Την 11η Φεβρουαρίου 2020, η αμερικανική εφημερίδα “The Washington Post” και το γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι ZDF, αποκάλυψαν ότι από το 1970 έως σήμερα, οι μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών στις ΗΠΑ και την Δυτική Γερμανία, ήταν κρυφοί ιδιοκτήτες δια του ελέγχου πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της ελβετικής εταιρείας, CRYPTO AG. Οι υπηρεσίες πληροφοριών κατασκόπευαν περισσότερες από 100 χώρες, χρησιμοποιώντας τον ειδικό εξοπλισμό κρυπτογράφησης της εταιρείας.
Η εφημερίδα The Washington Post προχώρησε στον ισχυρισμό ότι πρόκειται για το πραξικόπημα του αιώνα από τις μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Η CRYPTO AG ήταν μια ελβετική εταιρεία που δημιουργήθηκε το 1952, με εξειδίκευση στις τηλεπικοινωνίες και την ασφάλεια των πληροφοριών, κατασκευάζοντας μηχανήματα κρυπτογράφησης. Προηγουμένως κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η εταιρεία ήταν ένας από τους κύριους παραγωγούς προϊόντων μηχανικής κρυπτογράφησης για την κυβέρνηση τω ν ΗΠΑ. Ωστόσο, στις αρχές του 1950, οι αμερικανοί πράκτορες άρχισαν να φοβούνται ότι η εταιρεία ήταν πιθανό να πουλήσει την ίδια τεχνολογία σε εχθρούς.
Για το λόγο αυτό οι ειδικοί υπάλληλοι κρυπτογράφησης της CIA (Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ), έφθασαν σε μια άγραφη «συμφωνία κυρίων» με την ιδρυτή της εταιρείας Boris Hagelin, να πωλούνται τα προϊόντα μόνο σε χώρες που ενέκριναν οι ΗΠΑ. Με τη βοήθεια της NSA (Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των ΗΠΑ) η CIA άρχισε να παρεμβαίνει στα μηχανήματα που προορίζονταν για συγκεκριμένες χώρες.
Το 1970, η CIA έθεσε σε ενέργεια ένα μυστικό σχέδιο απόκτησης πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στην CRYPTO AG, από κοινού με την υπηρεσία πληροφοριών της Δυτικής Γερμανίας (BND). Αμφότερες οι υπηρεσίες πληροφοριών είχαν απόλυτη πρόσβαση στον εξοπλισμό, καθώς επίσης και την ευχέρεια να τροποποιούν τα μηχανήματα της εταιρείας, ώστε να σπάνε εύκολα του κώδικες που άλλες χώρες χρησιμοποιούσαν για την αποστολή κρυπτογραφημένων μηνυμάτων.
Όταν η τεχνολογία πέρασε από την εποχή της μηχανικής κρυπτογράφησης στην ηλεκτρονική, η NSA και η CIA τοποθέτησαν κερκόπορτες που τους επέτρεπαν να χειρίζονται τους αλγόριθμους που χρησιμοποιούσαν οι μηχανές κρυπτογράφησης για να κρυφακούν συμμάχους και εχθρούς. Για το σκοπό αυτό κατέληξαν να παράγονται δύο εκδόσεις των μηχανημάτων, μίας ασφαλής έκδοση και μία «χακαρισμένη». Ήδη μέχρι το 1970, οι περισσότερες από της κυβερνήσεις παρέδιδαν ανεπίγνωστα στην CIA, τα χρήματά τους και τα μυστικά τους και μέχρι το 1980, το 40% των ξένων τηλεπικοινωνιών περνούσε από τα χέρια αξιωματικών των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, μέσω της προώθησης και προμήθειας συσκευών της CRYPTO AG.
Πρόσφατες αναφορές αποκάλυψαν ότι οι κυβερνήσεις χωρών όπως το Ιράν, η Ιταλία, η Σαουδική Αραβία, το Ιράκ και η Νότια Κορέα, όλες ήταν θύματα της χρήσης πειραγμένου εξοπλισμού. Είναι βάσιμη η εκτίμηση ότι οι αμερικανοί και γερμανοί πράκτορες ήταν σε θέση να αντλήσουν αξιόλογες πληροφορίες κατά τη διάρκεια της κρίσης ομηρίας του 1979, με το Ιράν, αλλά και για τον πόλεμο των Φώκλαντ, το 1982.
Η αμερικανική εφημερίδα έγραψε χαρακτηριστικά: «οι ξένες κυβερνήσεις πλήρωναν μεγάλα χρηματικά ποσά στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Γερμανία, παραχωρώντας τους το προνόμιο της πρόσβασης στις πιο μυστικές επικοινωνίες του, για τις οποίες είχαν γνώση και τα δύο κράτη». Πιστεύεται ότι οι «φιλικές» υπηρεσίες πληροφοριών της Αγγλίας, του Καναδά, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας και των ΗΠΑ ωφελήθηκαν από τη συνεργασία αυτή, καθώς φέρονται να αποκαλούνται «τα πέντε μάτια». Η Ρωσία και η Κίνα ποτέ δεν εμπιστεύτηκαν τα εν λόγω μηχανήματα και ποτέ δεν τα χρησιμοποίησαν.
Για δεκαετίες η CIA και η Δυτική Γερμανία, είχαν αποκτήσει τόσο μεγάλο έλεγχο, ώστε οι δύο κυβερνήσεις ουσιαστικά έλεγχαν τα πάντα, έως το 1995, όταν η εφημερίδα The Baltimore Sun, προχώρησε σε δημοσιεύσεις πάνω στο πως η NSA μυστικά έλεγχε τις συσκευές κρυπτογράφησης της CRYPTO AG. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλές χώρες να σταματήσουν να αγοράζουν εξοπλισμό της εταιρείας.
Περίπου στο χρονικό σημείο αυτό η CIA εξαγόρασε το μετοχικό ποσοστό της BND, της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών, έναντι ποσό που ανήλθε στα 17 εκατομμύρια δολάρια. Ακολούθως συνέχισαν να ελέγχουν την εταιρεία μέχρι το 2018, όταν οι μετοχές ρευστοποιήθηκαν και πωλήθηκαν σε δύο άλλες εταιρείες, λόγω της προόδου της τεχνολογίας διαδικτυακής κρυπτογράφησης. Ωστόσο, ο ANDREA LINDE, πρόεδρος της νέας εταιρείας που δημιουργήθηκε και πλέον αποκαλείται CRYPTO INTERNATIONAL, δήλωσε στην εφημερίδα ότι αισθάνεται προδομένος από τις πρόσφατες αποκαλύψεις καθώς φαίνεται πως οι ενέργειες αυτές ήταν απλώς ένα προκάλυμμα για τις ενέργειες της CIA.
Οι πρόσφατες ανακαλύψεις για τις σχέσεις ανάμεσα στη CIA και την CRYPTO AG, έρχονται σε μια χρονική στιγμή που η αμερικανική κυβέρνηση όχι μόνο προειδοποιεί για πιθανή διαδικτυακή κατασκοπεία από τρίτες χώρες, αλλά και επιχειρεί να νομιμοποιήσει περεταίρω πρόσβαση στις κρυπτογραφημένες επικοινωνίες από τις αρμόδιες υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας. Εξάλλου αξιωματούχου της κυβέρνησης Τραμπ προειδοποιούν ότι η κινεζική εταιρεία HUAWEI με τον ειδικό εξοπλισμό της για τα δίκτυα πέμπτης γενιάς (5G), θα δώσει τον έλεγχο των τηλεπικοινωνιών στην κινεζική κυβέρνηση. Ενώ οι κυβερνητικές επικοινωνίες αποτελούν για άλλη μια φορά πρώτη είδηση, με το ένα σκάνδαλο να διαδέχεται το άλλο, υπάρχει εκτεταμένη ανησυχία και ενδιαφέρον αναφορικά με το πώς οι κυβερνήσεις χειρίζονται τις πληροφορίες και τις τηλεπικοινωνίες, τόσο σε εγχώριο όσο και διεθνές πεδίο.
Η ανάγκη για ασφαλείς τηλεπικοινωνίες είναι πλέον περισσότερο από ποτέ σημαντική. Οι κυβερνήσεις πρέπει να είναι πολύ πιο προσεκτικές στο πως επιλέγουν να διαχειριστούν κρίσιμα δεδομένα, πληροφορίες και κρατικά μυστικά.
Πηγή: disruptionbanking.com