Όποιος έχει εργαστεί, γνωρίζει βιωματικά ότι οι ασχολίες του κατατάσσονται χοντρικά σε τρεις κατηγορίες: α) στις σημαντικές και επείγουσες (πχ μία αυστηρη προθεσμία για ένα σημαντικό έργο), β) στις σημαντικές αλλά όχι επείγουσες (σημαντικό έργο που όμως δεν επείγει) και γ) στις επείγουσες αλλά όχι σημαντικές (πχ να δοθεί μία απάντηση, να ξεκαθαριστεί κάτι κλπ). Η τέταρτη κατηγορία των αναδυόμενων δύο αξόνων «σημασίας» – «χρόνου αντίδρασης», δηλαδή δ) τα όχι τόσο σημαντικά, ούτε επείγοντα, είναι συνήθως πράγματα με τα οποία δεν προλαβαίνει να ασχολείται κανείς εκ των πραγμάτων, είναι όμως υπαρκτά. Τελικά, αυτά που διαγράφουν την εξέλιξη σε ατομικό επίπεδο είναι τα «σημαντικά, αλλά όχι επείγοντα».
Θα προβάλλω αυτές τις κατηγορίες στη διακυβέρνηση μίας χώρας. Η οικονομική κρίση μαστίζει την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και είναι ασφαλώς επείγουσα ασχολία. Μάλιστα, είναι τόσο επείγουσα που φαινομενικά υποβαθμίζει τα υπόλοιπα.
Στην δική μου ιεράρχηση η οικονομία δεν είναι πρώτη ή δεύτερη. Πρώτο ζήτημα είναι η φυσική υπόσταση των ανθρώπων (για παράδειγμα: το δημογραφικό), δεύτερο είναι η ταυτότητα και η συλλογική συνείδηση (για παράδειγμα, το μεταναστευτικό) και τρίτο είναι η οικονομία, δηλαδή η ευμάρεια των προσώπων με την κοινή ταυτότητα. Η σημασία των προβλημάτων δεν είναι πάντα ανάλογη του χρόνου με τον οποίον ασχολείται κανείς με αυτό. Ειδικά σε καιρούς κρίσεων είναι αναμενόμενο η πολιτική ηγεσία, ο τύπος και η κοινή γνώμη να ασχολούνται περισσότερο με την οικονομία. Όμως τα σημαντικότερα της οικονομίας δεν παύουν να παραμένουν σημαντικότερα.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να υλοποιεί μία εσωτερική συμφωνία με τα στελέχη και τον κόσμο που την υποστηρίζει. Με βάση αυτήν, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μεν υποχρεωμένος να ακολουθήσει μία δυσάρεστη πολιτική υψηλής φορολόγησης σε πρωτοφανή μεγέθη, όμως το κοινό του θα πρέπει να τηρεί υποτονική στάση σ’ αυτά, διότι πρόκειται για το επείγον. Το αντάλλαγμα είναι να του παραδοθεί η υπόλοιπη πολιτική ατζέντα. Αυτά είναι τα σημαντικά και όχι επείγοντα. Έτσι, εναρμονίζονται με την ιδεολογία του.
Με βάση την ιεράρχηση που διατυπώθηκε πιο πάνω, και δεδομένου ότι το δημογραφικό βρίσκεται εκτός του ραντάρ του πολιτικού συστήματος, θεωρώ ως πρωτεύον ζήτημα από την πολιτική της κυβέρνησης την περιβόητη Επιτροπή για την Παιδεία. Δεν θεωρώ τυχαία ούτε την επιλογή του κ. Φίλη στο υπουργείο Παιδείας, ούτε της κας. Αναγνωστοπούλου στη θέση της υφυπουργού, ούτε του κ. Αντώνη Λιάκου ως προέδρου της επιτροπής αυτής, η οποία έχει σκοπό να διαμορφώσει εξ αρχής όλους τους άξονες παιδείας και ειδικά την αποτύπωση της ελληνικής Ιστορίας στα σχολικά εγχειρίδια. Πρόκειται για απόπειρα ρεβάνς του ιστορικού αναθεωρητισμού. Το ρεύμα αυτό (γνωστό και ως «εθνομηδενιστικό») γεννήθηκε, γαλουχήθηκε, ανδρώθηκε και επιζητά την επικυριαρχία του, μέσα στο ιδεολογικό πλαίσιο των ανθρώπων που βρίσκονται σήμερα στα έδρανα της εξουσίας.
Υπέστησαν μία ήττα με το βιβλίο Ιστορίας της Στ’ Δημοτικού το 2007 όταν ο λαός αντέδρασε πάνδημα, αλλά έκτοτε ανασυντάχθηκαν. Η ηγεμονία τους έχει χτιστεί βήμα-βήμα σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Με την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη η ταχύτητα με την οποία προχωρούν και ελπίζουν να κερδίσουν τον πόλεμο. Βασικός τους άξονας είναι η ασυνέχεια και τεχνητή φύση του έθνους, η δημιουργία του εκ του μηδενός με αφορμή τη Γαλλική Επανάσταση. Οι δευτερεύοντες άξονες είναι πολιιτκοί: εξωραΐζεται η ζωή κατά την Τουρκοκρατία, υποβαθμίζονται οι σφαγές στη Μικρά Ασία και η γενοκτονία των Ποντίων, γίνονται παραλληλισμοί των Μακεδονομάχων με τους Τζιχαντιστές(!) κλπ.
Όλα αυτά αντίκεινται στη ζώσα ιστορική μνήμη. Θα αποτύχουν και πάλι.
Πηγή:Αντίβαρο