Υποστηρίζουμε την υιοθεσία, όταν εννοείται σωστά.
Η υιοθεσία πρέπει πάντοτε να θεωρείται και να αποτελεί μια παιδοκεντρική κίνηση όχι απλώς ένα μέσο για να έχουν παιδιά οι ενήλικες.
Κανένας ενήλικας - ετεροφυλόφιλος, ομοφυλόφιλος ή μοναχικός - δεν έχει "δικαίωμα" να υιοθετήσει ή να αποκτήσει παιδί. Αντίθετα, κάθε παιδί έχει δικαίωμα να έχει γονείς.
Στην υιοθεσία οι πελάτες δεν είναι οι γονείς που επιθυμούν ένα παιδί. Το παιδί είναι ο πελάτης.
Αντιλαμβανόμαστε απόλυτα ότι τα παιδιά είναι πλασμένα για να έχουν μια καλή σχέση με τη βιολογική μητέρα και τον πατέρα τους και αποδίδουν καλύτερα, όταν μεγαλώνουν μέσα σε ένα σπίτι γεμάτο από την αγάπη των παντρεμένων γονέων τους. Οποιαδήποτε άλλη οικογενειακή δομή, συμπεριλαμβανομένης και της υιοθεσίας, εκθέτει τα παιδιά σε αυξημένους κινδύνους και πτωχά αποτελέσματα.
Η υιοθεσία θα πρέπει να αναζητείται ως λύση μόνο όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι δυνατότητες να μείνει το παιδί με τη βιολογική οικογένειά του. Και αυτό γιατί ένα παιδί, όταν χάνει τη σχέση του με τους βιολογικούς του γονείς, βιώνει πάντα ένα τραύμα που δεν πρέπει καθόλου να υποτιμάται ή να αγνοείται.
Για το παιδί, και μόνο το οτι μπαίνει στη διαδικασία της υιοθεσίας σημαίνει πως ήδη έχει βιώσει μια μεγάλη απώλεια. Η υιοθεσία είναι η προσπάθεια της κοινωνίας να απαλύνει αυτή την πληγή. Ωστόσο, παρά το ότι η υιοθεσία είναι το ευτυχέστερο σενάριο για ένα παιδί που βρίσκεται σε ανάγκη, οι γονείς που θα το αναλάβουν - ανεξάρτητα από το πόση αγάπη μπορούν να του δώσουν - δεν μπορούν να αντισταθμίσουν πλήρως την απώλεια της πρώτης οικογένειάς του.
Με αυτό το σκεπτικό, οι υπεύθυνοι για την υιοθεσία πρέπει να είναι σε θέση να αξιολογήσουν ποιοι γονείς είναι καλύτεροι για το παιδί. Οι τοποθετήσεις δεν πρέπει να ανταποκρίνονται σε αυτό που επιθυμούν οι ενήλικες, αλλά πρέπει να δίνουν προτεραιότητα σε αυτό που έχει ανάγκη και χρειάζεται το παιδί.
Κατά την αξιολόγηση των μελλοντικών τοποθετήσεων, υπάρχουν αρκετές μεταβλητές που πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν. Κάθε παράγοντας πρέπει να ζυγίζεται και να εξετάζεται πριν να τοποθετηθεί ένα παιδί σε μια οικογένεια. Οι εν λόγω παράγοντες είναι:
- Η βιολογική σχέση με τους θετούς γονείς, όποτε είναι δυνατόν,
- Η οικογενειακή ταυτότητα και συγγένεια.
- Το φύλο των γονέων - να προσφέρουν ΚΑΙ πατρική ΚΑΙ μητρική αγάπη.
- Η καλή οικογενειακή κατάσταση, να υπάρχει οικογενειακή σταθερότητα.
- Η δυνατή πνευματική, συναισθηματική και σωματική υγεία των θετών γονέων.
- Η οικονομική ευρωστία.
- Να λαμβάνονται υπόψιν και οι επιθυμίες του παιδιού - ειδικότερα έχει αξία και στην οικογένεια που θα τα αναλάβει να υπάρχουν μεγαλύτερα παιδιά.
- Τα παιδιά είναι καλό να τοποθετούνται μαζί με τα βιολογικά αδέλφια τους, όποτε είναι δυνατόν.
- Να υπάρχει ετοιμότητα και ικανότητα των γονέων για να διαχειρίζονται συγκεκριμένες διαγνώσεις / ιδιαίτερες ανάγκες του παιδιού.
Οι κοινωνικοί λειτουργοί πρέπει συχνά να λαμβάνουν υποκειμενικές αποφάσεις σχετικά με τις τοποθετήσεις, σταθμίζοντας κάθε μία από αυτές τις προυποθέσεις υπό το πρίσμα της ιδιαίτερης κατάστασης και των αναγκών του εκάστοτε παιδιού.
Ιδιαίτερα όταν δίνουν για υιοθεσία μεγαλύτερα παιδιά, παιδιά με ειδικές ανάγκες ή αδέλφια, σπάνια ικανοποιούνται όλες οι παραπάνω προυποθέσεις για κάθε παιδί.
Υποστηρίζουμε την τοποθέτηση των παιδιών ΜΟΝΟ σε σπίτια με έγγαμα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια και ΜΟΝΟ όταν τα ζευγάρια αυτά πληρούν επιπρόσθετα και όλα τα άλλα απαιτούμενα κριτήρια. Επομένως ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΥΜΕ τον ισχυρισμό ότι τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια ή οι εργένηδες και οι μοναχικές γυναίκες πρέπει να έχουν «ισότιμη πρόσβαση» στην υιοθεσία παιδιών.
Συνοπτικά, οι αποφάσεις τοποθέτησης ενός παιδιού σε μια οικογένεια, είναι συχνά πολύπλοκες με πολλές μεταβλητές. Οι κοινωνικοί λειτουργοί πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν την τοποθέτηση που είναι προς το καλύτερο συμφέρον του παιδιού -και όχι την τοποθέτηση που ικανοποιεί τις επιθυμίες των ενήλικων που εμπλέκονται.
Πηγή: thembeforeus.com, Μαμά Μπαμπάς και Παιδιά