Τον Μάιο του 1919 ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην Σμύρνη. Εκεί σημειώθηκαν οι πρώτες συγκρούσεις με Τούρκους ενόπλους σε μια πρόγευση του τι θα επακολουθούσε. Σταδιακά η κατάσταση ησύχασε και οι ελληνικές δυνάμεις επέκτειναν την ζώνη ελέγχου τους.
Η Πέργαμος, η ελληνική αρχαία πόλη βρίσκεται 90 χλμ. βόρεια της Σμύρνης. Η ελληνική διοίκηση αποφάσισε να την θέσει υπό ελληνικό έλεγχο και στις 30 Μαΐου το 1/8 Τάγμα Κρητών εισήλθε στην πόλη, ενισχυμένο με τρεις διμοιρίες πολυβόλων, ουλαμό ορειβατικού πυροβολικού και μια ημιλαρχία 60 περίπου ιππέων.
Ουλαμός του τάγματος προωθήθηκε μέχρι και το Ντικελί, το επίνειο της Περγάμου από όπου θα ανεφοδιαζόταν το απόσπασμα. Οι Τούρκοι όμως αντέδρασαν άμεσα. Κατ’ αρχήν ο διοικητής της πόλης διαμαρτυρήθηκε για την ελληνική «κατοχή», διότι, όπως υποστήριξε, η Πέργαμος ήταν εκτός των εδαφών που είχαν επιδικαστεί στην Ελλάδα.
Η ελληνική δύναμη πάντως τον αγνόησε και ο επικεφαλής αντισυνταγματάρχης Συρμακέζης ανέπτυξε αμυντικά τους άνδρες του στα υψώματα πέριξ της πόλης και στη γέφυρα επί του Κάικου ποταμού από όπου περνούσε ο δρόμος που συνέδεε την Πέργαμο με την Σμύρνη.
Ο Συρμακέζης ανέπτυξε δύο και ήμισυ λόχους του, τις διμοιρίες πολυβόλων, το πυροβολικό στην περιοχή της πόλης. Στις 2 Ιουνίου όμως οι ελληνικές δυνάμεις δέχτηκαν επίθεση από κάθε κατεύθυνση από ισχυρές τακτικές και άτακτες τουρκικές δυνάμεις υπό τον λοχαγό Ομάρ Κεμάλ μπέη. Οι Τούρκοι επιτέθηκαν και στο απόσπασμα των μεταγωγικών του τάγματος που μετέβαινε στο Ντικελί για να μεταφέρει εφόδια και στην φρουρά της γέφυρας.
Οι Τούρκοι κατέσφαξαν τους άνδρες των μεταγωγικών και τη φρουρά της γέφυρας και πίεσαν ασφυκτικά τους αμυνόμενους στην Πέργαμο. Το ελληνικό τάγμα πολέμησε μέχρι το απόγευμα. Πιεζόμενοι όμως οι Έλληνες απώλεσαν το κύριο αμυντικό τους έρεισμα, το ύψωμα της παλαιάς Περγάμου.
Μετά από αυτό ο Συρμακέζης αποφάσισε ότι δεν υπήρχε άλλη λύση από την υποχώρηση. Το απόσπασμα θα υποχωρούσε υπό την κάλυψη της νύκτας. Πράγματι ο υποχωρητικός ελιγμός ξεκίνησε στις 21.00 αλλά λόγω θορύβου που προκάλεσαν Έλληνες στρατιώτες οι Τούρκοι κατάλαβαν τι συμβαίνει και επιτέθηκαν.
Ακολούθησε πανικός. Σχεδόν όλο το υλικό εγκαταλείφθηκε και οι άνδρες του αποσπάσματος υποχώρησαν μα αταξία, φτάνοντας το επόμενο βράδυ στη Μαινεμένη, σε απόσταση 80 χλμ. από την Πέργαμο. Οι απώλειες ήταν βαριές. Το απόσπασμα είχε 10 νεκρούς, εννέα τραυματίες, αλλά και 86 «εξαφανισθέντες». Οι εν λόγω «εξαφανισθέντες» ήταν οι πλέον άτυχοι αφού έπεσαν ζωντανοί στα χέρια των βαρβάρων Τούρκων.
Στις 7 Ιουνίου, μετά από σκληρή μάχη, οι ελληνικές δυνάμεις επανήλθαν στην Πέργαμο όπου αντίκρισαν σκηνές απόλυτης φρίκης βλέποντας τους τους «εξαφανισθέντες» συναδέλφους τους νεκρούς με ανοικτές τις κοιλιές, με κομμένα και τοποθετημένα στα στόματά τους τα γεννητικά όργανα, ή με πέταλα αλόγων καρφωμένα στα πόδια…
Ήταν εμφανές ότι η Μικρασιατική περιπέτεια του Ελληνισμού δεν άρχιζε ευχάριστα και πως ο εχθρός ήταν φανατισμένος και αποφασισμένος. Θα απαιτούντο νέα τακτική και στρατηγική προσέγγιση για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής… Οι τότε όμως ταγοί δεν τόλμησαν να λάβουν τα σκληρά αλλά αναγκαία μέτρα «πειθούς» των βαρβάρων.
Πηγή: history-point.gr