Μελέτη: Τα παιδιά των οποίων οι μητέρες δεν εργάζονται με πλήρη απασχόληση είναι πιο πιθανό να μπουν στο Στάνφορντ
«Μετά από προσαρμογή ως προς τους δημογραφικούς και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες, η ομάδα που είναι πιο πιθανό να παρακολουθήσει τα ποιοτικότερα κολέγια είναι μαθητές από οικογένειες που τροφοδοτούνται οικονομικά από τον πατέρα και η μητέρα ασχολείται με την οικογένεια».
The Federalist,
Από τη Joy Pullmann*,
26 Αυγούστου 2020.
Οι έφηβοι των οποίων οι μητέρες εργάζονταν με μερική απασχόληση ή καθόλου έξω από το σπίτι είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να γίνουν δεκτοί και να παρακολουθήσουν ένα από τα περιζήτητα κολέγια ή πανεπιστήμια σε σχέση με τους εφήβους των οποίων οι μητέρες εργάζονταν με πλήρη απασχόληση, σύμφωνα με μια μελέτη που ανακοινώθηκε σήμερα από το Institute for Family Studies. Η μελέτη συνεκτίμησε και εξωτερικούς παράγοντες, όπως το οικογενειακό εισόδημα, η γονεϊκή εκπαίδευση, το φύλο, η φυλή και η σύνθεση της οικογένειας.
«Οι μαθητές είναι πιο πιθανό να γίνουν δεκτοί και να φοιτήσουν στα πολύ ανταγωνιστικά κολέγια όταν οι μητέρες τους είναι στο σπίτι παρά όταν οι μητέρες και οι πατέρες τους εργάζονται και οι δύο σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης» κατέληξε. Η μελέτη εξέτασε ένα πανεθνικό αντιπροσωπευτικό διαχρονικό δείγμα, από όλες τις πολιτείες, αντλώντας δεδομένα για περισσότερους από 17.000 Αμερικανούς μαθητές πρώτης Λυκείου.
Το 40% των παιδιών που μελετήθηκαν είχαν δύο γονείς εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, το 57 % είχε δύο εργαζόμενους γονείς (με τη μητέρα είτε με πλήρη είτε με μερική απασχόληση), και το 24% είχε πατέρα που εργάζεται με πλήρη απασχόληση και μητέρα που δεν εργαζόταν με αμοιβή. Τα βέλτιστα αποτελέσματα στην εκπαίδευση των παιδιών διαπιστώθηκαν στα νοικοκυριά με την παραδοσιακή ρύθμιση εργασίας, δηλ. του πατέρα που τροφοδοτούσε το σπίτι οικονομικά και της μητέρας που τακτοποιεί τα του σπιτιού. Οι οικογένειες στις οποίες ο πατέρας εργαζόταν με πλήρη απασχόληση και η μητέρα εργαζόταν με μερική απασχόληση είχαν και εκείνα συγκρίσιμα υψηλά ακαδημαϊκά επιτεύγματα στα παιδιά τους.
«Ο επιπλέον χρόνος, η ενέργεια και η προσοχή που διέθεσαν οι μητέρες που έμεναν στο σπίτι για να επιβλέψουν τα παιδιά τους στις σπουδές τους, στις παρέες με τους συνομιλήκους και για να συμμετάσχουν σε εθελοντικές προσπάθειες που σχετίζονται με το σχολείο, φαίνεται να έχουν ξεπληρωθεί από την άποψη της ακαδημαϊκής επιτυχίας των παιδιών τους, δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης Nicholas Zill.
Το παρακάτω γράφημα από την εν λόγω μελέτη συσχετίζει την είσοδο των παιδιών στο επιλεγμένο κολέγιο σε σχέση με τη ρύθμιση της εργασίας των γονέων τους. Οι μπλε ράβδοι είναι τα ακατέργαστα αποτελέσματα και οι κίτρινες είναι τα αποτελέσματα προσαρμοσμένα ως προς τις δημογραφικές πληροφορίες που αναφέρονται παραπάνω (οικογενειακό εισόδημα, γονεϊκή εκπαίδευση κ.λπ.).
Γράφημα 2. Το ποσοστό των παιδιών που παρακολουθούν τα ποιοτικότερα κολέγια σε σχέση με το μοντέλο εργασίας των γονέων τους, ΗΠΑ, τάξη 2013.
«Μετά την προσαρμογή ως προς τους δημογραφικούς και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες, η ομάδα που ήταν πιο πιθανό να παρακολουθήσει τα επιλεγμένα κολέγια ήταν μαθητές από οικογένειες στις οποίες ο άνδρας έφερνε τα χρήματα και η μητέρα φρόντιζε το σπίτι. Οι πιθανότητες που είχαν οι φοιτητές αυτής της ομάδας να φοιτήσουν σε κολέγια υψηλών προδιαγραφών ήταν σημαντικά υψηλότερες σε σχέση με τις οικογένειες όπου και οι δύο γονείς εργάζονταν με πλήρες ωράριο (λόγος πιθανότητας 1,57)», διαπίστωσε η μελέτη του Zill. «Οι μαθητές των οποίων οι πατέρες εργάζονταν με πλήρη απασχόληση και οι μητέρες εργάζονταν με μερική απασχόληση είχαν επίσης πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να παρακολουθήσουν τα εν λόγω κολέγια. Η ομάδα πατέρας πλήρους απασχόλησης-μητέρα στο σπίτι ή πατέρας εργαζόμενος και μητέρα με μερική απασχόληση δε διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους.»
Ως «εξαιρετικά επιλεγμένα κολέγια» στη μελέτη «ορίζονται εκείνα των οποίων οι βαθμολογίες των μαθητών τους στο πρώτο έτος τα κατέταξαν στην πρώτη πεντάδα των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων που χορηγούν προπτυχιακό απολυτήριο.» Τέτοια ιδρύματα περιλαμβάνουν το Ivies και εξαιρετικά ανταγωνιστικά κρατικά σχολεία όπως το Princeton, το University of California στο Los Angeles, το Stanford και το Duke.
Επίσης σημαντικό είναι το παρακάτω, πως τα παιδιά των οποίων οι μητέρες δεν εργάζονταν έξω από το σπίτι πέτυχαν σε πολύ ακριβά πανεπιστήμια παρά το γεγονός πως το οικογενειακό τους εισόδημα ήταν κατά μέσον όρο 20.000 δολάρια λιγότερο ετησίως από ό, τι οι οικογένειες στις οποίες η μητέρα εργαζόταν είτε με πλήρη είτε με μερική απασχόληση. Στη μελέτη, οι οικογένειες στις οποίες και οι δύο γονείς εργάζονταν με πλήρη απασχόληση κέρδιζαν τα περισσότερα χρήματα (μεσαίο εισόδημα 80.000 δολάρια), αλλά η επίβλεψη των γονέων ξεπέρασε τα χρήματα στην ικανότητα να εξασφαλίσει τις προοπτικές εκπαίδευσης των παιδιών.
Μεγάλα κοινωνικά οφέλη προκύπτουν, όταν οι μητέρες δεν είναι υποχρεωμένες να εργαστούν.
Η έρευνα εδώ και δεκαετίες έχει διαπιστώσει και άλλα σημαντικά οικογενειακά και κοινωνικά οφέλη, όταν οι άνθρωποι, και ειδικά οι μητέρες, εργάζονται με μερική απασχόληση ή εθελοντικά αντί για την αμειβόμενη εργασία πλήρους απασχόλησης. Το μπεστ σέλερ του 2000 “Bowling Alone,” για παράδειγμα, περιλαμβάνει πρωτότυπα ερευνητικά αποτελέσματα και συνοψίζει αποτελέσματα από άλλες μελέτες που βρίσκουν ότι οι γυναίκες που εργάζονται με μερική απασχόληση είναι πολύ πιο πιθανό να επενδύσουν χρόνο σε δραστηριότητες μέσα στις κοινότητές τους παρά οι γυναίκες με πλήρες ωράριο απασχόλησης ή οι νοικοκυρές πλήρους απασχόλησης.
«Οι γυναίκες που εργάζονται με μερική απασχόληση, ειδικά εκείνες που το κάνουν κατ 'επιλογή, ασχολούνται περισσότερο με εθελοντική εργασία, ψυχαγωγούνται περισσότερο και επισκέπτονται περισσότερο τους φίλους τους από ό, τι οι εργαζόμενες πλήρους απασχόλησης ή οι νοικοκυρές πλήρους απασχόλησης», γράφει ο συγγραφέας και κοινωνιολόγος Robert Putman. Ο εθελοντισμός έχει ένα προφανές κοινωνικό όφελος.
Το υπόλοιπο βιβλίο εξηγεί ακόμη γιατί οι «ιδιωτικές» κοινωνικές συμπεριφορές όπως η επίσκεψη σε φίλους και η πρόσκληση παρέας για δείπνο είναι ζωτικής σημασίας σε μια καλά οργανωμένη κοινωνία. Είναι επειδή οι άνθρωποι είναι πιο ευτυχισμένοι και λειτουργούν καλύτερα, όταν έχουν ισχυρές φιλίες. Οι απομονωμένοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν προβλήματα όπως η ακηδία, η κακή υγεία, οι εθιστικές συμπεριφορές και η βία που τελικά οδηγούν στην ανάγκη να επέμβουν άλλοι άνθρωποι για να τα λύσουν, συνήθως μέσω διευρυμένων κυβερνητικών κοινωνικών προγραμμάτων.
Πριν από είκοσι χρόνια, το “Bowling Alone” διαπίστωσε τη τεράστια μείωση στην αλληλεγγύη της κοινότητας σε σχέση με τη δεκαετία του 1950 και τις συνακόλουθες αυξήσεις των κοινωνικών προβλημάτων που οφείλονται στη μοναξιά. Ο σημαντικότερος παράγοντας στην έκπτωση των ανθρώπινων σχέσεων στην Αμερική, όπως διαπίστωσε ο Putnam, είναι οι εθισμοί των Αμερικανών στην οθόνη - τότε σε μεγάλο βαθμό στη τηλεόραση, τώρα κυρίως στα κινητά μας τηλέφωνα. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας, ωστόσο, που αντιπροσωπεύει έως και το 15% της μαζικής πτώσης της κοινωνικής διασύνδεσης στην Αμερική ήταν η αύξηση των εργαζόμενων μητέρων πλήρους απασχόλησης, τόσο των ανύπανδρων όσο και των παντρεμένων.
Οι γυναίκες θα ήθελαν να έχουν δυνατότητα για λιγότερη απασχόληση και όχι για περισσότερη.
Σε αντίθεση με το αφήγημα ότι «οι γυναίκες θέλουν να ζουν όμοια με τους άνδρες και να επενδύσουν το μέγιστο δυναμικό τους στην αμειβόμενη εργασία πλήρους απασχόλησης», ο Putnam διαπίστωσε ότι «σχεδόν όλη η αύξηση της γυναικείας απασχόλησης κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αι. έγινε από ανάγκη και όχι από επιλογή.». Επιπλέον, «οι γυναίκες που πρέπει να εργάζονται σε πλήρες ωράριο έχουν λιγότερες πιθανότητες να επισκεφτούν φίλους, να διασκεδάσουν στο σπίτι ή να ασχοληθούν εθελοντικά με κάτι».
Ενώ οι πολιτικοί επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στο να γίνει ευκολότερο για τις μητέρες να εργάζονται με πλήρη απασχόληση μακριά από τα παιδιά τους μέσω ανακατανομής των εσόδων της δημόσιας φορολογίας που τα διοχετεύουν σε προγράμματα όπως η «άδεια μετ 'αποδοχών», ένα σημαντικό μέρος των εργαζομένων μητέρων εργάζονται περισσότερο από ό,τι θέλουν. Πολλές θα προτιμούσαν να δείξουν περισσότερο ενδιαφέρον για τις οικογένειές τους και για τις κοινότητες που ζουν. Πολλές εργαζόμενες μητέρες αισθάνονται παγιδευμένες και οι περισσότεροι πολιτικοί υπόσχονται να τους ρίξουν ένα σωσίβιο μέσα στο κλουβί που βρίσκονται, αντί να ανοίξουν τις πόρτες του και να τις ελευθερώσουν, ώστε να καταφέρουν να εξισορροπήσουν καλύτερα ανάμεσα στις οικογενειακές σχέσεις τους και στα χρήματα.
Όπως σημείωσε ο Putnam πριν από 20 χρόνια, «Βρήκαμε ότι οι εργαζόμενες μερικής απασχόλησης συνήθως ασχολούνται περισσότερο με τις δραστηριότητες στη κοινωνία από ό,τι οι εργαζόμενες πλήρους απασχόλησης, ή εκείνες που δεν απασχολούνται καθόλου. Φυσικά, δεν θέλουν όλες οι γυναίκες μια δουλειά μερικής απασχόλησης, αλλά πολλές το επιθυμούν, και τα δημόσια, τα μη κερδοσκοπικά και τα ιδιωτικά ιδρύματα της Αμερικής τώρα μόλις άρχισαν να αντιμετωπίζουν την πρόκληση της αναδιάρθρωσης των εργασιών τους για να καλύψουν αυτή τη ζήτηση.» Αυτή η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά από τότε.
Τα παιδιά χρειάζονται αλλά και επιθυμούν την προσοχή των μητέρων τους.
Η έρευνα επίσης επιβεβαιώνει το προφανές γεγονός ότι η αφιέρωση μεγάλης μερίδας ενδιαφέροντος από τις μητέρες τους είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη των παιδιών. Όπως γράφει η Erica Komisar στο βιβλίο της που κυκλοφόρησε το 2017 με τίτλο “Being There,” («Να είσαι εκεί»), «η πιο πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι η αναντικατάστατη παρουσία μιας μητέρας είναι ζωτικής σημασίας για τη συναισθηματική ανάπτυξη και την ψυχική υγεία των παιδιών της στα πρώτα τους χρόνια».
Δεν είναι μόνο τα πρώτα χρόνια που η παρουσία μιας μητέρας είναι σημαντική για την ανάπτυξη των παιδιών. Μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ σε 66.000 παιδιά στη Νορβηγία διαπίστωσε ότι η αύξηση του αριθμού των γονέων που παρέμεναν στο σπίτι με μεγαλύτερα παιδιά, αύξησε τις ακαδημαϊκές τους επιδόσεις. Ενώ η πρώιμη παιδική ηλικία είναι προφανώς μια κρίσιμη περίοδος για τη συναισθηματική και εγκεφαλική ανάπτυξη του παιδιού, το ίδιο ισχύει και για τα χρόνια του Γυμνασίου.
Τα παιδιά χρειάζονται τους γονείς, ανεξάρτητα από την ηλικία τους και επωφελούνται από την αυξημένη μέριμνα των γονέων τους. Δεν είναι διαστημική επιστήμη. Ο καθένας μπορεί να το επιβεβαιώσει αυτό. Ο λόγος που οι περισσότεροι σήμερα δεν το ομολογούν είναι ότι έχει γίνει πλέον πολιτική δήλωση το να πούμε το προφανές, επειδή μερικοί άνθρωποι και φατρίες έχουν επενδύσει οικονομικά, συναισθηματικά, κοινωνικά και πολιτικά στο να χωρίζουν τους γονείς από τα παιδιά τους. Έτσι κατασκευάστηκε μια κοινωνική πίεση για τις γυναίκες ώστε να απενεργοποιήσουν τα ένστικτά τους να αναθρέψουν παιδιά και να συνδέσουν το σεξ με το γάμο.
Εξάλλου, θα κερδηθούν περισσότερα χρήματα από τους φόρους και για τα διάφορα λόμπι από την παραμέληση της παιδικής μέριμνας και τα διπλά οικογενειακά εισοδήματα. Τουλάχιστον έως ότου οι γενεές των παιδιών που στερούνται ολοένα και περισσότερο τους γονείς τους συσσωρεύουν όλο και λιγότερο συναισθηματικό και πνευματικό κεφάλαιο αρκετό για να τροφοδοτήσει την οικονομία και την κοινωνία μας. Αυτό (δυστυχώς) συμβαίνει ήδη, αλλά δεν χρειάζεται να συνεχιστεί άλλο.
Πηγή: thefederalist.com, Μαμά Μπαμπάς και Παιδιά