Πανοσιολογιώτατε Ἅγιε Πρωτοσύγγελε, Ἅγιοι Πατέρες, Ἀγαπητοί ἐν Χριστῶ ἀδελφοί.
Ἡ κκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι Μία καί τό κήρυγμά της εἶναι ἑνιαῖο. Ὅ,τι σᾶς διδάσκει ὁ Ἐπίσκοπος Σας, τά ἴδια, ἴσως μέ διαφορετικά λόγια, θά ἀκούσετε καί ἀπό τήν ταπεινότητά μου. Ἴσως μέ ρωτήσετε τότε, «γιατί τόσος κόπος νά ἔρθετε στἠν Κρήτη, ἀφοῦ θά εἰπῆτε τά ἴδια πράγματα;» Νομίζω, ἡ ὠφέλεια πού θά προκύψη ἀπό τήν διαπίστωσι τοῦ ἑνιαίου λόγου τοῦ κηρύγματος θά εἶναι ὅτι, ἡ Πίστις μας καί οἱ ἐµπειρίες μας στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι κοινές. Ἄλλη ὠφέλεια θά εἶναι, ὅτι ἔτσι ἐνισχύεται ὁ σύνδεσμος τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας μέ τόν Ἁγιορείτικο Μοναχισμό. Αὐτοί θεωρῶ πῶς εἶναι οἱ λόγοι, πού προκαλοῦν τό ἐνδιαφέρον τῆς κάθε Τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν μελῶν της, νά προσκαλοῦν ἀδελφούς πού ἀσκοῦνται σέ ἄλλους Τόπους. Αὐτοί εἶναι οἱ λόγοι γιά τούς ὁποίους καί ὁ Σεβαστός Γέροντάς μου ἀπεδέχθη τήν πρόσκλησί σας καί μέ ἀπέστειλε στό φιλόξενο νησί καί στήν ζῶσα Ἐκκλησία Σας, γιά νά γίνη αὐτή ἡ ὁμιλία, μέ θέμα «ΓΕΝΕΣΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ».
Γιά ὅλα καί ἐπάνω ἀπό ὅλα εὐχαριστοῦμε τόν Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη Σας, πού μέ τήν εὐχή καί εὐλογία του γίνεται ἡ Σύναξις αὐτή.
Μόνο μέ τήν εὐλογία του μποροῦμε νά βεβαιωθοῦμε ὅτι εἴμεθα στόΘέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης εὐχαριστοῦμε τόν Πρόεδρο καί τά μέλη τοῦ Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους» Ἠρακλείου Κρήτης γιά τήν ἀγάπη τους πρός τό Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ἰδιαιτέρως χαιρόμεθα γιά τόν ζῆλο σας πρός τήν Ἐκκλησία μας καί τήν ὑπακοή σας πρός τόν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο. Μέ τό ταπεινό ἔργο σας γίνεσθε συνεργοί καί συνεργάτες τοῦ Σεβασμιωτάτου στό Ποιμαντικό ἔργο του. Εἴμεθα πεπεισμένοι ὅτι εὑρισκόμενοι σέ διαρκῆ καί ἄρρηκτη ἑνότητα μαζί του, τό ἔργο σας θά εὐοδοῦται καί ὁ μισθός σας θά εἶναι πολύς ἐν τῶ Οὐρανῶ.
Ἄς ἔλθουμε τα στό θέμα μας.
Ἀπό τό 2009 ἡ πατρίδα μας εἰσῆλθε στή δίνη τῆς Οἰκονομικῆς Κρίσεως. Πολλοί ἔχουν γράψει καί ὁμιλήσει γι΄ αὐτό τό θέμα. Σταχυολογῶ μερικές ἀπόψεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν δόσι ἀληθείας. Ἀπέδωσαν λοιπόν τό φαινόμενο τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως στούς πολιτικούς ἄρχοντες καί τίς κατά καιρούς Κυβερνήσεις τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας, διότι δέν διεχειρίσθησαν μέ σύνεσι καί χρηστότητα τόν ἐθνικό πλοῦτο, ἀλλά ἀντίθετα ἐπέτρεψαν τήν διασπάθησί του.
Ἄλλοι εἶπαν ὅτι ὀφείλεται στόν πόθο κάποιων ἀρχόντων νά εὑρίσκωνται πάντοτε στήν ἐξουσία, ἱκανοποιώντας τίς ὑλικές ἐπιθυμίες τοῦ λαοῦ. Καί γιά νά τό ἐπιτύχουν δέν ἐδίστασαν νά προχωρήσουν σέ ὑπερβολικό δανεισμό τῆς Χώρας, πέραν τῶν παραγωγικῶν δυνατοτήτων της. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ ἀδυναμία ἀνταποκρίσεως στίς δανειακές ὑποχρεώσεις καί τό ξέσπασμα τῆς Κρίσεως.
Ἄλλοι ἐτόνισαν τίς ὑπέρμετρες προσλήψεις στόν Δημόσιο Τομέα, οἱ ὁποῖες ἀφάνισαν κάθε ἰκμάδα γιά οἰκονομική ἀνάπτυξι.
Ἄλλοι ἀποδίδουν τήν οἰκονομική κρίσι στήν κρίσι τῶν ἠθῶν, ὅπου ἄρχοντες καί λαός ἐπεδόθησαν στήν ὑπεξαίρεσι τοῦ Κρατικοῦ κορβανᾶ γιά ἴδιο ὄφελος. Μερικοί τό ἀποδίδουν σέ ἐσκεμμένη ἐπιδρομή τοῦ διεθνοῦς κεφαλαίου, προκειμένου νά στερήσουν τήν ἐλευθερία τῶν λαῶν καί νά καταδυναστεύσουν τά ἔθνη, γιά νά ἐπιβάλουν στή συνέχεια μέ εὐκολία τήν παγκοσμιοποίησι.
Ἀνέφερα κάποιους λόγους πού ὁδήγησαν στήν Οἰκονομική Κρίσι. Σίγουρα θά ὑπάρχουν καί ἄλλοι, τούς ὁποίους ἀγνοῶ. Ἄς ἀναφέρουμε τώρα καί τά ἀποτελέσματα τῆς Κρίσεως, τά ὁποῖα βιώνουμε ὅλοι μας: α) Ἡ Ἑλλάδα κυβερνᾶται ἀπό τούς δανειστές της. β) Τά μέτρα πού λαμβάνονται γιά τήν ἀντιμετώπισι τοῦ Δημοσίου χρέους εἶναι ὅλο καί περισσότερο ἐπώδυνα, ἀνελέητα καί ἄδικα. γ) Κάθε φορά εὐαγγελίζονται, ὅτι εἶναι τά τελευταῖα, ἀλλά ἀπό ὅτι φαίνεται τελειωμό δέν ἔχουν. δ) Ἐπικρατεῖ ἀνέχεια, φόβος, πανικός, ἀπόγνωσι, καί μερικοί ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν ἰσχυρή Πίστι ὁδηγοῦνται σέ ἀπονεννοημένες πράξεις (αὐτοκτονίες). ε) Τό Κράτος μέ τίς πολιτικές του κατέστη ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός τοῦ λαοῦ. στ) Ὁ Δημόσιος πλούτος εἶναι ὑποθηκευμένος. ζ) Ἐρημώνει ἡ χώρα ἀπό φερέλπιδες νέους ἐπιστήμονες καί η) Εἴμεθα ἀντικείμενο ἐµπαιγμοῦ καί χλευασμοῦ σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο.
Τέλος ἡ ἀντιμετώπισις τοῦ προβλήματος ἀπό τά πολιτικά κόμματα δέν ἐµπνέει ἐµπιστοσύνη, διότι ὑπάρχει ἀστάθεια καί ἀσάφεια στά λεγόμενα τους. Αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό τίς κατά καιρούς δηλώσεις τῶν ἀρχόντων μας γιά ἔξοδο ἀπό τήν Κρίσι, κάτι πού ὅμως δέν φαίνεται μέχρι στιγμῆς. Ἀντίθετα μάλιστα ὁ Ἕλληνας αἰσθάνεται ὅλο καί περισσότερο νά τόν σφίγγη ἡ θηλειά, πού τοῦ ἔχουν περάσει στό λαιμό του, σέ σημεῖο πού νά ἀκούγεται πλέον ὁ ρόγχος του. Δυστυχῶς οἱ ἐπιλογές τῆς Ἑλληνικῆς πολιτείας ἀπό τήν ἐποχή τῆς Βαυαροκρατίας καί ἐντεῦθεν, ἐκεῖ ὁδήγησαν τά πράγματα, στό ἀδιέξοδο.
Κατά τήν ταπεινή μας ἄποψι τά αἴτια τῆς σημερινῆς κρίσεως εἶναι βαθύτερα. Ἄν περισκοπήσουμε τήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος, θά ἀναρωτηθοῦμε. Τί κληρονομήσαμε ἀπό τόν Ἀδάμ; Θά ἀπαντήσουμε, τόν θάνατο. Τί σημαίνει ἡ πίστις στόν Ἀδάμ-ἄνθρωπο; Τί ἄλλο παρά πολιτισμός φθορᾶς καί θανάτου. Αὐτός ὁ νοσώδης πολιτισμός ἔχει ὄνομα καί λέγεται Ἀνθρωποκεντρικός Οὐμανισμός. Δυστυχῶς ἡ νόσος τοῦ οὐμανισμοῦ, πού εἰσήχθη στήν Ἑλλάδα ἀπό τήν Εὐρώπη, στίς ἡμέρες μας εὑρίσκεται σέ ἔξαρσι. Αὐτήν πρέπει νά θεωρήσουμε ὡς αἰτία τῶν δεινῶν μας καί γιά αὐτήν θά ἤθελα νά ὁμιλήσω ἐκτενέστερα. Ὅλα τά ὑπόλοιπα -ὅσα προανέφερα- εἶναι ἀπόρροια αὐτῆς τῆς νόσου, ἀπό τήν ὁποία εἴθε νά μᾶς ἀπαλλάξη ὁ Θεός, ἀρκεῖ νά ἐπανεύρουμε τήν Πίστι μας στό Θεάνθρωπο Χριστό καί νά ζοῦμε μέ διαρκῆ μετάνοια.
Γένεσις τοῦ Οὐμανισμοῦ
Ἡ γένεσις τοῦ οὐμανισμοῦ ἔγινε στόν ἱερώτερο τόπο, στόν Παράδεισο. Πῶς ἔγινε; Ὁ μέν Θεός εἶπε στόν ἄνθρωπο «ἀπό παντός ξύλου τοῦ ἐν τῶ παραδείσω βρώσει φαγεῖ, ἀπό δέ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ’ αὐτοῦ· ἧ δ’ ἄν ἡμέρα φάγητε ἀπ’ αὐτοῦ, θανάτω ἀποθανεῖσθε»2. Ὁ δέ διάβολος ἀντεῖπε τά ἐντελῶς ἀντίθετα «οὐ θανάτω ἀποθανεῖσθε· ἤδει γάρ ὁ Θεός, ὅτι ἦ ἄν ἡμέρα φάγητε ἀπ’ αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑµῶν οἱ ὀφθαλμοί καί ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλόν καί πονηρόν»3. Δυστυχῶς οἱ προπάτορές μας ἐπίστευσαν στόν διάβολο καί ἀκολούθησε ἡ πτῶσις, διότι εἶναι ἀδιανόητο τό δημιούργημα νά ἀλλάξη τήν τάξι του καί νά γίνη ἴσος μέ τόν Θεό, καί ἔτσι στόν ἴδιο Ἅγιο Τόπο νά ὑπάρχουν δύο Θρόνοι, δύο θεοί μέ διαφορετικές φύσεις.
Ἡ πρόθεσις λοιπόν τοῦ ἀνθρώπου νά παραγκωνίση τόν Θεό καί στή θέσι του νά βάλη τόν ἑαυτό του καί νά ζῆ μέ κέντρο τόν ἑαυτό του λέγεται ἀνθρωποκεντρική ζωή δηλ. οὐμανισμός. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος βάλη τόν Θεάνθρωπο Λόγο κέντρο τῆς ζωῆς του, τότε ἔχουμε Θε- ανθρωποκεντρική ζωή δηλ. Ὀρθοδοξία. Γενικά θά μπορούσαμε νά εἰποῦμε ὅτι: «Ὁ οὐμανιστής ἄνθρωπος πιστεύει ὅτι μόνος του καί χωρίς τή χάρι καί κοινωνία μέ τόν Θεό ἠµπορεῖ νά ὁλοκληρωθῆ καί οἰκοδομήση τόν πολιτισμό καί τήν ἱστορία»4.
Ἔτσι μέ τήν πτῶσι του ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ ἔγινε μαθητής τοῦ διαβόλου, ἀπέκτησε καί ὅλες τίς κακίες του. Ἀκολουθεῖ στό σύνολό της ἡ ἀνθρωπότης, μέ μόνη ἐξαίρεσι τούς ἀπ’ αἰῶνος δικαίους.
Πλήρη ἀναίρεσι τοῦ οὐμανισμοῦ ἔχουμε στό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μέ τήν Σάρκωσί Του καί τήν ἐπί γῆς Ζωή Του ἐθέωσε τήν ἀνθρώπινη φύσι στήν Ὑπόστασί Του, μέ τήν Σταύρωσί Του ἐνέκρωσε τό κράτος τοῦ διαβόλου, μέ τήν Ἀνάστασί Του ἀπεκατέστησε τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο καί μέ τήν Ἀνάληψι Του τόν ἐδικαίωσε. Ἔτσι κατέστη ὁ νέος Ἀδάμ, δηλ. ὁ Χριστός, ὁ νέος γενάρχης τῆς ἀνθρωπότητος, τό ἐπίκεντρο ὅλης τῆς κτίσεως, ἀρραγές καί ἀσάλευτο θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας Του. Κάθε ἄνθρωπος πού θά πιστεύση στό Χριστό, θά τηρῆ τίς ἐντολές του καί θά προσεύχεται νοερά, ἀνυψώνεται στήν αἰώνιο ζωή, γίνεται Θεός κατά Χάριν.
Ἱστορική ἐξέλιξι τοῦ οὐμανισμοῦ μετά τήν Σάρκωσι τοῦ Χριστοῦ.
Τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες οἱ Χριστιανοί, μιμούμενοι τόν Χριστό ἐπολεμήθησαν, ἐδιώχθησαν, καί ἀπό ἀγάπη πρός τόν πλησίον ἐμαρτύρησαν, γιά νά γνωρίσουν «οἱ καθήμενοι ἐν σκότει καί σκιᾶ θανάτου λαοί»5 τήν Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί νά ξεφύγουν ἀπό τήν πλάνη τοῦ οὐμανισμοῦ, πού ἐγέννησε τήν εἰδωλολατρία. Στήν συνέχεια ὁ οὐμανισμός, μετά τήν ἥττα του ἀπό τούς Μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄλλαξε δορά καί τήν ἐπολέμησε μέ τίς αἱρέσεις. Οἱ Θεοφόροι ὅμως Πατέρες συνέτριψαν τήν κεφαλή του, γιά νά ἐµφανισθῆ τόν ΙΔ΄ αἰώνα στήν τωρινή ἐξελιγμένη του μορφή, ὡς Εὐρωπαϊκός οὐμανισμός. Ἐδῶ θά ἐπιμείνουμε λίγο περισσότερο, γιά νά ἰδοῦμε τήν ἀνάπτυξι, τήν ἐξέλιξι καί τίς ἐπιπτώσεις του τόσο στήν Εὐρώπη, ὅσο καί στόν Ἑλλαδικό χῶρο.
Στήν Εὐρωπαϊκή Δύσι ἡ Ἐκκλησία ἀνέδειξε τόν Πάπα κεφαλή της. Ἔτσι ἀπό Θεανθρωποκεντρική ἔγινε ἀνθρωποκεντρική. Μία τέτοια ἀλλοίωσι ἑπόμενο ἦταν νά στρεβλώση τήν ὀρθή Πίστι καί τήν ζῶσα Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας. Κατά συνέπειαν ἡ Δυτική Ἐκκλησία μετέπεσε στόν Παπισμό καί στήν συνέχεια ἐγέννησε τόν θρησκευτικό οὐμανισμό. Ἡ θεολογία της ἀπό βιωματική ἔγινε σχολαστική, καί ἡ πνευματική ζωή τῶν πιστῶν της ἔλαβε χαρακτῆρα δικανικό. Ἔτσι ὁ Παπισμός ξαναέκλεισε τούς Οὐρανούς καί σάν σύστημα κοσμικό δέν εἶχε ἀναστολές νά ἐπιβάλλη τίς ἀρχές του διά τοῦ ξίφους. Δικαίως ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς θά εἰπῆ, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης ἐγνώρισε τρεῖς πτώσεις: « τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Πάπα» 6.
Σχεδόν παράλληλα μέ τήν Δύσι στήν καθ’ ἡµᾶς Ἀνατολή ἐνεφανίσθη μία κίνησις ἀπό φιλοσοφικο-θεολογικούς κύκλους (Ψελλός, Βαρλαάμ, Ἀκίνδυνος, Γρηγορᾶς, Κυδώνης, Πλήθων, Χρυσολωρᾶς, Βησσαρίων κ.λ.π.), ἡ ὁποία ὑποστήριζε ὅτι «χωρίς τήν ἐξωτερική σοφία δέν εἶναι δυνατόν νά ἀπαλλαγῆ κανείς τῆς ἀγνοίας καί τῶν ψευδῶν δοξασιῶν, ἀκόμη καί ἄν φθάση στήν κορυφή τῆς ἀπαθείας, οὔτε νά ἐγγίση τελειότητα καί ἁγιότητα, ἐάν δέν συγκεντρώση ἀπό παντοῦ τίς γνώσεις, καί μάλιστα ἀπό τήν ἀρχαία Ἑλληνική παιδεία»7. Ἀκόμη ἔλεγαν ὅτι «κακῶς πράττομεν πού σπεύδομεν νά περικλείσωμεν μέσα στό σῶμα τόν νοῦν μας (μέ τήν προσευχήν), διότι πρέπει μέ κάθε τρόπο νά τόν ἐξωθοῦμε ἔξω ἀπό τό σῶμα».8 Καί τέλος ὑποστήριζαν ὅτι τό ἄκτιστο φῶς τῆς Θεότητος εἶναι κτιστό καί ὑποδεέστερο ἀπό τόν φωτισμό πού ἀποκτᾶται μέ τήν γνῶσι τῆς ἔξω σοφίας.
Σέ αὐτόν τόν ἀρχόμενο Βυζαντινό οὐμανισμό ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀντιπαρέθεσε τήν ἐµπειρική Θεοφώτιστη Θεολογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε σέ αὐτήν μέ δύο λόγια, διότι αὐτή διασφαλίζει τήν ἐν Ἁγίω Πνεύματι ὀρθή ἐν Χριστῶ ζωή μας καί εἶναι τό ἀνάχωμα σέ κάθε μορφῆς οὐμανισμό.
Κομβικό σημεῖο τόσο γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅσο καί γιά τόν οὐμανισμό εἶναι τό θέμα τῆς γνωσιολογίας. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς τονίζει ὅτι ἔχουμε δύο μορφές γνώσεων· ἡ μία λέγεται φυσική γνῶσις καί τήν ἔχουν ὅλοι οἱ λογικοί ἄνθρωποι καί ἡ ἄλλη λέγεται πνευματική καί τήν ἔχουν μόνο ὅσοι πιστεύουν στό Χριστό καί ἔχουν καθαρή ζωή . Ἡ ὁριοθετική γραμμή πού ξεχωρίζει τήν μία ἀπό τήν ἄλλη εἶναι ἡ Πίστις. Ἡ φυσική γνῶσις ἔχει τήν ἰδιότητα νά ἐρευνᾶ τήν κτίσι καί νά μαθαίνη τήν λειτουργία της. Ἡ ἐνασχόλησίς μας μέ τήν ἔρευνα τῆς κτίσεως καί οἱ γνώσεις πού ἀποκτοῦμε γιά αὐτήν δέν εἶναι κακές. Κακό εἶναι νά τήν θεωρῆ ὡς τό σπουδαιότερο πρᾶγμα στή ζωή του καί νά ἀδιαφορήση γιά τήν ἀπόκτησι τῆς ἄλλης γνώσεως, τῆς πνευματικῆς, πού ὁδηγεῖ στή Θεογνωσία.
Ἡ φυσική γνῶσις ἔχει τό ἰδίωμα νά διακρίνη τό καλό ἀπό τό κακό, ὅμως δέν ἔχει ἀπό τήν φύσι της τό καλό, ἀλλά ἀνάλογα μέ τήν προαίρεσι ἐκείνου πού τήν χρησιμοποιεῖ συμμεταβάλλεται πότε πρός τό καλό καί πότε πρός τό κακό. Ἔτσι ὅταν ὁ ἄνθρωπος κινῆται πρός τίς ἐπιθυμίες τῆς σαρκός καί ἐπιδιώκει τήν ἀπόκτησι πλούτου, δόξας, ἡδονῶν, τήν λογική (ἀνθρώπινη) σοφία ἡ ὁποία ἐφευρίσκει τίς τέχνες καί τίς ἐπιστῆμες κ.λ.π., τότε ἀποκτᾶ γνώσεις, πού τοῦ δίνουν τήν ἐντύπωσι ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη τῆς Θείας Προνοίας. Ὅμως ἡ γνῶσις αὐτή περιέχει μέσα της τήν οἴησι «ὅτι ἑαυτῆ ἀνατίθησι πᾶν πρᾶγμα καλόν, καί οὐκ ἐπί τόν Θεόν ἀναφέρει»9. Ὅποιος κατέχει αὐτήν τήν γνῶσι μικροψυχεῖ, φοβᾶται τόν θάνατο, δέν ἀντέχει νά τόν ἀµφισβητοῦν, κινεῖται μέ πονηρούς τρόπους, εἶναι αὐστηρός πρός τόν ἐχθρό του, ἀντίθετος πρός τόν Θεό κ.λ.π. Γενικά ἡ γνῶσις αὐτή ὀνομάζεται σωματική καί εἶναι ἀντίθετη πρός τήν Πίστι. Ὅποιος τήν κατέχει εἶναι εὐκολώτερο νά λυθῆ ἀπό σιδερένια δεσμά παρά ἀπό αὐτήν. Κατά τόν Ἅγιο Ἰουστῖνο τόν Πόποβιτς «εἰς (αὐτήν) τήν πρώτην τάξιν τῆς γνώσεως, εὑρίσκεται σχεδόν ὅλη ἡ εὐρωπαϊκή φιλοσοφία»10. Σέ αὐτήν τήν τάξι εὑρίσκεται ἡ ψυχή τοῦ οὐμανισμοῦ, πού τό τέλος της, ἡ κατάληξίς της εἶναι ἡ αὐτοθέωσις, ὁ δαιμονισμός.
Ὅταν ἡ φυσική γνῶσις τοῦ ἀνθρώπου κινῆται πρός τό καλό, τότε ἀρχίζει νά ἐργάζεται μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή τίς ἀρετές (νηστεία, προσευχή, ἐλεημοσύνη κ.ο.κ). Τότε ἀποκτᾶ γνώσεις πού τόν ὁδηγοῦν στήν Πίστι, συνεργούσης καί τῆς Θείας Χάριτος. Καί αὐτές ὅμως οἱ γνώσεις εἶναι ἀδύναμες καί λέγονται ψυχικές γνώσεις.
Ἕως ἐδῶ ἀναφερθήκαμε στήν φυσική γνῶσι καί στίς δύο βαθμίδες της. Γιά νά ἀνυψωθοῦμε στήν τρίτη βαθμίδα, τήν πνευματική, πρέπει πρῶτα νά ἑδραιωθοῦμε στήν Πίστι, ἀφοῦ περάσουμε ἀπό τήν δεύτερη βαθμίδα. Καί ὅταν λέμε Πίστι ἐννοοῦμε: α) τήν ὑπέρβασι τῶν γνώσεων πού ἀποκομίζουμε ἀπό τήν λογική καί τήν εἴσοδό μας στό χῶρο τοῦ θαύματος. β) τήν μέχρι θυσίας θανάτου ἀγάπη μας πρός τόν πλησίον γ) τήν ὑπέρβασι κάθε μορφῆς φόβου καί δειλίας καί αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ θανάτου, δ) τήν ἀδίστακτη βεβαιότητα ὅτι ὅσα ἐπαγγέλλεται ὁ Θεός εἶναι ἀληθινά ε) τήν τελεία παράδοσί μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί στ) τήν οἰκειοθελῆ ἀπόρριψι κάθε μορφῆς οἰήσεως γιά τά ἔργα μας. Ἐννοεῖται ὅτι ὅλα αὐτά ἐνισχύονται καί πραγματώνονται χάρις στήν αἰσθητή παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Παράλληλα μέ τήν Πίστι χρειάζονται καί τά ἔργα τῆς Πίστεως (ἀρετές), καί τό ἔργο τῆς Νοερᾶς Προσευχῆς. Δηλαδή ἡ «συνέλιξις» (μάζεμα) τοῦ νοῦ ἀπό τόν διασκορπισμό του πρός τά ἔξω καί ἡ εἴσοδός του στήν καρδία μας μέχρι νά φθάσουμε στήν καθαρή προσευχή καί τήν καθαρότητα τῆς καρδίας. Στήν συνέχεια ἡ Πίστις γεννᾶ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος µᾶς ὁδηγεῖ στήν κατάνυξι, καί ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς ἐνθέρμου κοινωνίας μας μέ τόν Χριστό. Καρπός αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος εἶναι ἡ γνῶσις τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ καί ὁ Θεῖος φωτισμός. Ἡ γνῶσις πού προέρχεται ἀπό αὐτόν τόν ἀγῶνα δέν ἔχει τίποτε τό γήϊνο ἐπάνω της. Τό τέλος αὐτοῦ τοῦ δρόμου εἶναι ἡ ἁρπαγή στήν Θεωρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, Θέωσις. Ἐδῶ πλέον ὁ κόσμος λησμονεῖται. Σέ αὐτό τό ὕψος ἀνεβάζει ὁ Χριστός τόν ἄνθρωπο. Καμμία θρησκεία, καμμία φιλοσοφία, καμμία ἑτερόδοξη Ἐκκλησία δέν δικαιώνει τόν ἄνθρωπο τόσο πολύ ὅσο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἀλλά καί καμμία πίστις δέν πολεμήθηκε τόσο πολύ ἀπό τίς οὐμανιστικές πλάνες ὅσο αὐτή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή ἀκριβῶς Αὐτή κατέχει τήν Ἀλήθεια.
Μέ τέτοια Θεολογική θεμελίωσι ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο ἦταν ἀδύνατο νά εὕρη πρόσφορο ἔδαφος ὁ οὐμανισμός στήν καθ’ ἡµᾶς Ἀνατολή. Ἔτσι μετά τήν κατάλυσι τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας τά ὑπολείμματα τοῦ οὐμανισμοῦ κατέφυγαν στή Δύσι, ὅπου βρῆκαν πρόσφορο ἔδαφος νά ἀναπτυχθοῦν, γιατί ἐκεῖ δυστυχῶς δέν ὑπῆρχε ζῶσα Ἐκκλησία ἤ µᾶλλον ἡ «Ἐκκλησία» ἦταν ἤδη οὐμανιστική. Εἶναι ἡ περίοδος τῆς λεγομένης Ἀναγεννήσεως. Βασική τοποθέτησις τῶν ἀνθρωπιστῶν τῆς ἀναγεννησιακῆς περιόδου εἶναι «ὅτι ἡ πίστι στόν ἄνθρωπο δέν ἀποκλείει ὁποιαδήποτε ἄλλη πίστι, καί μάλιστα τήν πίστι στόν Θεό, χωρίς τήν ὁποία εἶναι ἀδιανόητη ἡ πίστι στόν ἄνθρωπο».11
Μέ ἄλλα λόγια μεῖξις ἄμικτος. Φανερή ἡ προσπάθεια τοῦ διαβόλου νά μή ἐγκαθιδρύση ἀπό τήν ἀρχή τόν ἄνθρωπο στό κέντρο τῶν πάντων, ἀλλά νά ρίξη τό δηλητήριο του σιγά – σιγά, γιά νά μήν ἀντιδράση ἀπότομα ὁ ἄνθρωπος. Ἔτσι στήν περίοδο τῆς Ἀναγεννήσεως τοποθετεῖ τόν Θεό καί τόν ἀνθρωπο σέ ἴση μοῖρα, δηλ. νά εἶναι καί οἱ δύο στό κέντρο ( ἡ ἰσοθεΐα πού φαντάστηκαν οἱ πρωτόπλαστοι).
Μετά τήν Ἀναγέννησι ἔχουμε τήν περίοδο τῆς Μεταρρυθμίσεως κατά τήν ὁποία ἡ Παπική Ἐκκλησία διασπᾶται καί σχηματίζεται ἡ Ἐκκλησία τῶν Διαμαρτυρομένων. Κατ΄ οὐσίαν ἔχουμε τήν ἄλλη ὄψι τοῦ ἰδίου νομίσματος, θεμελιωμένη καί αὐτή στόν οὐμανισμό. Ἡ διαφορά εἶναι ὅτι ὁ Παπισμός ἔχει κέντρο καί κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας του τόν Πάπα, οἱ δέ Προτεστάντες φρονοῦν ὅτι ὁ κάθε πιστός εἶναι κέντρο καί κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀπό τήν ἐκκοσμίκευσι τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ κατέρρευσε καί ἡ λίγη ἐµπιστοσύνη πού εἶχε ὁ λαός σέ αὐτές τίς δύο Ἐκκλησίες καί ὁ οὐμανισμός μετεξελίχθη στόν ἄθεο οὐμανισμό τοῦ Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἐδῶ πλέον ἐξορίζεται τελείως ὁ Θεάνθρωπος
Χριστός ἀπό τήν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καί ἐνθρονίζεται πανηγυρικά στή θέσι του ὁ ἄνθρωπος. Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς «Ὁ Εὐρωπαῖος ἄνθρωπος ἀνεκήρυξε τόν ἑαυτό του θεό»12, ἀφοῦ πρῶτα ἀπεφάνθη ὅτι ὁ Θεός ἀπέθανε. «Εἰς δέ τήν ζωήν του ἐπεκράτησεν ἡ ἀρχή: homo homini lupus (ὁ ἀνθρωπος διά τόν ἄνθρωπο λύκος)». Τό ἀποτέλεσμα: ἡ Εὐρώπη μετεβλήθη σέ κουφάρι. Ἔλεγε ὁ Ντοστογιέφσκι «Θέλω νά πάω στήν Εὐρώπη καί γνωρίζω ὅτι μεταβαίνω σέ νεκροταφεῖο»13.
Βαρύς ὁ λόγος τοῦ Ντοστογιέφσκι, ἀλλά μία ἐπί τροχάδην ἱστορική ἀνασκόπησις τῆς Εὐρώπης θά μᾶς πείση ὅτι δέν ἔχει ἄδικο. Σταυροφορίες, Ἱερά Ἐξέτασις, Νύκτα τοῦ Ἁγίου Βαρθολομαίου, Τριακονταετής πόλεμος, πολιτικά συστήµατα: φεουδαρχικό, Καπιταλιστικό, Σοσιαλιστικό, Κομμουνιστικό, Ἀποικιοκρατική βαρβαρότης, Γαλλική Ἐπανάστασις, Ναπολεόντιοι πόλεμοι, Α΄ καί Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Σφαγές 800.000 Σέρβων κατά τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τά νεκροταφεῖα τοῦ Νταχάου καί τοῦ Ἄουσβιτς, Ἀτομική βόμβα, ἀπάνθρωπος στάσις τους στήν οἰκονομική μας κρίσι καί ἄλλα πολλά ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός. Ὅλα αὐτά δέν μαρτυροῦν, ὅτι οἱ ἄνθρωποι πού τά ἐπροκάλεσαν, δέν ἔχουν τίποτα τό ἱερό καί ὅσιο μέσα τους; Δυστυχῶς αὐτά εἶναι τά ἔργα καί οἱ ἡμέρες τοῦ οὐμανισμοῦ.
Χωρίς νά εἴμεθα Προφῆτες, ἀλλά μελετῶντες τούς Προφῆτες καταλήγουμε ὅτι τό ἑπόμενο στάδιο τοῦ οὐμανισμοῦ - ὁ ἔσχατος οὐμανισμός - εἶναι νά ἀποκτήση τόν ἡγέτη της, καί αὐτός δέν θά εἶναι ἄλλος ἀπό τόν Ἀντίχριστο.
Ἔλευσις τοῦ οὐμανισμοῦ στον Ἑλλαδικό χῶρο
Ὁ οὐμανισμός στήν Ἑλλάδα µᾶς ἦρθε μέ τήν Ἐπανάστσι τοῦ 1821. Μέχρι τότε, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, εἴχαμε τόν σκύλο πού μᾶς ἐφύλαγε, δηλαδή τόν Ὀθωμανό. Ὁ τρόπος πού ἔγινε ἡ Ἐπανάστασις καί ἡ ἐξέλιξις πού εἶχε, ἐν τέλει τό μόνο πού κατάφερε ἦταν νά φύγη ὁ σκύλος καί νά ἔρθη ὁ λύκος. Φαινομενικά ἐγίναμε ἐλεύθεροι, κατ’ οὐσίαν ὅμως εἴχαμε τίς Μεγάλες Δυνάμεις ἐπάνω ἀπό τό κεφάλι μας, οἱ ὁποῖες ἀπό τότε µᾶς διαφεντεύουν. Ἔτσι λοιπόν µᾶς ἔφεραν, κοντά σέ ὅλα τά ἄλλα, καί τόν νεκρό πολιτισμό τους. Καί ἐννοεῖται ἐµπροσθοφυλακή ἦταν οἱ ἡμέτεροι σπουδαγμένοι στήν Ἑσπερία, οἱ Μισσιονάριοι καί οἱ ξένοι βασιλεῖς. Ἡ μόνη ἀξιόλογη, ἀξιέπαινη καί ἐνάρετη παρουσία ἦταν τοῦ Ἰωάννου Καποδίστρια, ὁ ὁποῖος, φοβοῦμε, ἦταν καί τό πρῶτο μεγάλο θύμα – μέ Ἑλληνικά χέρια - τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ οὐμανισμοῦ.
Ἡ κατά τῆς Ἐκκλησίας δρᾶσις τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ οὐμανισμοῦ
Ὁ Ἑλλαδικός χῶρος μέχρι τήν Βαυαροκρατία, ἐκτός ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἦταν ἁγνός καί καθαρός ἀπό τόν οὐμανισμό. Γι’ αὐτό καί ἔσφιζε ἀπό ζωή. Τά ξένα ἀφεντικά μας εἴτε από ἄγνοια, ἐπειδή µᾶς ταύτιζαν μέ τούς Παπικούς ἤ Προτεστάντες, εἴτε ἐσκεμμένα, γιατί ἦσαν οὐμανιστές, ἤθελαν τήν συντριβή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἔτσι ἐπεδόθησαν σέ μακροχρόνια προσπάθεια ἀφανισμοῦ της. Οἱ πρῶτες ἀποφάσεις τῶν Βαυαρῶν ἦταν νά κλείσουν τά Μοναστήρια καί νά ἀποκόψουν τήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία ἀπό τό Πατριαρχεῖο. Ἰδού πῶς περι- γράφει ὁ στρατηγός Μακρυγιάννης τήν ἀπόφασί τους νά κλείσουν τά Μοναστήρια: «Διάλυσαν τά μοναστήρια, συμφώνησαν μέ τούς Μπαυαρέζους καί πούλαγαν τά δισκοπότηρα κι’ ὅλα τά γερά εἰς τό παζάρι, καί τά ζωντανά γιά δίχως τίποτα.... Καί οἱ Μπαυαρέζοι παντήχαιναν ὅτ’ (οἱ καλόγεροί μας) εἶναι οἱ Καπουτζῖνοι τῆς Εὐρώπης, δέν ἤξεραν ὅτ’ εἶναι σεμνοί κι’ ἀγαθοί ἄνθρωποι καί μέ τά ἔργα τῶν χεριῶν τους ἀπόχτησαν αὐτά, ἀγωνίζοντας καί δουλεύοντας τόσους αἰῶνες, καί ζοῦσαν μαζί τους τόσοι φτωχοί κι’ ἔτρωγαν ψωμί. Καί οἱ ἀναθεματισμένοι τῆς πατρίδας πολιτικοί μας καί οἱ διαφταρμένοι ἀρχιγερεῖς κι’ ὁ τουρκοπιασμένος Κωνσταντινοπολάτης Κωστάκης Σκινᾶς συνεφώνησαν μέ τούς Μπαυαρέζους καί χάλασαν καί ρήμαξαν ὅλους τούς ναούς τῶν μοναστηριῶν»14.
Δέν εἶναι μικρότερης σημασίας ἡ προσπάθεια χαλιναγωγήσεως τῆς Ἐκκλησίας μέ τό σύστημα τῆς «Νόμω κρατούσης Πολιτείας» καί τήν παρουσία Βασιλικοῦ Ἐπιτρόπου στά συνοδικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό λέγεται Καισαροπαπισμός. Δειγματοληπτικά ἐπίσης ἀναφέρω τήν ἀπομάκρυνσι τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν χῶρο τῆς Παιδείας, τήν προσπάθεια καταργήσεως τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τήν καθιέρωσι τοῦ πολιτικοῦ γάμου, τήν καταλήστευσι τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, τήν συνεχῆ κατασυκοφάντησι ὅτι ἔχει περιουσία. Καί ἀφοῦ δέν ἔχουν νά εἴπουν τίποτα ἄλλο, στό τέλος συμπεραίνουν ὅτι γιά ὅλα φταίει ἡ Ἐκκλησία. O TEMPORA, O MORES.
Ἡ κατά τοῦ Ἑλληνορθοδόξου Πολιτισμοῦ δρᾶσις τοῦ οὐμανισμοῦ
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει παρουσία στόν Ἑλληνικό χῶρο περίπου 20 αἰῶνες. Ἑπόμενο ἦταν νά ἔχη δημιουργήσει ἕνα Πολιτισμό, πού ὀνομάζεται Ἑλληνορθόδοξος Παράδοσις. Ἡ Παράδοσις αὐτή εἶναι συνυφασμένη μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἄν ὁ Χριστός εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἐν Χριστῶ Ζωῆς, οἱ ἐνέργειες αὐτῆς τῆς Ζωῆς εἶναι ἡ Ἑλληνορθόδοξος Παράδοσις. Ἔτσι ἡ Ἀρχιτεκτονική, ἡ Μουσική, ἡ Ζωγραφική, ἡ Παιδεία, τά ἤθη καί τά ἔθιμα τοῦ λαοῦ εἶναι ἐµποτισμένα μέ τόν Χριστό. Καί ἄν ὁ οὐμανισμός δέν μπορεῖ νά διαλύση τήν Ἐκκλησία, πρᾶγμα ἀδύνατον, τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσι μπορεῖ νά τήν φθείρη, μέ τήν βοήθεια τῶν ὀργάνων του, πού ἔχουν κοσμική ἐξουσία.
Γιά τόν οὐμανισμό ὅ,τι ἔχει σχέσι μέ τόν Χριστό, τόν προκαλεῖ, δέν τό ἀντέχει, δέν τό ἀνέχεται, θέλει νά τό καταστρέψη. Ἔτσι βάλθηκε νά διαλύση καί τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσι. Μετά πόνου καταγράφουμε τούς ἄθλιους ἄθλους τοῦ οὐμανισμοῦ στίς ἡμέρες μας: Αὐτόματο διαζύγιο, ἀποποινικοποίησις τῆς μοιχείας καί τῶν ἐκτρώσεων, νά βγοῦν οἱ εἰκόνες ἀπό τίς τάξεις, νά μήν ἔχη σταυρό ὁ ἱστός τῆς σημαίας, νά καταργηθοῦν οἱ προσευχές καί οἱ παρελάσεις, νά ἀλλάξουν τά Ἀναγνωστικά καί τά βιβλία τῆς Ἱστορίας, νά καταργηθῆ ὁ ὅρκος στό Κοινοβούλιο, νά καταργηθῆ τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες, νά ἰσχύση τό Σύμφωνο Ἐλεύθερης Συμβίωσις, νά χωρίση ἡ Ἐκκλησία ἀπό τό Κράτος, νά ἀποτεφρώνωνται οἱ νεκροί μας, νά ἐπιτραπῆ ἡ εὐθανασία, νά καταργηθῆ ἡ Κυριακή ἀργία, νά ἐγκριθῆ πρόγραμμα ἰσλαμικῶν σπουδῶν στή Θεολογική Σχολή, νά νομιμοποιηθῆ ἡ ὁμοφυλοφιλία, νά ποινικοποιηθῆ ἡ θέσις τῆς Ἐκκλησίας μέ τόν ἀντιρατσιστικό νόμο, καί ἕνα σωρό ἄλλες πράξεις πού μαρτυροῦν τό μένος τῶν οὐμανιστῶν κατά τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως.
Ὁ Εὐρωπαϊκος οὐμανιστικός πολιτισμός στήν Ἑλλάδα
Εἴπαμε ὅτι ὁ οὐμανισμός προσπαθεῖ νά καταστρέψη τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσι. Τόσους ὅμως αἰῶνες παρουσίας του ἔχει δημιουργήσει καί ὁ ἴδιος πληθώρα πολιτισμῶν, τούς ὁποίους εὐκαίρως ἀκαίρως προωθεῖ παντοῦ καί πάντοτε. Ὁ εὐρωπαϊκός οὐμανισμός στήν ἐποχή μας σέ γενικές γραμμές ἔχει καταλήξει: ὅτι ὁ Θεός πέθανε, ὁ ἄνθρωπος εἶναι σάρκα καί ὁ θάνατος ἀναγκαῖος. Ἑπομένως ἰσοπέδωσε κάθε ἔννοια ἠθικῆς καί ἐφαρμόζει τήν ἀρχή: ὅλα ἐπιτρέπονται.
Ἔτσι στό πεδίο τῆς ἠθικῆς ἐπιτρέπονται κάθε εἴδους διαστροφές, ἐπειδή δέν ὑπάρχει ἁμαρτία. Στήν πολιτική ἐπιτρέπονται οἱ σφαγές, οἱ πόλεμοι, οἱ ἀδικίες, ἀφοῦ ὁ πλησίον μου εἶναι ὁ ἐχθρός μου. Στήν πολιτική οἰκονομία μπορῶ νά αὐθαιρετῶ, νά κλέβω, νά ἐξαπατῶ, γιατί προηγεῖται τό συμφέρον μου. Τό περιβάλλον μπορῶ νά τό καταστρέφω, γιατί προέχει ὁ εὐδαιμονισμός μου. Ὁ ἄρρωστος ψυχικά μοῦ εἶναι ἐνοχλητικός, καί μπορῶ νά τόν φυλακίσω στό ψυχιατρεῖο.
Δέν σταματοῦν ὡς ἐδῶ. Ἔχουν σχεδιάσει ἤδη τό ἑπόμενο στάδιο. Σέ αὐτό δίνουν ἔµφασι στήν παιδεία, γιά τήν ὁποία «ἡ ἀνθρωπιστική μόρφωσι δέν εἶναι ὁ ἐξοπλισμός τοῦ νέου μέ εἰδικές γνώσεις πού τόν βοηθοῦν στήν ἐξάσκησι ὁρισμένου ἐπαγγέλματος, ἀλλά ἡ διάπλασι τοῦ νέου ἀνθρώπου σέ Ἄνθρωπο, ἡ βελτίωσι τῆς ἀνθρώπινης οὐσίας»15. Δηλαδή θέλουν μέ τήν παιδεία νά διαπλάσουν τόν ἄνθρωπο κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά γίνη θεός; Ἀλλά τί θεός θά εἶναι αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Πῶς θά ἀλλάξουν τήν φύσι του; Αὐτό μόνο οἱ οὐμανιστές τό γνωρίζουν. Ἐμεῖς τούς διαβεβαιώνουμε, ὅτι ὁ θεός αὐτός δέν θά εἶναι θεός.
Αὐτός εἶναι ὁ πολιτισμός τους καί ὁ νέος ἄνθρωπος πού θέλουν νά μορφώσουν καί νά οἰκοδομήσουν. Ὅλα ἀντίθετα ἀπ’ ὅ,τι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία. Καί τά ἀποτελέσματα αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ, τόσο στό σῶμα ὅσο καί στήν ψυχή, εἶναι ἡ ἀδικία, τό µῖσος, ὁ φόνος ἡ φθορά, ἡ σαπίλα, ὁ θάνατος, ὁ δαιμονισμός. Ἔτσι γεννήθηκαν: ἡ οἰκονομική κρίσις στόν τόπο μας, ἡ ἠθική κρίσις, ἡ πολιτική κρίσις, ἡ περιβαλλοντική κρίσις, οἱ ψυχικές κρίσεις. Συνέχεια δημιουργοῦν προβλήματα καί κανένα δέν μποροῦν νά λύσουν. Συνέχεια δημιουργοῦν καινούρ- γιες ἐλπίδες γιά κάτι καλλίτερο καί πάντα διαψεύδονται. Δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι ζοῦν τό δράμα τοῦ Σισύφου. Ἄν ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἡ κόλασις, τότε τί εἶναι ἡ κόλασις;
Οὐμανισμός καί οἱ ἐπιπτώσεις του στην Ποιμαντική Διακονία .
Δυστυχῶς μία ὀδυνηρή διαπίστωσίς μας ὡς πνευματικοί εἶναι, ὅτι πολλοί θέλουν νά ξεφύγουν ἀπό τήν κουλτούρα καί τά παρεπόμενα τοῦ οὐμανισμοῦ καί προσπαθοῦν νά ἐπιστρέψουν στόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, ἀλλά δυσκολεύονται. Ποῦ ὀφείλεται αὐτό; Φοβοῦμαι ὅτι ἡ οὐμανιστική κουλτούρα ἔχει εἰσχωρήσει βαθειά μέσα στόν ψυχισμό τοῦ ἀνθρώπου καί ἐµποδίζει τόν ἄνθρωπο νά ἔλθη στό Φῶς. Φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος μήπως χάσει τίς φροῦδες ἐλπίδες πού τοῦ ὑπόσχεται ὁ οὐμανισμός. Ἔχει συνηθίσει στό σκοτάδι καί τρέμει τό Φῶς. Ἔχει ἐπηρεαστεῖ ἀπό τά ψέμματα τῶν οὐμανιστῶν κατά τῆς Ἐκκλησίας καί ὑποπτεύεται ὅτι θά μπῆ σέ ἕνα παρόμοιο κλουβί σάν καί αὐτό πού βρίσκεται. Ἔτσι μερικοί πλησιάζουν τήν Ἐκκλησία γιά νά πάρουν μόνο αὐτά πού θέλουν καί ἐπιστρέφουν πάλι στά ἴδια. Ἄλλοι πλησιάζουν τήν Ἐκκλησία, χωρίς νά ἔχουν παραιτηθῆ ἀπό τά θελήματα τους καί τόν τρόπο ζωῆς πού τούς ἐδίδαξε ὁ οὐμανισμός, καί περιμένουν ἀπό τούς λειτουργούς Της νά τούς δικαιώσουν στίς ἐπιλογές τους. Ἄλλοι ἔχουν μία ἐπιδερμική προσέγγισι τῆς Ἐκκλησίας καί σύντομα ἐπιστρέφουν στά ἴδια, διότι τούς ἕλκουν «τά σκόρδα καί τά κρεμμύδια τῆς Αἰγύπτου». Λίγοι εἶναι αὐτοί, πού ξεφεύγουν ἀπό τά νύχια τοῦ οὐμανισμοῦ, τόν ἀποπτύουν καί περνοῦν τό κατώφλι τῆς Πίστεως, γιά νά μποῦν στήν χαρά τοῦ Κυρίου μας. Τά λέγω αὐτά, γιατί πολλοί λένε ὅτι τώρα μέ τήν κρίσι, πού ὁ κόσμος δυσκολεύεται, πολλοί θά γυρίσουν στήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀµφίβολο, γιατί οἱ παγιδευμένοι ἄνθρωποι, πού θά τό ἐπιχειρήσουν, ἔχουν νά ἀντιμετωπίσουν τόν ἴδιο τόν ἐμπαθῆ ἓαυτό τους, τόν κόσμο καί τόν διάβολο καί τό σύστημά του. Ὁ Χριστός βέβαια εἶναι πιό δυνατός, ἀρκεῖ νά τόν πιστέψουν καί νά ζητήσουν τήν βοήθεια Του, γιατί χωρίς αὐτήν εἶναι ἀδύνατον νά ξεφύγουμε ἀπό τά δεσμά τοῦ οὐμανισμοῦ.
Ἀντιμετώπισις τῶν κρίσεων
Ἀπό τά ὅσα ἐκθέσαμε μέχρι τώρα συμπεραίνουμε, ὅτι τό πρόβλημα τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως στήν Ἑλλάδα καί τῶν συνεπειῶν του ἔχει τήν ρίζα του στόν οὐμανισμό, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι μία φιλοσοφία ἀλλά ἕνας τρόπος ζωῆς, καί ὅτι οἱ πολιτικοί καί ὁ λαός στήν πλειονότητά τους ἀπεστράφησαν τόν Χριστό καί μετεστράφησαν στόν οὐμανισμό. Ἔτσι στόν Ἑλλαδικό χῶρο ἔχουν διαμορφωθῆ δύο τρόποι ζωῆς: αὐτός τοῦ πολυμόρφου οὐμανισμοῦ καί ὁ ἄλλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πῶς λοιπόν θά ἀντιμετωπίσουμε τήν κρίσι πού προκάλεσε ὁ οὐμανισμός; Μήπως συστρατευόμενοι πίσω ἀπό πολιτικά κόμματα; Ἀλλά καί αὐτῶν τῶν κομμάτων οἱ βάσεις καί οἱ ἄξονες εἶναι οὐμανιστικές. Μήπως μέ τίς ἔντονες διαμαρτυρίες τοῦ λαοῦ; Ἀλλά στήν πρᾶξι ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ Πολιτεία στήν καλλίτερη τῶν περιπτώσεων κωφεύει, δέν συγκινεῖται.
Μήπως μέ μία βίαιη ἐπανάστασι; Ἀλλά ὅλα φαίνονται νά εἶναι ἐλεγχόμενα. Ἄλλωστε ἀπό τήν ἱστορία τῶν ἐπαναστάσεων διδασκόμεθα, ὅτι ὅλες οἱ ἐπαναστάσεις ἐκτός τοῦ ὅτι χρειάσθηκε πολύ αἷμα νά χυθῆ γιά νά ἐπιβληθοῦν, στό τέλος μετεβλήθησαν σέ ὁλοκληρωτικά καθεστῶτα καί κανένα πρόβλημα τῆς κοινωνίας δέν ἔχουν λύσει. Ἀντιθέτως ἐπρόσθεσαν καί ἄλλα καί στό τέλος ἀνετράπησαν μέ βίαιο τρόπο ἤ κατέρρευσαν ἀπό μόνες τους. Πέρα ἀπό αὐτά δέν ἔχει νόημα μία ἐπανάστασι, ἄν αὐτή ἐµφορεῖται ἀπό οὐμανιστικό πνεῦμα, διότι δέν πρόκειται νά ἀλλάξη τίποτα. Δέν εἶναι δυνατόν γιά παράδειγμα ὁ Καπιταλιστικός οὐμανισμός νά θεραπεύση τόν Μαρξιστικό οὐμανισμό, οὔτε καί ἀντιστρόφως.
Μήπως νά ἡγηθῆ ἡ Ἐκκλησία μας μιᾶς εἰρηνικῆς παρεμβάσεως;
Ἀλλά καί αὐτό εἶναι ἀδύνατον νά φέρη κάποιο ἀποτέλεσμα. Γιατί; Διότι ἡ Ἐκκλησία, ἐάν ἀναλάβη ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα, πρωτίστως θά πατάξη τήν ρίζα τοῦ κακοῦ πού εἶναι ὁ οὐμανισμός. Ἡ πάταξις αὐτή θά τήν φέρη σέ ἀντιπαράθεσι μέ πολλούς ἀνθρώπους καί τότε τί θά κάνη; Θά χρησιµοποιήση βία ἐφαρμόζοντας τήν Ἰησουϊτική τακτική «ὁ σκοπός ἁγιάζει τά μέσα» γιά νά ἐπιβάλη τό «κράτος τοῦ Θεοῦ»; Ἀλλά αὐτό εἶναι ἀντίθετο πρός τήν φύσι της, διότι σέβεται τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου, δηλ. τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή του νά διαλέγη τόν τρόπο τῆς ζωῆς του. Ἔτσι σέ ἐπίπεδο παρεμβάσεων τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνη καί πρέπει νά κάνη εἶναι οἱ νόμιμες διαμαρτυρίες της γιά τά φαινόμενα τῆς ἀδικίας τῶν ἱσχυρῶν εἰς βάρος τῶν ἀδυνάτων ἤ ὅταν καταλύεται μέ νόμους τό οἰκοδόμημα τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως.
Τελικά ποιά εἶναι ἡ λύσις τοῦ προβλήματος; Φρονοῦμε ὅτι μόνο ἡ οὐσιαστική συσσωμάτωσις μας στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ δίνει τήν χαριστική βολή στόν ἄθεο οὐμανισμό καί στίς κρίσεις πού αὐτός δημιουργεῖ. Λέγει ὁ μακαριστός Γέροντας μου «Μία πραγματική ἀλλαγή πού χρειάζεται νά γίνη στόν τόπο μας εἶναι νά ἀνακαλύψουμε καί πάλι τόν χαμένο ἑαυτό μας: τήν ἑλ-ληνορθόδοξη ζωή. Κάθε ἄλλη ἀλλαγή θά ἔχη ἀξία ἐάν προσανατολίζη πρός αὐτή τήν ἀλλαγή»16.
Αὐτήν τήν Ἑλληνορθόδοξη ζωή ὁ Μ. Βασίλειος τήν περιγράφει ὡς ἑξῆς: « Ὁ Νοῦς (τοῦ ἀνθρώπου), ὅταν δέν διασκορπίζεται πρός τά ἔξω καί δέν διαχέεται διά τῶν αἰσθητηρίων πρός τόν κόσμον, ἐπιστρέφει πρός τόν ἑαυτό του καί ἀπό τόν ἑαυτό του ἀναβαίνει πρός τήν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ. Καθώς δέ περιαυγάζεται καί φωτίζεται ἀπό ἐκεῖνο τό κάλλος, λησμονεῖ καί τήν ἰδικήν του φύσιν ἀκόμη· δέν ἑλκύει τήν ψυχήν εἰς φροντίδα διά τήν τροφήν οὔτε εἰς μέριμναν διά τήν ἐνδυμασίαν, ἀλλά, ἐλεύθερος ἀπό γηίνας φροντίδας, ὅλην του τήν προσοχήν μεταθέτει εἰς τήν ἀπόκτησιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν».17 Αὐτός πρέπει νά εἶναι ὁ ἐπίγειος τρόπος ζωῆς μας. Αὐτό προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας στόν ἄνθρωπο.
Μία τέτοια ζωή μᾶς ἀπαλάσσει ἀπό ἄγχη, φοβίες, λιποψυχίες, διβουλίες, μικροψυχίες, ἀπελπισίες, ἀπογνώσεις καί ὅλα τά ἄλλα συναφῆ γνωρίσματα τῆς ὀλιγοπιστίας. Μία τέτοια ζωή μᾶς δίνει τήν ἄνεσι νά ἀντιμετωπίσουμε τήν κρίσι μέ ἠρεμία καί ἀπόλυτη ἐµπιστοσύνη στό Χριστό, καί μέ τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά μᾶς ἐγκαταλείψη. Καί πράγματι στήν καθημερή ζωή τῶν πιστῶν βλέπουμε αὐτούς πού δέν ἔχασαν τήν ἐλπίδα τους στό Χριστό, ὅτι μπορεῖ νά στεροῦνται κάποια πράγματα, ἀλλά τά στοιχειώδη δέν τούς λείπουν ποτέ. Ἰσχύει γιά αὐτούς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας: «Μή μεριμνᾶτε τῆ ψυχῆ ὑµῶν τί φάγετε καί τί πίετε, μηδέ τῶ σώματι ὑµῶν τί ἐνδύσεσθε·.....οἶδε γάρ ὁ Πατήρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἁπάντων. Ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑµῖν» 18.
Μία τέτοια ζωή λησμονεῖ τά τρέχοντα γεγονότα καί δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τό τί θά εἰποῦν οἱ οἰκονομικοί ἀναλυτές ἤ οἱ εἰδήσεις τῶν ΜΜΕ γιά τήν κρίσι, πού οὐσιαστικά μεταφέρουν τήν προσωπική τους ταραχή, σύγχυσι καί φοβίες στούς ἀκροατές τους. Λέγουν γιά τόν Ἅγιο Νικόλαο τόν Πλανᾶ, ὅτι ὅταν τόν ἐρώτησαν τί γνώμη ἔχει γιά τά πολιτικά γεγονότα τῆς ἐποχῆς του καί τήν Μικρασιατική ἐκστρατεία, ἀπήντησε: Ποιός κυβερνάει;
Μία τέτοια ζωή εἶναι «τό ἅλας τῆς γῆς»19, εἶναι «τό φῶς τοῦ κόσμου»20, οἱ καλλίτεροι ἱεροκήρυκες καί διδάσκαλοι τοῦ εὐαγγελίου, οἱ παρηγορητές τῶν ἀδυνάτων. Γνωρίζω τέτοιες ψυχές πού ἔχουν ὀδυνηρούς πόνους καί οἰκονομική ἔνδεια, ἔχουν ὅμως βαθεῖα Πίστι στό Χριστό καί δοξολογοῦν διαρκῶς καί εὐχαριστιακά τόν Θεό γιά τόν Σταυρό πού σηκώνουν καί ὁ Θεός τούς ἀνταμοίβη μέ τό «ἀρκεῖ σοι ἡ Χάρις μου»21 πού γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος.
Ἄς γνωρίζουμε, ὅτι ἡ ἐν Χριστῶ Ζωή παραμένει σταθερή καί ἀμετακίνητη, ὅταν ἀσκούμεθα συνεχῶς στό ἔργο τῆς μετανοίας καί τῆς ἐξομολογήσεως. Ἐµπόδιο γιά τήν κατάκτησι «τῶν κρυπτῶν ἀρετῶν» εἶναι τά πάθη μας. Αὐτά στέκονται ἀνάμεσα στόν ἄνθρωπο καί στό Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὅπως τά σύννεφα, τά ὁποῖα ἐµποδίζουν νά ἰδῆ ὁ ἄνθρωπος τό φῶς τοῦ ἡλίου. Ἐπίσης ἄς γνωρίζουμε, ὅτι τά πάθη προκαλοῦνται στόν ἄνθρωπο ἀπό τέσσερις αἰτίες: ἀπό σαρκικές ἐπιθυμίες, ἀπό ἐγωϊστικό φρόνημα, ἀπό ὑπερβολικές μέριμνες καί ἀπό προσβολές τῶν δαιμόνων. Ἐάν νικήσουμε τά πάθη διά τῆς μετανοίας μας, τότε νικήσαμε τόν οὐμανισμό καί ὅσες κρίσεις προκαλεῖ αὐτός. Τότε θά στείλη ὁ Θεός ἡγέτη νά μᾶς ἐλευθερώση. Αὐτήν τήν ὁδό ἐγκρίνει ὁ Θεός. Ἄς θυμηθοῦμε τήν σκλαβιά τῶν Ἑβραίων, πού χάρις στή μετάνοια τους ὁ Θεός τούς ἔστειλε ἡγέτη τόν Μωϋσῆ καί τούς ἐλευθέρωσε ἀπό τούς Αἰγυπτίους.
Ἐπίσης ἄς ἔχουμε ὑπ’ ὄψι μας, ὅτι ἡ οἰκονομική κρίσις εἶναι ἕνας βαρύς Σταυρός στούς ὤμους τῶν ἀνθρώπων. Χωρίς τήν προσευχή καί τήν Πίστι στή Χάρι τοῦ Χριστοῦ θά γονατίσουμε, θά δειλιάσουμε. Στήν περίπτωσι αὐτή ἄς θυμηθοῦμε τό αἰώνιο ὑπόδειγμα γιά ἐµᾶς τούς Χριστιανούς, τόν Χριστό στήν Γεσθημανῆ: «καί θείς τά γόνατα προσηύχετο», ἰδού ἡ προσευχή. Εἶχε ἐγκαταληφθῆ ἀπό τούς πάντες, ἔφερε τήν ἀγωνία τῆς σωτηρίας ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί ἐξ ὀνόματος ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος εἶπε «Πάτερ εἰ βούλει παρενεγκεῖν τοῦτο τό ποτήριον ἀπ’ ἐμοῦ, πλήν μή τό θέλημα μου, ἀλλά τό σόν γενέσθω» ἰδού ἡ Πίστις. Καί τό ἀποτέλεσμα; «ὤφθη δέ αὐτῶ ἄγγελος ἀπ’ οὐρανοῦ ἐνισχύων αὐτόν»22. Αὐτήν τήν βοήθεια, αὐτήν τήν παρηγορία ἔχουμε σέ πρώτη φάσι ἀνάγκη ὅλοι ὅσοι μαστιζόμεθα ἀπό τίς συνέπειες τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως. Χωρίς αὐτήν δέν μποροῦμε νά σηκώσουμε τό βάρος τῆς κρίσεως. Μπορεῖ νά περάσουμε δυσκολίες, ὅπως ὅλος ὁ κόσμος, ἀλλά ὅταν ἔχουμε τόν Χριστό ἐν τῆ καρδία μας, ὁ Σταυρός μας γίνεται γλυκύς καί γίνεται ἡ δόξα καί τό καύχημα μας. Χωρίς τόν Χριστό ὁ σταυρός πού οὕτως ἤ ἄλλως φέρουμε, γίνεται ὄνειδος, κατάρα.
Τέλος ἡ οἰκονομική κρίσις εἶναι μία δοκιμασία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, γιατί ἡ ἀγάπη του πρός τόν Χριστό ἔχει παγώσει ἐξ αἰτίας τοῦ οὐμανισμοῦ. Κάπου ἀλλοῦ ἔχει δώσει τήν πρώτη του ἀγάπη καί πρέπει νά ἐπανέλθη σέ αὐτήν. Τό λέγει κατηγορηματικά στόν Ἄγγελο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου καί ἰσχύει στό ἀκέραιο καί γιά ἐµᾶς. «ἀλλά ἔχω κατά σοῦ ὅτι τήν ἀγάπην σου τήν πρώτην ἀφῆκας. Μνημόνευε οὖν πόθεν πέπτωκας, καί μετανόησον καί τά πρῶτα ἔργα ποίησον· εἰ δέ μή, ἔρχομαί σοι ταχύ καί κινήσω τήν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς, ἐάν μή μετανοήσης» 23.
Ἐπίλογος
Ὁ Θεολόγος τῆς ἀγάπης Ἅγιος Ἰωάννης λέγει: «Αὕτη ἐστίν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμο, ἡ πίστις ἡµῶν»24. Ἄς κάνουμε ὑπομονή στονΣταυρό πού μᾶς ἔλαχε καί ἄς τόν σηκώσουμε μέ εὐχαριστιακό τρόπο, γιά νά τό ἐκλάβη ὁ Ἅγιος Θεός ὡς μαρτύριο, γιά νά ἔχουμε μισθό Μάρτυρος.
Ἀπό ὅλα ὅσα σᾶς εἶπα ἀδελφοί μου, θερμῶς παρακαλῶ αὐτό προσέξατε: Ἀρκεῖ ἡ Πίστις στό Χριστό καί οὐδέποτε θά μᾶς ἐγκαταλείψη ὁ Κύριος. Ἐάν ἔχουμε ζωή μετανοίας νά ξέρετε ὅτι ἔτσι δεσμεύουμε, ὑποχρεώνουμε τόν Θεό νά μεριμνήση γιά ἐµᾶς καί ἔχοντες τόν Θεό μέθ’ ἡµῶν, οὐδείς καθ’ ἡµῶν.
Στήν προκειμένη περίπτωσι εἴθε νά ἐνστερνισθοῦμε τήν φωνή τῆς Ἀποκαλύψεως «Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τό πνεῦμα λέγει ταῖς Ἐκκλησίαις. Τῶ νικῶντι δώσω αὐτῶ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τῆς Ζωῆς, ὅ ἐστίν ἐν τῶ παραδείσω τοῦ Θεοῦ μου»25. Ἀμήν. Γένοιτο.
Παραπομπές
- ΟΜΙΛΙΑ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΟΥ ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΤΙΣ 30-11-2014 ΣΤΟ
- Γέν. εφ. Β΄ στιχ. 16-17
- Γέν. εφ. Γ΄ στιχ. 5
- Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη: «Ὀρθοδοξία καί Οὐμανισμός, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός» Δ.΄ Ἔκδοσις, Ἅγ. Ὄρος. 1998. Εἰσαγωγή.
- Ψαλμ. 106 στιχ. 9
- 6Ἁγίου Ἰουστῖνου Πόποβιτς. «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός» σελ. 212
- Ε.Π.Ε. Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς. Τόμ. 2ος σελ. 56
- Ἐνθ. ἀνωτ. Σελ. 116
- Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου: Τά εὑρεθέντα Ἀσκητικά. Ἐπιμ. Νικηφ. Θεοτόκη. Ἐκδ. Ρηγοπούλου
- Ἁγ. Ἰουστῖνου τοῦ Πόποβιτς: «Γνωσιολογία τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου» σελ. 17
- Ἐγκυκλοπαίδεια Πάπυρος, Λαρούς, Μπριτάνικα: Τόμος 7ος σελ. 390
- Ἐν. ἀνωτ. «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός» σελ. 147
- Ἐν. ἀνωτ. «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός» σελ. 163
- Μακρυγιάννη: Ἀπομνημονευματα σελ. 364-365.
- Ἐγκυκλοπαίδεια Πάπυρος, Λαρούς, Μπριτάνικα: Τόμος 7ος σελ. 390
- Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη: «Ὀρθοδοξία καί Οὐμανισμός, Όρθοδοξία καί Παπισμός» Δ.΄
- Ε.Π.Ε. Μ. Βασίλειος Τόμ. 1ος σελ. 65.
- Ματθ. Κεφ. Στ΄ στιχ. 25, 33
- Ματθ. Κεφ. Ε΄ στιχ. 13
- Ματθ. Κεφ. Ε΄ στιχ. 14
- Β΄. Κορινθ. Κεφ. ΙΒ΄ στιχ. 9
- Λουκ. Κεφ. ΚΒ΄ στιχ. 41-43
- Ἀποκαλ. Κεφ. Β΄. στιχ. 4-5
- Α΄. Ἰω. Κεφ. Ε΄. στιχ. 4
- Ἀποκαλ. Κεφ. Β΄. στιχ. 7
Πηγές
- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ Ι. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, ΠΡΟΣΚΕΚΛΗΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΛΛΟΓΟ «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ» ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ.
- 1985. Σελ. 257.
- Ἔκδοσις, Ἅγ. Ὄρος. 1998 σελ. 59