Το Νοέμβριο του 2008, μετά από επίσκεψη του τότε Πρωθυπουργού της Βρετανίας Gordon Brown στη Μέση Ανατολή με τη συνοδεία του Βαρόνου Rothschild, της γνωστής τραπεζικής δυναστείας, η εφημερίδα ‘The National’ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων δημοσίευσε σχόλιο – πρόβλεψη του Βαρόνου για το τί μέλλει γενέσθαι στο διεθνές οικονομικό σκηνικό, σύμφωνα με το οποίο οι ‘τράπεζες θα περάσουν μία περίοδο αποσυμπίεσης’ και ‘σταδιακά θα αναδειχθεί μία νέα μορφή παγκόσμιας διακυβέρνησης’.
Το Δεκέμβριο του 2008, ο επικεφαλής αρθρογράφος των Financial Times για θέματα εξωτερικών σχέσεων, δημοσίευσε στην εφημερίδα του ένα ενδιαφέρον άρθρο του στο οποίο έγραψε πως ‘για πρώτη φορά στη ζωή μου πιστεύω πως η δημιουργία κάποιας μορφή παγκόσμιας διακυβέρνησης είναι εφικτή. Η οικονομική κρίση και οι κλιματικές αλλαγές πιέζουν τις εθνικές κυβερνήσεις να υιοθετήσουν διεθνείς λύσεις.’
Τον Απρίλιο του 2009 σε συνέντευξη του ο Πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Robert Zoellick είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής: ‘Αν οι ηγέτες θέλουν όντως να δημιουργήσουν νέες παγκόσμιες ευθύνες και διακυβέρνηση, ας ξεκινήσουν με το να εκμοντερνίσουν τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα και να τους δώσουν τη δύναμη να εποπτεύουν εθνικές πολιτικές’.
Το καλοκαίρι του 2009 οι χώρες της G20 συμφώνησαν να δώσουν στο ΔΝΤ αρμοδιότητες μίας Παγκόσμιας Κεντρικής Τράπεζας με την άδεια να δημιουργεί χρήμα και με το δικαίωμα να παίζει το ρόλο του παγκόσμιου οικονομικού επόπτη των εθνικών οικονομιών, ώστε να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Άφησαν άλυτο, ωστόσο, το πρόβλημα της καταρρακωμένη αξιοπιστίας του Ταμείου και το κυριότερο το δραματικό οικονομικό του πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί από την έλλειψη αιτημάτων από τα κράτη για δανεισμό από αυτό και το απειλούσε ακόμη και με χρεοκοπία.
Το Μάιο του 2010 η ελληνική κρίση άνοιξε την πόρτα της ΕΕ στο ΔΝΤ κάνοντας το συγκυβερνήτη της Ευρώπης, αποκαθιστώντας τη χαμένη αίγλη του και το κυριότερο διασώζοντας το οικονομικά αφού του εξασφάλισε τεράστια κεφάλαια από τους τόκους του δανείου των 30 δις ευρώ.
Ταυτόχρονα, φυσικά, άνοιξε διάπλατα στο ΔΝΤ την πόρτα της Ελλάδας, η οποία το αποδέχτηκε με την εντύπωση ότι πρόκειται για μία προσωρινή λύση σε ένα πολυετές της πρόβλημα και πιστεύοντας ότι δε θα έπρεπε να ανεχτεί και να αντέξει την παρουσία του για περισσότερο από τρία χρόνια, όσο υποτίθεται ότι θα διαρκέσει ο μηχανισμός ‘στήριξης’. Ωστόσο, αυτό που δε φαίνεται να κατάλαβε η Ελλάδα είναι ότι η ελληνική κρίση αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί σταθμό στην εξυπηρέτηση του σχεδίου μίας παγκόσμιας ενδυνάμωσης του ΔΝΤ και διεθνούς αναβάθμισης του ρόλου του ως ένα από τα ανανεωμένα και πιο ισχυρά όπλα της διεθνούς οικονομικής ελίτ.
Σε σχετικά πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο ‘Η Σούπερ Τάξη: Η Παγκόσμια Ελίτ της Δύναμης και ο Κόσμος που δημιουργούν’ ο David Rothkopf, μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων των ΗΠΑ, υφυπουργός εμπορίου της κυβέρνησης Κλίντον και πρώην διευθύνων σύμβουλος της ‘Kissinger & Associates’ γράφει τα εξής: ‘Η δημιουργία μηχανισμών παγκόσμιας διακυβέρνησης είναι πιο εφικτή στο σημερινό περιβάλλον’, τέτοιου είδους μηχανισμοί ‘συχνά δημιουργούνται με προσωρινές λύσεις σε επείγοντα προβλήματα που δε μπορούν να περιμένουν μέχρι ο κόσμος να αγκαλιάσει μία μεγαλύτερη και πιο αμφιλεγόμενη ιδέα όπως αυτή μίας πραγματικής παγκόσμιας κυβέρνησης’.
Δυστυχώς,το πιθανότερο είναι ο χρόνος να δείξει πως η προσωρινή λύση που υποσχέθηκε ότι θα παρέχει το ΔΝΤ στο επείγον πρόβλημα της Ελλάδας, θα εξελιχτεί σε μία πολυετή και με στοιχεία μονιμότητας κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι στην αναφορά του ΔΝΤ που συντάχθηκε μετά το ελληνικό αίτημα για ενεργοποίηση του μηχανισμού ‘στήριξης’ και βέβαια στο ίδιο το Μνημόνιο υπάρχει ειδική πρόβλεψη για την αύξηση του επιτοκίου των ανεξόφλητων δανείων μετά το πέρας των τριών ετών κατά επιπλέον 1,00%.
Η μελέτη της χρηματιστηριακής και οικονομικής ιστορίας επιβεβαιώνει ότι οι ‘κρίσεις’ αποτελούν σταθμούς στην ανοικοδόμηση του συστήματος με τρόπο τέτοιο που να ενδυναμώνει την οικονομική ελίτ και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη διαιώνιση της δύναμης της και η ‘ελληνική κρίση’ δε φαίνεται να αποτελεί εξαίρεση.
Πάνος Παναγιώτου
Χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής - διευθυντής GSTA/EKTA