Το φυσικό αέριο θα συνεχίσει να καλύπτει ενεργειακές ανάγκες –παράλληλα με τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας– για δεκαετίες, εκτός εάν μεγάλες τεχνολογικές αλλαγές θα επιτρέψουν την παραγωγή ενέργειας με μη ενεργοβόρες διαδικασίες υψηλής ενεργειακής απόδοσης και χαμηλού ποσοστού μόλυνσης. Οι σημερινές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική και ηλιακή), όπως και άλλες εναλλακτικές (υδροηλεκτρική-φράγματα, γεωθερμία-γεωτρήσεις και υδρογόνου-ηλεκτρόλυση) είναι επί του παρόντος σχετικά μικρές στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα και έχουν χαμηλή έως πολύ χαμηλή ενεργειακή απόδοση. Προτιμώνται, όμως, από τις πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η μετάβαση από ορυκτά καύσιμα σε πηγές χαμηλότερης ενεργειακής απόδοσης, θα ασκήσει πίεση για χρήση άλλων πηγών ενέργειας που έχουν εναπομείνει, όπως το ξύλο και ο άνθρακας. Σήμερα, για υδρογονάνθρακες, γαιάνθρακες και λιγνίτη, επιβάλλεται πρόστιμο ρύπου. Αντίθετα, για την λειτουργία εναλλακτικών πηγών ενέργειας, όπως των ανανεώσιμων, δίνονται επιχορηγήσεις με το επιχείρημα ότι δεν μολύνουν.
Ας σημειωθεί ότι για τις μπαταρίες (όχι μόνο των αυτοκινήτων), για τα υλικά ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών δεν έχει επιβληθεί κάποιο χρηματικό πρόστιμο (αντίτιμο προστασίας) από την σημαντική μόλυνση που θα προκληθεί όταν αυτές απεγκατασταθούν και αποσυρθούν μετά από 20-25 χρόνια. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι για την εξόρυξη και επεξεργασία του λιθίου χρησιμοποιούνται ορυκτά καύσιμα που προκαλούν μόλυνση και πληρώνουν γι’ αυτήν. Με λίθιο κατασκευάζονται οι μπαταρίες ιόντων λιθίου με τις οποίες λειτουργούν π.χ. τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Το αντίτιμο για τη μόλυνση που θα προκαλέσουν οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά μετά από 20-25 χρόνια πρέπει να οριστεί μέσω μιας αξιολόγησης-κοστολόγησης από σήμερα, στο πλαίσιο της αρχής της βιωσιμότητας της ανάπτυξης και όχι της βιώσιμης ανάπτυξης. Όσον αφορά τα ηλεκτρικά οχήματα, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι η παραγωγή ενός ηλεκτρικού οχήματος παράγει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από αντίστοιχο όχημα που τροφοδοτείται από παράγωγα διύλισης του πετρελαίου. Οι δε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την εξόρυξη πόρων για την κατασκευή του είναι ένα σημαντικό μέρος των συνολικών εκπομπών διοξειδίου από τα οχήματα.
Εάν οι τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα δεν καταστούν γρήγορα βιώσιμες, αυτό θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για το περιβάλλον. Προς το παρόν, δεν απασχολεί η μελλοντική μόλυνση από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Βρισκόμαστε στο στάδιο της κούρσας για τον έλεγχο των σπανίων γαιών, του μαγκάνιου, του χαλκού, του κοβάλτιου και γενικότερα των ορυκτών και μετάλλων που είναι αναγκαία για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
Η εξάρτηση της Ευρώπης
Ορισμένα εξαρτήματα που είναι απαραίτητα ιδιαίτερα για τις ανεμογεννήτριες, αλλά και για τα φωτοβολταϊκά, απαιτούν σπάνιες γαίες. Η εξόρυξη τέτοιων υλικών είναι καταστροφική για το περιβάλλον, αλλά γίνεται ανεκτή από το Δύση, επειδή δεν πραγματοποιείται εκεί. Το 2017, η Κίνα είχε σχεδόν το μονοπώλιο, έχοντας το 80% της παγκόσμιας παραγωγής σπανίων γαιών.
Το γεγονός αυτό καθιστά ειδικά την Ευρώπη εξαρτημένη από την Κίνα για την κατασκευή σταθμών παραγωγής ενέργειας από ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά σε μια περίοδο, κατά την οποία οι εντάσεις αυξάνονται μεταξύ της ΕΕ και του Πεκίνου. Είναι χαρακτηριστική η πρόσφατη δήλωση Κινέζου παράγοντα. Με διπλωματική απλότητα είπε ότι όπως η Γαλλία δεν εξάγει σταφύλια, αλλά κρασί, έτσι και η Κίνα θα εξάγει τηλέφωνα και όχι σπάνιες γαίες.
Ας κοιτάξουμε γύρω μας: Οι σημερινές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρουσιάζονται ως καθαρές και βιώσιμες, αλλά εμπεριέχουν κρυφό κόστος που τις καθιστά παρέκκλιση από περιβαλλοντική και οικονομική άποψη. Η Ελλάδα πρέπει να μελετήσει την πρόσφατη εμπειρία χωρών που πρωτοστάτησαν στην εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Θα διαπιστώσει ότι πρόσφατα υποχρεώθηκαν να αναπροσανατολίσουν την ενεργειακή και περιβαλλοντική πολιτική τους.
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Λόγω της εξάρτησης από τον άνεμο ή την ηλιοφάνεια οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά μπορούν να αποδώσουν μόνο μικρό μέρος της ισχύος τους. Για υπεράκτιες ανεμογεννήτριες σε περιοχές υψηλής αιολικής δραστηριότητας, το ανώτερο όριο είναι 35%. Είναι λοιπόν απαραίτητο να αντισταθμιστεί αυτή η χαμηλή παραγωγικότητα, χρησιμοποιώντας άλλες πηγές ενέργειας, όπως ο άνθρακας ή το φυσικό αέριο. Η Γερμανία έχει μερίδιο αιολικής ενέργειας στο ενεργειακό της μείγμα που αγγίζει το 30%. Στηρίζει την λειτουργία των ανεμογεννητριών σε άνθρακα και φυσικό αέριο, σε ποσοστά που υπερβαίνουν το 15%.
Έτσι, η ανάπτυξη της “καθαρής” ενέργειας συνοδεύεται από αύξηση των ρυπογόνων πηγών ενέργειας. Η Γαλλία στο ενεργειακό της πρόγραμμα που εγκρίθηκε τον Απρίλιο του 2020, σχεδίαζε να διπλασιάσει τον αριθμό των ανεμογεννητριών έως το 2028, αυξάνοντας τον αριθμό τους σε 20.000 από περίπου 8.000 το 2020. Το πρόγραμμα επανεξετάζεται λόγω αναθεώρησης του πυρηνικού προγράμματος παραγωγής ηλεκτρισμού. Όσον αφορά την αποσυναρμολόγηση, οι λεπίδες αποτελούνται από σύνθετα υλικά, αλουμίνιο και πλαστικό που είναι πολύ δύσκολο να ανακυκλωθούν.
Αυτό οδήγησε ήδη σε αιολικό πάρκο στο Γουαϊόμινγκ των ΗΠΑ να θαφτούν εκατοντάδες λεπίδες από υαλοβάμβακα. Το κόστος δεν είναι μόνο περιβαλλοντικό. Είναι επίσης οικονομικό και δημοσιονομικό. Ένα από τα κύρια οικονομικά προβλήματα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας είναι ότι η τιμή αγοράς ενέργειας δεν υπόκειται στους κανόνες της αγοράς, διότι το κράτος τις επιχορηγεί. Το επιπλέον κόστος αυτής της αγοράς ενέργειας θα καταβληθεί από τους τελικούς καταναλωτές, μέσω των τιμολογίων και των φόρων.
Οι πράσινοι φόροι
Η ανάπτυξη του “φιλικού προς το περιβάλλον” φορολογικού συστήματος (πράσινοι φόροι ενάντια στις εκπομπές άνθρακα), εκτός από τον στόχο προώθησης της πράσινης ενέργειας, αποτελεί και εργαλείο συλλογής εσόδων. Αυτό το σύστημα φορολογίας αποτέλεσε πηγή κοινωνικής αστάθειας στην Γαλλία και δημιούργησε το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, ενώ η Γερμανία η οποία ήταν υπερασπιστής των αιολικής ενέργειας, φαίνεται να αλλάζει γνώμη.
Η μείωση των επιδοτήσεων για ανεμογεννήτριες, που αποφασίστηκε στη Γερμανία το 2016, με υποστήριξη από τους Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες, δείχνει ότι γερμανική κοινή γνώμη δεν υποστηρίζει επενδύσεις σε πηγές ενέργειας που δεν είναι επαρκώς παραγωγικές. Η επιμονή για την ολοκλήρωση του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 αποτελεί επιπλέον απόδειξη.
Ο πυρετός των φωτοβολταϊκών στη Δυτική Μακεδονία, έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις προσδοκίες με τιμή βάσης ενοικίασης 220 ευρώ το στρέμμα, φτάνοντας σε ορισμένες περιοχές ισχυρού ανταγωνισμού στα 400 ευρώ το στρέμμα. Οι συνολικές αιτήσεις για άδειες εγκατάστασης φωτοβολταϊκών μόνο στη Δυτική Μακεδονία αντιστοιχούν σε ισχύ 13,5 GW όταν για όλη την Ελλάδα η αναγκαία ισχύς δεν ξεπερνά τα 8 GW.
Οι ανεμογεννήτριες στην Ελλάδα
Τα ανωτέρω συνιστούν σοβαρές ενδείξεις οικονομικής φούσκας, που δεν δημιουργηθεί πολλές θέσεις εργασίας. Οι επιπτώσεις αυτής της φρενίτιδας δημιουργεί και προβλήματα στη βιωσιμότητα βοσκοτόπων. Εάν υπάρχει μείωση των εκτάσεων, λόγω κάλυψης από ανανεώσιμες πηγές, θα επιφέρει μείωση των αποδοχών των αγροτών, μείωση των επιχορηγήσεων και αύξηση του κόστους αγοράς ζωοτροφών, ίσως εισαγόμενων.
Αναφορικά με τις ανεμογεννήτριες, οι πλωτές αγκυροβολημένες εγκαταστάσεις έχουν εμφανές δυσμενές οικονομικό και περιβαλλοντικό αρνητικό αντίκτυπο στο Αιγαίο. Υπάρχουν, ωστόσο, χιλιάδες βραχονησίδες, από τις οποίες ένας σημαντικός αριθμός προσφέρεται για εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε στέρεο έδαφος, εάν αυτή είναι η βούληση θέληση των κυβερνήσεων. Τουλάχιστον, έτσι εξασφαλίζεται αυτόματα ότι στις βραχονησίδες υπάρχει οικονομική δραστηριότητα και ως εκ τούτου δικαιούνται ΑΟΖ.
Όπως είναι γνωστό, η Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες εξαρτώνται από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου για να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες τους για μεταφορές, θέρμανση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Δυστυχώς, αγνοώντας την ανάγκη σταδιακής και όχι απότομης αντικατάστασης του πετρελαίου με εναλλακτικά καύσιμα και τη δημιουργία των απαιτούμενων υποδομών, στην ΕΕ συνεχίστηκε και τον Απρίλιο η επαναλαμβανόμενη κάθε έξι μήνες εσωτερική προστριβή. Αυτή αφορά στο εάν θα πρέπει ή όχι να διακοπούν σήμερα οι χρηματοδοτήσεις νέων έργων και σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση φυσικού αερίου ως ασύμβατες με τους “κανονισμούς της πράσινης ενέργειας”. Ο νοών νοείτω…
Πηγή: slpress.gr