Αγορές με κάρτες πραγματοποιούν επτά στους 10 Έλληνες.
Για τα καλά έχει μπει στη ζωή των Ελλήνων –έστω και με σχετικά βίαιο τρόπο και δη μετά την επιβολή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων– το «πλαστικό χρήμα», καθώς πάνω από δύο στους τρεις δηλώνουν ότι κάνουν τις συναλλαγές τους με πιστωτική, χρεωστική ή προπληρωμένη κάρτα. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι την ίδια ώρα δεν έχουν επιφυλάξεις για τη χρήση του «πλαστικού χρήματος», καθώς αν και αναγνωρίζουν ότι συμβάλλει καθοριστικά στην πάταξη της φοροδιαφυγής, η πλειονότητα θα προτιμούσε να πληρώνει με μετρητά, κυρίως διότι ανησυχεί για την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων.
Την ίδια ώρα, πάντως, διαπιστώνεται ότι υπάρχουν πολλά να γίνουν ακόμη σε ό,τι αφορά την πάταξη της φοροδιαφυγής, αλλά και την υποχρεωτική εγκατάσταση μηχανημάτων υποδοχής καρτών, τα γνωστά μας POS, καθώς στο 20% των περιπτώσεων που οι καταναλωτές χρησιμοποίησαν μετρητά για να πληρώσουν, δεν τους δόθηκε απόδειξη από την επιχείρηση.
Αυτά είναι μερικά μόνο από τα ευρήματα της έρευνας που πραγματοποίησαν το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ) και η εταιρεία Public Issue. Η έρευνα διενεργήθηκε από τις 6 έως τις 13 Μαρτίου 2017 σε πανελλαδικό δείγμα 1.002 ατόμων με τη μέθοδο των τηλεφωνικών συνεντεύξεων και πρόκειται να παρουσιαστεί σήμερα στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης της ΕΣΕΕ.
Κυρίαρχες οι χρεωστικές
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα, 68% των Ελλήνων δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν «πλαστικό χρήμα» για τις συναλλαγές τους. Πιο δημοφιλής, λόγω οικονομικών δυσχερειών, είναι πλέον η χρεωστική κάρτα (τη χρησιμοποιεί το 61%), ακολουθεί με μεγάλη διαφορά η πιστωτική (21%), ενώ σχεδόν άγνωστη στους Ελληνες είναι η προπληρωμένη κάρτα (τη χρησιμοποιεί μόλις το 6%).
Εγκατάσταση POS
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι αν και κάποιοι πολίτες θέλουν να χρησιμοποιήσουν κάρτα στις συναλλαγές τους, δεν μπορούν διότι υπάρχουν καταστήματα που δεν έχουν ακόμη εγκαταστήσει POS. Τούτο, σύμφωνα με την έρευνα, συνέβη στο 22% των ερωτηθέντων, ποσοστό διόλου ευκαταφρόνητο. Στο 27% των περιπτώσεων που δεν διέθεταν POS ήταν καταστήματα τροφίμων και ποτών, το 25% επιχειρήσεις εστίασης, το 9% επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών υγείας, το 8% καταστήματα ειδών ένδυσης - υπόδησης και 6% κομμωτήρια και κέντρα αισθητικής.
Υπενθυμίζεται ότι αν και από την 1η Ιανουαρίου 2017 ισχύει η νομοθεσία σύμφωνα με την οποία το αφορολόγητο «χτίζεται» με βάση τις συναλλαγές που έχουμε κάνει με «πλαστικό χρήμα», το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει εκδώσει ακόμη τις απαιτούμενες αποφάσεις και εγκυκλίους που καθορίζουν τις κατηγορίες- επιχειρήσεις που υποχρεούνται να διαθέτουν POS, τις κυρώσεις, αλλά και τον μηχανισμό εκείνο που θα επιτρέπει στους πολίτες να ελέγχουν το ύψος των συναλλαγών που έχουν πραγματοποιήσει με κάρτες ή μέσω e-banking.
Βεβαίως, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό, 32%, που εξακολουθεί να μην χρησιμοποιεί κάρτες στις συναλλαγές του. Πρόκειται κυρίως για: γυναίκες (35%), για άτομα άνω των 65 ετών (40%), για απόφοιτους πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (57%), για νοικοκυρές (47%) και ανέργους (40%), για κατοίκους αγροτικών (40%) και ημιαστικών (39%) περιοχών, καθώς και για όσους έχουν χαμηλό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα (κάτω από 1.000 ευρώ).
Το 57% των ερωτηθέντων αξιολογεί θετικά μια επιχείρηση που διαθέτει POS, έναντι ποσοστού 41% που δεν θεωρεί σημαντική την ύπαρξη POS. Το εύρημα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς δείχνει αφενός την αλλαγή νοοτροπίας στους Ελληνες καταναλωτές και αφετέρου μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης για τις επιχειρήσεις που δεν φαίνονται διατεθειμένες να εγκαταστήσουν POS.
Από την έρευνα, ωστόσο, προκύπτει ότι ακόμη η πλειονότητα των Ελλήνων καταναλωτών θεωρεί τη χρήση «πλαστικού χρήματος» περίπου ως «αναγκαίο κακό». Κι αυτό, διότι, σε προσωπικό επίπεδο πάνω από τους μισούς και συγκεκριμένα το 52% δηλώνει ότι θα προτιμούσε να πληρώνει περισσότερο ή μόνο με μετρητά, έναντι 39% που απαντά ότι θα προτιμούσε να πληρώνει περισσότερο ή μόνο με κάρτα.