Κρύβουν τη μείωση του πληθυσμού της χώρας που σημειώνεται για πρώτη φορά από συστάσεως ελληνικού κράτους. Σε καμία απογραφή ως τώρα μετά το 1828 δεν είχαμε μείωση, ούτε καν σ' αυτές που έγιναν το 1951 μετά την κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο, το 1961 και το 1981 μετά τα μεγάλα μεταναστευτικά κύματα.
Αρθρο συνεργάτη του «Φόρουμ της Δραχμής»
«Λευκή» γενοκτονία, δηλαδή αναίμακτη - τουλάχιστον προς το παρόν - συντελείται σε βάρος του ελληνικού λαού, καθώς για πρώτη φορά, μετά την επανάσταση του 1821 και τη σύσταση του ελληνικού κράτους, καταγράφεται μείωση του ελληνικού πληθυσμού.
Ποτέ άλλοτε σε απογραφή πληθυσμού, που είχε διεξαχθεί στο ελληνικό κράτος, ούτε σε αυτή που έγινε το 1951 μετά την γερμανική κατοχή του 1941-1944 και τον εμφύλιο πόλεμο του 1945-1949, δεν καταγράφηκε μείωση του πληθυσμού της χώρας. Μείωση πληθυσμού της χώρας δεν καταγράφηκε ούτε στις απογραφές που έγιναν το 1961 και το 1981 μετά τα μεγάλα μεταναστευτικά κύματα Ελλήνων εργατών προς το εξωτερικό.
Εγινε όμως τώρα, στην απογραφή του Μαϊου του 2011, τα πρώτα στοιχεία της οποίας δημοσιοποιήθηκαν στις 22 Ιουλίου 2011 και έκτοτε μαγειρεύονται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ώστε να κρυφτεί αυτή η τραγική αλήθεια. Πρόκειται για την ίδια υπηρεσία, που με κυβερνητικές εντολές «μαγείρεψε» το δημόσιο έλλειμμα για να οδηγηθεί η χώρα σιδηροδέσμια στο μνημόνιο και να παραδοθεί ο λαός στους δημίους του. Είναι η ίδια υπηρεσία που μαγειρεύει και τα στοιχεία της ανεργίας εμφανίζοντάς την πολύ κάτω από την πραγματική.
Ολες οι απογραφές από το 1821 και μετά
Ειδικότερα, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας, όπως αποτυπώθηκε στην απογραφή του 2011, ανέρχεται σε 10.787.690 μόνιμους κατοίκους, σημειώνοντας μείωση κατά 146.407 άτομα, σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή του 2001. Ενδεικτικά ν' αναφέρουμε ότι το 1981 ήταν 9.739.589, το 1991 αυξήθηκε στα 10.258.364 για να φθάσει στα 10.934.097 το 2001 και να πέσει πλέον στους 10.787.690 κατοίκους.
Στον πίνακα που ακολουθεί ο οποίος προέρχεται από τα «Δημογραφικά Νέα» του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, αποτυπώνεται η διαχρονική εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας, όπως και τα αντίστοιχα μεταναστευτικά ρεύματα Ελλήνων στο εξωτερικό.
Τα στοιχεία για την απογραφή του 2011, χαρακτηρίστηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ ως «προσωρινά» αλλά δεν μπορεί ο αριθμός αυτός να αλλάξει με διάφορες αναγωγές (όπως γίνεται στα «γκάλοπ»), εφόσον πρόκειται για απογραφή και όχι για δειγματολογική καταγραφή, εκτός εάν γίνουν αλχημείες. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις που εκφράστηκαν, η μείωση αυτή του πληθυσμού πρέπει να αναζητηθεί στη μείωση των γεννήσεων - πράγμα που δεν επιβεβαιώνεται - και στη μετανάστευση των Ελλήνων πολιτών στο εξωτερικό.
Η μείωση των γεννήσεων δεν αρκεί για να εξηγήσει το φαινόμενο, αφού μείωση υπήρχε και κατά την προηγούμενη δεκαετία (1991-2001) και παρόλα αυτά ο συνολικός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 700.000 άτομα, ενώ κατά την πιο προηγούμενη δεκαετία (1981-1991) είχε αυξηθεί κατά μισό εκατομμύριο. Πολύ περισσότερο, όπως θα δείξουμε παρακάτω, που οι γεννήσεις δείχνουν τα τελευταία χρόνια να ανακάμπτουν έστω και οριακά.
Οσο για το αν φταίει η απογραφή, καθώς εκφράζονται επιφυλάξεις για το κατά πόσον κατέγραψε όλους τους κατοίκους, αυτό δεν μπορεί ν' αποτελεί αιτία της παρούσας μείωσης του πληθυσμού, γιατί ο συγκεκριμένος παράγοντας υπήρχε, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, και στις προγενέστερες απογραφές και παρόλα αυτά, επί σχεδόν δύο αιώνες, ποτέ δεν είχε καταγραφεί μείωση πληθυσμού.
Δεν είναι λόγος της μείωσης η μη απογραφή των μεταναστών
Αντίθετα, η πραγματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού, προφανώς και είναι μεγαλύτερη, από αυτή που δείχνουν οι τελικοί αριθμοί της απογραφής, με δεδομένη την νόμιμη και την παράνομη μετανάστευση από άλλες χώρες προς την Ελλάδα, που στον ένα ή στο άλλο βαθμό επιδρά αυξητικά στον πληθυσμό και σίγουρα δεν τον μειώνει. Δηλαδή, ακόμα κι αν πολλοί μετανάστες δεν απογράφηκαν ή αν απογράφηκαν ελάχιστοι, η ουσία καθόλου δεν αλλάζει.
Αυτό γιατί ο παράγοντας «μετανάστευση», από έξω προς την Ελλάδα, είτε είναι κοινός παρονομαστής στην παρούσα (2011) και στην προηγούμενη απογραφή (2001), είτε εκδηλώνεται με μεγαλύτερη ένταση την τελευταία δεκαετία και συνεπώς αν είχε μια συμβολή αυτή θα ήταν στην κατεύθυνση της αύξησης του πληθυσμού και όχι της μείωσής του.
Αρα αν αφαιρέσουμε τον παράγοντα μετανάστευση (από έξω προς τα μέσα), ο οποίος ήταν πολύ πιο αδύναμος έως και ανύπαρκτος στις προηγούμενες απογραφές, τότε τα στοιχεία που προκύπτουν, δίνουν ακόμα πιο καθαρή εικόνα για την φθίνουσα πορεία του ελληνικού πληθυσμού. Δηλαδή η μη καταγραφή των μεταναστευτικών εισροών δεν αποτελεί αιτία της μείωσης του ελληνικού πληθυσμού, αφού ούτως ή άλλως οι μετανάστες δεν απογράφονταν σε μεγάλο βαθμό και στις προηγούμενες απογραφές, εκτός από τους Ελληνες ομογενείς που επαναπατρίζονταν στην Ελλάδα.
Αύξηση των γεννήσεων !
Ομως, ούτε το επιχείρημα περί μείωσης των γεννήσεων ισχύει αφού τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια μικρή ανάκαμψη της συνεχούς πτώσεις.
Ετσι ο δείκτης ολικής γονιμότητας, ο οποίος είχε εμφανίσει μια σοβαρή πτωτική τάση από το 1980 (2,2) έως το 2005 (1,3), παρουσιάζει μικρή ανοδική τάση και ανήλθε το 2007 στο 1,4 και το 2009 στο 1,5, παραμένοντας ωστόσο κάτω από το όριο αντικατάστασης γενεών που είναι 2,1. (ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 1/2/2011)
Μεγαλύτερη η μείωση του ανδρικού πληθυσμού
Η εκτίμηση ότι πρόκειται για πραγματική και ταυτόχρονα δραματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού ενισχύεται και από άλλα στοιχεία της απογραφής του 2011:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά 146.407 ή 1,34% και περιορίστηκε σε 10.787.690 από 10.934.097 που ήταν προ δεκαετίας.
Αυτό όμως που δείχνει ότι η μείωση δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε στη μείωση των γεννήσεων ούτε στη μη καταγραφή των μεταναστών, είναι ότι τη μεγαλύτερη μείωση, 109.736 ή 2,03%, εμφανίζουν οι άντρες, καθώς περιορίστηκαν σε 5.303.690 από 5.413.426 το 2001. Από την άλλη οι γυναίκες περιορίστηκαν μόνο κατά 36.671 ή 0,66% στις 5.484.000 από 5.520.671 πριν από δέκα χρόνια.
Αυτή η «ανισότητα» μεταξύ των δύο φύλων προδίδει την τάση αιμορραγίας του ανδρικού πληθυσμού, ίσως με ματανάστευση στο εξωτερικό, καθώς η ίδια η φύση μεριμνά για ισορροπία γεννήσεων αγοριών και κοριτσιών. Είναι προφανές πως εάν η μείωση ήταν αποτέλεσμα κακής απογραφής τότε θα έχαμε ισόρροπη μείωση και στα δύο φύλα, εκτός κι αν κάποιος ισχυριστεί πως απογράφονται οι γυναίκες πιο πρόθυμα από τους άνδρες και γι' αυτό έχουν μικρότερη μείωση.
Αποκαλύπτεται επίσης, από αυτό το στοιχείο, πως δεν πρόκειται για μείωση λόγω μη καταγραφής των μεταναστών και συνεπώς είναι υπόθεση του γηγενούς πληθυσμού, αφού κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά ότι απογράφηκαν οι γυναίκες μετανάστες σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες μετανάστες, πολύ περισσότερο που η πραγματικότητα λέει ότι οι περισσότεροι μετανάστες που έχουν έρθει στην Ελλάδα είναι άνδρες.
Την παραπάνω εκτίμηση ενισχύουν και άλλα στοιχεία προερχόμενα από την απογραφή του 2011: Στο σύνολο της Χώρας απεγράφησαν 10.787.690 μόνιμοι κάτοικοι, εκ των οποίων 5.303.690 άνδρες (49,2%) και 5.484.000 γυναίκες (50,8%). Στην Αττική όπου κατοικούν οι περισσότεροι Ελληνες, ο πληθυσμός της ανέρχεται σε 3.812.330 κατοίκους, εκ των οποίων 1.842.680 (48,33) είναι άντρες και 1.969.650 (51,67) γυναίκες. Η διαφορά αυτή στον αριθμό ανδρών και γυναικών και η υπεροχή του γυναικείου πληθυσμού έναντι του ανδρικού υπερβαίνει, όπως φαίνεται παραπάνω, τον εθνικό μέσο όρο και δείχνει διαρροή των ανδρών και όχι μη απογραφή ή γέννηση λιγότερων αγοριών.
Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από τα στοιχεία για τον πληθυσμό και άλλων περιφερειών. Οι άντρες υπερισχύουν σε 6 από τις 13 Περιφέρειες της χώρας: Στερεάς Ελλάδας όπου καλύπτουν το 50,9% του πληθυσμού της περιοχής ήτοι 278.160 άντρες, νότιου Αιγαίου με 50,5% ήτοι 155.990, Πελοποννήσου με 50,7% ήτοι 294.910, Βορείου Αιγαίου με 50,3% ήτοι 99.520, δυτικής Ελλάδας με 50,2% ήτοι 341.400 και δυτικής Μακεδονίας με 50,1% ήτοι 141.260 άντρες.
Οι γυναίκες υπερισχύουν στις άλλες 7 περιφέρειες: Αττικής όπου καλύπτουν το 51,7% του πληθυσμού ήτοι 1.969.650 γυναίκες, κεντρικής Μακεδονίας 51,4% ήτοι 964.320, ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης 50,7% ήτοι 307.070, Ηπείρου 50,7% ήτοι 170.760, Ιονίων νήσων 50,6% ήτοι 104.450, Θεσσαλίας 50,5% ήτοι 368.830 και Κρήτης 50,3% ήτοι 312.580 γυναίκες.
Πραγματική μείωση τουλάχιστον μισό εκατομμύριο!
Η πραγματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού δεν είναι μόνο η διαφορά κατά 146.407 ή 1,34%, μεταξύ των δύο τελευταίων απογραφών, δηλαδή μεταξύ των 10.934.097 του 2001 και των 10.787.690 του 2011. Στις 28 Ιουλίου 2011, η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Eurostat) ανακοίνωσε τις εκτιμήσεις της για τον πληθυσμό όλων των κρατών-μελών της ΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες ο πληθυσμός της Ελλάδας την 1.1.2011 ήταν 11.329.600.
Ετσι προκύπτει μια διαφορά 541.910 κατοίκων ανάμεσα στα στοιχεία των δύο υπηρεσιών. Η εκτίμηση της Eurostat αποτελεί ουσιαστικά πρόβλεψη για τον πληθυσμό της Ελλάδας με βάση τα στατιστικά δεδομένα. Η εκτίμηση αυτή ανταποκρίνεται στις τάσεις που είχε ο πληθυσμός της Ελλάδας τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ έκανε απογραφή του σήμερα. Συνεπώς η απόκλιση μεταξύ Eurostat και ΕΛΣΤΑΤ είναι στην ουσία η πραγματική μείωση του πληθυσμού της χώρας.