Μπορεῖ ὁ λαός μας, μὲ τὴν εὐλογημένη σοφία του, νὰ ἔχει κάνει τὴ διαπίστωση ὅτι «Ἀπὸ μάννα ὀρφανεύει τὸ παιδί», ἀφοῦ ἡ μάννα, χωρὶς καμμία ἀμφιβολία, ἀποτελεῖ τὴν ἰσόβια ζωοδότρα πηγὴ ἀγάπης καὶ φροντίδας γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Ὅμως, ὅλο καὶ περισσότερες σχετικὲς ἔρευνες τεκμηριώνουν τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ ὁ πατέρας βάζει ἀνεξίτηλα τὴ σφραγίδα του στὴ ζωὴ τῆς οἰκογένειας καὶ στὴν προσωπικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τόσο μὲ τὴν παρουσία του, ὅσο καὶ μὲ τὴν ἀ π ο υ σ ί α του. Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ κοινωνία μεταβάλλεται καὶ οἱ συνθῆκες, ποὺ ἴσχυαν γιὰ χρόνια μέσα στὴν οἰκογένεια, ἀλλάζουν παγκοσμίως καὶ στὴν Πατρίδα μας, ὡς συνέπεια κυρίως τῆς «ἐξω-οἰκιακῆς» ἐργασίας τῆς γυναίκας. Ἔτσι, ἡ παλιὰ ἐφαρμοσμένη ἀντίληψη τῶν διακριτῶν ρόλων τῆς μητέρας καὶ τοῦ πατέρα, σύμφωνα μὲ τοὺς ὁποίους ὁ ἄνδρας ἦταν πάντα ὁ ἀρχηγός, ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ οἰκονομικὸ στήριγμα τῆς οἰκογένειας, ἔχει ἐκλείψει, μαζὶ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ αὐστηροῦ, ἐπιβλητικοῦ, βλοσυροῦ, μέχρι καὶ καταπιεστικοῦ πατέρα. Ἔχει δὲ ἀντικατασταθεῖ καὶ μέσα στὸ «Οἰκογενειακὸ Δίκαιο» ποὺ τροποποιήθηκε στὴ χώρα μας τὸ 1983 ἀπὸ τὴ «Συζυγικὴ Οἰκογένεια», ποὺ σημαίνει ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς δύο συζύγους δὲν ἔχει ἰδιαίτερα προνόμια, ἀλλὰ ὅτι καὶ οἱ δύο ἔχουν ἴσα δικαιώματα καὶ ὑποχρεώσεις. Τὸ δὲ σπίτι, δὲν ὑπάγεται πιὰ στὴν ἀπόλυτη διοίκηση καὶ τὴ διεύθυνση κανενός, ἀλλά, μεταξὺ τῶν συζύγων πρέπει νὰ ὑπάρχει συνεννόηση, ἀλληλοβοήθεια καὶ ἀλληλοϋποστήριξη.
Αὐτὲς οἱ συνθῆκες, ὅταν ὑπάρχουν παιδιά, ὁρίζονται ὡς «Γονικὴ Μέριμνα», ἡ ὁποία προδικά ὅτι καὶ οἱ δύο γονεῖς φροντίζουν καὶ ἐνεργοῦν «ἀπὸ κοινοῦ» γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὰ οἰκογενειακὰ θέματα καὶ τὰ προβλήματα ποὺ ἀφοροῦν στὰ παιδιά. Ὅλα αὐτά, ποὺ τονίζουν σαφῶς ἢ ἐμμέσως ὅτι τὸ παιδὶ ἔχει ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη καὶ ἀπό τους δύο γονεῖς του «ἀπὸ κοινοῦ» ἀκούγονται ὑπέροχα σὲ θεωρητικὴ βάση. Καί, ὁσάκις τὸ ζευγάρι ἔχει τὴν παιδεία καὶ τὴν ψυχικὴ ὡριμότητα νὰ φυλάγεται ἀπὸ τὶς παγίδες ποὺ στήνουν στὴ σχέση του ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ἔλλειψη διάθεσης γιὰ ὑποχωρήσεις καὶ ἀλληλοκατανόηση, μπορεῖ νὰ τὰ ἐφαρμόσει στὴν καθημερινὴ ζωή. Μπορεῖ, δηλαδή, νὰ καλλιεργήσει μία πραγματικὰ εὐλογημένη συνεργασία καὶ συνεννόηση, ὥστε νὰ προκύψει μία ἁρμονικὴ καὶ ἀποτελεσματικὴ συμβίωση, καὶ μία ὑπέροχη οἰκογενειακὴ ἀτμόσφαιρα γιὰ τὰ παιδιά του. Διότι, ὅπως ἔχει λεχθεῖ καὶ ἀλλοῦ, τὸ καλύτερο δῶρο ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν οἱ γονεῖς στὰ παιδιά τους εἶναι ἡ μεταξύ τους σύμπνοια καὶ συντροφικότητα.
Ὡστόσο παρὰ τὴν ἀρχὴ τῆς ἰ σ ό τ η τ α ς στὴν ὁποία στηρίζονται αὐτὲς οἱ διατάξεις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἰσοπεδώσουν καὶ νὰ καταργήσουν τὴ φυσική, λόγῳ φύλου, δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ό τ η τ α τῶν ρόλων ποὺ διαδραματίζουν οἱ δύο γονεῖς μέσα στὴν οἰκογένεια καὶ ἡ ὁποία, μὲ κάποιες παραλλαγές, ἰσχύει καὶ παρατηρεῖται καὶ σὲ ὅλο τὸ ζωϊκὸ βασίλειο. Δὲν εἶναι, κατὰ συνέπεια, δυνατόν, οἱ διατάξεις αὐτὲς νὰ ὁδηγήσουν στὴν ἐ ξ ο μ ο ί ω ση τῶν ρόλων –ὅπως συχνὰ παρερμηνεύεται ἡ περὶ ἰσότητας ἀρχὴ – καὶ νὰ ἀκυρώσουν τὶς διαφορετικὲς φυσικὲς δυνατότητες τῶν δύο φύλων, ὅπως καὶ τὴν ἀναντικατάστατη δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ή σχέση καὶ ἐπίδραση ποὺ ἔχει ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς στὴν ψυχολογία καὶ τὴν προσωπικότητα τοῦ κάθε παιδιοῦ. Ὁ ὅρος γιὰ «ἴσα δικαιώματα καὶ ὑποχρεώσεις», ἑπομένως, παραβλέπει τὴ νομοτελειακὴ διαφορετικότητα τῶν δύο φύλων, μὲ ὅσα αὐτὴ συνεπάγεται, ὅπως καὶ τὴν ἐνδεχόμενη διαφορετικότητα στὶς συνθῆκες ἐργασίας τοῦ καθενὸς ἢ σὲ ἄλλες συγκυρίες ποὺ ἀκυρώνουν τὴν ἔννοια τῆς ἀπόλυτης ἰσότητας.
Ὡστόσο, ὁ καταλυτικὸς ρόλος τῆς μητέρας, τὶς διαστάσεις τοῦ ὁποίου κανένας νόμος δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καλύψει, νὰ προσδιορίσει ἢ νὰ περιορίσει, εἶναι αὐταπόδεικτος, διαχρονικὰ παραδεκτός, χιλιοτραγουδισμένος καὶ σεβαστός. Ἔχω, ὅμως, τὴ γνώμη ὅτι δὲν ἔχει ἀντίστοιχα ἐπισημανθεῖ, ὅσο θὰ ἔπρεπε τοὐλάχιστον, ὁ ρόλος τοῦ πατέρα. Κατὰ καιρούς, μὲ διάφορες ἀφορμές, γίνονται ἀναφορὲς στὶς πολλὲς ἐπιπτώσεις ποὺ μπορεῖ νὰ παρουσιαστοῦν ἀπὸ τὴν ἔλλειψή του. Συχνὰ δέ, στὴν καθημερινὴ ζωή, διαπιστώνεται ἡ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη τοῦ παιδιοῦ ποὺ ἔχει στερηθεῖ τὸν πατέρα του, νὰ ἀναζητήσει ἕνα ὑποκατάστατο αὐτῆς τῆς παρουσίας στὸ πρόσωπο ἑνὸς παπποῦ, ἑνὸς θείου ἢ ἑνὸς τρίτου προσώπου. Θεωρῶ, ἑπομένως, χρήσιμο νὰ ἀναφερθῶ σὲ ὁρισμένα στοιχεῖα ποὺ ἀφοροῦν, ἀλλὰ καὶ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸν ρόλο τοῦ πατέρα καὶ τὴν ἀναντικατάστατη ἐπίδρασή του στὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ψυχολογία τῶν παιδιῶν.
Τὸ θέμα, ἴσως, νὰ πρέπει ἰδιαιτέρως νὰ μᾶς προβληματίσει σήμερα ποὺ ὁ ἀριθμὸς τῶν μονογονεϊκῶν οἰκογενειῶν αὐξάνεται. Ἂς ἀρχίσουμε ἀπὸ ἕνα πρῶτο ἀξίωμα πού ὑποστηρίζουν οἱ παιδοψυχολόγοι καὶ λέει: «Ἡ ἔννοια τοῦ ῾῾πατέρἀ̓, ἡ παρουσία του ποὺ ἐμπεδώνεται στὴ συνείδηση τῶν παιδιῶν, προέρχεται καὶ συγκροτεῖται κυρίως ἀπὸ ὅσα ἡ μητέρα καλλιεργεῖ γι᾿ αὐτόν». Τεκμηριωμένη ἀπόδειξη αὐτῆς τῆς ἀπόψεως εἶναι αὐτὸ ποὺ συνέβαινε στὶς παλιὲς ναυτικὲς οἰκογένειες, στὶς ὁποῖες, παρὰ τὶς μακροχρόνιες ἀπουσίες τοῦ πατέρα, ἡ «παρουσία» του μέσα στὸ σπίτι ὑπῆρξε συνεχῶς ζωντανὴ καὶ σημαντική, διότι ἔτσι φρόντιζε νὰ τὴν διατηρήσει ἡ μάννα. Εἶναι, ἐπίσης, πολλὰ τὰ παραδείγματα παιδιῶν πού, ἐνῷ ἔχουν χάσει τὸν πατέρα τους σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία, ἢ ἐνδεχομένως καὶ πρὶν νὰ γεννηθοῦν, μεγαλώνοντας φαίνεται σὰν νὰ τὸν ἔχουν πολὺ καλὰ γνωρίσει. Μέσα δὲ ἀπὸ τὰ λεγόμενά τους γι᾿ αὐτόν, διακρίνει κανεὶς μία εἰκόνα ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ εἶναι ὡραιοποιημένη, ἀλλὰ συμπίπτει μὲ ὅσα ἔχουν ἀκούσει γι᾿ αὐτὸν τὸν ἄγνωστο πατέρα ἀπὸ τὴ μητέρα τους.
Ἕνα δεύτερο σχετικό ἀξίωμα λέει ὅτι: «Γιὰ τὴν ψυχικὴ ὡριμότητα καὶ ἰσορροπία τοῦ παιδιοῦ, ἀπαιτεῖται πρόσληψη στοιχείων καὶ ἀπὸ τὰ δύο ἀρχέτυπα φύλων, ποὺ πρωσοποποιοῦνται ἀπὸ τὴ μητέρα καὶ τὸν πατέρα». Ἔτσι, ἀναλόγως μὲ τὸ φύλο του, τὸ παιδὶ θὰ ἀντιγράψει καὶ θὰ ταυτιστεῖ μὲ τὸν ἀντίστοιχο γονιό, ἐνῷ συγχρόνως θὰ μάθει νὰ διακρίνει, νὰ σέβεται καὶ νὰ συμβιώνει μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τοῦ ἄλλου φύλου. Οἱ παιδοψυχολόγοι ἔχουν διαπιστώσει ὅτι, ἡ παντελὴς φυσικὴ ἤ, ἔστω, εἰκονικὴ ἀπουσία τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς, ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ, μπορεῖ, πολλὲς φορές, νὰ προκαλέσει κάτι σὰν «ψυχικὴ ἀναπηρία» ποὺ δυσκολεύει τὴν οὐσιαστικὴ ἐνηλικίωση καὶ ὡρίμανσή του, διότι τοῦ λείπουν τὰ συμπληρωματικὰ στοιχεῖα τοῦ ἄλλου φύλου. Ἕνα τρίτο, τέλος, ἀξίωμα λέει ὅτι «ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ πολύτιμα δῶρα τοῦ πατέρα στὰ παιδιά του, εἶναι τὸ νὰ σέβεται καὶ νὰ τιμᾶ τὴ μητέρα τους̓̓. Γίνεται, ἑπομένως, ἀντιληπτὸ τὸ πόσο σημαντικός, πολύτιμος καὶ ἀναντικατάστατος εἶναι ὁ ρόλος ποὺ παίζει ὁ πατέρας στὴ ζωὴ τῆς οἰκογένειας καὶ στὴν προσωπικότητα τῶν παιδιῶν. Καὶ δὲν εἶναι καθόλου ἀνεξήγητο τὸ ὅτι, παρὰ τὶς ὅποιες ἀλλαγὲς ἐπέφερε ἡ βιομηχανικὴ καὶ μεταβιομηχανικὴ ἐποχὴ στὴ ζωὴ τῆς γυναίκας, τὰ συναισθήματα τῶν παιδιῶν γιὰ τοὺς γονεῖς τους δὲν ἔχουν ἀλλάξει. Ἡ μητέρα ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι γιὰ τὸ παιδὶ ἡ ζεστὴ καὶ γλυκιὰ ἀ γ κ α λ ι ά, γιὰ φροντίδα καὶ παρηγοριά, ἐνῷ ὁ πατέρας ἀντιπροσωπεύει –θέλουν νὰ ἀντιπροσωπεύει– τὴν ἤρεμη δύναμη, τὴ σιγουριὰ καὶ τὴν προστασία. Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, τὰ παιδιὰ χρειάζονται ἕναν πατέρα πού, πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα, εἶναι οὐσιαστικὸς σύντροφος γιὰ τὴ μητέρα τους. Χρειάζονται ἕναν πατέρα στοργικό, ποὺ δὲν ξεχωρίζει τὰ παιδιά του, ποὺ τοὺς δείχνει τὴν ἀγάπη του, ὄχι μόνο μὲ συνεχεῖς ὑλικὲς παροχές, ἀλλὰ μὲ τὸ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ δικά τους ἐνδιαφέροντα καὶ τὰ τυχὸν προβλήματά τους. Ἕναν πατέρα, ποὺ ξέρει νὰ αὐτοπειθαρχεῖται καὶ νὰ ἐλέγχει τὶς θετικὲς ἢ ἀρνητικὲς ἀντιδράσεις του στὶς πράξεις τοῦ παιδιοῦ, μὲ ὡριμότητα καὶ χωρὶς ὑπερβολὲς καὶ ἀσυνέπειες στὴ συμπεριφορά του. Ἔχουν κυρίως ἀνάγκη ἀπὸ ἕναν πατέρα πού βρίσκει καὶ τοὺς ἀφιερώνει π ο ι ο τ ι κ ό χρόνο ἐπικοινωνίας. Στὸ σημεῖο αὐτὸ νομίζω ὅτι ταιριάζει νὰ σᾶς μεταφέρω μία μικρὴ ἱστορία πού, ἴσως καὶ νὰ τὴν ἔχετε διαβάσει σὲ κάποια σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μας, ἄρθρα:
Ἕνας πατέρας γυρίζει ἀργὰ ἕνα βράδυ σπίτι του ἀπὸ τὴ δουλειά του, κουρασμένος καὶ ἐκνευρισμένος καὶ βρίσκει τὸ ἑξάχρονο ἀγοράκι του νὰ τὸν περιμένει ἄγρυπνο στὸ σαλόνι. Μόλις τὸν βλέπει, πάει κοντά του καὶ γίνεται ὁ ἑξῆς διάλογος:
– Μπαμπά, μπορῶ νὰ σὲ ρωτήσω κάτι;
– Ναὶ, βεβαίως, ἀγόρι μου.
– Πόσα πληρώνεσαι γιὰ μία ὥρα δουλειᾶς στὸ γραφεῖο σου;
– Αὐτὸ δὲν εἶναι δική σου δουλειά, λέει ἐκνευρισμένος ὁ πατέρας.
– Σὲ παρακαλῶ, μπαμπάκα μου, θέλω νὰ ξέρω, πές μου.
– Ἀφοῦ θέλεις νὰ ξέρεις, παίρνω τριάντα εὑρὼ τὴν ὥρα.
– Ὤχ!… Μπορεῖς σὲ παρακαλῶ, νὰ μοῦ δανείσεις 19 εὑρώ;
– Ἂν ὁ μόνος λόγος ποὺ μὲ περίμενες καὶ μὲ ρώτησες ἦταν γιὰ νὰ μοῦ ζητήσεις χρήματα γιὰ νὰ ἀγοράσεις σίγουρα κάποιο χαζὸ καινούργιο παιχνίδι, νὰ πᾶς κατευθεῖαν στὸ δωμάτιό σου καὶ στὸ κρεββάτι σου. Δὲν σκοτώνομαι στὴ δουλειὰ γιὰ τέτοιες ἀνόητες ἀπαιτήσεις.
Τὸ παιδάκι πῆγε ἥσυχα στὸ δωμάτιό του κι ἔκλεισε πίσω του τὴν πόρτα. Ὁ πατέρας του ξανασκέφτηκε τὴν ἐρώτηση τοῦ παιδιοῦ, νευρίασε καὶ πάλι κι ἀναρωτήθηκε «πῶς τόλμησε νὰ μὲ ρωτήσει πόσα παίρνω, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μοῦ ζητήσει χρήματα;». Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὴ ὥρα καί, ἀφοῦ ξεκουράστηκε λίγο, ὁ πατέρας ἠρέμησε καὶ σκέφτηκε ὅτι ἴσως εἶναι κάτι ποὺ πρέπει πραγματικὰ ν᾿ ἀγοράσει ὁ μικρὸς μὲ τὰ 19 εὑρώ, ἴσως κάτι γιὰ τὸ σχολεῖο. Πῆγε λοιπὸν στὴν πόρτα τοῦ δωματίου τοῦ παιδιοῦ, τὴν ἄνοιξε προσεκτικὰ καὶ ρώτησε :
– Κοιμᾶσαι, παιδί μου;
– Ὄχι, μπαμπά.
– Σκέφτηκα ὅτι, ἴσως ἤμουνα λίγο σκληρὸς μαζί σου νωρίτερα. Ἀλλὰ νά, ἦταν μία δύσκολη μέρα κι ἔβγαλα σὲ σένα ὅλη μου τὴν κούραση. Ὁρίστε, πάρε τὰ 19 εὑρὼ ποὺ μοῦ ζήτησες. Ὁ μικρὸς τὸν ἀγκάλιασε καὶ τὸν φίλησε γεμᾶτος χαρά, ἔβαλε τὸ χέρι του κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι κι ἔβγαλε κάτι τασαλακωμένα χαρτονομίσματα μαζὶ μὲ κάτι κέρματα, κι ἄρχισε νὰ τὰ μετράει. Ὁ πατέρας, αἰσθάνεται νὰ νευριάζει καὶ πάλι, βλέποντας ὅτι ὁ μικρὸς ἔχει ἤδη κάποια χρήματα ἀπὸ τὸ χαρτζηλίκι του, καὶ τὸν ρωτᾶ αὐστηρὰ: – Ἀφοῦ ἔχεις χρήματα, γιατί θέλεις κι ἄλλα, τί θὰ τὰ κάνεις;
– Εἶχα μόνο 11 εὑρώ, ἐνῷ τώρα μπαμπάκα ἔχω 30 καὶ μπορῶ νὰ σοῦ πληρώσω μία ὥρα δουλειᾶς, γιὰ νὰ ἔρθεις αὔριο νωρὶς στὸ σπίτι. Θέλω τόσο πολὺ νὰ φᾶμε ὅλοι μαζί στό τραπέζι… Ὁ πατέρας συγκλονίστηκε καὶ βουρκωμένος ἀγκάλιασε τὸ παιδί του, ψιθυρίζοντας ἕνα καταλυτικὸ «συγγνώμη».
Εἶναι βέβαιο, τὸ ξέρουμε ὅλοι, ὅτι οἱ γονεῖς θέλουν νὰ προσφέρουν στὰ παιδιὰ τους ὅ,τι καλύτερο μποροῦν, σὲ ἐφόδια καὶ ὑλικὰ ἀγαθά, καὶ γι᾿ αὐτό, συχνά, δουλεύουν, ἰδιαιτέρως ὁ πατέρας, τόσες πολλὲς ὧρες. Ὅμως, τὰ παιδιὰ ἔχουν ἀνάγκη κυρίως ἀπὸ ἕναν πατέρα ποὺ χαίρεται νὰ κάνει μαζί τους διάφορες δραστηριότητες, ποὺ τοὺς δίνει τὴν ἄνεση νὰ συζητήσουν μαζί του καὶ ποὺ τοὺς δείχνει τὴν πεῖρα του ἀπὸ τὴ ζωὴ μὲ ἤρεμες συμβουλές, ἀλλὰ καὶ ἤρεμες δικαιολογημένες παρατηρήσεις –καθιστὸς δίπλα τους– ὁσάκις χρειάζεται. Ἕναν πατέρα, δηλαδή, ποὺ νὰ τὸν νιώθουν μὲν φίλο, ἀλλὰ ὄχι καὶ «φιλαράκι», ὅπως συμβαίνει μὲ τὸ συνομήλικο γειτονόπουλο ἢ μὲ τὸν συμμαθητή, μὲ τοὺς ὁποίους κάνουν τὶς ἀταξίες καὶ τὶς ζαβολιές τους. Ἔτσι, θὰ ὑπάρξει, κυρίως κατὰ τὴ δύσκολη περίοδο τῆς προεφηβείας καὶ ἐφηβείας, ἀλλὰ καὶ μέχρι τὴν ὡρίμανση τῆς κρίσης τοῦ παιδιοῦ, ἡ ἀπαραίτητη ἀπόσταση ἀσφαλείας, ποὺ ἐξασφαλίζει στὸν πατέρα τὴν οὐσιαστικὴ διαφορὰ ἀπὸ τὸ «φιλαράκι» καὶ συμβάλλει στὸ νὰ κατανοήσει τὸ παιδὶ τὴν ἀνάγκη, ὄχι νὰ φοβᾶται, ἀλλὰ νὰ «ὑπολογίζει» τὴ γνώμη καὶ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ πατέρα του. Ἀντιδράσεις ποὺ πρέπει, ἀπὸ νωρίς, τὸ παιδὶ νὰ καταλάβει ὅτι εἶναι συνυφασμένες μὲ τὶς ἀντίστοιχες εὐθῦνες τοῦ γονιοῦ, γιὰ τὴ λειτουργία καὶ εὐημερία τῆς οἰκογένειας. Συγχρόνως, ἔτσι δημιουργεῖται στὰ παιδιὰ ἕνα αἴσθημα ἀσφάλειας, διότι συναισθάνονται ὅτι ὁ πατέρας εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ βοηθήσει καὶ νὰ τὰ στηρίξει σὲ μία δύσκολη ὥρα, καὶ ὄχι ὁ συνομήλικος φιλαράκος τους μὲ τὸν ὁποῖο κάνουν τὶς ζαβολιές τους.
Ἡ ἀνάγκη τῶν παιδιῶν γιὰ ἕναν πατέρα προστάτη, ποὺ τὰ ἀντιμετωπίζει, ὄχι σὰν ἀνταγωνιστὲς, ἀλλὰ μὲ σοβαρότητα καὶ μὲ στοργικὴ κατανόηση, διαγράφεται ἀνάγλυφη σὲ δύο κείμενα ποὺ ἔχουν γράψει παιδιὰ γιὰ τὸν πατέρα τους καὶ νομίζω ὅτι ἀξίζει νὰ σᾶς τὰ μεταφέρω. Τὸ πρῶτο μοῦ τὸ ἔδωσε μία διαζευγμένη μητέρα, σὲ μία Σχολὴ Γονέων, καὶ τὸ ἔχει γράψει ὁ δεκατετράχρονος γυιός της στὸν πατέρα του. Λέει μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς: «…Εἰλικρινὰ πατέρα μὲ ἀπασχολοῦν οἱ σχέσεις μου μαζί σου. Οἱ συναντήσεις μας γίνονται ὅλο καὶ πιὸ συχνὰ ἀφορμὴ νὰ ξεσποῦν μεταξύ μας καυγάδες καὶ δὲν τὸ μπορῶ ἄλλο. Γιατί πατέρα; Ἔχω προβλήματα καὶ θέλω νὰ τὸ ξέρεις. Καὶ πολλὲς φορὲς αἰσθάνομαι δειλός, ἄσχημος, ἀποτυχημένος καὶ φοβισμένος. Ἀλλὰ πῶς νὰ ζητήσω βοήθεια ἀπὸ σένα; Ἐσὺ πατέρα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ φαγητό μου, τὰ ροῦχα μου, τὴν ὑγεία μου καὶ τοὺς βαθμούς μου, γιὰ τί ἄλλο ἐνδιαφέρεσαι; Θέλω νὰ στὸ πῶ δυνατὰ πὼς δὲν εἶμαι μόνο στομάχι καὶ μυαλὸ φορτωμένο μὲ βιβλία. Καί, σὲ παρακαλῶ, μὴ στέκεις τόσο πολὺ μακριά μου, ἕτοιμος νὰ μοῦ κάνεις συνεχῶς παρατηρήσεις. Μὴ μὲ κάνεις νὰ σὲ φοβᾶμαι καὶ νὰ σὲ ἀποφεύγω, γιατί ἐγὼ σ᾿ ἀγαπῶ. Μοῦ τὸ ἔχεις πεῖ πολλὲς φορές, μοῦ τὸ λέει καὶ ἡ μάννα, κι ἐγὼ τὸ καταλαβαίνω πὼς κουράζεσαι πολὺ γιὰ νὰ μὴ μᾶς λείψουν αὐτὰ ποὺ χρειαζόμαστε. Τὸ ξέρω καὶ σ᾿ εὐχαριστῶ. Ὅμως, ἐγὼ θέλω κι ἕναν πατέρα ἐδῶ. Ἕναν πατέρα μὲ καρδιά, ποὺ νὰ θέλει νὰ μὲ ἀκούσει, χωρὶς νὰ μοῦ κάνει συνέχεια ὑποδείξεις καὶ κηρύγματα. Θέλω νὰ μὴ σὲ φοβᾶμαι, ἀλλὰ νὰ μπορῶ νὰ σοῦ πῶ τὰ λάθη μου καὶ νὰ ξέρω ὅτι ἐσὺ θὰ μοῦ δώσεις τὸ χέρι σου γιὰ νὰ σηκωθῶ ὅταν θὰ ἔχω πέσει…».
Τὸ δεύτερο κείμενο ποὺ θέλω νὰ σᾶς διαβάσω τὸ βρῆκα ἀναρτημένο στὴν ἱστοσελίδα τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας. Περιλαμβάνεται σ᾿ ἕνα ἄρθρο τοῦ κ. Βίκτωρος Κοντονάτσιου, μὲ θέμα τὸν ρόλο τοῦ πατέρα καὶ εἶναι ἕνα ποίημα ποὺ ἔγραψε, πρὶν ἀπὸ χρόνια, ἕνα ἀμερικανόπουλο, σὰν μνημόσυνο στὸν πατέρα του, ποὺ σκοτώθηκε στὸν πόλεμο τῆς Κορέας. Ἔχει τὸν παράξενο τίτλο: «Σ᾿ εὐχαριστῶ πατέρα γιὰ ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἔκανες» καὶ λέει:«Θυμᾶσαι πατέρα, τὴ μέρα ποὺ ἔβρεχε καὶ μοῦ ἔλεγες νὰ μὴν βγῶ στὴν αὐλὴ νὰ παίξω, γιατί θ᾿ ἀρρωστήσω; Ἐγὼ βγῆκα κι ἀρρώστησα. Περίμενα νὰ μὲ μαλώσεις, μὰ δὲν τὸ ἔκανες, καθώς μοῦ ἔκανες μία ζεστὴ ἐντριβή. Θυμᾶσαι πού κάποτε, παραμονὴ διαγωνίσματος, ἔπαιζα ὥς τὸ βράδυ κι ἂς μὲ φώναζες πολλὲς φορὲς νὰ διαβάσω; Μηδενίστηκα στὸ διαγώνισμα τῆς ἄλλης μέρας. Νόμιζα πὼς θὰ μὲ μάλωνες πολὺ καὶ θὰ μοῦ ἔλεγες: Σοῦ τὸ εἶχα πεῖ. Μὰ δὲν τὸ ἔκανες. Εἶπες, πρέπει τὴν ἄλλη φορά νὰ προσπαθήσεις περισσότερο. Θυμᾶσαι πατέρα, ὅταν μοῦ εἶπες νὰ μὴν τρέχω στὸ σπίτι μὲ τὸ πατίνι μου, γιατί θὰ κάνω ζημιά; Δὲν σὲ ἄκουσα, ἔτρεχα, ἔπεσα πάνω στὸ τραπέζι καὶ ἔσπασα τὸ ὡραῖο κρυστάλλινο βάζο. Νόμιζα πὼς θὰ μὲ ἔδερνες πολὺ καὶ θὰ εἶχες δίκιο. Μὰ δὲν τὸ ἔκανες. Μόνο μὲ ρώτησες: Μήπως χτύπησες; Ὑπάρχουν χιλιάδες τέτοια πατέρα μου, ποὺ δ έ ν τὰ ἔκανες. Περίμενα νὰ γυρίσεις ἀπὸ τὸν πόλεμο γιὰ νὰ σοῦ τὰ πῶ. Μά… δὲν γύρισες».
Ὁ πατέρας, λοιπόν, μπορεῖ νὰ γίνει γιὰ τὰ παιδιὰ του ὁ οὐσιαστικὸς ἀξέχαστος πατέρας μὲ ὅσα κάνει, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσα δὲν κάνει παρόλο ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ κάνει, καὶ τότε, ἀπὸ τὰ παιδιὰ βιώνεται ἀβίαστα ἡ ἐντολὴ «Τίμα τὸν πατέρα σου…». Εἶναι, ἑπομένως, πραγματικὰ θετικὸ καὶ οὐσιαστικό, τὸ νὰ θέλει καὶ νὰ μπορεῖ, στὶς μέρες μας, ὁ σύγχρονος νέος πατέρας, νὰ συμμετέχει ἐνεργὰ στὴν καθημερινὴ φροντίδα τῶν παιδιῶν. Ἀφενὸς πρὸς μεγάλη ἀνακούφιση τῆς σκληρὰ ἐργαζόμενης, σήμερα, μητέρας, ἀλλὰ καὶ σὰν ὡραῖο παράδειγμα συντροφικότητας καὶ ἀμοιβαιότητας στὶς σχέσεις τοῦ ζευγαριοῦ. Μπορεῖ ἔτσι ὁ πατέρας, ἐνῶ δημιουργεῖ, νὰ βρίσκει εὐκαιρίες νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὶς πρακτικές, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς οὐσιαστικὲς ψυχικὲς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν, μὲ καλὴ διάθεση, μὲ κέφι καὶ χιοῦμορ καὶ μὲ σεβασμὸ πάντα στὴν προσωπικότητα καὶ τὴν ἀξιοπρέπειά τους. Μπορεῖ ἀκόμα, μὲ τὸν τρόπο του, νὰ τοὺς μεταγγίσει τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα μας. Συνοψίζοντας τὰ πιὸ πάνω, γίνεται, νομίζω, σαφὴς ἡ διαπίστωση ὅτι ὁ ρόλος τοῦ πατέρα εἶναι πραγματικὰ καταλυτικὸς καὶ ἡ ἐπίδρασή του, εἴτε τὸ θέλει ὁ ἴδιος, εἴτε ὄχι, εἶναι καὶ ἀναντικατάστατη καὶ ἀναπόφευκτη. Ἡ σχέση του μὲ τὴ μητέρα καὶ ἡ γενικότερη συμπεριφορὰ καὶ τῶν δύο γονιῶν, συμπεριφορὰ ποὺ ἐκδηλώνει τὸν ἀντίστοιχο καὶ ἀπαραίτητο εἰλικρινῆ σεβασμό, τόσο μεταξύ τους, ὅσο καὶ πρὸς τὴ συμβολὴ τοῦ καθενὸς σ᾿ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται οἰκογένεια, ἐμπνέει συνεχῶς τὰ παιδιά. Γιατί δὲν ὑπάρχει τίποτα πιὸ ἀποτελεσματικὸ στὴν ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν ἀπὸ τὸ ζωντανὸ παράδειγμα. Ὑποσυνείδητα δέ, τὰ παιδιὰ καταγράφουν καὶ ἀντιγράφουν τὶς συμπεριφορὲς καὶ τὰ πρότυπα ποὺ εἰσπράττουν μέσα στὴν οἰκογένεια. Καὶ εἶναι ἀπολύτως φυσικό, τὸ νὰ προσπαθήσουν, στὴ συνέχεια, νὰ τὰ ἐφαρμόσουν καὶ γιὰ μία δική τους οἰκογενειακὴ ζωή. Γι᾿ αὐτό, μπορεῖ τελικῶς νὰ ὑποστηριχθεῖ ὅτι, μαζὶ μὲ τὶς εὐχὲς τῶν γονιῶν –ὅπως ἀκοῦμε κατὰ τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ γάμου– καὶ τὰ πρότυπα ποὺ αὐτοὶ δίνουν στὰ παιδιά τους, «στηρίζουσι θεμέλια οἴκων». Σᾶς εὐχαριστῶ.
Πηγή: (Εἰσήγηση στὴν ἐκδήλωση τῆς Ἑνωμένης Ρωμηοσύνης γιὰ τὴν Οἰκογένεια στὴν Μεγαλόπολη Γορτυνίας.), Ενωμένη Ρωμηοσύνη