Πρισκιλλιανος, Η Ζωη Του
4.7.1 Οι πηγές
Ο Πρισκιλλιανός αναφέρεται από πλήθος συγχρόνων του εκκλησιαστικών συγγραφέων. Δηλώνεται από το σύνολο αυτών ως γνωστικός και ειδικότερα μανιχαίος. Συνεπώς η στάση τους είναι πολεμική με σκοπό την ενημέρωση του εκκλησιάσματος και την αναίρεση των πλανεμένων θέσεων του. Αναφορικά, μερικές από τις πηγές που αναφέρονται σε αυτόν είναι οι κάτωθι:
1) Sulpicius Severus, Historia sacra (ή αλλιώς Cronicorum Libri Duo, II, 46-51,CSEL 1.
2) Του ιδίου, Dialogus III, ii sq.;
3) Orosius, Commonitorium ad Augustinium in P.L., XXXI, 124 sq.
4) Augustine, De Haeresibus, xxx, CCSL 46.
5) Του ιδίου, Epistula xxxvi Ad Casulam;
6) Jerome, De viris illustribus, cxxi;
7) Του ιδίου, Epistula CXXXIII,4 , CSEL 56 pp. 241-260.
8) Leo Magnus, Ep. xv Ad Turribium.
9) Prosper Aquitanus, Chronicum integrum pars secunda,MGH AA IX pp. 460-462.
10) Isidirus Hispalensis, Etymologiarum VIII.
11) Του ιδίου, De haeresibus Christianorum, 8, 5, 54.
Κατά την θεωρία του E.Ch. Babut οι αντιαιρετικοί συγγραφείς, κυρίως ο Ιερώνυμος και ο Σουλπίκιος Σεβήρος, που είναι οι βασικοί κατήγοροι, έχουν μια κοινή πηγή πληροφόρησης, γι' αυτό και συμφωνούν άπαντες στην κατηγορία για γνωστικισμό. Ως πηγή τους αναφέρει την Απολογία του Ιθάκιου, την οποία βρίσκει στον Ισίδωρος της Σεβίλλης:
«Ο Ιθάκιος, επίσκοπος των Ισπανών, ονομαστός για την ευφράδειά του, έγραψε κάποιο βιβλίο σε απολογητική μορφή, στο οποίο εκθέτει τα καταραμένα δόγματα του Πρισκιλλιανού, τις μαγικές του τέχνες, και τις ντροπιαστικές του ασέλγειες, δείχνοντας ότι κάποιος Μάρκος από την Μέμφιδα, εξειδικευμένος στην μαγεία, ήταν μαθητής του Μάνη και δάσκαλος του Πρισκιλλιανού[1].»
Σύμφωνα με τον Babut[2] η κατηγορία είναι φανταστική, κατασκευασμένη σύμφωνα με το στερεοτυπικό πρότυπο του αγ. Ειρηναίου για τον γνωστικό Μάρκο που έζησε τον δεύτερο αιώνα3. Κατ' αυτόν οι Ιερώνυμος και Σουλπίκιος Σεβήρος δανείζονται ένα έτοιμο πορτραίτο από τον Ιθάκιο, εξ ου και η συμφωνία των πηγών. Η θεωρία του Babut, μάλιστα, βρήκε ανταπόκριση και πολλούς που την ασπάστηκαν.
Η αδυναμία της θεωρίας αυτής είναι ότι ο Μάρκος που αναφέρεται από τον αγ. Ειρηναίο δεν ήταν Μανιχαίος, αλλά Βαλεντινιστής. Άρα, αποκλείεται ν' αναφέρεται σ' αυτόν ο Ιθάκιος. Έπειτα, αναφορά για τον Πρισκιλλιανό σε σύγχρονή του πηγή (381 ή 384 ανάλογα με την προτίμηση στην χρονολόγηση του έργου) βρίσκουμε και στον Φιλάστριο επίσκοπο Brescia[4], ο οποίος δεν ήταν αντίπαλός του, όπως ο Ιθάκιος, ώστε να παρουσιάσει ένα κατασκευασμένο πορτραίτο.
4.7.2 Η προέλευση και η εξαπλωση της αίρεσης
Ο Ιερώνυμος αναφέρει τον Πρισκιλλιανό σε περισσότερα από δέκα διαφορετικά έργα του, που γράφτηκαν στην Παλαιστίνη μεταξύ των ετών 392 και 415. Ο Σουλπήκιος Σεβήρος από την άλλη τού αφιερώνει τα τελευταία κεφάλαια της Ιερής Ιστορίας, με σκοπό, βέβαια, να καταδείξει τον εσχατολογικό χαρακτήρα της εποχής του μέσα από την αποστασία των αιρετικών. Επειδή, λοιπόν η αναφορά του είναι εκτενέστερη, θα μεταφραστεί για να δώσει τις πρώτες πληροφορίες για τον Πρισκιλλιανό:
«Ακολουθούν οι χρόνοι των δικών μας ημερών, ταυτόχρονα δύσκολοι και επικίνδυνοι. Σε αυτούς [τους χρόνους] οι εκκλησίες έχουν μιανθεί όχι με συνηθισμένο κακό, και όλα έχουν περιέλθει σε σύγχυση. Διότι τότε, για πρώτη φορά, η περιβόητη αίρεση των Γνωστικών ανιχνεύθηκε στην Ισπανία – μια θανάσιμη προκατάληψη, η οποία απέκρυψε τον εαυτό της κάτω από μυστικές τελετές.
Η καταγωγή αυτής της αταξίας ήταν από την Ανατολή, και ειδικότερα από την Αίγυπτο, αλλά από που ξεπήδησε και αυξήθηκε, δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί. Ο Μάρκος ήταν ο πρώτος που την εισήγαγε στην Ισπανία, έχοντας ξεκινήσει από την Αίγυπτο, με τόπο καταγωγής την Μέμφιδα.
Μαθητές του ήταν κάποια Αγάπη, μια γυναίκα με καθόλου ταπεινή καταγωγή, και κάποιος ρήτορας ονόματι Ελπίδιος. Από αυτούς μυήθηκε ο Πρισκιλλιανός, άνδρας ευγενούς καταγωγής, μεγάλου πλούτου, θαρραλέος, ακάματος, εύγλωττος, μορφωμένος με πολλές σπουδές, πανέτοιμος για συζήτηση και διάλογο – στην πραγματικότητα, παραλίγο θα ήταν μακάριος, αν δεν είχε καταστρέψει μια λαμπρή διάνοια με κακές σπουδές.
Αναμφίβολα, υπήρχαν σ' αυτόν πολλές αξιοθαύμαστες ικανότητες στο μυαλό και το σώμα. Μπορούσε να περνά πολύ ώρα σε εγρήγορση, και να υπομένει πείνα και δίψα. Δεν είχε καθόλου επιθυμία να συγκεντρώσει πλούτη, και ήταν πολύ οικονόμος στη χρήση τους.
Αλλά ταυτόχρονα ήταν πολύ μάταιος άνθρωπος και πολύ περισσότερο επηρμένος, απ' ότι θα ‘πρεπε μόνο με την γνώση κοσμικών πραγμάτων. Πέραν τούτου, διαδίδονταν ότι είχε εξασκήσει τις μαγικές τέχνες από παιδί.
Αυτός, μετά που υιοθέτησε το ολέθριο σύστημα που αναφέρθηκε, παρέσυρε στην αποδοχή του πολλά άτομα ευγενικής καταγωγής και πλήθος απλών ανθρώπων, με την τέχνη της πειθούς και της κολακείας, την οποία κατείχε. Πέραν τούτου, γυναίκες, στις οποίες άρεσαν οι καινοτομίες και η άστατη πίστη, όπως επίσης και από λάγνα περιέργεια για όλα, συγκεντρώθηκαν γύρω του σε πλήθη.
Την τάση αυτή αύξησε το γεγονός ότι επιδείκνυε ταπείνωση στο ύφος και τους τρόπους του, και έτσι προκαλούσε μεγαλύτερο σεβασμό και τιμή για τον εαυτό του. Και τώρα βαθμιαία η καταστροφική ακαταστασία αυτής της αίρεσης έχει εξαπλωθεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ισπανίας· ακόμα και κάποιοι επίσκοποι έχουν πέσει θύματα της εκμαυλιστικής επιρροής της.
Ανάμεσά τους ο Ινστάντιος και ο Σαλβιανός είχαν αναλάβει τα ηνία από τον Πρισκιλλιανό, όχι μόνο με το να εκφράσουν την συμφωνία τους με τις απόψεις του, αλλά και με το να δεθούν μαζί του με κάποιο είδος όρκου.
Αυτό συνεχίστηκε μέχρι που ο Υγίνος, επίσκοπος της Κόρδοβα, ο οποίος κατοικούσε στην γύρω περιοχή, ανακάλυψε πως είχαν τα πράγματα, και ανέφερε όλο το θέμα στον Υδάκιο, ιερέα από την Εμερίτα. Αλλά αυτός με το να παρενοχλεί τον Ινστάντιο και τους συνεργούς του χωρίς μέτρο, και πέρα από αυτά που απαιτούσε η περίσταση, άναψε, όπως ήταν φυσικό, μια σπίθα που εξελίχθηκε σε πύρινη λαίλαπα, ώστε εξερέθισε περισσότερο, παρά περιόρισε τους σατανικούς αυτούς ανθρώπους[5].»
Για την περίπτωση του Μάρκου από την Μέμφιδα δεν είναι τίποτα άλλο γνωστό. Η αναφορά στην Αίγυπτο προϋποθέτει Γνωστικισμό-Μανιχαϊσμό[6]. Για την Αγάπη και τον Ελπίδιο ο Babut υποθέτει ότι είναι η Ευχρωτία και ο σύζυγός της[7]. Και οι δύο εκτελέστηκαν μαζί με τον Πρισκιλλιανό. Πολύ αδύναμη θεωρία με σκοπό να καλύψει την ύπαρξη των δυο αυτών προσώπων, εφόσον ο Babut θεωρεί τον Μάρκο ως φανταστικό κατασκεύασμα.
Ο Πρισκιλλιανός ξεκίνησε την δράση του την έβδομη δεκαετία του 4ου μ.Χ. αι[8]. Η διδασκαλία του εξαπλώθηκε από την νότια ισπανική επαρχεία της Βαετικής[9], στην Λουσιτανία και εν συνεχεία στην Γαλικία και την Ακουϊτανία[10]. Σύμφωνα με την αναφορά αυτή του Σουλπίκιου Σεβήρου, ο Πρισκιλλιανός κατόρθωσε να δημιουργήσει μία ξεχωριστή θρησκευτική κοινότητα με άτομα από τις χριστιανικές ενορίες. Η κοινότητά του αποτελούνταν από λαϊκούς, ωστόσο κατάφερε να προσελκύσει και κληρικούς, έως και επισκόπους. Στην επίτευξη αυτού του κατορθώματος έπαιξε μεγάλο ρόλο η “χαρισματική” προσωπικότητα του ιδίου.
4.7.3 Η παιδεία του Πρισκιλλιανού
Πράγματι, αν κάποιος μελετήσει εις βάθος τα έργα του Πρισκιλλιανού, τα οποία έχουν μεταφραστεί πρόσφατα στα αγγλικά από τον Marco Conti, βλέπει ότι η προσωπογραφία του Πρισκιλλιανού από τον Σουλπίκο Σεβήρο είναι ακριβής. Η ρητορική του δεινότητα είναι εμφανής και, αν και πρόκειται για γραπτό λόγο, προφανής και στον προφορικό. Οι σπουδές του στην κλασσική παιδεία επίσης. Το ομολογεί και ο ίδιος στην πρώτη πραγματεία του (Liber Apologeticus):
«Είναι αλήθεια, σεβαστοί ιερείς, ότι προσκόμισαν εικόνες των ειδώλων, του Κρόνου, της Αφροδίτης, του Ερμή, του Δία, του Άρη, και όλων των άλλων θεών των Εθνών, αλλά ακόμα και αν θα μπορούσαμε να είμαστε τόσο αποξενωμένοι από τον Θεό και να ζούμε χωρίς την καθοδήγηση της πίστης μέσω των Γραφών, από την άλλη, ακόμα και αν θα μπορούσαμε να είχαμε τόση ευχαρίστηση από την ενασχόληση της κοσμικής μωρίας και εξαιτίας της κοσμικής μας φιλοσοφίας θα μπορούσαμε να είμαστε τόσο άχρηστοι στον εαυτό μας, εμείς, παρ' όλα αυτά, μπορέσαμε να αναγνωρίσουμε ότι όλα αυτά τα πράγματα είναι αντίθετα με την πίστη μας, και αφού απομακρύναμε τους θεούς των Εθνών, γελάσαμε με την κοσμική τους μωρία και αθλιότητα, και διαβάζουμε τα έργα τους για την εκπαίδευση του μυαλού[11].»
Στο παραπάνω απόσπασμα υπάρχουν κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία. Κατ' αρχάς πρέπει να ειπωθεί, ότι ήδη τρεις ακαδημαϊκοί επιχείρησαν να το αναλύσουν: η M. Veroneze, o S. Fernandez Ardanaz και η Virginia Burrus. Η πρώτη, στην ανάλυσή της για την παγανιστική παιδεία του Πρισκιλλιανού, όταν φτάνει στο παραπάνω απόσπασμα από την Απολογητική Βίβλο του, συμπεραίνει ότι ο Πρισκιλλιανός έχει πλέον εγκαταλείψει, ότι έχει μάλιστα απορρίψει τις προηγούμενες σπουδές του[12].
Το πόσο επιφανειακή είναι μία τέτοια ανάλυση και πόσο μακριά από την αλήθεια, μπορεί να το καταλάβει κανείς, όταν μελετώντας το κείμενο βρει ότι το “διαβάζουμε” που γράφει ο Πρισκιλλιανός είναι σε χρόνο ενεστώτα. Πρόκειται δηλαδή για πράξη που εξακολουθεί να γίνεται. Επίσης, οφείλει να λάβει ο μελετητής υπόψη του ότι στο απολογητικό αυτό κείμενο, ο συντάκτης απολογείται για συγκεκριμένες κατηγορίες. Κατηγορίες που αφορούν πράξεις που εξακολουθούν να γίνονται (σύμφωνα με το κατηγορητήριο) μέχρι τότε και όχι κάποτε, όχι δηλαδή στα χρόνια της νιότης του.
Το συγκεκριμένο απόσπασμα αφορούσε την κατηγορία της ειδωλολατρίας και οι κατήγοροι είχαν προσκομίσει ως αποδεικτικά στοιχεία ειδώλια, τα οποία είχε στην κατοχή του ο Πρισκιλλιανός. «Είναι αλήθεια», λέει, «ότι προσκόμισαν εικόνες των ειδώλων».
Από την πλευρά του ο S. Fernandez Ardanaz θεωρεί ότι οι οπαδοί του Πρισκιλλιανού έκαναν πομπές και λιτανείες με τα ειδώλια[13]. Το πρόβλημά του είναι ότι χρησιμοποιεί την πολύ ελεύθερη μετάφραση των κειμένων του Πρισκιλλιανού από τον Segura Ramos[14], σε σημείο που δικαιολογείται να μην καταλαβαίνει, τι ακριβώς λέει το κείμενο. Είναι αλήθεια ότι μια κακή μετάφραση κάποιας πηγής μπορεί να καταστρέψει σειρά ερευνών και στην συνέχεια να πρέπει να χυθεί πολύ μελάνι, για να διορθωθούν οι εσφαλμένες αντιλήψεις. Γι' αυτό και ο γράφων περίμενε σειρά ετών μέχρι να έλθει στην κατοχή του η μετάφραση του Marco Conti, πριν αποφασίσει ν' ασχοληθεί με τον Πρισκιλλιανό.
Για να επανέλθει όμως το θέμα στο απόσπασμα, η Virginia Burrus θέτει την ανάλυσή του σε πιο ρεαλιστική βάση γι' αυτό και παρατίθεται η γνώμη της αυτούσια:
«Έχοντας καταλήξει την μακροσκελή συζήτηση για την κατάλληλη μετάφραση [σ.μ. του συμβολισμού] των ζώων στην Γραφή, ο Πρισκιλλιανός προχωρά στο να λάβει υπόψη του τις εικόνες των ειδώλων, 'του Κρόνου, της Αφροδίτης, του Ερμή, του Δία, του Άρη, και όλων των άλλων θεών των Εθνών' τις οποίες προσκόμισαν για να τον κατηγορήσουν οι αντίπαλοί του. Ο Πρισκιλλιανός εκφράζει την έκπληξή του για το ότι “με αυτά τα πράγματα αμφισβητείται η πιστότητα της δήλωσής μας” . Παρόλα αυτά, αυτής της διαμαρτυρίας προηγείται μια σειρά περίτεχνων δευτερευουσών προτάσεων με σκοπό να αμβλύνουν τις εντυπώσεις [σ.μ. και εδώ φαίνεται καθαρά αυτό που λέει και ο Σουλπίκιος Σεβήρος για την ρητορική δεινότητα του] και αναφέρονται σε μια εποχή που ο Πρισκιλλιανός 'ζούσε αποξενωμένος από τον Θεό και αμόρφωτος στην πίστη μέσω των γραφών', 'έβρισκε ευχαρίστηση στις ενασχολήσεις με την κοσμική μωρία', και – πολύ σημαντικό - είχε μορφωθεί με έργα της κλασσικής παιδείας που περιείχαν μνείες στους παγανιστικούς θεούς. Με αυτόν τον τρόπο ο Πρισκιλλιανός προτείνει, χωρίς να δηλώνει ξεκάθαρα, ότι τέτοιου είδους αναγνώσεις έγιναν στο μακρινό παρελθόν και επιπρόσθετα επιμένει ότι ακόμα και όταν διαβάζει αυτά τα έργα, 'αναγνώριζε ότι ήταν αντίθετα στην πίστη μας' και 'γελούσε με την κοσμική μωρία και αθλιότητα αυτών των οποίων τα έργα διαβάζουμε χάριν της μάθησης'. Παρά την αποποίηση της ευθύνης του, ο Πρισκιλλιανός φαίνεται να έχει επίγνωση του ότι τα αναγνώσματά του στην παγανιστική λογοτεχνία τον εκθέτουν σε κατηγορίες ειδωλολατρίας, και ο τρόπος που εκφράζεται αφήνει περιθώρια να υποτεθεί ότι τέτοια αναγνώσματα δεν περιορίζονταν μόνο στην νεότητά του[15].»
Αυτός ο διφορούμενος τρόπος έκφρασης του Πρισκιλλιανού είναι διάχυτος σε όλο το έργο του. Αφήνει υπόνοιες ότι κάτι κρύβεται από πίσω και πρέπει ο μελετητής να ασχοληθεί εκτενέστερα με τις λεπτομέρειες για να μπορέσει να φτάσει στη ρίζα του προβλήματος, ώστε να ανακαλύψει την αλήθεια. Όμως και μόνο το γεγονός ότι εξακολουθεί να διαβάζει την κοσμική λογοτεχνία, την στιγμή που είναι ιερέας και επίσκοπος, είναι καταδικαστέο, όπως αναφέρει ο αγ. Ιερώνυμος στην Επιστολή 21 Στον Δάμασο:
«Αλλά όπως είναι, βλέπουμε ακόμα και ιερείς του Θεού να προσβάλλουν τα Ευαγγέλια και τους προφήτες, διαβάζοντας κωμωδίες, παραθέτοντας ερωτικά αποσπάσματα από βουκολικούς στίχους, λατρεύοντας τον Βιργίλιο και οικειοθελώς καθιστώντας τον εαυτό τους ένοχο γι' αυτό που στην περίπτωση των παιδιών γίνεται από καταναγκασμό[16].»
Αν, λοιπόν, ο Πρισκιλλιανός είχε περιοριστεί στην ανάγνωση της παγανστικής γραμματείας κατά τα νεανικά του χρόνια θα ήταν κάτι φυσικό, μέρος του κύκλου των σπουδών του. Σε αυτή την περίπτωση δεν θα χρειαζόταν να απολογείται ενώπιον σεβάσμιων ιερέων. Κανείς δεν θα τον κατηγορούσε. Προφανώς, λοιπόν, και συνεχίζει την ανάγνωση της παγανιστικής γραμματείας. Στην απολογία του δεν το αρνείται, αλλά δικαιολογεί το γεγονός, ότι διαβάζει δηλαδή για εκπαιδευτικούς λόγους.
Ωστόσο, το να επικαλείται εκπαιδευτικούς λόγους δεν είναι αρκετά πειστικό. Διότι για εκπαιδευτικούς λόγους θα διάβαζε είτε Όμηρο, αν πρόκειται για αρχαία ελληνική γραμματεία, είτε Βιργίλιο, αν πρόκειται για λατινική, είτε οποιονδήποτε άλλον από τους κλασσικούς, που ούτως ή άλλως διδάσκονταν στους μαθητές. Τίθεται, λοιπόν το ερώτημα τι από την θύραθεν σοφία διάβαζε ο Πρισκιλλιανός, ώστε να προκαλέσει τις υποψίες των συγχρόνων του;
Το ότι αναφέρει την sapienta saeculari[17] (κοσμική σοφία) παραπέμπει σε φιλοσοφία. Ωστόσο, η προσπάθειά του να εισάγει δυαρχία στην θεολογία του με αποτέλεσμα έναν εκχριστιανισμένο δυισμό, οδηγεί την Virginia Burrus να αποκλείσει την μελέτη πλατωνικών κειμένων[18]. Από την άλλη, η μεθοδολογία του για την απόκτηση της γνώσης του Θεού, όπως αυτή περιγράφεται στο De Trinitate Fidei Catholicae, πρέπει να στρέψει τον ερευνητή σε ενδεχόμενες νεοπλατωνικές επιρροές (Πρόκλος). Αν τώρα αυτό συνδυαστεί με την δεδομένη αγάπη του για την μελέτη των απόκρυφων κειμένων, τα οποία και με πάθος υπερασπίζεται στην τρίτη πραγματεία του Liber de Fide et de Apocryphis, ακολουθώντας μάλιστα την υπερασπιστική γραμμή του Ωριγένη, καθώς και με το γεγονός, ότι κάνει χρήση στοιχείων που βρίσκονται πέρα από τα διαθέσιμα απόκρυφα και ακόμη και σήμερα δεν μπορούν να εντοπιστούν σε κάποια από αυτά, τότε θα πρέπει να ερευνηθούν επιρροές από κείμενα του εβραϊκού γνωστικισμού-αρχαία κείμενα της Καμπαλά.
4.7.4 Οι γνωστικές επιρροές του
Θα δώσουμε ένα παράδειγμα. Στην απολογία του καταδικάζει την λατρεία του Σατανά:
«Ας είναι ανάθεμα αυτοί που λατρεύουν με τις άθλιες καθιερωμένες τελετές τους τον Σάκλας, Νεβροήλ, Σαμαήλ, Βελζεβούλ, Νασβοδέο, Βελίαρ και όλους τους ομοίους τους, διότι είναι δαίμονες, και όσους λένε ότι πρέπει να λατρεύονται· και όλα αυτά, όπως διαβάζουμε στις Γραφές του Θεού, τα καταδικάζουμε, απεχθανόμενοι την επιμονή της δαιμονικής ευφυΐας· όποιες μεταμφιέσεις, μορφές, ονόματα ο διάβολος μπορεί ν' αλλάξει, γνωρίζουμε ότι δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο από διάβολος και είτε ονομάζεται Αββαδών στα εβραϊκά, ή Απόλλων στα ελληνικά ή Εξολοθρευτής (Exterminans) στα λατινικά... γνωρίζουμε ότι είναι ο διάβολος...[19]»
Η αναζήτηση των ονομάτων αυτών θα μας δώσει κάποια πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για το ποια βιβλία διάβαζε ο Πρισκιλλιανός. Τα “Σάκλας” (στα αραμαϊκά σημαίνει σαχλός) και “Σαμαήλ” βρίσκονται στο Απόκρυφο του Ιωάννη, ένα γνωστικό κείμενο του Β' αι, το οποίο ανήκει στον κύκλο της λατρείας του Σηθ[20]. Είναι τα δύο από τα τρία ονόματα του μεγαλύτερου Άρχοντα, του πρώτου όντος Yaltabaoth[21]. Σάκλας είναι το δεύτερο όνομα του Yaltbaoth και Σαμαήλ το τρίτο. Στο Υπόστασις των Αρχόντων, ένα επίσης γνωστικό κείμενο της βιβλιοθήκης Nag Hammadi, το οποίο ο Marvin Meyer τοποθετεί στον κύκλο της λατρείας του Σηθ[22]:
«Η Ζωή, κόρη της Πίστης-Σοφίας, φώναξε και είπε σ' αυτόν 'Κάνεις λάθος Σάκλα!'- για τον οποίο το εναλλακτικό όνομα είναι Yaltabaoth[23].»
Επίσης στην Αποκάλυψη του Αδάμ, Σάκλας είναι το όνομα του δημιουργού θεού, που θέλει να καταστρέψει την ανθρωπότητα[24]. Σ' αυτή την περίπτωση, όμως, αξίζει να παρατεθούν τα στοιχεία του απόκρυφου από τον ίδιο τον μεταφραστή του κειμένου, τον George W. MacRae:
«Η Αποκάλυψη του Αδάμ μπορεί να καθοριστεί ως σηθιανή πραγματεία, με την έννοια του ότι αναφέρεται στον Σηθ και τους απογόνους του, ως παραλήπτες και φορείς της Γνωστικής παράδοσης. Το αν έχει κάποια σχέση με τους Σηθιανούς, όπως αυτοί απεικονίζονται στα αντιαιρετικά έργα, ωστόσο, παραμένει αβέβαιο.
Είναι φανερό ότι η Αποκάλυψη του Αδάμ στηρίζεται περισσότερο στην αποκαλυπτική εβραϊκή παράδοση· στην πραγματικότητα, το κείμενο μπορεί να αντιπροσωπεύει ένα μεταβατικό στάδιο στην πρόοδο από την Ιουδαϊκή στην Γνωστική αποκάλυψη. Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η χρονολόγησή του πρέπει να είναι πολύ πρώιμη, κάπου μεταξύ α' και β' αι. μ.χ.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός, ότι η Αποκάλυψη του Αδάμ δεν περιλαμβάνει θέματα, τα οποία να είναι κατηγορηματικά χριστιανικά. Ως εκ τούτου, κάποιοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτή η πραγματεία φανερώνει την ύπαρξη κάποιου είδους Γνωστικισμού, ο οποίος, αν και όχι χριστιανικός, παρ' όλα αυτά περιλαμβάνει έναν καλά ανεπτυγμένο μύθο που προλέγει για κάποιον ουράνιο σωτήρα[25].»
Συμπεραίνει, λοιπόν, κανείς ότι ο Πρισκιλλιανός διάβαζε, εκτός από τα κείμενα του χριστιανικού γνωστικισμού και κείμενα εβραϊκού γνωστικισμού. Συνεχίζοντας με την αναζήτηση των ονομάτων των δαιμόνων, όσων αναφέρονται στην απολογία του, φτάνουμε στην Νεβροήλ, η οποία παρουσιάζεται ως θηλυκός δαίμονας. Αναφέρεται σε διάφορα γνωστικά κείμενα, όπως το κοπτικό Ευαγγέλιο των Αιγυπτίων (ΙΙΙ.2:57.10-58.2), τα κοπτικά Κεφάλαια 56 (137.12-144.12). Σύμφωνα με τον μύθο, του οποίου την προέλευση θα δούμε αμέσως μετά, η Νεβροήλ είναι σύντροφος του Ashqalun ή Asaqlun ή Σάκλα, που είδαμε πριν. Μαζί παγιδεύουν τα σωματίδια του φωτός που είναι οι ψυχές.Από αυτές τις μεν άρρενες ψυχές καταβροχθίζει ο Σάκλας, τις δε θηλυκές η Νεβροήλ. Στην συνέχεια έρχονται σε επαφή και έτσι γεννάται ο Αδάμ και η Εύα.
4.7.5 Μανιχαϊκή ερμηνευτική βιβλικών χωρίων
Η προέλευση του μύθου αυτού είναι μανιχαϊκή. Τον ίδιο τον μύθο στην αρχική μανιχαϊκή μορφή του τον καταγράφει ο Samuel N.C. Lieu στο βιβλίο του Manichaeism in the Later Roman Empire and Medieval China, στη σειρά Wisenschaftliche Untersuchungen zum Neuen Testament 63 (Tübingen 1992), p.19-20. Ενδιαφέρον έχει η υποσημείωση για την προέλευση του μύθου:
«Μια λεπτομερή και γραφική εκδοχή της δαιμονικής διαδικασίας της δημιουργίας δίδεται σε ένα σημαντικό μεσο-περσικό κείμενο από το Turfan διατηρημένο κυρίως σε τέσσερις διπλούς και ένα μονό πάπυρο (αναφέρει τις κωδικές ονομασίες των παπύρων)... Δεν υπάρχει δυτική πηγή του Μανιχαϊσμού, η οποία να αναφέρει το επεισόδιο με τις ίδιες ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Το μέσο-περσικό έργο θα μπορούσε να αναγνωριστεί με εσωτερικές ενδείξεις, ως ένα από τα πρώιμα έργα του Μάνι[26].»
Γιατί είναι σημαντικό, αυτό που γράφει ο Samuel Lieu; Διότι, ενώ στην απολογία του ο Πρισκιλλιανός καταδικάζει τους Μανιχαίους και τα πιστεύω τους, στην αμέσως επόμενη ενότητα δείχνει ότι αποδέχεται την μυθολογία τους, όπως αποδέχεται και όλα τα Απόκρυφα. Ερμηνεύει μάλιστα το περιστατικό της Γένεσις, όπου περιγράφεται η αποπλάνηση της Εύας, με βάση τον μανιχαϊκό μύθο, από τον Σάκλα.
Στο Ευαγγέλιο των Αιγυπτίων, όμως, ο Σάκλας και η Νεβροήλ δεν γεννούν τον Αδάμ και την Εύα, αλλά δώδεκα «βοηθούς αγγέλους». Στην περίπτωση του αυτούσιου μανιχαϊκού κειμένου, γεννούν τον Αδάμ και την Εύα. Και στις δύο περιπτώσεις έργο τους είναι να φυλακίσουν σωματίδια φωτός, δηλ. Ψυχές, γι' αυτό και ονομάζονται «βοηθοί άγγελοι». Ενδεχομένως, λοιπόν, ο Πρισκιλλιανός να είχε στη διάθεση του κείμενο, το οποίο θα μπορούσε να αποδοθεί στον Μάνη.
Η χρήση απόκρυφων και αντικανονικών κειμένων για την ερμηνεία ενός βιβλικού επεισοδίου, δεν περιορίζεται μόνο σε αυτήν την περίπτωση. Στην απολογία του, πριν τον αναθεματισμό όσων λατρεύουν τους δαίμονες, δίνει εκτενή ανάλυση του συμβολισμού των ζώων στην Γραφή, πάλι με την χρήση γνωστικής-μανιχαϊκής μυθολογίας, για να ερμηνεύσει αναφορές σε ζώα μέσα στα κανονικά κείμενα της Αγίας Γραφής[27]. Και αυτό το κάνει όπως ο Δαβίδ, ο οποίος “δεν φοβάται τους ταύρους και τα μοσχάρια”[28], σε αντίθεση με τους κατηγόρους του, των οποίων:
«το ακάθαρτο μυαλό των σχισματικών ας διαβάσει και ας το σκεφτεί και αν μπορεί ν' αλλάξει και να μη χαθεί, ας μη χαθεί[29].»
Το πόσο προκλητικός γίνεται εδώ ο Πρισκιλλιανός, μόλις που χρειάζεται να το πούμε. Όχι μόνο διότι επιμένει στην χρήση Αποκρύφων, για τα οποία στην τρίτη πραγματεία του καταλήγει ότι η ίδια η Γραφή τον προστάζει να τα μελετά, ούτε διότι με υπερφίαλο τρόπο προτάσσει την δική του ερμηνεία ως αυθεντική, αλλά κυρίως διότι αντιστρέφει τους ρόλους και από κατηγορούμενος γίνεται κατήγορος και ζητά από τους κατηγόρους του να μεταστραφούν αν μπορούν (converti potest) στην δική του πλάνη.
Το ότι αν δεν μεταστραφούν στην δική του ερμηνεία, ορθή κατά την γνώμη του, τότε θα χαθούν, θα αφανιστούν (perire), δείχνει πόσο ζωτικής σημασίας είναι η ορθή γνώση της συμβολικής ερμηνείας των ζώων στην σωτηριολογία του. Απ' αυτό φαίνεται ο γνωστικός χαρακτήρας της σωτηριολογίας του.
4.7.6 Παγανιστικές τελετές
Ερχόμαστε τώρα σε ένα άλλο βασανιστικό ερώτημα, το οποίο αφορά την έκθεση ως αποδεικτικών στοιχείων των ειδωλίων (idolicas formas) αρχαίων θεών. Εδώ τίθενται κάποια σοβαρά ερωτήματα. Πού βρήκαν οι κατήγοροι του Πρισκιλλιανού αυτά τα ειδώλια; Βρίσκονταν στην οικία του ή μήπως σε κάποιο χώρο συναθροίσεων της ομάδας του; Γιατί κατείχαν τέτοια ειδώλια, την στιγμή που λίγο πριν στην Απολογία του γράφει ο ίδιος:
«Ομολογούμε ό,τι πιστεύουμε και, καθώς μελετάμε τις Γραφές, απαρνούμαστε το είδωλο των δαιμόνων και κατανοούμε, όπως έχει γραφεί 'τὰ βαθέα τοῦ σατανᾶ'[30], γνωρίζοντας , όπως λέει ο απόστολος, ότι κανένας δεν μας ελευθέρωσε από το σώμα αυτό του θανάτου παρά η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού[31];»
Για άλλη μια φορά η απολογία του είναι ανειλικρινής. Τα στοιχεία εναντίον του είναι απτά, επιβαρυντικά και επιβεβαιώνουν τις κατηγορίες, την στιγμή που ο ίδιος δεν τα αναιρεί, αλλά προσπαθεί να τα κουκουλώσει με αόριστες δηλώσεις ορθοφροσύνης. Δεν δίνει κάποιες εξηγήσεις.
Την απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα την δίνει ο Ορόσιος. Στο έργο του Commonitorium de errore Priscillianistarum et Origenistarum[32], όχι μόνο κατηγορεί τους Πρισκιλλιανιστές για την εξάσκηση αστρολογικών πρακτικών, αλλά παραθέτει ένα υποτιθέμενο απόσπασμα από επιστολή του ίδιου του Πρισκιλλιανού[33].
Εξηγεί την ενασχόλησή του με την αστρολογία και το ενδιαφέρον του για την συμβολική χρήση των ζώων στην Γραφή, κυρίως όμως στα Απόκρυφα. Ακόμη περισσότερο, αλλού στην Απολογία του ταυτίζει τα ζώα αυτά με τους επτά πλανητικούς ειδωλολατρικούς θεούς και επίσης με τα γνωστικά ονόματα των δαιμόνων που αναφέρει: Σάκλας, Νεβροήλ, Σαμαήλ, Βελζεβούλ, Νασβοδέος και Βελίαρ. Αυτή η ταύτιση έχει πηγή προέλευσής της το Απόκρυφο του Ιωάννη, όπου ο λάγνος πρώτος άρχων Yaltabaoth εμφανίζεται ως λεοντόμορφο φίδι. Οι πλανητικές δυνάμεις του Yaltabaoth παίρνουν την μορφή ζώων, όπως λιοντάρι, γάιδαρος, ύαινα, φίδι, δράκος, πίθηκος και η έβδομη ως φωτιά[34].
Τα ειδώλια, λοιπόν, είναι πέντε και αντιστοιχούν στους πέντε ανάλογους αστρολογικούς πλανήτες, με τους άλλους δύο να είναι ο Ήλιος και η Σελήνη. Τα ειδώλια δηλαδή χρησίμευαν στην άσκηση της αστρολογίας και βέβαια, ήταν σύμβολα των όσων δεν μαρτυρούσε ανοικτά ο Πρισκιλλιανός.
4.7.7 Η απατηλή απολογητική
Όσον αφορά τον Ήλιο και τη σελήνη, τώρα θα φανεί η μεγάλη απάτη της Απολογίας του. Γράφει στην έντονη από μέρους του καταδίκη των Μανιχαίων:
«Ας είναι ανάθεμα αυτός που δεν καταδικάζει τον Μάνη και τα έργα του, τα δόγματά του και τους θεσμούς του· και εφόσον εμείς καταδιώκουμε ιδιαίτερα τις αισχύνες του με το ξίφος μας, αν ήταν δυνατόν θα τους στέλναμε στην κόλαση ή, αν υπάρχει, σε ένα μέρος χειρότερο από την Γεένη και σε ένα συνεχές και ατέλειωτο μαρτύριο, όπου ούτε το πυρ σβήνει, ούτε ο σκώληξ τελευτά. Και εφόσον η ακαθαρσία τους δεν κρύφτηκε από την θεία δίκη, τα αδικήματά τους αναφέρθηκαν στα κοσμικά δικαστήρια επίσης. Πράγματι, πέρα από το γεγονός ότι ανακηρύσσουν με λάθος πεποιθήσεις ότι ο ήλιος και η σελήνη είναι πρυτάνεις αυτού του κόσμου, τους θεωρούν θεούς, αν και έχει γραφτεί: 'τί φωτεινότερον ἡλίου; καὶ τοῦτο ἐκλείπει'[35].»
Καταδικάζει, δηλαδή, τους Μανιχαίους που λατρεύουν τον ήλιο και τη σελήνη ως θεούς. Ο Αλέξανδρος Λυκοπολίτης, όμως, συγγραφέας μίας μικρής πραγματείας σε είκοσι έξι κεφάλαια κατά των Μανιχαίων, ξεκαθαρίζει ότι αυτοί δεν λάτρευαν τον ήλιο και τη σελήνη, αλλά μελετούσαν τις κινήσεις τους. Στο παρακάτω απόσπασμα ο συγγραφέας τοποθετεί τον ρόλο τους στην μανιχαϊκή κοσμολογία:
«Για τον λόγο αυτό ο θεός έκανε έλεος και έστειλε άλλη δύναμη που την λέμε Δημιουργό, ο οποίος, όταν ήρθε και πήρε την δημιουργία στα χέρια του, διαχώρισε από την ύλη αυτό το κομμάτι της δύναμης, που δεν είχε επιτραπεί να αναμιχθεί με τρόπο αντίθετο στη φύση του και έγινε πρώτα ο ήλιος και η σελήνη.
Με εκείνο το τμήμα, το οποίο αναμίχθηκε με την κακία, τους αστέρας και ολόκληρο τον ουράνιο θόλο [έφτιαξε]. Το τμήμα από το οποίο διαχωρίστηκε ο ήλιος και η σελήνη απομακρύνθηκε από τον κόσμο· αυτή είναι μία φωτιά που καίει αφενός, αλλά είναι δυσδιάκριτη και χωρίς φως, και σχεδόν παρόμοια με την νύχτα, αφετέρου.
Αναφορικά με τα άλλα στοιχεία, φυτά και ζώα, που ζουν, η θεϊκή δύναμη έχει αναμιχθεί με αυτά με αφύσικο τρόπο. Γι' αυτό, λοιπόν, έγινε και ο κόσμος, και σ' αυτόν ο ήλιος και η σελήνη, για να αποχωρίζουν και προς τον θεό να παραπέμπουν, μέσω των γεννήσεων και των θανάτων, την δύναμη την θεία της ύλης...
Και είναι εμφανές το πράγμα, και θα μπορούσε να πει κάποιος, ακόμα και σε τυφλό. Διότι, όταν η σελήνη αυξάνει, παραλαμβάνει την δύναμη που αποχωρίζεται από την ύλη, μέχρι να συμπληρωθεί ο χρόνος που γίνεται πλήρης. Όταν γίνει πλήρης, στον χρόνο που μειώνεται, αναπέμπει [την δύναμη που διαχωρίστηκε από την ύλη] στον ήλιο· αυτός την παραπέμπει στον θεό.
Όταν το εκτελέσει αυτό ο ήλιος, αποδέχεται πάλι από την επόμενη πανσέληνο την μετοίκηση της ψυχής προς αυτόν· και αφού την παραλάβει κατά παρόμοιο τρόπο την αφήνει αυτόματα να πάει προς τον θεό. Και αυτό κάνει πάντα[36].»
Και παρακάτω, στο κεφάλαιο 5, φανερώνει την πραγματική πίστη των Μανιχαίων για τον ήλιο και την σελήνη:
«Τά μέν κεφαλαιωδέστερα ὧν λέγουσιν, ἐστί ταῦτα. Τιμῶσι δέ μάλιστα ἥλιον καί σελήνη, οὐχ ὡς θεούς, ἀλλ' ὡς ὁδόν δι' ἧς ἔστι πρός Θεόν ἀφίκεσθαι[37].»
Η μαρτυρία του Αλέξανδρου αναιρεί τον αναθεματισμό του Πρισκιλλιανού. Διότι ο δεύτερος αναθεματίζει τους Μανιχαίους που λατρεύουν τον ήλιο και τη σελήνη ως θεούς και ο πρώτος λέει ότι δεν τους λατρεύουν ως θεούς, αλλά ως τρόπο προς τον θεό. Ποιους λοιπόν Μανιχαίους αναθεματίζει ο Πρισκιλλιανός; Διότι τέτοιοι Μανιχαίοι δεν υπάρχουν και ο αναθεματισμός είναι κενός περιεχομένου. Πρόκειται δηλαδή για ένα τέχνασμα του ιδίου, που αναθεματίζει χωρίς να αναθεματίζει αυτά που πραγματικά πιστεύει.
Στην άποψη που θέλει τον Πρισκιλλιανό να μην γνωρίζει αρκετά καλά το τι πραγματικά πίστευαν οι Μανιχαίοι, η απάντηση είναι ότι είχε μελετήσει και υπερασπίζονταν με πάθος όλα εκείνα τα απόκρυφα κείμενα στα οποία περιέχεται ο μανιχαϊκός μύθος της δημιουργίας, όπως φαίνεται και από την ερμηνεία της αποπλάνησης της Εύας από τον Σάκλας που είδαμε παραπάνω. Και βέβαια, το να πούμε ότι δεν γνώριζε σε ποιον θεό πίστευαν οι Μανιχαίοι, δεν καθιστά λιγότερο άκυρο τον αναθεματισμό του.
Μια άλλη άποψη θέλει τον Πρισκιλλιανό να υπερβάλει σκόπιμα, ώστε με εντονότερο τρόπο να δείξει ότι δεν ασχολείται με την αστρολογία. Αλλά αυτό μοιάζει μάλλον με συγκάλυψη, παρά με άρνηση. Και η συγκάλυψη είναι σημάδι ενοχής μάλλον, παρά αθωότητας. Διότι, ενώ απευθύνεται σε σεβάσμιους ιερείς (beatissimi sacerdotes) υπεκφεύγει να κάνει κατηγορηματικές δηλώσεις, αλλά προτιμά τα λογοπαίγνια[38].
4.7.8 Η σύνοδος της Σαραγόσσα
Για να επανέλθουμε στα ιστορικά στοιχεία της ζωής του Πρισκιλλιανού, η διάδοση των ιδεών και η αύξηση της κοινότητας των ακολούθων του ανησύχησε τον Υγίνο, που τότε ήταν επίσκοπος στην Κόρδοβα. Αυτός με την σειρά του ανέθεσε την αντιμετώπιση του θέματος στον Υδάτιο, ο οποίος ήταν επίσκοπος στην Εμερίτα. Η Εμερίτα ήταν η πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας της Λουσιτανίας, η σημερινή Merida.
Ο Υδάτιος ξεκίνησε αμέσως το έργο της αντιμετώπισης της αίρεσης και επιδόθηκε σε μία σειρά αντιπαραθέσεων με τον Πρισκιλλιανό. Τον κατηγόρησε για Μανιχαϊσμό και αυτή η κατηγορία είχε ως αποτέλεσμα την σύγκληση συνόδου στην Καισαραυγούστα, την τωρινή Σαραγόσσα, στις 4 Οκτωβρίου του 380 μ.Χ. Ο Πρισκιλλιανός και οι ακόλουθοί του δεν παρουσιάστηκαν στην σύνοδο. Γι' αυτά ο Σουλπίκιος Σεβήρος αναφέρει τα κάτωθι:
«Έτσι, μετά από πολλές αντιπαραθέσεις μεταξύ τους (σ.τ.μ εννοεί μεταξύ του Υδάτιου και του Πρισκιλλιανού), τις οποίες δεν αξίζει να αναφέρουμε, συγκλήθηκε μια σύνοδος στη Σαραγόσσα, στην οποία εμφανίστηκαν ακόμα και επίσκοποι από την Ακουιτανία. Αλλά οι αιρετικοί δεν ταξίδεψαν για να θέσουν εαυτούς στην κρίση της συνόδου· ωστόσο, εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση εναντίον τους ερήμην, και οι επίσκοποι Ινστάντιος και Σαλβιανός καταδικάστηκαν μαζί με τον Ελπίδιο και τον Πρισκιλλιανό, που ήταν λαϊκοί.
Επιπροσθέτως, η ίδια ποινή θα επιβάλλονταν σε όποιον δεχόταν τα καταδικασμένα πρόσωπα σε κοινωνία. Και εμπιστεύθηκαν το καθήκον στον Ιθάκιο, που ήταν επίσκοπος Sossuba (σ.τ.μ. Στην σημερινή Πορτογαλία), να φροντίσει ότι η απόφαση των επισκόπων θα ανακοινώνονταν σε όλους, και ότι ο Υγίνος ειδικά θα έπρεπε να αποκοπεί από την κοινωνία, διότι, αν και ήταν ο πρώτος που είχε ξεκινήσει τις διαδικασίες ενάντια στους αιρετικούς, είχε εκπέσει μετά με επονείδιστο τρόπο και τους δέχθηκε σε κοινωνία.
Στο μεταξύ, ο Ινστάντιος και ο Σαλβιανός, έχοντας καταδικαστεί από την κρίση των κληρικών, χειροτονούν ως επίσκοπο τον Πρισκιλλιανό στην Αρελάτη, ενώ ήταν λαϊκός αλλά συνάμα και αιτία όλων αυτών των προβλημάτων, ενώ είχε ήδη καταδικαστεί μαζί τους στη σύνοδο της Σαραγόσσα[39].»
Το γιατί δεν παρουσιάστηκε ο Πρισκιλλιανός στη σύνοδο, το εξηγεί στην δεύτερη πραγματεία του, η οποία είναι απολογία που απευθύνεται στον πάπα Δάμασο:
«Ως εκ τούτου, στην επισκοπική σύνοδο που έγινε στην Καισαραυγούστα κανείς μας δεν έλαβε μέρος στη δίκη (ή δεν εκπροσωπήθηκε), κανένας δεν κατηγορήθηκε, κανένας δεν βρέθηκε ένοχος, κανένας δεν καταδικάστηκε, κανένα έγκλημα δεν καταγράφηκε στο όνομά μας, είτε εκ προθέσεως ή ως πράξη, κανένας δεν είχε -δεν θα έλεγα την ανάγκη, αλλά ακόμα και την έγνοια να παρασταθεί.
Εκεί, δεν γνωρίζω ποια κατασκευασμένη απόδειξη παρουσιάστηκε από τον Υδάτιο, η οποία θα έπρεπε να εκδόσει τέτοιου είδους διάταγμα για να διωχθεί ο τρόπος της ζωής· κανείς μας δεν επιτιμήθηκε εκεί, ενώ η επιστολή σας, στην οποία διατάξατε σύμφωνα με τις αρχές του Ευαγγελίου, ότι τίποτα δεν πρέπει να κριθεί ενάντια σε αυτόν που είναι απών και δεν έχει ανακριθεί ακόμη, επικράτησε ειδικά ενάντια στην αδικία[40].»
Τι έκανε δηλαδή ο Πρισκιλλιανός; Απουσίασε σκόπιμα από την σύνοδο, ώστε εκ των υστέρων να κάνει αυτό που σήμερα στην δικονομία ονομάζεται ανακοπή ερημοδικίας. Κατά παρόμοιο τρόπο δεν παρουσιάστηκε στην σύνοδο στα Βουρδίγαλα (σημερινό Μπορντώ) το 383 μ.Χ. οπότε και θεωρήθηκε φυγόδικος.
4.7.9 Το ταξίδι στη Ρώμη
Έχοντας στα χέρια τους την καταδικαστική απόφαση της συνόδου οι δύο επίσκοποι Υδάτιος και Ιθάκιος κατεδίωξαν τους αιρετικούς και, απευθυνόμενοι στις κοσμικές αρχές, και ζήτησαν την απέλασή τους. Τότε ο Γρατιανός, συναυτοκράτορας του Ουαλεντινιανού Β' στις επαρχίες Γαλατίας, Βρεττανίας και Ισπανίας από το 375 έως το 383 μ.Χ., εξέδωσε διάταγμα που έστελνε τους αιρετικούς σε εξορία. Η κίνηση αυτή των επισκόπων καταδικάζεται στο Χρονικό από τον Σουλπίκιο Σεβήρο, ο οποίος την χαρακτηρίζει “άφρονη”[41]. Ακολουθούσε δηλαδή την γνώμη του μέντορά του Αγ. Ματρίνου της Τουρώνης. Η συνέχεια από τον ίδιο:
«Τότε οι Ινστάντιος, Σαλβιανός και Πρισκιλλιανός ξεκίνησαν για την Ρώμη, με σκοπό να παρουσιαστούν στον Δαμάσο, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή επίσκοπος της πόλης, ώστε να απαλλάξουν τον εαυτό τους από τις κατηγορίες που τους βάραιναν. Το ταξίδι τους οδήγησε μέσα από την καρδιά της Ακουιτανίας, και αφού έγιναν δεκτοί με μεγάλες τιμές από όσους δεν ήξεραν καλύτερα, διέδωσαν τον σπόρο της αίρεσής τους.
Περισσότερο διέφθειραν με τις διαβολικές διδασκαλίες τους κατοίκους της Ελύσωνος[42], οι οποίοι είχαν τότε καλή και ευλαβή προδιάθεση. Τους έδιωξε από το Μπορντώ ο Δελφίνος (σ.τ.μ. Επίσκοπος της περιφέρειας), αλλά αυτοί επέμεναν να βρίσκονται στην επικράτεια της Ευχρωτίας και μόλυναν μερικούς με τις πλάνες τους.
Έπειτα συνέχισαν το ταξίδι, το οποίο είχαν ξεκινήσει, ακολουθούμενοι από μια ποταπή και αναίσχυντη συντροφιά, ανάμεσα στους οποίους ήταν και οι γυναίκες τους, αλλά και ξένες γυναίκες. Στους αριθμούς τους συγκαταλέγονταν η Ευχρωτία και η κόρη της Προκούλα· για την τελευταία διαδίδονταν πως όταν έμεινε έγκυος από τον Πρισκιλλιανό, είχε κάνει έκτρωση με την χρήση συγκεκριμένων βοτάνων.
Όταν έφτασαν στη Ρώμη με την επιθυμία να απαλλαγούν από τις κατηγορίες ενώπιον του Δαμάσου, δεν έγιναν καν δεκτοί από αυτόν. Επιστρέφοντας στα Μεδιόλανα, ανακάλυψαν ότι ο Αμβρόσιος ήταν εξίσου αντίθετος. Τότε άλλαξαν σχέδια, έχοντας την άποψη, ότι εφόσον δεν είχαν πετύχει κάτι θετικό από τους δύο επισκόπους, που εκείνοι την εποχή κατείχαν τις υψηλότερες αρχές, ίσως με την δωροδοκία και την κολακεία, να πετύχουν αυτό που επιθυμούσαν από τον αυτοκράτορα.
Κατά συνέπεια, έχοντας πάρει με το μέρος τους τον Μακεδόνιο, ο οποίος ήταν μάγιστρος των οφίκιων, προμηθεύτηκαν μια απαλλαγή, βάσει της οποίας, αφού ακυρώνονταν οι προηγούμενες αποφάσεις, διατάσσονταν να αποκατασταθούν στις εκκλησίες τους. Βασισμένοι πάνω σ' αυτήν οι Ινστάντιος και Πρισκιλλιανός πήραν το δρόμο της επιστροφής στην Ισπανία· ο Σαλβιανός είχε πεθάνει στην πόλη· και αυτοί χωρίς καμμία αντίσταση ανέκτησαν τις εκκλησίες στις οποίες είχαν την πρωτοστασία[43].»
4.7.10 Αναταραχή στην Εκκλησία
Η δεύτερη πραγματεία του Πρισκιλλιανού είναι μια επιστολή προς τον πάπα Δάμασο. Η γραμμή της είναι απολογητική υπέρ της υποτιθέμενης ορθοφροσύνης των τριών επισκόπων, Ινστάντιου, Σαλβιανού και Πρισκιλλιανού. Από ιστορικής πλευράς έχει ενδιαφέρον, διότι περιέχει στοιχεία για γεγονότα που μπορούν να τοποθετηθούν μεταξύ των κεφαλαίων 47 και 48 της αφήγησης του Σουλπίκιου Σεβήρου. Τα γεγονότα αφορούν την διαμάχη του κύκλου του Πρισκιλλιανού και του Υδάτιου της Εμερίτα.
Στην επιστολή φυσικά αποκρύπτει τον ρόλο που ο ίδιος έπαιξε μαζί με τους ανθρώπους του στην πρόκληση της διαμάχης, η οποία κατέληξε στην καταδίκη του ως Μανιχαίου. Επίσης, προσπαθεί να διαχωρίσει την συνέχεια των γεγονότων από την σύνοδο της Σαραγόσσα μέχρι τα όσα διαδραματίστηκαν στην Εμερίτα. Ταυτόχρονα, με την γνωστή του ρητορική δεινότητα και σοφιστεία, προσπαθεί να υποβαθμίσει την σημασία της αυτοκρατορικής διαταγής.
Αρχίζει, την αφήγηση των γεγονότων μετά την Σαραγόσσα προβάλλοντας την επιθυμία του κύκλου του για ειρήνη και ενάρετη διαβίωση:
«Πράγματι, εφόσον για πολλά χρόνια είχαμε δώσει ολοκληρωτικά τον εαυτό μας στον Θεό, έχοντας ανανεωθεί με την αναγέννηση του ζώντος λουτρού και έχοντας απορρίψει το ρυπαρό σκότος των κοσμικών ενασχολήσεων, και εφόσον διαβάζουμε ότι όποιος αγαπά κάποιον περισσότερο από τον Θεό δεν μπορεί να είναι μαθητής του, ενώ κάποιοι από εμάς είχαν ήδη εκλεγεί στην υπηρεσία του Θεού στην εκκλησία, ενώ άλλοι διήγαμε βίο ανάλογο, ώστε να εκλεγούμε, επιδιώκαμε την ησυχία της καθολικής ειρήνης[44].»
Κατά την αναφορά του Πρισκιλλιανού στον Δαμάσο, την ειρήνη της συνείδησης και της Εκκλησίας διέκοψε ο Υδάτιος, κινούμενος από μια ακατανόητη εχθρότητα, μια πραγματική μανία. Και ενώ επρόκειτο για μια τοπική διαμάχη, πάντα κατά τον συντάκτη της επιστολής, το θέμα πήρε διαστάσεις, ταράσσοντας τις εκκλησιαστικές αρχές και έφτασε μέχρι τις κοσμικές αρχές[45].
Αφού εκθέτει την πίστη του στους στίχους 45-110 – εδώ μπορεί να ειπωθεί ότι ως Σύμβολο Πίστεως χρησιμοποιεί το ψευδοσύμβολο του Αθανασίου, όχι ολόκληρο – επανέρχεται στην αντιπαλότητα με τον Υδάτιο. Λέει ψευδώς ότι:
«Συνεπώς, ενώ ζούσαμε με την αλήθεια και την ακεραιότητα της πίστεως, ο Υδάτιος επέστρεψε από την σύνοδο της Σαραγόσσα χωρίς να φέρει μαζί του πίσω, ο,τιδήποτε εναντίον μας, που ο ίδιος μας είχε απαλλάξει μετά από τις συζητήσεις μαζί του στις εκκλησίες μας, και που κανένας δεν μας είχε καταδικάσει για καμμιά υποτιθέμενη κατηγορία ακόμη και ερήμην μας[46].»
Το ψεύδος των ισχυρισμών του διαπιστώνεται από την προηγούμενη αφήγηση του Σουλπίκιου Σεβήρου, όπου λέει ότι ο Υδάτιος έφερε πίσω και συνοδική καταδίκη και αυτοκρατορικό διάταγμα. Αν πάλι κάποιος θέλει να αμφισβητήσει την αφήγηση του Σουλπίκιου και να πιστέψει τον Πρισκιλλιανό, ας αναλογιστεί το εξής: είναι δύσκολο να θεωρήσει κανείς ότι ο πάπας δεν είχε ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα στην σύνοδο. Τι από τα δύο είχε γίνει, όμως, τι γνώριζε ο Δαμάσος; Ότι ο Πρισκιλλιανός είχε καταδικαστεί ή όχι; Το γεγονός ότι δεν τον δέχτηκε στην συνέχεια κατά το ταξίδι του στην Ρώμη, δείχνει ότι ο Δαμάσος γνώριζε αφενός την καταδικαστική συνοδική απόφαση και αφετέρου είχε γνωρίσει πλεόν από πρώτο χέρι, τις υπεκφυγές και τα ψέμματα του Πρισκιλλιανού, μέσω της επιστολής του. Για τα ψέμματα των αιρετικών αυτών θα αφιερώσουμε ειδικό κεφάλαιο παρακάτω.
Στην συνέχεια ο Πρισκιλλιανός αναφέρει το πρόβλημα που δημιούργησε η συμπεριφορά του Υδάτιου στην δική του τοπική εκκλησία. Ένας πρεσβύτερος κατήγγειλε τον Υδάτιο δημόσια και στην συνέχεια κυκλοφόρησε μία λίβελλος, η οποία περιείχε ακόμα πιο σκληρές κατηγορίες γι' αυτόν[47]. Προφανώς, κύκλοι του Πρισκιλλιανού είχαν προκαλέσει σκόπιμα αναταραχή στην Εκκλησία του Υδάτιου, με σκοπό να τον υποτάξουν, όπως θα φανεί αμέσως παρακάτω.
Ο δάκυλος του Πρισκιλλιανού στην πρόκλση της αναταραχής φαίνεται από την δική του ομολογία στην επιστολή:
«Μετά που συγκεντρωθήκαμε εδώ, δώσαμε στους επισκόπους Υγίνο και Συμπόσιο, των οποίων τον βίο γνωρίζετε ο ίδιος, τα εξής γράμματα 'τα πάντα έχουν γίνει άνω-κάτω· είναι ανάγκη να παρθούν μέτρα, ώστε αφού αποκατασταθεί η ειρήνη στις εκκλησίες, να διαρκέσει'. Υπήρξε μια γραπτή απάντηση, την οποία αναφέρουμε με τις ίδιες λέξεις: 'Όσον αφορά τους κοσμικούς, αν ο Υδάτιος ήταν ύποπτος γι' αυτούς, η απλή μαρτυρία της καθολικής τους δήλωσης θα ήταν αρκετή για μας· στο μέλλον θα πρέπει να συγκληθεί σύνοδος για την ειρήνη των εκκλησιών, κανείς δεν καταδικάστηκε στη σύνοδο της Σαραγόσσα'. Ποιος δεν θα εμπιστεύονταν τους συνεπισκόπους του, ειδικά όταν ένας τέτοιος ευσεβής άνθρωπος, όπως ο Συμπόσιος, ο οποίος τα έγραψε αυτά, ήταν παρὠν στη σύνοδο;[48]»
Η αναπαράσταση των γεγονότων με βάση το παραπάνω απόσπασμα είναι η εξής: ο Συμπόσιος, είχε παραστεί στην σύνοδο της Σαραγόσσα, ως επίσκοπος. Φαίνεται ότι ήταν εγκάθετος της ομάδας του Πρισκιλλιανού, από το ότι ακολουθούσε την γραμμή τους, ισχυριζόμενος επίσης ψευδώς ότι κανείς δεν καταδικάστηκε στην σύνοδο. Στην συνέχεια συνέταξε σημειώματα γι' αυτά εναντίον του Υδάτιου. Είναι πολύ πιθανόν στα σημειώματα να αναφερόταν κατηγορία κατά του Υδάτιου, επειδή έφερε το θέμα στον αυτοκράτορα και δεν περιορίστηκε στην συνοδική καταδίκη. Το ίδιο θέμα είχε προκαλέσει και την αρνητική αντίδραση του αγίου Μαρτίνου της Τουρώνης, ο οποίος είχε διακόψει και την κοινωνία μαζί του, όπως αναφέρεται στον τρίτο Διάλογο του Σουλπήκιου Σεβήρου.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από την συνέχεια της επιστολής:
«Ως εκ τούτου, επειδή φοβόταν περισσότερο απ' ότι χρειαζόταν, κατασκεύασε μια ικεσία προς τον αυτοκράτορα με ανακρίβεια, και με το να επινοηθεί μια ιστορία για συγκεκριμένα γεγονότα και ν' αποκρύψει τα ονόματά μας σε αυτήν, ζήτησε απόφαση εναντίον ψευδο-επισκόπων και Μανιχαίων και αναγκαστικά επιβλήθηκε, όσοι είχαν ακούσει τους ψευδο-επισκόπους και Μανιχαίους να είναι μισητοί[49].»
Είναι, λοιπόν, πιθανόν ο πρεσβύτερος που καταδίκασε δημόσια των Υδάτιο εν μέσω του ναού, να ήταν, όπως ο Συμπόσιος, άνθρωπος του Πρισκιλλιανού και να προσκόμισε σημείωμα του πρώτου. Η φράση, «Όσον αφορά τους κοσμικούς, αν ο Υδάτιος ήταν ύποπτος γι' αυτούς, η απλή μαρτυρία της καθολικής τους δήλωσης θα ήταν αρκετή για μας», δείχνει ότι από τον Συμπόσιο παρασύρθηκαν κάποιοι λαϊκοί και καταφέρθηκαν εναντίον του Υδάτιου, μάλιστα πρέπει να διέκοψαν και την επικοινωνία μαζί του. Για την επαναφορά τους στην εκκλησία, ο Συμπόσιος θεωρούσε ότι μια απλή δήλωση ορθοφροσύνης ήταν αρκετή.
Εκείνο που πρέπει να τονιστεί, για να φανεί το ότι το σχίσμα ήταν υποκινούμενο από τον Πρισκιλλιανό και ότι ο Συμπόσιος ήταν εγκάθετός του, είναι το ότι απευθύνθηκε και στον Υγίνο. Ο τελευταίος είχε καταδικαστεί επίσης από την σύνοδο της Σαραγόσσα, διότι είχε κοινωνία με τον Πρισκιλλιανό. Όταν, λοιπόν, γράφει αυτός στον πάπα Δαμάσο για τους δύο επισκόπους Υγίνο και Συμπόσιο “των οποίων τον βίο γνωρίζετε ο ίδιος”, πόσο αφελή και ανενημέρωτο πρέπει να τον θεωρεί! Ήταν φυσικό μετά από τέτοια υποκρισία να μην τον δεχθεί ο πάπας, όταν πήγε στην Ρώμη.
4.7.11 Η χειροτονία του Πρισκιλλιανού
Η εισαγωγική φράση του αποσπάσματος “Μετά που συγκεντρωθήκαμε εδώ” πρέπει να αναφέρεται στην χειροτονία του Πρισκιλλιανού σε επίσκοπο. Είναι γνωστό ότι μετά την σύνοδο της Σαραγόσσα οι Ινστάντιος και Σαλβιανός χειροτόνησαν τον Πρισκιλλιανό επίσκοπο. Στην σύνοδο ήταν λαϊκός. Σκοπός τους ήταν, αφενός να δώσουν μια θέση κύρους στον αρχηγό της ομάδας τους και αφετέρου να ενδυναμώσουν τον κύκλο τους με έναν ακόμη επίσκοπο. Προφανώς αυτή η κίνηση προκάλεσε την αντίδραση του Υδάτιου, ο οποίος όταν γράφει για ψευδοεπισκόπους και Μανιχαίους στην αίτησή του προς τον αυτοκράτορα, αναφέρεται στην χειροτονία του Πρισκιλλιανού. Άρα, η αίτησή του έπεται της χειροτονίας.
Χρονικά, δηλαδή, η αίτηση πρέπει να τοποθετηθεί τότε και αυτό δικαιολογεί το γιατί δεν αρκούσε η συνοδική καταδίκη. Διότι στην σύνοδο ο Πρισκιλλιανός ήταν ακόμη λαϊκός, δεν είχε χειροτονηθεί επίσκοπος, οπότε η συνοδική απόφαση τον αντιμετώπιζε ως τέτοιο, ως λαϊκό. Δεν υπήρχε συνοδική απόφαση να τον καθαιρεί ή να προτείνει την διακοπή της κοινωνίας μαζί του. Το λάθος του Υδάτιου ήταν ότι απευθύνθηκε σε κοσμική αρχή για ένα θέμα που ήταν στην εκκλησιαστική αρμοδιότητα. Θα έπρεπε να συγκληθεί και πάλι επισκοπική σύνοδος, αλλά ο Υδάτιος δεν είχε την υπομονή να περιμένει.
Η πραγματική αιτία της αναστάτωσης ήταν η χειροτονία του Πρισκιλλιανού, ωστόσο αυτός δεν αναλαμβάνει καμμία ευθύνη στην επιστολή του προς τον πάπα. Επιρρίπτει την ευθύνη και θεωρεί υπαίτιο τον Υδάτιο και “την λύσσα του που παραληρεί σε όλο τον κόσμο και ακόμα ενάντια στις εκκλησίες[50].»
Είναι γεγονός ότι ο Πρισκιλλιανός είχε ανθρώπους λαϊκούς ανάμεσα στο εκκλησίασμα της Εμερίτα, οι οποίοι ακολουθούσαν την δική του γραμμή. Προφανώς αυτοί διέκοψαν την επικοινωνία από τον επίσκοπό τους Υδάτιο και αφορίστηκαν. Γι' αυτούς ο Συμπόσιος γράφει ότι αρκεί μια απλή δήλωση της ορθής πίστης τους για να επανέλθουν, αν “ο Υδάτιος είναι ύποπτος γι' αυτούς”[51]. Αυτή είναι μία ευθεία αμφισβήτηση, όχι μόνο του επισκοπικού κύρους του Υδάτιου, αλλά και της θέσης του ως επισκόπου. Σ' αυτό το σημείο βρίσκεται ακριβώς η σκοπιμότητα της αναταραχής που προκλήθηκε από τον Πρισκιλλιανό και την ομάδα του.
Ο Υδάτιος αμφισβητεί την επισκοπική θέση του Πρισκιλλιανού και ο Πρισκιλλιανός αυτή του Υδάτιου. Σκοπός του Πρισκιλλιανού ήταν να αναγκάσει με αυτό τον τρόπο τον Υδάτιο να τον αποδεχθεί ως επίσκοπο, και γι' αυτό προχωρά στην παρακάτω κίνηση με επίφαση την ειρήνη των εκκλησιών:
«Ωστόσο, όντας σ' αυτή την κατάσταση πήραμε την απόφαση να πάμε στην πόλη της Εμερίτα με σκοπό να δούμε προσωπικά τον Υδάτιο, ως φέροντες ειρήνη μάλλον παρά διαμάχη, μάρτυράς μας ο Θεός. Πράγματι, αν η διάθεσή μας να διαβουλευτούμε μαζί του προσωπικά ως αδελφό μάλλον παρά να τον εγκαλέσουμε ως υπαίτιο ήταν προσβολή και όχι σεβασμός, είμαστε ένοχοι· αλλά αν, κατά την άφιξή μας και καθώς μπαίναμε στην εκκλησία, δεν μας επιτράπηκε να πάμε στο πρεσβυτέριο από το εξαγριωμένο πλήθος και επιπροσθέτως δεχθήκαμε χτυπήματα, πιστεύουμε ότι αυτός που κτυπά είναι υπεύθυνος για την προσβολή και όχι αυτός που δέχεται τα κτυπήματα[52].»
Ο απολογητικός τόνος της γραφής των Πρισκιλλιανού στην επιστολή προς τον πάπα Δαμάσο δείχνει ότι ήδη έχει κατηγορηθεί για την πρόκληση των επεισοδίων. Το ότι προσπαθεί μάλιστα να πείσει ότι έδειξε σεβασμό προς τον Υδάτιο, δείχνει ότι μια από τις κατηγορίες ήταν αυτή της ανυπακοής και της διατάραξης της εκκλησιαστικής τάξης. Το ότι τον θεωρεί “αδελφό” και όχι “πατέρα”, δείχνει ότι ήδη έχει χειροτονηθεί επίσκοπος. Δεν είναι πλέον λαϊκός, όπως υποθέτουν κάποιοι μελετητές[53].
Το ταξίδι των επισκόπων Ινστάντιου, Σαλβιανού, Υγίνου, Συμπόσιου και Πρισκιλλιανού, καθώς και της συνοδείας τους στην Εμερίτα, ήταν μία κίνηση εντυπωσιασμού. Δεν πέτυχε. Στην συνέχεια έστειλαν επιστολές σε όλους του επισκόπους “ad omnes prope coepiscopos nostros”, εξιστορώντας τα γεγονότα. Το “coepiscopos” δείχνει επίσης ότι ο Πρισκιλλιανός ήταν ήδη επίσκοπος. Η απάντηση που έλαβαν ήταν λακωνική και ξεκάθαρη. Επικεντρώνονταν σε τρία σημεία. Πρώτον, έπρεπε να συγκληθεί σύνοδος για να λύσει το θέμα, δεύτερον η ορθόδοξη ομολογία πίστεως έπρεπε να γίνει δεκτή και τρίτον, όπως η χειροτονία ιερέως ήταν θέμα των ιερέων, έτσι και η υποβολή υποψηφιότητας ήταν θέμα των λαϊκών (plebe). Αυτό το τελευταίο δείχνει ότι η υποβολή υποψηφιότητας του Πρισκιλλιανού δεν είχε γίνει δεκτή από το πλήρωμα του εκκλησιάσματος. Με απλά λόγια δεν είχε συμμαρτυρία.
Πρέπει, λοιπόν, να εννοηθεί ότι ο Πρισκιλλιανός δεν είχε γίνει δεκτός στην έδρα του από το εκκλησίασμα, κάτι που μπορεί να καταλάβει κάποιος από τα εξής γεγονότα. Πρώτον, από την σπουδή του να επισημοποιήσει την χειροτονία του μέσω των αντιδρώντων επισκόπων, όπως ο Υδάτιος. Δεύτερον και σημαντικότερον, από το γεγονός, ότι στο αμέσως επόμενο διάστημα, αρχίζει ένας κύκλος ταξιδιών, στην Εμερίτα, στην Ακουιτανία, στο Μιλάνο, στην Ρώμη. Αυτά τα ταξίδια απαιτούσαν, εκτός από χρηματοδότηση - την οποία είχε εξασφαλισμένη, λόγω του ότι ο ίδιος ήταν ευπατρίδης και συνάμα είχε πλούσιους σπόνσορες, όπως η Ευχρωτία που αναφέρθηκε - και χρόνο. Δεδομένου, λοιπόν, ότι περνά τον χρόνο του σε αυτά τα ταξίδια, δεν φαίνεται να πρόλαβε να καθίσει στην έδρα της επισκοπής του πριν την απόσυρση του διατάγματος του Γρατιανού από τον Μακεδόνιο.
Λόγω της διάρκειας των ταξιδιών, αμφισβητείται η άποψη της Virginia Burrus, που θέλει τον Πρισκιλλιανό να επιστρέφει στην έδρα του, μετά την απόσυρση του διατάγματος, χωρίς ανιδράσεις και εξ αυτού να συμπεραίνει ότι η τοποθέτησή του είχε την αποδοχή του εκκλησιάσματος. Το ότι ο Μακεδόνιος, αν και μάγιστρος των οφφικίων είχε την δυνατότητα να εκδώσει απόφαση ενάντια σε προηγούμενη απόφαση αυτοκράτορα δεν οφείλεται στην πολυπλοκότητα της ρωμαϊκής διοικητικής μηχανής54, όπως αναφέρει, αλλά μάλλον στο ότι ήδη ο έπαρχος της Βρετανίας Μάξιμος είχε επαναστατήσει εναντίον του Γρατιανού. Συνεπώς η εξουσία του αυτοκράτορα Γρατιανού αμφισβητούνταν. Το έτος είναι το 383 μ.χ.
4.7.12 Η σύνοδος στα Βουρδίγαλα 384 μ.Χ.
Ο Μάξιμμος επικράτησε του Γρατιανού και αναγνωρίστηκε από τον Μέγα Θεοδόσιο αυτοκράτορας του δυτικού ρωμαϊκού κράτους το 384 μ.Χ. Σ' αυτόν απευθύνθηκε ο Υδάτιος για την επίλυση του προβλήματος που τάρασσε την εκκλησία της Ισπανίας. Ο Μάξιμος συγκάλεσε σύνοδο στο Μπορντώ την ίδια χρονιά. Η αφήγηση των γεγονότων από το Σουλπίκιο Σεβήρο έχει ως εξής:
«Τότε ακούστηκε ότι ο Μάξιμος είχε αναλάβει την αυτοκρατορική εξουσία στην Βρετανία, και θα εισέβαλε σε λίγο στην Γαλατία. Σύμφωνα μ' αυτήν, ο Ιθάκιος πήρε την απόφαση, αν και οι υποθέσεις του ήταν σε κρίσιμο σημείο, να περιμένει την άφιξη του νέου αυτοκράτορα· και ότι στην παρούσα φάση δεν έπρεπε να γίνει καμμία κίνηση.
Όταν, λοιπόν, ο Μάξιμος εισήλθε νικητής στους Τρεβήρους, έστειλε εκκλήσεις γεμάτες κατηγορίες εναντίον του Πρισκιλλιανού και των συντρόφων του. Ο αυτοκράτορας επηρεασμένος από αυτές τις καταθέσεις έστειλε επιστολές στον έπαρχο της Γαλατίας και τον διοικητή της Ισπανίας, διατάζοντας να μεταφερθούν σε σύνοδο στο Μπορντώ όλοι, όσους είχε μολύνει αυτή η αίρεση.
Σύμφωνα με αυτή [την διαταγή], ο Πρισκιλλιανός και ο Ινστάντιος μεταφέρθηκαν με συνοδία εκεί, και γι' αυτά ο Ινστάντιος κλήθηκε ν' απολογηθεί· και εφόσον δεν μπόρεσε ν' απαλλάξει τον εαυτό του, αποφασίσθηκε ότι είναι ανάξιος της έδρας του επισκοπικού αξιώματος.
Αλλά ο Πρισκιλλιανός, προκειμένου ν' αποφύγει την ακρόαση από τους επισκόπους, έκανε έκκληση στον αυτοκράτορα. Και αυτό του επιτράπηκε εξαιτίας της επιθυμίας για λύση εκ μέρους των φίλων μας, που όφειλαν είτε να έχουν περάσει μια καταδίκη ακόμα και ενάντια σ' αυτόν που αντιδρούσε, είτε, αν και οι ίδιοι θεωρούνταν ύποπτοι, θα έπρεπε να έχουν προσπαθήσει να μεταφέρουν την ακρόαση σε άλλους επισκόπους και όχι να παραπέμψουν στον αυτοκράτορα μια υπόθεση που αφορούσε τόσο προφανείς παραβάσεις[55].»
Η τελευταία πρόταση είναι ένα δριμύ κατηγορώ εναντίον του Ιθάκιου, διότι επέτρεψε ένα θέμα συνοδικής αρμοδιότητας να μεταφερθεί ενώπιον του αυτοκράτορα. Για λόγους που δεν αναφέρονται ο Ιθάκιος ανέλαβε από τον Υδάτιο την αντιμετώπιση του Πρισκιλλιανού. Ο Μάξιμος από την πλευρά του, ως νέος αυτοκράτορας, ήθελε να εμφανιστεί ως υπερασπιστής της ορθόδοξης πίστης και της εκκλησιαστικής τάξης, σε αντίθεση με τον προηγούμενο, τον Γρατιανό, ο οποίος επέτρεψε αυτή την αναταραχή. Αυτός είναι και ο λόγος για την άμεση σύγκληση της συνόδου άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του.
Το ότι μετέφερε τους Ινστάντιο και Πρισκιλλιανό με στρατιωτική συνοδεία δείχνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι ήταν ενήμερος για την άρνησή τους να παρουσιαστούν στην προηγούμενη σύνοδο στην Σαραγόσσα. Δεύτερον ότι αμφισβητούσε την νομιμότητά τους ως επισκόπους. Από την άλλη, η επιλογή του Μπορντώ ως τόπου σύγκλησης της συνόδου έγινε διότι στην Γαλατία οι υποστηρικτές επίσκοποι του Ιθάκιου ήταν περισσότεροι και, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως είχαν αρνηθεί να δεχθούν τον Πρισκιλλιανό και την συνοδεία του κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.
Σε αυτό το σημείο μπορεί να τοποθετηθεί και ο Λιθοβολισμός της Ουρβίκα από το πλήθος. Η αναφορά σε αυτήν την Ουρβίκα υπάρχει στο Χρονικό του Πρόπερου (433μ.Χ.):
«Στο Μπορντώ κάποια ακόλουθος του Πρισκιλλιανού με τον όνομα Ουρβίκα λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου από το πλήθος εξαιτίας της εμμονής της στην ασέβεια[56].»
Αυτή η Ουρβίκα αναγνωρίζεται ως η αριστοκράτισσα Πομπονία Ουρβίκα, η οποία συνδέονταν εξ αγχιστείας με τον ποιητή Αυσόνιο. Την αναφέρει στα Parentalia του και μάλιστα με τρόπο απολογητικό για την συμπεριορά της. Την εποχή εκείνη ήταν χήρα και το πιο πιθανό είναι ότι είχε προσηλυτιστεί στην αίρεση κατά το προηγούμενο ταξίδι του Πρισκιλλιανού, όταν ο τελευταίος διέμενε στην έπαυλη της Ευχρωτίας. Ο σύζυγός της Ιουλιανός Κένσορ ήταν σεβαστό μέλος και εγκωμιάζεται επίσης στο ποίημα του Αυσόνιου. Προφανώς το ζεύγος ήταν πάτρωνές του.
4.7.13 Η έκκληση στον αυτοκράτορα
Η κίνηση του Πρισκιλλιανού να κάνει έκκληση στον αυτοκράτορα θ' αποδειχθεί λάθος. Ο ίδιος ένιωθε φαίνεται πολύ σίγουρος για τις ρητορικές του ικανότητες και είχε την σιγουριά ότι θα κέρδιζε μία υπόθεση, η οποία σε επίπεδο εκκλησιαστικού δικαίου είχε χαθεί στην σύνοδο του Μπορντώ. Προφανώς εκτίμησε λάθος τις διαθέσεις του νέου αυτοκράτορα. Ο δεύτερος ένιωθε πολύ ικανοποιημένος, διότι αναμιγνύονταν σε μία εκκλησιαστική υπόθεση, και με την δημιουργία προηγούμενου θα επανακαθόριζε τα όρια αρμοδιότητας εκκλησίας και πολιτείας.
Η κατηγορία για αίρεση δεν ήταν της αρμοδιότητάς του και ναι μεν κανονιζόταν με εκκλησιαστικές ποινές που επιβάλλονταν από σύνοδο, δεν προβλεπόταν, όμως, θανατική ποινή από το κοσμικό ποινικό δίκαιο. Γι' αυτό και ο Πρισκιλλιανός δικάστηκε με την κατηγορία της μαγείας. Σ' αυτήν προστέθηκε και η κατηγορία της σεξουαλικής ανηθικότητας. Ήδη το έδαφος ήταν προετοιμασμένο, καθώς, όπως είδαμε παραπάνω ο Πρισκιλλιανός είχε αποκτήσει κακή φήμη, κατά τη συναναστροφή του με την Ευχρωτία και την Προκούλα.
Για την δεύτερη ήταν πλέον κοινό μυστικό, ότι είχε μείνει έγκυος από τον Πρισκιλλιανό και είχε αποβάλει με την χρήση βοτάνων. Αυτή η πρακτική χρήση βοτάνων για την διακοπή εγκυμοσύης ενέπιπτε στα όρια της μαγείας και το γεγονός ότι είχε χρησιμοποιηθεί για κακό σκοπό, επέσυρε την θανατική ποινή.
Ο Πρισκιλλιανός μεταφέρθηκε στους Τρεβήρους για να δικαστεί από τον αυτοκράτορα. Η αφήγηση του Σουλπίκιου Σεβήρου λέει τα παρακάτω:
«Έτσι, λοιπόν, όλοι όσους αφορούσε η διαδικασία μεταφέρθηκαν μπροστά στον αυτοκράτορα. Οι επίσκοποι Υδάτιος και Ιθάκιος ακολούθησαν ως κατήγοροι· και με κανέναν τρόπο δεν θα έψεγα τον ζήλο τους στο να ανατρέψουν τους αιρετικούς αν δεν αγωνίζονταν για την νίκη με μεγαλύτερη επιμέλεια από την αρμόζουσα.
Και η αίσθησή μου είναι πραγματικά, ότι οι κατήγοροι ήταν εξίσου προσβλητικοί με τους κατηγορούμενους. Υποστηρίζω ότι ο Ιθάκιος δεν είχε σίγουρα καμμιά αξία ή αγιότητα πάνω του. Διότι ήταν ένας θρασύς, φλύαρος, αγενής και ακραίος άνθρωπος· υπερβολικά αφιερωμένος στις απολαύσεις των αισθήσεων.
Έφτασε μάλιστα σε τέτοιο σημείο ανοησίας, ώστε να κατηγορήσει όλους αυτούς τους ανθρώπους, οπωσδήποτε αγίους, που είτε έβρισκαν απόλαυση στο διάβασμα, είτε το έκαναν σκοπό τους να ζουν ασκώντας την νηστεία, ως φίλους του Πρισκιλλιανού.
Ο κακόμοιρος και άθλιος τόλμησε να ορμήσει και να κατηγορήσει δημόσια για αίρεση ακόμη και τον Μαρτίνο (σ.τ.μ. Μιλά για τον άγιο Μαρτίνο της Τουρώνης), που ήταν εκείνη την εποχή επίσκοπος, και άνθρωπος που άξιζε να τον συγκρίνουν με τους Αποστόλους.
Διότι ο Μαρτίνος, έχοντας εγκατασταθεί τότε στους Τρεβήρους, δεν σταμάτησε να γίνεται φορτικός στον Ιθάκιο, ότι έπρεπε να παραιτηθεί των κατηγοριών του, ή να μεσολαβήσει στον Μάξιμο να μην χύσει το αίμα των δύστυχων που ανακρίνονταν.
Επέμενε, ότι ήταν αρκετό το να εκδιωχθούν από τις εκκλησίες, έχοντας κριθεί αιρετικοί από την καταδίκη των επισκόπων. Ήταν μία λανθασμένη και ανήκουστη αναξιοπρέπεια, το ότι ένας κοσμικός άρχοντας θα έκρινε μια εκκλησιαστική υπόθεση.
Στην πραγματικότητα, όσο ήταν παρών ο Μαρτίνος, η δίκη αναβαλλόταν· όταν επρόκειτο ν' αφήσει αυτόν τον τόπο, με την επιρροή του απέσπασε υπόσχεση από τον Μάξιμο, ότι κανένα σκληρό μέτρο δεν θα παρθεί ενάντια στους ενόχους. Στην συνέχεια, αφού παρασύρθηκε ο αυτοκράτορας από τους Μάγνο και Ρούφο, και τον περιέστρεψαν από τον μαλακότερο τρόπο που ο Μαρτίνος τον είχε συμβουλέψει, εμπιστεύθηκε την υπόθεση στον πρεφέκτο Ευόδιο, άνθρωπο ισχυρού και αυστηρού χαρακτήρα.
Αυτός δίκασε τον Πρισκιλλιανό σε δύο δίκες, και τον καταδίκασε για κακή συμπεριφορά. Ο Πρισκιλλιανός δεν αρνήθηκε ότι είχε ενδώσει σε άσεμνα δόγματα· ότι είχε προχωρήσει σε νυκτερινές συναντήσεις με αχρείες γυναίκες και είχε προσευχηθεί γυμνός. Στην συνέχεια ο Ευόδιος τον έκρινε ένοχο και τον έστειλε πίσω στην φυλακή, μέχρι να συμβουλευτεί τον αυτοκράτορα. Το θέμα τότε αναφέρθηκε με κάθε λεπτομέρεια στο παλάτι, και ο αυτοκράτορας διέταξε να θανατωθούν ο Πρισκιλλιανός και οι φίλοι του[57].»
Η ομολογία του Πρισκιλλιανού επιβεβαίωσε τις κατηγορίες που του αποδίδονταν για Μανιχαϊσμό (studuisse doctrinis), μαγεία (nocturnos conventus) και ανηθικότητα (nudumque orare). Η αξιοπιστία του Σουλπίκιου Σεβήρου επιβεβαιώνεται και από μία επιστολή του Μάξιμου στον πάπα Σιρίκιο. Σε αυτήν ο Μάξιμος αναφέρει στον Ρωμαίο επίσκοπο ότι κάποιοι Μανιχαίοι καταδικάστηκαν, αφού ομολόγησαν πράξεις “τόσο κακές και αηδιαστικές”, ώστε δεν μπορεί να τις διατυπώσει χωρίς να κοκκινίσει από ντροπή, ωστόσο πρέπει ν' αναφέρει τα γεγονότα τις δίκης[58].
Την ίδια εποχή ο άγιος Αυγουστίνος άκουσε επίσης στην Ρώμη για τους Μανιχαίους στην Γαλατία, οι οποίοι ομολόγησαν τις ανώμαλες σεξουαλικές πρακτικές τους, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν και η βρώση σπέρματος, όπως αναφέρει[59]. Προφανώς η πληροφορία έφτασε στον άγιο Αυγουστίνο από τα πρακτικά της δίκης που στάλθηκαν στον Σιρίκιο.
Με βάση την ομολογία του ο Πρισκιλλιανός βρέθηκε ένοχος και καταδικάτηκε για maleficium, δηλαδή μαγεία. Ο Ευόδιος ανέφερε την καταδίκη στον Μάξιμο και ο αυτοκράτορας αποφάσισε ως ποινή, την εκτέλεση με ξίφος. Μαζί του εκτελέστηκαν δύο ιερείς, ο Ευτυχιανός και ο Αρμένιος, και δύο λαϊκοί, η Ευχρωτία και ο Ισπανός ποιητής Λατρονιανός[60].
Η τελευταία φορά που θανατική ποινή απείλησε τους Μανιχαίους ήταν επί Διοκλητιανού. Λέμε απείλησε διότι δεν υπάρχει καταγεγραμμένη περίπτωση Μανιχαίου, που να εκτελέστηκε από τον Διοκλητιανό. Αντίθετα, υπάρχουν πάμπολες περιπτώσεις Χριστιανών που διώχθηκαν στους χρόνους του[61].
Μετά την υπό εξέταση δίκη, ο όρος “Priscillianistae” εμφανίζεται σε πέντε αντιαιρετικούς νόμους στον Θεοδοσιανό Κώδικα. Δύο εξ αυτών εκδόθηκαν στην Δύση[62] και σχετίζονται με την σέκτα της Ισπανίας. Οι υπόλοιποι τρεις εκδόθηκαν στην Ανατολή και αφορούν την μοντανιστική σέκτα της Πρισκίλλας.
4.7.14 Η αντίδραση της Εκκλησίας στην εκτέλεση αιρετικού
Πρόβλημα δημιουργήθηκε εντός της εκκλησίας λόγω της μεταφοράς ενός εκκλησιαστικού θέματος στον αυτοκράτορα. Η μία παράμετρος του προβλήματος είχε να κάνει με την προσφυγή του ίδιου του Πρισκιλλιανού στον Μάξιμο. Ως ενέργεια θα εξεταστεί αμέσως παρακάτω, σε σχέση με τα όσα ο ίδιος ο Πρισκιλλιανός είχε γράψει στην απολογία του στον πάπα Δαμάσο. Εξάλλου νομικά ήταν κατοχυρωμένος να το πράξει και εν τέλει απέβη εις βάρος του.
Η δεύτερη παράμετρος του προβλήματος είχε να κάνει με την παράσταση του επισκόπου Ιθάκιου, ως πολιτική αγωγή με σημερινούς όρους. Αυτή η ενέργειά του προκάλεσε την αντίδραση των υπολοίπων επισκόπων, όχι μόνο διότι περιέπλεκε τις αρμοδιότητες επισκόπου και αυτοκράτορα, αλλά και διότι δημιουργούσε δικαστικό προηγούμενο, με την επιβολή της θανατικής καταδίκης. Αυτή η ποινή προβλέπονταν για την άσκηση μαγείας, όχι για αίρεση. Η εκκλησία δεν ήθελε την επέκταση της ποινής και σε περίπτωση αίρεσης. Αυτό γίνεται κατανοητό και από τις ποινές που προέβλεψε ο νομοθέτης μετά από αυτήν την δίκη και βρίσκονται στον Θεοδοσιανό Κώδικα.
Βλέποντας αυτές τις ποινές που είναι αστικού χαρακτήρα μπορεί να καταλάβει κάποιος ότι η αντίδραση της εκκλησίας αποσόβησε τον κίνδυνο της επέκτασης της θανατικής ποινής στους αιρετικούς. Τους προστάτεψε. Η αντίδραση της Εκκλησίας ήταν έντονη και εδώ θα αναφερθούν δύο περιπτώσεις.
Η πρώτη περίπτωση αφορά τον Αμβρόσιο Μεδιολάνων. Την εποχή της δίκης εστάλη ως εκπρόσωπος του Διοκλητιανού Β' στους Τρεβήρους για διαπραγματεύσεις με τον Μάξιμο. Επρόκειτο για μια διπλωματική αποστολή με πολιτικές διαστάσεις, άσχετη με την δίκη του Πρισκιλλιανού. Στην επιστολή που έστειλε στην συνέχεια ο Αμβρόσιος στον Διοκλητιανό, ως αναφορά πεπραγμένων γράφει και τα εξής:
«Αλλά αργότερα όταν ανακάλυψε ότι δεν θα κοινωνούσα με τους επισκόπους, οι οποίοι κοινωνούσαν μαζί του ή που ζητούσαν τον θάνατο των οποιονδήποτε, ακόμα και αν αυτοί ήταν αιρετικοί, αγρίεψε και με διέταξε ν' αναχωρήσω χωρίς καθυστέρηση.
Κι εγώ, αν και πολλοί νόμιζαν ότι θα στεναχωρηθώ, αναχώρησα χαρούμενος, θρηνώντας μόνο για το ότι ο επίσκοπος Υγίνος, τώρα σχεδόν στα τελευταία του, στέλνονταν στην εξορία.
Και όταν έκανα έκκληση στους φρουρούς του για να μην υποφέρει γέρος άνθρωπος, επειδή μεταφέρονταν χωρίς μαξιλάρι ή κουβέρτα για ν' αναπαύεται, με έδιωξαν κακήν κακώς[63].»
Ο άγιος Αμβρόσιος έκοψε την κοινωνία με τους επισκόπους που κοινωνούσαν με τον Μάξιμο, ως μέτρο πίεσης προς αυτούς, ώστε είτε να τον συνετίσουν και να μην καταδικάσει σε θάνατο τους αιρετικούς, είτε να αποσυρθούν από δημόσιοι κατήγοροι, όπερ και εγένετο, όπως θα δούμε παρακάτω.
Άλλη μια περίπτωση σχετική με την αντίδραση της εκκλησίας βρίσκεται στον Τρίτο Διαλογο του Σουλπίκιου Σεβήρου, και αφορά τον άγιο Μαρτίνο της Τουρώνης. Η πηγή αναφέρει:
«Ο αυτοκράτορας Μάξιμος, ενώ σε άλλα θέματα ήταν αναμφίβολα ένας καλός άνθρωπος, παρασύρθηκε από τις συμβουλές κάποιων ιερέων μετά τον θάνατο του Πρισκιλλιανού. Ως εκ τούτου προστάτευε με την βασιλική του εξουσία τον επίσκοπο Ιθάκιο, ο οποίος ήταν ο κατήγορος του Πρισκιλλιανού και άλλων από τους συνεργάτες του που δεν χρειάζεται να κατονομάσουμε.
Ο αυτοκράτορας εμπόδιζε τον οποιονδήποτε από το να κατηγορήσει τον Ιθάκιο, ότι υπό την καθοδήγησή του, ένας άνθρωπος είχε καταδικαστεί σε θάνατο. Ο Μαρτίνος αναγκασμένος να εμφανιστεί στην αυλή από τις υποθέσεις ανθρώπων που υπέφεραν, δέχθηκε όλη την δύναμη της καταιγίδας που λυσσομανούσε εκεί.
Οι επίσκοποι που συνήχθησαν στους Τρεβήρους ήταν υπό περιορισμό σε αυτήν την πόλη, και κοινωνώντας καθημερινά με τον Ιθάκιο, είχαν κάνει κοινό μέτωπο μ' αυτόν. Όταν τους ανακοινώθηκε ενώ δεν το περίμεναν, ότι έρχεται ο Μαρτίνος, τα έχασαν εντελώς, και άρχισαν να τρέμουν και να μουρμουρίζουν μεταξύ τους.
Και συνέβη τότε, επηρεασμένος ο αυτοκράτορας από αυτούς, ν' αποφασίσει να στείλει μερικούς τριβούνους εφοδιασμένους με απόλυτη εξουσία στις δύο Ισπανίες, να ερευνήσουν για αιρετικούς και όταν τους βρουν να τους αφαιρέσουν την ζωή και την περιουσία.
Δεν χωρούσε αμφιβολία ότι η θύελλα θα ξεσπούσε και στους πραγματικούς αγίους, καθώς δεν θα μπορούσαν να τους ξεχωρίσουν. Διότι, υπ' αυτές τις συνθήκες, η απόφαση παιρνόταν απλά από την εμφάνιση, ώστε κάποιος θεωρούνταν αιρετικός όταν χλώμιαζε από τον φόβο του, ή φορούσε συγκεκριμένο ένδυμα, παρά από την ομολογία της πίστεως.
Και οι επίσκοποι γνώριζαν ότι αυτές οι διαδικασίες δεν θα άρεσαν καθόλου στον Μαρτίνο· έχοντας επίγνωση της κακίας τους, αυτό τους προκαλούσε βαθιά ανησυχία, από φόβο μήπως όταν έρθει δεν θα κοινωνήσει μαζί τους· διότι γνώριζαν πολύ καλά ότι και άλλοι θα ακολουθούσαν το παράδειγμά του και την γενναία στάση που αυτός ο τολμηρός άνθρωπος είχε υιοθετήσει.
Κατέστρωσαν, λοιπόν, ένα σχέδιο με τον αυτοκράτορα, οι αξιωματούχοι της αυλής που θα στέλνονταν να τον συναντήσουν· θα απαγόρευαν στον Μαρτίνο να πλησιάσει την πόλη, εκτός και αν δήλωνε ότι θα έκανε ειρήνη με τους επισκόπους που ζούσαν εκεί.
Αυτός επιδέξια οδήγησε σε αποτυχία το σχέδιό τους, λέγοντας ότι θα τους επισκεφτεί με την ειρήνη του Χριστού. Τελικά, έχοντας εισέλθει κατά την διάρκεια της νύκτας, πήγε στην εκκλησία μόνο για να προσευχηθεί.
Την επομένη μετέβη στο παλάτι. Ανάμεσα στα άλλα αιτήματα που είχε να παρουσιάσει, και θα ήταν άσκοπο να περιγράψουμε, το ακόλουθο ήταν το κύριο· ικεσίες από τον αυλικό Ναρσή και τον πρόεδρο Λευκάδιο, οι οποίοι ανήκαν αμφότεροι στο κόμμα του Γρατιανού με περισσή αφοσίωση, αν και δεν είναι του παρόντος να πλατειάζουμε γι' αυτό, και είχαν προκαλέσει την οργή του κατακτητή· αλλά η πρώτη του απαίτηση ήταν οι τριβούνοι να μην σταλούν στις Ισπανίες με εξουσία ζωής και θανάτου.
Διότι ο Μαρτίνος είχε μια ευσεβή φροντίδα να σώσει από τον κίνδυνο, όχι μόνο τους πραγματικούς Χριστιανούς που θα διώκονταν από την εκστρατεία σ' εκείνη την περιοχή, αλλά να προστατεύσει ακόμα και τους ίδιους τους αιρετικούς[64].»
Είναι πράγματι πολύ σημαντικό του παράδειγμα ενός τόσο μεγάλου αγίου, όπως ο Μαρτίνος της Τουρώνης, με δεδομένη ορθή πίστη στον Χριστό και άνωθεν δεδειγμένη αγιότητα στην βιωτή, να φροντίζει και να μεριμνά για την επιβίωση των αιρετικών. Αυτή είναι η ορθή στάση της Εκκλησίας απέναντί τους και όχι η μεταγενέστερη δυσφημιστική στάση και πρακτική της παπικής Ιεράς Εξέτασης. Και σίγουρα όχι των αναφερόμενων στα γεγονότα αυτά επισκόπων, οι οποίοι παρασύρθηκαν από προσωπικά φιλόδοξα, πολιτικά ή άλλα σίγουρα χαμερπή, όχι όμως θεολογικά ή εκκλησιαστικά κίνητρα. Και συνεχίζει ο Σουλπίκιος Σεβήρος:
«Στο μεταξύ, οι επίσκοποι με τους οποίους δεν είχε κοινωνία ο Μαρτίνος, πήγαν έντρομοι στον αυτοκράτορα, παραπονούμενοι ότι είχαν καταδικαστεί εκ των προτέρων· ότι ίσχυε για όλους, ό,τι ίσχυε για τον καθένα ξεχωριστά, αν η αυθεντία του Μαρτίνου διατηρούσε την ισχυρογνωμοσύνη του Θεόγνητου, ο οποίος τους είχε καταδικάσει δημόσια· ότι δεν έπρεπε να έχει γίνει δεκτός εντός των τειχών· ότι δεν ήταν πλέον μόνο συνήγορος των αιρετικών, αλλά και υποστηρικτής τους· και ότι δεν είχαν πετύχει τίποτα με την καταδίκη του Πρισκιλλιανού, αν ο Μαρτίνος συμπεριφέρονταν ως εκδικητής του.
Τελικά, γονυπετείς και με θρήνους, έπεισαν τον αυτοκράτορα να αντιτάξει την ισχύ του έναντι ενός ανθρώπου. Και ο αυτοκράτορας δεν ήθελε πολύ να δώσει στον Μαρτίνο την ίδια καταστροφή με τους αιρετικούς. Παρόλο που ήταν διατεθειμένος να κάνει αυτή την μεγάλη χάρη στους επισκόπους, δεν αγνοούσε ότι ο Μαρτίνος υπερείχε όλων των θνητών στην πίστη, την αγιότητα και την μεγαλοσύνη.
Γι' αυτό δοκίμασε έναν άλλο τρόπο να καταφέρει το καλύτερο με τον άγιο άνθρωπο. Πρώτα τον δέχθηκε κατ' ιδίαν και του συμπεριφέρθηκε με τον καλύτερο τρόπο, βεβαιώνοντάς ότι οι αιρετικοί είχαν καταδικαστεί με δημόσιες δίκες, όχι με διώξεις ιερέων· και ότι δεν υπήρχε λόγος να θεωρεί ότι η κοινωνία με τον Ιθάκιο και τους υπολοίπους ήταν κάτι αξιόμεμπτο.
Πρόσθεσε ότι ο Θεόγνητος είχε προκαλέσει σχίσμα, μάλλον από προσωπικό μίσος, παρά για τον λόγο που υποστήριζε· και ότι στην πραγματικότητα, αυτός ήταν ο μόνος που στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, είχε διαχωρίσει τον εαυτό του από την κοινωνία, ενώ καμιά καινοτομία δεν είχε γίνει από τους υπόλοιπους.
Τόνισε μάλιστα ότι μια σύνοδος, που είχε συγκληθεί μόλις πριν λίγες μέρες, είχε αποφασίσει ότι ο Ιθάκιος δεν ήταν αξιοκατάκριτος και δεν μπορούσε να κατηγορηθεί για σφάλμα. Όταν ο Μαρτίνος δεν εντυπωσιάστηκε καθόλου από αυτές τις ανακοινώσεις, ο βασιλιάς άναψε από θυμό και τον έδιωξε από μπροστά του· ενώ χωρίς καθυστέρηση ανέθεσε σε ανθρώπους την εκτέλεση αυτών, για τους οποίους είχε παρακαλέσει ο Μαρτίνος[65].»
Σε αυτό το μικρό κεφάλαιο ο Σουλπίκιος Σεβήρος παρουσιάζει την πλήρη αντίθεση μεταξύ του εκκοσμικευμένου φρονήματος μερικών επισκόπων στην Δύση και της ασκητικής εφαρμογής του ευαγγελίου, μέσα από την αντίθεση στη στάση και αντιμετώπιση του εν λόγω ζητήματος.
Οι Διάλογοι γράφτηκαν διότι ο Σουλπίκιος Σεβήρος κατηγορήθηκε ότι έγραψε πολλά ψέμματα στον Βίο του αγίου Μαρτίνου[66]. Οι κατηγορίες προέκυψαν από την αρνητική στάση των επικριτών του αγίου για την ασκητική βιωτή του, η οποία του είχε ευρεία λαϊκή απήχηση, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τον φθόνο. Μαζί με τον επίσης ασκητή Παυλίνο έλεγξαν την χλιδή της Γαλατο-Ρωμαϊκής αριστοκρατίας[67] και προκάλεσαν τον φθόνο του κλήρου της Ρώμης[68]. Ο Μαρτίνος κατηγορήθηκε επίσης για Μανιχαϊσμό, λόγω της υποστήριξής του στον Πρισκιλλιανό και τους Ισπανούς ασκητές[69]. Αποφάσισε, λοιπόν, να μην έχει κοινωνία με τους άλλους επισκόπους, ούτε από την θέση του ηγουμένου του μοναστηριού, ούτε από την επισκοπική έδρα.
Ο Σεβήρος πρόβαλε την ζωή του Μαρτίνου θέλοντας να δείξει ότι η Δύση μπορούσε επίσης να παράγει μεγάλους ασκητές, όπως ακριβώς και η Ανατολή. Προβάλλοντας το κοσμικό φρόνημα των συγκεκριμένων επισκόπων απέδειξε ότι ο αληθινός Χριστιανός είναι ο ασκητής Χριστιανός. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έδειξε ότι ο αληθινός Χριστιανός είναι αυτός που μεριμνά για την μετάνοια των αιρετικών και όχι αυτός που επιδιώκει την θανατική καταδίκη τους.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της διαλεκτικής που αναπτύχθηκε στην Γαλατία με το ασκητικό φρόνημα επισκόπων και αγίων όπως ο Μαρτίνος από την μια και το κοσμικό φρόνημα παρατρεχάμενων της εξουσίας επισκόπων όπως ο Ιθάκιος και η παρέα του από την άλλη, η δίκη του Πρισκιλλιανού, έδινε όπλα στην φαρέτρα των δεύτερων, όπως οι ίδιοι τουλάχιστον φαντάζονταν, και την ευκαιρία στους πρώτους να παραδειγματίσουν. Από την συκοφαντία δεν ξέφυγαν οι άγιοι, όπως για παράδειγμα ο άγιος Ιερώνυμος, ο οποίος επίσης συκοφαντήθηκε ως Μανιχαίος.
Στην επιστολή του προ τον Ευστόχιο ο άγιος Ιερώνυμος αναφέρει ότι πολλοί Χριστιανοί στην Ρώμη συνδέουν την νηστεία και το χλωμό και θλιμμένο πρόσωπο με τον Μανιχαϊσμό. Σχολιάζει μάλιστα ότι κάποιοι του επιτέθηκαν φραστικά στηριζόμενοι αποκλειστικά στην εμφάνιση και τους τρόπους του[70]. Λίγα χρόνια αργότερα ο Ιοβιανός επανέλαβε τις κατηγορίες εναντίον του αγίου για Μανιχαϊσμό[71].
Ας μην βιαστεί, όμως, κάποιος να υποθέσει ότι ο Πρισκιλλιανός κατηγορήθηκε άδικα, όπως οι άγιοι. Κανένας, ούτε ο Μαρτίνος, ούτε ο Ιερώνυμος δεν οδηγήθηκαν ενώπιον συνόδου ή ακόμα και του ίδιου του αυτοκράτορα, κάτι το οποίο εξόρκισαν με ειλικρινείς και πειστικές ομολογίες. Ο λόγος που αναφέρεται η στάση τους τόσο εκτενώς είναι για να φανεί ότι ούτε ο αληθινός Χριστιανός, ούτε η Εκκλησία ζητούν τον θάνατο του αιρετικού.
Η περιπέτεια του αγίου Μαρτίνου συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στο επόμενο κεφάλαιο δεκατρία του Διαλόγου:
«Όταν αυτό έγινε γνωστό στον Μαρτίνο, έτρεξε βιαστικά στο παλάτι, αν και ήταν ακόμη νύκτα. Δεσμεύτηκε ότι αν αυτοί οι άνθρωποι έβρισκαν χάρη, θα κοινωνούσε· μόνο να ανακαλούνταν οι τριβούνοι που είχαν σταλεί στις Ισπανίες για την καταστροφή των εκκλησιών.
Χωρίς καθυστέρηση ο Μάξιμος εκπλήρωσε όλα όσα ζήτησε. Την επόμενη μέρα κανονίστηκε η χειροτονία του Φήλικος, ανθρώπου με μεγάλη αγιότητα, αναμφίβολα, και πραγματικά άξιου να γίνει ιερέας σε καλύτερους χρόνους.
Ο Μαρτίνος συμμετείχε στην κοινωνία εκείνη την ημέρα, κρίνοντας καλύτερο να υποχωρήσει για λίγο, παρά να διακινδυνεύσει την ασφάλεια αυτών που πάνω από τα κεφάλια τους κρέμονταν σπαθί. Όπως και να έχει, αν και οι επίσκοποι επιχείρησαν το ακραίο να τον βάλουν να βεβαιώσει την κοινωνία μαζί τους, υπογράφοντας το όνομά του, δεν μπόρεσαν να τον αναγκάσουν να το πράξει.
Την επομένη, καθώς αναχώρησε βιαστικά από το μέρος εκείνο και πήρε τον δρόμο της επιστροφής, γέμισε θλίψη από το γεγονός ότι είχε συναναστραφεί μαζί τους έστω και για λίγη ώρα, και όχι μακριά από το χωριό με το όνομα Ανδεθαννά, εκεί στο ξέφωτο που πρόσφερε απομόνωση, κάθισε καθώς οι σύντροφοί του προχώρησαν παραπέρα.
Εκεί έπεσε σε βαθειά περίσκεψη, από την μια κατηγορώντας και από την άλλη υπερασπίζοντας την αιτία της θλίψης. Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του ένας άγγελος και είπε 'Δίκαια, ω Μαρτίνε, αισθάνεσαι τύψεις, αλλά δεν θα μπορούσες αλλιώς να βγεις από τη δύσκολη θέση. Συνέχισε την αρετή σου εκ νέου, μάζεψε το κουράγιο σου, διότι όχι μόνο εξέθεσες την φήμη σου, αλλά και την σωτηρία σου σε κίνδυνο'. Γι' αυτό έκτοτε δεν είχε κοινωνία με την μερίδα του Ιθάκιου[72].»
4.7.15 Η υποκρισία της στάσης του Πρισκιλλιανού
Η επιλογή του Πρισκιλλιανού να κάνει έκκληση για ακρόαση στον αυτοκράτορα γύρισε εις βάρος του. Η επιπολαιότητα της κίνησης αυτής φαίνεται όχι μόνο εκ του αποτελέσματος, αλλά και εξ όσων ο ίδιος ο Πρισκιλλιανός είχε γράψει κάποτε στην απολογία του προς τον πάπα Δάμασο. Εξηγώντας στον δεύτερο την έκκλησή τους για ακρόαση προς αυτόν κατά την διάρκεια του ταξιδιού του στην Ρώμη, αντιτιθέμενος τότε στην κίνηση του κατηγόρου του να γράψει και να στείλει επιστολή στον αυτοκράτορα, είχε σημειώσει:
«...[ο Υδάτιος] εναντιώθηκε σε όλους τους Χριστιανούς, καλώντας επίσης τον Υγίνο αιρετικό όπως και εμάς, όπως οι επιστολές του προς τις εκκλησίες επιβεβαιώνουν, και ξεκάθαρα ενήργησε έτσι ώστε να μην έχει κριτές, εφόσον τους κατασυκοφάντησε όλους με διάφορες συκοφαντίες, εμείς εμπιστευθήκαμε στον Θεό τις εκκλησίες μας, των οποίων τις επιστολές της κοινωνίας σάς στέλνουμε και πέμπουμε με την συνδρομή όλου του κλήρου και λαού και όσων από εμάς δεν μπορούσαν να έρθουν σε σας, θα θέλαμε να σας ικετεύσουμε και γι' αυτούς που είναι απόντες, κάνοντας αίτηση να ακουστούν και οι ιερείς, επειδή ο Υδάτιος ήταν αντίθετος σε αυτό, και χωρίς να αρνούμαστε δημόσια δίκη, αν αυτός το προτιμά. Και αυτός που επέλεξε να δικαστεί δεν φοβήθηκε ν' ακουστεί από κανέναν· αλλά συνέβη, είτε γιατί δεν υπήρχε ενδιαφέρον, είτε από κακή διάθεση – ο Θεός θα το κρίνει – ο κυαίστωρ, αν και ανήγγειλες σωστές ικεσίες, άργησε να δώσει την απάντησή του. Ωστόσο, χωρίς να παραλείψουμε να προτιμήσουμε την κρίση των αγίων από αυτήν του κόσμου σε θέματα που αφορούν την πίστη, ήρθαμε στην Ρώμη, χωρίς βάρος στην καρδιά μας και επιθυμώντας μόνο αυτό, να έρθουμε σ' εσάς, που είστε ο πρώτος...[73]»
Ο ίδιος στον Κανόνα του στις επιστολές του αποστόλου Παύλου παρουσιάζει όλα εκείνα τα βιβλικά χωρία που εξηγούν γιατί ο ιερέας δεν πρέπει να καταφεύγει στα κοσμικά δικαστήρια, αλλά στα εκκλησιαστικά:
«Κανών 46. Γιατί οι εκκλησιαστικοί δεν πρέπει να καταφεύγουν σε δημόσια δικαστήρια, για την υπεράσπισή τους, αλλά μόνο σε εκκλησιαστικά, και δεν πρέπει να κρίνουν τίποτα άδικα και πρέπει ν' αποδεικνύουν μια υπόθεση με την μαρτυρία δύο ή τριών, [και] γιατί οι άγιοι θα κρίνουν τον κόσμο και τους αγγέλους[74].»
Ο καιροσκοπισμός του Πρισκιλλιανού είναι εμφανής. Όταν διαπίστωσε ότι οι εκκλησιαστικές σύνοδοι τον κατεδίκασαν, τότε ξέχασε τα όσα ο ίδιος έγραφε για το ότι θα πρέπει οι εκκλησιαστικοί να μην καταφεύγουν στο κοσμικά δικαστήρια, αλλά να προτιμούν τα εκκλησιαστικά, και απευθύνθηκε στον αυτοκράτορα, όπου και έλαβε κοσμική ποινή.
Ο Ιθάκιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί από δημόσιος κατήγορος του Πρισκιλλιανού στην επαναληπτική δίκη, εξαιτίας της κατακραυγής των αγίων και του σχίσματος που δημιουργήθηκε:
«Αλλά ο Ιθάκιος, βλέποντας πόση αντίδραση θα ξεσήκωνε εναντίον του ανάμεσα στους επισκόπους, αν παρουσιαζόταν ως κατήγορος στην τελευταία δίκη με θανατική ποινή - διότι ήταν απαιτούμενο να επαναλαμβάνεται η δίκη -, αποσύρθηκε από την δίωξη. Η πονηριά του να πράξει έτσι ήταν μάταιη, διότι η ζημιά είχε ήδη γίνει. Κάποιος Πατρίκιος, ένας βοηθός στο θησαυροφυλάκιο, ορίστηκε τότε κατήγορος από τον Μάξιμο[75].»
Αργότερα, αναγκάστηκε να γράψει μια απολογία, για να δικαιολογήσει τον εαυτό του, όπως μας πληροφορεί ο Ισίδωρος της Σεβίλλης:
«Ο Ιθάκιος, επίσκοπος των Ισπανιών, φημισμένος και γνωστός για την ευφράδεια, έγραψε κάποιο βιβλίο σε απολογητική μορφή, στο οποίο εκθέτει τα καταραμένα δόγματα του Πρισκιλλιανού, τις τέχνες του στην μαγεία, και τις αισχρές και ασελγείς πράξεις του, δείχνοντας ότι κάποιος Μάρκος από τη Μέμφιδα, ειδικός στην μαγική τέχνη, ήταν μαθητής του Μάνη και δάσκαλος του Πρισκιλλιανού[76].»
Η αποτυχία αντιμετώπισης της αίρεσης
Η καταδίκη του Πρισκιλλιανού και των συνεργατών του σε θάνατο δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Όχι μόνο δεν περιορίστηκε η εξάπλωση της ιδεολογίας του, αλλά επεκτάθηκε και διαμόρφωσε την αίρεση που πήρε το όνομά του, Πρισκιλλιανισμός. Ο Σουλπήκιος Σεβήρος αναφέρει γι αυτά:
«Λοιπόν, μετά τον θάνατο του Πρισκιλλιανού, όχι μόνο δεν περιορίστηκε η αίρεση, η οποία με αυτόν ως αρχηγό είχε πάρει διαστάσεις, αλλά αποκτώντας δύναμη επεκτάθηκε περισσότερο. Διότι οι οπαδοί του, οι οποίοι τον τιμούσαν πριν ως άγιο, συνέχισαν να τον τιμούν και ως μάρτυρα.
Τα σώματα αυτών που θανατώθηκαν μεταφέρθηκαν στην Ισπανία, και οι κηδείες τους συνοδεύτηκαν από μεγάλη πομπή. Έφθασε στο σημείο να θεωρείται μεγάλη εκδήλωση θρησκευτικότητας το να ορκίζεται κάποιος στο όνομά του. Αλλά ανάμεσα σ' αυτούς και τους φίλους μας συνέχισε μια διαρκής διαμάχη.
Και αυτή η σύγκρουση, αφού κράτησε πενήντα χρόνια με τρομερή διαφωνία, δεν μπορούσε να σταματήσει με κανέναν τρόπο. Και τώρα όλα φαίνονται ταραγμένα και μπερδεμένα από την αποστασία, ειδικά των επισκόπων, ενώ όλα έχουν διαφθαρεί απ' αυτούς λόγω του μίσους, του εγωισμού, του φόβου, της απιστίας, του φθόνου, της διχογνωμίας, της λαγνείας, της πλεονεξίας, της υπερηφάνειας, της υπνηλίας και της απραξίας τους. Με μια λέξη, οι πολλοί αποστατούν με ανόητα σχέδια και ενάντια στους λίγους που δίνουν σοφή συμβουλή, ενώ στο μεταξύ οι άνθρωποι του Θεού, και όλοι οι εκλεκτοί είναι εκτεθειμένοι στην κοροϊδία και την προσβολή[77].»
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος συγκλήθηκε άλλη μία σύνοδος το 400 μ.Χ. στο Τολέδο, χωρίς εμφανή αποτελέσματα, γι' αυτό και επαναλήφθηκε το 418 στην Ταρραγονία. Ο πάπας Λέων Α' συγκάλεσε επίσης συνόδους το 446 και 447 μ.Χ. στην Αστόργα, το Τολέδο και την Μπράγα. Η αίρεση είχε αυξητικούς ρυθμούς καθ' όλη τη διάρκεια του Ε' αιώνα, γεγονός που οφείλεται στην κατάκτηση της Ισπανίας από τους Βάνδαλους και την απώλεια της ρωμαϊκής εξουσίας από την Ιβηρική.
Αν τώρα απομονώσουμε το ρητορικό ερώτημα του αγίου Ιερώνυμου απο την συνάφεια της επιστολής νο 133:
«Αλλά γιατί μιλάω για τον Πρισκιλλιανό, ο οποίος καταδικάστηκε από όλον τον κόσμο και εκτελέστηκε από το κοσμικό ξίφος[78].»
και το θέσουμε αυτούσιο, ως σημερινή απορία για τον λόγο συγγραφής της παρούσας εργασίας, τότε μπορούμε να το απαντήσουμε με τα λόγια του ίδιου αγίου στο πρώτο κεφάλαιο της ίδιας επιστολής:
«Ήδη πριν την άφιξη της επιστολής σου, πολλοί στην Ανατολή έχουν απατηθεί από την υπερηφάνεια που πιθηκίζει την ταπεινότητα και είπαν, όπως ο Διάβολος 'σὺ δὲ εἶπας ἐν τῇ διανοίᾳ σου· εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι, ἐπάνω τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου, καθιῶ ἐν ὄρει ὑψηλῷ, ἐπὶ τὰ ὄρη τὰ ὑψηλὰ τὰ πρὸς Βορρᾶν, ἀναβήσομαι ἐπάνω τῶν νεφῶν, ἔσομαι ὅμοιος τῷ ῾Υψίστῳ'[79]. Μπορεί άραγε να υπάρξει μεγαλύτερη αυθάδεια από το να ισχυρίζεται κάποιος όχι ομοιότητα με τον Θεό, αλλά ισότητα με Αυτόν, κι έτσι να περικλείει με λίγα λόγια τα δηλητηριασμένα δόγματα όλων των αιρετικών...;[80]»
[1] De viris illustribus 15.
[2] E.Ch. Babut, Priscillien et le Priscillianisme, Paris 1909, pp.33-44.
[3] Βλ. κεφ. 4,5,6 στους Βαλεντινιστές.
[4] Diversarum Hereseon Liber 84. Βλ. Virginia Burrus, The Making of a Heretic: Gender, Authority and Priscillianist Controversy, University of California Press 1995, pp. 125-129 για βαθύτερη ανάλυση.
[5] Sulpicius Severus, Historia Sacra II.46 1-8: «(1) Sequuntur tempora aetatis nostrae gravia et periculosa, quibus non usitato malo pollutae ecclesiae et perturbata omnia. namque tum primum infamis illa Gnosticorum haeresis intra Hispanias deprehensa, superstitio exitiabilis arcanis occultata secretis. (2) origo istius mali Oriens atque Aegyptus, sed quibus ibi initiis coaluerit haud facile est disserere; primus eam intra Hispanias Marcus intulit, Aegypto profectus, Memphi ortus. huius auditores fuere Agape quaedam, neu ignobilis mulier, et rhetor Helpidius. (3) ab his Priscillianus est institutus, familia nobilis, praedives opibus, acer, inquies, facundus, multa lectione eruditus, disserendi ac disputandi promptissimus, (4) felix profecto, si non pravo studio corrupisset optimum ingenium; prorsus multa in eo animi et corporis bona cerneres. vigilare multum, famem ac sitim ferre poterat, habendi minime cupidus, utendi parcissimus. (5) sed idem vanissimus et plus iusto inflatior profanarum rerum scientia; quin et magicas artes ab adolescentia eum exercuisse creditum est. is ubi doctrinam exitiabilem aggressus est, multos nobilium pluresque populares auctoritate persuadendi et arte blandiendi allicuit in societatem. (6) ad hoc mulieres novarum rerum cupidae, fluxa fide et ad omnia curioso ingenio, catervatim ad eum confluebant; quippe humilitatis speciem ore et habitu praetendens honorem sui et reverentiam cunctis iniecerat. (7) iamque paulatim perfidiae istius tabes pleraque Hispaniae pervaserat, quin et nonnulli episcoporum depravati, inter quos Instantius et Salvianus Priscillianum non solum consensione, sed sub quadam etiam coniuratione susceperant, (8) quoad Hyginus, episcopus Cordubensis, ex vicino agens, comperta ad Ydacium Emeritae sacerdotem referret. (9) is vero sine modo et ultra quam oportuit Instantium sociosque eius lacessens, facem quandam nascenti incendio subdidit, ut exasperaverit malos potius quam compresserit.»
[6] H. Chadwick, Priscillian of Avila.The Occult and the Charismatic in the Early Church, Oxfrord 1976, pp.20-23.
[7] E.Ch. Babut, Priscillien …, pp. 33-36.
[8] H. Chadwick, Priscillian..., p.8 , Marco Conti, Priscillian of Avila- The Complete Works, Oxford 2010 p.1.
[9] Η Βαετική (Hispania Baetica) ήταν η μία από τις τρεις ρωμαίκές επαρχότητες της Ιβηρικής χερσονήσου. Η άλλες δύο ήταν η Hispania Lusitana (δυτικά) και η Hispania Tarraconensis (βόρεια).
[10] H. Chadwick, Priscillian..., p.10.
[11] Marco Conti, Priscillian ..,p.45:Illud autem, beatisimi sacerdotes,quod idolicas formas, Saturnum, Venerem, Mercurium,, Iovem, Martem ceterosque deos gentilium protulerunt, etiamsi tam otiosi ad deum et nulla eruditi per scribturas fide viveremus, tamen cum adhuc in conversatione mundialis stultitiae delectaremur sapientia saeculari licet adhuc inutiles nois, haec tamen fidei nostrae adversacognovimus et deos gentilium depraehedentes risimus stultitias saeculares et infelicitates, quorum tamquam ad ingenii instructionem opera legebamus”.
[12] M. Veronese, Su Alcune citazioni classiche nel “corpus” priscillianista di Würzburg, στο Auctores nostri studi e testi di letteratura cristiana antica 2 (Bari 2004), pp.220-1.
[13] S. Fernandez Ardanaz, Religiosidad cosmica y simbologia pagana en Priscilliano, στο A. Gonzalez Blanco-J.M. Blasquez Martinez (eds), Cristianismo y aculturacion en tiempos del Imperio Romano, Antiguedad y cristianismo 7 (Murcia 1990), p.212.
[14] Segura Ramos, Priscilliano: Tractato y canones, Biblioteca de visionarios, heterodoxos y marginados 1 (Madrid 1975), p.41.
[15] Virginia Burrus, The Making …, pp. 61-62.
[16] Charles Christopher Mierow (trans), The Letters of St Jerome, vol 1 (New York 1963) pp.118-9.
[17] Tractatus I 197-8.
[18] Virginia Burrus, The Making …, p.75.
[19] Liber Apologeticus 265-280.
[20] Βλ. 4,4,3 στο Τριαρχικοί Ανθρωποθεογονικοί .
[21] Apocryphon of John ΙΙ, 1:11, 18.
[22] Marvin Meyer (ed), The Nag Hammadi Scriptures, San Francisco 2009, p.187.
[23] Hypostasis of the Archons II.4:95.7.
[24] Apocalypse of Adam V.5:74.3.7.
[25] The Apocalypse of Adam (V,5) introduced and translated by George W. McRae, στο συλλογικό Marvin Meyer, James McConkey Robinson (eds), The Nag Hammadi Library in English, Brill 1977, p. 256.
[26] Samuel N. C. Lieu, Manichaeism..., p.21 υποσημείωση 122.
[27] Tractate I 100-190. Πραγματικά καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της Απολογίας.
[28] Tractate I 139: “quoniam David sanctus non tauros timebat aut vitulos”.
[29] Tractate I 137-138.
[30] Αποκάλυψη 2,24.
[31] Tractate I 188-192.
[32] Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum 18(1889), pp.149-157 & PL 31,1211-16.
[33] Ο.π. Σελ. 153: «Haec prima sapienta est animarum typis divinarum virtutum intellegere naturas et corporis dispositionem, in qua obligatum caelum videtur et terra omnesque principatus saeculi videntur adstricti; sanctorum vero dispositiones superare. Nam primum circulum et mittendarum in carne animarum divinum chirographum, angelorum et dei et omnium animarum consensibus fabricatum patriarchae tenent; qui contra formalis militiae opus possident, et reliqua.»
[34] Virginia Burrus, The Making …, p.61.
[35] Tractate I 357-369: «Anathema si qui Manetem et opera eius doctrinas adque instituta non damnat; cuiuspeculiariter turpitudines persequentes gladio, si ferri posset, ad inferos mitteremus ac si quid est deterius gehennae tormentoque pervigili, ubi neque ignis extinguitur neque vermis emoritur. Quorumdivino iudicio ut impuritas non lateret, etiam saecularibus iudiciis mala prodita sunt. Extra enim ea quae erraticis sensibus adserentes Solem et Lunam rectores orbis terrarum deos putaverunt, cum scribtum sit quid luciiidius sole et hic deficiet.»
[36] PG XVIII.416: «Οἰκτεῖραι οὖν τοῦτο τόν Θεόν, καί πέμψαι τινά ἑτέραν δύναμιν, ἥν ἡμεῖς καλοῦμεν δημιουργόν· ἧς δή ἀφικομένης, καί τῇ κοσμοποιίᾳ ἐπικεχειρηκυίας, ἀποκεκρίσθαι τῆς ὕλης ἐκεῖνο τῆς δυνάμεως, ὅσον ἀπό τῆς μίξεως οὐδέν ἧν ἄτοπον πεπονθός, καί γεγονέναι ἥλιον καί σελήνην πρῶτον· τό δέ ἐν μετρίᾳ γεγονός κακίᾳ ἀστέρας καί τόν οὐρανόν σύμπαντα. Τῆς οὖν ὕλης, ἧς ἀπεκρίθησαν ἥλιος καί σελήνη, τό μέρος ἐκτός τοῦ κόσμου ἀπεληλάσθαι, καί εἶναι ἐκεῖνο πῦρ, καυστικόν μέν, σκοτῶδες δε καί ἀφεγγές, νυκτί προσόμοιον. Ἐν δέ τοῖς ἄλλοις στοιχείοις καί φυτοῖς καί ζώοις, τοῖς ἐν τούτοις ἀνωμάλως φέρεσθαι τήν θείαν δύναμιν μεμιγμένην. Δι'ὅ δή καί τόν κόσμον γεγονέναι, καί ἐν αὐτῷ ἥλιον καί σελήνην ταῖς γενέσεσι καί ταῖς φθοραῖς, ἀεί τήν δύναμιν τήν θείαντῆς ὕλης ἀποχωρίζοντας καί πρός τόν Θεόν παραπέμποντας.
Καί εἶναι καί ἐμφανές τό πρᾶγμα, και, ὡς ἄν τις εἴποι, τυφλῷ δήλον. Ἐν μέν γάρ ταῖς αὐξήσεσι τήν σελήνην λαμβάνειν τήν ἀποχωριζομένην δύναμιν ἀπό τῆς ὕλης, καί πλήρη γίνεσθαι ταύτης τόν χρόνον τοῦτον. Πληρωθεῖσαν δέ, ἐν ταῖς μειώσεσιν εἰς τόν ἥλιον ἀναπέμπειν· τό δέ πρός τόν Θεόν ἀπιέναι. Ποιήσαντα δέ τοῦτο, ἐκδέχεδθαι πάλιν τῆς ἀπό τῆς ἑτέρας πανσελήνου πρός αὐτόν τῆς ψυχῆς μετοίκησιν· καί παραλαβόντα ὁμοίως πρός τόν Θεόν ἐᾄν αὐτομάτως φέρεσθαι. Καί τοῦτο διά παντός ἐκπονεῖν.»
[37] PG XVIII.417.
[38] Για τις απόψεις αυτές Marco Conti, Priscillian..., pp. 264-265.
[39] Sulpicius Severus, Historia Sacra II.47.
[40] Tractate II 29-34: «Denique in conventu episcopali qui Caesaraugustae fuit nemo e nostris reus factus tenetur, nemo accusatus, nemo convictus, nemo damnatus est, nullum nomini nostro vel proposito vel vitae crimen obiectum est, nemo ut evocaretur non dicam necessitatem sed nec sollicitudinem habuit. Datum nescio quod ab Hydatio ibi commonitorium est quod velut agendae vitae poneret discipllinam: nemo illic nostrum inter illa repraehensus tua potissimum epistula contra inprobos praevalente, in qua iuxta evangelica iussapraeceperas, ne quid in absentes et inauditosdecerneretur.»
[41] Sulpicius Severus, Historia Sacra II.47.: «parum sanis consiliis».
[42] Κοντά στο σημερινό Elsonne και την Τουλουζη.
[43] Sulpicius Severus, Historia Sacra II.48.1-6.
[44] Tractate II 14-19: «Nam cum ante conplures annos vivi lavacri regeneratione reparati et sordentes saecularium actuum tenebras respuentes totos nos dedissemus deo, legentes quod quod qui quemquam amplius quam deum diligeret discipulus eius esse non posset, alii nostrum iam in eclesiis electi deo, alii vita elaborantes ut eligeremur, catholicae pacis sequebamur quietem.»
[45] Virginia Burrus, The Making …, p.51.
[46] Tractate II 110-115: «In hac ergo veritatte fidei et in hac simplicitate viventibus nobis a Caesaraustana synhodo Hydatius redit, nihil contra nos referens, quippe quos et ipse in eclesiis nostris secura etiam communicantes demiserat et quos nemo nec absentes quidem praesumpta accusatione damnaverat.»
[47] Tractate II 115-120.
[48] Tractate II 120-127: «Hinc nos conventi damus ad Hyginum et Symposium episcopos quorum vitam ipse novisti huiusmodi litteras: omnia subito fuisse turbata; provideri oportere, qualiter eclesiarum pax conposita duraret.Rescibtum est, ut verbis ipsis loquamur: quantum ad laicos pertineret, si illis suspectus Hydatius esset, sufficeret apud nos sola de catholica professione testatio; de reliquo dandum pro eclesiarum pace concilium, nullum autem in Caesaraugusta synhodo fuisse damnatum. Quis non consacerdotibus crederet, praesertim cum in eadem synhodovir religiosus qui haec scribebat Symposius adfuisset?»
[49] Tractate II 141-145: «Hinc ille plus quam oportebat timens concinat preces falso et rei gestae fabulam texens dissimulatis nominimus nostris rescribtum contra pseudoepiscopos et Manichaeos petit et necessario inpetrat, quia nemo non, qui pseudoepiscopos et Manichaeos audiret, odisset.»
[50] Tractate II 114-5: «unde debacans toto orbe etiam in eclesias furor fuerit».
[51] Tractate II 123: «si illis suspectus Hydatius esset».
[52] Tractate II 141-145: «Capimus tameninter ista consilium, ut euntes ad Hemeretensium civitatem praesentes ipsi videremus Hydatium, pacis potius deo teste quam contentionis auctores. Si enim iniuria et non obsequium, fuit consulere potius praesentem tamquam fratrem velle quam velut reum evocare, rei simus; sin vero venientes et ingredientes in eclesiam turbis et populis concitatis non solum in praesbyterium non admissi, sed etiam adflicti verberibus sumus, putamus caedentem potius iniuriam fecisse, non caesos.»
[53] Virginia Burrus, The Making …, p. 52.
[54] Virginia Burrus, The Making …, p. 93: «complicated networks of patronage relationships». Ενώ ισχυρίζεται ότι υπάρχουν προηγούμενα παραδείγματα, αναφέρει την περίπτωση έκδοσης ακυρωτικού διατάγματος πάλι από τον Μακεδόνιο το 384 μ.Χ. Πρόκειται δηλαδή για μεταγενέστερο παράδειγμα.
[55] Sulpicius Severus, Historia Sacra II 48.5 - 9.
[56] Prosperi Aquitani Chronicum Integrum II.1187 PL 51.586 «Burdegalae quaedam Priscilliani Discipula nomine Urbica, ob impietatis pertinacian per seditioem vulgi lapidimus estincta est».
[57] Sulpicius Severus, Historia Sacra II.50.
[58] Maximus Augustus, Epistola ad Siricium papam 4. PL 13.1117-8: «Ilaud multoposteaPriscilliani erroresin Gallia latius spargi certior factu, Maximum tyrannum imperio eam tunc tenentem per litteras incitavit et impetravit etiam, ut nec ipsum se a fide catholic seduci pateretur et Priscillianistarum licentiam reprimeret. Quod Priscilliano quidem et nocturnalis sociiorum ejus exitio fuit, nectamen doctrinam eorum intra arctiores fines cohibere potuit.»
[59] Sancti Aurelii Augustini, De Natura boni contra Manichaeos Liber unus 47: «O monstrum scelestum! o exsecranda perditio et labes deceptarum animarum! Omitto quid sit, de natura Dei quod sic ligetur, haec dicere. Hoc saltem attendant miseri decepti et errore mortifero venenati, quia si per coitum masculorum et feminarum ligatur pars Dei, quam se manducando solvere et purgare profitentur, cogit eos huius tam nefandi erroris necessitas, ut non solum de pane et oleribus et pomis, quae sola videntur in manifesto accipere, sed inde etiam solvant et purgent partem Dei, unde per concubitum potest, si feminae utero concepta fuerit, colligari. Hoc se facere quidam confessi esse in publico iudicio perhibentur, non tantum in Paphlagonia, sed etiam in Gallia».
[60] Sulpicius Severus, Historia Sacra II.51. Ο άγιος Ιερώνυμος επιβεβαιώνει την λίστα τον εκτελεσθέντων δίνοντας το όνομα Ιουλιανός αντί Αρμένιος. De Viris Illustribus 122: «Latronianus, provinciae Hispaniae, valde eruditus, et in metrico opere veteribus comparandus, caesus est et ipse Treveris cum Priscilliano, Felicissimo, Juliano, Euchrotia, ejusdem factionis auctoribus. Exstant ejus ingenii opera, diversis metris edita.»
[61] Virginia Burrus, The Making …, p.66.
[62] Codex Theodosianus:
16,5,40: «Οι Μανιχαίοι, οι Φρύγοι και οι Πρισκιλλιανιστές έχουν σημαδευτεί ως αιρετικοί. Οι πεποιθήσεις τους θεωρούνται έγκλημα κατά του λαού στη βάση του ότι έγκλημα κατά της θρησκείας είναι επιζήμιο για όλους. Δεν μπορούν να κάνουν δωρεές στις διαθήκες τους, να υπογράφουν συμβόλαια, να αγοράζουν ή να πωλούν. Οι σκλάβοι τους μπορούν να τους εγκαταλείψουν. Τα τέκνα τους δεν επιτρέπεται να τους κληρονομήσουν, εκτός και αν αποκυρήξουν τέτοιου είδους αίρεση. Οι τοπικοί διοικητές θα προστιμηθούν, αν δεν τιμωρήσουν τους καταδικασμένους για αίρεση».
16,5,43: «Οι νόμοι κατάτων Δονατιστών, των Μοντανιστών, των Μανιχαίων και των Πρισκιλλιανιστών ισχύουν. Τα οικήματά τους όπως και αυτά όσων λατρεύουν τους ουρανούς πρέπει να κατασχεθούν και να δωθούν στις εκκλησίες.»
[63] Epistula XXIV.12.
[64] Sulpicius Severus, Dialogus III 11.
[65] Sulpicius Severus, Dialogus III 12.
[66] Sulpicius Severus Ep. 1, Dialogus I 26.
[67] Ausonius Ep.27,28&29 , Paulinus Ep.14.
[68] Paulinus Ep. 5,13, Virginia Burrus, The Making... p,226 n.106.
[69] Sulpicius Severus,Historia Sacra II,50& Dialogus 3,11-13.
[70] Hieronymus Epistula 45,5.
[71] H ieronymus Epistula 48,2-3 & Adversus Jovianum 1,3&5.
[72] Sulpicius Severus, Dialogus III 13.
[73] -Priscillian Tractatus II 147-155: «... in omnes rueret Cristianos, hereticum etiam Hyginum nobiscum vocans, sicut epistulae ipsius missae ad eclesias prolocuntur, agens scilicet, ne iudices haberet, si omnes diversis obstrectationibus infamasset, eclesias nostras commendavimus deo, quarum communicatorias ad te epistulas detulimus totius cleri et plebis suscibtione transmissas, et ad te qui potuimus venientes voluimus quidem absentes suplicare, ut si haberet quod Hydatius obiceret sacerdotm audientiam postulantes nec refugientes tamen iudicium publicum, si ipse malluiset. De nullo autem metuit audiri qui optat probari; sed studio factum fuerit an malo voto, deus iudicabit, ut quaestor, cum iustas praeces diceret, respondere tardaret. Nos tamen, non omittentes in causa fidei sanctorum iudicium malle quam saeculi, venimus Romam, nulli graves, hoc solum desiderantes, ut et primum adiremus...»
[74] Priscilliani, In Pauli Apostoli Canones, XLVI: «Quia ecclesiastici non debeant ob suam defensionem publica adire iudicia sed tantum ecclesiastica, nihilque inique iudicare ac duorum vel trium testimonio rem probare, quia sancti mundum et angelos iudicabunt.»
[75] Sulpicius Severus,Historia Sacra II,51,1-2: «Ceterum Ithacius videns, quam invidiosum sibi apud episcopos foret, si accusator etiam postremis rerum capitalium iudiciis adstitisset - etenim iterari iudicium necesse erat - subtrahit se cognitioni, frustra callidus iam scelere perfecto. ac tum per Maximum accusator apponitur Patricius quidam, fisci patronus».
[76] Hisidori Hispalensis, De Viris Illustribus 15.
[77] Sulpicius Severus,Historia Sacra II,51,7-10: «(7) ceterum Priscilliano occiso, non solum non repressa est haeresis, quae illo auctore proruperat, sed confirmata latius propagata est. namque sectatores eius, qui eum prius ut sanctum honoraverant, postea ut martyrem colere coeperunt. (8) peremptorum corpora ad Hispanias relata magnisque obsequiis celebrata eorum funera; quin et iurare per Priscillianum summa religio putabatur. at inter nostros perpetuum discordiarum bellum exarserat, quod iam per quindecim annos foedis dissensionibus agitatum nullo modo sopiri poterat. (9) et nunc, cum maxime discordiis episcoporum omnia turbari ac misceri cernerentur cunctaque per eos odio aut gratia, metu, inconstantia, invidia, factione, libidine, avaritia, arrogantia, somno, desidia depravata, (10) postremo plures adversum paucos bene consulentes insanis consiliis et pertinacibus studiis certabant; inter haec plebs Dei et optimus unus quisque probro atque ludibrio habebatur.»
[78] Hieronymus, Episula 133.3 : «Quid loquor [al. loquar] de Priscilliano, qui et saeculi gladio, et totius orbis auctoritate damnatus est?»
[79] Ησαίας ιδ.13-14.
[80] Hieronymus, Episula 133.1: «Non audacter, ut falso putas, sed amanter studioseque fecisti, ut novam mihi ex vetere mitteres quaestionem, quae ante litteras tuas plerosque in Oriente decepit, UT PER simulatam humilitatem, superbiam discerent; et dicerent cum diabolo, In coelum ascendam: super sidera coeli ponam thronum meum, et ero similis Altissimo(Isai. 14. 13). Quae enim potest alia major esse temeritas, quam Dei sibi non dicam similitudinem, sed aequalitatem vindicare, et brevi sententia omnium Haereticorum venena complecti.»
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου