Νικήτας Αλιπράντης Πλειοψηφία και δημόσια θρησκευτικά σύμβολα
Νικήτας Αλιπράντης, Καθηγητής Νομικής στα Πανεπιστήμια Θράκης και Στρασβούργου
http://www.acadimia.gr/content/view/156/76/lang,el/
Σάββατο 27 Μαΐου 2006
Β. Πλειοψηφία και δημόσια θρησκευτικά σύμβολα Το θέμα στην Ελλάδα εστιάζεται σχεδόν αποκλειστικά στην ύπαρξη εικόνων, κυρίως του Χριστού, σε δημόσια κτήρια (δικαστήρια, σχολεία κλπ.), πράγμα που αποτελεί μια ιδιαιτερότητα της χώρας μας σε σχέση με σχεδόν όλες τις χώρες της Ευρώπης και της Β. Αμερικής.
Το επιστημονικό λάθος που μπορεί να διαπραχθεί στο θέμα αυτό είναι η παραγνώριση της θεμελιακά διαφορετικής ιστορίας και η ισοπεδωτική και άκριτη μεταφορά ξένων ρυθμίσεων ή νομολογίας.
Στην Ελλάδα η δημόσια έκθεση εικόνων δεν επεβλήθηκε με κρατικό κανόνα, είναι αποτέλεσμα ενός εθίμου που δημιουργήθηκε ως έκφραση του από αιώνων σεβασμού τους από την συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της Ελλάδος. Σεβασμό στο πρόσωπο του Χριστού έχουν ως επί το πλείστον ακόμη και όσοι δεν πιστεύουν σ αυτόν και αυτοί δεν ενοχλούνται από την ύπαρξη εικόνων, η οποία είναι βέβαιο ότι δεν προσβάλλει την ελευθερία της συνείδησής τους. Αν κάποιοι ελάχιστοι ενοχλούνται πολύ ή και εξοργίζονται από την θέα των εικόνων, απλώς προδίδουν ότι εμφορούνται από ένα είδος μισαλλοδοξίας αντίστοιχης με εκείνη ορισμένων φανατικών θρησκευόμενων.
Από τη στιγμή που δεν παραβιάζεται η ελευθερία της συνείδησης, πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι η θρησκευτική ελευθθερία δεν επιβάλλει ούτε τον θρησκευτικό αποχρωματισμό του κράτους ούτε την απόλυτη ουδετερότητά του έναντι κάθε θρησκευτικής κοινότητας. Όπου έγινε αυτό, ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων ιστορικών παραγόντων (είτε της αποστροφής προς μια μορφή θρησκείας όπως στη Γαλλία, είτε της πρόθεσης να αποτραπούν θρησκευτικές έριδες όπως στις Η.Π.Α., είτε μιας γενικότερης εκκοσμίκευσης θρησκευτικής αδιαφορίας. *
Ο κ. Νικήτας Αλιπράντης γεννήθηκε στη Σπάρτη το 1941. Πήρε το πτυχίο της Νομικής (1963) και των Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών (1966) του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ο. Δ. Γερμανίας (1967-1970), όπου και ειδικεύτηκε στο εργατικό δίκαιο και στη γενική θεωρία και κοινωνιολογία του δικαίου. Σπούδασε επίσης στη Γαλλία, όπου απέκτησε το δίπλωμα του Ινστιτούτου Ανωτέρων Ευρωπαϊκών Σπουδών, καθώς και δίπλωμα μεταπτυχιακών Σπουδών και Doctorat dEtat από το Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης και εντεταλμένος διδασκαλίας στη Νομική Σχολή του Πανεπιστήμιου του Στρασβούργου (1971-1979). Από το 1982 ως έκτακτος και από το 1984 ως καθηγητής πρώτης βαθμίδας υπηρετεί στο Τμήμα Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου της Θράκης. Διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής στα Πανεπιστήμια του Παρισιού Ι, της Νάντης και του Στρασβούργου. Από το 1988 υπήρξε τακτικός και από το 2000 ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Robert Schuman του Στρασβούργου.
Το 1992 ίδρυσε και έκτοτε διευθύνει το Κέντρο Συγκριτικού και Ευρωπαϊκού Εργασιακού Δικαίου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο της Θράκης. Από το 1996 εξελέγη μέλος ενώ διετέλεσε και Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης.