) να κλείσει τα σύνορα με τα Σκόπια. Το παραπάνω ψήφισμα των πολιτικών αρχηγών, ως προς το οποίο διαφοροποιήθηκε μόνο το Κ.Κ.Ε., υιοθετήθηκε στη συνέχεια και από τη Βουλή των Ελλήνων.
Στη Σύνοδο Κορυφής των κρατών-μελών των Ε.Κ. επικυρώθηκαν οι αποφάσεις του Συμβουλίου των Υπουργών των Εξωτερικών για την αναγνώριση των Σκοπίων υπό προϋποθέσεις. Το κράτος των Σκοπίων αναγνωρίστηκε με το όνομα «Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Οι Σκοπιανοί αντέδρασαν πεισματικά και στράφηκαν προς τις Η.Π.Α., οι οποίες δήλωσαν ότι δεν δεσμεύονται από την απόφαση των Ε.Κ. Μετά από αυτή τη δήλωση οι Υπουργοί Εξωτερικών, που υπέγραψαν τις προηγούμενες αποφάσεις, άλλαξαν γνώμη και πήραν αποστάσεις από τη θέση της Ελλάδας για το όνομα των Σκοπίων. Μερικά κράτη-μέλη ζήτησαν επανεξέταση της απόφασης.
Ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Μιτεράν εισηγήθηκε τελικά να παραπεμφθεί η ονομασία των Σκοπίων σε διεθνή διαιτησία. Η συγκροτηθείσα από τους προέδρους των Συνταγματικών Δικαστηρίων του Βελγίου, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας Επιτροπή Badinter περιέπλεξε όμως ακόμη περισσότερο την υπόθεση λόγω της ασάφειας των πορισμάτων της. Για την επίλυση της διαφοράς του ονόματος μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων ορίστηκαν το Μάρτιο του 1993 ως διαμεσολαβητές ο αμερικάνος Σάιρους Βάνς και ο Άγγλος λόρδος Όουεν.
Οι Σκοπιανοί ζήτησαν να γίνουν δεκτοί ως νέο κράτος-μέλος στον Ο.Η.Ε. και να υψωθεί η σημαία τους στο κτίριο του Οργανισμού με έμβλημα τον ήλιο της Βεργίνας. Η Ελλάδα φυσικά αντέδρασε. Στους Σκοπιανούς προτάθηκε το όνομα «Σλαβομακεδονία», τούτοι όμως το απέρριψαν κατηγορηματικά. Για την είσοδό τους στον Ο.Η.Ε. η Γαλλία, η Βρετανία και η Ισπανία πρότειναν τελικά στις 23-2-1993 το όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (F.Y.R.O.M.). Οι Σκοπιανοί δέχτηκαν, υπό τον όρο, που καταγράφηκε και σε σχετικό ψήφισμα, να θεωρείται το όνομα αυτό προσωρινό. Έτσι με το όνομα αυτό έγινε τελικά και η ένταξη των Σκοπίων στον Ο.Η.Ε.
Οι απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων απέβησαν άκαρπες και διακόπηκαν στις 14-5-1993. Ως μεσολαβητής ορίστηκε εκ νέου ο Σάιρους Βανς. Η αδιαλλαξία των Σκοπίων οδήγησε όμως και πάλι σε αδιέξοδο τις συζητήσεις. Για να συνεχισθεί ο διάλογος η Ελλάδα αξίωσε στις 3-1-1994 να παύσουν α) η εκδηλωμένη μέσα από το σκοπιανό Σύνταγμα επιθετικότητα, β) η αλυτρωτική σκοπιανή προπαγάνδα και γ) η χρήση των ελληνικών συμβόλων στη σκοπιανή σημαία. Αντιδρώντας στους όρους αυτούς οι Σκοπιανοί και ο Γκλιγκόρωφ στις 25-1-1994, σε κύριο άρθρο της Νόβα Μακεντόνια, αξίωναν να καταστεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων η αναγνώριση της «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα και η επιστροφή των περιουσιών όσων διώχτηκαν από την Ελλάδα κατά τον εμφύλιο πόλεμο.
Η κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου έκλεισε το ελληνικό Προξενείο στα Σκόπια και επέβαλε εμπορικό αποκλεισμό από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τα σύνορα προς τα Σκόπια, διακόπτοντας και την μεταφορά πετρελαίου. Η ελληνική κυβέρνηση πιέστηκε από τις Η. Π. Α. και την Ε.Ε. να άρει το εμπάργκο, αλλά ενέμεινε στην απόφασή της. Μετά από εισήγηση του Ολλανδού μεσολαβητή Βαν ντε Μπρουκ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε εξαιτίας του εμπάργκο την Ελλάδα στο Δ.Ε.Κ. Το Δικαστήριο απέρριψε ωστόσο την προσφυγή της Επιτροπής στις 29-6-1994. Ο πρόεδρος των Η.Π.Α. Μπιλ Κλίντον πρότεινε στον Α. Παπανδρέου τηλεφωνικώς να δοθεί στα Σκόπια η ονομασία «Βόρεια Μακεδονία», ο έλληνας πρωθυπουργός δεν συμφώνησε όμως με την πρόταση. Στις 13-9-1995 υπογράφηκε στον Ο. Η. Ε. η Ενδιάμεση Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων που θα ίσχυε για επτά χρόνια και περιλάμβανε εκατέρωθεν δεσμεύσεις α) για αμοιβαίο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών, χωρίς προπαγάνδα, απειλές και διεκδικήσεις, β) για ανάπτυξη ομαλών διπλωματικών και εμπορικών σχέσεων και συνεργασία σ’ όλους τους τομείς, και γ) για ειρηνική επίλυση των μεταξύ τους διαφορών με ταυτόχρονη παρεμπόδιση εντός της επικράτειάς τους των υποκινητών του μίσους και της βίας. Τα Σκόπια στις 5-10-1995 άλλαξαν τη σημαία της χώρας τους και η Ελλάδα σταμάτησε το εμπάργκο και άνοιξε τα σύνορα με τα Σκόπια στις 13-10-1995.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τα Σκόπια αναγνωρίστηκαν με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» από περισσότερες από εκατό χώρες. Στον κατάλογο των σχετικών χωρών προστέθηκαν το 2004 αιφνιδιαστικά και οι Η.Π.Α. κατά τρόπο που σκόρπισε απογοήτευση σ’ όλη την Ελλάδα. Ενώ ο πρόεδρος των Η.Π.Α. Τζώρτζ Μπούς υποσχόταν στους ομογενείς Έλληνες της Αμερικής πριν τις αμερικανικές εκλογές της 3-11-2004 ότι θα αναγνώριζε τα Σκόπια με την ονομασία «F.Y.R.O.M.», μία μόλις μέρα μετά τις εκλογές, στις 4-11-2004, προέβη σε αναγνώριση με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Η προβληθείσα εκ των υστέρων δικαιολογία, ότι η αναγνώριση με το συγκεκριμένο όνομα απέβλεπε μόνο στην πολιτική σταθεροποίηση του κλονιζόμενου νεαρού κράτους και δεν συνιστούσε καθοιονδήποτε τρόπο ενέργεια κατά της συμμάχου Ελλάδας, ελάχιστα συμβάλλει στην δικαιολόγηση της παραπάνω ενέργεια.
Οι απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων συνεχίστηκαν, με μεσολαβητή αυτή τη φορά τον Μάθιου Νίμιτς. Και αυτός φάνηκε πάντως γρήγορα ότι ενεργεί ως προέκταση της αμερικανικής διπλωματίας. Στις προτάσεις που κατέθεσε στον Ο.Η.Ε. τον Απρίλιο του 2005, παρότι δείχνει να αναγνωρίζει την από αρχαιοτάτων χρόνων ελληνική ιστορία της Μακεδονίας, φθάνει στην ακρότητα να προτείνει ως δεσμευτικό όρο, «ότι κανένα κράτος ή επίσημη υποδιαίρεση αυτού δεν θα αποκαλείται ως Μακεδονία οποτεδήποτε σε διεθνή επίσημη χρήση». Η Ελλάδα και τα Σκόπια με τον τρόπο αυτό εξισώνονται κατ’ ουσία σε ό,τι αφορά τα δικαιώματά τους στη χρήση του όρου «Μακεδονία». Στους Σκοπιανούς προτείνεται παραπέρα η προσθήκη δίπλα στο όνομα «Δημοκρατία Μακεδονίας» και της λέξης «Σκόπια» σε σλαβική γραφή («Republika Makedonija - Skopje»). Ακόμη πάντως και αυτές (οι ουσιαστικά δυσμενείς για την Ελλάδα) προτάσεις[24] δεν έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να κάμψουν την αδιάλλακτη στάση των Σκοπίων σε ό,τι αφορά το όνομα του κράτους τους.
b) Οι συνδεόμενες με τη διεκδίκηση του ονόματος «Μακεδονία» επεκτατικές επιδιώξεις.
Οι Σκοπιανοί, πιεζόμενοι εκ των πραγμάτων, έχουν δεχτεί μέχρι σήμερα τους δύο πρώτους από τους όρους που είχε θέσει για την αναγνώρισή τους η Ε.Ε.: έχουν τροποποιήσει με απόφαση του Κοινοβουλίου τους τα άρθρα του Συντάγματός τους και έχουν απομακρύνει τον ήλιο της Βεργίνας από τη σημαία τους. Επέμειναν όμως και εξακολουθούν να επιμένουν στο όνομα Μακεδονία. Γιατί; Διότι τα άρθρα του Συντάγματος και τη σημαία τους μπορούν ευχερώς να τα αλλάξουν και πάλι. Το όνομα όμως δεν αλλάζει με τόση ευκολία. Το συγκεκριμένο όνομα αποτελεί εξάλλου και το θεμέλιο λίθο των επιδιώξεών τους για τη διεκδίκηση ολόκληρης της Μακεδονίας.
Οι προφορικές και γραπτές διαβεβαιώσεις των Σκοπιανών ενώπιον της διεθνούς κοινότητας αναφορικά με την μη ύπαρξη εκ μέρους τους οποιωνδήποτε εδαφικών διεκδικήσεων δεν έχουν εξάλλου καμία ουσιαστική αξία, όχι μόνο γιατί οι Σκοπιανοί συνεχίζουν στην πράξη την προπαγάνδα τους σε σχέση με τα ιστορικά δικαιώματά τους σε όλη τη Μακεδονία, αλλά και γιατί το ίδιο το Σύνταγμά τους έχει διατυπωθεί κατά τρόπο που επιτρέπει ευχερώς την προβολή τέτοιων διεκδικήσεων. Έτσι, π.χ., τα άρθρα 68 και 74 του Συντάγματός τους επιτρέπουν τη μεταβολή των συνόρων του κράτους των Σκοπίων κατόπιν δημοψηφίσματος που θα ζητήσουν 150.001 Σκοπιανοί. Δυνάμει του άρθρου 49 του Συντάγματός τους το κράτος των Σκοπίων αναλαμβάνει τη δέσμευση να φροντίζει για τα δικαιώματα του «Μακεδονικού Έθνους», δηλαδή για τις (ανύπαρκτες) μακεδονικές μειονότητες στις γειτονικές χώρες. Το Σύνταγμά τους κάνει αναφορά, τέλος, και «στις ιστορικές αποφάσεις της Αντιφασιστικής Συνέλευσης Λαϊκής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας», οι οποίες λήφθηκαν στα χρόνια της ακμής του Κομμουνισμού στη Γιουγκοσλαβία[25].
Οι προθέσεις των Σκοπιανών ήταν και παραμένουν επεκτατικές. Τις υποχωρήσεις που κάνουν, τις κάνουν με πρόγραμμα για να φθάσουν στο σκοπό τους. Επιμένουν ιδιαίτερα στο όνομα και σιγά-σιγά προάγουν την υπόθεση υπέρ αυτών. Ποιος τους υπολόγιζε, όταν άρχισαν την επεκτατική τους δράση με την προπαγάνδα και τις συκοφαντίες κατά της Ελλάδας; Κανένας. Οι περισσότεροι τους θεωρούσαν φαντασιόπληκτους, παράλογους, τρελούς. Τον φαντασιόπληκτο και τον τρελό πρέπει όμως να φοβάσαι, διότι με την φαντασία του δημιουργεί ιστορίες και με την τρέλα του της υλοποιεί.
Με ποια λογική, ένα μικρό τμήμα του ευρύτερου μακεδονικού γεωγραφικού χώρου, που καταλήφθηκε από τη Σερβία το 1912 και εποικίστηκε, μετά από καταδίωξη των Ελλήνων Μακεδόνων, από πληθυσμό πανσπερμίας και από ράτσες αγνώστου προελεύσεως, χωρίς ελληνικές πνευματικές υποδομές και πολιτισμό, διεκδικεί το ένδοξο όνομα της Μακεδονίας; Με ποια λογική ζητά να φέρει ένα όνομα συνδεδεμένο τόσο στενά με την ελληνική ιστορία, αφού τα 2/3 του πληθυσμού του είναι Σλαβοαλβανοβούλγαροι και το άλλο 1/3 συνιστά σύμφυρμα άλλων φυλών; Το μοναδικό τμήμα του σημερινού ευρύτερου μακεδονικού χώρου που δικαιούται ουσιαστικά να φέρει το όνομα «Μακεδονία» είναι η Μακεδονία της Ελλάδας, και τούτο για πολλούς λόγους. Ενδεικτικά: 1) Καταλαμβάνει τα 2/3 της Αρχαίας Μακεδονίας. 2) Κατοικείται από τους ντόπιους Έλληνες Μακεδόνες. 3) Διατηρεί την ελληνική γλώσσα, τις ελληνικές παραδόσεις και τα ίδια κοινά εθνικά ιδανικά, που εντοπίζει κανείς στην άνω των 4.000 ετών ιστορία της Μακεδονίας.
Με πολλή πονηριά και με μακρόπνοο σχέδιο οι Σκοπιανοί ονόμασαν όμως το κράτος τους «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Σε δέκα πέντε μόλις χρόνια έχουν πετύχει την αναγνώρισή τους με αυτό το όνομα από εκατό και πλέον κράτη, μεταξύ των οποίων η Ρωσία, η Κίνα και οι Η.Π.Α. Σε λίγα χρόνια θα αναγνωρίζουν όλοι τους Σκοπιανούς ως Μακεδόνες και θα αντιμετωπίζουν εμάς ως σφετεριστές ενός ξένου ονόματος. Θα παγιωθεί η κατάσταση και θα αντιστραφούν οι όροι. Οι νοικοκυραίοι θα θεωρούνται ξένοι και οι ξένοι νοικοκυραίοι. Παίρνοντας «την εθνική μακεδονική ταυτότητα» θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε οι Σκοπιανοί να μπορούν να ισχυρίζονται διεθνώς πως σ’ αυτούς ανήκουν και τα άλλα τμήματα της Μακεδονίας, τα υπαγόμενα στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Αλβανία.
Από πολλές χώρες τους έγιναν πολλές προτάσεις για σύνθετα ονόματα, όπως «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», «Δημοκρατία των Σκοπίων», «Νέα Μακεδονική Δημοκρατία των Σκοπίων», «Βόρεια Μακεδονία», «Σλαβομακεδονία»[26] κ.ο.κ. Οι Σκοπιανοί δεν δέχθηκαν ωστόσο καμία από τις προτάσεις αυτές. Αδιαπραγμάτευτα διεκδικούν αποκλειστικά και μόνο το όνομα «Μακεδονία». Απέρριψαν κατηγορηματικά όλες τις σχετικές αποφάσεις και προτάσεις του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών και της Συνόδου Κορυφής των Ε.Κ. Στα άλλα θέματα (σημαία, τροποποίηση άρθρων του Συντάγματός τους) υποχώρησαν και συνεχίζουν να υποχωρούν υποκριτικά. Στο όνομα όμως «Μακεδονία» έμειναν και παραμένουν αμετακίνητοι. Και τούτο διότι σ’ αυτό ακριβώς το όνομα έχουν δομήσει τα μακρόπνοα σχέδιά τους για την κατάληψη όλης της Μακεδονίας.
Όταν η Αγγλία επεδίωξε να γίνει μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με το όνομα Μεγάλη Βρετανία, οι Γάλλοι έθεσαν βέτο για το σχετικό όνομα, διότι έχουν και αυτοί μία χερσόνησο επαρχία στα βορειοδυτικά παράλια με το όνομα Βρετάνη. Δεν ήθελαν να συμπεριληφθεί η Αγγλία στην (τότε) Ε.Ο.Κ. με το όνομα Μεγάλη Βρετανία, γιατί φοβούνταν, ότι θα μπορούσε μία μέρα να χρησιμοποιήσει το όνομα αυτό ως επιχείρημα για τη διεκδίκηση και της δικής τους ταυτόσημης κατά το όνομα περιοχής. Η Αγγλία, παρότι κράτος ισχυρό και με μακρόχρονη ιστορία, ακριβώς γιατί δεν είχε επεκτατικές διώξεις, έδειξε συγκαταβατικότητα στις γαλλικές ανησυχίες. Το νεοσύστατο όμως κρατίδιο των Σκοπίων, με 2.000.000 περίπου υπηκόους, εμφανίζεται ως ανυποχώρητο σε ό,τι αφορά την προσπάθεια σφετερισμού του ονόματος μία ελληνικής περιοχής με τέσσερις χιλιάδες χρόνια ελληνικής ιστορίας.
Οι Σκοπιανοί αρνούνται κάθε άλλο όνομα, ακόμη και ένα όνομα που να περιέχει ως συνθετικό μόνο τη λέξη Μακεδονία (π.χ. Σλαβομακεδονία), διότι μόνο έτσι θα μπορούν να διεκδικήσουν μελλοντικά όλες τις περιοχές της Μακεδονίας. Θέλουν να επιβάλουν διεθνώς ότι Μακεδονία είναι μόνο τα Σκόπια. Με το όνομα Μακεδονία ανέδειξαν, άλλωστε, το σλαβικό τους κρατίδιο και το κατέστησαν γνωστό σ’ όλο τον κόσμο. Μόνο με το όνομα Μακεδονία μπορούν, παραπέρα, να τροφοδοτούν διαρκώς την καταλυτική για τη ψυχολογία του λαού τους και για τη διεθνή κοινή γνώμη εσωτερική και διεθνή προπαγάνδα τους, ότι είναι απόγονοι, μοναδικοί διάδοχοι και κληρονόμοι των ένδοξων Μακεδόνων.
Το συμπέρασμα από την ίδρυση του κράτους των Σκοπίων με το όνομα «Μακεδονία» είναι, λοιπόν, σύμφωνα και με τη ρήση του Υπουργού των Εξωτερικών των Η.Π.Α. Εδουάρδου Σεντίνιους, ότι «εις ουδέν άλλο αποβλέπει παρά εις την προσάρτηση της Ελληνικής Μακεδονίας».
Η γιουγκοσλαβική εφημερίδα Borba έγραφε άλλωστε στις 26-8-1946 σε κύριο άρθρο της: «Ο μακεδονικός λαός, που πολέμησε μαζί με τους Έλληνες αντάρτες, δίκαια περιμένει ότι τελικά ολόκληρος ο μακεδονικός λαός θα ενωθεί και θα απελευθερωθεί από την ξενική δουλεία. ... Οι Έλληνες δεν έχουν κανένα δικαίωμα να κρατούν ακόμη τους Μακεδόνες κάτω από τον αβάσταχτο ζυγό τους»[27]. Σε ομιλία που έγινε στα Σκόπια στις 1-10-1946 τονιζόταν κατ’ επίταση των παραπάνω, ότι «η Ελλάδα δεν έχει κανένα δικαίωμα στη Μακεδονία του Αιγαίου, ούτε από εθνολογική και γεωγραφική ούτε από ιστορική, πολιτική και οικονομική άποψη»[28].
Με πια λογική διεκδικούν όμως οι Σκοπιανοί τα εδάφη της Μακεδονίας, τα οποία ιστορικά, εθνολογικά, γεωγραφικά και οικονομικά ανήκουν εδώ και 4.000 χρόνια στην Ελλάδα;
Στα εδάφη της Μακεδονίας δόθηκαν από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το 1949 αλλεπάλληλες μάχες για να μην αποσπαστούν τα εδάφη αυτά από την Ελλάδα. Ποιον να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τον Ανδρίσκο Φίλιππο, που έδωσε στην πεδιάδα των Σερρών αλλεπάλληλες μάχες κατά των Ρωμαίων με 25 χιλιάδες νεκρούς για την απελευθέρωση της Μακεδονίας; Τοναυτοκράτορα του Βυζαντίου Βασίλειο Β΄, που εξόντωσε το Βουλγαρικό στρατό του Σαμουήλ στο Κλειδί του Ρούπελ για να απελευθερώσει τη Μακεδονία από τους Βουλγάρους το 1014; Τον Εμμανουήλ Παπά, που ξεκίνησε με πολλές θυσίες τον αγώνα της επαναστάσεως του 1821 από τη Μακεδονία; Για τη σωτηρία της Μακεδονίας χιλιάδες Μακεδονομάχοι σφαγιάστηκαν από τους Βουλγάρους και έπεσαν γενναία στις μάχες με τους Βουλγαροκομητατζήδες. Όλος ο Μακεδονικός λαός προσέφερε ολόψυχα τις υπηρεσίες του στον ιερό αγώνα για τη σωτηρία της Μακεδονίας. Για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους και τους Βουλγάρους στους Βαλκανικούς πολέμους ο ελληνικός στρατός έχυσε εκατόμβες αίματος στις μάχες του Κιλκίς, του Λαχανά και της Στρώμνιτσας. Για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Γερμανό-Βουλγάρους, στους δύο παγκοσμίους πολέμους, χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες έπεσαν μαχόμενοι ηρωικά. Στον εμφύλιο πόλεμο του 1946-1949,τον οποίο προκάλεσαν οι Κομμουνιστές με την προτροπή των Κ.Κ. των Βαλκανίων, η Ελλάδα αμύνθηκε και έδωσε αλλεπάλληλες μάχες σ’ όλα τα μέρη της Μακεδονίας, ιδιαίτερα δε στο Γράμμο και στο Βίτσι. Απώθησε δυναμικά τους εισβολείς Σλαβομακεδόνες και νίκησε τους μνηστήρες της Μακεδονίας του Αιγαίου για πάντα. Οι Σλάβοι αιματοκύλησαν τη Μακεδονία και νικήθηκαν κατά κράτος. Τι επιδιώκουν άραγε πάλι; Μήπως θέλουν να ξαναφέρουν τις ίδιες συμφορές;
Το τμήμα αυτό της Ελληνικής Μακεδονίας παρέμεινε στην Ελλάδα με διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις, επειδή το απελευθέρωσε με αίμα από τους Τούρκους και τους Γερμανο-Βουλγάρους η Ελλάδα. Η Μακεδονία ήταν από τα πανάρχαια χρόνια ελληνική και παρέμεινε ελληνική παρά τις επιδρομές τόσων βαρβάρων λαών. Με ποιο δικαίωμα σήμερα οι Σκοπιανοί, την πραγματική καταγωγή των οποίων κανείς δεν γνωρίζει, εμφανίζονται ως Μακεδόνες και διεκδικούν όλη τη Μακεδονία; Με ποια λογική, ισχυρίζονται ότι μιλούν τη γλώσσα των αρχαίων Μακεδόνων, όταν είναι αποδεδειγμένο, ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους είναι βουλγαρόφωνοι και αλβανόφωνοι;
Δυστυχώς και εμείς οι Έλληνες αρχικά αδιαφορήσαμε για το ζήτημα, ενώ στη συνέχεια το κάναμε κομμάτι των κομματικών αντιδικιών μας. Ποτέ δεν είχαμε σταθερή κοινή γραμμή ως κράτος. Ό,τι εισηγούνταν η εκάστοτε Κυβέρνηση το απέρριπτε η αντιπολίτευση. Κάναμε και συνεχίζουμε να κάνουμε πολλά λάθη που ζημιώνουν τη χώρα μας και επιτρέπουν την ευδοκίμηση της ανθελληνικής δράσης των Σκοπίων.
C. Η ανθελληνική δράση του σκοπιανού κράτους
1. Παραπλάνηση της διεθνούς κοινότητας για την εθνικότητα των κατοίκων της Μακεδονίας
Για να πετύχουν τους ιμπεριαλιστικούς στόχους τους οι Σκοπιανοί κατέστρωσαν ένα μακρόπνοο σχέδιο προπαγάνδας κατά της Ελλάδας.
Ίδρυσαν «μακεδονική» αυτοκέφαλη Εκκλησία στην Αχρίδα το 1967,η οποία χαρακτηρίζεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως σχισματική.
Χρηματοδότησαν τη συγγραφή της περιβόητης τρίτομης «Εθνικής Ιστορίας Μακεδονικού Έθνους», η οποία βρίθει ιστορικών στρεβλώσεων και κυκλοφόρησε το 1969. Ίδρυσαν «μακεδονική» Ακαδημία, Παιδεία, Λογοτεχνία κ.λ.π.
Διαθέτοντας σημαντικά κεφάλαια, που αντλούν από φιλικά προς τα Σκόπια κράτη, εξαγοράζουν τις συνειδήσεις και το κύρος καθηγητών Πανεπιστημίου, έτσι ώστε αυτοί να παρουσιάζουν τα ιστορικά γεγονότα και τα αρχαιολογικά ευρήματα της Ελληνικής Μακεδονίας ως σλαβομακεδονικά. Με απερίγραπτη θρασύτητα παρερμηνεύουν και πλαστογραφούν την ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό των αρχαίων Μακεδόνων, εμφανίζοντας τον Φίλιππο Β΄, τον Μ. Αλέξανδρο και άλλες προσωπικότητες της αρχαίας Μακεδονίας ως Σλαβομακεδόνες. Ακόμη και τον Όμηρο τον εμφανίζουν ως Σλάβο. Στόχος τους ήταν και είναι να αμφισβητηθεί διεθνώς ο ελληνικός χαρακτήρας της Μακεδονίας.
Διοργάνωσαν και διοργανώνουν ασταμάτητα διεθνή επιστημονικά (εθνολογικά, ιστορικά, γλωσσικά κ.ο.κ.) Συνέδρια και έχουν ήδη ιδρύσει σε δέκα έξι πανεπιστήμια έδρες της λεγομένης «μακεδονικής γλώσσας» και της «μακεδονικής ιστορίας, λογοτεχνίας, κουλτούρας» κ.λπ. Επηρέασαν και επηρεάζουν τους συγγραφείς των εγκυκλοπαιδειών με μεγάλες επιχορηγήσεις, έτσι ώστε τούτοι να συμπεριλαμβάνουν και άρθρα που περιέχουν ασύστολα ψεύδη και διαστρέφουν την ελληνική ιστορία της Μακεδονίας, παρουσιάζοντας αυτήν ως Σλαβομακεδονία.
Αλλοιώνουν τα διεθνή δημογραφικά στοιχεία σε ό,τι αφορά τη σύνθεση του πληθυσμού της Ελληνικής Μακεδονίας και προσπαθούν με αναληθή δημοσιεύματα στο διεθνή τύπο να εμφανίσουν την εικόνα, ότι ο σχετικός χώρος κατοικείται από σλαβόφωνους, ενώ η αλήθεια είναι ότι κατοικείται κατά 95% από ελληνόφωνες. Επινόησαν τη μακεδονική γλώσσα και τη μακεδονική μειονότητα για να πετύχουν την αυτονόμηση της Μακεδονίας και την προσάρτησή της στο κράτος τους. Όνειρο τους είναι να κάνουν τη Θεσσαλονίκη και την Καβάλα λιμάνια του κράτους τους.
Εικόνα 8 Ο ιμπεριαλιστικός χάρτης των Σκοπίων
Ο HristoAntonovski στο βιβλίο του «EgejskaMakedonija» γράφει ότι στην Ελληνική Μακεδονία κατοικούν 250.000 σλαβόφωνοι, ενώ στην πραγματικότητα, μετά από τη Συνθήκη του Νεϊγί, έμειναν εκεί με τη συγκατάθεσή τους μόλις 80.000, οι οποία μάλιστα δηλώσαν ότι είναι κατά την καταγωγή γνήσιοι Έλληνες με ελληνική εθνική συνείδηση. Είναι γνωστό σ’ όλους, ότι όσοι δεν ήταν Έλληνες ή όσοι εν πάση περιπτώσει επηρεάστηκαν από τη σλαβική προπαγάνδα μετανάστευσαν οικειοθελώς στα σλαβικά κράτη μετά το τέλος του Β΄ παγκοσμίου πολέμου και του εμφυλίου.
Στην απογραφή του 1951 ο πληθυσμός της Μακεδονίας ανερχόταν σε 1.700.000 ελληνοφώνους και 80.000 σλαβόφωνους. Ο Antonovski, προκειμένου να μπορέσει να μειώσει τον αριθμό των ελληνόφωνων, αμφισβήτησε την ελληνικότητα των Ελλήνων Μικρασιατών, Ποντίων, Θρακών και Καυκάσιων, που μετανάστευσαν στη Μακεδονία το 1923 μετά τη Συνθήκη της Λοζάνης, χαρακτηρίζοντάς τους ως Τούρκους που εκδιώχθηκαν από την Τουρκία λόγω της χριστιανικής πίστης τους. Τους Ποντίους τους ονομάζει Λαζούς και τους Καυκάσιους Αρμενίους και Κούρδους Κατηγορεί την Ελλάδα ότι στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου (1946-1949) μετακίνησε βιαίως για πολιτικούς λόγους από τα χωριά της Μακεδονίας επτακόσιες χιλιάδες σλαβόφωνους. Στην πραγματικότητα όμως οι μετακινηθέντες ήταν Έλληνες, τους οποίους ήθελε να προφυλάξει η ελληνική Κυβέρνηση από τις λεηλασίες, την επιστράτευση, την ομηρία το παιδομάζωμα και τις εν γένει ανθελληνικές τακτικές των ανταρτών που συνεργάζονταν με του Σλάβους με στόχο την απόσπαση της Μακεδονίας από την Ελλάδα.
Ο παραπάνω συγγραφέας και γενικά οι Σκοπιανοί φαίνεται ότι ακολουθούν τις αρχές του Λένιν, ο οποίος το 1919 διακήρυξε: «Θα καταστεί ανάγκη να προστρέξωμεν εις όλας τας πανουργίας, εις όλα τα στρατηγήματα, και δεν θα αρροδήσωμεν προ ουδενός ψεύδους, και ενεργούντες πάντοτε με απάτην, επιτηδειότητα, δόλον, παρανόμους μεθόδους, θα επιτύχωμεν την απόκρυψιν και συγκάλυψιν δια πέπλου της αληθείας …»[29]
Φαίνεται ότι η τακτική αυτή είναι γενικότερα συνήθεια των Σλάβων, διότι και στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα οι Βούλγαροι συγγραφείς εφάρμοζαν τα ίδια. Ο Λάβλεϋ έγραφε τότε ότι ο ελληνικός πληθυσμός της Μακεδονίας ήταν 57.480, ενώ στην πραγματικότητα μόνο στο Σαντζάκι Σερρών κατοικούσαν 80.000 Έλληνες.
Στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ υπάρχει ένα ανθελληνικό άρθρο από το 1980 που διαστρέφει την ιστορία και υποστηρίζει ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες. Τέτοια προπαγανδιστικά άρθρα και βιβλία έχουν σταλεί δωρεάν σε όλες τις μεγάλες πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες του κόσμου, σε βαθμό τέτοιο, ώστε η λέξη Μακεδονία να εμφανίζεται πλέον στο σλαβονικό λήμμα. Οι Σκοπιανοί έχουν κατορθώσει με την προπαγάνδα τους να πείσουν πολλούς αφελείς και ανιστόρητους, ότι το κράτος των Σκοπίων αποτελεί συνέχεια της αρχαίας Μακεδονίας. Ιδρύουν αδιάκοπα στο εξωτερικό «μακεδονικές λέσχες», «μακεδονικά σχολεία», «μακεδονικά τουριστικά γραφεία»», στα οποία μοιράζουν δωρεάν χάρτες που εμφανίζουν το κράτος των Σκοπίων να απλώνεται σ’ όλη τη Μακεδονία, μέχρι τη Θεσσαλία. Χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν καθημερινά πολλά μέσα και μηχανισμούς παραπληροφόρησης και προπαγάνδας. Χρησιμοποιούν τα τηλεοπτικά κανάλια διαφόρων κρατών καθώς και το παγκόσμιο Διαδύκτιο. Ο μεγάλης εμβέλειας ραδιοτηλεοπτικός σταθμός των Σκοπίων, με πολλούς υποσταθμούς κατά μήκος των συνόρων του σκοπιανού κράτους, διαδίδει εδώ και πολλά χρόνια τη «μακεδονική εθνική ιδέα» στους «αλύτρωτους αδελφούς της Ελλάδας και της Βουλγαρίας». Παραπλάνησαν ακόμη και τη Διεθνή Τράπεζα, αποσπώντας με το όνομα Μακεδονία 700.000.000 δολάρια. Όταν ζητήθηκε το 1977 από τον Αντιπρόεδρο της παραπάνω Τράπεζας η χορήγηση δανείου ύψους 50.000.000 δολάρια για τη Νοσοκομειακή μονάδα του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, τούτος αρνήθηκε λέγοντας ότι έχει ήδη δοθεί δάνειο ύψους 700.000.000 δολάρια στη Μακεδονία. Στην επισήμανση, ότι τούτο δεν μπορεί να είναι αληθές, αφού η αίτηση υποβαλλόταν για πρώτη φορά, αυτός δήλωσε έκπληκτος: «Μα εγώ προσωπικά υπέγραψα την απόφαση για τη Μακεδονία στα Σκόπια»[30].
Παραπλάνησαν όλο τον κόσμο, εμφανιζόμενοι ύπουλα εδώ και εξήντα και πλέον χρόνια (1944-2006) ως Μακεδόνες. Έδρασαν αποτελεσματικά στις Η.Π.Α., στο Καναδά, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, στην Κεντρική Ευρώπη και σε πολλές άλλες χώρες. Συγκεντρώνουν χιλιάδες μικροταινίες από κρατικά, ιδιωτικά και εκκλησιαστικά αρχεία, που αναφέρονται στη Μακεδονία, και τα νοθεύουν με τις δικές τους ιδέες. Τα αναστοιχειοθετούν, τα παρερμηνεύουν και τα παρουσιάζουν ως Σλαβομακεδονικά. Επιβάλλουν διεθνώς το ψέμα, ότι η Μακεδονία αποτελούσε ένα ξεχωριστό έθνος, του οποίου συνέχεια είναι αυτοί. Είναι ανιστόρητοι, διότι σε καμιά περίοδο της ιστορίας και σε κανένα εθνολογικό χάρτη δεν αναφέρεται η Μακεδονία ως ξεχωριστό από την Ελλάδα έθνος. Εξ αιτίας της αδράνειάς μας, συνεχίζουν να πλαστογραφούν παντοιοτρόπως την ιστορία και να παρουσιάζουν τη Μακεδονία διεθνώς ως δική τους.[31]
Οι Σκοπιανοί, σύμφωνα με το σύνθημά τους: «η Μακεδονία ανήκει στους Μακεδόνες», αγωνίζονται με κάθε τρόπο για τη διάδοση στη διεθνή κοινότητα της πλάνης, ότι στη Μακεδονία υπάρχει σλαβομακεδονική μειονότητα, που μιλά τη μακεδονική γλώσσα και καταπιέζεται από τις ελληνικές αρχές. Επιδιώκουν να πείσουν τα μεγάλα κράτη να αναγνωρίσουν, σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη του Ο.Η.Ε, τη φανταστική αυτή σλαβομακεδονική μειονότητα ως φορέα δικαιωμάτων. Όταν το πετύχουν αυτό, θα ζητήσουν την αυτονόμηση της Μακεδονίας με το όνομα «Μακεδονία του Αιγαίου». Επιδιώκουν να ενώσουν σε ένα ενιαίο κράτος όχι μόνο τα τρία τμήματα της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας (ελληνικό, βουλγαρικό, σερβικό), αλλά και τις πρωτεύουσες Βελιγράδι, Σόφια, Αυλώνα καθώς και την περιοχή της Θεσσαλίας, προκειμένου να τα κυβερνούν όλα με δικούς τους νόμους. Στις 7-11-1990 ο LjupceGeorgievwki δήλωνε: «Η Μακεδονία του Πιρίν, του Αιγαίου και του Βαρδάρη δεν αποτελεί τη ‘Μεγάλη Μακεδονία’ αλλά απλώς τη Μακεδονία. Αν μιλάμε για ‘Μεγάλη Μακεδονία’ θα πρέπει να συμπεριλάβουμε το Βελιγράδι, τη Σόφια, τη Θεσσαλία, την Αυλώνα κ.λπ.»[32]
2. Προσηλυτισμός των Ελλήνων της Μακεδονίας
Ο αυτοαποκαλούμενος μακεδονικός εθνικός απελευθερωτικός στρατός των Σκοπίων απηύθυνε πριν από μερικά χρόνια στους Μακεδόνες της Ελλάδας και της Βουλγαρίας το παρακάτω προπαγανδιστικό κατά της Ελλάδας μήνυμα:
«Ο αγώνας που διεξάγουμε εναντίον της αφομοιωτικής πολιτικής των Ελλήνων, με τις πρόσφατες εξελίξεις στο χώρο των Βαλκανίων, παίρνει νέες διαστάσεις και περιθώρια. Πιστεύουμε ότι οι Μακεδόνες του Αιγαίου έχουν συνειδητοποιήσει για καλά τις αδικίες και τις αφομοιωτικού χαρακτήρα προσπάθειες του ελληνικού καθεστώτος. ... Από χρόνια αγνοείται η ύπαρξη των Μακεδόνων. Αγνοείται επίσης η Μακεδονική γλώσσα, ο Μακεδονικός Πολιτισμός. Αδελφοί Μακεδόνες του Αιγαίου επισημαίνουμε για άλλη μια φορά ότι η Ελλάς ποτέ δεν θα σας δείξει –ούτε και σας έδειξε– μια κάποια ειλικρινή στοργή και φιλία. … Για άλλη μια φορά σημειώνουμε ότι ένας και μοναδικός είναι ο στόχος: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΊΑ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ … και θα την πετύχουμε υπό την ηγεσία του Μακεδονικού Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού. Μακεδόνες του Αιγαίου, η εθελουσία κατάταξη είναι μια ιερή υποχρέωση, το ηθικόν χρέος. Εμπρός αρματωθείτε. Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ. ΕΜΠΡΟΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ. [Σφραγίδα Μ.Ε.Α.Σ.]»[33]
Ο στόχος της παραπάνω πρόσκλησης είναι βέβαια εμφανής. Οι Σκοπιανοί επιδιώκουν απροκάλυπτα να ξεσηκώσουν τους Μακεδόνες εναντίον της πατρίδας τους, της Ελλάδας. Επιδιώκουν να βάλουν στη σκέψη των Μακεδόνων την ιδέα μιας ενιαίας ανεξάρτητης Μακεδονίας, την οποίαν εύκολα θα μπορούν στη συνέχεια να προσαρτήσουν πραξικοπηματικά στο κράτος τους, όπως έκαναν με την Ελληνική Ανατολική Ρωμυλία οι Βούλγαροι στις 18-9-1885.
3. Προπαγάνδα εντός του κράτους των Σκοπίων
Οι παραπάνω προπαγανδιστικές ενέργειες και ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις δεν μπορούν να καταλογιστούν μόνο σε μία μικρή μερίδα Σκοπιανών. Συνιστούν, πολύ περισσότερο, ανομολόγητο κομμάτι της πολιτικής της επίσημης κυβέρνησης των Σκοπίων. Πράγματι, στο Σύνταγμα των Σκοπίων έχουν περιληφθεί πολλές συναφείς με τους παραπάνω επεκτατικούς σκοπούς διατάξεις. Στα άρθρα 3, 49 και 68 γίνεται λόγος για μέτρα προστασίας των δικαιωμάτων των δήθεν αλυτρώτων μειονοτήτων Σλαβομακεδόνων που διαμένουν στη Μακεδονία της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Τα σχολικά βιβλία διατρέχονται από επεκτατικές ιμπεριαλιστικές ιδέες με σημείο αναφοράς όλη τη Μακεδονία. Παρουσιάζεται π.χ. ο ισχυρισμός, ότι το 1912-1913 δεν ελευθερώθηκε ολόκληρη η Μακεδονία, αλλά μεγάλο τμήμα αυτής, το 68%, υποδουλώθηκε στους Έλληνες, στους Βουλγάρους και ελάχιστο μέρος στους Αλβανούς, παραμένοντας έτσι αλύτρωτο. Τα Σκοπιανόπουλα υποβάλλονται έμμεσα στην ιδέα, ότι πρέπει να απελευθερώσουν την υπόλοιπη Μακεδονία και να την προσαρτήσουν στο κράτος τους.
Τα αθώα παιδιά διδάσκονται στα σχολεία, ότι μιλούν τη «μακεδονική γλώσσα», αποτελούν το «μακεδονικό έθνος» και είναι απόγονοι των βασιλέων της Μακεδονίας του Φιλίππου Β΄ και του Μ. Αλεξάνδρου. Τα 50.000 περίπου παιδιά που γεννήθηκαν στα Σκόπια από φυγάδες έλληνες Μακεδόνες κατά τον εμφύλιο πόλεμο έχουν μετατραπεί σε γενίτσαρους. Έχουν υποστεί τόση πλύση εγκεφάλου, που πιστεύουν και δηλώνουν ότι δεν είναι Έλληνες, αλλά Μακεδόνες των Σκοπίων.
4. Τα Σκόπια ως παράγοντας αποσταθεροποίησης των Βαλκανίων
Οι παράλογες ενέργειες των Σκοπιανών, ήδη από την στιγμή που συγκροτήθηκαν ως ομόσπονδο κρατίδιο το 1944, ψύχραναν τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας. Το 1950 έγινε προσπάθεια ανταλλαγής πρεσβευτών μεταξύ των δύο κρατών αλλά οι σκληροπυρηνικοί Γιουγκοσλάβοι έκαναν δηλώσεις στο τύπο και στους ραδιοφωνικούς σταθμούς για την ύπαρξη δήθεν μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα, που την καταπίεζαν οι Έλληνες. Έφθασαν στο σημείο ακόμη και να διαμαρτυρηθούν εγγράφως προς τη ελληνική κυβέρνηση. Τους δόθηκε η ορθή απάντηση, ότι μετά από τον εμφύλιο πόλεμο δεν υπήρχαν Σλασβομακεδόνες στην Ελλάδα, διότι αυτοί έφυγαν μόνοι τους στις χώρες του Παραπετάσματος. Οι ελάχιστοι σλαβόφωνοι που έμειναν είναι οι γκραικομάνοι, η ελληνική εθνική συνείδηση των οποίων άντεξε στην βία και την προπαγάνδα που προηγήθηκαν.
Ωστόσο, η προπαγάνδα και οι προσπάθειες διαστρέβλωσης της αλήθειας συνεχίστηκαν. Η ελληνική κοινή γνώμη και η επίσημη ελληνική Πολιτεία αντέδρασαν ζωηρά. Τον Ιανουάριο του 1962 «έκλεισαν» τα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία. Οι σχέσεις βελτιώθηκαν κάπως στο τέλος του 1962, οπότε και τέθηκε η προϋπόθεση, ότι δεν θα γίνεται λόγος για μακεδονική μειονότητα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου προσπάθησε για τη δημιουργία φιλικών σχέσεων, αλλά, όταν επισκέφθηκε το 1965 το Βελιγράδι, του ζητήθηκε και πάλι να αναγνωρίσει η Ελλάδα επίσημα την (ανύπαρκτη) μακεδονική μειονότητα. Παράλληλα οι Σκοπιανοί συνέχιζαν ανενόχλητα με την έγκριση της Γιουγκοσλαβικής Κυβέρνησης να προπαγανδίζουν παντού την αυτονομία της Μακεδονίας. Εξαιτίας των παραπάνω λόγων, οι διπλωματικές σχέσεις των κρατών εξακολούθησαν για πολλά χρόνια να είναι τεταμένες. Στην επταετία της κυβέρνησης των συνταγματαρχών οι Σκοπιανοί κατηγορούσαν διεθνώς την Ελλάδα ότι δήθεν εξόντωνε συστηματικά την (ανύπαρκτη) μακεδονική μειονότητα.
Το 1974 έγινε μεταρρύθμιση του Συντάγματος της Γιουγκοσλαβίας και δόθηκαν προνόμια στις γιουγκοσλαβικές ομοσπονδίες. Επωφελήθηκαν οι Σκοπιανοί που επέτειναν την προπαγάνδα τους και τη διάδοση βαρύτατων συκοφαντιών σε βάρος της Ελλάδας. Η προπαγάνδα είχε και πάλι ως σκοπό την προσάρτηση όλης της Μακεδονίας στο δικό τους κράτος. Οι πρόσφυγες του Δημοκρατικού Ελληνικού Στρατού, οι Αιγαιάτες, εξέδωσαν δεκάδες έντυπα, βιβλία και πλαστογραφημένες ταινίες παρουσιάζοντας με ψεύτικα στοιχεία ότι δήθεν υπέφεραν πάρα πολλά από τους Έλληνες και αγωνίζονταν ηρωικά για να απελευθερώσουν τη Μακεδονία από το ζυγό της Ελλάδας.
Η οξύτητα των σχέσεων Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας άρχισε να υποχωρεί με χρήση διπλωματικών μέσων τη δεκαετία του 1980. Το Δεκέμβριο του 1982 επετράπη ο επαναπατρισμός των ελλήνων πολιτικών προσφύγων που δεν είχαν συμπράξει με το Τίτο κατά της Ελλάδας στη δεκαετία 1940-1950.
Παρά την επίδειξη των καλών προθέσεών μας ο εκπρόσωπος των Γιουγκοσλάβων στη Σύνοδο της Δ.Α.Σ.Ε. στην Κοπεγχάγη το 1990 και ο αντιπρόσωπος των Σκοπίων στη Μόσχα το 1991 κατήγγειλαν την Ελλάδα για δήθεν σκληρή και απάνθρωπη μεταχείριση της (ανύπαρκτης) μακεδονικής μειονότητας. Ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Έβερτ δήλωσε και στην Ελληνική Βουλή το αυτονόητο, ότι δηλαδή δεν υπάρχει μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα.
Την επεκτατική τακτική της Γιουγκοσλαβίας τη διάγνωσε ήδη ορθά από το 1950 η πρεσβεία της Αμερικής στο Βελιγράδι. Σε έγγραφό της πρεσβείας προς το Υπουργείο Εξωτερικών των Η.Π.Α. το Μάιο του 1950 αναφέρονται τα εξής: «Όπως έχει υπόψη του το Υπουργείο, επιδίωξη του Γιουγκοσλαβικού Κ.Κ., στα πλαίσια των φιλοδοξιών του για δημιουργία κάποια μέρα μιας Νοτιοσλαβικής Ομοσπονδίας, είναι να απορροφήσει τις ελληνικές και βουλγαρικές περιοχές και τους κατοίκους τους στην ήδη υπάρχουσα γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Δυστυχώς, μετά από 56 χρόνια, οι Η.Π.Α., αναγνωρίζοντας το κράτος των Σκοπίων με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας», έδωσαν νέα τροφή στις φιλοδοξίες των Σκοπιανών και δρομολόγησαν νέες δυσμενείς εξελίξεις για την ειρήνη στα Βαλκάνια, παρά το γεγονός ότι εμφανίζονται ως χώρα που εργάζεται για την εδραίωση της παγκόσμιας ειρήνης.
Τα Σκόπια, αν και είναι δημιούργημα και σπλάχνο της Σοβιετικής Ένωσης, σήμερα υποκλίνονται μπροστά στις Η.Π.Α. (pekiefedim) και παραχωρούν γη και ύδωρ σε αυτές ως αντάλλαγμα για τη λήψη βοήθειας σε ό,τι αφορά την πραγμάτωση των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεών τους. Οι Η.Π.Α., υποθάλποντας εν γνώσει τους τις παραπάνω επιδιώξεις των Σκοπιανών, διατηρούν αναμμένο ένα φυτίλι, που μπορεί οποτεδήποτε να επιφέρει μία νέα έκρηξη στα Βαλκάνια. Το ότι πρόκειται για ένα φυτίλι αναμμένο και επικίνδυνο, γίνεται εύκολα αντιληπτό, αν κανείς παρακολουθήσει τις συχνές οξύνσεις στις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων ή και μεταξύ Βουλγαρίας και Σκοπίων.
Ένα απλό παράδειγμα από την καθημερινή ζωή αρκεί νομίζω για να σκιαγραφήσει το πόσο εύκολο είναι, από την παραπάνω οξυμμένη σχέση να προκύψει μία αληθινή σύρραξη. Είσαι π.χ. ιδιοκτήτης από της ιδρύσεως της οικογένειάς σου, με ατράνταχτα στοιχεία, επίσημα συμβόλαια, μάρτυρες κ.λπ. ενός αξιόλογου κτήματος ή ενός αναντικατάστατου οικογενειακού κειμηλίου. Ξαφνικά εμφανίζεται ένας παράλογος, και ισχυρίζεται ότι το ακίνητο ή το κειμήλιο είναι δικό του. Το διεκδικεί με κάθε αθέμιτο τρόπο και θέλει να σου το πάρει με το έτσι θέλω, χωρίς καμιά λογική δικαιολογία. Σε συκοφαντεί παντού και διασύρει το όνομά σου σε όλους. Πώς θα του φερθείς; Όση ανωτερότητα και υπομονή κι αν έχεις θα αγανακτήσεις, θα εξοργισθείς. Αν δεν σωφρονισθεί με το καλό και τη λογική θα του αντιμιλήσεις. Σε κάποια στιγμή ίσως χάσεις ακόμη και την ψυχραιμία σου και τον χτυπήσεις. Το ίδιο συμβαίνει με τους Σκοπιανούς, οι οποίοι διεκδικούν από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία τα τμήματα της Μακεδονίας, χωρίς κανένα νομιμοποιητικό έρεισμα, αφού ποτέ δεν ήταν δικά τους. Οι συκοφάντες και σφετεριστές Σκοπιανοί στρέφονται εναντίον της Ελλάδας με βαρύτατες εγκληματικές κατηγορίες. Η Ελλάδα έκανε και κάνει ιώβειο υπομονή, τους ανέχεται και δεν κινήθηκε ποτέ πραγματικά απειλητικά εναντίον τους. Μέχρι πότε όμως θα κάνει υπομονή;
Το ερώτημα είναι βέβαια, πώς δικαιολογείται, κράτη που θεωρούνται πολιτισμένα και προηγμένα στις επιστήμες και στη γνώση της ιστορίας να περιθάλπουν τους ψεύτες και να τάσσονται με το μέρος των σφετεριστών και συκοφαντών. Πώς δικαιολογείται λαοί που προάχθηκαν πνευματικά, εξελίχθηκαν πολιτισμικά και ξέρουν να διαβάζουν ιστορία να φέρονται σαν αγράμματοι μπροστά στην ιστορική αλήθεια. Το ψευδεπίγραφο κράτος των Σκοπίων έχει αναγνωριστεί ήδη δυστυχώς από πολλά μέλη της διεθνούς κοινότητας.
Ο διακεκριμένος Αρχαιολόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ Νικόλαος Χάμουντ επεσήμανε κάποτε σε ένα συνέδριο, ότι η «τυχόν αναγνώριση της Δημοκρατίας των Σκοπίων υπό την επωνυμία ‘Μακεδονία» θα αποτελέσει επιβράβευση μιας προσπάθειας παραποιήσεως της πραγματικότητας και βιασμού της ιστορικής αληθείας». Έχει απόλυτο δίκαιο. Παραβιάστηκε η ιστορική αλήθεια και επιβραβεύτηκε η παραποίησή της από όσους αναγνώρισαν τα Σκόπια με την επωνυμία «Μακεδονία», αποδεικνύοντας έτσι ότι δεν γνωρίζουν ούτε καν τη στοιχειώδη ιστορία των λαών των Βαλκανίων, παρότι διαφημίζονται ως προηγμένα στις φιλολογικές και ιστορικές επιστήμες κράτη.
Το ίδιο πρόβλημα παρουσιάζεται βέβαια και στην Ελλάδα από κάποιους ημιμαθείς, φανατικούς οπαδούς αθλητικών ομάδων, οι οποίοι, παρότι είναι Έλληνες, δεν γνωρίζουν ούτε καν στοιχειώδη γεγονότα από την ιστορία της πατρίδας τους. Επιπόλαια, πάνω στον φανατισμό τους, βρίζουν στα γήπεδα τους Μακεδόνες ως αλλοεθνείς. Όταν όμως υπάρχουν τόσο επιπόλαιοι αθυρόστομοι Έλληνες, που, χωρίς να το συναισθάνονται, βρίζουν την πατρίδα τους, τι μπορεί κανείς να περιμένει από τους ξένους;
Η περίπτωση μοιάζει με αυτήν του λωποδύτη, ο οποίος, κατά τη λαϊκή παροιμία, κλέβει και ταυτόχρονα φωνάζει για να φοβίσει το νοικοκύρη. Οι γείτονές μας σφετερίζονται την ένδοξη ιστορία μας, την πολιτιστική μας κληρονομιά και τα εθνικά μας σύμβολα, και ταυτόχρονα κραυγάζουν για να εμφανίσουν προς τα έξω την εικόνα ανθρώπου που έχει δίκιο. Φωνάζουν θρασύτητα και διαμαρτύρονται διεθνώς, γιατί αντιδρούμε στην επεκτατική βουλιμία τους. Εξήντα και πλέον χρόνια κάνει η Ελλάδα υπομονή, περιμένοντας να πρυτανεύσει η λογική, αλλά αυτοί συνεχίζουν να χρησιμοποιούν κάθε αθέμιτο μέσο για να αφαιρέσουν το αναπόσπαστο εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια τμήμα της Ελλάδας, τη Μακεδονία. Δεν συνιστά η συμπεριφορά αυτή βραδυφλεγή βόμβα για τα Βαλκάνια;
Η παραπάνω κατάσταση έχει τεθεί υπόψη των καταστατικών οργάνων του Ο.Η.Ε. πολλές φορές μέχρι σήμερα. Έτσι, π.χ., ο νυν πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας σε επιστολή του προς τον Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε. Μπούτρος Γκάλι στις 5-11-1993 (και υπό την ιδιότητα τότε του Υπουργού Εξωτερικών) τόνιζε ορθά τα εξής: «Απειλή εναντίον της ειρήνευσης στην περιοχή δεν αποτελεί μόνον το όνομα του κράτους, αλλά και μια σειρά ενεργειών, που ξεκίνησαν με το σφετερισμό του ονόματος της Μακεδονίας, την απόπειρα δημιουργίας ενός ιστορικά ανυπάρκτου έθνους, και κατέληξαν σε εδαφικές διεκδικήσεις, ιδιαίτερα εναντίον της Μακεδονίας, μιας βόρειας επαρχίας της Ελλάδας.»[34]
D. Καταγραφή και αντίκρουση των σκοπιανών επιχειρημάτων άρνησης της ελληνικότητας της Μακεδονίας
Οι Σκοπιανοί αρνούνται την ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας, προβάλλοντας μία σειρά αστήρικτων επιχειρημάτων. Ειδικότερα:
1. Η παραποίηση των βορείων συνόρων της Ελλάδας
Μόνο οι ιστορικοί και γεωγράφοι Ψευδό-Σκύλαξ, Έφορος, Διονύσιος Καλλιφώντος, Διονύσιος ο Περιηγητής και Δικαίαρχος περιορίζουν τα σύνορα της αρχαίας Ελλάδας από την Αμβρακία πόλη μέχρι τον Πηνειό ποταμό. Αν ερευνήσουμε τους άλλους αρχαίους συγγραφείς θα διαπιστώσουμε ότι αυτοί εντάσσουν ομόφωνα τη Μακεδονία στην Ελλάδα και αναγνωρίζουν εθνολογικά από αρχαιοτάτων χρόνων τους Μακεδόνες ως Έλληνες. Όλοι γράφουν ξεκάθαρα ότι η αρχαία Ελλάδα συνόρευε βόρεια με τους Ιλλυριούς και τους Θράκες. Τα σύνορά της έφθαναν μέχρι το Στρυμόνα ποταμό και την οροσειρά της Πίνδου. Οι μαρτυρίες για την ελληνικότητα της Μακεδονίας είναι πράγματι αμέτρητες. Έτσι, π.χ., ο Ηρόδοτος, αναφερόμενος στον 5ο αιώνα π.Χ., αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, ομιλούσαν την ελληνική γλώσσα, είχαν ελληνικά ονόματα, λάτρευαν τους Δώδεκα Θεούς των Ελλήνων και συμπεριφέρονταν σ’ όλες τις εκδηλώσεις του ως Έλληνες. Κατά όμοιο τρόπο, η Μακεδονία συγκαταλέγεται στην Ελλάδα και από τους ποιητές Όμηρο, Ησίοδο, Ευριπίδη κ.λπ.
Ο ιστορικός Πολύβιος γράφει: «Όσοι Μακεδόνιων και την άλλην Ελλάδα κατέχουσιν»[35]. Ο Διονύσιος στις «οικουμενικές περιηγήσεις» του θέτει ως όριο της Ελλάδας τη Θράκη και τον Ωρικόν, δηλαδή την Ήπειρο[36].Ο γεωγράφοςΣτράβων, προκειμένου να περιγράψει το υπόλοιπο τμήμα της Ευρώπης, διευκρινίζει, ότι «εστί μέν ουν Eλλάς καί η Mακεδονία», την οποία στη συνέχεια, για γεωγραφικούς και μόνο λόγους, εξετάζει μαζί με τις γειτονικές χώρες. Καθορίζει τά σύνορα της Μακεδονίας από τη Ανδριατική θάλασσα μέχρι τον Εύρο ποταμό και την πόλη τω Κυψελών . Από βορρά με μια νοητή ευθεία μέσα από το όρος Βερτίσκο, το Σκάρδο , τον Όρβιλο, τη Ροδόπη και τον Αίμο. Τα βουνά αυτά , ξεκινώντας από τον Ανδριατικό κόλπο εκτείνονται σε ευθεία γραμμή έως τον Εύξεινο, διαμορφώνοντας μια μεγάλη χερσόνησο προς νότο μαζί με τη Θράκη, Μακεδονία Ήπειρο και Αχαία . Από νότο σύνορο είναι η Εγνατία οδός που ξεκινάει από το Δυράχιο και οδεύει προς Ανατολή έως τη Θεσσαλονίκη Έτσι αυτό το σχήμα της Μακεδονίας πλησιάζει πολύ το παραλληλόγραμμο[37].
Ο ποιητής Αισχύλος στην αρχαιότερη τραγωδία του, τις «Ικέτιδες», παρουσιάζει τη Μακεδονία, από την Πίνδο και τη Δωδώνη μέχρι την κοιλάδα του ποταμού Στρυμόνα, ως περιοχή της Ελλάδας[38].
Κατά την παλαιά συνήθεια, πολλοί συγγραφείς ονόμαζαν τους Μακεδόνες ως Πελασγούς, επειδή τούτοι είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή των Πελασγών.
Η Μακεδονία χωρίζονταν βέβαια από τη νότια Ελλάδα με πανύψηλες οροσειρές, οι οποίες την απομόνωναν, περιορίζοντας αναγκαία και την τακτική επικοινωνία των Μακεδόνων με τους υπόλοιπους Έλληνες. Ο διαχωρισμός όμως αυτός δεν ήταν εθνολογικός, αλλά μόνο γεωγραφικός. Παραπέρα, οι Μακεδόνες αντιμετωπίζονταν διακριτικά και λόγω της στάθμης της παιδείας τους, του βασιλικού πολιτεύματός τους και της συγκεχυμένης μυθολογικής καταγωγής του γενάρχη τους Μακεδόνα. Κανείς όμως δεν αμφισβητούσε, ότι η Μακεδονία ήταν Ελλάδα, και μάλιστα πηγή της Ελλάδας, διότι από τη Μακεδονία διασκορπίστηκαν οι Δωριείς στα υπόλοιπα ελληνικά εδάφη.
Ο προσδιορισμός «μακεδονικός - μακεδονική» ήταν τοπικός και όχι εθνολογικός. Σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας οι Έλληνες ονόμαζαν τους εαυτούς τους πρώτα με το όνομα της περιοχής ή της πόλεως που κατοικούσαν (π.χ. Αθηναίοι, Θηβαίοι, Σπαρτιάτες), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήταν Έλληνες Η ελληνική εθνικότητα ήταν αυτονόητη, και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο δεν θεωρούσε κανείς αναγκαίο να την επαναλαμβάνει συνέχεια. Τα ονόματα των ξεχωριστών κρατών της αρχαίας Ελλάδας, π.χ. Σπάρτη, Αθήνα, Θήβα, Θεσσαλία, Αχαΐα, Αιτωλοακαρνανία, Μακεδονία, Βοιωτία, δεν είχαν την εθνολογική έννοια ξεχωριστής φυλής, αλλά τη γεωγραφική έννοια μιας περιοχής της Ελλάδας. Ήταν τα ονόματα των πόλεών και των περιοχών στις οποίες κατοικούσαν Έλληνες[39]. Από πολλές ιστορικές πηγές αποδεικνύεται με ενάργεια ότι τα αρχαία σύνορα της Ελλάδας έφταναν μέχρι την Ιλλυρία και τη Θράκη Οι Σκοπιανοί διαστρέφουν αυτές τις ιστορικές πηγές για να παρουσιάσουν την αλήθεια ως ψεύδος και το ψεύδος ως αλήθεια. Επιδιώκουν να συσκοτίσουν την ιστορική αλήθεια με κάθε αθέμιτο μέσο.
2. Η επίκληση των ύβρεων του Δημοσθένη («βάρβαροι») κατά των Μακεδόνων
Οι Σκοπιανοί, προκειμένου να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες αλλά «βάρβαρος» λαός, επικαλούνται την υβριστική λέξη «βάρβαρος» που χρησιμοποίησε ο εμπαθής ρήτορας Δημοσθένης για να χαρακτηρίσει το βασιλέα των Μακεδόνων Φίλιππο Β΄. Έτσι όμως απομονώνουν μία λέξη, χωρίς να εξετάζουν ούτε τα συμφραζόμενα της ούτε τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε η χρήση της ούτε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εκστομίσθηκε.
Πράγματι, η ύβρις «βάρβαρος» δεν χρησιμοποιήθηκε από το Δημοσθένη με εθνολογική, αλλά με πολιτιστική σημασία. Ο Δημοσθένης ξεστόμισε τη συγκεκριμένη λέξη κατά του Φιλίππου Β΄, θέλοντας κυρίως να τονίσει τη υποβαθμισμένη παιδεία των Μακεδόνων σε σχέση με αυτή των Αθηναίων. Τόσο ήταν το μίσος που έτρεφε άλλωστε ο ρήτορας κατά της Μακεδονίας, που υποστήριζε ότι δεν έπρεπε να αγοράζουν οι Αθηναίοι από αυτήν ούτε ανδράποδο (: δούλο από αιχμαλωσία).
Οι υψηλής πολιτισμικής στάθμης πόλεις, όπως π.χ. η Αθήνα, έκριναν συχνά, ιδίως κατά την περίοδο της ακμής τους, την ελληνικότητα των κατοίκων των άλλων πόλεων με κριτήριο την πολιτισμική τους πρόοδο. Ο Θουκυδίδης π.χ. χρησιμοποιεί τη λέξη «βάρβαρος» για την ελληνική φυλή των Χαόνων λόγω της κατώτερης πολιτισμικής στάθμης αυτών. Ο Αγήσανδρος μεταχειρίζεται τη λέξη «βαρβάρους» για τους Έλληνες Βοιωτούς και Θεσσαλούς. Με το ίδιο σκεπτικό οι ιστορικοί Θουκυδίδης και Πολύβιος χαρακτηρίζουν επίσης ως «βάρβαρους» τους Έλληνες Αιτωλούς και Θεσπρωτείς[40].
Στην αρχαιότητα, αναφέρει ο Ισοκράτης, συνηθίζονταν να προτάσσουν μερικοί πολιτισμικά κι όχι εθνολογικά κριτήρια για τον προσδιορισμό της ελληνικότητας των πόλεων: «Tοσούτον δ’απολέλοιπεν η πόλις ημών περί τό φρονείν και λέγειν τούς άλλους ανθρώπους, ώστε ... και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους, αλλά της διανοίας δοκείν είναι, και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας, ή τούς της κοινής φύσεως μετέχοντας»[41].
Ήταν νοοτροπία των Ελλήνων, γράφει επίσης ο Κούρτιος στην ιστορία του, ότι «οι Έλληνες των δοκίμων χρόνων σφόδρα δυσαρέστως είχον προς παν ξενότροπον εν τη γλώσση και τοις ήθεσι, όθεν συνήθως αντιδιέστελλον εαυτούς προς πάντας τους εκτός και απεχωρίζοντο στενότερον του αληθούς, ώστε και συγγενή φύλλα ως αλλοδαπά και βάρβαρα υπελάμβανον. Το ξενότροπον δε τούτο στηρίζεταιι επί της διαφοράς του πολιτισμού και δι’ αυτό το περί τούτο αίσθημα δεν δύναται να θεωρείται ως αληθές κριτήριο των εθνικών σχέσεων.»[42] Ο πολιτισμικός διαχωρισμός των Μακεδόνων από τη Νότια Ελλάδα οφειλόταν στο γεγονός, ότι οι Μακεδόνες λόγω της απασχολήσεώς τους με τη γεωργία και την κτηνοτροφία υστερούσαν στην παιδεία προ του 5ου αιώνα π.Χ. και δεν είχαν να παρουσιάσουν ποιητές, φιλοσόφους, νομοθέτες, καλλιτέχνες, κ.λπ. όπως η Αθήνα.
Ο κορυφαίος των αττικών ρητόρων Υπερείδης, παρ’ ότι ήταν κατά της φιλικά προσκείμενης προς τους Μακεδόνες μερίδας των Αθηναίων, δεν χαρακτηρίζει σε κανένα σημείο του επιταφίου του τους Μακεδόνες ως βάρβαρους, αλλά τους αποδέχεται, όπως και η πλειονότητα των συγγραφέων, ως πολιτισμένους Έλληνες.
Η υπεροψία μερικών ρητόρων και ιστορικών, σαν το Δημοσθένη, που πρότασσαν τους πολιτισμικούς λόγους κι όχι τους εθνολογικούς στον καθορισμό της ελληνικότητας των φυλών της αρχαίας Ελλάδας, δημιούργησε το πρόβλημα του καθορισμού των συνόρων της, αφού οι ίδιες ελληνικές φυλές άλλοτε χαρακτηρίζονταν ομόφυλες και άλλοτε αλλόφυλες, ανάλογα με τα συμφέροντα των πρωταγωνιστριών πόλεων γράφει ο Χατζηδάκης[43].
Ο Δημοσθένης χαρακτήρισε επίσης το Φίλιππο Β΄ «βάρβαρο» με την πολιτιστική έννοια του όρου, επειδή αυτός είχε πολιορκήσει και καταστρέψει τις αθηναϊκές αποικίες στα παράλια της Χαλκιδικής, οι οποίες του είχαν αντισταθεί πεισματικά. Παραπέρα, θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του, ότι οι Μακεδόνες κατελάμβαναν τις πόλεις της νότιας Ελλάδας τη μία μετά την άλλη. Το πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας μετατοπιζόταν ταχύτατα από την Αθήνα και τις άλλες πόλεις στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, την Πέλλα. Πολλοί σοφοί ιστορικοί, ρήτορες και μεγάλοι καλλιτέχνες φιλοξενούνταν στα ανάκτορα των βασιλέων της Μακεδονίας, ενώ ο μεγάλος ρήτορας Δημοσθένης παραγκωνιζόταν. Ενόψει αυτών των δεδομένων η έχθρα, το μίσος και η ζήλια που αναδύονται από τους υβριστικούς κατά των Μακεδόνων λόγους του Δημοσθένη δεν είναι δύσκολο να εξηγηθούν.
Παρ’ όλα αυτά ο Δημοσθένης στους εννέα κατά του βασιλέως των Μακεδόνων Φιλίππου Β΄ λόγους δύο μόνον φορές τον χαρακτηρίζει «βάρβαρο» με πολιτιστική σημασία. O Otto Abel γράφει χαρακτηριστικά: «Οι εκφράσεις του Δημοσθένη προέρχονται από κομματικό ανταγωνισμό και γι’ αυτό στην έρευνα του προβλήματός μας έχουν μικρή σημασία, ενώ από εθνολογικής πλευράς δεν έχουν καμιά σημασία» Θα διαμαρτύρονταν επίσης ο Δημοσθένης στον «Περί Ειρήνης» λόγο του αν οι Μακεδόνες δεν μιλούσαν ελληνικά και δεν ήταν Έλληνες. Θα ωρύονταν σαν λιοντάρι όταν έγιναν οι Μακεδόνες ενεργό μέλος στην Αμφικτιονία των Δελφών, στην οποία απαγορεύονταν ρητώς να εισέρχονται μη Έλληνες.
Οι Σκοπιανοί, σε άρθρο τους με τίτλο «ThelanguageofMacedonians», υποστηρίζουν, ότι «οι Έλληνες του 5ου αιώνα π.Χ. αναγνώριζαν τους Μακεδόνες σαν ένα έθνος με καθορισμένη ταυτότητα αλλά γενικώς εμφανίζονταν να τους θεωρούν ως βαρβάρους». Για να στηρίξουν την άποψή τους παραπέμπουν στο Θουκυδίδη. Διαβάζοντας όμως ο αναγνώστης το χωρίο της σχετικής παραπομπής εξάγει το εντελώς αντίθετο συμπέρασμα, ότι δηλαδή σ’ αυτό γίνεται αντιδιαστολή των βαρβάρων από τους Μακεδόνες και τους Χαλκιδείς. Σε μετάφραση το επίμαχο χωρίο έχει ως εξής : «Το σύνολο των Ελλήνων οπλιτών ανέρχονταν σε τρεις χιλιάδες περίπου, κι’ ακολουθούσαν οι ιππείς των Μακεδόνων και των Χαλκιδέων, σχεδόν χίλιοι, και πλήθος από βαρβάρους»[44]. Ο Θουκυδίδης ξεχωρίζει δηλαδή καθαρά τους Μακεδόνες και τους Χαλκιδείς από τους βαρβάρους που συμμετείχαν στην εκστρατεία. Θα ήταν άλλωστε ποτέ δυνατόν να χαρακτήριζε ο Θουκυδίδης τους Μακεδόνες βαρβάρους, τη στιγμή που ο ίδιος έζησε με αυτούς είκοσι περίπου χρόνια στα μεταλλεία χρυσού που είχε μεταξύ Παλαιοχωρίου και Νικήσιανης στο Παγγαίο;
Οι Μακεδόνες δεν ήταν βάρβαροι, διότι ξεχώριζαν στα ήθη και στα έθιμα από τους βαρβάρους λαούς. Οι νόμοι και τα ήθη και έθιμα των Μακεδόνων, όπως αυτά καταγράφονται στα συγγράμματα των αρχαίων συγγραφέων (π.χ. του Ηροδότου, του Αρριανού, του Διόδωρου, του Πλουτάρχου, του Ρούφου και άλλων) συμφωνούν με τους νόμους και τα ήθη και έθιμα των ελληνικών πόλεων. Διαφέρουν ριζικά από τους νόμους και τα έθιμα των Ιλλυριών, των Περσών και άλλων βαρβάρων λαών της εποχής εκείνης. Στους περσικούς πολέμους οι Μακεδόνες είχαν τον ίδιο οπλισμό με όλους τους Έλληνες και αντιτάχθηκαν κατά των Περσών με τη θέλησή τους ως ελεύθεροι άνδρες και όχι ως δούλοι. Με τη θέλησή τους οι Μακεδόνες στρατιώτες εκστράτευσαν κατά των Περσών. Δεν οδηγήθηκαν με τη βία σαν αγέλη, όπως οι βάρβαροι Πέρσες.
Ο Μακεδόνες βασιλείς δεν δίκαζαν αυθαίρετα, αλλά ο εκάστοτε κατηγορούμενος απολογούνταν ενώπιον του στρατού και επακολουθούσε η ψήφος των στρατιωτών και του βασιλιά. Δεν υπήρχε δικτατορία και σατραπεία στη Μακεδονία όπως στη Περσία. Και αυτά τα στοιχεία μας επιβεβαιώνουν ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν βάρβαροι αλλά γνήσιοι Έλληνες[45].
Ο Ευριπίδης στην τραγωδία του «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», που γράφτηκε και παίχτηκε στη Μακεδονία, βάζει στο στόμα της Ιφιγένειας το στίχο «βαρβάρων δε Έλληνας άρχειν εικός, αλλ’ ου βαρβάρους, μήτερ, Ελλήνων». Θα ήταν δυνατόν να εκστομίζεται ενώπιον των Μακεδόνων τέτοια τρομερή προσβολή αν αυτοί συγκαταλέγονταν στους βαρβάρους; Οι Μακεδόνες δεν ήταν «βάρβαροι» και γι’ αυτό η παραπάνω φράση προκαλούσε ευχαρίστηση σ’ αυτούς.
3. Η επίκληση του χρησιμοποιούμενου για τον χαρακτηρισμό του βασιλέα Αλέξανδρου Α΄ όρου «φιλέλληνας»
Οι Σκοπιανοί ισχυρίζονται, επίσης, ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες αλλά αλλόφυλοι, επικαλούμενοι το γεγονός, ότι οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν τον βασιλέα της Μακεδονίας Αλέξανδρο Α΄ «φιλέλληνα».
Η προσωνυμία φιλέλληνας χρησιμοποιείται όμως για κάθε Έλληνα που αγαπά αδιάκριτα όλους τους Έλληνες και θυσιάζεται πρόθυμα σε στιγμές μεγάλου κινδύνου για τη σωτηρία αυτών. Ο βασιλιάς των Μακεδόνων Αλέξανδρος Α΄ το 480 π.Χ. ειδοποίησε με κίνδυνο της ζωής του τους στρατοπεδευμένους στα Στενά των Θερμοπυλών Έλληνες να αναχωρήσουν αμέσως από τον τόπο της άμυνάς τους, διότι μέρος του στρατού των Περσών είχε πλαγιοδρομήσει για να τους περικυκλώσει. Επίσης, τα χαράματα της ημέρας της μάχης των Πλαταιών το 479 π.Χ., έθεσε και πάλι σε κίνδυνο τη ζωή του προκειμένου να μπορέσει να ειδοποιήσει τους στρατηγούς των Αθηναίων να προετοιμασθούν για τη μάχη, διότι το πρωί θα τους επιτίθεντο οι Πέρσες. Μεταξύ άλλων τους είπε: «Αυτός τε γάρ Έλλην το γένος ειμί ταρχαίον και αντί ελεύθερης δεδουλωμένην ουκ αν θέλοιμι οράν την Ελλάδα». Σαν Έλληνας δεν ήθελε να δει την Ελλάδα υποδουλωμένη.[46]
Κατά την οπισθοχώρηση των Περσών, όταν πέρασαν από τη Μακεδονία, τους καταδίωξε και εξόντωσε πολλούς απ’ αυτούς. Όταν οι Αργίοι εξεδίωξαν τους κατοίκους των Μυκηνών από την πόλη τους, οι καταδιωχθέντες κατάφυγαν στη Μακεδονία. Ο φιλέλληνας βασιλιάς Αλέξανδρος Α΄ τους περιέθαλψε ως ομοφύλους του Έλληνες. Θα κατέφευγαν στη Μακεδονία οι Μυκηναΐοι, αν οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες; [47]Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α΄ ζήτησε να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς αγώνες, όπου συμμετείχαν μόνον Έλληνες. Οι μελλοντικοί αντίπαλοί του προσπάθησαν να τον αποκλείσουν ως μη Έλληνα, επειδή θα τους νικούσε. Αυτός ομολόγησε τότε ενώπιον των Ελλανοδικών: «αυτός τε γάρ Έλλην το γένος ειμί» (: και εγώ Έλληνας είμαι). Γι’ αυτό και συμμετείχε ως Έλληνας στους Ολυμπιακούς αγώνες του 496 π.Χ., όπου βγήκε πρώτος στο αγώνισμα του δρόμου[48]. Ολυμπιονίκες υπήρξαν όμως και οι Μακεδόνες βασιλείς Αρχέλαος και Φίλιππος Β΄. Κατ’ επανάληψη βγήκαν πρώτοι στο αγώνισμα του τεθρίππου, όπως προκύπτει από τον διασωθέντα κατάλογο Ολυμπιονικών Μακεδόνων. Ενόψει του γεγονότος, ότι στους Ολυμπιακούς Αγώνες μπορούσαν να συμμετέχουν μόνο Έλληνες, προκύπτει αβίαστα, ότι οι Μακεδόνες και ήταν και αναγνωρίζονταν ως Έλληνες.[49]
[ εικόνα 9η .Συμμετοχή των Μακεδόνων στους Ολυμπιακούς αγώνες
Η λέξη φιλέλληνας λέγεται για κάθε Έλληνα που αγαπά όλους τους Έλληνες. Ο Ισοκράτης αποκαλεί τους Αθηναίους φιλέλληνες, όταν τους συγκρίνει με τους Σπαρτιάτες[50]. Ο Ξενοφών αποκαλεί φιλέλληνες το Σπαρτιάτη βασιλέα Αγησίλαο και το ναύαρχο Καλλικρατίδα. Γράφει χαρακτηριστικά: «Καλών Έλληνα όντα φιλέλληνα είναι»[51]. Σύμφωνα με την παράλογη επιχειρηματολογία των Σκοπιανών, θα έπρεπε να αρνηθεί κανείς την ελληνικότητα και των Αθηναίων και των Σπαρτιατών, αφού και γι’ αυτούς χρησιμοποιείται στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων ο χαρακτηρισμός «φιλέλληνες». Ο Πλάτων θέλει τους πολίτες της ελληνικής πολιτείας να είναι φιλέλληνες, να διαπνέονται δηλαδή από πανελλήνια αισθήματα για να προσφέρουν υπηρεσίες σ’ όλο το έθνος των Ελλήνων[52]. Στην ελληνική ιστορία όλοι οι μεγάλοι ευεργέτες του ελληνικού έθνους χαρακτηρίζονται φιλέλληνες διότι φροντίζουν για όλο το ελληνικό έθνος.
4. Η επίκληση των αναφορών του Ισοκράτη στην καταγωγή της βασιλικής δυναστείας των Μακεδόνων
Οι Σκοπιανοί ‑ερχόμενοι σε αντίφαση ουσιαστικά με τα παραπάνω αναφερόμενα‑ υποστηρίζουν, παραπέρα, ότι μόνο οι βασιλείς των Μακεδόνων ήταν Έλληνες, ενώ οι Μακεδόνες ήταν βάρβαρος λαός, ξένος προς την Ελλάδα. Επικαλούνται εν προκειμένω τον Ισοκράτη, που θέλησε να παρουσιάσει στον αθηναϊκό λαό αφενός τους καταγόμενους από το Άργος της Πελοπονήσσου Τιμενίδες βασιλείς της Μακεδονίας και αφετέρου τούς Μακεδόνες, έναν λαό χωρίς ανεπτυγμένο πολιτισμό, σύμφωνα με τον Ισοκράτη, που κάλεσε για τη διακυβέρνησή του Έλληνες βασιλείς. Σε αυτήν την αναφορά, οι αρνητές της ελληνικότητας της Μακεδονίας βλέπουν μία απόδειξη, ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες αλλά μόνον οι βασιλείς τους. Ο Ισοκράτης μίλησε όμως στους Αθηναίους κατ’ αυτόν τον τρόπο για πολιτικούς και μόνο λόγους. Επί πενήντα χρόνια έψαχνε να βρει ένα ικανό πρόσωπο που θα ένωνε όλους τους Έλληνες σε έναν κοινό εθνικό πόλεμο κατά των Περσών. Σκέφθηκε πολλούς διακεκριμένους άνδρες της εποχής του, π.χ. τον Ιάσονα των Φερών, το Διονύσιο των Συρακουσών, τον Αρχίδαμο της Σπάρτης κ.ο.κ. Μετά την συναφθείσα ειρήνη των Ελλήνων του 346 π.Χ. στράφηκε όμως προς το βασιλέα Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας και του απηύθυνε ανοιχτή επιστολή να αναλάβει την αρχηγία στην πατριωτική αποστολή εξόντωσης του αιωνίου εχθρού των Ελλήνων, των Περσών. Η πρόταση αυτή ερχόταν όμως σε σύγκρουση με τα δημοκρατικά πολιτεύματα των ελληνικών πόλεων, οι οποίες με κανένα τρόπο δεν ανέχονταν να έχουν ως επικεφαλή ένα βασιλιά. Για να συμβιβάσει αυτές τις αντιθέσεις ο Ισοκράτης εμφανίζει τη δυναστεία του Φιλίππου Β΄ ως καταγόμενη από την αρχαία βασιλική οικογένεια των Τιμενιδών του Άργους της Πελοποννήσου. Προσπαθεί να πείσει τους Αθηναίους, ότι οι παραπάνω βασιλείς δεν επεδίωξαν να επιβληθούν στους Μακεδόνες με τη βία ως βασιλική δυναστική οικογένεια, αλλά πήγαν στη Μακεδονία σε ανθρώπους οι οποίοι τους κάλεσαν από ανάγκη για να ανασυγκροτήσουν το κράτος τους. Για να μη θιγεί το δημοκρατικό πολίτευμα των ελληνικών πόλεων ο Ισοκράτης προτείνει στους Αθηναίους να δεχθούν το Φίλιππο Β΄ ως Έλληνα από κληρονομικής καταγωγής βασιλέα, και όχι ως δικτάτορα βασιλιά που επιβλήθηκε στους Μακεδόνες με τη βία. Να τον δεχθούν ως απλό ηγεμόνα, όπως κάλεσαν οι Μακεδόνες τους προπάτορές του Τιμενίδες βασιλείς.
Η ιστορία της καταγωγής των βασιλέων της Μακεδονίας από τη βασιλική οικογένεια των Τιμενίδων του Άργους της Πελοποννήσου μας επιβεβαιώνει ότι και οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες της ίδιας φυλής. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι ομόφυλοι Δωριείς και Μακεδόνες χωρίστηκαν από την Πίνδο, και ότι οι μεν Δωριείς προχώρησαν προς νότο μέχρι την Πελοπόννησο, οι δε Μακεδόνες εγκαταστάθηκαν ανατολικότερα στη χώρα που ονομάστηκε απ’ αυτούς Μακεδονία. Όπως μας πληροφορεί και πάλι ο Ηρόδοτος, οι Λακεδαιμόνιοι, οι Κορίνθιοι, οι Συκιώνιοι, οι Επίδαυροι και οι Τροιζίνιοι που έλαβαν μέρος με το στόλο τους στη ναυμαχία της Σαλαμίνας ήταν «Δωρικόν τε και Μακεδονικό έθνος»[53]. Είναι ξεκάθαρο από το παραπάνω χωρίο του Ηροδότου ότι οι δωρικής καταγωγής Τιμενίδες βασιλείς της Νότιας Ελλάδας και οι Μακεδόνες κατάγονταν από κοινή ελληνική φυλή. ΄Γνήσιοι έλληνες δεν ήταν επομένως μόνο οι Μακεδόνες βασιλείς, αλλά όλοι οι Μακεδόνες.
Ο ρητοροδιδάσκαλος Ισοκράτης διάκειται πολύ θετικά έναντι των Μακεδόνων και τονίζει στο «Φιλιππικό» λόγο του, ότι οι Έλληνες θα πρέπει να ευγνωμονούν το βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο B΄, διότι τους προσέφερε ελληνική κηδεμονία και τους απάλλαξε από τους βαρβάρους[54]. Στο δεύτερο λόγο του προς το Φίλιππο, του υπενθυμίζει την καταγωγή του από τη γενεά του Ηρακλή και τον προτρέπει να ενώσει όλους τους Έλληνες υπό την ηγεσία του για να εκστρατεύσουν κατά των Περσών. Τον προτρέπει να θεωρεί πατρίδα του ολόκληρη την Ελλάδα, όπως ο γενάρχης του Ηρακλής, και να κινδυνεύσει γι’ αυτήν. Αντιδιαστέλλει βέβαια από πλευράς πολιτεύματος τους Μακεδόνες (Βασιλεία) από τους Αθηναίους (Δημοκρατία), χαρακτηρίζει όμως τους Μακεδόνες ως «ουχ αλλόφυλλον έθνος», δείχνοντας έτσι καθαρά, ότι τους αναγνωρίζει ως Έλληνες[55].
Ελάχιστα χρειάζεται βέβαια να επισημανθεί, ότι οι Σκοπιανοί τελικά φάσκουν και αντιφάσκουν, διότι αφενός επικαλούνται τον όρο «φιλέλληνας», που χρησιμοποιούνταν για τους βασιλείς της Μακεδονίας, προκειμένου να αρνηθούν την ελληνική καταγωγή αυτών των βασιλέων, και αφετέρου ισχυρίζονται ότι μόνο οι βασιλείς των Μακεδόνων ήταν Έλληνες.
5. Η συσχέτιση της γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων με τη γλώσσα των Ιλλυριών
Οι Σκοπιανοί ισχυρίζονται ακόμη, ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν μιλούσαν ελληνικά, αλλά μια γλώσσα όμοια με αυτή των Ιλλυριών. Οι διαρκείς όμως συγκρούσεις και αντιθέσεις των Μακεδόνων και των Ιλλυριών στην μακραίωνή ιστορία τους φανερώνει ότι αυτοί δεν ήταν ομοεθνείς και ομόγλωσσοι λαοί[56]. Ο ισχυρισμός ότι οι Μακεδόνες μιλούσαν Ιλλυρικά, αποδεικνύεται άλλωστε ως ψευδής και από τα κείμενα του ιστορικού Πολύβιου. Πράγματι, τούτος αναφέρει, ότι όταν ο βασιλιάς των Μακεδόνων Περσεύς, το 169 π.Χ., θέλησε να συνάψει συμμαχία κατά των Ρωμαίων με το βασιλιά των Ιλλυριών Γένθιο, έστειλε στην Ιλλυρία τον πρέσβη του Αδαίο μαζί με το διερμηνέα Πλευράτο για να συνεννοηθούν μεταξύ τους[57]. Αν οι Μακεδόνες μιλούσαν Ιλλυρικά δεν θα χρειαζόταν βέβαια διερμηνέας. Ποτέ δεν χρησιμοποίησαν οι Μακεδόνες διερμηνέα για τη συνεννόησή τους με τις ελληνικές πόλεις, διότι ήταν ομοεθνείς και ομόγλωσσοι. Εάν με την πάροδο των αιώνων εισχώρησαν, λόγω της γειτονίας, στην ελληνική γλώσσα των Μακεδόνων μερικές γνήσιες ή παραποιημένες στη προφορά βαρβαρικές λέξεις των Ιλλυριών, όπως συμβαίνει σε όλους τις περιπτώσεις γειτονικών λαών, αυτό δεν σημαίνει ότι είχαν κοινή γλώσσα. Από τη έρευνα των δύο γλωσσών αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει καμιά άμεση σχέση μεταξύ τους, διότι οι ρίζες των λέξεων στα περισσότερα κύρια ονόματα και τοπωνυμία των Μακεδόνων είναι είτε στην ελληνική δωρική διάλεκτο, που οι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν στην αρχή, είτε στην ελληνική αττική διάλεκτο, που οι Μακεδόνες άρχισαν να χρησιμοποιούν αργότερα.
Στη δωρική διάλεκτο συνήθιζαν να αλλάζουν τα σύμφωνα β, γ και δ σε φ, χ και θ. Τις παραπάνω μεταβολές οι Σκοπιανοί τις χρησιμοποιούν ως επιχείρημα για να στηρίξουν τον ισχυρισμό, ότι οι Μακεδόνες δεν μιλούσαν ελληνικά. Αυτό ήταν όμως ακριβώς ένα χαρακτηριστικό της δωρικής ελληνικής μακεδονικής διαλέκτου που την ξεχώριζε από τις άλλες τοπικές ελληνικές διαλέκτους.
Οι Μακεδόνες μιλούσαν από αρχαιοτάτων χρόνων την ελληνική δωρική διάλεκτο και μετά καθιέρωσαν την ελληνική αττική διάλεκτο. Σε όλη τη μακραίωνη ιστορία τους οι Μακεδόνες ζούσαν και ενεργούσαν ως Έλληνες. Αγωνίζονταν υπέρ της ασφαλείας από βορρά όλων των Ελλήνων, διεξάγοντας σκληρούς αγώνες κατά των Θρακοϊλλυριών. Διέδωσαν την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό και στους Ιλλυριούς με την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου και την κατάληψη των χωρών μέχρι το Δούναβη. Οι Θρακοϊλλυριοί τον 4ο αιώνα π.Χ. υποτάχθηκαν στους Μακεδόνες και εξελληνίστηκαν, μέχρι να καταφθάσουν τον 6ο αιώνα μ.Χ οι Σλάβοι. Παραλογίζονται οι Βούλγαροι και οι Σκοπιανοί όταν ισχυρίζονται ότι οι ενεπίγραφες ελληνικές πλάκες των Αλεξανδρινών, Ρωμαϊκών και Βυζαντινών χρόνων που βρέθηκαν και συνεχώς βρίσκονται στη Βαλκανική χερσόνησο είναι δικές τους. Όλες αυτές αποδεικνύουν ότι από τον 4ο αιώνα π.Χ. η περιοχή βόρεια της Μακεδονίας και νότια του Αίμου στη Βαλκανική χερσόνησο κατοικούνταν από εξελληνισμένους Θρακοϊλλυριούς.
Ο Τσέχος ιστορικός G.J. Jireek τοποθετεί τη γραμμή της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού στη Βαλκανική χερσόνησο από τον 4ο π.Χ. μέχρι τον 7ο μ.Χ. αιώνα από τις εκβολές του ποταμού Γενυσού (Skumbi) στην Αδριατική θάλασσα και στη συνέχεια από τα Σκόπια και τη Σόφια της Βουλγαρίας καθ’ όλο το μήκος της οροσειράς του Αίμου μέχρι τον Εύξεινο Πόντο. Ψεύδονται οι Σλάβοι που ισχυρίζονται ότι οι πρόγονοί τους κατά την άφιξή τους στα Βαλκάνια τον 6ο αιώνα μ.Χ. διαδέχτηκαν τη γλώσσα και το πολιτισμό των Ιλλυριών και Θρακών. Αυτά δεν υπήρχαν, αφού οι Θρακοϊλλυριοί είχαν αφομοιωθεί από τους Έλληνες. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός των Σλάβων, ότι δεν παρέβησαν τα ελληνικά δίκαια αλλά απλώς έγιναν κληρονόμοι των Ιλλυριών στη Βαλκανική Χερσόνησο[58], μόνο σε κακοπιστία μπορεί να αποδοθεί.
6. Η επίκληση του χρησιμοποιούμενου από τον Πλούταρχο όρου «μακεδονιστί»
Για να ενισχύσουν τους ισχυρισμούς τους περί μη ελληνικότητας της Μακεδονίας οι Σκοπιανοί παραπέμπουν ακόμη στο γεγονός, ότι ο Μ. Αλέξανδρος φέρεται σε κείμενο του Πλουτάρχου να μίλησε «μακεδονιστί» στο στενό του φίλο Κλείτο κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου και ενώ βρισκόταν υπό την επήρεια του κρασιού. Ειδικότερα, ο Κλείτος, μεθυσμένος, είχε αρχίσει να προσβάλει, να υποτιμά και να βρίζει στα ελληνικά το φίλο του Αλέξανδρο. Ο Μ. Αλέξανδρος εξοργίστηκε από τις συνεχείς προκλήσεις και ζήτησε το εγχειρίδιό του για να κτυπήσει τον Κλείτο. Ο σωματοφύλακάς του όμως του το απέκρυψε. Πάνω στη μέθη και στην ακράτητη οργή του πήδηξε και φώναξε «μακεδονιστί» δυνατά σαν Μακεδόνας που ήταν καλώντας τους υπασπιστές του και προστάζοντας το σαλπιγκτή να σημάνει συναγερμό[59]. Το «μακεδονιστί» όμως, όπως επεξηγεί και ο ίδιος ο Πλούταρχος σε παρένθεση μέσα στο κείμενο, χρησιμοποιείται εδώ για να δηλώσει όχι είδος γλώσσας, αλλά είδος μακεδονικού συναγερμού με συνθηματικές κραυγές και μεγάλο θόρυβο σε περίπτωση έκτακτου κινδύνου, όπως φωνάζουμε και εμείς δυνατά την ώρα της εξόρμησης στη μάχη «αέρα, αέρα».
Σε κάθε περίπτωση εξάλλου, το «αννεβόα μακεδονιστί» ή «μακεδονιστί τη φωνή» και το «μακεδονίζειν»[60] είναι φράσεις παρόμοιες με τις φράσεις αιολίζειν ή αιολιστί, αττικίζειν ή αττικιστί, δωρίζειν ή δωριστί, πελοποννίζειν ή πελοποννιστί κ.ο.κ., που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι συγγραφείς για να διακρίνουν μεταξύ τους τις κατά τόπους ελληνικές διαλέκτους της αρχαιότητας. Αναφέρονται δηλαδή σε διάλεκτο της ίδιας γλώσσας και όχι σε άλλη γλώσσα. Όλοι οι παραπάνω ομιλούσαν ελληνικά, αλλά κάθε λαός, σχεδόν σε κάθε περιοχή, χρησιμοποιούσε τη δική του τοπική ελληνική διάλεκτο. Αν ακολουθήσουμε τη σκέψη των αρνητών της ελληνικότητας της Μακεδονίας θα πρέπει όλους τους παραπάνω Έλληνες να τους χαρακτηρίσουμε εξαιτίας της διαλέκτου τους ως μη Έλληνες.
Στην εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου οι περισσότεροι στρατιώτες και αξιωματούχοι ήταν Μακεδόνες. Αν μιλούσαν μακεδονικά, θα έπρεπε να είχαν επιβάλλει τη μακεδονική γλώσσα στα στρατόπεδα, πράγμα φυσικά που ποτέ δεν έγινε[61].
Ακόμη και αν δεχθεί κανείς εξάλλου την άποψη των Σκοπιανών, ότι ήταν οι βασιλείς των Μακεδόνων που υποχρέωναν τους Μακεδόνες να μιλούν τα ελληνικά, δεν μπορεί κανείς παρά να επισημάνει συγχρόνως, ότι σε κάθε περίπτωση, μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, θα έπρεπε να είχαν ζητήσει οι Μακεδόνες στρατιώτες και αξιωματικοί από τους διαδόχους του να ιδρύσουν μακεδονικά κράτη και να επαναφέρουν τη μακεδονική γλώσσα παντού. Αυτό θα το έκαναν ευχαρίστως όλοι οι διάδοχοι, αφού έτσι θα εξασφάλιζαν την υποστήριξη των στρατιωτών. Εξετάζοντας όμως κανείς τα ιστορικά γεγονότα, διαπιστώνει ότι όλοι οι διάδοχοι του Μ. Αλεξάνδρου ίδρυσαν ελληνικά κράτη στην Ασία και στη βόρειο Αφρική και διέδωσαν παντού την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό. Ο Χατζηδάκης τονίζει ορθά, ότι «ουδείς των αρχαίων παρέδωκε ημίν ότι οι Μακεδόνες στρατιώτες ελάλουν άλλην γλώσσαν, τουναντίον πανταχού φαίνονται κατανοούντες κάλλιστα την Αττική ή κοινήν».
Οι Σκοπιανοί, εξάλλου, επιμένουν μονότονα στο «ανεβόα μακεδονιστί» και αποσιωπούν την εντολή του Μ. Αλεξάνδρου προς τους τριάντα χιλιάδες νεαρούς Πέρσες, τους οποίους διάλεξε να καταταγούν στο στρατό του, να μάθουν ελληνικά γράμματα και να εκπαιδεύονται στα Μακεδονικά όπλα[62]. Αν υπήρχε μακεδονική γλώσσα, ασφαλώς θα τους διέταζε να μάθουν «μακεδονικά» γράμματα, διότι πώς αλλιώς θα ήταν δυνατό να συνεννοούνται κατά την εκπαίδευση στα μακεδονικά όπλα αν μάθαιναν γλώσσα διαφορετική από αυτή που μιλούσαν οι Μακεδόνες.
7. Η συνέχιση της σκοπιανής γλώσσας με τη γλώσσα των Βυζαντινών Θεσσαλονικέων
Οι Σκοπιανοί έχουν φθάσει στο σημείο να ισχυρίζονται ότι η γλώσσα τους συγγενεύει με τη γλώσσα που μιλούσαν οι Θεσσαλονικείς την εποχή των ιεραποστόλων Κυρίλλου και Μεθοδίου, οι οποίοι μετάφρασαν την Αγία Γραφή στη σλαβική γλώσσα. Με τον τρόπο αυτό προσπαθούν να παρουσιάσουν ως σλαβική πόλη ακόμη και τη Θεσσαλονίκη. Και τούτο ενώ είναι αδιαμφισβήτητο, ότι η Θεσσαλονίκη, από τη στιγμή της ίδρυσής της, το 4ο αιώνα π.Χ., και χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα, ήταν και είναι αξιόλογη ελληνική πόλη με ακμαίο ελληνισμό και γνήσια ελληνική γλώσσα. Πώς θα ήταν δυνατόν άλλωστε να είναι Σλάβοι και να μιλούν σλαβικά αυτοί που απέκρουσαν κατ’ επανάληψη με επιτυχία τις επιδρομές των Σλάβων; Οι ιεραπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος, προκειμένου να μπορέσουν να διδάξουν το Χριστιανισμό στους ειδωλολάτρες σλαβικούς λαούς των Βαλκανίων, έμαθαν πρώτα τη σλαβική γλώσσα από τους αιχμαλώτους δουλοπάροικους σλάβους αγρότες της πεδιάδας της Θεσσαλονίκης και μετά προχώρησαν στο ιεραποστολικό έργο τους. Αντί να τους ευγνωμονούν για τη μετάδοση των φώτων του Χριστιανισμού και του Βυζαντινού πολιτισμού οι Σκοπιανοί επιδιώκουν να παρουσιάσουν τους δύο ιεραποστόλους ως σλαβικής καταγωγής. Επιδιώκουν να παρουσιάζουν ως Σλάβους όλους τους διακεκριμένους Μακεδόνες, όπως ακριβώς παρουσιάζουν ως Σλάβους και τους Μακεδόνες βασιλείς Φίλιππο Β΄ και Μ. Αλέξανδρο, για να αποκτήσουν έτσι αξιόλογους προγόνους.
8. Η παρουσίαση των αρχαίων Μακεδόνων ως εξελληνισθέντος βάρβαρου λαού
Ισχυρίζονται ακόμη οι Σκοπιανοί, ότι αρχικά οι Μακεδόνες ήταν μια συγγενική φυλή των Ιλλυριών που μιλούσε την Ιλλυρική γλώσσα σε δική της βάρβαρη διάλεκτο. Κατά την άποψη των Σκοπιανών η φυλή αυτή εξελληνίστηκε αφενός από τους καταγόμενους από το Άργος Έλληνες Ηρακλείδες–Τιμενίδες βασιλείς και αφετέρου από την επικοινωνία που είχε με τις ελληνικές αποικίες που ίδρυσαν στα παράλια της Χαλκιδικής οι Έλληνες της Νότιας Ελλάδας.
Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν ευσταθούν. Αλλόγλωσσοι βασιλείς δε θα μπορούσαν ποτέ να επιβάλλουν με τη βία την αλλαγή της γλώσσας στο δυναμικό μακεδονικό λαό. Τούτο θα ερχόταν σε σύγκρουση με την παράδοση του μακεδονικού λαού και το πατριωτικό εθνικό του γόητρο. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε οι ορεσίβιοι ποιμένες Μακεδόνες να εγκαταλείψουν με μια απλή διαταγή του βασιλιά τους τη μητρική τους γλώσσα σε μια τόσο πρώιμη ιστορική εποχή και να μάθουν, χωρίς να φοιτούν σε σχολεία, τη δύσκολη ελληνική γλώσσα; Θα ήταν, παραπέρα, ποτέ δυνατόν να εγκαταλείψουν τη μητρική τους γλώσσα οριστικά και αμετάκλητα χωρίς να τη διατηρήσουν παράλληλα με την ελληνική γλώσσα; Αν ίσχυαν αυτά που υποστηρίζουν οι Σκοπιανοί, θα έπρεπε κατ’ ελάχιστο να είχε διασωθεί ιστορικά κάποια μακεδονική αρχαία γλώσσα.
Δεν έχουμε στην ιστορία «παράδειγμα λαού, όστις εγκατέλειψε την γλώσσα και την εθνικότητα αυτού, μόνον και μόνον διότι διέταξε τούτο ο βασιλεύς του», τονίζει ορθά ο καθηγητής Α. Δασκαλάκης. «Η ιστορία δε θεωρεί το Φίλιππο και τον Αλέξανδρο ως τους εξελληνίσαντες το λαό τους, αλλά αποδέχεται ότι αυτοί κυρίως αποκάλυψαν την μακρά εθνογραφική αλήθεια, διότι η Μακεδονία ήταν ελληνική γη έκπαλαι!», συμπληρώνει ο Ολλανδός πανεπιστημιακός καθηγητής DeWaele.
Αν αλήθευαν οι ισχυρισμοί των Σκοπιανών σχετικά με την αρχική καταγωγή των Μακεδόνων, φυσικότερο θα ήταν να εκβαρβαρωθεί η βασιλική οικογένεια, όπως συνέβη και σε άλλους ηγεμονικούς οίκους, παρά να εκπολιτιστούν οι Μακεδόνες από τους βασιλείς. Εξάλλου, αν συνέβαινε να εξελληνισθούν οι υπαγόμενοι στη δυναστεία των Αργιδών Μακεδόνες, τότε θα έπρεπε οι άλλοι Μακεδόνες που υπάγονταν σε άλλους βασιλείς να έχουν παραμείνει στην αρχική τους κατάσταση, χωρίς δηλαδή να εξελληνιστούν. Τέτοια διαφορά πολιτισμών μεταξύ των Μακεδόνων δεν παρατηρείται όμως.
Ο δεύτερος ισχυρισμός, ότι δηλαδή εκπολιτίστηκαν οι Μακεδόνες και άλλαξαν γλώσσα λόγω της επικοινωνίας τους με τις αθηναϊκές και άλλες ελληνικές αποικίες της Χαλκιδικής, δεν συμβιβάζεται με την ιστορική πραγματικότητα. Θα ήταν ποτέ δυνατό να εκπολιτισθούν οι αρχαίοι Μακεδόνες με τις εμπορικές μόνο συναλλαγές και να αλλάξουν τη μητρική εθνική τους γλώσσα σε βαθμό τέτοιο, ώστε να εξαφανιστεί κάθε ίχνος ομιλίας και γραφής σ’ όλη τη Μακεδονία; Ούτε πάλι θα ήταν δυνατόν να έχουν επιδράσει οι Αθηναϊκές αποικίες της Χαλκιδικής τόσο πολύ στον εκπολιτισμό των Μακεδόνων αφού τις κατέλαβε ο Φίλιππος και μετά, διότι οι περισσότερες καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Εξάλλου, είναι ο νικητής αυτός που επιβάλλει τον πολιτισμό και τη γλώσσα του στους νικημένους, και όχι οι νικημένοι.
Ο Γερμανός Κάρολος Μπέλοχ (KarolosBeloch), που μελέτησε περισσότερο από όλους την σύσταση των πληθυσμών της αρχαίας Ελλάδας, τονίζει χαρακτηριστικά: «Από όλους τους ηλιθίους ισχυρισμούς ηλιθιότερος είναι αυτός που θα υποστήριζε, ότι ο Μακεδονικός λαός, ο οποίος κυριάρχησε σε όλο τον κόσμο, θα απαρνιόταν την εθνική του γλώσσα για να υιοθετήσει άλλη ξένη γλώσσα.»
Εξάλλου, αν είχαν εξελληνιστεί οι Μακεδόνες από τις αθηναϊκές αποικίες θα έπρεπε να μιλούν την ιωνική ελληνική διάλεκτο και όχι τη δωρική, που ήταν η μητρική τους ελληνική διάλεκτος. Τη θεωρία του εξελληνισμού των Μακεδόνων δια μέσου των ελληνικών αποικιών της Χαλκιδικής την απορρίπτει έτσι κατηγορηματικά και ο Otto Hoffman, παραπέμποντας στο αναμφισβήτητο γεγονός, ότι οι διασωθείσες αρχαίες μακεδονικές λέξεις προέρχονται από την ελληνική δωρική διάλεκτο, και δεν έχουν κανένα κοινό διαλεκτικό στοιχείο με την Ιωνική διάλεκτο που μιλούσαν οι αποικίες της Χαλκιδικής.
9. Η επίκληση της έλλειψης ενεπίγραφων ελληνικών πλακών χρονολογούμενων πριν τον 6ο αιώνα π.Χ.
Οι Σκοπιανοί προβάλλουν ως επιχείρημα κατά της ελληνικότητας της Μακεδονίας και την έλλειψη ενεπίγραφων πλακών με ελληνικά γράμματα που να χρονολογούνται πριν 6ο αιώνα π.Χ. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στο «TheCambidgeAncienthistory» το 1982, οι Σκοπιανοί αποδίδουν την έλλειψη αυτή στο γεγονός, ότι οι Μακεδόνες πριν τον 6ο αιώνα π Χ. μιλούσαν τάχα Ιλλυρικά και γι’ αυτό δε βρίσκονται ενεπίγραφες πλάκες με ελληνικά γράμματα. Πλάκες με ελληνικά γράμματα που να χρονολογούνται πριν τον 6ο αιώνα π.Χ. δεν έχουν βρεθεί βέβαια. Έχουν βρεθεί όμως πολλά νομίσματα με ελληνικές επιγραφές. Σχετικές πλάκες δεν έχουν βρεθεί άλλωστε γενικά σ’ όλη την Ελλάδα, ακόμη και στη περιοχή των Αθηνών, διότι πριν τον 6ο αιώνα π.Χ. δεν γινόταν ευρεία χρήση της πέτρας για τη γραφή, αλλά χρησιμοποιούνταν ξύλα, δέρματα κ.λπ ., τα οποία καταστράφηκαν ευκολότερα με την πάροδο του χρόνου. Αν ακολουθήσει κανείς την πλανημένη επιχειρηματολογία των Σκοπιανών θα πρέπει τελικά να δεχτεί, ότι ούτε η Νότια Ελλάδα κατοικούνταν πριν τον 7ο αιώνα π.Χ. από Έλληνες, αφού και εκεί σπανίζουν τα ευρήματα ενεπίγραφων ελληνικών πλακών.
10. Η επίκληση της ύπαρξης αυτόνομου μακεδονικού έθνους και η προσπάθεια των Σκοπιανών να ταυτιστούν μαζί του
Μακεδονικό έθνος, ξεχωριστό από το ελληνικό έθνος, δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία. Σύμφωνα με έναν ευρέως διαδεδομένο ορισμό της έννοιας, «έθνος» είναι το σύνολο των ανθρώπων που έχουν κοινή καταγωγή και ομιλούν την ίδια γλώσσα, που υπέστησαν την ίδια εξέλιξη στην πολιτική ζωή και στο πολιτισμό και έχουν ανεπτυγμένη τη συνείδηση ότι συνδέονται στενά μεταξύ τους[63]. Κατά μία άλλη εννοιολογική οριοθέτηση, έθνος είναι μια ιστορικά διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων που δημιουργείται πάνω στη βάση της κοινότητας, της γλώσσας, του εδάφους, της οικονομικής ζωής και της ψυχοσύνθεσης που εκδηλώνεται στον κοινό πολιτισμό.
Όποιον ορισμό και αν θέσει κανείς ως βάση για την εξέταση των Μακεδόνων, διαπιστώνεται, ότι αυτοί ποτέ δεν αποτέλεσαν ένα ξεχωριστό έθνος από τους Έλληνες, διότι ούτε διαφορετική καταγωγή είχαν, ούτε διαφορετική γλώσσα μιλούσαν, ούτε διαφορετική οικονομική ζωή διήγαν ούτε από διαφορετική ψυχοσύνθεση χαρακτηρίζονταν. Δεν διέφεραν στον πολιτισμό και στις εκδηλώσεις των ηθών και εθίμων από τους Έλληνες. Ήταν ελληνικής εθνότητας με κοινή θρησκεία, κοινή γλώσσα, κοινό πολιτισμό, κοινά ήθη και έθιμα, κοινήπαράδοση και κοινή εθνική ελληνική συνείδηση. Γι’ αυτό θλίβονταν από τους εμφυλίους πολέμους των Ελλήνων και ενδιαφέρονταν περισσότερο από όλους να ενώσουν τις ελληνικές πόλεις-κράτη σε ένα ενιαίο ελληνικό κράτος. Από αρχαιοτάτων χρόνων η Μακεδονία και οι Μακεδόνες ήταν και είναι αναπόσπαστο τμήμα του ελληνικού έθνους.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, σε ομιλία του το Μάρτιο του 1986 από το βήμα της Ελληνικής Βουλής, διακήρυξε με έμφαση ότι δεν υπάρχει «μακεδονική (σλαβομακεδονική) μειονότητα» στην Ελλάδα και ούτε «μακεδονικό έθνος» στα Βαλκάνια. Αυτοτελές μακεδονικό έθνος δεν υπήρξε στην ιστορία ποτέ. Σε καμία πηγή δεν γίνεται λόγος για ξεχωριστή εθνότητα των Μακεδόνων. Τόσο οι βασιλείς της Μακεδονίας όσο και ο μακεδονικός λαός είχαν ως προγόνους τους τούς Δωριείς, που διασκορπίστηκαν σ’ όλη την Ελλάδα. Όλοι οι Μακεδόνες μιλούσαν την ίδια ελληνική γλώσσα στη δωρική διάλεκτο. Είχαν τις ίδιες παραδόσεις, τα ίδια ήθη και έθιμα και τον ίδιο πολιτισμό με μικρές τοπικές διαφορές. Στην Ελλάδα, μέχρι να επικρατήσει το δημοκρατικό πολίτευμα στην Αθήνα, οι περισσότερες πόλεις είχαν βασιλικό πολίτευμα, όπως και η Μακεδονία. Από τις αρχαιολογικές ανασκαφές στα εδάφη της Μακεδονίας αποδεικνύεται εναργώς, ότι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες και γι’ αυτό ανέπτυξαν και διέδωσαν στα πέρατα του κόσμου την ελληνική γλώσσα, τα ελληνικά γράμματα, την ελληνική σοφία και τον ελληνικό πολιτισμό. Οι ανευρεθέντες ναοί και τα αγάλματα των Θεών των Μακεδόνων φανερώνουν ότι αυτοί λάτρευαν τους Θεούς της Ελλάδας και είχαν την ίδια θρησκεία με όλους τους Έλληνες. Ο απόστολος Παύλος στις αποστολικές του ανά την Ελλάδα περιοδείες δεν ξεχωρίζει τους Μακεδόνες από τους άλλους Έλληνες. Πουθενά στην Αγία Γραφή δεν γίνεται διάκριση εθνότητας μεταξύ Πελοποννήσου, Αττικής και Μακεδονίας. Οι Πράξεις των Αποστόλων (17, 12) ονομάζουν τις χριστιανές της Βέροιας Ελληνίδες και όχι Σλαβομακεδόνισσες, όπως θέλουν να ονομάζουν τις Βεροιώτισες οι Σκοπιανοί. Στα ελληνικά έγραψε ο απόστολος Παύλος τις επιστολές του προς τις πόλεις της Νότιας και Βόρειας Ελλάδας, την Κόρινθο, τη Θεσσαλονίκη και τους Φιλίππους. Αν οι Μακεδόνες την εποχή εκείνη μιλούσαν μακεδονικά, όπως ισχυρίζονται οι Σλάβοι, τότε φυσικά δεν θα είχε επιλεγεί από τον Απόστολο η ενιαία χρήση της ελληνικής γλώσσας.
Στο ΣΤ΄ Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο που έγινε στη Θεσσαλονίκη το 1996 για την Αρχαία Μακεδονία, πολλοί κορυφαίοι διεθνούς φήμης ιστορικοί επιστήμονες στηλίτευσαν τους ψεύτες και σφετεριστές της ιστορίας της Μακεδονίας και διακήρυξαν την ιστορική αλήθεια της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Μεταξύ των προσκεκλημένων ήταν και ο κορυφαίος καθηγητής της Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, συγγραφέας του τρίτομου έργου «Ιστορία της Μακεδονίας», Άγγλος ιστορικός Νικόλαος Χάμουντ. Μίλησε με πολύ θέρμη για τους αρχαίους Μακεδόνες και τεκμηρίωσε με πολλά επιχειρήματα ότι «αυτοί δεν είχαν καμιά σχέση με τους Σκοπιανούς, που ήσαν υπήκοοι των Μακεδόνων και είχαν δική τους γλώσσα. Οι Σκοπιανοί ήσαν Σλάβοι και Αλβανοί χωρίς ελληνική φωνή.» Τόνισε ιδιαίτερα ότι η μακεδονική γλώσσα ήταν ελληνική.
Οι Σκοπιανοί επιδιώκουν να παρουσιάσουν τον εαυτό τους σήμερα ως συνέχεια του μακεδονικού έθνους. Ποια χαρακτηριστικά του ορισμού τους έθνους έχουν όμως να επιδείξουν; Οι κάτοικοι των Σκοπίων δεν έχουν κοινή καταγωγή, αλλά όπως ήδη επισημάνθηκε κατά την εξέταση της εθνολογικής τους σύνθεσης, συνιστούν κράτος της πανσπερμίας και της Βαβέλ. Είναι κράμα ανθρώπων διαφόρων εθνικοτήτων, κράμα Βουλγάρων, Αλβανών, Σέρβων, Τούρκων, Τσιγγάνων, Αρμενίων, Βλάχων, Εβραίων και Ελλήνων, που έχουν ουσιαστικά υποστεί πλύση εγκεφάλου μέχρι να αρχίσουν να αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες. Δεν έχουν όλες οι περιοχές του κράτους των Σκοπίων κοινή προφορική και γραπτή γλώσσα. Η επίσημη γλώσσα τους είναι ένα κράμα λέξεων από γλώσσες και τοπικά ιδιώματα των παραπάνω εθνικοτήτων. Στις λέξεις αυτές έχει γίνει προσπάθεια τεχνητής προσθήκης σλαβοφανών καταλήξεων, έτσι ώστε το τελικό άκουσμα να δίνει την αίσθηση μίας ενιαίας γλώσσας. Οι κάτοικοι των Σκοπίων ούτε κοινή εθνική παράδοση έχουν, ούτε εθνική συνείδηση τέτοια, που να μπορεί να τους αναδείξει ως αυτόνομη πολιτιστική οντότητα εντός του βαλκανικού χώρου. Πολύ περισσότερο, κάθε ράτσα του πανσπερμικού σκοπιανού πληθυσμού έχει διατηρήσει, όσο μπορούσε μέσα στο ανελεύθερο καθεστώς που ζούσε, τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά και τη συνείδηση της εθνικότητας από την οποία προέρχεται. Μόνο με την προπαγάνδα και τη βία κατέστη εφικτή η άνωθεν επιβολή της ψευδαίσθησης μίας κοινής πολιτισμικής προέλευσης. Οι Έλληνες των Σκοπίων υποχρεώθηκαν π.χ. με τη βία να αλλάξουν τα επίθετά τους, με την προσθήκη στο τέλος αυτών σλαβομακεδονικής κατάληξης, έτσι ώστε να μην φαίνεται προς τα έξω ότι είναι Έλληνες. Πριν τη δημιουργία του ψευδεπίγραφου κράτους των Σκοπίων οι κάτοικοι της περιοχής δεν είχαν ούτε καν αυτόνομη οικονομική εξέλιξη και ζωή, αλλά ήταν απολύτως εξαρτημένοι, κατά ομάδες, από το εκάστοτε βαλκανικό κράτος προέλευσής τους (: οι Βούλγαροι από τη Βουλγαρία,, οι Αλβανοί από την Αλβανία, οι Έλληνες από την Ελλάδα και οι Σέρβοι από τη Σερβία). Ο πληθυσμός της Νότιας Γιουγκοσλαβίας γενικά ποτέ δεν είχε μία συμπαγή πολιτιστική ταυτότητα, αλλά συνιστούσε ανέκαθεν πρωτοφανές κράμα ξένων μειονοτήτων. Δημιουργία σλαβομακεδονικού έθνους δεν ήταν φυσικά ποτέ δυνατή, διότι ιστορικά οι Σλάβοι ουδέποτε υπήρξαν Μακεδόνες. Δημιουργία μακεδονικού έθνους επίσης δεν ήταν και δεν είναι δυνατή, αφού η Μακεδονία και οι Μακεδόνες ποτέ δεν αποτέλεσαν ξεχωριστό έθνος. Οι προσπάθειες των Σκοπιανών για δημιουργία «μακεδονικού έθνους» ερείδονται σε μία διαστροφή της έννοιας του έθνους. Είναι παραλογισμός που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο.
11. Συνοπτική έκθεση άλλων ανιστόρητων ισχυρισμών
α)Οι Σκοπιανοί διαστρέφουν την ιστορική αλήθεια σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των Μακεδόνων στις Αμφικτιονίες και τις συμμαχίες τους με άλλες πόλεις της Νότιας Ελλάδας. Ισχυρίζονται, ειδικότερα, ότι ο Φίλιππος Β΄ δεν έβαλε στην Αμφικτιονία των Δελφών το 346 π Χ ή στη συμμαχία των Ελλήνων το 338-337 π.Χ. τους Μακεδόνες, αλλά μόνον τον εαυτό του, αφού αυτός μόνο προσήλθε και υπέγραψε τις σχετικές συνθήκες. Παραβλέπουν όμως έτσι ‑άραγε λόγω άγνοιας στοιχειωδών ιστορικών δεδομένων ή λόγω συνειδητής προσπάθειας παραποίησης της αλήθειας;‑, ότι στα μοναρχικά πολιτεύματα ήταν ο βασιλιάς αυτός που αντιπροσώπευε όλους τους υπηκόους του σε κάθε συμφωνία και συμμαχία. Κατά την υπογραφή συμφωνιών κάθε κράτος έστελνε τους εντεταλμένους αντιπροσώπους του, οι οποίοι ενεργούσαν βέβαια για λογαριασμό όλων των πολιτών. Υπογράφοντας ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ τις συνθήκες με τις οποίες γινόταν μέλος της Αμφικτιονίας και σύμμαχος με τις πόλεις της Ελλάδας, μέλη της Αμφικτιονίας και σύμμαχοι των ελληνικών πόλεων γίνονταν ταυτόχρονα και όλοι οι Μακεδόνες.
β)Προκειμένου να έχουν έρεισμα επέκτασης του κράτους τους προς βορρά και προς νότο οι Σκοπιανοί εισάγουν παραπέρα στην ιστορία τους ψευδείς αναφορές ή προσφεύγουν σε φαιδρά επιχειρήματα.
Καταρχάς, περιλαμβάνουν στη Μακεδονία και μέρος της αρχαίας Δαρδανίας. Οι ρωμαϊκές ιστορικές πηγές αναφέρουν όμως χαρακτηριστικά, ότι οι Δαρδανοί ήταν η εχθρικότερη φυλή κατά των Μακεδόνων.
Ο γεωγράφος J. Cvijie προβάλλει παραπέρα το εξής φαιδρό και οπισθοδρομικό επιχείρημα, το οποίο δεν αξίζει καν του σχολιασμού: Η κοιλάδα του Μοράβα αποτελεί γεωγραφική ενότητα με την ελληνική κοιλάδα του Αξιού . Επιβάλλεται επομένως οι περιοχές αυτές να αποτελέσουν και μία εθνική ενότητα. Αναγκαία για το σκοπό αυτό είναι η προσάρτηση της κοιλάδας του Αιγαίου στα Σκόπια. ‑Αν κανείς έθετε ως βάση αυτή τη λογική, θα έπρεπε βέβαια να αλλάξει τα σύνορα των περισσοτέρων κρατών, ανάλογα με τις κατευθύνσεις των ποταμών και των οροσειρών και τις επεκτάσεις των κοιλάδων και των πεδιάδων γενικά. Χρησιμοποιώντας τέτοια επιχειρήματα οι Σκοπιανοί αποδεικνύουν ξεκάθαρα, ότι συνεχίζουν στο 21ο αιώνα να σκέπτονται και να ενεργούν όπως έκαναν οι πρόγονοί τους Σλάβοι κατά το 6ο αιώνα μ.Χ. στη Μακεδονία[64].
γ) Κάποιοι Σκοπιανοί αναζητούν, μπροστά στην ένδεια των ιστορικών επιχειρημάτων τους, προσφυγή στο φαιδρό ισχυρισμό, ότι εν πάση περιπτώσει χρησιμοποιούν το όνομα Μακεδονία για περισσότερα από πενήντα χρόνια (1944-2006) και κατά συνέπεια έχουν δημιουργηθεί προς όφελός τους «κεκτημένα δικαιώματα» δυνάμει «χρησικτησίας», γεγονός που δικαιολογεί και το αίτημα προσάρτησης όλης της Μακεδονίας στα Σκόπια. Μόλις και χρειάζεται βέβαια να επισημανθεί, ότι αν πραγματικά ετίθετο ζήτημα «χρησικτησίας», θα έπρεπε να ήταν οι Έλληνες αυτοί που, στηριζόμενοι στα 4.000 χρόνια ελληνικής ιστορίας της Μακεδονίας, θα έπρεπε να διεκδικούν την προσάρτησή της βόρειας Μακεδονίας στην Ελλάδα.
δ)Οι Σκοπιανοί προσπαθούν τέλος να σφετεριστούν την ιστορία, τα μνημεία, το πολιτισμό και όλα τα ήθη και έθιμα των Μακεδόνων, προβάλλοντας τον ισχυρισμό, ότι όλα αυτά διαμορφώθηκαν με την έλευση των προγόνων τους Σλάβων τον 6ο με 7ο αιώνα μ.Χ. Ισχυρίζονται ότι οι πρόγονοί τους ενώθηκαν με τους «μη Έλληνες» αρχαίους Μακεδόνες και μαζί δημιούργησαν ένα νέο λαό, τους Σλαβομακεδόνες. Επαίρονται ότι οι σημερινοί «Μακεδόνες των Σκοπίων», λόγω της ανάμειξής τους με τους κατοίκους της Μακεδονίας είναι απόγονοι των Σλάβων Μακεδόνων του Μεσαίωνα. Η επιμειξία τους με τους Μακεδόνες τους καθιστά απογόνους των βασιλέων της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄ και του Μ. Αλεξάνδρου, των οποίων τους ανδριάντες επιθυμούν να αναγείρουν στα Σκόπια και στο Μοναστήρι. Οι παραπάνω ισχυρισμοί είναι βέβαια παντελώς ατεκμηρίωτοι, και, στο μέτρο που προβάλλονται από καθημερινούς ανθρώπους, δημιουργούν λύπη για το τεράστιο μέγεθος της «προπαγανδιστικής διαφώτισης» που προφανώς έχει ασκηθεί επάνω τους.
12. Η άλλη όψη: Σλάβοι κήρυκες της ελληνικής ταυτότητας της Μακεδονίας
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν με τον εναργέστερο τρόπο, ότι οι Σκοπιανοί, προκειμένου να στηρίξουν τις έωλες αμφισβητήσεις τους σε σχέση με την ελληνικότητα της Μακεδονίας, είτε αρπάζονται τυχοδιωκτικά από σκόρπιες λέξεις στα αρχαία κείμενα, τις οποίες ερμηνεύουν κατά βούληση έξω από τα συμφραζόμενα και το ιστορικοπολιτικό πλαίσιο του εκάστοτε κειμένου, είτε προβαίνουν σε κατασκευή παντελώς ψευδών στοιχείων.
Οφείλει κανείς πάντως να επισημάνει, ότι οι παραπάνω συμπεριφορές δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο των γειτόνων μας. Υπάρχουν, ευτυχώς, και αμερόληπτοι Σλάβοι ιστορικοί, που παραδέχονται ευθαρσώς, ότι η εγκατάσταση της σλαβικής φυλής στα Βαλκάνια έλαβε χώρα κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. και ότι η πολιτισμική πρόοδος των Σλάβων ξεκίνησε μόλις τον 10ο αιώνα μ.Χ. με τη βοήθεια των εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενων Μακεδόνων μοναχών Κύριλλου και Μεθοδίου. Αναγνωρίζουν επίσης, ότι οι Μακεδόνες ήταν και είναι Έλληνες που μεγαλούργησαν πολλούς αιώνες πριν την άφιξη των Σλάβων στα Βαλκάνια. Ως εκ τούτου, αποδέχονται απόλυτα και το γεγονός, ότι δεν υφίσταται καμία φυλετική σχέση μεταξύ Σλάβων και αρχαίων Μακεδόνων.
Αξίζει όμως να εξετάσει κανείς με τη σειρά, τα αδιάσειστα εκείνα ιστορικά και λοιπά στοιχεία, που όχι μόνο καταρρίπτουν τους έωλους ισχυρισμούς των Σκοπιανών-αρνητών της ελληνικότητας της Μακεδονίας, αλλά και τεκμηριώνουν θετικά, με τρόπο αδιαμφισβήτητο, την ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας.
III. Η Ελληνική Ιστορική ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
A. Η ελληνική προέλευση των λέξεων Μακεδών-Μακεδονία
Η λέξη «Μακεδών» με την προσθήκη της καταλήξεως «‑ια» σχηματίζει τη λέξη Μακεδονία. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ελληνικές λέξεις που προέρχονται από το αρχαίο ελληνικό επίθετο «μακεδνός». Το συγκεκριμένο επίθετο, με τη σειρά του, σχηματίζεται από το θέμα «μακ‑» (: του δωρικού ονόματος «μάκος», που σημαίνει μήκος), το πρόσφυμα «δ» και την κατάληξη «‑νος». Στη νεοελληνική «μακε-δ-νός» είναι ο ψηλόκορμος.
Οι αρχαίοι Μακεδόνες είχαν εντυπωσιακό μήκος λυγερόκορμου αναστήματος που προκαλούσε εντύπωση στους γείτονές τους. Ήταν ψηλοί και ευκίνητοι. Τους αποκαλούσαν ψηλούς, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα, που αντί να αποκαλούμε τον μεγάλο στο ανάστημά με το όνομά του τον προσφωνούμε συχνά με τη λέξη «ψηλέ». Οι Μακεδόνες ήταν πανύψηλοι σαν τις λυγερόκορμες ψηλές λεύκες. Τούτο φαίνεται και στην περίφημη μακεδονική φάλαγγα, όπου κρατούσαν ως όπλο το μακρύ μακεδονικό δόρυ των 5 με 6 μέτρων από λεπτό εύκαμπτο ξύλο κρανιάς με κοφτερή λεπίδα στην άκρη, τη σάρισα. Μόνο ένας ψηλός στο ανάστημα Μακεδόνας πολεμιστής μπορούσε να χειρίζεται αποτελεσματικά τη σάρισα την ώρα της μάχης και να αλλάζει σχηματισμούς παράταξης, προκειμένου να εξοντώνει τον εχθρό. Ο ιστορικός Πολύβιος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μηδέν εωρακέναι φοβερότερον και δεινότερον φάλαγγος Μακεδονικής».
[Εικόνα.10η Αναπαράσταση μακεδονικής φάλαγγας, ]
Το όνομα Μακεδονία / Μακεδόνες είναι αναπαλλοτρίωτο κτήμα του Ελληνισμού εδώ και 4.000 χρόνια. Δόθηκε κατά τη δεύτερη χιλιετηρίδα π.Χ. στην περιοχή αυτή και στους κατοίκους της, λόγω του αναστήματος αυτών. Σε ποιες άραγε στέπες και σε πια πρωτόγονη πολιτισμική κατάσταση βρίσκονταν τότε οι πρόγονοι των Σκοπιανών;
Από αρχαιοτάτων χρόνων η Μακεδονία εντασσόταν στη γεωγραφική επικράτεια του ελληνικού έθνους. Είναι εθνική κληρονομιά των Ελλήνων Μακεδόνων από τους προγόνους τους. Κανείς άλλος δεν αμφισβήτησε την ελληνικότητα της Μακεδονίας στους σαράντα τελευταίους αιώνες, εκτός από τους Βουλγάρους στα τέλη του 19ου αιώνα και τους Σκοπιανούς στον 20ο αιώνα, που διεκδικούν το όνομα Μακεδονία για το νεοσύστατο κράτος τους. Ο σφετερισμός αυτός συνιστά σοβαρή παράβαση του διεθνούς δικαίου, αφού ισοδυναμεί με κλοπή εθνικού πλούτου.
Στο διεθνές Εμπορικό Δίκαιο απαγορεύεται ρητά, υπό την απειλή αυστηρότατων κυρώσεων, η χρήση της επωνυμίας και του διακριτικού σήματος (της φίρμας) κάποιας επίσημα αναγνωρισμένης εμπορικής εταιρείας. Όταν ισχύουν τέτοιες ρυθμίσεις για την προστασία μίας εμπορικής και μόνο φίρμας, ποιες κυρώσεις θα έπρεπε να προβλέπονται άραγε για τους Σκοπιανούς που επιδιώκουν τον σφετερισμό του ονόματος, του πολιτισμού και της ιστορίας των 4.000 ετών της αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας;
B. Μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων
Η ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας αναδύεται ανάγλυφα μέσα από τα κείμενα όλων σχεδόν των αρχαίων συγγραφέων. Ενδεικτικά:
1. Ηρόδοτος
Ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος (485-427 π.Χ.) αναφέρει, ότι οι Λακεδαιμόνιοι, οι Κορίνθιοι, οι Συκυώνιοι, οι Επίδαυροι και οι Τροιζήνιοι, που συμμετείχαν με τα πλοία τους στη ναυμαχία της Σαλαμίνος, ήταν έθνος δωρικό και μακεδονικό[65]. Μας πληροφορεί, δηλαδή, ότι και οι αρχαίοι κάτοικοι των παραπάνω πόλεων (Σπάρτη, Κόρινθος, Επίδαυρος κ.λπ.) προέρχονταν από τους Μακεδόνες. Οι αρνούμενοι την ελληνικότητα της Μακεδονίας, αν θέλουν να είναι συνεπείς, πρέπει λοιπόν να αρνηθούν την ελληνικότητα και αυτών των πόλεων.
Ο Ηρόδοτος (Ε΄ 22) γράφει ακόμη: «Όπως τυχαίνει να το ξέρω προσωπικά και εγώ, οι ηγεμόνες της Μακεδονίας, που κατάγονται από το Περδίκα, είναι Έλληνες». Ο μεγάλος ιστορικός βεβαιώνει λοιπόν και με βάση την προσωπική του αντίληψη την ελληνική καταγωγή των βασιλέων της Μακεδονίας. Ο ισχυρισμός των Σκοπιανών, ότι μόνο οι Τημενίδες βασιλείς της Μακεδονίας ήταν Έλληνες, καταγόμενοι από το Άργος της Πελοποννήσου, είναι συνεπώς εσφαλμένος. Τούτο προκύπτει άλλωστε και από τους σωζόμενους καταλόγους των πολιτών Μακεδόνων που κέρδισαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ενόψει του γεγονότος, ότι μόνο Έλληνες επιτρεπόταν να συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες, γίνεται φανερό ότι και οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες.
Ο Ηρόδοτος (Η΄ 137-138) μας διηγείται, παραπέρα, για τη ζωή των βασιλέων της Μακεδονίας και το έμβλημα αυτών τα εξής: «Ήταν φυγάδες από το Άργος (Οριστικό) τρία αδέλφια. Ο Γαυάνης, ο Αέροπος και ο Περδίκας, απόγονοι του Βασιλέα Τιμένου που κατάγονταν από τον Ηρακλή». Έγιναν υπηρέτες του βασιλέα της πόλης Λεβαίας στην περιοχή Πτολεμαΐδας της Μακεδονίας. Τούτος όμως, αντί να τους πληρώσει στο τέλος τους μισθούς τους, τους έδειξε στο δάπεδο ένα λαμπερό κύκλο με ακτίνες σχηματιζόμενες από το φως του ηλίου που έμπαινε από τη καπνοδόχο και τους είπε: «Μισθόν αποδίδωμι υμίν τον ήλιον». Ο Περδίκας του απάντησε τότε: «δεχόμεθα ω βασιλεύ τα προσφερόμενα», και με το μαχαίρι του χάραξε στο πάτωμα το σχήμα του κύκλου του φωτός του ήλιου με τις ακτίνες και προσποιήθηκε ότι τον πήρε ως μισθό και τον έβαλε στο κόρφο του. Αυτή είναι η ιστορία γέννησης του εμβλήματος των Μακεδόνων, του ήλιου με τις δεκαέξι ακτίνες, που βρέθηκε πάνω στη χρυσή λάρνακα της οστεοθήκης στο τάφο του βασιλέα της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄ στη Βεργίνα. Το έμβλημα αυτό είναι γνήσια ελληνικό και χρονολογείται ήδη από τη τις αρχές της πρώτης χιλιετηρίδας π.Χ. Η προσπάθεια των Σκοπιανών να σφετεριστούν αυτό το σύμβολο, τοποθετώντας το στη σημαία τους, μόνο αγανάκτηση και οργή μπορεί να προκαλεί.
[Εκόνα11 Η χρυσή λάρνακα με το δεκαεξάκτινο έμβλημα των Μακεδόνων από το τάφο του βασιλέα Φιλίππου Β]
Ο Ηρόδοτος εξιστορεί, ακόμη, ότι ο βασιλιάς των Μακεδόνων Αλέξανδρος Α΄ απευθυνόμενους πρέσβεις των Περσών, τους είπε: «Να αναφέρετε στο βασιλιά σας, που σας έστειλε, ότι ένας Έλληνας διοικητής της Μακεδονίας σας έκανε καλή υποδοχή» Και σε άλλο σημείο ο Αλέξανδρος Α΄ ομολογεί επίσης: «Αυτός τε γάρ Έλλην το γένος ειμί τωρχαίον και αντί ελεύθερης δεδουλωμένην ουκ αν θέλοιμι οράν την Ελλάδα»[66]. Όντας δηλαδή κατά το γένος Έλληνας, δεν θα ήθελε να δει την Ελλάδα να υποδουλώνεται στους Πέρσες. Ο Ηρόδοτος ξεχωρίζει, παραπέρα, τους Έλληνες Μακεδόνες από τους άλλους λαούς, όπως π.χ. τους Ιλλυριούς, που στιγμάτιζαν το σώματά τους με τατουάζ, και τους Θράκες, που αγόραζαν τις γυναίκες τους από τους γονείς τους με χρήματα. Οι Μακεδόνες, γράφει ο ιστορικός, ως Έλληνες απέφευγαν τα τατουάζ και έπαιρναν τις γυναίκες μόνο εφόσον αυτές έδιναν ελεύθερα τη συγκατάθεσή τους. Οι Μακεδόνες απέφευγαν επίσης τους ληστρικούς πολέμους με στόχο τις αρπαγές και τις καταστροφές[67].
2. Αρριανός
Ο Αρριανός αναφέρει στην Αλεξάνδρου Ανάβασιν, ότι ο Φίλιππος το 337 π.Χ. και ο Μ. Αλέξανδρος το 335 π.Χ. ορίστηκαν από όλους τους Έλληνες, πλην των Λακεδαιμονίων, αρχιστράτηγοι-αυτοκράτορες όλων των Ελλήνων[68]. Πώς όμως θα ήταν δυνατόν να τους αναγνωρίσουν ως αρχηγούς και αυτοκράτορές τους οι (υπόλοιποι) Έλληνες, αν οι Μακεδόνες δεν ανήκαν στο ελληνικό έθνος; Στις αμφικτιονίες των Δελφών γίνονταν επίσης δεκτά ως μέλη μόνον Έλληνες[69]. Μέλη των Αμφικτιονιών αυτών ήταν όμως αποδεδειγμένα και οι Μακεδόνες. Τα μέλη του συνεδρίου των Δελφών, ως Έλληνες, εξέδωσαν ακόμη από κοινού νόμισμα με την παράσταση του Απόλλωνα σε ανάμνηση της νίκης των Μακεδόνων στη Χαιρώνεια. Οι βασιλείς της Μακεδονίας Φίλιππος B΄ και M. Αλέξανδρος ορίστηκαν προστάτες του ιερού των Δελφών[70].
Ο Αρριανός διακρίνει τους Μακεδόνες από τους Ιλλυριούς με κριτήριο ακριβώς τα ελληνικά έθιμα. Οι Ιλλυριοί έκαναν ανθρωποθυσίες πριν τη μάχη. Όταν πολιορκήθηκε το Πύλιο της Ιλλυρίας από τους Μακεδόνες, οι Ιλλυριοί έσφαξαν τρεις νέους και τρεις νέες και τους προσέφεραν ως θυσία στο θεό τους. Οι Μακεδόνες βρήκαν τα πτώματα των νέων φρεσκοσφαγμένα, ζεστά ακόμη πάνω στο βωμό[71].
Σύμφωνα επίσης με τον Αρριανό, ο M. Αλέξανδρος δεν ξεχώριζε τη Μακεδονία από τη υπόλοιπη Ελλάδα στις θρησκευτικές εκδηλώσεις του και στα γραπτά του. Όταν έστειλε στην Αθήνα ως αφιέρωμα στην Παλλάδα Αθηνά τις τριακόσιες περσικές πανοπλίες διέταξε να γράψουν: «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι ΄Eλληνες, πλήν Λακεδαιμονίων, από βαρβάρων των την Aσίαν κατοικούντων»[72]. Στην παραπάνω αφιέρωση οι Μακεδόνες δεν αναφέρονται με το δικό τους όνομα ξεχωριστά, αλλά συμπεριλαμβάνονται στο σύνολο των Ελλήνων. Δεν θα τους ξεχώριζε ο Μ. Αλέξανδρος, ως βασιλιάς τους, αν δεν ήταν Έλληνες; Δεν θα έγραφε: «Αλέξανδρος Φιλίππου, Μακεδόνες τε και Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων»; Αν οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, δεν θα διαμαρτύρονταν ο μακεδονικός στρατός για μη ξεχωριστή αναφορά του στην παραπάνω αφιέρωση; Ο Μ. Αλέξανδρος έστειλε τις πανοπλίες από την Ασία στη θεά Αθηνά, θέλοντας να δείξει ξεκάθαρα, ότι η θεά Αθηνά ήταν θεά όλων των Ελλήνων, συμπεριλαμβανομένων και των Μακεδόνων.
Οι αρνητές της ελληνικότητας της Μακεδονίας διαστρέφουν βέβαια ακόμη και την παραπάνω αφιέρωση, υποστηρίζοντας ότι ο Μ. Αλέξανδρος δεν ονομάζει σ’ αυτήν τους Μακεδόνες επειδή δεν τους αναγνώριζε ως Έλληνες. Γι’ αυτό, συμπληρώνουν, όταν ο Μ. Αλέξανδρος προσφωνούσε τους Μακεδόνες τους ξεχώριζε, χρησιμοποιώντας τη φράση: «Άνδρες Μακεδόνες και Έλληνες». Και εδώ όμως, ως συνήθως, οι αρνητές της ελληνικότητας της Μακεδονίας προσπαθούν να αποσπάσουν τις λέξεις από το νοηματικό τους περίγυρο και την περίσταση στην οποία χρησιμοποιούνται και να τις ερμηνεύσουν αυθαίρετα. Είναι προφανές, ότι η διπλή προσφώνηση χρησιμοποιούνταν από τον Μ. Αλέξανδρο για να τονιστεί η διαφορετική πολιτική σχέση του απέναντι στους ακροατές του: Οι Μακεδόνες ήταν υπήκοοί του. Οι υπόλοιποι Έλληνες ήταν απλά σύμμαχοί του. Θέλοντας ακριβώς να καταστήσει σαφή αυτήν τη διαφορά θέσης, ο Μ. Αλέξανδρος, απευθυνόμενος σε όλους με την ιδιότητα του αρχιστρατήγου, χρησιμοποιούσε για τους μεν τον όρο «Μακεδόνες» για τους δε τον όρο «Έλληνες».
3. Στράβων
Ο γεωγράφος Στράβων, πριν ξεκινήσει την περιγραφή του υπολοίπου τμήματος της Ευρώπης, διευκρινίζει ότι «εστί μέν ουν Eλλάς καί η Mακεδονία»[73]. Εξαιτίας γεωγραφικών και μόνο λόγων εξετάζει βέβαια στη συνέχεια τη Μακεδονία μαζί με τις γειτονικές χώρες.
4. Ισοκράτης
Ο ρητοροδιδάσκαλος Ισοκράτης διάκειται με πολύ θετικό τρόπο απέναντι προς τους Μακεδόνες. Τονίζει ότι οι Έλληνες οφείλουν να ευγνωμονούν το βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο B΄, διότι τούτος τους προσέφερε ελληνική κηδεμονία και τους απάλλαξε από τους βαρβάρους. Υπενθυμίζει παραπέρα στο Φίλιππο Β΄ την καταγωγή του από τη γενεά του Ηρακλή και τον προτρέπει να ενώσει όλους τους Έλληνες και ως ηγέτης τους να τους οδηγήσει σε εκστρατεία κατά των Περσών. Τον παρακινεί επίσης να κινδυνεύσει για ολόκληρη την Ελλάδα όπως ο γενάρχης του Ηρακλής. Ο Ισοκράτης τοποθετεί βέβαια τους Μακεδόνες, λόγω του βασιλικού καθεστώτος τους, εκτός των δημοκρατικών πολιτευμάτων, τονίζει όμως συγχρόνως κατηγορηματικά ότι πρόκειται για «ουχ αλλόφυλλον έθνος», αλλά για Έλληνες [74]..
5. Πολύβιος
Ο ιστορικός Πολύβιος αναφέρει, ότι οι Μακεδόνες διέφεραν από τους βαρβάρους λαούς, διότι ως Έλληνες ήταν ελεύθεροι άνθρωποι και εξέφραζαν με παρρησία τη γνώμη τους ακόμη και στο βασιλέα τους, χωρίς να τον προσκυνούν με εδαφικές υποκλίσεις[75]. Κατά την αγόρευσή του προς τους Λακεδαιμονίους το 210 π.Χ. ο πρέσβης των Aκαρνάνων Λυκίσκου φέρεται να αξιολογεί τους Μακεδόνες ως το δεξί χέρι και το πρόφραγμα της Ελλάδας: «Tίνος καί πηλίκης δει τιμής αξιούσθαι Mακεδόνας, οι τον πλείω του βίου χρόνον ου παύονται διαγωνιζόμενοι προς τούς βαρβάρους υπέρ της των Eλλήνων ασφαλείας; ότι γάρ ει ποτ’ αν εν μεγάλοις ην κινδύνοις τά κατά τούς Eλληνας, ει μη Mακεδόνας είχομεν πρόφραγμα και τας των παρά τούτοις βασιλέων φιλοτιμίας, τις ου γινώσκει;»[76] Πώς θα μπορούσαν όμως οι Μακεδόνες να είναι το δεξί χέρι και το πρόφραγμα των Ελλήνων, αν δεν ήταν και οι ίδιοι Έλληνες; Στο πλαίσιο της ίδιας αγόρευσης, επιχειρείται να πειστούν οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αιτωλοί να συμμετάσχουν μαζί με τους ομόφυλούς τους Μακεδόνες στον κοινό πανελλήνιο αγώνα κατά των αλλόφυλων Ρωμαίων. Πώς θα μπορούσαν όμως να χαρακτηρίζονται οι Μακεδόνες ομόφυλοι και οι Ρωμαίοι αλλόφυλοι, αν οι πρώτοι δεν ήταν Έλληνες; Στη συνεδρίαση, όπου λαμβάνει χώρα η παραπάνω αγόρευση, παρότι μερικοί σύνεδροι μίλησαν εναντίον των Μακεδόνων εξαιτίας των εσωτερικών ενωτικών πολέμων που αυτοί διεξήγαγαν, κανείς δεν τόλμησε να αρνηθεί την ελληνικότητά των Μακεδόνων[77]. Ο Πολύβιος διατυπώνει μετά από όλα αυτό το συμπέρασμα, ότι είναι σεμνότερο και δικαιότερο να συμπεριλάβουμε στην ιστορία της Ελλάδας και τις νίκες και τα ανδραγαθήματα του Φιλίππου, διότι και οι Μακεδόνες ήταν Έλλήνες[78].
Τέλος, ο Πολύβιος αναφέρει επίσης και την περίπτωση του αντιπροσώπου της Ναυπακτίας Αγέλαο, ο οποίος στο συνέδριο του 217 π.Χ. πρότεινε σ’ όλους τους Έλληνες, παρόντος και του Φιλίππου του Ε΄ της Μακεδονίας, να σταματήσουν τους εμφυλίους πολέμους και ενωμένοι χέρι με χέρι, έτσι όπως περνά μία ομάδα έναν πλημμυρισμένο ποταμό, να αντιμετωπίσουν τους Ρωμαίους. Η παραπάνω πρόταση, που απευθύνεται και στο Φίλιππο τον Ε΄ και κάνει λόγο για μία κοινή απ’ όλους τους Έλληνες αντιμετώπιση των Ρωμαίων, δείχνει ξεκάθαρα πως οι Μακεδόνες και ήταν και θεωρούνταν από όλους τους άλλους κατοίκους της Ελλάδας ως Έλληνες[79].
6. Πλούταρχος
Η ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας προκύπτει με σαφήνεια και μέσα από τα κείμενα του Πλούταρχου. Τούτος, κατά την εξιστόρηση του βίου του Φλαμινίνου, τονίζει χαρακτηριστικά, ότι όλοι οι αγώνες που έκαναν μεταξύ τους οι Έλληνες, συμπεριλαμβανομένων και των αγώνων με τους Μακεδόνες, μέχρι την ημέρα της κατάληψης της Ελλάδας από τους Ρωμαίους, εξαιρουμένων μόνον των αγώνων με τους Πέρσες, έγιναν από Έλληνες προς Έλληνες[80].
7. Παυσανίας
Ο Παυσανίας, στο έργο του «Ελλάδας Περιηγήσεις», μας βεβαιώνει ότι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, διότι συμμετείχαν στις Αμφικτιονίες, στις οποίες εντάσσονταν ως μέλη αποκλειστικά Έλληνες[81].
8. Διόδωρος
Ο ιστοριογράφος Διόδωρος συγκαταλέγει χωρίς ενδοιασμούς και το βασίλειο του Φιλίππου της Μακεδονίας στα ελληνικά κράτη, θεωρώντας ότι και η Μακεδονία ήταν Ελλάδα και οι Μακεδόνες Έλληνες[82].
9. Αισχύνης
Ο ρήτορας Αισχύνης, ενόψει της επιθετικότητας του Φιλίππου του Β΄ και της διαρκούς επέκτασης της κυριαρχίας του στις αθηναϊκές αποικίες της Χαλκιδικής, χαρακτήριζε το βασιλιά της Μακεδονίας στην αρχή, ρητορική άδεια, ως «βάρβαρο». Αργότερα, όμως, ο ίδιος ρήτορας εμφανίζεται στην Βουλή των Αθηναίων να προτείνει να δοθεί η εξουσία όλης της Ελλάδας στο Φίλιππο, ώστε αυτός, με ενωμένους όλους τους Έλληνες, να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών. Είναι σίγουρο, πως ο Αισχύνης δεν θα τολμούσε να κάνει μία τέτοια πρόταση στη Βουλή των Αθηναίων, αν ο Φίλιππος δεν ήταν Έλληνας, αφού διαφορετικά θα κινδύνευε κατ’ ελάχιστον να υποστεί την ποινή του εξορισμού.
10. Αισχύλος
Ο ποιητής Αισχύλοςστην αρχαιότερη τραγωδία του, τις «Ικέτιδες», παρουσιάζει τη Μακεδονία, από την Πίνδο και τη Δωδώνη μέχρι την κοιλάδα του Στρυμόνα ποταμού, ως περιοχή της Ελλάδας[83].
11. Όμηρος
Ο Όμηρος εντάσσει στους Πανέλληνες και τους Μακεδόνες[84].
12. ΆΛλες πηγές
Στη περσική επιγραφή της Περσέπολης του 513 π.Χ., όπου αναφέρονται οι τότε υποτελείς λαοί στο Δαρείο Α΄, είναι καταγεγραμμένη και μία φυλή Ελλήνων με το όνομα YAUNATAKABARA, δηλαδή Ίωνες (Γιουνάν), επειδή φορούσαν ένα είδος καπέλου σαν ασπίδα. Από τα μακεδονικά νομίσματα και τις τοιχογραφίες των τάφων της Μακεδονίας διαπιστώνεται ότι τέτοιο καπέλο τύπου καυσίας φορούσαν συνήθως οι Μακεδόνες.
Εικόνα 12η Μακεδόνας με καπέλο σαν ασπίδα (YAUNATAKABARA)
C. Ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών
Οι διατρέχουσες τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων αναφορές στην ελληνικότητα της Μακεδονίας επιβεβαιώνονται και από αναρίθμητα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών στο έδαφος της Μακεδονίας. Η Μακεδονία μίλησε πραγματικά για την ελληνικότητά της από τα βάθη των σπλάχνων της με τις ελληνικές ενεπίγραφες πλάκες που βρέθηκαν θαμμένες στο έδαφός της.
1. Γενικές παρατηρήσεις
Όπως είναι γνωστό, η μακεδονική γη καταστράφηκε, πυρπολήθηκε, λεηλατήθηκε και συλήθηκε πολλές φορές από πολλούς επιδρομείς βάρβαρους λαούς. Όπου κι αν σκάψει κανείς σ’ αυτή τη γη θα βρει στρώματα στάχτης και ερείπια. Η πρώτη μεγάλη λεηλασία έλαβε χώρα το 274 π.Χ. από τους Γαλάτες. Ακολούθησαν οι τρομερές λεηλασίες και καταστροφές των Ρωμαίων στρατηγών, του Φλαμινίνου το 196 π.Χ., του Αιμίλιου Παύλου το 168 π.Χ. και του Μέτελλου το 147 π.Χ. Ένας Γερμανός επιστήμονας υπολόγισε κατά τον 19ο αιώνα μ.Χ. ότι οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν από τη Μακεδονία και μετέφεραν στη Ρώμη περίπου δεκαπέντε με είκοσι χιλιάδες αγάλματα και πολλά αμύθητης αξίας και ανεπανάληπτης τέχνης κειμήλια.
Εκτενείς περιγραφές των πρωτοφανών αρπαγών και λεηλασιών των θησαυρών της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους βρίσκει κανείς στον Πλούταρχο. Τρεις μέρες κράτησε η θριαμβευτική είσοδος των θησαυρών αυτών στη Ρώμη. Την πρώτη μέρα 250 άμαξες μετέφεραν αγάλματα, εικόνες και κολοσσούς. Τη δεύτερη μέρα πολλές άμαξες μετέφεραν τα ωραιότερα και πολυτελέστερα μακεδονικά όπλα. Τρεις χιλιάδες άνδρες μετέφεραν ανά τέσσερις επτακόσια πενήντα δοχεία με ασήμι. Την τρίτη μέρα ακολούθησαν εκατόν είκοσι βόδια χρυσοκέρατα και παιδιά που μετέφεραν ογδόντα τρία δοχεία τριτάλαντα, με χρυσά νομίσματα και με άλλους αμύθητους θησαυρούς[85].
Εικόνα 13η Η Μακεδονία κατά τη περίοδο της Ρωμαικής εποχής
Ο ελληνικός πολιτισμός είχε όμως αναπτυχθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό στη Μακεδονία, ώστε παρά τις αρπαγές, τις λεηλασίες και τις καταστροφές έμειναν στη γη της πολλές αρχαιότητες, αδιάψευστοι μάρτυρες της ελληνικότητάς της. Πολλές απ’ αυτές τις εμπορεύτηκαν κατά καιρούς διάφοροι αρχαιοκάπηλοι. Ο ιστορικός Βακαλόπουλος γράφει χαρακτηριστικά, ότι ο Βενετός πρόξενος της Θεσσαλονίκης αναγκάστηκε στις 24 Απριλίου 1741 να καταγγείλει στο Δόγη, πως πολλοί αρχαιοκάπηλοι, τόσο Φράγκοι όσο και άλλων εθνοτήτων, έκαναν την εποχή εκείνη εξαγωγικό εμπόριο μακεδονικών αρχαιοτήτων. Ναύλωναν καράβια και μετέφεραν αγάλματα και μεγάλα επεξεργασμένα μάρμαρα από κτίρια της αρχαίας Μακεδονίας (κίονες, κιονόκρανα, αετώματα, διακοσμητικά οικοδομών) και τα πουλούσαν πανάκριβα στη Δύση.
Από τις αρχαιότητες της Μακεδονίας, άλλες αποκαλύφτηκαν τυχαία και άλλες κατόπιν συστηματικής αρχαιολογικής ανασκαφής. Κατά τους νεότερους χρόνους τα αρχαιολογικά ευρήματα της Μακεδονίας που εκτίθενται στα μουσεία της, χωρίς να συνυπολογίζει κανείς εκείνα που φυλάσσονται σε αποθήκες, ξεπερνούν τα 62.000 τεμάχια. Αρχίζουν από τον 6ο αιώνα π.X. και φτάνουν μέχρι το τέλος της ελληνιστικής εποχής. Όλα αυτά τα ευρήματα είναι όμοια με τα αντίστοιχα που βρέθηκαν στην υπόλοιπη Ελλάδά. Όλα έχουν γράμματα και θέματα ελληνικά. Όλα έχουν χάρη, ύφος και πνεύμα ελληνικό, διότι όλα κατασκευάστηκαν από χέρια ελληνικά. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν ότι η Μακεδονία ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της Ελλάδας και του ελληνικού πολιτισμού. Καμιά σλαβική, βουλγαρική, ρουμανική ή άλλης εθνικής προέλευσης αρχαιότητα δε βρέθηκε στη Μακεδονία, εκτός βέβαια από μερικές ρωμαϊκές αρχαιότητες, που προέρχονται από τη ρωμαϊκή εποχή.
2. Ευρήματα στο υπαγόμενο στην ελληνική επικράτεια τμήμα της Μακεδονίας
a) Δίον
Το Δίον ήταν θρησκευτικό και αθλητικό κέντρο της Μακεδονίας στους βόρειους πρόποδες του Ολύμπου. Οι Μακεδόνες διοργάνωναν συχνά στην πόλη αυτή αγώνες και γιορτές, προσφέροντας θυσίες και αναθήματα στο Δία και στους άλλους θεούς της Ελλάδας. Αγωνίζονταν στο Δίον, όπως αγωνίζονταν στην Ολυμπία οι κάτοικοι των πόλεων της Νότιας Ελλάδας. Ήταν πόλη με σοφή ελληνική χωροταξική ρυμοτομία. Πόλη με αρχιτεκτονική συμμετρία, με επιβλητικά δημόσια κτήρια, ναούς, θέατρο και στάδιο. Εικόνα 14η Το αρχαίο θέατρο του Δίου κτισμένο σε τεχνική επιχωμάτωση
Ήταν πόλη προορισμένη να καλύπτει τις πνευματικές, αθλητικές και λατρευτικές ανάγκες πολλών χιλιάδων Ελλήνων. Τα «εν Δίω Ολύμπια», αθλητικές και θρησκευτικές γιορτές αφιερωμένες στον Ολύμπιο Δία, τελούνταν εκεί ανελλιπώς για περισσότερα από οχτακόσια χρόνια. Διαρκούσαν εννέα μέρες, όσες ήταν οι Μούσες. Στο Δίον γιόρτασε και ο Φίλιππος τις νίκες του καθώς και ο M. Αλέξανδρος την αναχώρησή του για τη μεγάλη εκπολιτιστική εκστρατεία του στην Ασία.
Κατά τις ανασκαφές εντοπίστηκαν ναοί δωρικού και ιωνικού ρυθμού, που ήταν αφιερωμένοι σε διάφορους θεούς της Ελλάδας: στο Δία, τη Δήμητρα, το Διόνυσο, τον Ασκληπιό, την Αφροδίτη, τον Ερμή, τον Ηρακλή, την Αθηνά και πολλούς άλλους.
Στο Δίον είχε αναγερθεί και μεγάλο θέατρο, στο οποίο, όπως προκύπτει από ανευρεθείσα ελληνική επιγραφή που εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο, παίζονταν οι τραγωδίες των ποιητών της αρχαίας Ελλάδας.
Οι ανασκαφές έχουν φέρει γενικά στο φως μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας οικοδομήματα, αγάλματα, ψηφιδωτά, πίνακες ζωγραφικής κ.λπ., που στο σύνολό τους βεβαιώνουν ότι η Μακεδονία δεν υστερούσε στην πρόοδο και τον πολιτισμό από τη νότιο Ελλάδα. Οι σχετικές αρχαιότητες που βρέθηκαν στο Δίον είναι μάλιστα παρόμοιες με πολλές αρχαιότητες που βρέθηκαν στην Ολυμπία. Το άγαλμα της «ιπταμένης Νίκης» αντιστοιχεί π.χ. με τη πτερωτή Νίκη των Αθηνών. Όλα είναι έργα ελληνικής τεχνοτροπίας του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ.
b) Αιγές (Βεργίνα)
Στις Αιγές (Βεργίνα), σε μία φυσικά οχυρωμένη θέση με απερίγραπτη θέα, οι Μακεδόνες είχαν ανεγείρει την ακρόπολη της πρωτεύουσάς τους. Τα ανάκτορα των βασιλέων, κτισμένα με αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική, ήταν επιβλητικά σε διαστάσεις (: 45,50 Χ 45,50) και διέθεταν πολλές στοές και διαμερίσματα. Τα ανάκτορα αυτά έχουν προκαλέσει και συνεχίζουν να προκαλούν το ενδιαφέρον όλου του κόσμου.
Όλα τα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, οι τάφοι και τα μνημεία είναι κτισμένα σε ελληνική μορφή, σχήμα, ρυθμό και τεχνοτροπία. Η αίθουσα του θρόνου, στην οποία είχε τοποθετηθεί η ελληνική επιγραφή «ΗΡΑΚΛΗ ΠΑΤΡΩΙΩΙ», ήταν αφιερωμένη στον (θεωρούμενο ως) προπάτορα των Μακεδόνων βασιλέων ημίθεο Ηρακλή. Στην ασπίδα που βρέθηκε στο τάφο του Φιλίππου Β΄ εικονίζεται ως έμβλημα το ρόπαλο του Ηρακλή.
Δίπλα από τα ανάκτορα είχε κτισθεί το αρχαίο ελληνικό θέατρο, όπου παίζονταν στα ελληνικά οι τραγωδίες των αρχαίων Ελλήνων ποιητών, τις οποίες παρακολουθούσαν ανελλιπώς οι βασιλείς και ο λαός.
[Εικόνα 14 Το αρχαίο θέατρο του Δίου κτισμένο σε τεχνική επιχωμάτωση]
Μεταξύ των ευρημάτων των ανασκαφών ξεχωρίζουν τα πολλά συγκροτήματα τάφων, μέσα στους οποίους βρέθηκαν μεγάλης αξίας κοσμήματα ελληνικής τεχνοτροπίας καθώς και έργα ζωγραφικής με πολλές παραστάσεις προσώπων και σκηνές από την ελληνική μυθολογία. Στα σχετικά έργα απεικονίζονται, μεταξύ άλλων, οι άθλοι του Ηρακλή, η αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, οι μάχες των Ελλήνων κατά των διάφορων βάρβαρων λαών και τα κυνήγια των βασιλέων και των αρχόντων της Μακεδονίας. Όλα συνιστούν αριστουργήματα της ελληνικής τέχνης και ανταποκρίνονται απόλυτα στα ήθη και έθιμα των Ελλήνων.
Εικόνα 15 Χρυσό διάδημα της βασίλισσας από το βασιλικό τάφο των βασιλέων Μακεδόνων στη Βεργίνα
Δύο χιλιάδες τριακόσια χρόνια ήταν θαμμένοι οι βασιλείς της Μακεδονίας, σιωπηλοί, στη γη της Βεργίνας. Η έλευσή τους στο φως συνιστά σήμερα την πλέον αδιάσειστη απάντηση στις προσπάθειες των Σκοπιανών να διαστρεβλώσουν και να πλαστογραφήσουν την ιστορία. Η επίσκεψη και μόνο στους τάφους των βασιλέων της Μακεδονίας στη Βεργίνα και η άμεση οπτική επαφή με τα ευρήματα των Αιγών, της πρώτης πρωτεύουσας των Ελλήνων Μακεδόνων, αρκούν για να καταστήσουν ξεκάθαρο στη συνείδηση και του πλέον δύσπιστου ξένου επισκέπτη το γεγονός, ότι η Μακεδονία ήταν πάντα ελληνική. Οι τάφοι της Βεργίνας αποτελούν τη σφραγίδα γνησιότητας της ελληνικότητας της Μακεδονίας.
c) Πέλλα
Η Πέλλα ήταναπό το 413 π.Χ. η δεύτερη πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους. Υπήρξε πολιτιστικό κέντρο της Μακεδονίας εφάμιλλο με την Αθήνα. Στα χρόνια του Φιλίππου Β΄ και του Μ. Αλεξάνδρου αναδείχθηκε σε κέντρο του Ελληνισμού. Τούτο επιβεβαιώνεται από πλήθος αρχαιοτήτων που έφεραν στο φως οι ανασκαφές. Πρόκειται γενικά για αξιόλογα έργα ρυμοτομίας, αρχιτεκτονικής κ.λπ., που έχουν καθαρά ελληνική τεχνοτροπία και προέρχονται από τα τέλη του 5ου και τις αρχές του 4ου αιώνα π.X. Κατά τις ανασκαφές του 1958 αποκαλύφθηκε ειδικότερα η ρυμοτομία της Πέλλας, η οποία ακολουθεί το Ιπποδάμειο σύστημα των ορθογωνίων οικοδομικών τετραγώνων με ευθύγραμμους δρόμους, πλατείες και σύγχρονα για τα σημερινά δεδομένα συστήματα υδρεύσεως και αποχετεύσεως με σωλήνες. Τον Οκτώβριο του 1982 αποκαλύφθηκε η αρχαία αγορά της πόλεως, διαστάσεων 255 Χ 235 μ., με τεράστια πλατεία και γύρω απ’ αυτή στοές εργαστηρίων και καταστημάτων με δωρικές κιονοστοιχίες.
Εικόνα 16 Ψηφιδωτό από τα δάπεδα της Πέλλας. Το κυνήγι του ελαφιού
Εικόνα 17 Αναθηματικό ενεπίγραφο στα ελληνικά ανάγλυφο του 315-300 π.Χ από την Πέλλα
Βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, αγάλματα του Ποσειδώνα και της Αθηνάς, πολλά νομίσματα, κοσμήματα και αντικείμενα χρυσά, αργυρά και υάλινα, ενεπίγραφα όστρακα με ελληνικά ονόματα καθώς και πολλά σταθμά για τη μέτρηση εμπορευμάτων. Βρέθηκαν επίσης επτά ψηφιδωτές συνθέσεις με την παράσταση της αρπαγής της Ελένης από το Θησέα, το κυνήγι του ελαφιού κ.λπ.
d) Αιάνη
Στην Αιάνη, σε μία τοποθεσία είκοσι τρία χιλιόμετρα νότια της σημερινής Κοζάνης, στις πλαγιές ενός φυσικού οχυρωμένου λόφου του 16ου αιώνα π.Χ., βρέθηκαν υψηλού βιοτικού και πολιτισμικού επιπέδου έργα ελληνικής τέχνης και αξιόλογα οικήματα της ελληνικής αρχιτεκτονικής. Τα ανευρεθέντα αντικείμενα (: όπλα, ξίφη, αιχμές δοράτων, ασπίδες, κράνη, πήλινα εδώλια, μαυρόχωμα αγγεία κ.λπ.) είναι όμοια με έργα της μυκηναϊκής τέχνης του 1600 π.Χ. Οι ανάγλυφες παραστάσεις και οι ζωγραφιές που αποκαλύφθηκαν, και που εκτίθενται σήμερα σε μουσεία, καταπλήττουν με την τέχνη τους τούς επισκέπτες και διαδηλώνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την ελληνικότητα της περιοχής από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους.
e) Αμφίπολη
Η αρχαία πόλη-κράτος της Αμφίπολης στο Νομό Σερρών υπήρξε το κέντρο του μακεδονικού εμπορίου και της εκμετάλλευσης των χρυσωρυχείων του Παγγαίου, η έδρα του μακεδονικού νομισματοκοπείου και το ορμητήριο της μεγάλης εκπολιτιστικής εκστρατείας του M. Αλέξανδρου στην Ασία. Σ’ αυτήν βρέθηκαν έργα τέχνης όλων των εποχών καθαρά ελληνικής τεχνοτροπίας. Τα αρχαία τείχη της πόλεως είναι ένα κόσμημα-καλλιτέχνημα της κλασσικής ελληνιστικής εποχής. Οι οικίες, τα ιερά των θεοτήτων της Kλειούς και του Aίτιου, το γυμνάσιο και οι πέντε παλαιοχριστιανικοί ναοί είναι έργα Ελλήνων. Έργα Ελλήνων είναι επίσης και τα αμύθητης αξίας και ασύγκριτης τέχνης κοσμήματα που βρέθηκαν στους εκεί τάφους από τον αείμνηστο Λαζαρίδη.
f) Σίνδος
Στην περιοχή της Σίνδου, είκοσι περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Θεσσαλονίκης, κατά την εκσκαφή για την τοποθέτηση αποχετευτικού αγωγού σ’ ένα χωματένιο φυσικό λοφίσκο βρέθηκε το 1980 αρχικά ένας τάφος. Στην αρχαιολογική σωστική ανασκαφή που επακολούθησε αποκαλύφτηκαν 121 τάφοι του 6ου με 5ου αιώνα π.Χ. Βρέθηκαν ακόμη πολλά εξαιρετικής τέχνης κοσμήματα από καθαρό χρυσάφι, στεφάνια, ταινίες, προσωπίδες κ.λπ. Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, ο Γαλλικός (Εχέδωρος) ποταμός έφερνε σε σβώλους ατόφιο χρυσάφι, μη επεξεργασμένο στη φωτιά («άπυρον χρυσόν»), που το μάζευαν οι κάτοικοι στα χωράφια μετά από κάθε καταρρακτώδη βροχή και πλημμύρα. Άφθονα κοσμήματα, πραγματικά αριστουργήματα από γνήσιο χρυσό, βρέθηκαν κυρίως στους γυναικείους τάφους. Από ένα και μόνο γυναικείο τάφο ανασύρθηκαν ευρήματα, με τα οποία γέμισαν δέκα προθήκες χρυσών κοσμημάτων στο Μουσείο Θεσσαλονίκης. Από τα εν γένει ευρήματα προκύπτει, ότι τα νεκρικά ήθη και έθιμα καθώς και οι αντιλήψεις των κατοίκων της περιοχής για την πέραν του τάφου ζωή ήταν όμοια με αυτά των κατοίκων της Νότιας Ελλάδας. Το πανάρχαιο ελληνικό έθιμο των Μυκηνών να καλύπτουν το πρόσωπο του νεκρού με χρυσή προσωπίδα ίσχυε σ’ όλη τη Μακεδονία μέχρι και την Tρεμπένιστα. Όλες οι επιγραφές είναι στα ελληνικά. Σ’ ένα ολόχρυσο δακτυλίδι διαβάζει κανείς καθαρά την ελληνική δισύλλαβη λέξη «ΔΩΡΟΝ». Όλα αυτά καταδεικνύουν με τον πλέον αδιάσειστο τρόπο, ότι οι Μακεδόνες κάτοικοι της Σίνδου τον 6ο αιώνα π.Χ. ήταν Έλληνες με πολιτισμό, ήθη, έθιμα, γλώσσα, τέχνη, τρόπο ζωής και μεταφυσικές αντιλήψεις αντίστοιχες με αυτές των Ελλήνων της Νότιας Ελλάδας.
Εικόνα 18 Χάλκινος επίχρυσος κρατήρας από το το Δερβένι της Θεσσαλονίκης του 330 π. Χ.
3. Ευρήματα στο εκτός της ελληνικής επικράτειας τμήμα της Μακεδονίας («βόρεια Μακεδονία»)
Στην ελληνική Μακεδονία υπάγονταν από αρχαιοτάτων χρόνων οι περιοχές του Μοναστηρίου, της Αχρίδας, της Γευγελής και της Στρώμνιτσας, που περιήλθαν το 1912 στη Σερβία, καθώς και οι περιοχές του Μελένικου, του Άνω Νευροκοπίου και του Κίσεβου, που δόθηκαν στους Βουλγάρους με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Ο Θουκυδίδης τονίζει με ξεκάθαρο τρόπο, ότι Μακεδόνες ήταν και οι Λυγκηστές και οι Ελιμιώτες και άλλα έθνη[86] που κατοικούσαν στη περιοχή της Φλώρινας και βορειότερα των Καμβουνίων. Η Άνω Μακεδονία περιλάμβανε την Ελίμεια, την Ορεστιάδα, τη Λυγκιστίδα και την Πελαγονία Οι κάτοικοί της υπερηφανεύονταν για τους Βακχιάδες βασιλείς τους που κατάγονταν από την Κόρινθο.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα της Δωδώνης επιβεβαίωσαν, ότι Δωριείς Έλληνες κατοικούσαν από αρχαιοτάτων χρόνων όχι μόνο στη βόρεια Μακεδονία, αλλά και στην Ήπειρο. Οι Έλληνες της Ηπείρου για πολλούς αιώνες απέκρουαν τους από βορρά αδιαλείπτως επιτιθέμενους Ιλλυριούς. Ο Διόδωρος αναφέρει στην ιστορία του, ότι σε μία και μόνον μάχη κατά των Ιλλυριών φονεύθηκαν 15.000 Ηπειρώτες Έλληνες. Κατά τη μαρτυρία του γεωγράφου Στράβωνα, οι Μακεδόνες, οι Ηπειρώτες και οι Αιτωλοί συνδέονταν εθνολογικά πολύ στενά μεταξύ τους και δεν είχαν καμιά σχέση με τους Ιλλυριούς. Ο εξελληνισμός των Ιλλυριών ξεκίνησε από την εποχή που ο Μ. Αλέξανδρος εκστράτευσε μέχρι το Δούναβη ποταμό και κατέλαβε όλες τις πόλεις της Ιλλυρίας. Με το χρόνο οι Ιλλυριοί αφομοιώθηκαν από τους Έλληνες Μακεδόνες και έκτοτε από τις εκβολές του Γένυσου ποταμού στην Αδριατική θάλασσα νότια της οροσειράς του Αίμου και μέχρι τον Εύξεινο Πόντο επικράτησε η ελληνική γλώσσα και ο ελληνικός πολιτισμός. Γι’ αυτό και στις ανασκαφές της Σερβίας και της Βουλγαρίας δεν βρέθηκε ούτε μία ιλλυρική ή σλαβική ενεπίγραφος πλάκα αλλά μόνον ελληνικές. Κάτι άλλο δεν θα ήταν άλλωστε δυνατόν να συμβεί, αφού οι Ιλλυριοί ήταν απολίτιστος λαός πριν εξελληνισθούν και οι Σλάβοι εμφανίστηκαν στα Βαλκάνια μόλις τον 6ο αιώνα μ.Χ.[87]
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στις παραπάνω περιοχές έφεραν στο φως εκατοντάδες πλάκες με ελληνικές επιγραφές. Σε αυτές ακριβώς αναφέρεται το πεντάτομο έργο «InscriptionesGraecaeinBulgariarepereptae» που εκδόθηκε στη Βουλγαρία το 1960. Στη βόρεια Μακεδονία όλες οι εκφάνσεις της καθημερινής ζωής (γλώσσα, θρησκεία, ήθη και έθιμα, άλλες εκδηλώσεις πολιτισμού) είχαν τη σφραγίδα της ελληνικότητας. Νοτιοδυτικά της πόλεως του Μοναστηρίου σώζονται τα ερείπια των τειχών και του θεάτρου της Λυγκιστικής Ηράκλειας που ίδρυσε ο Φίλιππος Β΄. Μεταξύ άλλων αποκαλύφτηκαν τα αγάλματα οκτώ θεών της Ελλάδας που λάτρευαν οι κάτοικοι της περιοχής αυτής.
Στην Tρεμπένιστα, μία πόλη κοντά στη λίμνη της Αχρίδας, ο βουλγαρικός στρατός, κατά την εκσκαφή χαρακωμάτων το 1918, ανακάλυψε επτά ασύλητους τάφους ηγεμόνων της ύστερης αρχαϊκής περιόδου. Στους τάφους βρέθηκε οπλισμός, διάφορα χρυσά και αργυρά κοσμήματα καθώς και ολόχρυσες προσωπίδες (μάσκες) του 4ου αιώνα π.X. Όλα ήταν έργα ελληνικής μυκηναϊκής τεχνοτροπίας και πολιτισμού.των Μηκυνών
[Εικόνα.19 Χρυσή προσωπίδα από τάφο της Τρεμπένιστας στη βόρειο Μακεδονία
Στο Περλεπέ και στο Δεμίρ Καπού βρέθηκαν αγάλματα του Δία και των Διόσκουρων και στο Τίτο Βέλες αγαλματίδιο του Ηρακλή. Στο Μπούκοβο, έξω από την αρχαία Ηράκλεια, βρέθηκε το 1931 ένα μαρμαρένιο άγαλμα της Αθηνάς παρθένου, αντίγραφο του σχετικού αγάλματος που είχε φιλοτεχνηθεί από το Φειδία και είχε τοποθετηθεί στον Παρθενώνα.
Όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης, το ελληνικό μακεδονικό κράτος εκτεινόταν μέχρι το σημερινό Κίσεβο. Προς τα δυτικά της Μακεδονίας, μέχρι τα όρια της Ηπείρου, υπήρχαν πολλοί λαοί ομόφυλοι των Μακεδόνων ή λαοί υποταγμένοι σε αυτούς[88]. Στα μουσεία της Βουλγαρίας και της Σερβίας εκτίθενται μόνο ελληνικές ενεπίγραφες πλάκες. Βούλγαροι και Σέρβοι, πλαστογραφώντας την ιστορία και παραπλανώντας τους επισκέπτες, προσπαθούν συχνά να παρουσιάζουν τις σχετικές πλάκες ως δικές τους. Οι Βούλγαροι ισχυρίζονται ότι τις έγραψαν οι πρόγονοί τους Θράκες, που εξελληνίστηκαν στα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου. Οι Σέρβοι υποστηρίζουν ότι τις έγραψαν οι εξελληνισθέντες πρόγονοί τους Ιλλυριοί. Και οι δύο ισχυρισμοί είναι ψευδείς. Σλάβοι νομάδες κατέφθασαν στην περιοχή μόλις τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι Θράκες και οι Ιλλυριοί προϋπήρχαν. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι δεν είναι κατά συνέπεια σε καμία περίπτωση απόγονοι αυτών των λαών, για να μπορούν να θεωρούνται και ως φυσικοί κληρονόμοι τους.
H Γερμανίδα Siegrid Dull, από την έρευνα που έκανε στις παραπάνω ενεπίγραφες πλάκες, στα νομίσματα που εκτίθενται στα μουσεία και σε όσα ευρήματα φυλάσσονται σε αποθήκες της Νότιας Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας διαπίστωσε, ότι όλες οι πλάκες, πλην μερικών ρωμαϊκής προέλευσης, είναι γραμμένες με ελληνική γραφή και σε ελληνική γλώσσα. Επίσης, όλα τα νομίσματα της Μακεδονίας από τον 5ο αιώνα π.Χ. φέρουν ελληνικές επιγραφές, π.χ. το οκταδραχμο του βασιλιά Αλεξάνδρου Α΄ του 478 π.Χ., το δίδραχμο του Αρχελάου Αμύντα Περδίκα του 413 π.Χ. κ.λπ.
Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν αυτό που ορθά τονίζει και ο πρώην βουλευτής Ν. Μάρτης στο βιβλίο του «Η πλαστογράφηση της ιστορίας της Μακεδονίας»: ότι δηλαδή, πριν κατέλθουν οι Σλάβοι στα Βαλκάνια, στα μέρη αυτά κατοικούσαν από αρχαιοτάτων χρόνων Έλληνες με ανεπτυγμένο πολιτισμό που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και λάτρευαν τους θεούς των Ελλήνων. Αυτό το γνωρίζουν καλά οι Σκοπιανοί. Γι’ αυτό και αποφεύγουν συστηματικά οποιαδήποτε αρχαιολογική ανασκαφή στις αρχαίες πόλεις της Βόρειας Μακεδονίας. Ενόψει του γεγονότος, ότι τα αρχαιολογικά ευρήματα θα είναι τουλάχιστον κατά 95% ελληνικά, είναι σίγουρο ότι οποιαδήποτε ανασκαφή θα αποκαλύψει για ακόμη μία φορά ότι η Μακεδονία ήταν ελληνική και ότι οι Σκοπιανοί επιδίδονται σε πλαστογράφηση της ιστορίας.
D. Θέατρα
Η ελληνικότητα της Μακεδονίας επιβεβαιώνεται και από τα θέατρά της, καθώς και από τα έργα που σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές παίζονταν εκεί.
Ειδικότερα, όλα τα σωζόμενα θέατρα είναι κτισμένα πανομοιότυπα σε ό,τι αφορά της μεγαλοπρέπεια και τη διαρρύθμιση. Όλα ενσωματώνουν την αρχιτεκτονική σύνθεση, τεχνική και παράδοση του ελληνικού θεάτρου. Όλα διαδηλώνουν τον ελληνικό πολιτισμό, διότι είναι κατασκευασμένα από ελληνικά χέρια. Όλα είναι εφάμιλλα των θεάτρων των άλλων ελληνικών πόλεων.
Από ελληνική επιγραφή που βρέθηκε στο Δίον και φυλάσσεται στο εκεί Μουσείο, προκύπτει ότι στον Δίον είχε αναγερθεί μεγάλο ελληνικό θέατρο, αντίστοιχο αυτού της Επιδαύρου. Εκεί παίζονταν τα έργα μεγάλων Ελλήνων τραγικών ποιητών: του Πίνδαρου, του Ευριπίδη και άλλων. Ο ίδιος ο Ευριπίδης έζησε πολλά χρόνια στη Μακεδονία. Πέθανε και θάφτηκε σ’ αυτήν με το εξής επίγραμμα στο τάφο του: «Μνήμα μεν Ελλάς άπασ’ Ευριπίδου, οστέα δ’ ίσχει γη Μακεδών. τη γάρ δέξατο τέρμα βίου». Μερικές από τις τραγωδίες του τις συνέγραψε στη Μακεδονία, παίχτηκαν δε για πρώτη φορά στο Δίον (π.χ. «Βάκχες», «Αρχέλαος», «Ιφιγένεια εν Αυλίδι»). Οι παραστάσεις ήταν στην ελληνική γλώσσα, γεγονός που αποδεικνύει και ότι η μητρική γλώσσα των Μακεδόνων ήταν η ελληνική. Αλλόγλωσσος λαός θα ήταν βέβαια αδύνατον να παρακολουθήσει τις πυκνές σε νοήματα και δύσκολα γραμμένες αρχαίες ελληνικές τραγωδίες.
Αξιοσημείωτο είναι παραπέρα, ότι το περιεχόμενο των τραγωδιών, που φέρονται να έχουν ανεβεί στη σκηνή του θεάτρου του Δίον, είναι εγκωμιαστικό και εξυμνητικό για τους Έλληνες. Στην τραγωδία «Αρχέλαος», π.χ., εγκωμιάζεται το βασιλικό γένος των Μακεδόνων. Στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» (1400-1401) παρουσιάζονται οι μη Έλληνες ως βάρβαροι, απολίτιστοι, καθυστερημένοι, δούλοι και ανελεύθεροι. Η Ιφιγένεια λέει χαρακτηριστικά στη μητέρα της ότι «ήταν φυσικό οι Έλληνες να άρχουν των βαρβάρων και όχι οι βάρβαροι των Ελλήνων, διότι εκείνοι μεν είναι δούλοι, αυτοί δε ελεύθεροι». Αν οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, αλλά «βάρβαροι», θα ήταν ποτέ δυνατόν να ανέχονταν να λέγονται ενώπιον τους τέτοιες υβριστικές φράσεις και να παρακολουθούν γενικά στα θέατρά τους έργα με τέτοιο περιεχόμενο.(βλέπε εικόνα ανασκαφές στο Δίο)
Αρχαίο ελληνικό θέατρο είχε ανεγερθεί όμως και στις Αιγές (Βεργίνα) δίπλα στα ανάκτορα. Και εδώ παίζονταν (στην ελληνική γλώσσα) έργα αρχαίων ελλήνων ποιητών, τα οποία παρακολουθούσαν ανελλιπώς οι βασιλείς και ο λαός. Το θέατρο αυτό έχει συνδυαστεί ιστορικά και με τη δολοφονία του βασιλιά Φιλίππου Β΄ στους γάμους της κόρης του Κλεοπάτρας καθώς και με την ανάρρηση του Αλεξάνδρου στο θρόνο.
Σώζεται αρχαίο θέατρο από το 4ο π.Χ αιώνα και στου Φιλίππους . Λειτουργεί τους θερινούς μήνες
Εικόνα 20. Το αρχαίο θέατρο των Φιλλίππων από το 4ο π. Χ αιώνα.
Θέατρο είχε κτιστεί και υπάρχει και στην Αμφίπολη, συστηματικές όμως αρχαιολογικές ανασκαφές για την πλήρη αποκάλυψη και διάσωσή του δεν έχουν γίνει. Πολύ περισσότερο, έχει καταστραφεί και ένα τμήμα του από τους ντόπιους, οι οποίοι αφαίρεσαν μάρμαρα από τις κερκίδες του για την ανοικοδόμηση των κατοικιών τους. Από τις κερκίδες του θεάτρου ονόμασαν το χώρο σκαλάκια. Η πρόσφατη ίδρυση Εφορείας Κλασσικών Αρχαιοτήτων στο Νομό Σερρών γεννά την ελπίδα, ότι οι αρμόδιες αρχές θα αναλάβουν επιτέλους πρωτοβουλίες για την διενέργεια ανασκαφών και για την αναγκαία διάσωση του θεάτρου.
Σε καλή κατάσταση σώζεται το αρχαίο θέατρο στους Φιλίππους της Θάσου, όπου παίζονται κατά τους θερινούς μήνες τραγωδίες αρχαίων Ελλήνων ποιητών.
Στην πόλη ΙστίπτηςΒόρειας Μακεδονίας αποκαλύφθηκε τέλος ένα μεγαλοπρεπές ελληνικό θέατρο, διαμέτρου ενενήντα μέτρων και χωρητικότητας πέντε χιλιάδων θεατών, με πολλά αγάλματα των ολυμπίων θεών, όπως π.χ. του Δία και των υιών του Διοσκουρίδων. Στα καθίσματα των μαρμαρένιων κερκίδων του σώζονται ακόμη γραμμένα στα ελληνικά τα ονόματα Ελλήνων θεατών.
E. Μουσική
Οι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν στα θέατρά τους την ελληνική μουσική, διότι με αυτή διαπαιδαγωγούνταν και ψυχαγωγούνταν και στην καθημερινή ζωή τους. Λάτρευαν ιδιαίτερα τους Έλληνες θεούς της μουσικής, τον Απόλλωνα, τον Ερμή με τη λίρα, τον Πάνα με τη φλογέρα, την Κυβέλη με το τύμπανο. Όπως σ’ όλη την Ελλάδα, έτσι και στη Μακεδονία, υπήρχαν Ωδεία, τα οποία κατά τον Ησύχιο ήταν «τόποι εν οις οι κιθαρωδοί και ραψωδοί ηγωνίζοντο». Στα Ωδεία λάμβαναν χώρα ελληνικοί μουσικοί αγώνες. Ο ξακουστός Μακεδόνας φιλόσοφος Αριστοτέλης συνιστά τη μουσική ως μέσο διαπαιδαγώγησης και ψυχαγωγίας των νέων. Προτιμούσε τη δωρική αρμονία λόγω της μεγαλοπρεπούς σοβαρότητά της και του ανδρείου ήθους της. Ο Μ. Αλέξανδρος αγαπούσε τη μουσική και προτιμούσε την κιθάρα και τη λύρα. Διοργάνωσε με στόχο την ψυχαγωγία των στρατιωτών του πολλούς μουσικούς αγώνες στην εκστρατεία της Ασίας και τιμούσε ιδιαίτερα τους μουσικούς. Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει μάλιστα στο λόγο του
με τίτλο «όπως αν εξ ελληνικών οφελοίντο λόγων»[89] ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο πολύ επηρέαζε η μουσική τον ψυχικό του κόσμο του Μ. Αλεξάνδρου: όταν κάποτε ο Θηβαίος αυλητής Τιμόθεος έπαιξε ένα μέλος, αυτό έκανε τον Μ. Αλέξανδρο να πεταχτεί από το τραπέζι σε πολεμικό συναγερμό. Στη συνέχεια, όταν το ίδιο μουσικό μέλος έγινε πιο απαλό, αυτό ξαναέφερε τον Μ. Αλέξανδρο ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες του. Γενικότερα, και οι αναφορές των πηγών στις μουσικές συνήθειες των Μακεδόνων επιβεβαιώνουν, ότι αυτοί ήταν λαός καλλιεργημένος και με παιδεία στην ελληνική μουσική.
F. Θρησκεία
Σε ό,τι αφορά τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, οι αρχαίοι Μακεδόνες ταυτίζονταν με τους υπόλοιπους Έλληνες. Αξίζει να τονιστεί, ότι από αρχαιοτάτων χρόνων, πριν την εισβολή του συγκρητισμού, οι κάτοικοι της νότιας και βόρειας Ελλάδας πίστευαν και λάτρευαν τους ίδιους δώδεκα θεούς που φέρονταν να κατοικούν στον Όλυμπο της Μακεδονίας. Αν δεν ήταν Έλληνες οι Μακεδόνες και ελληνική η Μακεδονία, θα δέχονταν ποτέ οι νότιοι Έλληνες να λατρεύουν θεούς που φέρονταν να έχουν την κατοικία τους στη χώρα των Μακεδόνων; Ταύτιση υπήρχε και ως προς την πίστη στους υπόλοιπους θεούς και ημιθέους. Οι Μακεδόνες μοιράζονταν με τους νότιους Έλληνες την ίδια κοινή πίστη στις εννέα Μούσες, είχαν τις ίδιες θρησκευτικές αντιλήψεις περί ζωής και θανάτου, τηρούσαν τα ίδια θρησκευτικά ήθη και έθιμα και υιοθετούσαν τους ίδιους μύθους και θρύλους σε σχέση με τους θεούς και τη θεογονία. Αδιάψευστη μαρτυρία για τη λατρεία κοινών θεών αποτελούν και τα ονόματα των πόλεων της Μακεδονίας: Δίον (: προς τιμή του θεού Δία), Απολλώνια (: προς τιμή του θεού Απόλλωνα), Ηράκλεια (: προς τιμή του πανελληνίου ημιθέου και γενάρχη των βασιλέων των Μακεδόνων Ηρακλή)[90].
Στους ίδιους θεούς με αυτούς των νοτίων Ελλήνων και με την ίδια τελετουργία κατέφευγαν παραπέρα οι Μακεδόνες για να ζητήσουν βοήθεια πριν από κάθε εκστρατεία. Στους ίδιους θεούς εκδήλωναν και την ευγνωμοσύνη τους μετά από κάθε νίκη. Όπως προκύπτει από τις πηγές, π.χ., ο Φίλιππος γιόρταζε στο Δίον τις νίκες του. Ο Μέγας Αλέξανδρος, πριν να αναχωρήσει για την ασιατική εκστρατεία του, κατέφυγε στο Δίον και προσέφερε θυσίες στο Δία. Μετά τη νίκη του στο Γρανικό ποταμό έστειλε ως αφιέρωμα ευγνωμοσύνης για τη θεά Αθηνά στο Παρθενώνα 300 ασπίδες.
Η λατρεία κοινών θεών επιβεβαιώνεται και από τις αρχαιολογικές ανασκαφές στη Μακεδονία, που έχουν φέρει στο φως έργα τέχνης, ναούς, αγάλματα και νομίσματα πανομοιότυπα με αυτά της Νότιας Ελλάδας. Τα νομίσματα που βρέθηκαν στη Μακεδονία, π.χ., έχουν εικόνες και επιγραφές των θεών του ελληνικού πάνθεου που λατρεύονταν σ’ όλη την Ελλάδα. Και αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία διαδηλώνουν με τον πλέον εναργή τρόπο ότι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες και εκδήλωναν την πίστη τους με τον ίδιο τρόπο στους ίδιους θεούς και ημιθέους χωρίς καμιά διάκριση από τη Νότια Ελλάδα.
Οι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν επίσης για τις θρησκευτικές γιορτές τους ελληνικά ονόματα, που διέφεραν ουσιωδώς από τα ονόματα των εορτών των Ιλλυριών και Θρακών. Κοινά πολιτιστικά και λατρευτικά στοιχεία είχαν μόνο με τους Μάγνητες και τους Δωριείς, που προέρχονταν από την ίδια φυλή. Είχαν π.χ. το χορό Καρπαία των Μαγνητών και των Αιανών. Είχαν επίσης κοινές γιορτές όπως τα Εταιρίδια, την Απελλαία και τα Θαύλια από το Θεό Θαύλο των Θεσσαλών και των Αθηναίων.
Οι Μακεδόνες λάτρευαν επίσης και το Θεό Φόβο, στον οποίο προσέφεραν θυσίες την παραμονή κάθε μάχης. Στην εκστρατεία της Ασίας προσέφεραν όμως τακτικά θυσίες στους κοινούς θεούς όλης της Ελλάδας, και ποτέ σε αποκλειστικό θεό των Μακεδόνων. Και από αυτό συνάγεται, ότι δεν είχαν ξεχωριστούς θεούς[91]. Παραπέρα, οι Μακεδόνες ήταν και μέλη της Αμφικτιονίας των Δελφών και ορίστηκαν και ως προστάτες του ιερού αυτών[92].
G. Μαρτυρίες στην Αγία Γραφή και σε κείμενα εκκλησιαστικών Πατέρων
Η ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας προκύπτει με ενάργεια και μέσα από πολλά χωρία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης καθώς και από πατερικά κείμενα. Ενδεικτικά και μόνο, αξίζει κανείς να αναφέρει τα παρακάτω παραδείγματα.
1. Το όραμα του προφήτη Δανιήλ
Χαρακτηριστικό είναι π.χ. το αναφερόμενο στην Παλαιά Διαθήκη όραμα του προφήτη Δανιήλ (8, 1-22), με το οποίο, δια της παραβολικής νίκης του τράγου κατά του κριού, προφητεύονται, διακόσια χρόνια νωρίτερα, οι νίκες του M. Αλεξάνδρου κατά των Mήδων και των Περσών. Ο προφήτης Δανιήλ, ειδικότερα, αναφέρεται να βλέπει το 539 π.Χ. σε όραμα ένα κριό να στέκεται κοντά του. Τούτος είχε δύο κέρατα, που το ένα μεγάλωνε περισσότερο από το άλλο. Σε λίγο φάνηκε και ένας τράγος, ο οποίος είχε ανάμεσα στα μάτια του ένα εντυπωσιακό κέρατο. Ο τράγος όρμησε κατά του κριού οργισμένος και του έσπασε τα κέρατα. Κατά τη διάρκεια της ακμής της δόξας του τράγου έσπασε το μεγάλο κέρατό του και φύτρωσαν στη θέση του τέσσερα νέα κέρατα, στραμμένα προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Στην απορία του Δανιήλ περί του νοήματος του οράματος παρουσιάζεται ένας άνδρας και του δίνει την εξής ερμηνεία: Ο κριός είναι ο βασιλέας των Μήδων και Περσών Δαρείος Γ΄ ο Κοδομανός. Ο τράγος είναι ο βασιλέας των Ελλήνων Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος το 331 π.Χ. στη μάχη του Γρανικού ποταμού συνέτριψε τη δύναμη (: τα κέρατα) του Δαρείου. Για τον παραπάνω λόγο, τον Μ. Αλέξανδρο τον παρίσταναν στα νομίσματα με κέρατο τράγου. Τούτο έσπασε βέβαια με το θάνατό του, στη θέση αυτού φύτρωσαν όμως τέσσερα νέα «κέρατα»: οι διάδοχοί του Μ. Αλεξάνδρου με τα τέσσερα βασίλεια.
2. Τα βιβλία των Μακκαβαίων
Τα βιβλία των Μακκαβαίων είναι γεμάτα από αναφορές στην ιστορία και τη δράση των Ελλήνων Μακεδόνων, των ανδρών του M. Αλεξάνδρου και των διαδόχων του. Ο πρώτος στίχος του Α΄ κεφαλαίου του πρώτου βιβλίου των Μακκαβαίων αρχίζει ως εξής: «Και εγένετο μετά το πατάξαι Αλέξανδρον τον Φιλίππου τον Μακεδόνα ός εξήλθε εκ της γης Χετειείν (την Ελλάδα) και επάταξε τον Δαρείον βασιλέα των Περσών και Μήδων και εβασίλευσε αντ’ αυτού πρότερος επί την Ελλάδα». Τονίζεται, δηλαδή, ότι ο Μ. Αλέξανδρος εξόρμησε από την Ελλάδα και νίκησε το βασιλέα των Περσών Δαρείο και βασίλευσε αντί αυτού στην Ελλάδα. Στα ίδια βιβλία αναφέρεται ακόμη η αντίδραση των αδελφών Μακκαβαίων κατά της προσπάθειας του διαδόχου του Μ. Αλεξάνδρου Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς (175-164π.Χ), ο οποίος σαν Έλληνας ήθελε να εξελληνίσει τους Εβραίους. Κατεξοχήν χρησιμοποιείται στους Μακκαβαίους η φράση: «από βασιλείας Ελλήνων», ακριβώς γιατί ο Μ. Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του, που κυριάρχησαν στην περιοχή για διακόσια πενήντα χρόνια (312 έως 65 π.Χ.), ήταν Έλληνες. Η Παλαιά Διαθήκη γενικότερα δεν διαφοροποιεί τους Μακεδόνες από τους Έλληνες, γιατί και οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες. Παντού γίνεται αναφορά στην βασιλεία των Ελλήνων, και όχι στη βασιλεία των Μακεδόνων. Το ίδιο κάνουν και οι εβδομήκοντα λόγιοι και σοφοί που μετέφρασαν το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης από τα εβραϊκά στα ελληνικά.
3. Η μετάφραση στα ελληνικά της Παλαιάς Διαθήκης
Η Παλαιά Διαθήκη μεταφράστηκε στα ελληνικά τον 3ο αιώνα π.X., επειδή με την εκπολιτιστική εκστρατεία του M. Αλεξάνδρου η ελληνική γλώσσα διαδόθηκε στα πέρατα του κόσμου. Δεν θα ήταν δυνατόν, άλλη γλώσσα να μιλούν οι Μακεδόνες και άλλη να διαδίδουν στις καταλαμβανόμενες χώρες, σε αυτή δε τη γλώσσα και μόνο να μεταφράζουν την Αγία Γραφή. Η διάδοση της ελληνικής γλώσσας από τους Μακεδόνες στο απέραντο κράτος του Μ. Αλεξάνδρου εντασσόταν στο προαιώνιο σχέδιο του Θεού, αφενός μεν για να προετοιμαστεί ο κόσμος να δεχθεί μέσω αυτής της γλώσσας τα υψηλότερα πνευματικά νοήματα της σοφίας του Θεού, αφετέρου δε για να μπορέσει να γραφεί η Καινή Διαθήκη εξαρχής στα ελληνικά, αφού η ελληνική γλώσσα, λόγω του λεξιλογικού και νοηματικού πλούτου της, ήταν η μόνη ικανή να ενσωματώσει τον εξ αποκαλύψεως λόγο του Θεού.
4. Οι πράξεις των Αποστόλων
Η διάδοση του Χριστιανισμού στην Ευρώπη ξεκίνησε από τη Μακεδονία. Ο Απόστολος Παύλος, κατά τη δεύτερη αποστολική περιοδεία του (Πράξεις 16,6-40) και ενώ βρισκόταν το φθινόπωρο του 49 μ.Χ. στα μέρη της Γαλατίας, σκέπτονταν αρχικά να προχωρήσει προς τις άλλες χώρες της Ασίας. Το Άγιο Πνεύμα όμως τον εμπόδισε. Ο Απόστολος πήγε τότε προς τη Μυσία και σχεδίαζε να πάει και στη Βιθυνία, όμως το Άγιο Πνεύμα και πάλι τον εμπόδισε. Ο Απόστολος στράφηκε τελικά προς τα δυτικά παράλια της Μ. Ασίας, στην Τρωάδα. Εκεί προβληματιζόταν ως προς την παραπέρα κατεύθυνση της ιεραποστολής του. Την νύχτα εκείνη του παρουσιάστηκε σε όραμα ένας Μακεδόνας και τον κάλεσε με την εξής φράση: «Διαβάς εις Mακεδονίαν βοήθησον ημίν». Τον καλούσε η ένδοξη χώρα των Ελλήνων, η Μακεδονία, να κηρύξει το Χριστιανισμό στην Ευρώπη. Μαζί με τους συνεργάτες του έφθασε στη Σαμοθράκη. Στη συνέχεια, αφού αγκυροβόλησαν στη Νεάπολη, στην Καβάλα, μετέβησαν με τα πόδια στους Φιλίππους. Η πορφυροπώλης Λυδία η Φιλιππισία πίστεψε στο Χριστό, βαπτίστηκε και τους φιλοξένησε στο σπίτι της. Επειδή ο Παύλος θεράπευσε τη δαιμονισμένη παιδίσκη τους ράβδισαν και τους φυλάκισαν αυστηρά. Τους έδεσαν τα πόδια σε ένα ξύλο και τους ακινητοποίησαν. Ενώ έψαλλαν θρησκευτικούς ύμνους έγινε σεισμός και λύθηκαν τα δεσμά τους. Μετά συνέχισαν την αποστολική πορεία τους δια της Εγνατίας οδού και διερχόμενοι από την Αμφίπολη και την Απολλωνιάδα έφθασαν στη Θεσσαλονίκη, όπου κήρυξαν στη Συναγωγή. Πολλοί των σεβόμενων Ελλήνων και πολλές γυναίκες της ανώτερης τάξης επείσθησαν και «προσεκληρώθησαν τω Παύλω και τω Σίλα» (Πράξ. 17, 4-12). Στη συνέχεια καταδιώχτηκαν όμως από τους φανατικούς Εβραίους και πήγαν στους κατοίκους της Βέροιας, όπου «πολλοί μεν ουν εξ αυτών επίστευσαν, και των Ελληνίδων γυναικών των ευσχημόνων και ανδρών ουκ ολίγοι». Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι Πράξεις των Αποστόλων σ’ όλη την αποστολική πορεία του Παύλου δια μέσου της Μακεδονίας μνημονεύουν τους κατοίκους των μακεδονικών πόλεων ως Έλληνες και Ελληνίδες, χωρίς να τους διακρίνουν ως ξεχωριστή εθνότητα. Ο Παύλος τους μιλούσε άλλωστε στα ελληνικά, διότι τούτοι ως γνήσιοι Έλληνες μιλούσαν την ελληνική γλώσσα.
5. Οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου
Προς τεκμηρίωση του γεγονότος, ότι η γλώσσα των κατοίκων της Μακεδονίας ήταν η ελληνική, αξίζει κανείς τέλος να επισημάνει, ότι και τις τρεις επιστολές που έγραψε ο Απόστολος Παύλος κατά το 50 και 51 μ.Χ. απευθυνόμενος σε κατοίκους πόλεων της Μακεδονίας (: μία προς Φιλιππισίους και δύο προς Θεσσαλονικείς) τις συνέταξε στα ελληνικά. Ο Απόστολος Παύλος, επίσης, δεν ξεχωρίζει στις επιστολές του από άποψη εθνικότητας τη Μακεδονία από την υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά την αναφέρει μαζί με την Αχαΐα τρεις φορές (Ρωμ. 15, 26, Α΄ Θεσ/νικείς 1,7- 8). Εγκωμιάζει τη Μακεδονία όπως και την Αχαΐα, διότι και οι δύο ήταν ελληνικές επαρχίες της ίδιας εθνικότητας, κατοικημένες από Έλληνες (Β΄ Κορινθ. 8,1-5, Φιλιπ. 4,15).
6. Τα κείμενα του αγίου Ι. Χρυσοστόμου
Ο Ιερός Χρυσόστομος, στη Β΄ ομιλία του σχετικά με την Α΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή[93] εγκωμιάζει τους Μακεδόνες και ιδιαίτερα το Μ. Αλέξανδρο και τη μεγάλη εκπολιτιστική εκστρατεία του ως εξής : «Είναι αλήθεια ότι ο λαός των Μακεδόνων ήταν ονομαστός πριν από την έλευση του Χριστού και παντού υμνούνταν περισσότερο και από τους Ρωμαίους. Και οι Ρωμαίοι γι’ αυτό είναι θαυμαστοί, επειδή κατέλαβαν αυτούς. Γιατί αυτά που έκαμε ο βασιλιάς των Μακεδόνων υπερβαίνουν κάθε νου, αφού ξεκίνησε από μικρή πόλη και κυρίευσε όλη την οικουμένη. Γι’ αυτό και ο προφήτης βλέπει αυτόν σαν φτερωτή λεοπάρδαλη, δηλώνοντας την ταχύτητα, την ορμή, την αποτελεσματικότητα και το αιφνιδιαστικό κατά κάποιο τρόπο πέταγμά του πάνω από την οικουμένη με τρόπαια και νίκες. Αναφέρουν ακόμη, ότι όταν ο Μ. Αλέξανδρος άκουσε κάποιον φιλόσοφο να λέει ότι υπάρχουν άπειροι κόσμοι, στέναξε πικρά, διότι, ενώ υπάρχουν άπειροι, δεν έγινε βέβαια κυρίαρχος ούτε ενός κόσμου. Τόσο πολύ περήφανος και μεγαλόψυχος ήταν και παντού τον υμνούσαν. Με τη φήμη βέβαια του βασιλιά συμβάδιζε και η δόξα του λαού, γιατί ονομάζονταν Αλέξανδρος ο Μακεδών. Ώστε ήταν επόμενο και τα συμβάντα εκεί να διαδίδονται παντού, γιατί από τα σπουδαία πράγματα τίποτε δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητο. Δεν ήταν λοιπόν τα πράγματα των Μακεδόνων κατώτερα των Ρωμαίων. Αυτό όμως οφείλεται και στην ορμητικότητά τους.»[94]
H. Γλώσσα
1. Η τεκμηρίωση της ελληνικότητας της αρχαίας μακεδονικής γλώσσας
a) Οι αρχαίες μακεδονικές ενεπίγραφες πλάκες
Όπως αναφέρθηκε και σε προγενέστερο σημείο, η ελληνικότητα της Μακεδονίας επιβεβαιώνεται, με τον πλέον αδιάσειστο τρόπο, από το γεγονός, ότι όλες οι ενεπίγραφες πλάκες που βρέθηκαν στη Μακεδονία είναι γραμμένες στα ελληνικά. Ο M. Δήμητσας το 1892, κατόπιν μελέτης 1409 ενεπίγραφων πλακών της Μακεδονίας από τον 6ο αιώνα π.X. μέχρι τον 3ο αιώνα μ.X., χρησιμοποιεί εύγλωττα για το σχετικό βιβλίο του, όπου εκθέτει τα πορίσματα της εργασίας του, τον τίτλο: «Η Μακεδονία εν λίθοις φθεγγομένοις καί μνημείοις σωζομένοις». Η Μακεδονία αποδεικνύει δηλαδή από μόνη της την ελληνική ιστορική ταυτότητά της μιλώντας με τις ελληνικές ενεπίγραφες λίθινες πλάκες και τα σωζόμενα μνημεία της. Στις 1409 ελληνικές ενεπίγραφες πλάκες του 1892 έχουν προστεθεί, ως προϊόν των αρχαιολογικών ανασκαφών, και χιλιάδες άλλες, ώστε ο σημερινός αριθμός τους να υπερβαίνει τις 5.000, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα επίσης ανευρεθέντα αναρίθμητα αγγεία και νομίσματα. Όλα αυτά τεκμηριώνουν με αδιάσειστο τρόπο την ιστορική ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας και διαψεύδουν τους πλαστογράφους της ιστορίας.
Η όλη κατάσταση μπορεί ειδικότερα να παραλληλιστεί με τη σκηνή της Βαϊοφόρου εισόδου του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όπου ο μεν λαός και τα παιδιά φώναζαν: «ευλογημένος ο ερχόμενος βασιλεύς εν ονόματι Κυρίου», ενώ οι Γραμματείς και Φαρισαίοι παρότρυναν τον Κύριο λέγοντας: «Διδάσκαλε επιτίμησον τοις μαθηταίς σου» για αυτά που φωνάζουν. Ο Ιησούς τότε γύρισε και τους απάντησε: «Λέγω υμίν ότι εάν ούτοι σιωπήσωσιν, οι λίθοι κεκράξονται» (Λουκά ιθ΄, 38-40). Το ίδιο ακριβώς καλείται σήμερα να απαντήσει και κάθε Έλληνας στους Σκοπιανούς και σε όσους έχουν υποκύψει στην προπαγάνδα αυτών: ακόμη κι αν αυτοί εξακολουθήσουν να αρνούνται ότι η Μακεδονία είναι ελληνική, «οι λίθοι κεκράξονται», θα το φωνάξουν δηλαδή οι χιλιάδες από τον 6ο π.Χ. μέχρι τον 6ο μ.Χ. αιώνα ενεπίγραφες με ελληνικά γράμματα πλάκες που βρέθηκαν στη Μακεδονία.
Εικόνα 21 Δείγμα ενεπίγραφης με ελληνικά γράμματα επιτύμβιας στήλης του Πετρινού, γιού του Αντιγόνου, του 1ου αιώνα π. Χ. από τη Βέροια Μακεδονίας
Το 1979 ιδρύθηκε το Κέντρο Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας (Κ.Ε.Ρ.Α.), που ενέταξε στις δυνάμεις του πολλούς ερευνητές αρχαιολόγους, ιστορικούς, γλωσσολόγους και ειδικούς στις αρχαίες επιγραφές. Από τότε ο αριθμός των αρχαίων ελληνικών επιγραφών που βρέθηκαν στη μακεδονική γη και χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα π.Χ. και εφεξής έχει φθάσει, όπως επισημάνθηκε, τα 5.000 κομμάτια, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται στον αριθμό αυτό αγγεία και νομίσματα. Χαρακτηριστικό είναι εξάλλου, πως εξαιρουμένων μερικών ρωμαϊκών επιγραφών, δεν βρέθηκε καμία άλλη επιγραφή, είτε σλαβομακεδονική είτε άλλης προέλευσης, που να χρονολογείται πριν τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Παρότι οι αρχαίες ενεπίγραφες πλάκες στα μουσεία των Βαλκανίων φέρουν ελληνική γραφή, παρουσιάζονται ενίοτε από τους ξεναγούς ως ενεπίγραφες πλάκες σλαβικής προέλευσης. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ένα περιστατικό, σύμφωνα με το οποίο ένας Έλληνας επισκέπτης αντέδρασε στην παραπάνω διαστρέβλωση της αλήθειας και κάλεσε άμεσα τον ξεναγό να αναγνώσει το κείμενο της πλάκας στα σλαβικά. Ο ξεναγός φυσικά χλόμιασε και δήλωσε αδυναμία. Ο Έλληνας επισκέπτης ανέγνωσε τότε μεγαλόφωνα το χαραγμένο στην πλάκα κείμενο λέγοντας: «Αυτές οι πλάκες αναγιγνώσκονται μόνον από τους Έλληνες και όσους γνωρίζουν ελληνικά, διότι τις έγραψαν Έλληνες και όχι Σλάβοι».
Πολλοί τουρίστες αναφέρουν, ότι παρόμοια τακτική εφαρμόζεται και από Τούρκους ξεναγούς σε ό,τι αφορά τα ευρήματα που εκτίθενται σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους της Μικράς Ασίας, στις αρχαίες πόλεις Έφεσο, Πέργαμο κ.λπ. Στους ξένους επισκέπτες δηλώνεται ότι όλα τα σχετικά κτίρια και αρχαιολογικά ευρήματα δεν αποτελούν δημιουργήματα του πολιτισμού της ελληνιστικής και της βυζαντινής εποχής, αλλά είναι ρωμαϊκής προέλευσης.
Οι ελληνικές ενεπίγραφες πλάκες και όλα τα αρχαία νομίσματα με ελληνικά γράμματα που έχουν βρεθεί στη μακεδονική γη δεν μπορούν να πλαστογραφηθούν ή να παρερμηνευθούν, όπως τα βιβλία της ιστορίας. Είναι αδιάψευστοι μάρτυρες της ελληνικότητας της Μακεδονίας, και κατά συνέπεια ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στα σχέδια των Σκοπιανών και στους ανοίκειους ισχυρισμούς τους, ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες και δεν μιλούσαν ελληνικά.
Εικόνα 22η . Νομίσματα της αρχαίας Μακεδονίας
b) Άλλες αποδείξεις
Το ότι οι Μακεδόνες μιλούσαν ελληνικά, δεν προκύπτει όμως μόνο από ελληνικές ενεπίγραφες πλάκες. Τούτο συνάγεται και από πολλές άλλες πηγές. Ειδικότερα, δεν υπάρχει ούτε ένας ιστορικός της αρχαιότητας που να ισχυρίζεται ότι οι Μακεδόνες θα μπορούσαν να μιλούν άλλη γλώσσα εκτός από την δωρική ελληνική διάλεκτο. Πολύ περισσότερο, όλες οι αναφορές στα αρχαία κείμενα συγκλίνουν στο ότι οι Μακεδόνες όχι μόνο ήταν Έλληνες, αλλά μιλούσαν και ελληνικά.
Σε μια αττική κωμωδία του 5ου αιώνα π.Χ. με τον τίτλο «Μακεδόνες» ο αθηναίος ποιητής Στράτης ρωτά, π.χ., ένα Μακεδόνα, πώς ονομάζονται ορισμένα πράγματα στη Μακεδονία. Τούτος απαντά όπως και στη Μακεδονία χρησιμοποιούνται οι ίδιες ονομασίες με αυτές της Αττικής[95].
Ο Μ. Αλέξανδρος μιλούσε πάντοτε ελληνικά στο στρατεύματά του, αναφωνώντας «άνδρες Μακεδόνες τε και σύμμαχοι»[96]. Πώς θα τον καταλάβαιναν οι Μακεδόνες στρατιώτες αν δεν γνώριζαν τα ελληνικά από τις μητέρες τους; Ο Aρριανός γράφει ότι πολλοί απ' αυτούς διήγαν στην πατρίδα τους μία πτωχική ποιμενική ζωή στα βουνά χωρίς να φοιτούν σε σχολεία[97].
Ο Κουίντος Κούρτιος Ρούφος, στην ιστορία που έγραψε τον 1ο αιώνα μ.Χ. για το Μ. Αλέξανδρο, αναφέρει μια πολλή συγκινητική σκηνή μετά από τη μάχη της Χαιρώνειας. Ο Μ. Αλέξανδρος συνομιλεί με τους τραυματισμένους μαχητές Θηβαίους. Στέκεται με πολύ πόνο ψυχής ανάμεσα στους θανάσιμα τραυματισμένους ιερολοχίτες Θηβαίους. Μετά από λίγα λεπτά σιωπής, πάρα πολύ συγκινημένος, με δάκρυα στα μάτια, τους λέγει τα εξής: «Ιερές σκιές των αποθανόντων, δεν είμαι εγώ ο αίτιος αυτής της σκληρής και αποτρόπαιης μοίρα σας, αλλά η επάρατη διαφωνία, η οποία έσπρωξε έθνη αδελφά και λαούς ομόφυλους να σηκώσουν χέρι θανατηφόρο ο ένας εναντίον του άλλου. Όχι μόνο δεν χαίρομαι τώρα για τη νίκη εναντίον σας, αλλά αντίθετα λυπούμαι, γιατί δεν ευτύχησα να σας έχω ζωντανούς συσπειρωμένους γύρω μου, αφού μάλιστα η ίδια θρησκεία και γλώσσα και οι ίδιοι πόθοι μας συνδέουν. Επαινώ την ανδρεία σας, αλλά θα επιθυμούσα κάτω από άλλες περιστάσεις να σας είχα φανεί χρήσιμος. Χαίρετε λοιπόν στις κατοικίες του Άδη. Χαίρετε ανδρείοι μαχητές! Και λέγοντας αυτά ο νεαρός ήρωας αποχώρησε σπογγίζοντας τα δάκρυά του.»[98] Στο παραπάνω κείμενο του 1ου αιώνα μ.Χ. τονίζεται ακριβώς, ότι οι Μακεδόνες ήταν αδέλφια και ομόφυλοι των Ελλήνων, συνδεόμενοι μ’ αυτούς με την ίδια γλώσσα, την ίδια θρησκεία και τους ίδιους πόθους.
Χωρίς ουσία είναι εξάλλου το επιχείρημα που προσπαθούν να αντλήσουν κάποιοι από το γεγονός, ότι ο Μ. Αλέξανδρος αναφέρεται στις πηγές να μιλά στους Μακεδόνες στρατιώτες στην απλή τοπική μακεδονική ελληνική διάλεκτο, προκειμένου να γίνεται κατανοητός. Πράγματι, μερικοί από τους στρατιώτες που προέρχονταν από τα βουνά της Μακεδονίας ήταν αγράμματοι. Ασχολούνταν με την γεωργία και την κτηνοτροφία και ζούσαν κατά τον αυτάρκη τότε τρόπο της ομηρικής εποχής. Κατασκεύαζαν τα ενδύματα, τα εργαλεία και όλα τα είδη της διατροφής τους από τη δική τους παραγωγή. Δεν είχαν συχνή επικοινωνία με τα κέντρα πολιτισμού, με τις μεγάλες πόλεις. Το ελληνικό μακεδονικό λεξιλόγιό τους ήταν πολύ φτωχό, όπως συμβαίνει με όλους τους ορεσίβιους που δεν παρακολούθησαν στη ζωή τους κανένα σχολείο[99]. Για να γίνεται λοιπόν κατανοητός ο Μ. Αλέξανδρος αναγκαζόταν να προσαρμόζει το λόγο του στη στάθμη του φτωχού τους ελληνικού λεξιλογίου. Το ίδιο κάνει άλλωστε και κάθε καλός ομιλητής σήμερα, όταν βρεθεί σε ακροατήριο κάποιου ορεινού χωριού. Θα ήταν εγωιστικό και αντιπαιδαγωγικό να μιλά κανείς με γλώσσα διανοουμένου σε απλούς ανθρώπους της υπαίθρου. Θα αποτύγχανε η ομιλία του. Αυτό ακριβώς προσπαθούσε να αποφύγει ο M. Αλέξανδρος μιλώντας προς τους ορεσίβιους στρατιώτες στην τοπική τους ελληνική διάλεκτο.
Οι Μακεδόνες στρατιώτες, άλλωστε, σ’ όποιο μέρος της Ασίας κι αν εγκαταστάθηκαν, διέδωσαν στους ντόπιους κατοίκους την ελληνική γλώσσα. Αν μιλούσαν μακεδονικά, ασφαλώς θα διέδιδαν τη μακεδονική γλώσσα και όχι την ελληνική. Σε πολλές αρχαίες πόλεις της Ασίας και της Αφρικής βρέθηκαν αρχαία θέατρα της ελληνιστικής, όπου διδάσκονταν και παίζονταν οι αρχαίες τραγωδίες του Σοφοκλή, του Eυρυπίδη και του Αισχύλου στην ελληνική γλώσσα. Θα ήταν παράλογο να παίζονταν οι τραγωδίες στην ελληνική γλώσσα, αν οι Μακεδόνες δεν είχαν διαδώσει στους ντόπιους την ελληνική γλώσσα. Τη γλώσσα που μιλούσαν μετέδωσαν και στους λαούς στους οποίους κυριάρχησαν. Αν μιλούσαν άλλη γλώσσα, εκείνη θα μετέδιδαν στην Ασία και σε εκείνη θα γράφονταν τα βιβλία του Αριστοτέλη ή οι ενεπίγραφες πλάκες. Όλα όμως τα συγγράμματα και οι επιγραφές είναι στα ελληνικά.
Η άποψη των αρνητών, παραπέρα, ότι δεν είχε γραφή (αλφάβητο) η τοπική μακεδονική γλώσσα, και γι’ αυτό όλα τα διασωθέντα γραπτά μνημεία φέρουν την ελληνική γραφή, δεν ευσταθεί λογικά. Στη Μακεδονία αναδείχτηκαν κατά την ελληνιστική εποχή πολλοί Μακεδόνες επιστήμονες, ιστορικοί, ποιητές, φιλόσοφοι, καλλιτέχνες κ.λπ. Ο πνευματικός πολιτισμός αυτών ήταν τόσο υψηλής στάθμης, που δεν θα άφηναν τη γλώσσα τους χωρίς γραφή. Εξάλλου, ακόμη και χωρίς δική της γραφή, η μακεδονική γλώσσα θα σώζονταν παραδοσιακά στα ορεινά μέρη της Μακεδονίας. Οι απόγονοι των απόμαχων Μακεδόνων στρατιωτών, που έμειναν στο βορειοδυτικό Πακιστάν και στο βορειοανατολικό Αφγανιστάν, διατήρησαν όμως με τη συνεχή οικογενειακή παράδοση τους μέχρι σήμερα την ελληνική γλώσσα και όχι οποιαδήποτε άλλη. Το ίδιο συνέβη και στους απόγονους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας.
Παραπέρα, θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του, πως αν οι Μακεδόνες μιλούσαν ξένη γλώσσα, αυτό θα το εκμεταλλεύονταν ως δραστικό όπλο όλοι οι εχθρικά διακείμενοι προς τους Μακεδόνες ρήτορες, όπως π.χ. ο Δημοσθένης. Ο τελευταίος, λ.χ., αν τυχόν είχε μπροστά του «αλλόγλωσσους», θα χρησιμοποιούσε το στοιχείο αυτό επανειλημμένα ως επιχείρημα, προκειμένου να μπορεί να τεκμηριώσει την ύβρη «βάρβαροι». Σε κανένα αρχαίο κείμενο δεν παρατηρείται όμως κάτι τέτοιο.
Τον 4ο αιώνα π.Χ. κυκλοφόρησε στο Δίον Εφημερίδα του Βασιλέως στα ελληνικά. Πάνω σε λίθινες πλάκες γράφονταν πράξεις και αποφάσεις της Πολιτείας, συνθήκες, συμμαχίες με άλλα κράτη, κανονισμοί, ψηφίσματα και ό,τι άλλο αφορούσε σχετικά το λαό. Ο ύπατος Ρωμαίος Παύλος Αιμίλιος, όταν καταλήφθηκε η Μακεδονία από τους Ρωμαίους, ανέθεσε στον πραίτορα Οκτάβιο να μεταφράσει την απόφαση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου για την ανακήρυξη της Μακεδονίας σε ρωμαϊκή επαρχία στα ελληνικά, και να την αναρτήσει σε δημόσιο χώρο για να τη διαβάζει ο λαός στη γλώσσα του. Πώς θα διάβαζαν οι Μακεδόνες στα ελληνικά τις παραπάνω πλάκες, αν δε γνώριζαν και δεν ομιλούσαν τα ελληνικά;
Ο Ρωμαίος Τίτος Λίβιος (59 π.Χ. έως 17 μ.Χ.) αναφέρει, τέλος, στην ιστορία του[100] ότι η συνέλευση των Ελλήνων στην Αιτωλία έγινε από «ανθρώπους ομόγλωσσους», Έλληνες, Αιτωλούς, Aκαρνάνες, Μακεδόνες κ.λπ.
2. Χαρακτηριστικά της αρχαίας ελληνικής μακεδονικής γλώσσας
Αξίζει όμως να εξετάσει κανείς πιο επισταμένα τα γλωσσολογικά εκείνα χαρακτηριστικά που αφενός καταδεικνύουν τη γνήσια ελληνικότητα της γλώσσας των αρχαίων Μακεδόνων και αφενός αντιδιαστέλλουν με ξεκάθαρο τρόπο την γλώσσα αυτή από τη λεγόμενη σλαβομακεδονική γλώσσα.
a) Γενικές παρατηρήσεις
Η γλώσσα των αρχαίων Μακεδόνων έχει όλα τα βασικά γνωρίσματα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Οι μόνες διαφορές είναι αυτές που προκύπτουν από τη χρήση της δωρικής διαλέκτου, στην οποία τα σύμφωνα φ, θ, χ αντικαθιστούνται από τα σύμφωνα β, δ και γ (: Βίλιππος αντί Φίλιππος, δεσμός αντί θεσμός, Γεταίας αντί Χαιτέας).
Όπως η αττική ελληνική διάλεκτος, έτσι και η μακεδονική ελληνική διάλεκτος απέβαλε εξάλλου τα χαρακτηριστικά της ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, καθώς: 1) Έτρεψε το hκαι s, όταν βρίσκονται πριν από φωνήεν, σε δασεία, π.χ. sex → εξ, serpo → έρπω. 2) Απέβαλε από τις λέξεις το δίγαμα F (π.χ. Fέργον → έργον). 3) Απέβαλε το j μεταξύ δύο φωνηέντων (π.χ. φυjω → φύω) ή το αφομοίωσε με το προηγούμενο σύμφωνο (π.χ. βαλjω → βάλλω). 4) Μετέτρεψε το τJ σε σσ, π.χ. Έδετjα → Έδεσσα. 5) Μετέτρεψε το σύμπλεγμα των συμφώνων ρσ σε ρρ, π.χ. άρσεν → άρρεν. 6) Αποσιώπησε όλα τα τελικά σύμφωνα από το τέλος των λέξεων και κράτησε μόνο τα ρ, ν, και ς. 7) Μετέτρεψε το τελικό μ σε ν, π.χ. λατινικά: taurum → ελληνικά: ταύρον. 8) Χρησιμοποίησε στην αρχή μερικών λέξεων το ξ και ψ. Όλα αυτά και πολλά άλλα φανερώνουν ότι η μακεδονική διάλεκτος ήταν μία από τις ελληνικές διαλέκτους.
Αν εξαιρέσει κανείς εξάλλου τις λίγες λέξεις που «ανταλλάχθηκαν» λόγω της γειτονίας, δεν είχε καμία σχέση με την Ιλλυρική γλώσσα. Η μακεδονική ελληνική διάλεκτος έχει καθ’ όλα ελληνικό λεξιλόγιο και ελληνικά κύρια ονόματα και τοπωνύμια. Οι Μακεδόνες στην αρχή μιλούσαν τη δωρική διάλεκτο, από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά καθιέρωσαν όμως ως επίσημη γλώσσα του μακεδονικού κράτους την αττική διάλεκτο. Αυτή την αλλαγή και προσαρμογή της ελληνικής δωρικής διαλέκτου στην αττική διάλεκτο οι Σκοπιανοί προσπαθούν να την εμφανίσουν με διάφορα τεχνάσματα ως αλλαγή από μια ξένη γλώσσα σε άλλη.
Όπως όμως τονίστηκε ήδη, όλες οι ενεπίγραφες πλάκες που ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές στη Βεργίνα και αλλού είναι στα ελληνικά. Τα κείμενα είναι σε καθαρή ελληνική γλώσσα. Τα ονόματα των ανθρώπων, των ηρώων, των τοπωνυμίων, των θεών, των εορτών και των μηνών είναι επίσης ελληνικά, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων. Η συντριπτική πλειονότητα των ονομάτων έχει καθαρή ελληνική ρίζα, που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση.
Οι Σκοπιανοί, προκειμένου να δικαιολογήσουν τα παραπάνω ευρήματα, ισχυρίζονται βέβαια ότι οι Έλληνες βασιλείς των Μακεδόνων ανάγκαζαν τους Μακεδόνες να αλλάζουν τα αρχικά ονόματα τους και αντί αυτών να χρησιμοποιούν ελληνικά ονόματα. Αυτοί που επιβάλλουν σήμερα με τη βία στους Έλληνες Βλάχους και Σαρακατσαναίους των Σκοπίων την υποχρέωση αλλαγής επιθέτου (: υποχρέωση προσθήκης σλαβικών καταλήξεων, όπως π.χ. of, eg, ski κ.ο.κ.), ώστε να προκαλείται η αίσθηση σλαβομακεδονικής καταγωγής, ισχυρίζονται δηλαδή, ότι το ίδιο έκαναν και οι βασιλείς της Μακεδονίας στους υπηκόους τους πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια. Οι ισχυρισμοί αυτοί αποδεικνύονται όμως ως έωλοι από τα ίδια τα αρχαιολογικά ευρήματα. Από αυτά προκύπτει, πράγματι, ότι τα ίδια ελληνικά ονόματα χρησιμοποιούνταν και πριν της έλευση στη Μακεδονία της μακεδονικής δυναστείας των Τιμενιδών Αργειάδων βασιλέων.
b) Το λεξιλόγιο της ελληνικής μακεδονικής διαλέκτου
Οι αρνητές της ελληνικής γλώσσας των Μακεδόνων προσπαθούν να πείσουν, ότι η διάλεκτος των Μακεδόνων δεν ήταν ελληνική αλλά κάποια συγγενής γλώσσα. Για το σκοπό αυτό αναζητούν στο λεξιλόγιο των Μακεδόνων σκόρπιες λέξεις, που πιθανόν έχουν αλλοιωθεί από αντιγραφικά λάθη και ως εκ τούτου δεν προσφέρονται για μία ελληνική ετυμολογική προσέγγιση. Στη συνέχεια προσπαθούν να ετυμολογήσουν αυτές τις λέξεις αλόγιστα σε συνδυασμό με ρίζες ινδοευρωπαϊκών λέξεων, των οποίων μετατρέπουν ή μετακινούν τα φωνήεντα και τα σύμφωνα κατά το δοκούν. Με τον τρόπο αυτό όμως, και καθώς αλλοιώνουν ακόμη και τη ρίζα της λέξης που λαμβάνουν ως συγκριτικό μέγεθος, καταλήγουν σε παντελώς ατεκμηρίωτα συμπεράσματα.
Οι Σκοπιανοί υποστηρίζουν ειδικότερα την άποψη, ότι οι Μακεδόνες πριν τον 5ο αιώνα π.Χ. δεν μιλούσαν ελληνικά, αλλά μια βάρβαρη γλώσσα των βορείων λαών (: των Ιλλυριών, των Πρώσων κ.λπ.). Ισχυρίζονται, ότι οι Μακεδόνες εξελληνίστηκαν και διδάχτηκαν την ελληνική γλώσσα από τους Έλληνες βασιλείς τους. Για να αποδείξουν ότι οι Μακεδόνες δε μιλούσαν ελληνικά, έχουν συγκεντρώσει τα λιγοστά μη γνήσια ελληνικά στοιχεία της γλώσσας των Μακεδόνων, και τα παρουσιάζουν ως αντιπροσωπευτικό δείγμα της υποτιθέμενης γνήσιας μακεδονικής γλώσσας. Ειδικότερα, συγκέντρωσαν: α) τις αρχαίες αλλοιωμένες ελληνικές λέξεις που δεν επιδέχονται ελληνική ετυμολογία, και β) τα ξένα ονόματα Μακεδόνων, τοπωνυμίων, θεών, ηρώων, εορτών και μηνών που δεν ταιριάζουν με την ελληνική προφορά[101]. Υποστηρίζουν ακόμη οι Σκοπιανοί, ότι η αλλαγή των παραπάνω αναφερθέντων συμφώνων στην ελληνική μακεδονική διάλεκτο προερχόταν από τη συγγενή ιλλυρική γλώσσα. Αν συνέβαινε όμως αυτό θα έπρεπε να έχουν μεταβληθεί και τα ουρανικά σύμφωνα σε συριστικά. Η αλλαγή των δασέων συμφώνων σε μεσαία ήταν, όπως τονίστηκε παραπάνω, ιδιαιτερότητα καθαρά της δωρικής διαλέκτου.
Οι Σκοπιανοί ερεύνησαν επίσης ένα πίνακα 72 μακεδονικών ονομάτων, θεών, ηρώων και επιθέτων. Τα 56 από αυτά αποδείχτηκαν ως ονόματα που ήταν πανελλήνια από γλωσσική άποψη. Ένδεκα ονόματα φαίνονται βέβαια να είναι ξένα, εννιά εξ αυτών προέρχονται όμως από περιοχές στις οποίες κατοίκησαν κατά καιρούς και ξένοι λαοί, όπως π.χ. οι Ρωμαίοι. Δύο ονόματα τοπωνυμίων είναι εντελώς ξένα, έχουν όμως ελληνική κατάληξη. Αμφιβολίες προκύπτουν τελικά σε σχέση μόνο με δύο ονόματα. Σε αυτά ακριβώς στηρίζουν την προπαγάνδα τους οι διυλίζοντες τον κώνωπα και καταπίνοντες την κάμηλο αρνητές της ελληνικότητας της Μακεδονίας.
Αξίζει ακόμη να επισημανθεί, ότι στη σλαβομακεδονική γλώσσα έχουν διασωθεί περίπου 350 λέξεις της ελληνικής μακεδονικής διαλέκτου, από τις οποίες οι 150 είναι προσηγορικά ουσιαστικά και οι 200 κύρια ονόματα. Αυτές οι λέξεις θεωρήθηκαν από μερικούς αρνητές της ελληνικότητας της Μακεδονίας ότι έχουν σχέση με τις σλαβικές γλώσσες των βορείων λαών, της Πρωσικής, Κελτικής, και Ιλλυρικής, επειδή μετατρέπουν τα δασέα σύμφωνα φ, χ, θ, σε μέσα β, γ, δ (π.χ. Βίλιππος αντί Φίλιππος, καδαρός αντί καθαρός κ.λπ.). Τούτο συμβαίνει όμως και στη δωρική διάλεκτο. Ο M. Meger, στην εισαγωγή του βιβλίου του «Γραμματική των ελληνικών διαλέκτων», αποφαίνεται εξάλλου ορθά, ότι είναι αδύνατον από 350 Μακεδονικές λέξεις να εξαχθεί κάποια κρίση για το χαρακτήρα της γλώσσας, διότι απ’ αυτές οι περισσότερες είναι ανετυμολόγητες. Δεν αποκλείεται μάλιστα να είναι δανεισμένες από τις γλώσσες των περιοίκων λαών.
Οι αρνητές της ελληνικής γλώσσας της Μακεδονίας χαρακτηρίζουν, παραπέρα, μερικές λέξεις της διαλέκτου των Μακεδόνων ως σλαβομακεδονικές. Προσεκτικότερη μελέτη αποδεικνύει όμως, ότι πρόκειται στην πραγματικότητα για καθαρά ελληνικές λέξεις που προέρχονται από ρίζες αρχαίων ελληνικών ρημάτων. Οι Μακεδόνες παρήγαγαν, ειδικότερα, από τις ρίζες των αρχαίων ελληνικών ρημάτων λέξεις με βαθύτερο ελληνικό νόημα. Έτσι, π.χ., χρησιμοποιούσαν τη λέξη «κυδάρ» αντί της χρησιμοποιούμενης στην αττική διάλεκτο λέξης «τάφος». Η λέξη «κυδάρ» παράγεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα «κεύθω», που σημαίνει: κρύβω, φυλάγω μυστικό ένα πράγμα για να μην το δει και να μην το ακούσει κανείς. Με την αλλαγή του δ σε θ και την αποβολή του ε, η λέξη «κευθάρ» κατέληξε να προφέρεται ως «κυδάρ». Ένα άλλο παράδειγμα προσφέρει η λέξη «σάρισα». Τούτη παράγεται από τη ρίζα του αρχαίου ελληνικού ρήματος «σαίρω», που σημαίνει σαρώνω, πράγμα που γίνονταν σε κάθε μάχη από τη φάλαγγα των Μακεδόνων με όπλο τη σάρισα[102]. Το χιόνι το έλεγαν «νίβα», από τις νιφάδες του χιονιού, μεταβάλλοντας το φ σε β.
Οι Μακεδόνες μιλούσαν βέβαια καθαρά αρχαϊκά ελληνικά, επηρεάζονταν όμως στην προφορά τους από την ελληνική δωρική διάλεκτο, όπως οι Κύπριοι, οι Κρήτες κ.λπ. επηρεάζονται σήμερα από τις τοπικές τους διαλέκτους. Για όποιον έχει μελετήσει την εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας είναι γνωστό, ότι από τις ρίζες πολλών αρχαίων ρημάτων έχουν προέλθει πολλές λέξεις και ακόμη περισσότερα παράγωγα αυτών των λέξεων σε όλες τις περιόδους της ιστορίας του ελληνικού έθνους.
c) Γλωσσικές ιδιομορφίες λόγω της μετάβασης των Μακεδόνων από τη δωρική στην αττική διάλεκτο και το παράδειγμα των Δαρνακοχωριτών
Οι Μακεδόνες, όπως έχει ήδη επισημανθεί, μιλούσαν αρχικά στη δωρική ελληνική διάλεκτο, πριν οι βασιλείς τους εισάγουν ως επίσημη γλώσσα του κράτους την αττική ελληνική διάλεκτο, η οποία τελικά και καθιερώθηκε. Η παραπάνω μετάβαση από τη μία διάλεκτο στην άλλη είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία τοπικών ιδιωματισμών, τους οποίους πρέπει κανείς να λαμβάνει υπόψη του. Όπως φάνηκε καθαρά στο παράδειγμα των λέξεων κυδάρ, σάρισα και νίβα, κάποιες μακεδονικές λέξεις, που αρχικά ξενίζουν, αποδεικνύεται τελικά ότι προέρχονται από τις ρίζες αρχαίων ελληνικών ρημάτων της αρχαΐζουσας. Ανάλογα φαινόμενα παρατηρούνται και κατά την εξέταση του λεξιλογίου ντόπιων ελληνικών πληθυσμών της Μακεδονίας, όπως π.χ. των κατοίκων των Δαρνακοχωρίων των Σερρών.
Στο λεξιλόγιο των Δαρνακοχωριτών εντοπίζει κανείς πολλές ιδιομορφίες σε ό,τι αφορά το τυπικό και την προφορά της αρχαίας ελληνικής Μακεδονικής διαλέκτου. Αν εξετάσει κανείς το λεξιλόγιό τους πριν την δεκαετία του πενήντα, όταν δηλαδή οι γέροντες μιλούσαν ακόμη το βαρύ δωρικό λεκτικό ιδίωμα και δεν είχε αρχίσει ο διασκορπισμός των ντόπιων σ’ όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό, θα διαπιστώσει κανείς ότι το λεξιλόγιο των Δαρνακοχωριτών προέρχεται από την αρχαΐζουσα ελληνική γλώσσα[103]. Οι συνηθισμένες στη Μακεδονία λέξεις με τις σχετικές συγκοπές και αλλαγές φωνηέντων και συνιζήσεις αποδεικνύουν την αρχαία ελληνική μακεδονική καταγωγή τους. Αξίζει κανείς να εξετάσει ενδεικτικά μερικές χαρακτηριστικές φράσεις των Δαρνακοχωριτών:
Χτες έθηκακαπνό. ‑Το έθηκα είναι αόριστος του αρχαίου ρήματος τίθημι.
Aγωνιούμαν να πλύνω τα αγγειάγρήγοραγια να προλάβω κι’ άλλες δουλειές. ‑Η λέξη αγωνιούμαν προέρχεται από το αρχαίο ρήμα αγωνιάω (: αγωνίζομαι, βιάζομαι) και η λέξη αγγειά από την αρχαία λέξη αγγεία (: πιάτα, κατσαρόλες
Κοιμόμουν και δεν τοναπείκασαπότε ήλθε. Ήλθε αξαπείκαστα. ‑Το απείκασα και αξαπείκαστα προέρχονται από το αρχαίο ρήμα απεικάζω, που σημαίνει καταλαβαίνω, ενώ μαζί με το στερητικό «α», σημαίνει: χωρίς να (το) καταλάβω[104].
Κήδεψατα βιβλιάρια κάπου και ξεστόχησα. ‑Τα ρήματα κήδεψα και ξεστόχησα προέρχονται αντίστοιχα από τα αρχαία ρήματα κηδεύω και αστοχώ.
Λάμουσα τα παπούτσια μου. ‑Η λέξη λάμουσα (: λάσπωσα) προέρχεται από την αρχαία λέξη ιλύν, που σημαίνει: λάσπη
Mουλώνω όταν ο πατέρας μου φωνάζει. ‑Το μουλώνω προέρχεται από το αρχαίο ρήμα μύω, που σημαίνει: κλείνω το στόμα.
Όργωσα τανιάματα. ‑Η λέξη νιάματα προέρχεται από το αρχαίο ρήμα νεάω, που σημαίνει: καλλιεργώ χέρσο χωράφι.
Παραμείναμε κάτ’ απ’ τηναστριχιάόταν έβρεχε. ‑Η λέξη αστριχιά προέρχεται από την αρχαία λέξη όστρακο, το οστρακοειδές δηλαδή κεραμίδι που τοποθετούσαν στην άκρη της στέγης των σπιτιών[105].
Πήγα στη χρεία. ‑Η λέξη χρεία, που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα από τους γέροντες προς δήλωση της τουαλέτας, προέρχεται την αρχαία λέξη χρεία, που σημαίνει κυριολεκτικά την ανάγκη / επιθυμία, και μεταφορικά: το χώρο της σωματικής ανάγκης.
Αν λοιπόν κανείς ερευνήσει με προσοχή το λεξιλόγιο των Δαρνακοχωριτών θα διαπιστώσει, ότι το μεγαλύτερο ποσοστό του λεξιλογίου τους, προσαρμοσμένο στο τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, προέρχεται άμεσα από την αρχαία ελληνική μακεδονική διάλεκτο. Από την ιδιαίτερη αυτή διάλεκτο, που μιλιόταν στα σχετικά χωριά, προέρχονται άλλωστε και τα ονόματα δαρνάκας και δαρνακοχώρια[106].
Οι Βούλγαροι, ωστόσο, έκαναν το παν για να παρουσιάσουν τη διάλεκτο των Δαρνακοχωριτών ως σλαβόφωνη. Συγκρότησαν επιτροπή από Ρώσους επιστήμονες καθηγητές το 1900, οι οποίοι κλήθηκαν να επισκεφθούν τις Σέρρες και άλλες πόλεις, προκειμένου να αποδειχθεί ότι η εθνικότητα και η γλώσσα των κατοίκων των περιοχών αυτών είναι βουλγαρική. Προσπάθησαν να δωροδοκήσουν τα μέλη της παραπάνω επιτροπής, προκειμένου αυτά να συμπεριλάβουν στο σλαβικό ιδίωμα και τη γλώσσα των Δαρνακοχωριτών. Οι καθηγητές όμως Δραγάνωφ και Mάϊκωφ καθώς και ο ιστορικός Δορνουβώ δεν υπέκυψαν στις πιέσεις. Ο Δραγάνωφ έγραψε στην εφημερίδα «Ειδήσεις Πετρουπόλεως» το 1900 (αρ. φ. 200, 27/7/1900): «Δέον να απαλλάξωμεν της μομφής εκείνης περί της ως σλαβικής ούσης της γλώσσης των Δαρνακοχωριτών και της Μεσημβρινής Μακεδονίας. Δεν μπορούμε να συγχέωμεν την σλαβική γλώσσα, μήτε να αποδώσομε τοιαύτην ιδιότητα στους κατοίκους της Μεσημβρινής Μακεδονίας ειμή, Eθνικήν, Eλληνικήν». Ελάχιστα χρειάζεται να επισημανθεί, ότι οι κάτοικοι των Δαρνακοχωρίων δεν θα μπορούσαν άλλωστε ποτέ να θεωρηθούν ως Σλάβοι, αφού από τη Δοβίστα (Δήμος Εμμανουήλ Παπά) και με πρωτοστάτη τον Εμμανουήλ Παπά ξεκίνησε η ελληνική επανάσταση στη Μακεδονία κατά των Τούρκων το 1821 και από τα Δαρνακοχώρια προέρχονταν αρχικά οι περισσότεροι άνδρες που στρατεύθηκαν με τον Εμμανουήλ Παπα[107].
Στο Μακεδονικό αγώνα του 1904-1908 η Βουλγαρική Εξαρχία επιχείρησε να εκμεταλλευτεί τους ιδιωματισμούς του λεξιλογίου των Δαρνακοχωριτών και υποκίνησε το βουλευτή της Αγγλίας Σοδεφέρβ να υποστηρίξει σε άρθρα του, που δημοσιεύτηκαν στις 16-17/2/1904 στην εφημερίδα «Νέα Ημέρα» του Λονδίνου, ότι τα Δαρνακοχώρια μιλούσαν Σλαβομακεδονικά. Έτσι, στους αγνότερους Έλληνες, που έλαβαν ενεργό μέρος σ’ όλες τις επαναστάσεις για την απελευθέρωσή της Ελλάδας από κάθε ξένο ζυγό και συμμετείχαν ενεργά ως αντάρτες αγγελιαφόροι, οδηγοί και προμηθευτές των Μακεδονομάχων στο Μακεδονικό αγώνα του 1904-1908, αποδόθηκε η μομφή, ότι είναι Σλαβομακεδόνες[108].
d) Η έλλειψη συγγένειας μεταξύ της αρχαίας μακεδονικής και της σλαβομακεδονικής γλώσσας
Η ελληνική γλώσσα περιλαμβάνει πολλές διαλέκτους, π.χ. την ποντιακή, την κρητική, τη νησιώτικη, την κυπριακή κ.ο.κ. Η σλαβομακεδονική γλώσσα των Σκοπιανών δεν έχει καμία σχέση με την τοπική ελληνική μακεδονική διάλεκτο, καθώς είναι κράμα βουλγαρικών, σλαβικών, βλάχικων και ρουμανικών λέξεων. Οι παραπάνω λέξεις δεν υπήρχαν στο ελληνικό λεξιλόγιο των Μακεδόνων της αρχαιότητας, διότι την εποχή εκείνη απλά δεν υπήρχαν και οι παραπάνω λαοί στα Βαλκάνια. Δεν κυκλοφορούσαν σλαβικές λέξεις στην Μακεδονία πριν τον 6ο με 7ο αιώνα μ.X., διότι οι Σλάβοι έφθασαν ως νομάδες στη περιοχή των Βαλκανίων μόλις τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι όποιες ελάχιστες ομοιότητες της σλαβομακεδονικής με την ελληνική μακεδονική γλώσσα δεν διαφέρουν από τις ομοιότητες που παρατηρούνται πάντα στις γλώσσες γειτονικών λαών, λόγω αμοιβαίων επιδράσεων, οι οποίες μάλιστα ενισχύονται στις περιπτώσεις που μεσολαβούν και περίοδοι κατοχής από κοινό κατακτητή.
Είναι συνηθισμένο φαινόμενο λ.χ., κάθε λαός που ζει κοντά ή ανάμεσα σε λαούς που μιλούν ξένη γλώσσα να επηρεάζεται από τον τρόπο προφοράς των συμφώνων του άλλου λαού και να τα προφέρει κατά τον ίδιο τρόπο και στη γλώσσα του. Έτσι π.χ. οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας μετέτρεψαν το θ των ελληνικών λέξεων σε τ (θέλω → τέλω, δουλεύω → ντουλέυω, θωρώ → τωρώ κ.ο.κ.). Το ίδιο συνέβη και στη Μακεδονία, λόγω του μεγάλης διάρκειας συγχρωτισμού με τους Σλάβους στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Στα χωριά της Μακεδονίας, όπου υπήρχαν και σλαβόφωνοι, οι ελληνόφωνες επηρεάστηκαν τόσο πολύ στην ομιλία τους, ώστε πρόφεραν μέσα στις ελληνικές λέξεις τα ελληνικά σύμφωνα γ, δ και θ ως γκ, ντ και τ. Έλεγαν, δηλ., αντί γεννήθηκα γκεννήτηκα, αντί δουλεύω ντουλεύω, αντί πεθάνω πετάνω. Ο μακεδονομάχος καπετάν Μητρούσης από το χωριό Μητρούση Σερρών, όταν πιέστηκε από τους Βουλγαροκομητατζήδες να προσχωρήσει στη Βουλγαρική Εξαρχία, τους απάντησε: «Εγκώ Έλληνας γκεννήτηκα Έλληνας τα πετάνω». Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τους Καραμαλήδες της Καππαδοκίας, που άλλαζαν το δ με το ρ (π.χ. σκαφίδι → σκαφίρι, σταφίδα → σταφίρα). Οι επουσιώδεις αυτές αλλαγές, προϊόν του καθημερινού συγχρωτισμού, σε καμία περίπτωση δεν παρέχουν βέβαια έρεισμα για τον χαρακτηρισμό της γλώσσας των Μακεδόνων ως σλαβόφωνης.
Οι Σλάβοι, στην προσπάθειά τους να πείσουν τη διεθνή κοινή γνώμη ότι η Μακεδονία κατοικείται από Σλάβους, έδωσαν μεγάλη έμφαση στους «γκραικομάνους», τους Έλληνες δηλαδή που είχαν ελληνική συνείδηση αλλά για λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω μιλούσαν το σλαβόφωνο γλωσσικό ιδίωμα, το οποίο δεν ήταν ολοκληρωμένη σλαβική γλώσσα αλλά κράμα πολλών γλωσσών. Για τους Σλάβους η γλώσσα αυτή αποτελούσε πάντα το σπουδαιότερο επιχείρημα στο πλαίσιο του ισχυρισμού τους, ότι η Μακεδονία είναι δική τους. Είχαν και εξακολουθούν να πρεσβεύουν την άποψη, ότι όποιος μιλά την παραπάνω γλώσσα είναι δικός τους. Έτσι, επεδίωκαν να ξεσηκώσουν τους «γκραικομάνους» προκειμένου αυτοί να «απελευθερωθούν» (: πριν μεν 1913 από τους Τούρκους, έπειτα δε από την Ελλάδα) και να προσχωρήσουν τότε μεν στη Βουλγαρία, σήμερα δε στα Σκόπια. Η Βουλγαρική Εξαρχία διαφωνούσε ωστόσο με τη σχετική τακτική. Γνώριζε ότι αν κανείς βιάζονταν στις κινήσεις του θα έχανε το παιχνίδι, αφού οι «γκραικομάνοι», όπως ήταν φυσικό, είτε με δημοψήφισμα είτε με εξέγερση θα τάσσονταν κατά των Σλάβων και υπέρ της Ελλάδας. Γι’ αυτό η Βουλγαρική Εξαρχία επεδίωκε πρώτα να αλλάξει με την προπαγάνδα και τη διαφώτιση την εθνική ελληνική συνείδηση των «γκραικομάνων», και μετά σε κατάλληλο χρόνο να τους ξεσηκώσει είτε κατά των Τούρκων (επί Τουρκοκρατίας) είτε (μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας από το τουρκικό ζυγό) κατά των Ελλήνων.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι Μακεδόνες μιλούσαν ελληνικά ακόμα και στα χωριά που χαρακτηρίζονταν ως σλαβόφωνα. Ο Παπασυναδινός, π.χ., από το Mελενεγκίτσι Σερρών, έγραψε στο τέλος του 16ου αιώνα μ.X. ένα χρονικό στα ελληνικά, σε λογοτεχνική φόρμα της γνήσιας παραδοσιακής ελληνικής γλώσσας, όπως εξελίχθηκε από τα χρόνια του Όμηρου μέχρι τη Βυζαντινή εποχή. Σε κανένα σημείο του χρονικού του δεν χρησιμοποιεί την επινοηθείσα από τους Σκοπιανούς σλαβομακεδονική γλώσσα, αν και το χωριό του χαρακτηρίζονταν από τους Βουλγάρους ως σλαβόφωνο. Ο Παπασυναδινός μιλούσε και έγραφε στην τότε ταπεινή λαϊκή, αλλά γνήσια καθαρή ελληνική γλώσσα, που συναρπάζει τον αναγνώστη από την πρώτη στιγμή. Γράφει ότι όταν παρακολουθούσε μαθήματα το 1618 μ.Χ , διδάσκονταν από τα ελληνικά βιβλία του Πυθαγόρα και του Αριστοφάνη, από τον Κανόνα των Χριστουγέννων και των Φώτων και όχι από τα ανύπαρκτα βιβλία της σλαβομακεδονικής γλώσσας[109].
3. Η σλαβομακεδονική γλώσσα
a) Hγέννηση της σλαβομακεδονικής γλώσσας
Μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ. η βόρεια Μακεδονία ήταν καθαρά ελληνόφωνη. Μετά την άφιξη των Σλάβων τούτη έγινε δίγλωσση, ελληνόφωνη και σλαβόφωνη. Προκειμένου να μπορούν να επικοινωνούν και να συναλλάσσονται με τους Σλάβους οι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής άρχισαν να μαθαίνουν και σλαβικά. Η χρήση και των δύο γλωσσών, στους αιώνες που ακολούθησαν, είχε σιγά-σιγά ως αποτέλεσμα, ότι στο λεξιλόγιο της ελληνικής γλώσσας προστέθηκε και ένας μεγάλος αριθμός σλαβικών λέξεων. Ακόμη πιο έντονα ήταν τα αντίστοιχα αποτελέσματα για τους Σλάβους. Η μακροχρόνια βυζαντινή διοίκηση και η ορθόδοξη ελληνική Εκκλησία επηρέασαν αποφασιστικά το σλαβικό πολιτισμό και το λεξιλόγιό του. Οι Σλάβοι υιοθέτησαν πληθώρα ελληνικών λέξεων, προκειμένου να εμπλουτίσουν την γλώσσα τους τόσο στο χώρο της πολιτικής, δικαστικής και επιστημονικής ορολογίας, όσο και στην καθημερινή ζωή. Ελληνική και σλαβική γλώσσα αναμείχθηκαν γενικότερα και το λεξιλόγιο όπως και οι έννοιες που χρησιμοποιούνταν στη βόρεια Μακεδονία υπέστησαν αμοιβαίες επιδράσεις. Σ’ αυτό το γλωσσικό κράμα προστέθηκαν στη συνέχεια και πολλές λέξεις από άλλους γειτονικούς λαούς, αλλά και από τους εκάστοτε κατακτητές. Οι ξένες λέξεις και έννοιες προσαρμόστηκαν σταδιακά στην προφορά, στους γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες και στη νοημοσύνη των κατοίκων της περιοχής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε η σκοπιανή γλώσσα.
Ενόψει των παραπάνω, η γλώσσα των Σκοπίων δε μπορεί να χαρακτηρισθεί ως αυτοτελής γλώσσα σύμφωνα με τις αρχές της γλωσσικής επιστήμης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι αδυνατούν να καθορίσουν ποιας ακριβώς γλώσσας προέκταση είναι η γλώσσα των Σκοπίων. Επικρατέστερη είναι η εκδοχή, ότι πρόκειται περισσότερο για προέκταση της βουλγαρικής γλώσσας, αφού οι πιο πολλές λέξεις προέρχονται από τα βουλγαρικά. Οι δύο αυτές σλαβικές γλώσσες έχουν διαφορές αλλά και πολλά κοινά γνωρίσματα.
Στο κράμα της σλαβομακεδονικής γλώσσας υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό παραφθαρμένων ελληνικών λέξεων. Το μικρό αυτό ποσοστό δεν αρκεί όμως σε καμία περίπτωση για να καθιδρύσει οποιαδήποτε ουσιαστική συγγένεια της σλαβομακεδονικής με την αρχαία ελληνική μακεδονική γλώσσα, αφού οι ξένες λέξεις καταλαμβάνουν σε κάθε περίπτωση πάνω από το 90% αυτής. Ο ορθότερος χαρακτηρισμός είναι ότι η σλαβομακεδονική γλώσσα αποτελεί ένα συμπίλημα λέξεων που προέρχονται από διάφορες γλώσσες, όπως τη Βουλγαρική, τη Σέρβικη, την Τουρκική, την Αλβανική, την Ελληνική, τη Γύφτικη κ.λπ., και ως κράμα τόσων πολλών γλωσσών και γλωσσικών ιδιωμάτων δεν επιτρέπει μια σαφή ιστορική ταυτοποίηση.¨Όπως αποδεικνύεται από την όλη εξέλιξη της σλαβομακεδονικής γλώσσας, που επικαλούνται οι Σκοπιανοί, αυτή η γλώσσα ποτέ δεν ήταν μια ιδιαίτερη παλαιά ξεχωριστή γλώσσα με δική της προσωπικότητα, αλλά ήταν ένα κράμα λέξεων διαφόρων γλωσσών με παραφθαρμένο γλωσσικό ιδίωμα χωρίς αλφάβητο και γραφή που δημιουργήθηκε από τις γλώσσες των κατακτητών οι οποίοι διαδοχικά κατέλαβαν αυτές τις περιοχές.
Το Σεπτέμβριο του 1944 η σκοπιανή εθνοσυνέλευση συγκρότησε επιτροπή από επιστήμονες και λόγιους, και ανέθεσε σ’ αυτούς να καθορίσουν τους κανόνες Γραμματικής και Ορθογραφίας της σλαβικής σκοπιανής γλώσσας. Η επιτροπή έθεσε ως βάση το γλωσσικό ιδίωμα της σκοπιανής γλώσσας που μιλιόταν στη κεντρική πυκνοκατοικημένη περιοχή του κράτους των Σκοπίων δυτικά του Αξιού ποταμού. Σε ό,τι αφορά το λεξιλόγιο αποφάσισε να αφαιρέσει τις τουρκικές λέξεις και να αναπληρώσει τις ελλείπουσες από τα γλωσσικά ιδιώματα των άλλων περιοχών. Αποφάσισε ακόμη να στραφεί προς τη λύση της δημιουργίας νέων λέξεων από ξένες γλώσσες, εφόσον θα παρίστατο σχετική ανάγκη. Για να καλύψει το κενό των επιστημονικών όρων βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα του δανεισμού όρων από ξένες γλώσσες ή της δημιουργίας νέων όρων. Σε ό,τι αφορά την ορθογραφία καθιέρωσε τη φωνητική γραφή, το να γράφεται δηλαδή κάθε φθόγγος ακριβώς όπως προφέρεται, χωρίς τήρηση άλλων κανόνων. Η επιτροπή κατάργησε επίσης το άφωνο μεγάλο και μικρό «er» που διατηρούσε η βουλγαρική γλώσσα. Διατήρησε τα μαλακά ουρανικά σύμφωνα «γ» και «κ» καθώς και τα «λ» και «ν», ενώ αντικατέστησε στις καταλήξεις των βουλγαρικών λέξεων το «ef» και «of» με «efski» και «ofski» αντίστοιχα. Οι αποφάσεις της επιτροπής περιβλήθηκαν την ισχύ νόμου στις 3-5-1945, και από τις 7-7-1945 τέθηκαν ως βάση της επίσημης γλώσσας του κράτους. Ως κέντρο καλλιέργειας και εμπλουτισμού της σκοπιανής γλώσσας ορίσθηκε η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Σκοπίων.
Η παραπάνω γλώσσα δεν θα προκαλούσε βέβαια κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αν οι Σκοπιανοί δεν την ονόμαζαν μακεδονική και αν δεν προσπαθούσαν να την προβάλλουν διεθνώς ως συνέχεια της αρχαίας μακεδονικής γλώσσας. Η σκοπιανή γλώσσα, καθώς προέρχεται από τις περιοχές του Βαρδάρη και του Πιρίν, θα έπρεπε βέβαια να ονομάζεται ορθότερα βαρδαροπιρινική, και όχι μακεδονική. Οι Σκοπιανοί έδωσαν όμως και σ’ αυτήν (όπως και στο κράτος τους) τον ψευδεπίγραφο τίτλο «μακεδονική», επιδιώκοντας τη δημιουργία ενός ακόμη πλαστού μέσου, που θα τους επέτρεπε να παραπλανούν τη διεθνή κοινή γνώμη και να προωθούν τον μακροπρόθεσμο στόχο της επέκτασής τους σ’ όλη τη Μακεδονία[110].
Η σημερινή σλαβομακεδονική γλώσσα των Σκοπίων είναι ένα τεχνητό πολιτικό κατασκεύασμα, που έχει υποστεί την εργαστηριακή επεξεργασία του «Ινστιτούτου Μακεδονικής Γλώσσας». Όπως ορθά τονίζει ο Γ. Μπαμπινιώτης, πρόκειται για ένα σλαβόμορφο ιδίωμα, αφύσικο απνευμάτιστο, με πτωχό λεξιλόγιο, δίχως ορθογραφία και συντακτικό, με βουλγαρικές κυρίως λέξεις ως βασικό γλωσσικό υπόστρωμα, αλλά και με πολλές τουρκικές, αλβανικές, σέρβικες και κουτσοβλάχικες λέξεις. Στο μόρφωμα αυτό διασώζονται και αρχαιοελληνικές λέξεις, οι οποίες όμως εξωστρακίζονται συνεχώς ή αλλοιώνονται με προσθαφαιρέσεις και τεχνητές τροποποιήσεις. Ο διεθνής Ιταλός Ινδοευρωπαϊστής γλωσσολόγος VittorePisane χαρακτηρίζει επίσης τη σημερινή σλαβομακεδονική γλώσσα ως «προϊόν πολιτικής προέλευσης», που δημιουργήθηκε κατά παραγγελία των Σκοπιανών προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι μακροχρόνιοι πολιτικοί στόχοι τους.
Τα αποτελέσματα της παραπάνω τακτικής είναι ήδη ορατά. Οι μαθητές των Σκοπίων μεγαλώνουν σήμερα με την πεποίθηση, ότι μιλούν τη μακεδονική γλώσσα ως γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων. Αναφέρεται χαρακτηριστικά το γεγονός, ότι κατά την επίσκεψη ενός κατοίκου της Θεσσαλονίκης στα Σκόπια, τα παιδιά μιας γνωστής του οικογένειας εκεί τον ρώτησαν με απορία, γιατί αν και Μακεδόνας δεν μιλά τη γλώσσα τους, που μιλούσε και ο Μ. Αλέξανδρος τον 4ο αιώνα π.Χ.
b) Η διάδοση της σλαβομακεδονικής γλώσσας
Ερωτάται βέβαια: Αφού η σλαβομακεδονική γλώσσα δεν συγγενεύει με την ελληνική, πώς εξηγείται το γεγονός, ότι έφτασε να μιλιέται σε μερικά χωριά της Μακεδονίας; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό προκύπτει από τη συνδυαστική εξέταση διαφόρων γεγονότων της τοπικής ιστορίας.
(1)Στα βυζαντινά χρόνια, όσοι Σλάβοι συλλαμβάνονταν αιχμάλωτοι στους πολέμους μεταφέρονταν ως δούλοι στα μεγάλα κτήματα των βυζαντινών τιμαριούχων. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, εξάλλου, δεν υπήρχαν καθορισμένα εθνικά σύνορα μεταξύ των βαλκανικών λαών. Έτσι, δεκάδες χιλιάδες φτωχοί ακτήμονες Σλάβοι των Βαλκανίων ερχόταν σχεδόν κάθε χρόνο τους θερινούς μήνες στη Μακεδονία ως εποχιακοί εργάτες. Στη περιοχή του Βαρδάρη και του Πιρίν και νοτιότερα Οι τσιφλικάδες Τούρκοι, αναζητώντας εργατικά χέρια που θα καλλιεργούσαν τις απέραντες εκτάσεις τους, έφερναν επίσης στα κτήματά τους χιλιάδες Σλάβους δουλοπάροικους. Οι παραπάνω Σλάβοι αφομοιώνονταν σιγά-σιγά από τις τοπικές κοινωνίες των Ελλήνων. Καθώς ήταν ορθόδοξοι χριστιανοί, ζούσαν ανάμεσα στους Έλληνες και τελούσαν υπό την προστασία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η εθνολογική τους συνείδηση σταδιακά αμβλύνονταν. Αγνοώντας τα ελληνικά και τα τουρκικά, προσπαθούσαν να συνεννοούνται με τους Έλληνες και τους εργοδότες τους χρησιμοποιώντας ένα κράμα λέξεων από όσες γλώσσες γνώριζαν έστω και λίγο. Κάνανε δηλαδή, αυτό που κάνει ο καθένας και σήμερα, όταν βρεθεί σε ξένο κράτος, του οποίου δε γνωρίζει τη γλώσσα. Τις ελληνικές λέξεις που χρησιμοποιούσαν, τις προσάρμοζαν στο λεξιλόγιό τους. Ενδεικτικά:
Έβαζαν στο τέλος των ρημάτων τη κατάληξη σουβάμ, π.χ: ζημειώνομαι → ζημιωσούβαμ, αποφασίζω → αποφασισούβαμ, αδικώ → αδικισούβαμ, απαιτώ → απατησούβαμ, ζω → ζήβαμ.
Παρέλειπαν τις καταλήξεις των ελληνικών λέξεων, π.χ. αρχιμανδρίτης → αρχιμανδρίτ, επιστάτης → επιστάτ, αφορισμένος → αφορισάν, αποφασισμένος → αποφασισάν, ηλεκτρισμένος → ηλεκτρισάν, γκραικομανής → γκρακομάν, είδωλον → είντωλ, ευχολόγιο → ευχολόγ, εξετάσεις → εξέτας, πυνθάνομαι → πύταμ, καταραμένος → καταρασάν.
Πρόσθεταν στα ουσιαστικά και δική τους κατάληξη, π.χ. εικόνες → εικόνιτε, επιστήμη → επιστήμητε, επίτροποι → επιτρόπιτε.
Τα σύμφωνα τα προσάρμοζαν στη γλώσσα τους, μετατρέποντας το γ σε γκ (π.χ αγιασμός → αγκιασμός, γαργάρα → γκαργκάρα), το δ σε ντ (π.χ. αδειάζω → αντειασούβαμ, αδικία → αντικία, ιδέα → ιντέα), το ζ σε σ (π.χ. σίτος → ζίτο), το θ σε τ (π.χ. ανάθεμα → ανάτεμα) κ.ο.κ.
Άλλαζαν τα φωνήεντα και τα σύμφωνα, π.χ. κιάρ → κέρδος, λυώνω → λέαμ, βούβαλος → μπίβολ.
Με τον τρόπο αυτό, και για τις ανάγκες της καθημερινής συνεννόησης των ξενόφερτων Σλάβων, δημιουργήθηκε ένα νέο κράμα βουλγαρικών, τουρκικών, σερβικών, αλβανικών, ρουμανικών, κουτσοβλάχικων και λίγων ελληνικών λέξεων. Η παραπάνω μπασταρδεμένη γλώσσα με την πάροδο του χρόνου επικράτησε στις περιοχές του Βαρδάρη της Γιουγκοσλαβίας, στο Πιρίν της Βουλγαρίας καθώς και σε μερικά νοτιότερα χωριά. Οι Έλληνες μάθαιναν εύκολα τη σλαβική γλώσσα, επειδή ήταν πτωχή στο λεξιλόγιό της, ενώ οι Σλάβοι δυσκολεύονταν πάρα πολύ να μάθουν την πλούσια στο λεξιλόγιο της ελληνική γλώσσα. Κατά τη συνήθεια το ευκολότερο διαδίδεται και ευκολότερα και επικρατεί γρηγορότερα παντού.
(2)Η διάδοση της σλαβομακεδονικής γλώσσας και σε περιοχές της Μακεδονίας με ελληνικό πληθυσμό βρίσκει εξάλλου εξήγηση και στο γεγονός, ότι οι κάτοικοι κάποιων χωριών υιοθετούσαν συνειδητά τη χρήση της παραπάνω γλώσσας προκειμένου να κρύβουν την ελληνική καταγωγή τους και έτσι να αποφεύγουν το παιδομάζωμα, την αρπαγή δηλαδή των παιδιών τους από τους Τούρκους.
Στο παιδομάζωμα οι Τούρκοι έπαιρναν παιδιά μόνο από τις ελληνικές οικογένειες, γιατί μόνο τους Έλληνες θεωρούσαν ως εκλεκτή, δυναμική και με πολλά προσόντα φυλή. Από οικογένεια που δε μιλούσε ελληνικά δεν έπαιρναν παιδιά. Για το λόγο αυτό, και ως έσχατο μέσο για να προφυλάξουν τα παιδιά τους από το γενιτσαρισμό, πολλοί γνήσιοι Έλληνες χωρικοί, οι λεγόμενοι γκραικομάνοι, επέλεγαν να μιλούν τη σλαβομακεδονική γλώσσα.
Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί, ότι η παραπάνω στάση των γκραικομάνων δεν συνιστούσε εκδήλωση απάρνησης της ελληνικής εθνικότητας. Οι γκραικομάνοι ήταν και παρέμεναν γνήσιοι, θερμοί, φανατικοί μέχρι θανάτου Έλληνες. Είχαν ελληνική εθνολογική συνείδηση, ακμαίο το ελληνικό φρόνημα και ζωντανό πατριωτισμό μέχρι θυσίας για την Ελλάδα. Τούτο αποδεικνύεται με ενάργεια από το γεγονός, ότι χιλιάδες απ’ αυτούς υπηρέτησαν αργότερα ηρωικά στο Μακεδονικό ελληνικό αγώνα κατά των Σλάβων, και αναδείχτηκαν αρχηγοί και καπετάνιοι των αντάρτικων ομάδων, όπως π.χ. ο Κότας από τα Ρούλια. Απ’ αυτούς ξεκίνησε άλλωστε και ο Μακεδονικός αγώνας κατά των Βουλγάρων, οι οποίοι ήθελαν να τους εξαναγκάσουν με τη βία να προσχωρήσουν στη Βουλγαρική Εξαρχία.[111] Το ότι μιλούσαν σπασμένα ελληνικά δεν επηρέαζε λοιπόν σε τίποτα την καθαρή και άγρυπνη ελληνική συνείδησή τους. Ο καπετάν Mητρούσης από το Xομόντος (Mητρούση) Σερρών μιλούσε έτσι για παράδειγμα τη σλαβομακεδονική γλώσσα. Όταν όμως οι Bουλγαροκομιτατζήδες τον προέτρεψαν να προσχωρήσει σ’ αυτούς, τους βροντοφώναξε με τα σπασμένα ελληνικά του: «Eγκώ Έλληνας γκενήτηκα, Έλληνας τα πετάνω». Δεν υπέκυψε στις πιέσεις των Βουλγάρων κομιτατζήδων, ακόμη και όταν του δολοφόνησαν την οικογένεια. Μπήκε κρυφά στις Σέρρες με τα παλικάρια του για να εκδικηθεί τους φονιάδες, αλλά περικυκλώθηκε στο κωδωνοστάσιο του ιερού ναού της Ευαγγελιστρίας Σερρών, όπου και πέθανε με τρία από τα παλικάρια του αντιμετωπίζοντας ηρωικά χιλιάδες Τούρκους. Το ίδιο συνέβη και με εκατοντάδες άλλους Γκραικομάνους Μακεδονομάχους. Ο Κ. Βελόπουλος στο βιβλίο του «Μακεδονία και ύβρεις» αναφέρει 34 ονόματα γκραικομάνων οπλαρχηγών των ελληνικών σωμάτων στο Μακεδονικό αγώνα. Ο ακριβής αριθμός των γκραικομάνων που υπηρέτησαν ως οπλίτες και θυσιάστηκαν για την Ελλάδα στο Μακεδονικό αγώνα είναι άγνωστος.[112]
IV. Επιλογικές σκέψεις
Ενόψει των ακλόνητων ιστορικών επιχειρημάτων που εκτέθηκαν στις παραπάνω αναλύσεις, τα οποία στηρίζονται στη συντριπτική πλειονότητά τους όχι απλά σε εικασίες και λογικούς συλλογισμούς, αλλά σε αυθεντικές ιστορικές πηγές και σε μη δυνάμενα να παραποιηθούν αρχαιολογικά ευρήματα, θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί κανείς, πως τελικά η ιστορική αλήθεια για το ότι οι Μακεδόνες ήταν και είναι από αρχαιοτάτων χρόνων Έλληνες κι ότι η Μακεδονία ήταν και είναι ελληνική θα διαλάμψει, οποιαδήποτε τεχνάσματα κι αν χρησιμοποιήσουν οι Σκοπιανοί κι οποιεσδήποτε νοθείες κι αν επιχειρήσουν, είτε μόνοι τους είτε με τη βοήθεια όσων κρύβονται από πίσω τους. Όπως επισήμανε άλλωστε και ο τέως Πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, κι αν ακόμη αναγνωρισθούν οι Σκοπιανοί με το όνομα Μακεδονία, «καμιά αναγνώριση δεν μπορεί να ανατρέψει την ιστορία», διότι «το ισχυρό επιχείρημα της Ελλάδας για τη Μακεδονία είναι η ιστορία». Κατά τον ίδιο τρόπο, ο γνωστός για τις πολύπλευρες ιστορικές γνώσεις του Υπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α. Χένρυ Κίσσιγκερ, όταν ρωτήθηκε τον Ιούνιο του 1992 για τις αντιρρήσεις της Ελλάδας στην ονομασία του κράτους των Σκοπίων, αν και κατ’ ουσία ανθέλληνας, απάντησε: «Δείτε. Πιστεύω ότι η Ελλάς έχει δίκαιο να έχει αντιρρήσεις και συμφωνώ με την Αθήνα. Ο λόγος είναι ότι εγώ γνωρίζω ιστορία, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει με τους περισσοτέρους από τους άλλους, συμπεριλαμβανομένων των περισσοτέρων από την Κυβέρνηση και των κυβερνητικών στελεχών της Ουάσιγκτον. Η ισχύς στην πλευρά της Ελλάδας είναι η ιτορία της, πράγμα το οποίο πρέπει να πω ότι η Αθήνα δεν το έχει χρησιμοποιήσει μέχρι τώρα με επιτυχία.»
Στην παραπάνω ρήση του Κίσσιγκερ συμπυκνώνεται κατά την άποψή μου και η ουσία όσων παρέλειψε διαχρονικά και όσων οφείλει να διορθώσει, έστω και σήμερα, η Ελλάδα στην προσπάθειά της να αποκρούσει τους παραχαράκτες και σφετεριστές γείτονές της. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, είτε γιατί (αρχικά και για σειρά δεκαετιών) αδιαφορήσαμε για το ζήτημα, είτε γιατί (στη συνέχεια) το μετατρέψαμε και αυτό σε αντικείμενο κομματικών αντιδικιών, δεν κάναμε, όπως θα έπρεπε, ορθή χρήση της ιστορίας. Παραμελήσαμε το μεγαλύτερο όπλο μας, την τεκμηριωμένη προβολή και διάδοση στη διεθνή κοινότητα της ιστορίας μας, κι εμπιστευθήκαμε κατ’ επανάληψη τη λύση του προβλήματος σε ποικίλους μεσολαβητές, που είτε αγνοούν την ιστορία της Μακεδονίας είτε, υποκινούμενοι από πολιτικές σκοπιμότητες, επιδιώκουν να υποβαθμίσουν τη σημασία της ιστορικής αλήθειας στο πλαίσιο των μεσολαβητικών προσπαθειών τους.[113]
Η παραπάνω εσφαλμένη στάση μας οφείλει να αλλάξει. Η από αρχαιοτάτων χρόνων ελληνική συνείδηση των Μακεδόνων, τα ελληνικά ήθη και έθιμά τους, η ελληνική γλώσσα τους και γενικά ο ελληνικός πολιτισμός τους, όπως αυτά αποτυπώνονται στα χιλιάδες αρχαιολογικά, βυζαντινά και νεότερα ευρήματα της μακεδονικής γης, θα πρέ πρέπει να καταστούν γνωστά σε ολόκληρο τον κόσμο. Γιατί αυτά βροντοφωνάζουν με τρόπο αδιάψευστο, ότι η Μακεδονία ήταν και είναι πάντα Ελλάδα, κι ότι, ως εκ τούτου, κάθε προσπάθεια εξεύρεσης λύσης με μερική έστω «συναινετική» υιοθέτηση των σκοπιανών παραλογισμών, όχι μόνο βιάζει την ιστορική αλήθεια, αλλά και δομείται σε έδαφος σαθρό, κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να είναι εκ προοιμίου καταδικασμένη σε αποτυχία.
Περίληψη
Α΄ Η προσφορά της Μακεδονίας στον κόσμο
Οι Μακεδόνες προέρχονται από την πανάρχαια ελληνική δωρική φυλή. Μιλούσαν την ελληνική δωρική διάλεκτο και αγωνίζονταν από αρχαιοτάτων χρόνων για την ακεραιότητα και την ασφάλεια της Ελλάδας από τους βόρειους λαούς. Σταμάτησαν τους ενδοελληνικούς πολέμους και ένωσαν όλες τις ελληνικές πόλεις στον κοινό αγώνα κατά του κοινού εχθρού. Αναγνωρίστηκαν απ’ όλους τους Έλληνες, πλην των Λακεδαιμονίων, ως αρχηγοί της εκστρατείας κατά των Περσών. Μετέδωσαν την ελληνική γλώσσα, τη φιλοσοφία, τα γράμματα και τον ελληνικό πολιτισμό σ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Διαδραμάτισαν το σπουδαιότερο ρόλο στην εξέλιξη του πολιτισμού του κόσμου. Άλλαξαν την πορεία και τη ζωή όλης της ανθρωπότητας με την εκπολιτιστική εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ευρώπη, στην Ασία και στην Αφρική. Ο Μακεδόνας (σταγειρίτης) φιλόσοφος Αριστοτέλης έθεσε τα θεμέλια των επιστημών.
Β΄ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΑΥΤΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
α) Από το όνομά της
Το όνομα Μακεδών–Μακεδονία προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό επίθετο μακεδνός, που σημαίνει ψηλόκορμος με ωραίο παράστημα. Με τα λυγερόκορμα ψηλά εντυπωσιακά σώματά τους οι Μακεδόνες συγκρότησαν την περίφημη μακεδονική φάλαγγα και προέλασαν νικητές στην Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Το όνομά τους και η ένδοξη ιστορία τους είναι πνευματική και εθνολογική κληρονομιά στους απογόνους τους Έλληνες. Κανείς ξένος δε δικαιούται να τη σφετερισθεί.
β) Από μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων
Οι Μακεδόνες προέρχονται κατά τον Ηρόδοτο (Η,΄43) από τη δωρική φυλή που ξαπλώθηκε σ’ όλη την Ελλάδα στην εποχή του χαλκού. Από αρχαιοτάτων χρόνων οι Μακεδόνες είχαν ελληνική εθνολογική συνείδηση. Ως γνήσιοι Έλληνες συμμετείχαν στους Ολυμπιακούς αγώνες και στις Αμφικτιονίες των Δελφών.
Την πανάρχαια ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας την επιβεβαιώνουν όλοι σχεδόν οι αρχαίοι συγγραφείς.
Ο Ηρόδοτος ( Ε΄ 6, 20-21, Η΄ 137-8) και ο Αρριανός (Αλεξάνδρου Ανάβαση Α΄ 2, 5) ξεχωρίζουν τους Μακεδόνες από τους Ιλλυριούς και Θράκες τονίζοντας τα ελληνικά ήθη και έθιμά τους.
Ο γεωγράφος Στράβων (Ζ΄, 9) διευκρινίζει: «΄Εστι μεν ουν Ελλάς και η Μακεδονία».
Ο Ισοκράτης στο Φιλιππικό (ξε΄ 154, νβ 127) προτρέπει όλους τους Έλληνες να διάκεινται με ευγνωμοσύνη στους ομοφύλους τους Μακεδόνες, διότι αυτοί όχι μόνο τους ένωσαν αλλά και τους απάλλαξαν στη συνέχεια από τους αιωνίους εχθρούς τους, τους Πέρσες.
Ο Πολύβιος στην ιστορία του (Ε΄ 7, 103-4, 1-2, Η΄ 13-4, Θ΄ 35, 37.7, 38) χαρακτηρίζει τους Μακεδόνες δεξί χέρι και πρόφραγμα της Ελλάδας. Θαυμάζει την παρρησία και το πνεύμα της ελευθερίας των Μακεδόνων και συμπεριλαμβάνει την ιστορία της Μακεδονίας στην ιστορία της Ελλάδας.
Ο Πλούταρχος στο Φλαμινίνο (ΙΑ, 38) και ο Παυσανίας στις περιηγήσεις Ελλάδος , στα Φωκικά (ΣΤ΄, 95) μας βεβαιώνουν ότι οι Μακεδόνες είναι Έλληνες.
Ο Όμηρος εντάσσει τους Μακεδόνες στους Πανέλληνες.
γ) Από τα αρχαιολογικά ευρήματα
Όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα -τα κτίρια, οι ναοί και τα θέατρα από τις ανασκαφές στο Δίο, στη Βεργίνα, στην Πέλλα, στην Αμφίπολη, στην Αινιάνη, στη Σίνδο, στην Ηράκλεια, στην Τρεμπένιτσα κ.λπ.- επιβεβαιώνουν την ελληνική ιστορική ταυτότητα της Μακεδονίας, διότι όλα είναι ελληνικής τέχνης και κουλτούρας, όπως και αυτά της Νότιας Ελλάδας. Η συντριπτική πλειονότητα των ενεπίγραφων πλακών που έχουν βρεθεί στη Μακεδονία και χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα π.Χ. και μετά είναι γραμμένες στα ελληνικά. Ελάχιστες μόνο είναι γραμμένες στα ρωμαϊκά, ενώ καμία στα σλαβικά. Το ίδιο ισχύει και για όλα τα νομίσματα.
Οι Σκοπιανοί δεν αρκούνται βέβαια σ’ αυτές τις ενεπίγραφες πλάκες, αλλά επιθυμούν την αξιολόγηση και ευρημάτων που να χρονολογούνται πριν από τον 6ο αιώνα π.Χ., την εποχή δηλαδή που χρησιμοποιούνταν αντί για πλάκες, δέρματα και ξύλα, τα οποία όμως έχουν σαπίσει.
Τα τοπωνύμια, τα ονόματα και τα επίθετα των Μακεδόνων είναι ελληνικά, εκτός από μερικά της ρωμαϊκής εποχής. Παρέμειναν ελληνικά, παρότι οι διάφοροι κατακτητές προσπάθησαν να τα αλλάξουν.
δ) Ελληνικά μιλούσαν οι Μακεδόνες
Οι Μακεδόνες μιλούσαν και έγραφαν στα ελληνικά. Στα ελληνικά διοργάνωναν και όλα τα συνέδριά τους και έγραφαν τις αποφάσεις τους, τις οποίες χάρασσαν σε πλάκες και τις ανακοίνωναν στο λαό για να ενημερωθεί (Αρριανός Ε΄ 25, 6).
Οι Ρωμαίοι μετέφραζαν τα διατάγματά τους στα ελληνικά για να ενημερώσουν τους Μακεδόνες (Tituς Livius xiv 29,3.xxxi 29, 15).
Οι Σκοπιανοί ισχυρίζονται ότι οι Μακεδόνες μιλούσαν ιλλυρικά, αλλά οι αρχαίοι συγγραφείς μας διαβεβαιώνουν ότι οι Μακεδόνες μιλούσαν ελληνικά. Για να συνεννοηθούν με τους Ιλλυριούς, κατά τον Πολύβιο (Η΄, 48), χρησιμοποιούσαν διερμηνέα. Για να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους οι Σκοπιανοί επικαλούνται τη φράση του Πλουτάρχου ( Βίος Αλέξανδρου 51), ότι ο Μ. Αλέξανδρος μίλησε «μακεδονιστί» όταν οργίστηκε από τις ύβρεις του φίλου του Κλείτου. Το κείμενο εξηγεί όμως, ότι το «μακεδονιστί» δεν δηλώνει άλλη γλώσσα αλλά την τοπική δωρική ελληνική διάλεκτο με την οποία ο Αλέξανδρος πρόσταξε συνθηματικά με κραυγές στους υπασπιστές και στο σαλπιγκτή να σημάνουν συναγερμό. Το «μακεδονιστί» είναι όπως το αττικιστί ή πελοπονιστί, που σημαίνουν μακεδονική, αττική ή πελοποννησιακή ελληνική διάλεκτο. Ο Μ. Αλέξανδρος διέταξε τα 30.000 περσόπουλα να μάθουν ελληνικά γράμματα (γλώσσα) για να εκπαιδευτούν στα μακεδονικά όπλα. Αν οι Μακεδόνες μιλούσαν μακεδονικά, ο Μ. Αλέξανδρος θα διέταζε τα περσόπουλα να μάθουν μακεδονικά και κατά την εκστρατεία του θα διέδιδε τη μακεδονική γλώσσα κι όχι την ελληνική.
Οι Σκοπιανοί περιορίζουν τα αρχαία σύνορα της Ελλάδας μέχρι τον Πηνειό ποταμό, σε αντίθεση με τους περισσότερους αρχαίους συγγραφείς, όπως τον Πολύβιο (Ζ΄, 9, 3), το Στράβωνα (Ζ΄, 9), τον Αισχύλο (Ικέτιδες, ΣΤ΄, 250) κ.λπ., που θέτουν τα όρια της Ελλάδας στη Θράκη και στην Ήπειρο. Η Μακεδονία αποτελούσε από αρχαιοτάτων χρόνων αναπόσπαστο τμήμα της Ελλάδας.
ε) Πολιτισμένοι Έλληνες ήταν οι Μακεδόνες
Οι Σκοπιανοί χαρακτηρίζουν επίσης τους Μακεδόνες βαρβάρους, μη Έλληνες, επειδή ο ρήτορας Δημοσθένης απεκάλεσε το βασιλέα Φίλιππο Β΄ «βάρβαρο». Το μίσος του Δημοσθένη εξαιτίας της προέλασης των Μακεδόνων σ΄ όλη την Ελλάδα και την αλματώδη πρόοδό τους στα γράμματα και στο πολιτισμό τον ώθησε να πει δύο φορές τη λέξη βάρβαρος. Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε όμως από πολιτιστική κι όχι από εθνολογική άποψη. Στην αρχαιότητα συνηθιζόταν, όπως αναφέρει ο Ισοκράτης (Πανηγυρικός 50), να προτάσσουν μερικοί πολιτισμικά κριτήρια και όχι εθνολογικά για τον προσδιορισμό της ελληνικότητας των πόλεων. Αυτός ήταν και ένας από τους βασικούς λόγους για το ακαθόριστο των συνόρων της αρχαίας Ελλάδας, καθώς τις ίδιες πόλεις, ανάλογα με τη πολιτιστική τους κατάσταση, τις χαρακτήριζαν άλλοτε ως ομόφυλες και άλλοτε ως αλλόφυλες.
Κατά τον Αρριανό (Δ΄, 11,6) οι Μακεδόνες δεν διέφεραν από τους υπόλοιπους Έλληνες ως προς τους νόμους, τη θρησκεία, τα ήθη, τα έθιμα, τη φιλοπατρία, την ευγένεια του ήθους και το πνεύμα της ελευθερίας και της παρρησίας. Συμπεριφέρονταν με αγάπη και αυτοθυσία προς όλους τους Έλληνες. Ο βασιλιάς τους Αλέξανδρος Α΄, το 480 π.Χ., με κίνδυνο της ζωής του ειδοποίησε δύο φορές τον ελληνικό στρατό στις Θερμοπύλες και στις Πλαταιές την ημέρα της επίθεσης των Περσών. Όταν οι Αργίοι έδιωξαν τους Μεσσηνίους, τους φιλοξένησε ο Αλέξανδρος Α΄ στη Μακεδονία.
Οι Σκοπιανοί παραπέμπουν στο γεγονός, ότι οι αρχαίοι αποκαλούσαν τον Αλέξανδρο Α΄ «φιλέλληνα», προκειμένου να στηρίξουν τον ισχυρισμό ότι αυτός δεν ήταν Έλληνας. Το φιλέλληνας σήμαινε όμως κατά τους αρχαίους τον Έλληνα που αγαπά όλη την Ελλάδα και δεν είναι τοπικιστής. Ο Πλάτων στη Πολιτεία του (Ε΄ 421) προτρέπει τους Έλληνες να είναι φιλέλληνες. Ο Ισοκράτης στον Παναθηναϊκό (241) αποκαλεί τους Αθηναίους φιλέλληνες. Μήπως και οι Αθηναίοι δεν ήταν Έλληνες;
Οι Σκοπιανοί αντιφάσκουν εξάλλου κατά την ερμηνεία των χαρακτηρισμών των Μακεδόνων βασιλέων ως βαρβάρων και ως φιλελλήνων. Τη μία λένε, ότι ενόψει του χαρακτηρισμού τους ως «φιλελλήνων», οι Μακεδόνες βασιλείς σίγουρα δεν ήταν Έλληνες, και από την άλλη υποστηρίζουν, ότι μόνο οι Μακεδόνες βασιλείς ήταν Έλληνες, και ότι οι υπόλοιποι Μακεδόνες, που ήταν βάρβαροι, εξελληνίστηκαν πρώτα από τους βασιλείς τους και μετά από τις ελληνικές αποικίες της Χαλκιδικής. Και ο ισχυρισμός αυτός όμως, όχι μόνο δεν βρίσκει στήριγμα στις πηγές, αλλά προσκρούει και σε αυτήν την ίδια τη λογική. Πράγματι, δεν υπάρχει άλλο τέτοιο παράδειγμα λαού στην ιστορία, που να αλλάζει εξ ολοκλήρου τη μητρική του γλώσσα και την εθνικότητα του κατά διαταγή του βασιλιά του ή να επηρεάζεται τόσο πολύ από μια γειτονική αποικία.
Γ΄. ΤΟ ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ
α) Η διεθνής προπαγάνδα των Σλάβων Σκοπιανών ότι είναι απόγονοι των Μακεδόνων
Οι Σκοπιανοί προπαγανδίζουν διεθνώς ότι αυτοί είναι οι κληρονόμοι των Μακεδόνων και της ιστορίας του μακεδονικού έθνους. Ο ισχυρισμός αυτός στερείται όμως οποιουδήποτε ερείσματος. Όπως είναι γνωστό, το κράτος των Σκοπίων ιδρύθηκε από το Τίτο της Γιουγκοσλαβίας το 1944 και αποτελείται από μαζέματα διαφόρων φυλών Αλβανών, Βουλγάρων, Σέρβων, Τούρκων και Βλάχων, που δεν έχουν καμιά κληρονομική σχέση με τους Έλληνες Μακεδόνες, αφού μιλούν τις γλώσσες της καταγωγής τους. Ένα έθνος συγκροτείται από ανθρώπους που έχουν κοινή καταγωγή, γλώσσα, πολιτισμό, οικονομική συνοχή και εθνική συνείδηση, και που συνδέονται από αιώνες με τα ίδια ιδανικά, κατά τρόπο τέτοιο που να διακρίνονται από άλλα έθνη. Οι Σκοπιανοί δεν έχουν όμως κανένα χαρακτηριστικό από τα παραπάνω. Δεν αποτελούν έθνος, αλλά πανσπερμία εθνών και Βαβέλ γλωσσών. Είναι ένα κράτος χωρίς ενιαία εθνική ιστορική ταυτότητα. Ένα κράτος έτοιμο να εκραγεί από τις διαφορές των πολλών φυλών που το συγκροτούν.
Οι Η.Π.Α., αποσκοπώντας στην εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων, προσπαθούν βέβαια να συμβιβάσουν τις διάφορες εθνότητες που συγκροτούν τον λαό των Σκοπίων, θυσιάζοντας, μεταξύ άλλων, και την αλήθεια της ιστορίας. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι πολιτικοί ηγέτες των Σκοπίων προσπαθούν ανέκαθεν να προσδώσουν ενιαία εθνική ταυτότητα στους Σκοπιανούς, εμφυσώντας τους την πεποίθηση ότι είναι απόγονοι των Μακεδόνων. Τα ίδια αθέμιτα μέσα που χρησιμοποιούνται στο εσωτερικό του κράτους των Σκοπίων χρησιμοποιούνται και στη διεθνή πολιτική σκηνή, έτσι ώστε να πειστούν οι άλλοι λαοί ότι οι Σκοπιανοί είναι απόγονοι και κληρονόμοι των αρχαίων Μακεδόνων. Είναι πρωτοφανές στην ιστορία, ένα άσχετο κράμα μεταγενέστερων, αγνώστου προελεύσεως φυλών να σφετερίζεται το όνομα, τον πολιτισμό, τα εθνικά εμβλήματα (τα αρχαιολογικά ευρήματα και τα μνημεία) και την ένδοξη ιστορία της πανάρχαιας Ελληνικής Μακεδονίας.
Σκόπιμα διεκδίκησαν και πήραν οι Σκοπιανοί το ψευδώνυμο «Μακεδονία», προκειμένου να μπορέσουν διεκδικήσουν την Ελληνική και Βουλγαρική Μακεδονία. Ισχυρίζονται ότι όλη η Μακεδονία ανήκει σ’ αυτούς. Προπαγανδίζουν διεθνώς ότι υπάρχει σλαβομακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα που καταπιέζεται μαρτυρικά και πρέπει να απελευθερωθεί.
Οι Σλαβομακεδόνες, όπως είναι γνωστό, ανταλλάχθηκαν με βάση τις Συνθήκες του Νειγί και της Λοζάνης μεταξύ των βαλκανικών κρατών και ιδιαίτερα της Ελλάδας.
Οι Σκοπιανοί συνεργάστηκαν με τους Έλληνες αντάρτες κατά της Ελλάδας στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου (1946-49), προκειμένου να δημιουργήσουν μια ενιαία αυτόνομη Μακεδονία, την οποία σκόπευαν να προσαρτήσουν στο κράτος τους. Περιμάζευαν τους φυγάδες αντάρτες για να τους παρουσιάζουν στη κοινή γνώμη ως Μακεδόνες και τους έκαναν γενιτσάρους κατά της Ελλάδας. Εξέδωσαν πλαστογραφημένη και παραποιημένη «Εθνική ιστορία του Μακεδονικού Έθνους» και εκατοντάδες βιβλία προπαγάνδας και συκοφαντίας κατά της Ελλάδας, τα οποία προώθησαν στις βιβλιοθήκες των περισσοτέρων κρατών. Επέβαλλαν το λήμμα Μακεδονία διεθνώς στα σλαβομακεδονικά. Δημοσίευσαν στην Εγκυκλοπαίδεια του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ το 1980 ανθελληνικό άρθρο διαστροφής της ιστορίας, παρουσιάζοντας τους Μακεδόνες ως Σλάβους. Κυκλοφόρησαν χάρτες του κράτους των Σκοπίων μέχρι τη Θεσσαλία.
Η γλώσσα του είναι ένα σλαβόμορφο ιδίωμα, αφύσικο απνευμάτιστο, με πτωχό λεξιλόγιο, δίχως ορθογραφία και συντακτικό, με βουλγαρικές κατά το πλείστον , αλλά και με πολλές αλβανικές, σέρβικες, κουτσοβλάχικες, και γύφτικες λέξεις. Στο μόρφωμα αυτό διασώζονται και και μερικές αρχαιοελληνικές λέξεις,παραμορφωμένες αλλοιωμένες με προσθαφαιρέσεις. Με εχνητές τροποποιήσεις προσπαθούν να την παρουσιάσουν ως γλώσσα. Διεθνείς γλωσσολόγοι χαρακτηρίζουν τη σημερινή σλαβομακεδονική γλώσσα ως «προϊόν πολιτικής προέλευσης», που δημιουργήθηκε κατά παραγγελία των Σκοπιανών προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι μακροχρόνιοι πολιτικοί στόχοι τους
β)Η αναγνώριση του κράτους των Σκοπίων με το ψευδεπίγραφο όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας»
Οι Σκοπιανοί ανεξαρτητοποιήθηκαν το 1991 από τα υπόλοιπα ομόσπονδα κρατίδια της Γιουγκοσλαβίας και ψήφισαν δικό τους Σύνταγμα, στο οποίο αυτοονομάστηκαν αυθαίρετα «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Διαδήλωσαν με άρθρα τους στον Τύπο την επιδίωξή τους να απελευθερώσουν τη Μακεδονία του Αιγαίου από την Ελλάδα. Αυτό συνιστά φυσικά ιστορικό και πολιτικό παραλογισμό, αφού η Μακεδονία του Αιγαίου είναι ελληνική εδώ και 4000 χρόνια. Απελευθερώθηκε, αφού πέρασε διαδοχικά από την κατοχή των Τούρκων, των Βουλγάρων και των Γερμανών, με πολλές θυσίες αίματος του ελληνικού στρατού στους Βαλκανικούς και Παγκοσμίους πολέμους. Η χωρική ένταξή της στην ελληνική επικράτεια κατοχυρώνεται, στο μεταξύ, από πληθώρα διεθνών συμβάσεων.
Οι Σκοπιανοί ζήτησαν να αναγνωριστούν ως αυτόνομο κράτος το 1991. Η Ε.Ε. απαίτησε σχετικά συνταγματικές και πολιτικές εγγυήσεις, αξιώνοντας, μεταξύ άλλων, να μην έχει σχέση το όνομα του νέου κράτους με εδαφικές διεκδικήσεις και να μην προπαγανδίζουν οι Σκοπιανοί σε βάρος γειτονικών κρατών. Τους αναγνώρισε τελικά με το όνομα «Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Οι Σκοπιανοί αντέδρασαν έντονα. Οι Η.Π.Α. πρότειναν αναθεώρηση της απόφασης της Ε.Ε. και κάποιοι υπουργοί εξωτερικών των κρατών-μελών διαφοροποίησαν την αρχική τοποθέτησή τους. Με εισήγηση του Μιτεράν παραπέμφθηκε τελικά το Σκοπιανό θέμα στην επιτροπή διαιτησίας Badinter, χωρίς θετικό όμως αποτέλεσμα. Ακολούθησαν ευθείες διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων, με μεσολαβητές τον Σάιρους Βανς και τον άγγλο λόρδο Όουεν, οι οποίες επίσης δεν οδήγησαν σε αποτέλεσμα εξαιτίας της αδιαλλαξίας των Σκοπίων. Στους Σκοπιανούς προτάθηκε το όνομα «Σλαβομακεδονία», αλλά αυτοί δεν το δέχτηκαν. Στη συζήτηση για την είσοδό τους στον Ο.Η.Ε. αναγνωρίστηκαν με το προσωρινό όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (F.Y.R.O.M).
Η Ελλάδα σταμάτησε τη λειτουργία του Προξενείου της στα Σκόπια των Σκοπίων και έκλεισε τα σύνορα της με το γειτονικό κράτος. Οι Η. Π. Α. πίεσαν την Ελλάδα να άρει τον αποκλεισμό και η Κομισιόν την παρέπεμψε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Η Ελλάδα όμως τελικά δικαιώθηκε. Ακολούθησε η Ενδιάμεση Συμφωνία μεταξύ Σκοπίων και Ελλάδας με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Τα Σκόπια εξακολούθησαν όμως να δρουν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, με αποτέλεσμα να έχουν αναγνωριστεί σήμερα με το ψευδεπίγραφο όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» από εκατό και πλέον κράτη, μεταξύ των οποίων είναι και οι Η.Π.Α. Και οι νεότερες (και προς το παρόν χρονικά τελευταίες) απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Σκοπίων, που διεξήχθησαν με μεσολαβητή τον Μάθιου Νίμιτς, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.
Η αδιαλλαξία των Σκοπιανών στο θέμα τους ονόματος τους κράτους τους έχει ως απώτερο κίνητρο την προβολή, μακροπρόθεσμα, εδαφικών διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας και άλλων γειτονικών χωρών.
Βιβλιογραφία
Αλμάζ, Αι ιστορικαί περιπέτειαι της Μακεδονίας από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερον, Αθήναι 1912.
Αμάντου Κ., Ιστορικαί σχέσεις Ελλήνων Σέρβων και Βουλγάρων, Αθήναι 1949.
Αναστασάκου Α., Μακεδονία - Εθνικό θέμα, Αθήναι ;
Ανδριώτη Ν., Η γλώσσα και η ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων, Θεσσαλονίκη 1952.
Ανδριώτη Ν. , Το ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων και η γλώσσα του. Επιστ. Επιστασία στο βιβλίο Μπαμπινιώτη Γ. Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήναι 1993 σ.207-258.
Ανδρονίκου Μ., 1)Βεργίνα - Οι βασιλικοί τάφοι και άλλες αρχαιότητες, Αθήνα 1991.
Βακαλοπούλου Α., .1)Πηγές της ιστορίας της Μακεδονίας 1354-1833, Θες/νίκη 1989.
2) Σύγχρονα Βαλκανικά Εθνολογικά Προβλήματα, Θεσσαλονίκη 1992.
3)Το Μακεδονικό ζήτημα - Γέννηση, Διαμόρφωση, Εξέλιξη, Λύση, Θες/νίκη 1989.
4)Η Μακεδονία στα πλαίσια της Βαλκανικής πολιτικής, Θεσσαλονίκη 1986.
5) Ιστορία του βορείου Ελληνισμού - Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1992.
6)Ιστορία της Μακεδονίας κατά τους μέσους χρόνους (285-1354), Θεσσαλονίκη1980.
7)Ο ένοπλος αγώνας στη Μακεδονία (1904-1908).
Βαληνάκη -Νταλή Το ζήτημα των Σκοπίων Απόψεις για αναγνώριση και η Ελληνική στάση . Επίσημα κείμενα 1990-1996 ,Αθήνα 1996
Βασδραβέλη Ι., Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνες 1796-1832, Θεσσαλονίκη 1950.
Βελόπουλου Κ., Μακεδονία και ύβρεις.Εκδόσεις Κάδμος Θεσσαλονίκη
Βλασίδη Β., Γούναρη Αν. και Παναγιωτοπούλου Αν. , Ε.Μ.Ε.Ο. 1893-1940 η άλλη όψη του βουλγαρικού εθνικισμού, Περιοδικό Μακεδονική ζωή, Ιούλιος 1993 τεύχος 326 σ.21-24
Βλάχου Ν., Το Μακεδονικόν ως φάσις του Ανατολικού ζητήματος, Αθήναι 1935.
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκην γεγονότα, Αθηναι 1979.
Γ.Α.Δ., Η κατά της Μακεδονίας επιβουλή, Αθήναι 1966.
Γκριτζώνα Κ., Μακεδονία και η Σκοπιανή απειλή - Το Μακεδονικό ζήτημα από το Βίσμαρκ στο Νίμιτς, Τρίκαλα-Αθήνα 2006.
Γεωργίου Β., Η Μακεδονία στο μάτι του Γιουγκοσλαβικού κυκλώνα, Αθήνα 1997.
Γκιασδαβίκη Αποστόλου Σελίδες του Μακεδονικού Ελληνισμού ιστορική και λαογραφική μελέτη το΄μ. Β΄και Γ΄ Θεσσαλονίκη 1959
Δασκαλάκη Απ., 1)Ο Ελληνισμός της αρχαίας Μακεδονίας. Καταγωγή και γλώσσα των Μακεδόνων, Αθήνα 1960.
2)Ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Ελληνισμός, Αθήναι 1963.
Δήμητσα Μ.,1) Η Μακεδονία εν λίθοις φθεγγομένοις και μνημείοις σωζομένοις, Αθήνα 1896. 2) Αρχαία γεωγραφία της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1988.
Εκδοτική Αθηνών, Μακεδονία 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, Αθήνα 1982.
Ελευθερουδάκη . Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό
Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας ( Ε.Π.Ε.) Μ. Βασίλειος τόμοι 1-10, Ι. Χρυσόστομος τόμοι 1-38 Θεσσαλονίκη 1972--1990
Ινστιτούτο Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, Μακέδνον Ελληνικό Έθνος αρχαίον πρόφραγμα Ελλάδας, 1992.
Κανατσούλη Δ., Ιστορία της Μακεδονίας μέχρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου, Θεσσαλονίκη 1964.
Καφταντζή Γ.1) Ιστορία της πόλεως Σερρών και της περιφερείας της τόμοι Α΄, Β΄, Γ΄,1967, 1972, 1996 2) Σερραική χρονογραφία του Παπασυναδινού Έκδοσις ιεράς Μηρτροπόλεως Σερρών και Νιγρίτης 1989.
Κεραμοπούλου Αντ., 1)Ανασκαφαί και έρευναι εν τη Άνω Μακεδονία, Αθήναι 1933.
Αρχαία λείψανα της Άνω Μακεδονίας.
2)Η σημερινή γερμανική επιστήμη περί της φυλετικής καταγωγής των αρχαίων Μακεδόνων, Αθήναι 1945. .3) Μακεδονία και Μακεδόνες, Αθήναι 1930.
4)Περί της φυλετικής καταγωγής των αρχαίων Μακεδόνων, Αθήναι 1945.
Κουγέα Σ., Η υπό τους Μακεδόνας ένωσις των αρχαίων Ελλήνων και ο καταστατικός αυτής χάρτης, Θεσσαλονίκη 1952.
Κουγιτέα Π., Πραγματεία τοπογραφική, ιστορική και εθνολογική της Άνω Αλβανίας ή Ιλλυρίας και Ηπείρου, Αθήναι, Εστία 1905.
Κολιόπουλου Ι., Οι Σλαβόφωνοι Έλληνες της Δυτικής Μακεδονίας. Κατοχή 1941-1944. Περιοδικό «Μακεδονική ζωή» Ιούλιος 1993 τεύχος 326, σ. 48-50.
Κοντιάδου ιερομονάχου. Λεύκωμα του Σουμπάσκιοι χωρίου της περιφερείας Σερρών 20-6-1925 (ανέκδοτο)
Κυριακίδη Στ., Αι περί τον Στρυμόνα και την Θεσσαλονίκη Σλαβικαί αποικήσεις κατά τον μέσον αιώνα, Θεσσαλονίκη 1939.
Λαούρδα Β., Κύριλλος και Μεθόδιος - Οι ιεραπόστολοι των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 1966.
Λυγγερού Στ., Σκόπια - Το αγκάθι της Βαλκανικής, Αθήνα 1992.
Μάρτη Ν. ,Η πλαστογράφηση της ιστορίας της Μακεδονίας , Αθήναι 1983
Μέρτζιου Ν., Εμείς οι Μακεδόνες, Θεσσαλονίκη 1993.
Μπαμπινιώτη Γ., (επιμ. έκδ.), Η γλώσσα της Μακεδονίας - Η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων, Αθήναι 1993.
Μουτσουπούλου Ν. Το σπαρακτικό βάθος και εύρος της Άμυνας. Περιοδικό «Μακεδονική ζωή» Ιούλιος 1993, τεύχος 326, σ.28-33
Μπόνη Κ., Οι Έλληνες ιεραπόστολοι των Σλάβων υπό το νέον φως της επιστήμης, Αθήναι 1967.
Μουσείο Μακεδονικού αγώνα, Η τελευταία φάση της ένοπλης αναμέτρησης στη Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1998.
Παπαγεωργίου Π. , Αι Σέρραι και τα προάστεια , τα περί τα Σέρρας και η μοννή Ιωάννου του Προδρόμου Λεψία 1894. Επανέκδοση από τη Δημόσια Κεντρική βιβλιοθήκη Σερρών, Θεσσαλονίκη 1988
Παπαθεμελή Στ., 1) Έστιν ουν Ελλάς και η Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1989.
2) Τί διέπραξαν τα Σκόπια και τί δεν πράξαμε εμείς . Περιοδικό «Μακεδονική ζωή» Ιούλιος 1993, τεύχος 326 σ. 42-47.
Παπακυριάκου Κ., 1)Νεότερη και σύγχρονη ιστορία της Κοινότητας Αγίου Πνεύματος και της ομωνύμου ιεράς Μονής (στα πλαίσια της γενικής ιστορίας της Ελλάδας), Σέρρες 2003. 2)Η κοινότητα του Αγίου Πνεύματος & Προσφορά και ιστορική ταυτότητα της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1997.
Παπασταύρου Ι., Συμβολή της Βορείου Ελλάδας εις τον αρχαίον Ελληνικό πολιτισμό, Θεσ/νίκη 1946.
Πέννα Π., Ιστορία των Σερρών από της αλώσεως αυτών υπό των Τούρκων μέχρι της απελευθερώσεως των υπό των Ελλήνων 1383-1913.
Πέτσα Φ., Η Μακεδονία ως Μητρόπολις του Ελληνισμού, Λευκωσία 1974.
Σακελαρίου Μ. Η εθνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων. Μπαμπινιώτη . Γ. ( επιμ. Έκδ.) Η γλώσσα της Μακεδονίας . Αθήναι 1993 σ.113-141
Σαράντη Θ., Η συνωμοσία κατά της Μακεδονίας, Αθήναι 1984.
Σερραικά Χρονικά, Σύγγραμμα-περιοδικό της ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Σερρών και Μελενίκου τόμοι Α΄-ΙΕ΄ (1953-2004)
Συμπόσιο γλωσσολογίας του Βορειοελλαδικού χώρου, Θεσσαλονίκη 1987.
Τα άπαντα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Έκδοση Πάπυρος, Αθήνα 1953
Ταρνανίδη Ι., Στα βόρεια της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1995.
Τζινίκου –Κακουλή Α., Μακεδονικός αγώνας, Θεσσαλονίκη 2004.
Τσιούλκα Κ., Συνβουλαί εις την διγλωσσία των Μακεδόνων εκ συγκρίσεως της σλαβοφανούς Μακεδονικής γλώσσης προς την Ελληνική, Αθήνα 1991.
Τσάμη Π., Μακεδονικός αγών , Θεσσαλονίκη 1975.
Χατζηδάκη Γ. Ν., 1) Περί τού Ελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων, Αθήναι 1896, .
2)Νέαι αποδείξεις περί του Ελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων, Αθήναι 1899.. 3)Και πάλιν περί του Ελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων Αθήναι 1911
Υπουργείο Πολιτισμού, Η Μακεδονία από τα Μυκηναϊκά χρόνια ως το Μέγα Αλέξανδρο, Θεσσαλονίκη 1988.
Σύντομο Βιογραφικό Σημείωμα του Συγγραφέα
Ο Κυριάκος Παπακυριάκος γεννήθηκε στο Άγιο Πνεύμα Σερρών. Αποφοίτησε από την Εκκλησιαστική Σχολή της Αγίας Αναστασίας Χαλκιδικής και από τη Θεολογική Σχολή Χάλκης Κωνσταντινουπόλεως, στην οποία και υπέβαλε εναίσιμο διατριβή με τίτλο «Το Εκκλησιαστικό κήρυγμα κατά τον ιερό Χρυσόστομο». Υπηρέτησε στο στρατό ως έφεδρος αξιωματικός πυροβολικού και προσέφερε πολλές υπηρεσίες επί δέκα χρόνια ως γραμματέας του Συνδέσμου Εφέδρων Αξιωματικών του νομού Σερρών. Επί των ημερών του ανεγέρθη ο ανδριάντας του Μακεδονομάχου Καπετάν Δούκα στη πλατεία του Ι.Κ.Α. Σερρών και στήθηκε το μνημείο των 310 φονευθέντων αξιωματικών οπλιτών στο 3ο χιλιόμετρο της οδού Σέρρες-Βροντού.
Εργάστηκε για τριανταπέντε χρόνια ως καθηγητής και διευθυντής σε σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Συνέβαλε ιδιαίτερα στην οργάνωση και λειτουργία της πρώτης Τεχνικής Σχολής Εργοδηγών και Τεχνικών Βοηθών Σερρών και του Νυκτερινού Γυμνασίου και Λυκείου Σερρών. Συνταξιοδοτήθηκε το 1994.
Διετέλεσε έκτακτος επιμελητής αρχαιοτήτων Ν. Σερρών. Με τις μακροχρόνιες ανιδιοτελείς ενέργειές του βοήθησε στη συλλογή των αρχαιοτήτων του νομού Σερρών, στην οργάνωση του αρχαιολογικού Μουσείου και στην ίδρυση Εφορείας Κλασσικών Αρχαιοτήτων στις Σέρρες.
Πραγματοποίησε πλήθος ομιλιών και διαλέξεων. Συνέγραψε πολλές μελέτες για ζητήματα θεολογικά, φιλοσοφικά, ιστορικά και αρχαιολογικά. Για την πολύτιμη μέχρι σήμερα προσφορά του το Υπουργείο Μακεδονίας & Θράκης του απένειμε δίπλωμα τιμής με χρυσό μετάλλιο.
Έργα του ιδίου:
1)Το Εκκλησιαστικό κήρυγμα κατά τον Ιερό Χρυσόστομο (εναίσιμος διατριβή), Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης 1959 (δημοσιεύτηκε το 2006).
2)Ιστορικά γεγονότα της πόλεως Σερρών και της περιοχής των ετών 1912-1913, Σέρρες 1973.
3)Σύντομος οδηγός του αρχαιολογικού μουσείου Σερρών, Σέρρες 1978.
4)Συνοπτική ιστορία του Νομού Σερρών και της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Σέρρες 1995.
5)Η Κοινότητα του Αγίου Πνεύματος Σερρών & Προσφορά και ιστορική ταυτότητα της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1997.
6)Ιερά μονή Αγίας Τριάδας Τούμπας, Σέρρες 2001.
7)Νεότερη και σύγχρονη ιστορία της Κοινότητας Αγίου Πνεύματος και της ομωνύμου ιεράς Μονής (στα πλαίσια της γενικής ιστορίας της Ελλάδας), Σέρρες 2003.
8)Γεννάδιος Β΄ Σχολάριος και η Ένωση των Εκκλησιών, Σέρρες 2004.
9)Ιστορία του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής της Κοινότητας Αγίου Πνεύματος, Σέρρες 2005.
10)Ναοί της πόλεως Σερρών καταστραφέντες και μη επανεγερθέντες, Σέρρες 2006.
11) Ἡ ἱστορική ταυτότητα της Μακεδονίας και τό ψευδεπίγραφο κράτος των Σκοπίων Θες/νίκη 2007
12)Ἱστορία τῆς Κοινότητας Νεοχωρίου Σερρῶν καί τῶν ἱερῶν ναῶν αυτῆς. Σέρρες2008
12) Βαθειές πληγές της σημερινής κοινωνίας Σερρες 2011
14)Ιστορία της ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Τούμπας Σερρών Σέρρες 2011
[1] «Οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν , όπως όλοι οι σοβαροί και αντικειμενικοί ιστορικοί δέχονται σήμερα, μία από τις αρχαίες ελληνικές φυλές , όπως οι Ίωνες, Αιολείς και Δωριείς , με ιδιαίτερη μάλιστα διαλεκτολογική συγγένεια προς τις δύο ατελευταίες φυλές . Από τη Δυτική Μακεδονία, που ήταν η αρχική τους κοιτίδα , απλώθηκαν σιγά σιγά προς τις ανατολικές και βόρειες περιοχές, αλλού αποθώντας και αλλού αφομοιόνοντας τις γύρω Θρακοιλλυρικές , ως που έδωσαν στο κράτος τους την έκταση που δίνουν στο γεωγραφικό όρο «Μακεδονία» οι αρχαίοι γεωγράφοι».Ανδριώτη Ν., Το Ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων, : Μπαμπινιώτη Η γλώσσα της Μακεδονίας, Αθήνα 1993 σ. σελ. 209.
[2] Πολυβίου ιστορία Θ΄ 35,2: «Tίνος καί πηλίκης δει τιμής αξιούσθαι Mακεδόνας, οι τόν πλείω του βίου χρόνον ου παύονται διαγωνιζόμενοι πρός τούς βαρβάρους υπέρ της των Eλλήνων ασφαλείας; ότι γάρ ει ποτ’ αν εν μεγάλοις ην κινδύνοις τά κατά τούς Έλληνας, ει μη Mακεδόνας είχομεν πρόφραγμα καί τάς των παρά τούτοις βασιλέων φιλοτιμίας, τίς ου γινώσκει;»
[3] Χατζηδάκη, Περί του ελληνισμού των αρχαίων Mακεδόνων, όπου παρ. σελ. 40.
[4] Δασκαλάκη Α. , Ο Ελληνισμός της αρχαίας Μακεδονίας . Καταγωγή και γλώσσα των Μακεδόνων . Αθηναι 1960.σελ. 83
[5] Πολύβιος, Ε΄ 103-104 9.
[6] Ισοκράτης, Φιλιππικός ξε΄,154, νβ΄ 127
[7] Ηροδότου ιστορία Α΄56. Η΄ 43.
[8] Στεφανίδου Β. , Εκκλησιαστική ιστορία . Αθήναι 1948, σ. 670-684
[9] Γεδεών Μ., Έγγραφα πατριαρχικά και συνοδικά περί του Βουλγαρικού ζητήματος (1852-1873) Κων/πολης 1908
[10] Βασιλείου Λαούρδα, Ο Μακεδονικός αγών εις την περιοχήν των Σερρών κατά το 1907. Εκθεσεις του προξένου Σακτούρη . Σερραικά χρονικά . Σύγγραμμα περιοδικό τόμος Γ,΄ σελίδες 16—112 . Πρβλ και Υπ’ αρ. 207/17-5-1908 και 209/16-5-1908 έγγραφα του Υποπροξενείου Σερρών.
[11] Αλμάζ, Αι ιστορικαί περιπέτειαι της Μακεδονίας από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα . Αθήναι 1949 , σελ. 51-62.
[12] Πέννα Π. , Ιστορία των Σερρών, από της αλώσεως υπό των Τούρκων μέχρι της απαλευθερώσεως υπό των Ελλήνων (1383-1913) σελ. 179-181.
[13] Delo, 1898, τ.17 σελ. 300, είδε Γκριτζώνα Κ. ,Μακεδονία και η Σκοπιανή απειλή, Το Μακεδονικό ζήτμα από το Βίζμαρκ στον Νίμιτς Τρίκαλα Αθήνα 2006, σελ. 23.
[14] Παπακυριάκου, Νεότερη και σύγχρονη ιστορία της Κοινότητας Αγίου Πνεύματος και της ομωνύμου ιεράς Μονής, Σέρρες 2003 σελ. 95
[15] Μάρτη Ν, Η πλαστογράφηση της ιστορίας της Μακεδονίας, Αθήναι 1989, σελ. 72.
[16] Βλασίδη Β., Γούναρη Άννας και Παναγιωτοπούλου Αν. , Ε.Μ.Ε.Ο. 1893-1940 η άλλη όψη του βουλγαρικού εθνικισμού. Περιοδικό «Μακεδονική ζωή», Ιούλιος 1993, τεύχος 326 σ.21-24.
[17] Μουτσουπούλου Ν. Το σπαρακτικό βάθος και εύρος της Άμυνας. Περιοδικό «Μακεδονική ζωή» Ιούλιος 1993, τεύχος 326, σ.28-33
[18] Λαούρδα Β., Ο Μακεδονικός αγώνας εις την περιοχήν των Σερρών κατά το 1907. Εκθέσεις του προξένου Σακτούρη . Σερραϊκά χρονικά, συγγραμμα –περιοδικό Αθήνα 1959 τόμ. Γ΄, σελ. 109.
[19] Λαούρδα Β., ό.π., σελ.72.
[20] Πέτρουβιτς Ν. , Ο Μακεδονικός αγώνας και η συμβουλή των Σερρών Σερραικά Χρονικά . Σύγραμμα-περιοδικό, Αθήνα 1959 ., τόμ. Γ΄, σελ. 179.
[21] Γκριτζώνα Κ , όπ. παρ. σελ. 29-38.
[22] Κριτζώνα Κ. Μακεδονία και Σκοπιανή απειλή . Τρίκαλα Αθήνα 2006 σ. 164-170
[23] Γκριτζώνα Κ. ,, όπ. παρ. σελ. 131.
[24] Χαρακτηριστικά ορθή ήταν η τοποθέτηση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ Άνθιμου, που σε γραπτή ανακοίνωσή του τονίζει, ότι «αυτό που ήδη αναγγέλλεται περί της ονομασίας γεμίζει με πίκρα και απογοήτευση τους Έλληνες πολίτες».
[25] Το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας – Προοίμιο, Σκόπια, Νοέμβριος 1991 σε: Επεκτατική πολιτική, σελ.70. Βλ. Βλέπε και Γκριτζώνα Κ., Μακεδονία και η Σκοπιανή απειλή, σελ. 201-3.
[26] Σύμφωνα με τον βουλευτή Θεσσαλονίκης Στέλιο Παπαθεμελή, η σύνθετη ονομασία «Σλαβομακεδονία» ενέχει στοιχεία ορθότητας, γιατί θα αποσαφήνιζε και την εθνική καταγωγή των Σκοπιανών.
[27] Εφημερίδα Borba της 26-8-1946 στο κύριο άρθρο της «Επεκτατική πολιτική», σελίδα 55-57. Βλ. Γκριτζώνα Κ. , Μακεδονία και η Σκοπιανή απειλή, σελ. 156-159.
[28] VlahovDimitar, Ομιλία στα Σκόπια στις 1/10/1946. Επεκτατική πολιτική σελ. 58. Βλ. σχετικά και Γκριτζώνα, Μακεδονία και η Σκοπιανή απειλή, σελ. 159.
[29] Νάλτσα, Το Μακεδονικόν ζήτημα, σελ. 527.
[30] Μάρτη Ν. , Η πλαστογράφηση της ιστορίας της Μακεδονίας,, Αθήνα 1983, σελ. 94.
[31] Παπαθεμελή Στ. , Τι διέπραξαν τα Σκόπια και τι δεν πράξαμε εμείς, Περιοδικό «Μακεδονική ζωή» Ιούλιος 1993, τεύχος 326 , σ. 42—47.
[32] Απόσπασμα από το καταστατικό της V.M.R.O. της 10-6-1990, Η επεκτατική πολιτική, σελ. 68.Βλέπε σχετικα Γκριτζώνα κ. , Μακεδονία και η Σκοπιανή απειλή σ.191
[33] Αναστασάκου Άννα , Μακεδονία- Εθνικό Θέμα, δεύτερη έκδοση Αθήνα . σελ. 38
[34] Βαληνάκη / Νταλή,. Το ζήτημα των Σκοπίων, Απόπειρες για αναγγώριση και η ελληνική στάση . Επίσημα κείμενα 1990-1996, Αθήνα 1996, σελ. 177-8. . βλέπε και Γκριτζώνα Κώστα , όπ παρ. σ.229-230
[35] Πολύβιου ιστορία, Ζ΄9,1- 3.
[36] , Χατζηδάκη, Περί του ελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων, βλέπε . Μπαμπινιώτη Γ., Η γλώσσα της Μακεδονίας , Αθήναι 1993 σελ. 6.
[37] Στράβωνος Άπαντα τομ 7. Γεωγραφικών Z΄. 9. σ. 161
[38] Αισχύλου Ικέτιδες, στ. 250.
[39] Χιώλου Κ., Η ελληνικότητα της Μακεδονίας ανά τους αιώνας,. Εφημερίδα Πρόοδος Σερρών της 22/10/2005.
[40] Θουκυδίδη, Ιστορία Β΄ 80, 5, Γ΄ 94. Xατζηδάκη Γ. , Περί του ελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων, Βλέπε. Μπαμπινιώτη Γ. Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήναι 1993 σ. 41-45 .
[41] Ισοκράτη, Πανηγυρικός, παρ. 50.
[42]Χατζηδάκη Γ, Και πάλιν περί του ελληνισμού των Μακεδόνων. . Μπαμπινιώτη Γ. , Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήναι 1993 σελ. 89-90. Κουρτίου Ερνέστου , Ελληνική Ιστορία, Μετάφραση Λαζάρου Σπυρίδωνος τ. Γ΄, σελ. 397.
[43] Xατζηδάκη Γ. , Περί του ελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων . Βλέπε Μπανπινιώτη Γ. , H γλώσσα της Μακεδονίας, σελ. 41.
[44] Θουκυδίδη, Ιστορία Δ΄, 124,1.
[45] Αρριανού, Αλεξάνδρου Ανάβασις Α΄5, 7 Δ΄ 11,6. Ηροδότου Ε΄6. Πολύβίου Ε΄7,6
[46] Ηροδότου Θ΄44-45
[47] Παυσανίας Ζ΄25,6
[48] Ηροδότου Ιστορία Ε΄ 22 και Θ΄45.
[49] Αναστασάκου Άννα. Μακεδονία , εθνικό θέμα Β΄έκδοση Αθήνα σ.113-116
[50] Ισοκράτη, Παναθηναϊκός 24.
[51] Ξενοφώντος, Αγησίλαος Ζ΄ 4.
[52] Πλάτωνος, Πολιτεία Ε, 421.
[53] Ηροδότου Ιστορία Η, 43.
[54] Ισοκράτη, Φιλιππικός ξε΄154, νβ΄ 127.
[55] Ισοκράτη, Φιλιππικός ξε 154 .
[56] Χατζηδάκη, Και πάλιν περί του ελληνισμού των Μακεδόνων. . Μπαμπινιώτη Γ. , Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήναι 1993 σελ. 89-90.
[57] Πολυβίου ιστορία, Η 8.
[58] Χατζηδάκη Γ., Το Ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων. Μπαμπινιώτη Γ. , Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήναι 1993, σελ. 239-240
[59] «Ανεβόα Μακεδονιστί καλών τους υπασπιστάς (τούτο δε ην σύμβολον θορύβου μεγάλου) και τον σαλπιγκτήν εκέλευσε». Πλουτάρχου, Βίοι παράλληλοι, Βίος Αλεξάνδρου 51.
[60] Πλουτάρχου, Βίοι παράλληλοι, Βίος Αλεξάνδρου 51,4, Βίος Ευμένους 14
[61] Διοδώρου Ιστορία Ζ΄ 17. ΣΤ΄ 95
[62] «Όπως γράμματα μανθάνειν ελληνικά και μακεδονικοίς όπλοις εντρέφεσθαι». (Πλούταρχου, Βίοι παράλληλοι, Βίος Αλεξάνδρου 47).
[63] Βλ. λήμμα «Έθνος» σε Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, τ. 5ος, σ. 77 («Σύνολον ανθρώπων εχόντων κοινήν την καταγωγήν, ομιλούντων την αυτήν γλώσσαν, υποστάντων την αυτήν εξέλιξιν εν τω πολιτικώ αυτών βίω και τω πολιτισμώ και εχόντων συνείδησιν στενού μεταξύ των συνδέσμου»).
[64] Ανδριώτη, Το Ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων, σε: ΜπαμπινιώτηΓ. Η γλώσσα της Μακεδονίας, σελ. 238-240.
[65] Ηρόδοτου ιστορία Η΄ 43.
[66] Ηροδότου ιστορία Θ΄ 45, 2.
[67] Ηροδότου ιστορία, Ε΄ 6.
[68] Αρριανού Αλεξάνδρου Ανάβασις, A΄, 2.
[69] Παυσανίας Φωκικά Η 2 και 4.
[70] Αρριανού Αλεξάνδρου Ανάβασις A΄, 2.
[71] Αλεξάνδρου Ανάβασις, Α΄, 5, 7
[72] Aρριανού Ανάβασις Α, 16, 7.
[73] Στράβωνος Γεωγραφία αποσπάσματαZ΄, 9.
[74] Ισοκράτους,Φιλιππικός, ξε΄ 154. νβ΄ 127.
[75] Πολυβίου ιστορία Ε΄ 7.
[76] Πολυβίου ιστορία, Θ΄ 35., 2 και 38.
[77] Πολυβίου ιστορία Θ΄ 37,7.
[78] «Καίτοι γε πολλώ σεμνότερον ην και δικαιότερον και τη περί της Ελλάδας υπόθεσει τα πεπεραγμένα Φιλίππω συμπεριλαβείν ήπερ εν τη Φιλίππου τα της Ελλάδας» (Πολυβίου ιστορία Η΄ 11 και 13, 4).
[79] Πολυβίου ιστορία Ε΄103-104,
[80] Πλουτάρχου, Βίοι παράλληλοι, Βίος Φλαμινίνου IA΄ 38.
[81] Παυσανίας, Ελλάδας Περιηγήσεις, Φωκικά 8.
[82] Διοδώρου ιστορία ΣΤ΄ 95.
[83] Αισχύλου Ικέτιδες στ. 250.
[84] Ομήρου Ιλιάδα Π΄ στ. 287-8.
[85] Πλουτάρχου, Βίοι παράλληλοι, Aιμίλιος Παύλος 32 και 33.
[86] «Των γάρ Μακεδόνων εισί και Λυγκησταί καί Ελιμιώται και άλλα έθνη επάνωθεν, α ξύμμαχα με εστί τουτοις και υπήκοα, βασιλείας δε έχειν καθ’ εαυτά» (Θουκυδίδου ιστορία Β΄, 99).
[87] Ανδριώτη Π. , Το Ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων, βλέπε Μπαμπινιώτη Γ., Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθηήναι 1993, σελ. 240.
[88] Θουκυδίδου Ιστορία Β΄ 99, 2.
[89] Ελληνες Πατέρες της Εκκλησίας (Ε.Π.Ε). Μέγας Βασίλειος Ομιλία προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών οφελοίντο λόγων , τόμος 7ος. σ. 348
[90] Επισημαίνεται ότι στην αρχαία Μακεδονία υπήρχαν τρεις πόλεις με το όνομα Ηράκλεια: μία στη σημερινή επαρχία Σιντικής, μία στην Πιερία και μία δεξιά του ποταμού Αξιού.
[91] Σακελλαρίου, Η εθνικότητα των Μακεδόνων, βλέπε Μπαμπινιώτη Γ Η γλώσσα της Μακεδονίας . Αθηήναι .1993 σελ. 136-137 και 140.
[92] Παυσανίου, Ελλάδας Περιηγήσεις, Φωκικά 8, 2 και 4.
[93] Ελληνες Πατέρες;της Εκκληγσίας Ιερός Χρυσόστομος, Β΄ομιλία προς Θεσσαλονικείς τ.22. σελ. 376, 3-19.
[94] «Καί γάρ τό ἔθνος τοῦτο τό τῶν Μακεδόνων πρό τῆςς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας ἐπίσημον ἦν, καί πανταχοῦ ἥδετο Ρωμαίων μᾶλλον. Καί Ρωμαῖοι διά τοῦτο θαυμαστοί, ὅτι τούτου εἷλον. Ἅ γάρ ὁ Μακεδόνων βασιλεύς εἰργάσατο, πάντα ὑπερέβαινε λόγον, ἀπό μικρᾶς μέν ὁρμηθείς πόλεως, τήν δέ οἰκουμένην καταλαβών. Διά τοῦτο καί πτηνήν πάρδαλιν αὐτόν ὁρᾶ ὁ προφήτης, τό τάχος καί τό σφοδρόν καί τό πυρώδες καί τό ἄφνω πού διαπτῆναι τήν οἰκουμένην μετά τροπαίων καί νίκης δηλῶν. Λέγουσι δέ, ὅτι καί φιλοσόφου τινός ἀκούσας λέγοντος, ὅτι ἄπειροι κόσμοι εἰσί, πικρόν ἐστέναξε, εἴγε ἀπείρων ὄντων, μηδέ ἑνός πού κεκράτηκεν. Οὕτως ἦν μεγαλόφρων καί μεγαλόψυχος, καί πανταχοῦ ἤδετο. Τά γοῦν τοῦ βασιλέως φήμη συνανύει καί ἡ τοῦ ἔθνους δόξα. Ἀλέξανδρος γάρ Μακεδών ἐλέγετο. Ὥστε εἰκότως καί τά ἐκεῖ γενόμενα πανταχοῦ ἄδεσθαι. Τῶν ἐπισήμων οὐδέν δύναται λαθεῖν. Οὐχ ἦττον οὖν ἤ τά Ρωμαίων τά Μακεδόνων ἦν. Τοῦτο δέ ἀπό τῆς σφοδρότητος αὐτῶν γέγονεν».
[95] Σακελλαρίου, Η εθνικότητα των Μακεδόνων, Βλέπε Μπαμπινιώτη Γ., Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήνα 1993 σελ. 124.
[96] Aρριανού Ανάβασις, E΄ 25, 3.
[97] Aρριανού Ανάβασις, Z΄ 9, 2.
[98] Αναστασάκου, Μακεδονία – Εθνικό Θέμα, 75. Από την « Ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου» του . Κόιντου Ρούφου
[99] Aρριανού Ανάβασις, Ζ΄ 9-12.
[100] Titus Livius XlV,29,3. XXXI 29,15.
[101] Σακελλαρίου, Η εθνικότητα των Μακεδόνων. Βλέπε Μπαμπινιώτη Γ Η γλώσσα της Μακεδονίας Αθήνα 1993. σελ.131-134.
[102]. Γαζή Α, Λεξικό της Ελληνικής γλώσσης, τομ. Β΄, σελ. 201 και τομ. Γ΄ σελ 29.
[103] Παπακυριάκου Κ. , Η κοινότητα του Αγίου Πνεύματος & Προσφορά και ιστορική ταυτότητα της Μακεδονίας, σελ. 34 επ.
[104] Μπέγκου Α.. , Το γλωσσικό ιδίωμα Νέου Σουλίου Σερρών. Σερραϊκά Χρονικά, συγγραμμα –περιοδικό Αθήνα 1993, τόμ. 11, σελ. 71-79.
[105] Παπαγεωργίου Π., Αι Σέρραι και τά προάστεια, τα περί τας Σέρρας και η μονή Ιωάννου του Προδρόμου (Συμβολή ιστορική και αρχαιολογική) Λειψία 1894σελ. 285.
[106] Κοντιάδου, Ιερομόναχου, Λεύκωμα του Σομπάσκιοι, χωριού της περιφερείας Σερρών 20-6-1925 ( ανέκδοτο) . Παπαγεωργίου, Αι Σέρραι και τα προάστεια και η Μονή Ιωάννου του Προδρόμου, Λειψία 1894, σελ. 284.
[107] Παπακυριάκου, Η κοινότητα του Αγίου Πνεύματος Σερρών & Προσφορά και ιστορική ταυτότητα της Μακεδονίας, σελ. 35-36.
[108] Γκισδαβίκης Α.,, Σελίδες του Μακεδονικού Ελληνισμού, τόμοι Β΄-Γ΄, Θεσσαλονίκη 1959, σελ. 152-156.
[109] Καφταντζή Γ. , Η Σερραϊκή χρονογραφία του Παπασυναδινού. Έκδοση ιεράς Μητρόπολης Σερρών και Νιγρίτης 1989 σ. 32 & 21α, .
[110] Μπαμπινιώτη, Ψευδώνυμη γλώσσα ψευδεπιγράφου κράτους, σε: Μπαμπινιώτη(επιμ. έκδ.), Η γλώσσα της Μακεδονίας, Αθήνα 1993, σελ. 259.
[111] Βακαλοπούλου Κ. Οι αλλόφωνοι Μακεδόνες ραχοκοκκαλιά της άμυνας . Περιοδικό «Μακεδονική ζωή» Ιούλιος 1993 τεύχος 326 σ.25-27
[112] Βελόπουλου Κυριάκου, Μακεδονία και ύβρεις Εκδόσεις Κάδμος σ. 76-79.