«Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης» (Ματθ 5,10)
Κρίνοντας από τα αντανακλαστικά κλήρου και λαού εμπρός στο σημερινό διωγμό της Εκκλησίας, έχουμε απωλέσει το Ορθόδοξο φρόνημα, έχουμε ξεστρατίσει από την εν Χριστώ πορεία μας. Υπακούμε στις εντολές των ανθρώπων με αστραπιαίες κινήσεις συμμορφώσεως. Στις εντολές του Κυρίου, που δίδαξε «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις;» Πού είναι η συμμόρφωσή μας; Όταν οι πιστοί δεν προσερχόμαστε στην μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων, πειθήνιοι στα απαγορευτικά μέτρα της κυβερνήσεως, βάζουμε την ιδιότητά μας ως πολίτες του κράτους πάνω από εκείνην των πολιτών της επουράνιας βασιλείας του Κυρίου. Όταν οι ιερείς δεν προσφέρουν την Θεία Κοινωνία στους πιστούς αλλά τελούν ακολουθίες «κεκλεισμένων των θυρών», ξεχνούν την ιδιότητά τους ως λειτουργοί του Υψίστου, και πράττουν ως μισθωτοί δημόσιοι υπάλληλοι. Όταν οι ιεράρχες αντί να καλέσουν τον κόσμο σε Λιτανείες, αντί να καταδικάσουν τις επαίσχυντες αποφάσεις της κυβερνήσεως και να ανοίξουν τους ναούς για τους πιστούς, αποφασίζουν να υπερασπιστούν τον σύγχρονο διωγμό, δεν νιώθουν πια τη θέση τους εις τύπον και τόπον Χριστού. Θεωρούν εαυτούς στελέχη μίας άθεης κυβερνήσεως μάλλον παρά διακόνους του λαού του Θεού.
Στην Ορθοδοξία απολαμβάνουμε την κληρονομιά ηρώων, μαρτύρων, μαχητών της πίστεως. Έχουμε εισέλθει στους κόπους τους. Πώς λοιπόν αρνούμεθα να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων; Η παραμονή στις οικίες και η παθητική παρακολούθηση των Ακολουθιών τηλεοπτικώς είναι ομολογία απιστίας. Όποιος άθεος δει αυτή την συμπεριφορά εκ μέρους του πληρώματος της Εκκλησίας, συμπεραίνει ότι πράγματι Αυτός στον οποίο πιστεύουμε, δεν υπάρχει. Στο ναό όταν προσκυνούμε τις εικόνες, όταν μαζευόμαστε όλοι για την λατρεία στον Κύριο, όταν μεταλαμβάνουμε των Αχράντων Μυστηρίων, δεν είναι όλα αυτά παρά ένα θέατρο, μία μεταφορά. Ο Θεός είναι αποκύημα της φαντασίας μας, που το διατηρούμε για να μας στηρίζει στις δύσκολες στιγμές της καθημερινότητας. Όταν όμως ανασταλεί η καθημερινότητα, αναστέλλεται και ο Θεός!
Υπάρχει μεγαλύτερη αποστασία απ’ το να απομακρυνόμαστε οι πιστοί πιότερο απ’ το Θεό εν καιρώ θλίψεως; Πώς φτάσαμε σε τέτοια Άλωση του φρονήματός μας; Εγκαταλείπουμε το πόστο μας και καυχώμεθα από πάνω ότι «δεν πειράζουμε τον Θεό»! Ο σύγχρονος κόσμος έχει παίξει ύπουλο παιχνίδι εις βάρος ημών των χριστιανών. Η πίστη μας είναι ανεκτή, ακόμη και επαινετέα, στο μέτρο πάντα που κινείται εντός κοσμικού φρονήματος και περιορίζεται στα τυπικά. Εάν θελήσει τις να εφαρμόσει τον νόμο του Θεού στη ζωή του, να προχωρήσει σε ριζική αλλαγή του εαυτού του και ουσιαστική συσχέτιση με τον Χριστό, χαρακτηρίζεται θρησκόληπτος, φανατικός και περιθωριακός, εξοβελίζεται του κοινωνικού σώματος! Η κολακεία του κόσμου στον φαρισαΐζων Χριστιανό είναι λίαν επικίνδυνη γιατί τον φυλακίζει σε ένα αμάλγαμα φιληδονίας, κοσμικού φρονήματος και υποκρισίας. Έτσι σε στιγμές ομολογίας όπως της σήμερον, οι πνευματικοί ταγοί, οι κληρικοί και οι λαϊκοί, η πλειονότητα του εκκλησιαστικοί πληρώματος, δεν βγάζουμε κιχ! Καθησυχαζόμασταν τόσο καιρό ότι με τα ελάχιστα και επιφανειακά που κάνουμε σωζόμεθα και δεν ενδιαφερόμαστε να προασπίσουμε την αλήθεια του Χριστού. Θέλουμε το κεφάλι μας ήσυχο και το όνομα (το δικό μας) δεδοξασμένο. Φτάσαμε έτσι να αποδεχόμαστε με χαρά το κλειδαμπάρωμα των ναών ως ευκαιρία επιδείξεως «φρονήματος ερημίτου» και «αγάπης στον ευπαθή αδελφό»! Ήμαρτον, Κύριε!
Μακάριοι ήταν οι Χριστιανοί των διωγμών της Ρώμης που η ζωή τους ήταν ή Χριστός ή μάχαιρα. Τίποτα κοσμικό δεν μπορούσε να τους πλανέψει και να τους αλλοιώσει την πίστη, να τους αποθαρρύνει στον αγώνα τους, γιατί έβλεπαν να ξεσκεπάζεται καθημερινά το σαθρό θεμέλιο του κόσμου εμπρός τους. Στην λύσσα και το μίσος των αιμοσταγών διωκτών τους έβλεπαν τον άρχοντα του αιώνος τούτου. Στην καρτερία και την ομολογία έβλεπαν το ιλαρόν πρόσωπο του Χριστού. Είχαν ξεκαθαρίσει την θέση τους στον κόσμο τούτο. Ήταν παιδιά της επουρανίου βασιλείας. Εμείς; Θαρρούμε ότι δυνάμεθα δυσίν κυρίοις δουλεύειν; Δεν διακρίνουμε τον λύκο στο πρόσωπο των αθέων και ολιγοπίστων, πολιτικών ή εκκλησιαστικών προσώπων, που μας συμβουλεύουν ευγενικά να απέχουμε από κάθε ακολουθία εν μέσω της Αγίας Τεσσαρακοστής, «για το καλό μας»;
Δεν μπορεί ένας βίος συμβιβαστικός και δουλικός να ταιριάξει με το πνεύμα της θυσίας που διαπνέει όλο το Ευαγγέλιο, όλη τη ζωή των Πατέρων της Εκκλησίας, πρωτίστως τη ζωή του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού. Άρα, δεν μπορεί να είναι και δρόμος σωτηρίας! Στους χαλεπούς και αποκαλυπτικούς καιρούς μας, ας πάψουμε πια να γράφουμε μαύρες σελίδες στην ιστορία της Εκκλησίας μας, της Πατρίδος μας. Καιρός για αντίδραση. Ούτε μία Κυριακή δίχως Θεία Λειτουργία!
«Πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστην επί της γης;» (Λουκ 18,8)