Η επιλογή της κοινοπραξίας των Ελληνικών Πετρελαίων (ΕΛΠΕ), της γαλλικής Total και της αμερικανικής Exxon Mobil για την έρευνα υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης πραγματοποιείται σε μία περίοδο όπου οι ανακαλύψεις νέων κοιτασμάτων αλλάζουν την ενεργειακή σκακιέρα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η νέα ανακάλυψη από την ιταλική ΕΝΙ του κοιτάσματος Νουρ στο θαλάσσιο οικόπεδο Σορούκ εντός της αιγυπτιακής ΑΟΖ εκτιμάται ότι ξεπερνά τουλάχιστο κατά τρεις φορές το μέγεθος του κοιτάσματος Ζορ με τα προσδοκώμενα αποθέματα να προσεγγίζουν τα 90 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου. Την ίδια στιγμή, η πρόθεση της γαλλικής Total για διεύρυνση της παρουσίας της στην κυπριακή ΑΟΖ και για διενέργεια επιβεβαιωτικής γεώτρησης στο κοίτασμα Καλυψώ στο θαλάσσιο οικόπεδο 6 αποδεικνύουν τον οργασμό που συντελείται από διεθνείς ενεργειακούς κολοσσούς στην ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων.
Εξίσου σημαντικός είναι ο προγραμματισμός της ελληνικής εταιρίας Ενερτζίαν (Energean Oil & Gas) να προβεί σε νέα ερευνητική γεώτρηση στο βόρειο τμήμα του θαλάσσιου οικοπέδου Καρίς εντός της ισραηλινής ΑΟΖ καθώς και οι συζητήσεις για την ανάπτυξη του παλαιστινιακού κοιτάσματος Μαρίν που βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή της Γάζας. Σημειωτέον δε ότι για το ισραηλινό θαλάσσιο οικόπεδο Καρίς, η ελληνική ενεργειακή εταιρεία έχει εξασφαλίσει την παραγωγή 4,2 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως για μία περίοδο 16 ετών και έχει υπογράψει συνολικά 12 συμβόλαια για την προμήθεια φυσικού αερίου.
Αναμφίβολα, η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο μίας περιοχής που εμφανίζει προκλήσεις, αλλά και εξελίξεις που δημιουργούν νέες ευκαιρίες. Η ενίσχυση της γεωοικονομικής διπλωματίας ως προς την ανάπτυξη και εκμετάλλευση ενεργειακών κοιτασμάτων σε θαλάσσια οικόπεδα της Ανατολικής Μεσογείου αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Δύναται να μετουσιωθεί με την προώθηση περιφερειακών συνεργασιών, στις οποίες πρόδηλα η Ελλάδα, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Αίγυπτος κατέχουν σημαντική θέση.
Μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ενέργειας
Ειδικά ως προς την Ελλάδα, προκειμένου η χώρα μας να αποτελέσει αξιόπιστο ενεργειακό παίκτη, ο οποίος συμμετέχει ενεργά στην ανάπτυξη εθνικών και περιφερειακών ενεργειακών κοιτασμάτων οφείλει να προβεί σε μία σειρά μεταρρυθμιστικών και διορθωτικών κινήσεων. Συγκεκριμένα, η επίσπευση των διαδικασιών αδειοδότησης στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων εντός της ελληνικής επικράτειας αποτελεί προϋπόθεση για την προσέλκυση ξένων ενεργειακών εταιριών.
Οι χρονικές καθυστερήσεις των διαδικασιών από τον έλεγχο συμβάσεων μίσθωσης μέχρι και την κύρωση τους από το ελληνικό Κοινοβούλιο σε σύγκριση με αντίστοιχες διαδικασίες που υιοθετούνται σε άλλες χώρες, αποτελούν αφενός τροχοπέδη στην προσέλκυση ξένων και εγχώριων επενδυτών. Αφετέρου μετατίθεται χρονικά η ανακάλυψη και εκμετάλλευση αξιόλογων ενεργειακών κοιτασμάτων που θα μπορούσαν να μετατρέψουν την Ελλάδα από χώρα-καταναλωτή σε χώρα-διαμετακομιστή και εν ευθέτω χρόνο σε χώρα-παραγωγό ενέργειας.
Ο διαμετακομιστικός ρόλος της Ελλάδας δύναται να αναδειχθεί, στηρίζοντας στοχευμένα προγράμματα περιφερειακού και ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, όπως η κατασκευή του υποθαλάσσιου αγωγού East Med που θα διέρχεται από την Ελλάδα και θα μεταφέρει το φυσικό αέριο των παράκτιων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Εξίσου σημαντική προς την κατεύθυνση της ανάδειξης του ελληνικού διαμετακομιστικού ρόλου είναι η μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου στον τερματικό σταθμό της νήσου Ρεβυθούσας με σκοπό την επανεξαγωγή προς τα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Άκρως θετική εξέλιξη
Σε κάθε περίπτωση, η προκήρυξη νέου διεθνούς διαγωνισμού αδειοδοτήσεων, εντός σαφώς προσδιορισμένων χρονοδιαγραμμάτων, σε θαλάσσιες περιοχές στην ελληνική επικράτεια, κρίνεται επιβεβλημένη για την προσέλκυση νέων επενδύσεων στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης ελληνικών ενεργειακών κοιτασμάτων.
Η παρουσία της κοινοπραξίας των ΕΛΠΕ, Total και Exxon Mobil για την έρευνα υδρογονανθράκων δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης έγινε έπειτα από δική τους αίτηση που προκάλεσε την προκήρυξη διαγωνισμού στοχευμένου ενδιαφέροντος τον Δεκέμβριο του 2017. Πρόκειται για άκρως θετική εξέλιξη. Αυτή, ωστόσο, στηρίχθηκε σε μία αποσπασματική και όχι ολοκληρωμένη διαγωνιστική διαδικασία για την προσέλκυση ενεργειακών επενδυτών και σε άλλες περιοχές στην ελληνική επικράτεια.
Στο περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου, όπου οι ενεργειακές συνέργειες και οι ανταγωνισμοί συνυπάρχουν, ο σχεδιασμός εθνικής πολιτικής για την αξιοποίηση των ελληνικών ενεργειακών κοιτασμάτων αποτελεί αναγκαιότητα. Απαιτείται η ενίσχυση της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων με τη θεσμοθέτηση πενταετούς θητείας του Διοικητικού Συμβουλίου.
Αυτό πρέπει να ορίζεται με αυξημένη πλειοψηφία 3/5 της Βουλής, ώστε να αποτελέσει αξιόπιστο συνομιλητή που θα εγγυάται τη συνέχεια της εθνικής ενεργειακής πολιτικής. Στο ίδιο μήκος κύματος εντάσσεται και η αναγκαιότητα για συγκρότηση ολιγομελούς υπερκομματικής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων επιφορτισμένης με τη διαμόρφωση της εθνικής ενεργειακής στρατηγικής τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Οριοθέτηση ελληνικής ΑΟΖ
Πέραν τούτων, η Ελλάδα οφείλει να προχωρήσει στην ανακήρυξη και οριοθέτηση της ΑΟΖ της στο Αιγαίο, καθώς η μέχρι σήμερα διπλωματική κωλυσιεργία τείνει να δημιουργήσει τετελεσμένα που αντίκεινται των εθνικών της συμφερόντων. Η Κύπρος έχει δείξει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα. Προέβη σε τριπλή οριοθέτηση ΑΟΖ, υπογράφοντας συμφωνίες με την Αίγυπτο το 2003, τον Λίβανο το 2007 και το Ισραήλ το 2010 στην βάση της διεθνώς αποδεκτής αρχής της Μέσης Γραμμής/Μέσης Απόστασης, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 74 στη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Με άλλα λόγια, η χάραξη ΑΟΖ μεταξύ της Κύπρου και των γειτονικών προς αυτήν παράκτιων χωρών με τη μέθοδο χάραξης της Μέσης Γραμμής/Μέσης Απόστασης έχει δημιουργήσει σαφές νομικό προηγούμενο στις θαλάσσιες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, στις οποίες εντάσσονται και οι θαλάσσιοι χώροι της Ελλάδας. Το εν λόγω σαφές νομικό προηγούμενο δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απεμπολήσει η ελληνική πλευρά, προβαίνοντας σε οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών της στο Ιόνιο που δεν θα βασίζεται στην αρχή της Μέσης Γραμμής/Μέσης Απόστασης.
Η αρχή αυτή προβλέπεται ρητά στη συμφωνία που υπέγραψε η Ελλάδα με την Αλβανία για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και συνόρων το 2009. Σημειωτέον ότι η συμφωνία εκείνη ακυρώθηκε από το αλβανικό Συνταγματικό Δικαστήριο έπειτα από πολιτικές πιέσεις που ασκήθηκαν παρασκηνιακά από την Τουρκία. Η οριοθέτηση στο Αιγαίο στη βάση της Μέσης Γραμμής/Μέσης Απόστασης θα έδινε πλήρη δικαιώματα στα ελληνικά νησιά και δη στο Καστελόριζο.
Η Αθήνα παραχωρεί κυριαρχία;
Η ελληνική πλευρά εμφανίζεται να διαπραγματεύεται με την Αλβανία νέα συμφωνία, στην οποία, σύμφωνα με διαρροές στον Τύπο της γειτονικής χώρας, η Αθήνα φαίνεται να αποδέχεται την μείωση της κυριαρχίας της στο βόρειο Ιόνιο κατά ένα τέταρτο. Φέρεται να έχει υπαναχωρήσει από την πάγια θέση της ως προς το σημείο εκκίνησης των ελληνικών θαλασσίων ζωνών (θα μιλούσαμε για ΑΟΖ εάν η Ελλάδα την είχε ανακηρύξει) τα 12 ναυτικά μίλια από τη βραχονησίδα Μπακρέτα που βρίσκεται βόρεια της Κέρκυρας.
Επιπρόσθετα, η ελληνική πλευρά εμφανίζεται να αποδέχεται ότι η χάραξη ΑΟΖ, όπως προβλέπονταν στην συμφωνία του 2009 έχει συντελεστεί με μεθοδολογικά εσφαλμένο τρόπο. Εάν οι διαρροές ευσταθούν τότε η ελληνική πλευρά εκτιμάται ότι όχι μόνο απεμπολεί τα σαφή νομικά προηγούμενα χάραξης των ΑΟΖ στην βάση της Μέσης Γραμμής/Μέσης Απόστασης που εφαρμόστηκαν στις θαλάσσιες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά κυρίως ανοίγει την κερκόπορτα των τουρκικών διεκδικήσεων στο σύμπλεγμα του Καστελόριζου. Ως γνωστόν, η Τουρκία υποστηρίζει ότι το Καστελόριζο δεν διαθέτει οιοδήποτε δικαίωμα στην ΑΟΖ, καθώς το νησί μαζί με τα χωρικά του ύδατα επικάθεται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα.
Η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί διπλωματικά με σύνεση και να εκμεταλλευθεί την ευνοϊκή γεωπολιτική συγκυρία, η οποία συμπυκνώνεται στην επιθυμία των Ισραήλ, Αιγύπτου και Κύπρου για μεταφορά μέρους των μελλοντικών ενεργειακών τους αποθεμάτων στην Ευρώπη μέσω της ελληνικής επικράτειας. Η θαλάσσια ζώνη επαφής περίπου 50 χιλιομέτρων των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου (εάν αναγνωρισθεί στο σύμπλεγμα του Καστελορίζου πλήρης επήρεια) είναι πλήρως αποδεκτή από την Αίγυπτο και το Ισραήλ που επιθυμούν την ευρωπαϊκή πρόσβαση μόνο μέσω της Ελλάδας, αποκλείοντας την τουρκική επιλογή.
Είναι σαφές ότι η Ελλάδα οφείλει να χαράξει μία μακρόπνοη εθνική ενεργειακή πολιτική προκειμένου να ξεπεράσει προκλήσεις και να εκμεταλλευθεί ευκαιρίες εντός και εκτός των τειχών. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει να αδράξει την όποια ευκαιρία, προκειμένου να αναδείξει το γεωστρατηγικό της πρόσημο στον τομέα της ενέργειας και να αυξήσει την αξία των μετοχών της στο ενεργειακό χρηματιστήριο αξιών τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Πηγή: slpress.gr