O Ερντογάν μπροστά σε πίνακες του Μωάμεθ του Πορθητή - Για όσους θεώρησαν ότι το χθεσινό μας άρθρο ήταν εκτός πραγματικότητας
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει την εξουσία από το 2002, όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) αναδείχθηκε νικητής των βουλευτικών εκλογών. Έκτοτε, αρχικά ως πρωθυπουργός και σήμερα ως πρόεδρος, η δημοφιλία του έχει αυξηθεί με λίγες αναταράξεις κατά τη διαδρομή, την οποία χειρίσθηκε με ικανότητα. Τώρα, στην επαύριο του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, ο Ερντογάν δείχνει πιο δημοφιλής από ποτέ. Μια νέα έρευνα από την εταιρεία δημοσκοπήσεων Genar δηλώνει, ότι περισσότερο από το 60% του εκλογικού σώματος στηρίζει τον Ερνογάν. Η λαϊκή υποστήριξη για τους ηγετικούς χειρισμούς του εναντίον της απόπειρας πραξικοπήματος υπολογίζεται φαινομενικά στο 88%.
Η ίδια έρευνα της Genar αποκάλυψε άλλο ένα αξιοπρόσεκτο στατιστικό στοιχείο: οι πιθανές ψήφοι υπέρ του Ερντογάν σε προεδρική εκλογή αυξάνονται στο 70% του εκλογικού σώματος, όταν περιλαμβάνεται η βάση του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP). Επί του παρόντος υπάρχει μεγάλη συμπάθεια στον Ερντογάν από τους ψηφοφόρους του MHP, οι οποίοι προφανώς μπορεί να επιλέξουν αυτόν στην επόμενη προεδρική εκστρατεία. Σύμφωνα με μία άλλη πρόσφατη δημοσκόπηση, η στήριξη στο ΑΚΡ βρίσκεται στο 55%, ενώ το MHP έχει 12%. Η υποστήριξη στο βασικό αντιπολιτευτικό, κοσμικό Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP) είναι σταθερή στο περίπου σύνηθες 25%, ενώ το φιλοκουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP) έχει πέσει στο 7%.
Τέτοια ευρεία υποστήριξη στον Ερντογάν σημαίνει ότι η βάση στήριξής του δεν περιορίζεται στους Ισλαμιστές, όπως μερικές φορές υποθέτουν τα Δυτικά ΜΜΕ. Ποικίλες έρευνες, περιλαμβανομένης και μιας δημοσκόπησης του 2013 από το Pew Research Center, έδειξαν ότι οι Ισλαμιστές – εκείνοι που είναι υπέρ ενός κράτους βασισμένου στη Σαρία – αποτελούν λίγο περισσότερο του 10% του πληθυσμού της Τουρκίας. Είναι ασφαλές να υποθέσουμε, ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους Ισλαμιστές θα ψήφιζαν σήμερα το ΑΚΡ του Ερντογάν, ελπίζοντας ότι μακροπρόθεσμα το κόμμα θα κάνει περισσότερα για τον σκοπό τους. Ύστερα, υπάρχει τουλάχιστον ένα 35% του εκλογικού σώματος, πάνω κάτω, που κατά συνήθεια ψηφίζει ΑΚΡ. Είναι τυπικά Ανατολίτες Σουννίτες συντηρητικοί – που είναι πιστοί αλλά επίσης πραγματιστές – οι οποίοι αγαπούν τις θρησκευτικές αναφορές του Ερντογάν μαζί με τις κοινωνικές υπηρεσίες, τους αυτοκινητοδρόμους, τα εμπορικά πολυκαταστήματα που τους παρέχονται ευγενή χορηγία του ΑΚΡ.
Η βάση του MHP, του τρίτου μεγαλύτερου κόμματος της Τουρκίας πίσω από το ΑΚΡ και το CHP, επίσης περιλαμβάνει Ανατολίτες Σουννίτες συντηρητικούς. Η μόνη διαφορά μεταξύ της βάσης του ΑΚΡ και του MHP είναι ότι το τελευταίο είναι πιο επίμονο στον εθνικό Τουρκικό εθνικισμό. Έχει επιδείξει έντονη εχθρότητα έναντι του «Κουρδικού αποσχισμού», αληθινού ή αντιληπτού, και ήταν πάντοτε πολεμοχαρές έναντι του ένοπλου Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΡΚΚ), το οποίο η Τουρκία και οι ΗΠΑ ορίζουν ως τρομοκρατική οργάνωση.
Γι' αυτό οι σχέσεις μεταξύ του ΑΚΡ και του MHP έγιναν τεταμένες όταν ο Ερντογάν επιζητούσε να βρει ειρηνική επίλυση στο Κουρδικό ζήτημα μέσω διαπραγματεύσεων με το ΡΚΚ, από το θέρος του 2009 έως το θέρος του 2015, παρά την αναζωπύρωση της σύγκρουσης το 2011. Ο Devlet Bahceli, ο σκληρός ηγέτης του MHP, επανειλημμένα καταδίκασε το ΑΚΡ για «υψηλή προδοσία» επειδή διαπραγματευόταν με τους τρομοκράτες, αντί να τους εξολοθρεύει. Σε ανταπόδοση, ο Ερντογάν χτύπησε το MHP επί τη βάσει «ρατσισμού, παράνοιας».
Όταν η διαδικασία ειρήνευσης τερματίσθηκε, τον Ιούλιο του 2015, το χάσμα μεταξύ των δύο κομμάτων ταχέως εξατμίσθηκε. Επιπλέον, ο Bahceli αντιμετώπισε μια εσωκομματική πρόκληση, εναντίον της οποίας απάντησε συμμαχώντας με τον Ερντογάν. Σήμερα, ο Bahceli είναι τόσο κοντά στον Ερντογάν που ο Πρωθυπουργός Binali Yildirim αισθάνθηκε τη σιγουριά να ανακοινώσει, ότι ένα νέο Σύνταγμα, βασισμένο στο προτιμώμενο από τον Ερντογάν «προεδρικό σύστημα», σύντομα θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα με τη βοήθεια του MHP.
Ως αποτέλεσμα, μοιάζει δίκαιο να πούμε ότι ολόκληρη η τουρκική «δεξιά» - ένα φάσμα από Ισλαμιστές, συντηρητικούς και Τούρκους εθνικιστές που περιλαμβάνει περισσότερο από το 60% του εκλογικού σώματος – είναι ενωμένη πίσω από τον Ερντογάν. Ένας τέτοιος μεγάλος συνασπισμός είχε πάρει μορφή μόνο μια φορά στο παρελθόν, στα 1970 όταν τα τρία κόμματα που εκπροσωπούσαν αυτές τις τρεις τάσεις – το Ισλαμιστικό Κόμμα Εθνικής Σωτηρίας, το κεντροδεξιό Κόμμα Δικαιοσύνης και το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης - ένωσαν τις δυνάμεις τους σε δύο περιπτώσεις για να σχηματίσουν ένα «Εθνικό Μέτωπο».
Τότε, τα τρία κόμματα ανεξάρτητα συνέχισαν να ακολουθούν τους ηγέτες τους. Τώρα, ο Ερντογάν είναι ο ηγέτης ολόκληρης της δεξιάς πτέρυγας, δημιουργώντας αυτό που κάποιοι αποκαλούν το τρίτο Εθνικό Μέτωπο.
Φυσικά, υπάρχουν διαφορές μεταξύ του 1970 και του σήμερα. Στο παρελθόν, ο κομμουνισμός ήταν ο βασικός εχθρός του Εθνικού Μετώπου, ενώ σήμερα, είναι ένα ευρύτερο φάσμα εχθρών, περιλαμβανομένων των Γκιουλενιστών, αριστεριστών, φιλελεύθερων, του ΡΚΚ και των θυγατρικών του στην περιοχή, και των Δυτικών Δυνάμεων που υποτίθεται χρησιμοποιούν όλες αυτές τις οργανώσεις σαν «πιόνια» για να κάνουν αδύναμη ή ακόμη και να καταστρέψουν την Τουρκία. Εσχάτως, κάποιες φιλοερντογανικές αυθεντίες όρισαν ακόμη και την «παγκοσμιοποίηση» ως εχθρό, τοποθετώντας τον Ερντογάν και τον σκοπό του στο ίδιο στρατόπεδο με των Ρώσσο Πρόεδρο Vladimir Putin, τους οπαδούς του Brexit και τον εκλεγέντα Πρόεδρο των ΗΠΑ Donald Trump, του οποίου η εκλογική νίκη ενθουσίασε όλα τα φιλοερντογανικά ΜΜΕ.
Υπάρχει, επίσης, άλλο ένα στοιχείο στο νέο μεγάλο εθνικό μέτωπο του Ερντογάν που παραδοσιακά δεν ήταν κοντά στους ισλαμιστές ή συντηρητικούς της χώρας: το Κόμμα της Μητέρας Πατρίδας, αγόμενο από τον Dogu Perincek, τον άνθρωπο που έχτισε την πολιτική του καριέρα σαν φάρος του Μαοϊσμού στην Τουρκία. Μετά την πτώση του κομμουνισμού, ο Perincek έκανε στροφή σε έναν συνδυασμό κεμαλισμού και «αντιιμπεριαλισμού». Ήταν, κατ' ουσίαν, ένας διακεκριμένος αντίπαλος του ΑΚΡ κατά την πρώτη δεκαετία του κόμματος, αλλά μετά άρχισε να προσεγγίζει τον Ερντογάν επί τη βάσει της αντίθεσης στους Γκιουλενιστές και των υποτιθέμενων Δυτικών Δυνάμεων που βρίσκονται από πίσω. Οι ψήφοι του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδας είναι ελάχιστες, αλλά ο Perincek εξακολουθεί να υπηρετεί αποτελεσματικά το νέο μεγάλο εθνικό μέτωπο μέσω της αναιδούς εφημερίδας Aydinlik, των ανθρώπων του στη γραφειοκρατία (σ.μ. στη Διοίκηση) και των ξένων συνδέσμων του, όπως ο «φίλος» του Alexander Dugin, ένας έμπιστος του Putin που ήταν προσφάτως φιλοξενούμενος από το ΑΚΡ στο Τουρκικό Κοινοβούλιο.
Πόσο θα διαρκέσει αυτό τι μεγάλο εθνικό μέτωπο; Είναι αδύνατο να πούμε με βεβαιότητα, αλλά μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι ανθεκτικότερο από τις προηγούμενες συμμαχίες του Ερντογάν – δηλαδή, αυτές με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους Γκιουλενιστές, τους φιλελεύθερους και τους Κούρδους. Αυτές οι παλιές συμμαχίες επέφεραν περιορισμούς στην εξουσία του Ερντογάν, αλλά το μεγάλο εθνικό μέτωπο είναι σχεδόν απολύτως υπό τις διαταγές του. Επιπροσθέτως, η πιθανή του ψήφος είναι τεράστια και θα μπορούσε πιθανώς να κρατήσει τον Ερντογάν στην εξουσία με ασφάλεια για χρόνια, αν όχι δεκαετίες.
Για εκείνους τους Τούρκους πολίτες που θεωρούν τον εαυτό τους εκτός του μεγάλου εθνικού μετώπου – τους φιλο-CHP κοσμικούς, τους Αλεβίτες, τους αριστεριστές, τους φιλελεύθερους και τους Κούρδους εθνικιστές – αυτά είναι, φυσικά, κακά νέα. Γι' αυτούς, σημαίνει ότι ζουν σε μια χώρα στην οποία πάντοτε θα βρίσκονται στην αντιπολίτευση, και δεδομένης της αμβλείας πλειοψηφίας του ΑΚΡ, θα αισθάνονται πάντα περιθωριοποιημένοι. Ως αποτέλεσμα, κάποιοι πιο πλούσιοι και μορφωμένοι από αυτούς σκέφτονται να μεταναστεύσουν για τα καλά, το οποίο θα μπορούσε να είναι ένα κολοσσιαίο «brain drain», και άλλοι απλώς παραμένουν χωρίς ελπίδα, ένα αίσθημα που μακροπρόθεσμα μπορεί να οδηγήσει σε ριζοσπαστικοποίηση.
Έτσι, παρ' ό,τι το μεγάλο εθνικό μέτωπο ενδέχεται να διατηρήσει τον Ερντογάν στην εξουσία, δεν θα προσφέρει στην Τουρκία την ειρήνη, τη διαφορετικότητα και τη δημιουργία που χρειάζεται για να προοδεύσει. Εάν ο Ερντογάν είναι πραγματικά η πολιτική ιδιοφυία που οι οπαδοί του πιστεύουν, σύντομα θα αναγνωρίσει αυτόν τον γρίφο και θα βρει τρόπους να πλησιάσει τη δυσαρεστημένη μειοψηφία.
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά