Η μεγάλη σημασία των ενεργειακών πόρων της περιοχής της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής για την Ευρώπη διατυπώνεται με σαφήνεια στο κείμενο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας:
«ιδιαίτερο μέλημα για την Ευρώπη είναι η ενεργειακή μας εξάρτηση. Η Ευρώπη αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα πετρελαίου και φυσικού αερίου παγκοσμίως. Οι εισαγωγές καλύπτουν το 50% περίπου της κατανάλωσης ενέργειας σήμερα, ποσοστό που αναμένεται να φτάσει το 70% το 2030. Το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών ενέργειας προέρχεται από τον Περσικό Κόλπο, τη Ρωσία και τη Βόρεια Αφρική».
Βορείως της Μέσης Ανατολής, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της λεκάνης της Κασπίας έχουν καταστεί πολύ σημαντικές πηγές πλούτου για τις χώρες της περιοχής, αλλά και αιτία τριβών μεταξύ των πέντε παρακτίων χωρών. Η προσπάθεια παράκαμψης των Στενών Βοσπόρου και Δαρδανελλίων, η επιδίωξη της Ρωσίας να προωθήσει τους ενεργειακούς πόρους που παράγει, ή που διέρχονται από το έδαφός της (όπως εκείνοι χωρών της Κεντρικής Ασίας), η επιδίωξη της Ευρώπης να μειώσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία, με την παράλληλη επιδίωξη των ΗΠΑ να παρακάμψουν τη Ρωσία, έχουν οδηγήσει στην κατασκευή αριθμού αγωγών. Αρκετοί από αυτούς τερματίζουν στις μεσογειακές ακτές της Ανατολικής Μεσογείου ή της Αδριατικής, όπου φτάνουν μέσω της Βαλκανικής.
Οι ανακαλύψεις μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο απέδειξαν, από γεωλογική και παλαιογεωγραφική άποψη, ότι μία σημαντική έκταση της περιοχής, που περιλαμβάνει θαλάσσιες εκτάσεις βορειοδυτικά και νότια της Κρήτης και της Κύπρου, δυτικά του Ισραήλ και του Λιβάνου, αποτελούσε για αρκετές δεκάδες εκατομμύρια χρόνια υποθαλάσσιο τμήμα της θάλασσας της Τηθύος.
Η θάλασσα της Τηθύος
Η θάλασσα της Τηθύος είναι εκείνη που, στην πράξη, δημιούργησε τα κοιτάσματα της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράν, του Ιράκ, της Συρίας και της Ανατολικής Μεσογείου. Στον ενιαίο αυτό χώρο, διαπιστώθηκε ήδη ότι πρέπει να υπάρχουν σημαντικές γεωλογικές αναλογίες, που προσφέρουν δυνατότητες παρουσίας και άλλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου, εκτός από αυτά που ανακαλύφθηκαν ήδη (Λεβιάθαν, Ταμάρ, Νταλίτ κλπ). Κοιτασμάτων που βρίσκονται εντός πετρωμάτων ψαμμιτών (στρώματα άμμου).
Εκτός, όμως, από το προηγούμενο αυτό πακέτο κοιτασμάτων ψαμμιτικού τύπου, στην Ανατολική Μεσόγειο προστέθηκε το Σεπτέμβριο του 2015 ένα νεότερο πακέτο ερευνητικών στόχων κοιτασμάτων (new exploration play). Αυτό προήλθε από την ανακάλυψη του υπεργιγαντιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου Ζορ, από τον πετρελαϊκό ιταλικό κολοσσό ΕΝΙ, εντός της αιγυπτιακής ΑΟΖ και πλησίον της κυπριακής ΑΟΖ. Προσφάτως είχαμε και την ανακάλυψη του κοιτάσματος «Καλυψώ» στην κυπριακή ΑΟΖ από την ίδια εταιρεία.
Οι στόχοι αυτοί δεν είναι ψαμμιτικοί, αλλά ασβεστολιθικού τύπου (ύφαλοι με πολύ σημαντικό πορώδες). Αυτό το νέο ερευνητικό παίγνιο στόχων φυσικού αερίου στην περιοχή δεν αποτέλεσε μόνο μία πολύ μεγάλη εμπορική επιτυχία, αλλά ταυτοχρόνως και μία σημαντική επιστημονική επιτυχία για την εταιρεία ΕΝΙ. Πρόσφατες δε δημοσιεύσεις μας απέδειξαν ότι τόσο στην Κύπρο, όσο και νοτίως της Κρήτης πρέπει να υπάρχουν παρόμοιοι στόχοι φυσικού αερίου, τύπου Ζορ.
Είναι γνωστό ότι τα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου παραχωρούν συμβατικά δικαιώματα έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων σε ανάδοχες πετρελαϊκές εταιρείες μέσα σε θαλάσσια γεωτεμάχια (blocks ή θαλάσσια οικόπεδα). Τα δικαιώματα αυτά τους επιτρέπουν να εντοπίσουν, να ανακαλύψουν και να αξιολογήσουν συγκεντρώσεις φυσικού αερίου ή πετρελαίου ευρισκόμενα μέσα σε γεωλογικούς σχηματισμούς κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.
Μετά την ανακάλυψη κάποιου κοιτάσματος οι ανάδοχες εταιρείες προχωρούν στην ανάπτυξη του κοιτάσματος ή των κοιτασμάτων μέσω σχετικών εγκαταστάσεων παραγωγής. Επίσης κατασκευάζουν αγωγούς που τους επιτρέπουν να διοχετεύσουν την ενέργεια στην τοπική ή τη διεθνή αγορά.
Χρηματοδότηση και ασφάλιση
Η ανάπτυξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων είναι υψηλής έντασης κεφάλαιο που, στην πράξη απαιτεί χρηματοδότηση, η οποία, κατά κανόνα, προέρχεται από κοινοπραξίες τραπεζών. Για να υπάρξει όμως χρηματοδότηση εκ μέρους των τραπεζών, οι εταιρείες είναι υποχρεωμένες να έχουν ασφαλίσει τις θαλάσσιες εργολαβίες ή υπεργολαβίες τους έναντι κάθε δυνατού κινδύνου που θα μπορούσε να παρακωλύσει τις εργασίες τους.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι το ασφαλιστικό κόστος ενός θαλάσσιου γεωτρύπανου κυμαίνεται σήμερα από τρία έως εννέα εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Το κόστος ασφάλισης ενός συμπλέγματος θαλασσίων εγκαταστάσεων ή εξεδρών παραγωγής υδρογονανθράκων είναι πολύ μεγαλύτερο.
Η ασφάλεια ενός συμπλέγματος θαλασσίων εγκαταστάσεων παραγωγής εξαρτάται από τις συμβατικές συμφωνίες του αναδόχου με το συμβαλλόμενο κράτος, αλλά και από τα μέσα που διαθέτουν γι’ αυτήν τόσο το κράτος, όσο και η ανάδοχος εταιρεία. Οι κίνδυνοι, που πρέπει να καλυφθούν, αφορούν απρόβλεπτα τεχνικά προβλήματα, καθυστερήσεις στην παραγωγή, απρόβλεπτες οικονομικές επιβαρύνσεις από απαιτήσεις τρίτων, απρόβλεπτες νομικές διαφορές, απρόβλεπτη διακοπή της παραγωγής από ατύχημα, διακοπή της παραγωγής από επιθετικές ενέργειες τρίτων, διακοπή της παραγωγής από πειρατικές ή τρομοκρατικές επιθέσεις κ.λ.π.
Κύριος στόχος των επενδυτών είναι η δυνατότητα του αναδόχου να δημιουργήσει ένα σύμπλεγμα εγκαταστάσεων παραγωγής κοιτασμάτων που θα του επιτρέψει να ελαχιστοποιήσει τους παραπάνω κινδύνους. Η ελαχιστοποίηση, όμως, των κινδύνων αυτών δεν εξαρτάται μόνο από τον ανάδοχο. Εξαρτάται και από τα μέσα που θα διαθέσει το συμβαλλόμενο κράτος, ώστε ο ανάδοχος να έχει πλήρη προστασία από απρόβλεπτες επιθετικές ενέργειες τρίτων. Το πρόσφατο περιστατικό στην κυπριακή ΑΟΖ με δράστη τουρκικά πολεμικά σκάφη υπογραμμίζει αυτή τη διάσταση.
Οι εγκαταστάσεις στο «Αφροδίτη»
Μετά την ανακάλυψη του κοιτάσματος φυσικού αερίου Αφροδίτη εντός της κυπριακής ΑΟΖ το 2011, η ανάδοχος εταιρεία Noble κατήρτισε σχέδιο ανάπτυξης του κοιτάσματος. Το σχέδιο αυτό περιελάμβανε πλωτό μετασκευασμένο τάνκερ, πάνω στο οποίο υπάρχουν εγκαταστάσεις καθαρισμού του αερίου. Εντός του τάνκερ αποθηκεύεται η υγρή φυσική βενζίνη (condensate) που περιέχει το φυσικό αέριο.
Είναι φανερό ότι το πλωτό αυτό σύστημα παραγωγής εμφανίζεται εξαιρετικά ευάλωτο σε περίπτωση πειρατικής ή τρομοκρατικής ενέργειας. Το συνολικό κόστος ανάπτυξης του κοιτάσματος που περιλαμβάνει υποθαλάσσιες κεφαλές γεωτρήσεων παραγωγής υπολογίζεται σε πέντε δισ. δολάρια.
Οι εγκαταστάσεις στο «Ταμάρ»
Το κοίτασμα φυσικού αερίου Ταμάρ ανακαλύφθηκε το 2009 σε θαλάσσιο βάθος 1.650 μέτρων, με αποθέματα ύψους 8,4 τρισ κυβικών ποδών (tcf). Η παραγωγή του άρχισε το 2013. Σήμερα, καλύπτει τις συνολικές ενεργειακές ανάγκες του Ισραήλ σε φυσικό αέριο και αναμένεται να τις καλύπτει κατά 100% τα επόμενα 30 χρόνια.
Για λόγους ασφαλείας, το σχήμα εγκαταστάσεων του Ταμάρ δεν συμπεριλαμβάνει πλωτό σύστημα παραγωγής, αλλά μόνο υποθαλάσσιο εξοπλισμό κεφαλών γεωτρήσεων παραγωγής και αγωγούς (pipelines) μεταφοράς του φυσικού αερίου μήκους 150 χλμ. Επίσης, περιλαμβάνει και 150 χλμ εύκαμπτων ομφάλιων χαλυβδοσωλήνων διαχείρισης της παραγωγής (umbilicals), οι οποίοι παρέχουν υδραυλικά ρευστά, χημικά υγρά, ηλεκτρικό ρεύμα και οπτικές ίνες μετάδοσης σημάτων.
Η διαχείριση της παραγωγής επιτυγχάνεται εξ αποστάσεως με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια, από θάλαμο επιχειρήσεων (control room) που βρίσκεται στην ισραηλινή πόλη Ασκελόν, πολύ κοντά στη μεσογειακή ακτή. Το κόστος μεγιστοποίησης της ασφάλειας υπολογίζεται σε ένα δισ. δολάρια, αλλά με τον τρόπο αυτό τα ετήσια ασφάλιστρα παραγωγής που καταβάλλουν οι ανάδοχοι στις ασφαλιστικές εταιρείες είναι πολύ μικρότερα.
Οι εγκαταστάσεις στο «Ζορ»
H ανακάλυψη του υπεργιγαντιαίου (supergiant) κοιτάσματος Ζορ έγινε τον Σεπτέμβριο του 2015 σε θαλάσσιο βάθος 1.500 μέτρων και σε απόσταση 150 χλμ από τις ακτές τις Αιγύπτου. Τα αποθέματα είναι ύψους 30 tcf (ποσότητα που αντιπροσωπεύει τις σημερινές ανάγκες της Ελλάδος σε φυσικό αέριο για 200 χρόνια).
Η ανακάλυψη ανέτρεψε τα δεδομένα ανάπτυξης των κοιτασμάτων της περιοχής. Πιο συγκεκριμένα, για οικονομικούς λόγους, ανεβλήθη η ανάπτυξη του κοιτάσματος «Αφροδίτη» που επρόκειτο να τροφοδοτήσει πρωτίστως την Αίγυπτο και δευτερευόντως την Κύπρο, οι ενεργειακές απαιτήσεις της οποίας είναι πολύ χαμηλές.
Παράλληλα, η ανάδοχος εταιρεία ΕΝΙ συμφώνησε με την αιγυπτιακή κυβέρνηση να αναπτύξει το κοίτασμα «Ζορ» σε δύο φάσεις, ώστε να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες της Αιγύπτου για τα επόμενα 40 χρόνια. Μία πρώτη φάση μερικής ανάπτυξης και παραγωγής (early production) του κοιτάσματος μέσα στο 2017, η οποία θα περιλαμβάνει έξι υποθαλάσσιες γεωτρήσεις παραγωγής και έναν αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου στην ξηρά, με στόχο να καλυφθούν το συντομότερο οι κατεπείγουσες ενεργειακές ανάγκες της Αιγύπτου.
Η δεύτερη φάση ολοκλήρωσης της ανάπτυξης του κοιτάσματος θα χρησιμοποιήσει 26 συνολικά υποθαλάσσιες κεφαλές γεωτρήσεων παραγωγής και έξι αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου. Αναμένεται να πραγματοποιηθεί στα τέλη του 2019, οπότε η συνολική ημερήσια παραγωγή φυσικού αερίου, εκπεφρασμένη σε αντίστοιχα βαρέλια πετρελαίου, αναμένεται να ξεπεράσει τα 500.000 βαρέλια την ημέρα.
Να σημειώσουμε ότι και στην περίπτωση αυτή, για λόγους ασφαλείας, οι εγκαταστάσεις παραγωγής δεν περιλαμβάνουν πλωτά μέσα (εξέδρες κλπ.), πάνω από τη γεωγραφική θέση του κοιτάσματος. Η διαχείριση της παραγωγής γίνεται εξ αποστάσεως, μέσω υποθαλάσσιων ρομποτικών συστημάτων, από την ανάδοχο εταιρεία ΕΝΙ. Όπως και στην περίπτωση του κοιτάσματος Ταμάρ, περιλαμβάνει ομφάλιους εύκαμπτους χαλυβδοσωλήνες (umbilicals) που από απόσταση 150 χιλιομέτρων θα δίνουν τις κατάλληλες εντολές έναρξης, διακοπής ή ρύθμισης του ύψους της παραγωγής μέσω υδραυλικής ή ηλεκτρικής ενέργειας.
Πηγή: SLPress.gr, Ινφογνώμων Πολιτικά