Μετά από μια τουρκική εισβολή στη Συρία και στην πόλη Τζαραμπλούς, νωρίς το απόγευμα της ίδιας ημέρας, τουρκικά στρατεύματα και «αντάρτες» που εισέβαλαν από την Τουρκία, σε μια επιχείρηση με την ονομασία "Ασπίδα του Ευφράτη", κατόρθωσαν να «απελευθερώσουν» την συριακή πόλη από τους τζιχαντιστές με τις ευλογίες της Γερμανίας, τη συνεργασία των ΗΠΑ και την «ανησυχία» της Ρωσίας.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια ξεκάθαρη τουρκική εισβολή σε Συριακό έδαφος και χωρίς, φυσικά, την επίσημη (τουλάχιστον) άδεια της Συριακής κυβέρνησης και του σύρου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ.
Με το αιτιολογικό της εμπλοκής της Τουρκίας στον πόλεμο κατά του ISIS (ενώ είναι γνωστό πως η Τουρκία αποτελεί τον πάγιο και ολοκληρωτικό σύμμαχο των τζιχαντιστών), ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατόρθωσε να «αποκτήσει» νέα εδάφη, με μια θεατρική παράσταση στρατιωτικής επίθεσης κατά μίας πόλης που δεν την υπερασπίστηκε κανένας τζιχαντιστής (αναφέρθηκε μόνο ένας νεκρός) και, το κυριότερο, δεν σκοτώθηκε κανένας τούρκος στρατιώτης!!!
Κάποιοι ενδεχομένως θα αιτιολογήσουν αυτή την μοναδική στα πολεμικά στρατιωτικά νίκη, επειδή οι ΗΠΑ βοήθησαν στην επίθεση αυτή συμμετέχοντας στους βομβαρδισμούς της πόλης (στρατηγικών στόχων, όπως ανέφεραν τα τουρκικά ΜΜΕ) που όμως είχε ήδη εγκαταλειφθεί από τους τζιχαντιστές οι οποίοι μετακινήθηκαν εγκαίρως νοτιότερα, σε ασφαλή για τους ίδιους περιοχή…
Η Τουρκία εισέβαλε στη Συρία με την συμπληρωματική αιτιολόγηση του τούρκου πρωθυπουργού, πως η Άγκυρα δεν πρόκειται να ανεχθεί την δημιουργία ενός νέου κουρδικού σχηματισμού στα νότια σύνορά της… Μόνο, που, ο κουρδικός σχηματισμός ήδη υπάρχει, είναι ένοπλος, συνεργάζεται με τις ΗΠΑ και την Ρωσία και είναι δεδομένο πως δεν πρόκειται να ανεχθεί αυτή την τουρκική συμπεριφορά.
Ουσιαστικά, η Τουρκία επεδίωκε από το 2011 να βρει την αφορμή για να υφαπάρξει συριακό έδαφος, ανατρέποντας ταυτόχρονα και τον Μπασάρ αλ Άσαντ. Οι συγκυρίες, και κυρίως η ρωσική στρατιωτική εμπλοκή «ακύρωσαν» τα αρχικά σχέδια του Ερντογάν, ο οποίος όμως επανήλθε μετά την επαναφορά των καλών σχέσεων με την Ρωσία και τις απειλές προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Το επιδιώκει, όμως, ο Ταγίπ Ερντογάν με αυτή την εισβολή; Θέλει να αντιμετωπίσει μόνο την περίπτωση της ανάπτυξης και ισχυροποίησης (στρατιωτικά, οικονομικά και γεωπολιτικά) μιας κουρδικής περιοχής που αργά ή γρήγορα θα απειλήσει ακόμη και με ένωση με τους Κούρδους της Τουρκίας; Θέλει απλά να προσεταιριστεί συριακά εδάφη ή επιζητά κάτι ακόμη και πολύ μεγαλύτερο από αυτά που ήδη έχει αποκτήσει μέσα σε μόνο μία ημέρα;
Είναι κάτι περισσότερο από σαφές πως η «όρεξη» του Ερντογάν έχει ανοίξει εδώ και πολύ καιρό. Και η τάση του να δημιουργεί ζωτικούς χώρους προς κατάληψη είναι κάτι περισσότερο από δεδομένη, αφού συνδυάζεται με την παντοκυριαρχία του στο εσωτερικό της Τουρκίας, η οποία θα ήταν «γράμμα κενό» εάν αυτή η «δύναμη» του τούρκου προέδρου δεν επέφερε και άλλα οφέλη για την ματαιοδοξία του, σύμφωνα με την οποία θέλει να γίνει ο απόλυτος άρχοντας και ο κυρίαρχος του παιχνιδιού στην Μέση Ανατολή και επί της ουσίας, να γίνει ένας νέος μεγάλος πλανητικός παίκτης, ελέω της υπάρχουσας αναγκαιότητας και συμμετοχής της Τουρκίας στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, αλλά και της… Ρωσίας!
Και στο σημείο αυτό αρχίζουν τα πραγματικά δύσκολα, αφού η επόμενη ημέρα θα βρει τον Ερντογάν να «πατάει σε δύο βάρκες» και ενδεχομένως να μην μπορέσει να ισορροπήσει ή να μην τον ανεχτούν οι «βαρκάρηδες». Στην χειρότερη περίπτωση για τον Ερντογάν, θα εγκαταλειφθεί τελείως απέναντι στους οργισμένους Κούρδους και τον Άσαντ. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν προβλέπεται να γίνει σύντομα, αφού οι προτεραιότητες των ισχυρών (Ρωσίας και ΗΠΑ) είναι δεδομένες και αφορούν την αλλαγή του γεωπολιτικού χάρτη της Μέσης Ανατολής, με δημιουργία νέων ζωνών επιρροής και για τους δύο ισχυρούς. Και σε αυτή την «μοιρασιά» θέλει να μετέχει ο Ερντογάν, ως ομοτράπεζος των ΗΠΑ και της Ρωσίας… Με δεδομένη την μη σταθερότητα της Τουρκίας σε συμμαχίες, το πλέον πιθανό είναι ότι πολύ σύντομα, και αφού καθορισθεί το πρώτο στάδιο των νέων συνθηκών ισχύος στη Μέση Ανατολή, η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον χειρότερο εφιάλτη της, εγκαταλειμμένη από τους ισχυρούς σημερινούς «συνεργάτες» και προστάτες της (εκτός της Γερμανίας, η οποία έχει ιστορικούς δεσμούς με την Άγκυρα, σαφείς γεωπολιτικές επιβουλές στη Μέση Ανατολή και ισχυρά οικονομικά συμφέροντα εντός της Τουρκίας).
Η κίνηση του Ερντογάν, λοιπόν, με αυτή την θεατρική επίθεση κατά του ISIS και την εισβολή στο απομακρυσμένο βορειοανατολικό άκρο της Συρίας, στην πόλη Σαραμπλούς, αποτελεί την αρχή του πρώτου επεισοδίου μίας σειράς συγκρούσεων που σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα θα υλοποιούνται μεταξύ των Κούρδων (Συρίας και Ιράκ) κατά της Τουρκίας. Εκτός και εάν ο αρχηγός των Κούρδων του Ιράκ (πρόεδρος Μπαρζανί) έχει ήδη αποφασίσει την συνέχιση της συνεργασίας του με την Τουρκία (τα πετρέλαια του Κιρκούκ μεταφέρονται σε τουρκικά λιμάνια και πωλούνται στη διεθνή αγορά, ενώ ένα σημαντικό τους τμήμα φέρεται να το αγοράζει και να εμπορεύεται η οικογένεια Ερντογάν).
Σε κάθε περίπτωση, πολύ σύντομα η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον έμπειρο αραβικό στρατό της Συρίας, αλλά και τους Κούρδους της Συρίας. Αν συνυπολογίσουμε πως η στρατιωτική επάνοδος της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή θα επαναφέρει στο μεγαλύτερο μέρος του αραβικού κόσμου ιδιαίτερα δυσάρεστες αναμνήσεις από την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τότε ίσως θα πρέπει να αναμένουμε εξελίξεις που θα απειλήσουν μια γενικότερη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, την οποία δεν θα μπορεί να διαχειριστούν οι ΗΠΑ (και το Ισραήλ).
Η ρωσική ανοχή (και η αναμενόμενη το επόμενο διάστημα σιωπή) ενδέχεται να αναδείξει ένα προφίλ ρωσικής ισχύος που θα λειτουργήσει υπέρ των ρωσικών συμφερόντων στην συγκεκριμένη (πιθανότατα φλεγόμενη) περιοχή. Επειδή όμως τα συμφέροντα στη Μέση Ανατολή είναι δεδομένα και αφορούν και κλασσικές δυνάμεις (βλ. Γαλλία, Μ. Βρετανία), αλλά είναι και ένας χώρος για τον οποίο το ΝΑΤΟ έχει πολύ συγκεκριμένους σχεδιασμούς, η εισβολή της Τουρκίας στη Συρία, αναμένεται να δράσει ως πυροκροτητής μιας μεγαλύτερης από το αναμενόμενο σύγκρουσης. Άλλωστε, σύμφωνα με όσα συμβαίνουν, δεν είναι λίγες οι χώρες που προετοιμάζονται για μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο (βλ. Γερμανία) ή ακόμη και στρατιωτική εμπλοκή (βλ. αύξηση ή και εκσυγχρονισμό εξοπλισμών).
Με μία σύγκρουση της οποίας η ένταση θα είναι ενδεχομένως πρωτόγνωρη, η θέση της κυβέρνησης στην Ελλάδα κρίνεται ως ιδιαίτερα δύσκολη, αφού η «γειτονιά» θα βρεθεί να φλέγεται, ενώ στην περίπτωση που ο Ερντογάν νιώσει πως απειλείται από τους σημερινούς του συμμάχους (βλ. ΗΠΑ και Ρωσία) ενδέχεται να στρέψει το ενδιαφέρον του στην Ελλάδα (για να απειλήσει το ΝΑΤΟ, την Ευρώπη και την Ρωσία), η οποία τυγχάνει να «διοικείται» από την αδιάφορη για τα εθνικά θέματα κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, η οποία αρκείται στο να κάνει εσωτερική επίδειξη πολιτικής ισχύος με το να αποδομεί και να αναδιατάσσει τον Ελληνικό Στρατό…
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους