Ένα τραγούδι, εντάσσεται στις δημιουργίες των καλών τεχνών, αφού από τη φύση του, οφείλει να είναι καλλιτέχνημα, καλό έργο τέχνης, καλλιτεχνικό δημιούργημα, κομψοτέχνημα, άξιο θαυμασμού.
Αυτό περίμενε κανείς να είναι ένα τραγούδι που εγκρίνεται, από ένα κρατικό πολιτισμικό και πνευματικό φορέα, όπως είναι το ΡΙΚ, για να εκπροσωπήσει την Κύπρο στον διεθνή διαγωνισμό της Eurovision του 2021.
Φαίνεται όμως ότι το επιλεγμένο τραγούδι είναι ένα έργο κακοτεχνίας και όχι καλλιτεχνίας, αφού το περιεχόμενό του αποτελεί έναν ύμνο του έρωτα για τον διάβολο.
Και σκέπτεται κανείς, για ποιο λόγο προκρίθηκε το συγκεκριμένο τραγούδι, να εκπροσωπήσει την Κύπρο σε ένα διεθνή διαγωνισμό, όταν μάλιστα αυτή η χώρα ξεχωρίζει για την πρωτοποριακή χριστιανική της ιστορία και κληρονομιά;
Δεν είχαν άραγε οι κριτές του ΡΙΚ άλλο τραγούδι να επιλέξουν, παρά μόνον αυτό που υμνεί και δοξολογεί μια εξαρτημένη σχέση του ανθρώπου με τον διάβολο;
Δεν κατάλαβαν οι κριτές ότι έχουν εθνική ευθύνη, όταν επιλέγουν τραγούδι για να αντιπροσωπεύει ολόκληρη την Κύπρο;
Δεν συνειδητοποιούν, ότι οι αβάσιμες ερμηνείες τους προσβάλλουν τη νοημοσύνη όσων σκέπτονται, αφού είναι ολοφάνερο ότι οι στίχοι του τραγουδιού εκθειάζουν την αγάπη και τον έρωτα προς τον πιο άσπονδο εχθρό του ανθρώπου και του Θεού, τον διάβολο;
Δεν σκέφτηκαν ότι η Κύπρος, διαγωνιζόμενη διεθνώς ως χώρα, με ένα τέτοιο τραγούδι που προβάλλεται η αγάπη στον διάβολο, εκπέμπει κακά και αρνητικά πρότυπα;
Από θεολογικής πλευράς, είναι βέβαιο ότι οι κριτές γνωρίζουν πως, σύμφωνα με την ορθόδοξη εκκλησιαστική διδασκαλία, ο διάβολος είναι εκπεσών άγγελος, που έχει ιδρύσει πνευματικό βασίλειο, με αντίθεο και αντιχριστιανικό έργο, καθώς προσπαθεί, διαρκώς, να απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Χριστό και την δι’ Αυτού σωτηρία του.
Όλη η δράση του διαβόλου, είναι εναντίον του ανθρώπου, καθώς, διαρκώς, ως πονηρό και ακάθαρτο πνεύμα, προσπαθεί, με διάφορες πονηρίες και μεθοδεύσεις να τον εξαπατήσει, να τον απομακρύνει από τον Θεό και Πατέρα του και να τον εγκλωβίσει στο δικό του βασίλειο, της αμαρτίας και του θανάτου.
Ο Θεάνθρωπος ήλθε στον κόσμο για να αναστρέψει αυτήν την πορεία της πτώσεως του ανθρώπου και να τον ανασύρει από το Βασίλειο του διαβόλου (Εβρ. 2,4).
Το επιλεχθέν τραγούδι πλήγωσε τον λαό της Κύπρου, διότι εκφράζει έρωτα, αφιέρωση καρδιάς και αγάπη προς τον πνευματικό φονιά του ανθρώπου, τον διάβολο, αυτόν, που ο Ιωάννης ο Θεολόγος χαρακτηρίζει «ανθρωποκτόνο» (Ιω. 8, 44).
Τι λέει μεταξύ άλλων το τραγούδι: «Ερωτεύτηκα, έδωσα την καρδιά μου και αγαπώ τον διάβολο», «απόψε θα καούμε σ’ ένα πάρτι», «είναι παράδεισος στην κόλαση μαζί σου».
Δεν αναφέρει πουθενά το «εις εαυτόν ελθών» του Ασώτου, δηλαδή για, απεξάρτηση, μεταμέλεια και μετάνοια. Μιλά για αγάπη και έρωτα προς τον αιώνιο δολοφόνο της ανθρωπότητας.
Ωστόσο, με όλη την αγάπη και τη συμπάθειά μας, θυμίζουμε, στην κριτική επιτροπή του ΡΙΚ ποια είναι η ταυτότητα του διαβόλου στην ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία, ως γνωστό, επιστημονικά, αποτελεί το μέγιστο και σπουδαιότερο κομμάτι του κυπριακού πολιτισμικού παρελθόντος και παρόντος.
Ο μακαριστός π. Ιω. Ρωμανίδης, καθηγητής της Δογματικής Θεολογίας γράφει για τον διάβολο: «Ο Σατανάς θα ήθελε πολύ να θανατώσει διά μιας ολόκληρη την ανθρωπότητα, αλλά δεν μπορεί, διότι ο Θεός είναι ο ζωοποιών τα πάντα. Ο διάβολος είναι ο πρωταίτιος της αμαρτίας, η οποία απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό και, κατά συνέπεια, φέρει τον θάνατο.
Ο άνθρωπος είναι θύμα της απάτης του πονηρού και συναίτιος της αμαρτίας. Ο διάβολος δεν είναι απλώς ο ψιθυριστής κακών εισηγήσεων στα αυτιά των ανθρώπων. Δεν επιδρά μόνον στη σχέση και στη βούληση των ανθρώπων, αλλά ενεργεί, οντολογικά, σε ολόκληρη την κτίση (Ρωμ. 8, 20-22).
Ο σατανάς λοιπόν είναι ο πρωταίτιος της φθοράς και, προσωρινά, ο έχων το κράτος του θανάτου. Ο Θεός, κατά την Αγία Γραφή, «θάνατον ουκ εποίησεν» (Σοφ. Σολ. 1,13).
Ο κόσμος, που βρίσκεται κάτω από την εξουσία του θανάτου και της φθοράς, δεν μπορεί να θεωρείται ως φυσικός, εάν, ως φυσικό κόσμο, αντιλαμβάνεται κανείς τον κόσμο, όπως θα έπρεπε να είναι, κατά το θέλημα του Θεού. Ο κόσμος, δηλαδή, είναι παρά φύση όχι εκ της φύσεώς του, αλλά διότι εισήλθε εντός αυτού παράσιτη δύναμη» (Το προπατορικόν αμάρτημα, σ. 71-73).
Επειδή ο διάβολος δεν μπορεί να κάνει κακό στον παντοδύναμο Θεό, επιτίθεται στα πλάσματά του Θεού, «ως λέων ορυώμενος ζητών τινα καταπίη» (Α΄ Πέτρ. 5, 8).
Πώς είναι δυνατό, συνεπώς, να μην πληγώσει τον λαό της Κύπρου ένα τραγούδι που εκθειάζει τον έρωτα και την αγάπη στον πονηρό εχθρό του ανθρώπου, τον αρχέκακο απατεώνα και ψεύτη διάβολο;
Άλλωστε, πέραν των μυρίων κακών που εμπνέει στους ανθρώπους ο διάβολος, έργο του, επίσης, είναι η διαβολή, ο διχασμός, ο χωρισμός, η παραπλάνηση.
Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να αναλύσει κανείς, όσα είπε, σε κάποιο εξαρτημένο από τον διάβολο μάγο, που συνάντησε στην Πάφο, αναφερόμενος στον διάβολο, ο Απ. Παύλος, όταν ήλθε στην Κύπρο, μαζί με τον Απ. Βαρνάβα και τον Ιωάννη τον Θεολόγο: «Ω πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας, υιέ διαβόλου, εχθρέ πάσης δικαιοσύνης, ου παύση διαστρέφων τας οδούς Κυρίου τας ευθείας» (Πράξ. 13,9-10).
Σε όλη τη διδασκαλία του, μάλιστα, ο Απ. Παύλος ομιλεί για τις πονηρές «μεθοδείες» και «παγίδες», που στήνει ο διάβολος, ενώ ζητά την προσοχή των πιστών, έτσι ώστε να μην του δίνουν τόπο να εισχωρεί ανάμεσά τους.
Είναι κρίμα και άδικο να περιφρονείται η χριστιανική πίστη της μεγάλης πλειονότητας του κυπριακού λαού, με την προβολή ενός ασεβούς τραγουδιού, που προσβάλλει τη χριστιανική πίστη και κάνει σημαία τον διάβολο.
Δεν αμφιβάλλει κανείς ότι οι άνθρωποι του ΡΙΚ είναι ορθόδοξοι χριστιανοί. Ως Χριστιανοί, λοιπόν, ας δουν τι λένε οι Άγιοι της Εκκλησίας για τον διάβολο.
Ο Άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς, για παράδειγμα, στη Δογματική Του διδασκαλία, ταυτίζει τον διάβολο με την αμαρτία: «Δείτε την αμαρτία από οποιαδήποτε πλευρά της, από όλες τις πλευρές της και μέσα της θα βρείτε μόνον ένα πράγμα: διάβολο, διάβολο, διάβολο και τίποτε άλλο. Οι αμαρτίες έχουν τον δικό τους Θεό, τον διάβολο. Αυτός είναι ο κύριος δημιουργός τους και οι άνθρωποι, διαπράττοντας τις αμαρτίες, γίνονται συνεργάτες, θεράποντες και δούλοι του».
Ο διάβολος δεν έχει δύναμη να κάνει κακό, εάν οι άνθρωποι δεν του το επιτρέψουν και δεν του δώσουν τόπο στη ζωή τους. Γι αυτό ο Απ. Παύλος σημειώνει ότι ο διάβολος εισήλθε και εισέρχεται στον κόσμο με την αμαρτία, δια των ανθρώπων που τη διαπράττουν.
Είναι ανάγκη να κατανοήσουν οι κριτές του τραγουδιού από το ΡΙΚ ότι η επιλογή τους αποτελεί πνευματικό ολίσθημα που έχει τραυματίσει τις ψυχές του μεγαλύτερου μέρους του λαού της Κύπρου.
Δεν είναι δυνατό να δίνει η χριστιανική Κύπρος το έναυσμα και το σύνθημα, για να τραγουδάει ολόκληρη η υφήλιος: «ερωτεύτηκα και αγαπώ τον διάβολο, έδωσα την καρδιά μου στον διάβολο»!
Συμβολικά, αυτή η συνειδητή ή ασυνείδητη ανακήρυξη του διαβόλου, ως άξιου αγάπης, αφοσίωσης και έρωτα, αποτελεί το χειρότερο πρότυπο αγωγής και μίμησης που θα μπορούσε να δοθεί, στη συγκεκριμένη κρίσιμη εποχή, σε ανθρώπους και ιδίως σε νέους.
Για τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, σε ένα κόσμο, στον οποίο αποθεώνεται ο διάβολος, η αμαρτία γίνεται τρόπος ζωής και οι άνθρωποι απονεκρώνουν τη σχέση τους με ο, τιδήποτε θείο, αθάνατο και αιώνιο, για να καταλήξουν, στο τέλος, πνευματικά νεκροί και εκούσιοι συνεργάτες του διαβόλου.
Η δική μας η πρόταση είναι η διατήρηση της πνευματικής ενότητας του πολύπαθου κυπριακού λαού, σε αυτήν την εμπερίστατη κατάσταση που βρίσκεται και η επιλογή άλλου τραγουδιού, που να εκφράζει και να ικανοποιεί ολόκληρο τον λαό της Κύπρου.
Πηγή: Ακτίνες