Ἀπό ἕνα σημαντικό ἀριθμό Εἰσηγήσεων πού μέ ἀξίωσε ὁ Ἅγιος Θεός νά κάμω κατά τήν διάρκεια τῆς τριακονταπενταετοῦς ἐκκλησιαστικῆς μου ἱερατικῆς ζωῆς, τήν μεγαλύτερη δυσκολία συνάντησα στήν παροῦσα Εἰσήγηση, σχετικά μέ τό ζήτημα πού ἐδημιουργήθηκε ἀπό τήν ἀπόφαση τῆς Κυβερνήσεως νά διαγραφῆ τό Θρήσκευμα ἀπό τίς νέες ἀστυνομικές Ταυτότητες τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Ἡ εἰσήγηση μοῦ ἀνετέθη κατόπιν ἀποφάσεως τῆς Διαρκοῦς Ἱεράς Συνόδου καί τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου αὐτῆς, καί εὐχαριστῶ γιά τήν μετ’ ἐμπιστοσύνης ἀνάθεση αὐτῆς τῆς εὐθύνης. Εἶμαι βέβαιος ὅτι τήν μετά πικρίας δυσκολία γιά τήν ἀντιμετώπιση αὐτοῦ τοῦ θέματος τήν ἔχομε ἤδη γευθῆ ὅλοι, ἐπειδή εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά προβάλωμε στήν παροῦσα περίσταση ἀντίσταση στόν αὐταρχισμό πού ἐπιδεικνύει τό Κράτος μας ἔναντι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία ὑπῆρξε ὁ ὑπ’ ἀριθμόν 1 παράγων τῆς διασφαλίσεως τῶν ἐθνικῶν καί πολιτιστικῶν γνωρισμάτων τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Καί ταυτόχρονα αὐτός ὁ παράγων, ἡ «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ», χωρίς νά ἐγκαταλείψη ποτέ τήν σωτηριώδη ἀποστολή της ὡς Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ θυσίες μαρτυρίων, διώξεων, αἱμάτων καί θανάτου κληρικῶν καί λαϊκῶν, συνετέλεσε ὑπέρ πάντα ἄλλον στήν ἐθνική ἀπελευθέρωση καί στή σύσταση καί συγκρότηση τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους, τό ὁποῖο ἀποτελεσματικά καί εὐεργετικά συνεχίζει νά στηρίζη μέχρι σήμερα. Οἱ σημερινοί πολιτικοί ἄνδρες τῆς Πατρίδος μας θά ἔπρεπε νά ἀναζητήσουν τίς πρῶτες διακηρύξεις τῶν Ἐθνικῶν Συνελεύσεων τῶν προγόνων μας γιά τήν ἐλευθερία καί τήν Ἑλλάδα καί ἀκόμη νά μελετήσουν τίς ὁμολογίες τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια καί τοῦ Σπυρίδωνος Τρικούπη στή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά καί ἄλλων πολιτικῶν ἀνδρών, γιά τήν συμβολή καί τήν ἀμετακίνητη ἀξία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως στή ζωή τοῦ Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων. Ἡ μελέτη αὐτή ἐπιβάλλεται ἀπό σεβασμό στήν ἐθνική μας παράδοση. Ἐμεῖς οἱ κληρικοί, πού ζοῦμε τήν παροῦσα κρίσιμη καμπή τοῦ ἀμφιλεγομένου νέου γενικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Εὐρώπη, διακατεχόμεθα ἀπό τά συναισθήματα τοῦ ἱεροῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅταν ἔγραφε «ἔξωθεν μάχαι καί ἔσωθεν φόβοι» (Β’ Κορ. ζ’, 5). Ὅταν λέμε οἱ κληρικοί, ἐννοοῦμε τούς Ἐπισκόπους, τούς Πρεσβυτέρους, τούς Μοναχούς καί τίς Μοναχές ἀλλά καί ὅλο τόν εὐσεβῆ λαό πού ἐμπιστεύεται τούς ποιμένες του καί συνεργάζεται μέ αὐτούς γιά τούς ἱερούς σκοπούς καί τήν δόξα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἐμεῖς ὅλοι, λοιπόν, αἰσθανόμενοι τήν καταπιεστική καί καταθλιπτική μεταχείριση τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τήν Πολιτεία κατά τήν τελευταία δεκαπενταετία, ἀποροῦμε καί διερωτώμεθα: Τί κακό ἔπραξεν ἡ Ἐκκλησία μας καί συνεχῶς οἱ κρατοῦντες ἀποφασίζουν νά μᾶς θέτουν φραγμούς;
- Μήπως δέν εἴμεθα ἄξιοι τῆς ἀποστολῆς μας, γιά τήν ὁποία προσπαθοῦμε καί ἀγωνιζόμεθα, ἄν καί ἔχομε καί τίς ἀνθρώπινες ἀτέλειες μας;
- Μήπως δέν τηροῦμε τούς νόμους τοῦ Κράτους;
- Μήπως δέν βοηθοῦμε τόν λαό μας στίς βιωτικές καί πνευματικές του ἀνάγκες;
- Μήπως δέν συντελοῦμε στή διατήρηση τῆς κοινωνικῆς ἰσορροπίας;
- Μήπως δέν βοηθᾶμε τήν Πατρίδα;
- Μήπως προκαλοῦμε κανέναν;
- Τί κακό ἐκάναμε ἐμεῖς καί πρό πάντων ἡ Ἐκκλησία καί δέν μᾶς ἀφήνουν ἡσύχους, ἐπί δεκαπέντε χρόνια τώρα, στήν εἰρηνική ἀποστολή μας.
Κανένα κακό δέν ἐκάναμε. Ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πορεία θυσιῶν γιά τό πλήρωμά της, ποῦ εἶναι καί ὁ λαός τοῦ Κράτους μας.
Ὑπενθυμίζομε, λοιπόν:
- Πρώτη ἐπίθεση γιά τήν ἐκκλησιαστική περιουσία.
- Δευτέρα ἐπίθεση γιά ἐπέμβαση στήν ἐκκλησιαστική διοίκηση Ἐνοριῶν καί Μητροπόλεων.
- Τρίτη ἐπίθεση τό Αὐτόματο Διαζύγιο.
- Ἀκολουθεῖ ἡ σφοδρή ἐπίθεση γιά τόν πολιτικό γάμο.
- Ἐγκρίνονται οἱ ἀμβλώσεις.
- Συνεχεῖς οἱ ἀναφορές στό χωρισμό Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, γιά ἐκφοβισμό.
- Καί τώρα ἡ διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες μέ ἀπειλούμενες ἄλλες ἐπεμβάσεις.
Αὐτή εἶναι ἡ στάση τοῦ Κράτους, ἥ κάποιων πολιτικῶν καί συμβούλων των ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀπό 2000 χρόνια συνυπάρχει μέ τόν Ἑλληνισμό;
Συμφέρει στό σημεῖο αὐτό νά θυμηθοῦμε τούς λόγους τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ γιά δική μας ἐνίσχυση: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι. Εἰ τόν λόγον μου ἐτήρησαν καί τόν ὑμέτερον τηρήσουσι» (Ἰω. ιε’ 20).
Συναγωνίζονται διάφοροι εἰδικοί καί μή εἰδικοί, κρατικοί ἐκπρόσωποι καί ἰδιῶτες, σέ δημόσιες συζητήσεις, γιά νά ὑποστηρίξουν τίς θρησκευτικές μειονότητες πού ὑπάρχουν στήν Ἑλλάδα καί ὑποστηρίζουν ὅτι πρέπει νά διαγραφῆ τό θρήσκευμα ἀπό τήν ταυτότητα χάριν τῶν μελῶν αὐτῶν τῶν μειονοτήτων. Ἐμεῖς ὑποστηρίζομε ὅτι κατ’ ἀρχήν ὅλες οἱ μειονότητες διαβιοῦν στήν Ἑλλάδα ὑπό ἄριστες συνθῆκες ἐλευθερίας, δημοκρατίας καί δικαιωμάτων. Θεωροῦμε ὅλους τούς ἑτερόδοξους καί ἑτερόθρησκους ὡς συμπατριῶτες Ἕλληνες πολῖτες καί πρέπει νά συμφωνοῦν κι αὐτοί στή διαπίστωση ὅτι ἀσκοῦν ὅλα τά θρησκευτικά τους καθήκοντα ἐλεύθερα καί ἀνεμπόδιστα.
Ὀφείλομε ὅμως νά ὁμολογήσωμε μέ εἰλικρίνεια, ὅτι
- Οἱ Προτεστάνται ἔχουν τά κέντρα τους σέ γνωστές εὐρωπαϊκές πρωτεύουσες.
- Οἱ Ἰεχωβάδες δίδουν λογαριασμό στό Μπροῦκλιν τῆς Ἀμερικῆς.
- Οἱ Ἑβραῖοι ἀναφέρονται στό Ἑβραϊκό Λόμπυ τῆς Ὁλλανδίας καί τῆς Ἀμερικῆς.
- Οἱ Μουσουλμᾶνοι εἶναι συνδεδεμένοι μέ τήν Σαουδική Ἀραβία καί τήν Ἄγκυρα.
Ποιοί ἀπομένουν δεμένοι ἄρρηκτα μ’ αὐτή τήν πολύπαθη Πατρίδα μας, τήν Ἑλλάδα, μέσῳ Ἐκκλησίας τους; Ποιοί ἀναφέρονται μόνο στήν Ἑλλάδα καί θυσιάζονται γι’ αὐτήν; Μόνον οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες Χριστιανοί. Ἀξίζει, λοιπόν, νά διαγράψωμεν ἀπό τήν ταυτότητά τους τήν ὁμολογία τους ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί; Σήμερα, ἐνῶ τά παιδιά μας, τῶν Χριστιανικῶν οἰκογενειῶν, φυλάσσουν σκοπιές κατά μῆκος τοῦ ποταμοῦ Ἕβρου στά σύνορά μας πρός τήν Τουρκία, οἱ ἀντιρρησίες συνειδήσεως, τάχα στρατιῶτες, τοποθετήθηκαν στούς Δήμους καί στίς Δ.Ο.Υ τῆς Αλεξανδρουπόλεως καί τῆς Ὀρεστιάδος, ὅπου καί ἀσκοῦν τήν προπαγάνδα τους, λαμβάνοντες καί ἐπίδομα 60.000 δραχμές μηνιαίως.
Μακρυά ἀπό αὐτή τήν ποταπότητα καί τόν συμβιβασμό, οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τῶν ἀρχῶν τοῦ νέου 21ου αἰῶνα ἐπιστρέφομε στά πρόσωπα καί στά ὀνόματα καί στίς πράξεις τῶν ἐθνικῶν ἀγωνιστῶν πατέρων μας, πού ξεκίνησαν τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση μέ σύμβολο τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνα τόν Τίμιο Σταυρό, μέ σύνθημα «Ἐν τούτῳ τῷ σημείῳ, νικῶμεν» καί τό πρῶτο τους ἐπίσημο ἔγγραφο ἄρχιζε μέ τίς λέξεις «Ἡμεῖς τό Ἑλληνικόν Ἔθνος τῶν Χριστιανῶν».
Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες Χριστιανοί, ἱερός κλῆρος καί λαός, προσβλέπομε πρός τό πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, γιά νά ἐνισχύσωμε τήν πίστη μας καί νά χαροῦμε τήν ἐλευθερία μας. Ἐμεῖς ἐντάσσομε τήν ἐλευθερία μας στό θεῖο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή μόνον ἔτσι δέν παύει ποτέ ἡ ἐλευθερία μας νά εἶναι ἀληθινή. Ἡ ἐλευθερία τοῦ εἶναι μας. Ἡ πορεία τοῦ Ἔθνους μας κρέμεται ἀπό τό ἐλεύθερο ἀνάβλυσμα τῶν λυτρωμένων συνειδήσεων. Καί ὁ Θεός ἀκόμη δέν ἐπινοεῖ τήν ἐλευθερία, ἀλλά τήν στοχάζεται αἰώνια καί ὕστερα «εἶπε καί ἐγένετο». Οἱ δικοί μας ἄρχοντες καί ταγοί ἀποφασίζουν τήν ἐλευθερία γιά λογαριασμό μας. Οὐσιαστικά ἐπιχειροῦν νά κλειδώσουν τήν ἐλευθερία μας σέ δικά τους δεσμωτήρια. Γι’ αὐτό ἀντιδράσαμε στήν πλειονότητά μας κατά τῆς κυβερνητικῆς ἀποφάσεως νά μήν ἀναγράφεται τό «Χριστιανός Ὀρθόδοξος» στίς νέες ταυτότητες. Καί δέν εἶναι μόνον αὐτός ὁ σκοπός τους. Κρυφοί κάλαμοι καί νοσηρές σκέψεις βάλλουν ἐναντίον τῆς πίστεως καί τῆς ἱστορίας μας, προετοιμαζόμενοι γιά νέες ἐπεμβάσεις, μέχρις ὅτου φθάσουν στούς τελικούς στόχους τους. Ἔτσι θίγονται ὅλα τά δικαιώματά μας. Οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἑλλάδα δέν εἴμεθα μόνον Χριστιανοί. Εἴμεθα καί Ἕλληνες πολῖτες, μέ ὅλα τά ἐξ αὐτοῦ ἐξασφαλιζόμενα δικαιώματα.
Καί δέν ἀγνοοῦμε βεβαίως ὅτι ἡ ἄσκηση τῶν ἀτομικῶν καί πολιτικῶν δικαιωμάτων εἶναι κατά τό Σύνταγμά μας ἀνεξάρτητη ἀπό τή θρησκευτική πίστη τοῦ καθενός. Αὐτό ὅμως σημαίνει ὅτι καί οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μποροῦν νά ἐκφράζουν ἐλεύθερα τήν γνώμη τους γιά τήν σωστή νομοθετική ρύθμιση «ὅλων» τῶν θεμάτων πού ἀπασχολοῦν τήν κοινωνία στήν ὁποία ζοῦν. Αὐτή τήν ἐλευθερία τῆς ἐκφράσεως ἐπί «ὅλων» τῶν θεμάτων τήν ἔχουν καί οἱ κληρικοί, διότι ἡ ἰδιότης τοῦ κληρικοῦ μιᾶς θρησκείας (τήν ὁποίαν ἰδιότητα μποροῦν καί νά ἀποκρύψουν, ὅπως κάνουν ὡρισμένοι ἀπό τούς μή ὀρθοδόξους) δέν συνεπάγεται στέρηση τῆς ἰδιότητος τοῦ πολίτου. Γι’ αὐτό λυπούμεθα γιά τήν διατυπωθεῖσα ἀπαράδεκτη ἄποψη τοῦ ὑπουργοῦ Τύπου ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά εἶναι συνομιλητής μέ τήν Πολιτεία σέ θέματα πού ἀφοροῦν τούς πολῖτες. Αὐτό εἶναι πρωτάκουστο στά ἑλληνικά δεδομένα, ὅταν τά θέματα πού συζητοῦνται ἀφοροῦν καί στή θρησκευτική πίστη καί στήν Πατρίδα.
Τοποθετημένος προσωπικά ἀπ’ ἀρχῆς ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἐξακολουθῶ νά πιστεύω ἀνυποχώρητα ὅτι αὐτό ἦταν τό χρέος τῆς Κυβερνήσεως. Νά κρατήση δηλαδή ἀναλλοίωτη καί ἀπαράγραπτη τήν ἀναγραφή αὐτή, ἀπό σεβασμό στήν παράδοση, στήν προφανῆ θέληση τῆς μεγάλης πλειονοψηφίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ καί στίς πρῶτες διακηρύξεις τῶν προγόνων μας, ὅταν ἔχυναν τό αἷμα τους, γιά νά μᾶς φτιάξουν τό Ἑλληνικό Κράτος.
Ἔναντι αὐτῆς τῆς θέσεως ἐσημειώθηκε ἡ ὑποχώρηση, γιά συμβιβασμό, πού θά ὡδηγοῦσε στήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τούς πολῖτες. Ἡ λύση αὐτή υἱοθετήθηκε ἀπό πολλούς καί ἐπολεμήθηκε ἀπό ὅσους δέν ἐπιθυμοῦν καθόλου τήν ἀναγραφή.
Τήν παρελθοῦσα Παρασκευή ὅμως ἐπληροφορηθήκαμε τήν ἄποψη, τήν διατυπωθεῖσα ὑπό μερικῶν νομικῶν Συμβούλων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι δηλαδή ὑπάρχουν εὐνοϊκά ἤ καί νόμιμοι προϋποθέσεις γιά νά διεκδικήσωμε τήν ἀκύρωση τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς «Ἀρχῆς» καί ἑπομένως ἡ προσφυγή στά δικαστήρια καί συγκεκριμένα στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας δέν πρόκειται νά ἔχει τό ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα. Δέν πρέπει ὅμως νά διαφεύγη τῆς προσοχῆς μας, ὅτι τό ζήτημα πού ἐδημιουργήθηκε δέν εἶναι μόνο νομικό. Εἶναι ταυτόχρονα καί ζήτημα ἠθικό, ποιμαντικό, ἐθνικό καί πολιτικό. Ἠθικό, διότι ἀθετήθηκε μιά συμφωνία καί ἀγνοήθηκε ἡ Ἐκκλησία γιά θέμα πού εἶχε ἐκδηλώσει τό ἔντονο ἐνδιαφέρον της, ποιμαντικό, διότι ἐπεκράτησε ἀναταραχή στό ποίμνιό της καί ἐξηγέρθησαν αἱ συνειδήσεις τῶν πιστῶν, ἐθνικό, διότι ἅπτεται θεμάτων ἀσφαλείας, ἀξιοπρεπείας, αὐτοτελείας καί ἑνότητος τοῦ Ἑλληνισμοῦ, καί πολιτικό, ὅπως τό προσδιορίζουν πολιτικά κόμματα.
Ἐπί πλέον, ἄλλοι νομικοί ἐπιστήμονες, ἰσάξιοι τῆς Ἐπιτροπῆς Νομικῶν Συμβούλων, ὑποστηρίζουν τήν δυνατότητα καί τό δικαίωμα τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀναφερόμενοι μάλιστα καί στίς ἀποφάσεις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῆς 4/12/84 καί τῆς 8/9/93. Ἐκεῖ ὁρίζεται ὅτι «οἱ Ἐθνικές Ἀρχές δικαιοῦνται νά ἀπαιτήσουν ἀπό ἕνα πολίτη νά δηλώση τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις του, χωρίς αὐτό νά ἀποτελῆ παραβίαση τοῦ ἀτομικοῦ δικαιώματος». Ἄρα ὁ κάθε πολίτης μπορεῖ νά δηλώνη το θρήσκευμά του, ὅταν τό θέλη.
Ἡ Ἐκκλησία μας εὑρίσκεται ἐνώπιον ἑνός πελωρίου θέματος καί καλεῖται, βάσει τῶν Εἰσηγήσεων, τῶν Προτάσεων καί τῶν Συζητήσεων, νά λάβη ἀποφάσεις γιά νά διακηρύξη τήν ἀλήθεια, νά ὑπερασπισθῇ τά δικαιώματα τοῦ λαοῦ μας, νά ἀντισταθῇ στήν ἀθεΐα καί νά παρηγορήση τούς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι καί πικραίνονται καί ἀγανακτοῦν καί ἔντονα διαμαρτύρονται ἀπό ὅσα ἐπιχειροῦνται ἤ σχεδιάζονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας.
Γιά νά ἐπιτύχη ὁ ἀγῶνας μας, γιά νά φανοῦμε ἀντάξιοι τῶν περιστάσεων, γιά νά δικαιώσωμε τίς προσδοκίες τῶν Χριστιανῶν μας καί γιά νά σεβασθοῦμε τήν διδασκαλία καί τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, «ὁ ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησι ὑπέρ τῶν προβάτων», ἔχομε ἱερό χρέος νά ἀγωνισθοῦμε ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου καί τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως, ἑνωμένοι καί δυνατοί. Γιά τήν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνα παραθέτομε τίς ἀκόλουθες πρακτικές προτάσεις, ἐκκινοῦντες ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς εἰρηνικῆς ἐπιλύσεως τῆς διαφοράς, ἔστω καί τώρα.
Α’. Συναινετική Πρόταση.
Ἀπόφαση καί Πρόταση τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Κυβέρνηση τῆς Χώρας μας σήμερα, ἡ ὁποία θά ἐπιδοθῆ ἐγγράφως, ὑπό Τριμελοῦς ἐξ Ἀρχιερέων Ἐπιτροπῆς, πρός τόν Πρωθυπουργό κ. Κωνσταντῖνο Σημίτη ἤ διά τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων κ. Πέτρου Εὐθυμίου πρός τόν κ. Πρωθυπουργό. Μέ τήν Πρόταση αὐτή ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας νά ζητῆ.
1. Ἀπόφαση τῆς Κυβερνήσεως γιά ἀποδοχή τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς νέες ταυτότητες. Τό μέτρο αὐτό προτείνεται καί ἀπό ἐπωνύμους πολιτικούς, νομικούς, πανεπιστημιακούς Καθηγητάς, καί ἄλλους εἰδικούς.
2. Ἀπόφαση τῆς Κυβερνήσεως γιά ἀναστολή ἐφαρμογῆς τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς Δαφέρμου περί μή ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς νέες ταυτότητες καί συγκρότηση Μεικτῆς Ἐπιτροπῆς ἀπό ἐκπροσώπους τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά μελετήση ἐξ ὑπαρχῆς τό θέμα καί νά ἐνημερωθοῦν ἀμοιβαία καί οἱ δύο πλευρές γιά τίς θέσεις, τά ἐπιχειρήματά τους καί τούς σκοπούς τους ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ, καί τῶν συναφῶν θεμάτων. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά ἐπέλθη εἰρήνευση στό λαό μας, θά κυριαρχήσουν ψύχραιμοι σκέψεις καί θά ἀποτραποῦν δυσάρεστοι καταστάσεις.
Β. Παθητική ἀντίσταση.
Αὐτό σημαίνει:
1) Ἀπραξία καί ἀπουσία συμμετοχῆς σέ ὅσα ἐπιβάλλει γιά τίς ταυτότητες ἡ ἐξουσία, χωρίς νά ἐρωτηθῆ ὁ λαός. Τό δικαίωμα τῆς ἐλευθέρας ἐκφράσεως τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως ἐπιτρέπει τήν ἄρνηση ἐφαρμογῆς πολιτειακῶν ἀποφάσεων. Ἔτσι, π.χ. οἱ ἐλεύθερες συνειδήσεις τῶν Χριστιανῶν πολιτῶν μπορεῖ νά ἀποφασίσουν ὅτι δέν δέχονται νά λάβουν τίς νέες ταυτότητες. Δέν δέχονται νά ὑπογράψουν σ’ αὐτές, ἀφοῦ δέν ἀναφέρεται τό θρήσκευμά τους, γεγονός πού ἔγινε ἀναφαίρετο δικαίωμα μετά ἀπό ἑξῆντα χρόνων.
2) Διάγγελμα ἤ Διακήρυξη τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου ὡς Προέδρου τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, πρός τό πλήρωμα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας γιά ἐνίσχυση, ἐνθουσιασμό, ὑπομονή καί παρηγορία στή δοκιμασία πού μᾶς βρῆκε καί μᾶς ἀπειλεῖ μέ τά χειρότερα. Κήρυξη ἐπιφυλακῆς γιά τά δικαιώματα τῆς Ἐκκλησίας.
3) Ἀντίστοιχες διακηρύξεις σέ ὅλες τίς ἐπαρχίες ἀπό τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας, καί ὅλα αὐτά μέσῳ τῶν ραδιοτηλεοπτικῶν δικτύων, τοῦ Τύπου καί προφανῶς τοῦ ἄμβωνος τῶν Ἐκκλησιῶν μας μέ ὁμιλίες τῶν ἱεροκηρύκων μας.
4) Ἔρευνα γιά τήν κατασκευή αὐτοκολλήτου σήματος ἀνεξαλείπτου στήν ἐξωτερική πλαστική ἐπιφάνεια τῆς νέας ταυτότητος, μέ ἐμφανῆ τήν ἔνδειξη Χριστιανός Ὀρθόδοξος. Προφανῶς ἡ ἐπικόλληση τοῦ σήματος στό πλαστικό περίβλημα δέν ἀποτελεῖ ἀλλοίωση τῆς θεωρημένης ἀπό τό Κράτος ταυτότητος. Παράλληλη πρόταση μπορεῖ νά εἶναι ἡ χάραξη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέ τά ἀρχικά γράμματα τῶν λέξεων «Ὀρθόδοξος Χριστιανός» ἑκατέρωθεν τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου.
Γ. Ἄμεση ἀγωνιστική τακτική
1) Στήν τακτική αὐτή ἐντάσσεται ἡ γενική κινητοποίηση τοῦ λαοῦ μέ κορυφαῖες ἐκδηλώσεις τίς μεγάλες παλλαϊκές συγκεντρώσεις, στήν Ἀθήνα καί στή Θεσσαλονίκη, ἐνδεχομένως καί σέ ὅλες τίς Πρωτεύουσες τῶν Νόμων τῆς Χώρας. Τό πρωί τῶν ἡμερῶν τῶν συγκεντρώσεων νά τελεσθοῦν θεῖες Λειτουργίες στούς Ἱερούς Ναούς τῶν Ἐνοριῶν, τῶν Ἱερῶν Μονῶν καί τῶν Ἱερῶν Προσκυνημάτων ὅλης τῆς χώρας. Σέ μιά τέτοια περίπτωση εἶναι ἀνάγκη νά ἠχήση ἐκκλησιαστικός συναγερμός καί τό ἀποτέλεσμα νά εἶναι ἕνας συνταρακτικός σεισμός πού νά θέση σέ κίνηση ὅλες τίς συνειδήσεις τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Ἕνας γενικός ξεσηκωμός πού θά ὁδηγήση τούς κυβερνῶντας σέ ἀναθεώρηση τῶν γνωστῶν ἀποφάσεών τους, εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Μιά φωνή, μιά κραυγή, ἕνα πανορθόδοξο σύνθημα: « Κάτω τά χέρια ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀπό τούς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους». Πρίν ἀπό τήν πιθανή ἀπόφασή μας γιά τήν διοργάνωση αὐτῶν τῶν συγκεντρώσεων ἀπαιτεῖται σοβαρός καί ὑπεύθυνος σκεπτικισμός γιά τήν ἐξασφάλιση τοῦ μεγίστου δυνατοῦ πλήθους καί τήν ἀποτροπή ξενοκίνητης καί ἀπρόβλεπτης προκλήσεως, αὐτοῦ πού λέγεται κοινῶς «προβοκάτσια». Μιά κεντρική ἐπιτροπή μέ ἐπί μέρους Ἐπιτροπές θά προετοιμάση λεπτομερῶς τόν σχεδιασμό καί τήν πραγματοποίηση τῆς συγκεντρώσεως, τό ἀργότερο μέχρι τῆς 28ης τοῦ τρέχοντος μηνός Ἰουνίου. Στήν ὅλη κινητοποίηση εἶναι πρόδηλη ἡ συμμετοχή τῆς ἀδελφῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης καί προφανῶς τῶν Ἰ. Μητροπόλεων τῆς Δωδεκαννήσου.
2) Ἔκδοση εἰδικῶν ἐντύπων, πού θά ἐπιμεληθοῦν εἰδικευμένοι ἄνθρωποι μέ εὐφυΐα καί γνώση, ὅπου θά κυριαρχοῦν σύντομα καί περιεκτικά κείμενα γιά τίς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας, σκίτσα καί φωτογραφίες. Διαφώτιση ἐπί τοῦ θέματος σέ συγκεντρώσεις ἱερέων, ἐνοριτῶν, συνεργατῶν, ὑπαλλήλων τῶν ἱδρυμάτων καί σέ εὐρύτερο κύκλο Χριστιανῶν μας. Ἐνέργειες γιά ἔκδοση ψηφισμάτων ἀπό Δημοτικά Συμβούλια, Ὀργανισμούς, Συλλόγους καί Σωματεῖα. Ἐπιδίωξή μας πρέπει νά εἶναι τό περιεχόμενό τους νά μή περιορίζεται στό αἴτημα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς μή περιορίζεται στό αἴτημα τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀλλά στήν ἀποτροπή τῶν σχεδιαζομένων καί μή κρυπτομένων ἐπεμβάσεων τῆς Πολιτείας εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅλα αὐτά ὑπό τό γενικό σύνθημα «Κάτω τά χέρια ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τούς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους».
3) Νά χρησιμοποιήσωμε ὅλες τίς ἐφημερίδες καί τά περιοδικά σ’ ὅλη τήν ἐπικράτεια καί τά ἔντυπα τοῦ ἐξωτερικοῦ. Νά παροτρύνωμε τούς δυναμένους νά γράφουν γιά τήν σύνταξη ἄρθρων καί τήν ἀποστολή ἐπιστολῶν ἐπί τοῦ θέματος σ’ ὅλα τά ἔντυπα μέσα.
Τά ἐκκλησιαστικά ἔντυπα ὅλων τῶν Ἐνοριῶν, ὅλων τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων καί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ μας Κέντρου νά ἀφιερώσουν κύρια ἄρθρα, ἀπόψεις καί σχόλια σχετικά μέ τίς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτονόητη, ὅσο καί πολύτιμη, θά εἶναι ἡ ἐπίσκεψη τῶν ἱερέων – ἐφημεριῶν ἀπό σπίτι σέ σπίτι καί ἀπό μαγαζί σέ μαγαζί γιά ἐνημέρωση τῶν πιστῶν.
4) Νά συγκροτηθῆ ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. εἰδική Ἐπιτροπή, μέ τήν συμμετοχή λαϊκῶν θεολόγων καί νομικῶν Χριστιανῶν, ἡ ὁποία θά κληθῆ νά μελετήση τήν ὠφελιμότητα, τήν χρησιμότητα καί τήν δυνατότητα ἐκδόσεως ἑνός «Δελτίου Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Ὁμολογίας» (ἤ πίστεως ἤ μαρτυρίας) γιά τούς ὀρθοδόξους Ἕλληνες Χριστιανούς.
4α) Νά ζητηθῆ ἀπό τόν λαό «διά βοῆς» ἡ παραίτηση τοῦ κ. ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, ἐάν δέν παραιτηθῆ τῶν ὑπό τοῦ ἰδίου ἀνακοινωθέντων σχεδίων εἰς βάρος τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καί τῆς Ἐκκλησίας.
5) Σέ περίπτωση πού ὁ ἀσφυκτικός κλοιός τῆς κρατικῆς ἐξουσίας εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἐξακολουθήση νά ἐκδηλώνεται ἐντονώτερα, τότε ἡ Ἐκκλησία, κατ’ ἐξοχήν προσευχομένη, θά χρησιμοποίηση τόν ὀργανωτικό μηχανισμό της πρός τήν ἐξῆς κατεύθυνση. Θά συγκεντρώση ἀπό ὅλη τήν Ἑλληνική Ἐπικράτεια ἑκατομμύρια ὑπογραφές τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, πού θά διαδηλώνουν τήν διαφωνία τους γιά τήν κυβερνητική πολιτική, ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας καί θά ζητοῦν Δημοψήφισμα. Οἱ “ὑπογραφές θά παραδοθοῦν ὡς τόμοι στόν κ. Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, γιά νά ἐνημερώση τήν Κυβέρνηση. Ἐάν δέν ὑπάρξη δημοκρατικό ἀποτέλεσμα ἀπό τήν διάσταση τῆς βουλήσεως τοῦ λαοῦ καί τῆς ἐξουσίας, θά παρακληθῆ ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, γνωστός γιά τήν φιλοπατρία του καί τόν σεβασμό του πρός τήν Ἐκκλησία, νά παραιτηθῆ τῶν καθηκόντων του, ὁπότε θά προκηρυχθοῦν ἐκλογές.
Αὐτά εἶναι μέτρα εἰρηνικά καί δημοκρατικά καί ὄχι ἱεροί πόλεμοι πού ἀπάδουν στήν Ὀρθοδοξία. Οἱ Ἕλληνες κληρικοί καί ὄχι λαϊκοί, μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέν φοβούμεθα τά δυσμενῆ μέτρα πού λαμβάνονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας διά λόγους ἰδιοτελείας ἤ συμφέροντος. Διαφωνοῦμε γιά τήν κατεύθυνση πρός τήν ὁποία ἐξωθεῖται ὁ Ἑλληνισμός, καθώς ἡ Παγκοσμιοποίηση ἀπειλεῖ νά ἰσοπεδώσει μιά ἱστορική ἐθνότητα, ὅπως εἶναι οἱ Ἕλληνες, χωρίς νά προβάλλεται καμιά ἀντίσταση μέ ὅπλα τίς πνευματικές ἰδιαιτερότητες τοῦ λαοῦ μᾶς. Μέ τίς θεωρίες γιά τό ἐμπόριο, τίς χρηματικές συναλλαγές, τήν κίνηση τῶν ἀγορῶν, τίς ἰσοτιμίες τῶν νομισμάτων καί τό φόβητρο τῆς Τεχνολογίας, μέ τόν θρίαμβο δηλαδή τοῦ ὑλισμοῦ, δέν ἐξασφαλίζεται ἡ ἐπιβίωση γιά κανένα μικρό Κράτος, μά πρό πάντων γιά τό Κράτος τῶν Ἑλλήνων. Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἐνῶ ὁ Κύριος Πρωθυπουργός προβάλλει τό ἀναπότρεπτο φάσμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως, ἀποσιωπᾶ σκληρές διεργασίες στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο, ὅπως ἡ πρόταση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν τῆς Γερμανίας Fisser, ὁ ὁποῖος ἐπρότεινε ἤδη τήν συγκρότηση ὁμοσπονδίας Γερμανίας, Γαλλίας, Βελγίου, Ὁλλανδίας καί Λουξεμβούργου, ἀφήνοντας πίσω τίς ἄλλες Χῶρες, μέ τελευταία στήν οὐρά τήν Ἑλλάδα. Καί ὅπως ἐγράφη προχθές ἡ πρόταση αὐτή δέν εἶναι ἁπλοῦν πυροτέχνημα. Ὑπάρχει, λοιπόν φόβος νά εἴμεθα καί ἀφελληνισμένοι καί τελευταῖοι. Καί ἀποκομμένοι ἀπό τήν πίστη καί ἔσχατοι. Ἐνῶ οἱ ἰσχυροί τῶν μεγάλων ἐθνῶν φροντίζουν γιά τά συμφέροντά τους.
Θά περατώσω τήν ἔκθεση τῶν Προτάσεων μου μέ τέσσαρες ἐπιγραμματικές ἐπισημάνσεις:
1. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀπό τοῦ ἔτους 1979, ὁπότε ὁ ὁμιλῶν ἔκαμε εἰδική εἰσήγηση στήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, εἶναι κηρυγμένη ὑπέρ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ προσανατολισμοῦ τῆς Χώρας μας καί τῆς θέσεως τῆς Ἑλλάδος ἐντός τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως. Ὑπό τό ἀπαραίτητο ὀρό τῆς διατηρήσεως τῆς πνευματικῆς καί πολιτιστικῆς ταυτότητος μας, ὅπως αὐτή διασφαλίζεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική μας πίστη καί τήν ἐθνική μας ἱστορική παράδοση. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν πωλοῦμε καί δέν ἀνταλλάσσομε τήν πίστη μας, ὄχι μόνο μέ τά 126 δίς τοῦ πακέτου Pronti ἀλλ’ οὔτε μέ ὅλα τά θησαυροφυλάκια τῆς Εὐρώπης.
2. Ἐνημερώνωμε τούς ἁρμόδιους κρατικούς παράγοντες, ὅτι οἱ Ἕλληνες Χριστιανοί Πολῖτες, πέραν τῆς ἀπαγορεύσεως τῆς ἀναγραφῇς τοῦ θρησκεύματος, ἀποποιοῦνται καί κατηγορηματικά γιά τίς ὁποιουδήποτε εἴδους ταυτότητές τους, εἴτε τοῦ παρόντος εἴτε τοῦ μέλλοντος τήν ὕπαρξη τοῦ ἀριθμοῦ 666 καί τό ἠλεκτρονικό φακέλλωμα μέ τό σύστημα Bar Code σ’ αὐτές.
3. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ζητεῖ ἀπό τήν Ἀξιωματική Ἀντιπολίτευση, νά λάβη ἄμεσα σαφέστερη καί ἐνεργότερη θέση στό ζήτημα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες καί νά προσδιορίσῃ τήν στάση της στά ὑπό τοῦ Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης ἀνακοινούμενα σχέδια εἰς βάρος τῆς ἐλευθερίας καί τῆς αὐτοτέλειας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Οἱ ἔπαινοι καί οἱ εὐχαριστίες τῆς Ἐκκλησίας ἀνήκουν σ’ ἐκείνους τούς πολιτικούς ἄνδρας τοῦ κυβερνῶντος κόμματος, τῆς ἀντιπολιτεύσεως καί τῶν ἐντός καί ἐκτός Βουλῆς κομμάτων γιά τίς θέσεις τους ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας.
4. Ἡ Ἐκκλησία ζητεῖ, ἔστω καί τώρα, τόν διάλογο. Ἐάν ἡ Πολιτεία ἀρνηθῆ, ἡ εὐθύνη θά βαρύνη τόν Πρωθυπουργό καί τήν Κυβέρνηση. Καί ἐάν ὑποθέσουμε ὅτι τελικῶς ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες θά ἀπαγορευθῆ, ἡ νίκη θά εἶναι τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία δέν δεσμεύεται καί θά συνεχίση. Τό Κράτος δυστυχῶς θά ζημιωθῆ, διότι θά ἀπωλέση τό κῦρος καί τήν ἀξιοπιστία του στή συνείδηση τοῦ Λαοῦ. Ἡ Ἐκκλησία θά νικήση ἐπειδή ἔχει ὅπλο τήν πίστη, περιεχόμενο τήν Ἱερά Παράδοση καί στήριγμα τό πλήρωμά της. Ἡ Ἐκκλησία ἐπέζησε ἐπί τέσσαρες αἰῶνες χωρίς Κράτος. Τό Κράτος ὅμως χρειάζεται καί τώρα τήν Ἐκκλησία, γιατί τήν ἐπιβίωσή του.είναι ἐπίκαιρος ὁ λόγος τῆς Ἀποκαλύψεως γιά τόν αἰώνιο Λόγο Ἰησοῦ Χριστό: «Καί εἶδον, καί ἰδού ἵππος λευκός, καί ὁ καθήμενος ἐπ’ αὐτοῦ ἔχων τόξον καί ἐδόθη αὐτό στέφανος, καί ἐξῆλθεν νικῶν καί ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. Στ’ 2) Ἡμεῖς δέ ἄς μένωμεν συνεπεῖς εἰς ὅσα «ἐμάθομεν καί ἐπιστώθημεν» (Β’ Τιμ. γ’ 14).
[1] Εἰσήγηση κατά τήν Συνεδρίαση τῆς Ἱεράς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 6ης Ἰουνίου 2000.
Πηγή: Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐκκλησία καὶ Ταυτότητες, Ἀθήνα 2000