Μία “τέλεια καταιγίδα” σπρώχνει τις τιμές της ενέργειας σε άνοδο σε όλο τον πλανήτη, σε μια περίοδο όπου η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας προχωρά, παρά τα προβλήματα της μετάλλαξης Δέλτα, αυξάνοντας συνεχώς τη ζήτηση για ενεργειακά προϊόντα. Το ενεργειακό παίγνιο είναι σύμφυτο με οικονομικούς, γεωοικονομικούς και γεωπολιτικούς παράγοντες.
Οι μεγάλοι πλανητικοί παίκτες, ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα και ΕΕ (Γερμανία), συμμετέχουν ενεργά στο παίγνιο με στόχο τη βελτίωση της θέσης τους στο διεθνή καταμερισμό εργασίας και ισχύος.
Η αρχική θέση του κάθε παίκτη είναι διαφορετική. Υπάρχουν αυτοί που έχουν μεγαλύτερη “κάβα” στο τραπέζι με την έναρξη του παιχνιδιού.
Είναι αυτοί που, σε αυτή τη φάση, μπορούν να θεωρηθούν κατ’ αρχάς νικητές. Στην κατηγορία αυτή βρίσκονται ΗΠΑ και Ρωσία, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι παραγωγοί ενέργειας που καλύπτουν την εσωτερική τους κατανάλωση και είναι και εξαγωγείς ενέργειας (ειδικά η Ρωσία είναι ο μεγάλος προμηθευτής των χωρών της ΕΕ και όχι μόνο).
Οι ΗΠΑ έχουν πετύχει την ενεργειακή αυτάρκεια λόγω των μεγάλων αποθεμάτων σχιστολιθικού πετρελαίου (Shale oil). Ως γνωστόν αυτό είναι μη συμβατικό πετρέλαιο που παράγεται από θραύσματα πετρωμάτων σχιστολιθικού πετρελαίου. Πρόσφατα έχουν αρχίσει να εξάγουν προς την Ευρώπη, υγροποιημένο φυσικό αέριο (η Cheniere Energy είναι μια από τις βασικές εξαγωγικές εταιρείες).
Οι περιοχές που καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια από αυτή που παράγουν –ΕΕ και Κίνα– βρίσκονται στην αδύνατη πλευρά του ενεργειακού παιγνίου καθώς εξαρτώνται από τις εισαγωγές ενέργειας και κατά συνέπεια από τις διακυμάνσεις των τιμών, στις οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, δεν είναι αμελητέα τα κερδοσκοπικά παιχνίδια τα οποία εκκινούν από οικονομικούς-χρηματιστηριακούς λόγους, αλλά σαφώς και από γεωπολιτικούς.
Στη δυσκολότερη θέση, όπως και σε άλλα κρίσιμα ζητήματα π.χ. η παραγωγή ημιαγωγών, βρίσκεται η ΕΕ για λόγους που άπτονται των επιλογών της που απορρέουν πρωτίστως από την λανθασμένη πρόσληψη των παγκοσμιοποιητικών διαδικασιών (μονοπαραγωγή και κάλυψη των τεχνολογικών και άλλων σημαντικών ενδιάμεσων προϊόντων απαραίτητων για τη συνέχιση της παραγωγής από τρίτες χώρες).
Πλανήτης μηδενικών εκπομπών
Στο ενεργειακό ζήτημα το μεγάλο πρόβλημα στην ΕΕ, έγκειται στην υιοθέτηση της ουτοπικής αντίληψης για μια γρήγορη μετάβαση προς ένα πλανήτη ” μηδενικών εκπομπών ” η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη, κατ’ αρχάς με την πραγματικότητα των ορίων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της εμφανούς αργοπορίας της προόδου της κατάλληλης τεχνολογίας.
Γράφουμε, κατ’ αρχάς, διότι υπάρχουν και άλλα σοβαρότατα ζητήματα που σχετίζονται: α) με τον τρόπο που αντιδρούν άλλες χώρες σε περιόδους κρίσης παρότι έχουν συμφωνήσει στη “μηδενική εκπομπή ρύπων” (πχ η Κίνα αλλά και άλλες χώρες) και β) με άλυτα προβλήματα με την “παραγωγή πράσινων αποβλήτων” .
Όσο και αν θέλουμε να υποτιμήσουμε τα φυσικά φαινόμενα από τα οποία εξαρτάται η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, αυτά πολλές φορές παίζουν σημαντικό ρόλο με αποτέλεσμα η διαθεσιμότητά τους να μην είναι σταθερή. Ο άνεμος μπορεί να παίξει τα δικά του παιχνίδια, όπως την τελευταία περίοδο στις ακτές της Βρετανίας όπου βρίσκεται συγκεντρωμένη η πλειοψηφία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η δύναμή του ήταν πολύ χαμηλότερη από την αναμενόμενη και τα αποτελέσματα πολύ κατώτερα των προσδοκώμενων. Παράλληλα η αποθήκευση αυτού του είδους της ενέργειας είναι ακόμη πολύ περιορισμένη. Η αύξηση της ζήτησης, η χαμηλή παραγωγή έχουν οδηγήσει σε τρομακτική αύξηση των τιμών. Η κατάσταση που επικρατεί στις προθεσμιακές αγορές δεν αφήνουν περιθώρια ελπίδας ότι η τιμή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών για παραγωγή ενέργειας (κυρίως το φυσικό αέριο αλλά και το πετρέλαιο) στις αγορές χονδρικής μπορεί να χαλαρώσει βραχυπρόθεσμα.
Η δύναμή του ήταν πολύ χαμηλότερη από την αναμενόμενη και τα αποτελέσματα πολύ κατώτερα των προσδοκώμενων. Παράλληλα η αποθήκευση αυτού του είδους της ενέργειας είναι ακόμη πολύ περιορισμένη. Η αύξηση της ζήτησης, η χαμηλή παραγωγή έχουν οδηγήσει σε τρομακτική αύξηση των τιμών. Η κατάσταση που επικρατεί στις προθεσμιακές αγορές δεν αφήνουν περιθώρια ελπίδας ότι η τιμή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών για παραγωγή ενέργειας (κυρίως το φυσικό αέριο αλλά και το πετρέλαιο) στις αγορές χονδρικής μπορεί να χαλαρώσει βραχυπρόθεσμα.
Αύξηση τιμών της ενέργειας
Σύμφωνα με το σύνολο των αναλυτών, οι τιμές φυσικού αερίου θα συνεχίσουν να υπερβαίνουν τα 60 ευρώ ανά KWh κατά το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και το πρώτο του επόμενου. Μάλιστα οι αναλυτές εκτιμούν ότι η κατάσταση αυτή θα διατηρηθεί τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2022. Παράλληλα, σύμφωνα με τις προβολές του ΟΠΕΚ, η παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου, το 2022, θα υπερβεί το επίπεδο του 2019, την περίοδο προ- πανδημίας Covid. Αυτό με απλά λόγια μεταφράζεται σε μη χαλάρωση των τιμών του.
Στην ΕΕ, εκτός της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών, υπάρχει και η επιπλέον αύξηση λόγω της αύξησης των τιμών των ρύπων του CO2. Και αυτή η αγορά βιώνει επίσης μια κλιμάκωση που συμβαδίζει σχεδόν με αυτή του φυσικού αερίου. Οι τιμές έχουν επίσης πρακτικά διπλασιαστεί μέχρι στιγμής φέτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για να ξεπεράσουν τα 60 ευρώ ανά τόνο.
Όλα τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα χαμηλότερη διαθέσιμη ενέργεια από την προγραμματιζόμενη γεγονός που έχει οδηγήσει στην επαναχρησιμοποίηση εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας με χρήση φυσικού αερίου αλλά και γαιάνθρακα σε διάφορες μορφές. Η Γερμανία, για παράδειγμα όχι μόνο χρησιμοποιεί το ρωσικό φυσικό αέριο μέσω του North Stream 2 αλλά και τον πολωνικό γαιάνθρακα προκειμένου να ανταπεξέλθει στην αυξημένη ζήτηση της οικονομίας της.
Ενεργειακό παίγνιο
Η Γερμανία, ανεξαρτήτως με το ποιος θα σχηματίσει τη νέα κυβέρνηση, έχει τεράστια ανάγκη το ρωσικό φυσικό αέριο. Η άρση ορισμένων κυρώσεων από τον πρόεδρο Μπάιντεν σε σχέση με την κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2, δεν μπορεί να έχει παρά χαρακτηριστικά ρεαλιστικής ενεργειακής πολιτικής, δεδομένης της εύθραυστης ενεργειακής κατάστασης που βρίσκεται η Γερμανία, και ενόψει της προσπάθειας που καταβάλλει η νέα αμερικανική διοίκηση να δημιουργήσει μέτωπο εναντίον της Κίνας.
Το ίδιο πράττει και η Κίνα, η οποία μάλιστα κατά μήκος του Δρόμου του Μεταξιού, στις χώρες της Ασίας επενδύει πρωταρχικά στην εξόρυξη μορφών γαιανθράκων προκειμένου να ανταπεξέλθει στις αυξημένες ανάγκες της οικονομίας της. Απλά αναφέρουμε ότι η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος στην Κίνα προέρχεται από: γαιάνθρακα, φυσικό αέριο και πετρέλαιο 69,0%, από υδάτινες πηγές 18,0%, πυρηνικές εγκαταστάσεις 5,0%, αιολική 5,0%, ηλιακές πηγές 3,0%.
Εδώ παρουσιάζεται το εξής παράδοξο: από τη μια μεριά η Κίνα τάσσεται υπέρ της εξάπλωσης του ηλεκτρικού αυτοκινήτου και γενικά υπέρ της μείωσης εκπομπής ρύπων χωρίς συγκεκριμένο χρονικό περιορισμό, και από την άλλη καταναλώνει τεράστιες ποσότητες γαιάνθρακα, πετρελαίου κτλ. προκειμένου να στηρίξει την οικονομία της και να συνεχίσει την αύξηση του μεριδίου της στο διεθνή καταμερισμό ισχύος. Η πράσινη επανάσταση της Ευρώπης είναι ένα σχέδιο που στηρίζεται σε εύθραυστες βάσεις. Η οικονομική ανάκαμψη αποτελεί μια βίαιη υπενθύμιση της σημερινής πραγματικότητας: για να επαναλειτουργήσουν οι βιομηχανίες χρειάζονται ενέργεια σήμερα, όχι αύριο.
Πηγή: slpress.gr