Όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ως υπεύθυνοι πολίτες, έχοντας ως βασικό στοιχείο της πίστεώς τους την αγάπη, την αλληλεγγύη και τον σεβασμό στον πλησίον, κατανοούν τη δύσκολη συγκυρία που βιώνει η χώρα τους, όπως και ολόκληρη η ανθρωπότητα, στη διεξαγωγή του κοινού αγώνα για την αντιμετώπιση της ιογενούς πανδημίας του κορωνοϊού.
Στο πλαίσιο αυτό, ακολουθούν πιστά τις οδηγίες των ειδικών, όπως αυτές μεταφέρονται από την ηγεσία της χώρας. Ωστόσο, η απαγόρευση των Ακολουθιών της Θ. Λατρείας, με νομοθετική πράξη της Κυβέρνησης, είναι ένα αντιλαϊκό, μη ορθόδοξο και αντισυνταγματικό μέτρο, σε βάρος της πνευματικής ζωής και τροφής των Χριστιανών, το οποίο, καθώς φαίνεται, αποτελεί καρπό της αδυναμίας να βρεθεί, με κοινή συνεννόηση, Πολιτείας και Διοίκησης της Εκκλησίας, η σοφή και συνδυαστική λύση.
Διότι, δεν είναι δυνατό να βρίσκονται ασφαλείς υγειονομικά αποδεκτοί όροι, προκειμένου να παραμένουν ανοικτά τα σούπερ μάρκετ και να τροφοδοτούνται οι καταναλωτές και να μη βρίσκονται παρόμοιοι όροι, για να παραμένουν ανοικτοί και εν λειτουργία οι ναοί για την πνευματική τροφοδοσία των χριστιανών.
Υπενθυμίζουμε τη σοφή θέση που πήρε ο ίδιος ο Χριστός, όταν διαπίστωνε ότι οι ομοεθνείς του ακολουθούσαν μεν τις επουσιώδεις διατάξεις του Νόμου, αλλά δεν τηρούσαν τα σπουδαιότερα και πιο ουσιώδη του νόμου, δηλαδή τη δικαιοσύνη, την ευσπλαχνία και την αληθινή πίστη.
Ο Χριστός τότε τους πρότεινε αυτό που έχει γίνει παροιμιώδης φράση του λαϊκού μας πολιτισμικού τοπίου: «ταύτα δε έδει ποιήσαι, κακείνα μη αφιέναι», δηλαδή, Και αυτά έπρεπε να εφαρμοστούν και εκείνα δεν έπρεπε να παραμεληθούν (Ματθ. 23,23).
Καλά και αξιόπιστα τα μέτρα και οι νομοθετικές πράξεις εφαρμογής τους, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος ευρείας μεταδόσεως του κορωνοϊού.
Ωστόσο, ο λαός μας, στην πλειονότητά του, από την περίοδο της αρχαίας Ελλάδας έως και σήμερα, συνεχίζει να ζει και να εφαρμόζει στη ζωή του τον μύθο του Αισώπου «Ανήρ ναυαγός».
Ο Αίσωπος, σε αυτόν τον μύθο, περιγράφει το ταξίδι ενός πλούσιου Αθηναίου, με ένα καράβι που βυθίστηκε, εξ αιτίας της θαλασσοταραχής. Ενώ όλοι κολυμπούσαν για να σωθούν, ένας Αθηναίος προσευχόταν συνέχεια στην θεά Αθηνά και της έταζε ένα σωρό πράγματα. Τότε, ένας από τους άλλους ναυαγούς τον πλησίασε και του είπε την περίφημη φράση: «Συν Αθηνά και χείρα κίνει».
Στη δική μας περίπτωση, αποδεικνύεται ότι πολλοί από τους υπεύθυνους των αποφάσεων, σε κάποια θέματα, δεν μελετούν τη σοφία του παρελθόντος, για να κτίζουν το παρόν και να σχεδιάζουν το μέλλον.
Διότι, αν την μελετούσαν, θα διαπίστωναν ότι ο Ελληνικός λαός πέρασε στο παρελθόν και άλλες μεγάλες πανδημίες και δοκιμασίες, με παρόμοια ή δυσχερέστερα χαρακτηριστικά.
Όμως, σε αυτές, εκτός από την κοινωνική συσπείρωση και την προσεκτική υγειονομική φροντίδα, για την αποφυγή περαιτέρω εξάπλωσης της ιογενούς μεταδοτικής νόσου, υπήρχε, επίσης, η στροφή προς την άνωθεν θεία βοήθεια.
Θα παρατηρούσαν, δηλαδή ότι παράλληλα με την ανθρώπινη προσπάθεια, έσπευδαν στους ναούς και έκαναν, με μετάνοια και πίστη, πάνδημες ικεσίες, παρακλήσεις, ολονυκτίες αλλά και δημόσιες λιτανείες, στις οποίες έφερναν μαζί τους τα ιερά τους λείψανα και τις θαυματουργές τους εικόνες, προκειμένου να ζητήσουν, από τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους της Εκκλησίας τους, προστασία και βοήθεια, με κοινό αίτημα τον αφανισμό της νόσου και την ίαση των ασθενών.
Σήμερα, όμως, βλέπουμε ότι θεωρούνται επαρκή τα ανθρώπινα μέσα και μέτρα για την καταπολέμηση του κορωνοϊού.
Διαπιστώνεται μάλιστα ότι, όχι μόνον δεν ζητείται η πνευματική βοήθεια του Χριστού και της Εκκλησίας, αλλά επιπλέον κλείνουν οι ναοί, βιαίως, με νομική απαγόρευση και απειλές και αμφισβητείται στη συνείδηση του λαού μας η Ζωηφόρος και Ζωοποιός χάρις του εν τω Ποτηρίω της Θ. Κοινωνίας Ιησού Χριστού.
Παράλληλα, δεν φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη οι χριστιανικές πεποιθήσεις του ορθόδοξου λαού, ο οποίος πιστεύει, βαθύτατα και ακράδαντα, ότι ο άνθρωπος είναι, οντολογικά, αχωρίστως, ατρέπτως και αδιαιρέτως ενιαία υλικοπνευματική ύπαρξη, γεγονός που το αισθάνεται εντονότερα, σε περιστάσεις ανάγκης και δοκιμασίας, όπου καταφεύγει στα πνευματικά του όπλα και μέσα, αναζητώντας στήριξη.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα έκφρασης της απογοήτευσης και της αγανάκτησης του λαού μας, για την απαγόρευση της Θείας Λατρείας, αποτελούν οι δηλώσεις πολλών Ιεραρχών:
Ο Μητροπολίτης Δράμας και διδάκτωρ Θεολογίας κ. Παύλος, δήλωσε: «Η Εκκλησία έφτασε στο έσχατο όριό της, γιατί η Θεία Λειτουργία είναι το οξυγόνο μας. Τώρα μας αποσυνδέετε από το οξυγόνο μας που είναι η πνευματική μας τροφή».
Ο Μητροπολίτης Καστορίας κ. Σεραφείμ, σε μήνυμά του τόνισε: «Ο υιός του ανθρώπου ελθών ευρήσει την πίστη; Σήμερα, όποιος τολμήσει να μιλήσει για τον Θεό, για το γεγονός της πίστεως, για την παρουσία της αμαρτίας και την απουσία της μετανοίας, αυτός χλευάζεται και εισπράττει τα ειρωνικά σχόλια των συνανθρώπων του.
Ακούγεται άραγε σήμερα το διαχρονικό μήνυμα της Εκκλησίας “μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών”;
Εμείς έχουμε τοποθετήσει την επιστήμη πάνω από τον Θεό.
Δεν την υποτιμούμε, αλλά και δεν την υπερτιμούμε.
Τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στη ζωή μας, όμως, τον έχει ο Θεός, γι’ αυτό μας χρειάζεται η ζωντανή πίστη».
Ο Μητροπολίτης Σερρών κ. Θεολόγος, επίσης, δήλωσε: «Αντιλαμβανόμεθα πλήρως την κρισιμότητα των στιγμών και την ευθύνη του στρατηγού σε ένα πόλεμο. Γιατί σε πόλεμο είμεθα. Η απειλή είναι πραγματική και δυστυχώς ασύμμετρη.
Η Εκκλησία μας είναι εδώ, για να βοηθήσει με όλη την ψυχή της. Και το κάνει ήδη. Εντύπωση, ωστόσο, προκαλεί το γεγονός ότι δεν ακούσθηκε ένας λόγος που να έχει το άρωμα του ουρανού, της πίστεως, της ελπίδος στην θεία σκέπη.
Πολύ περισσότερο, ούτε κουβέντα για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, που υφίσταται μια πρωτοφανή κατάσταση που αγγίζει τον εσώτατο πυρήνα τού είναι Της και του σωστικού Της έργου. Τη λατρεία, την προσευχή, τον αγιασμό, την κοινωνία.
Ούτε λόγος παρηγορίας, λοιπόν, για όλους αυτούς τους συνέλληνες, τους πιστούς χριστιανούς μας, που με βαθειά οδύνη αναζητούν το φάρμακο της αθανασίας, το εμβόλιο της ζωής, την θεία Κοινωνία, στους αλειτούργητους, με κρατική απόφαση, ναούς της ελληνικής επικράτειας».
Ο Μητροπολίτης Κύκκου κ. Νικηφόρος, από την Εκκλησία της Κύπρου, επίσης, τόνισε: «Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σώμα αλλά και ψυχή, που ζωογονεί το σώμα. Και, όπως, για να ζήσει ένα σώμα χρειάζεται το οξυγόνο, έτσι και η ψυχή, για να ζήσει χρειάζεται το δικό της οξυγόνο, που είναι το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Ο κάθε πιστός οφείλει να προσέρχεται πιστεύοντας και να κοινωνεί, ελεύθερα και αβίαστα, χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις, γιατί κανένας ιός δεν μεταδίδεται μέσα από τη Θεία Κοινωνία».
Ως προς τη νομική πλευρά της απαγόρευσης της θείας λατρείας, ο Επ. Καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, θεολόγος κ. Κυριάκος Κυριαζόπουλος γνωμάτευσε: «Η κοινή υπουργική απόφαση 2867/Υ1, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 872/Β/16-3-2020, για την αναστολή, δηλαδή για την προσωρινή απαγόρευση της λατρείας όλων των θρησκευμάτων, για λόγους προληπτικής προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κορωνοϊό, παραβιάζει ευθέως το συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας της λατρείας, διότι δεν περιορίζει απλώς τη συλλογική διάσταση της ελευθερίας της λατρείας, αλλά προσβάλλει τον ίδιο τον πυρήνα της, διότι την αναστέλλει, δηλαδή την καταργεί προσωρινά.
Παρόμοια γνώμη εξέφρασε και ο δικηγόρος Χαράλαμπος Άνδραλης: Η κυβέρνηση λαμβάνει αυστηρά μέτρα, ώστε να στερεί από τους πολίτες βασικά ατομικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα της θρησκευτικής λατρείας».
Για όλα τα παραπάνω προτείνουμε σε Πολιτεία και Εκκλησία, στο τέλος αυτών των μέτρων (30-03-2020), να κάνουν ότι είναι δυνατό για να αρθεί αυτή η άδικη απαγόρευση, λαμβάνοντας υπόψιν τη μεγάλη βιβλική αλήθεια:
«Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες, εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων (Ψαλμ. 128, 1) .
Πηγή: (Άρθρο από την εφημ. «Ορθόδοξη Αλήθεια», 25-03-2020),