Ὡς φοιτητὲς τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ, ἔχοντας πληροφορηθεῖ μόλις προσφάτως τὰ σχέδια ὁρισμένων προσώπων γιὰ ἵδρυση «τμήματος ἰσλαμικῶν σπουδῶν» ἐντός τῆς ἱστορικῆς Σχολῆς μας, ἐπιθυμοῦμε νὰ τοποθετηθοῦμε καὶ νὰ διατρανώσουμε την πλήρη καὶ κάθετη ἀντίθεσή μας πρὸς κάθε ἐμπλεκόμενο!
Ἡ ἀντίθεσή μας αὐτή, δὲν εἶναι αὐθαίρετη καὶ ἀναιτιολόγητη, οὔτε καταφέρεται ἐνάντια σὲ ὅσους ἀνθρώπους θρησκεύουν στὸ Ἰσλάμ, ἄλλωστε ἡ πίστη τοῦ καθενὸς ἀποτελεῖ ἀναφαίρετο θεμελιῶδες δικαίωμα, τὸ ὁποῖο κατοχυρώνεται θεσμικὰ ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Σύνταγμα. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο μᾶς κάνει στὴ συγκεκριμένη περίπτωση ἀντίθετους σὲ ἕνα τέτοιο σχέδιο εἶναι:...
Α) τὸ γεγονὸς πὼς γιὰ πρώτη φορὰ σὲ πανευρωπαϊκὸ ἐπίπεδο καὶ δὴ σὲ χώρα Ὀρθόδοξη, ἐπιχειρεῖται μὲ προκλητικὸ τρόπο τὸ ἀντισυνταγματικὸ ἐγχείρημα τῆς θεσμικῆς καθιέρωσης καὶ ἀναγνώρισης στὸν εὐαίσθητο χῶρο τῆς παιδείας, καὶ μάλιστα στὴν ἀνώτατη βαθμίδα, ποὺ εἶναι τὸ Πανεπιστήμιο, ἑνὸς θρησκευτικοῦ μορφώματος ποὺ ἀπορρίπτει τὸ βασικὸ δόγμα τῆς Τριαδικότητας τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, καὶ ποὺ καθυβρίζει τὴ θεότητα τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, κάτι ποὺ ἀποτελεῖ ξεκάθαρα «βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἐπειδὴ τὸ θέμα τῆς σωτηριολογίας, ἐξ ἀπόψεως ὀρθοδόξου, φαίνεται πῶς δὲν ἀπασχολεῖ τοὺς ὑπέρμαχους αὐτοῦ τοῦ σχεδίου, τοὺς ὑπενθυμίζουμε ἁπλῶς ὅτι ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης τονίζει ξεκάθαρα πώς «τὶς ἐστιν ὁ ψεύστης εἰ μὴ ὁ ἀρνούμενος ὅτι Ἰησοῦς οὐκ ἔστιν ὁ Χριστός; οὗτος ἐστιν ὁ ἀντίχριστος, ὁ ἀρνούμενος τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱόν. πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν υἱὸν οὐδὲ τὸν πατέρα ἔχει.»[1].
Β) διότι τὸ Ἰσλὰμ ἀποτελεῖ ἕνα ἀντιδημοκρατικό, βίαιο καὶ ρατσιστικὸ ἀνθρωποπαθὲς κατασκεύασμα, ἡ διδασκαλία τοῦ ὁποίου -διὰ μέσου τοῦ ανίερου Κορανίου- προτρέπει τοὺς «πιστοὺς» σὲ πράξεις βίας εἰς βάρος τῶν «ἀπίστων», ὅλων ὅσων δηλαδὴ δὲν ἀσπάζονται τὸ Ἰσλάμ, μὲ βάση τὸ Κοράνι. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποδεχθοῦμε στοὺς κόλπους μίας ὀρθόδοξης, ἐπὶ τὴ βάση της, Θεολογικῆς Σχολῆς, νὰ διδάσκεται μία θρησκεία μὲ ἔντονα στοιχεῖα φασισμοῦ, πού καταπιέζει πληθώρα κοινωνικῶν ὁμάδων, ὅπως εἶναι οἱ γυναῖκες, ἐπὶ παραδείγματι, πού ἐξευτελίζονται μὲ βαρβαρότητα «ἐν ὀνόματι τῆς πίστεως»; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἐνστερνιζόμαστε τὴν «ἀπαίτηση» τῶν ἐκπροσώπων τοῦ Ἰσλάμ, νὰ λάβουν βῆμα ἐκπαιδευτικὸ σὲ μία, πνευματικά, ἑτέρου γένους χώρα, ὡς δικαίωμα ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν «ἀρχὴ τῆς ἀναλογικότητας», ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ ἰσλαμιστὲς στὶς χῶρες τους καταπατοῦν κάθε ἔννοια θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καὶ δικαίου; Πῶς παραγνωρίζουμε τὸ γεγονὸς ὅτι, σχεδὸν σὲ καθημερινὴ βάση, πολλοὶ Χριστιανοὶ μαρτυροῦν στὰ χέρια μουσουλμάνων φονταμενταλιστῶν στὶς ἰσλαμικὲς χῶρες;
Γ) ἐπειδὴ οἱ λόγοι τοὺς ὁποίους ἐπικαλοῦνται οἱ ὑποστηρικτὲς τοῦ σχεδίου εἶναι τάχα «ἐθνικοί», γιὰ νὰ ἐκπαιδεύονται οἱ ἱεροδιδάσκαλοι τῆς μειονότητας σὲ ἐπίπεδο πανεπιστημιακὸ κι ὄχι ἀπὸ τὶς παράνομες μουφτεῖες τοῦ τουρκικοῦ προξενείου, ἐρωτοῦμε: Ἀκόμα κι ἂν πρόκειται γιὰ πολιτικὸ σχεδιασμὸ τοῦ «κεντρικοῦ κράτους τῶν Ἀθηνῶν», πόσο ἀξιόπιστη μποροῦμε νὰ θεωρήσουμε μία τέτοια πολιτική, ὅταν τὸ ἑλληνικὸ κράτος παραμένει μονίμως ἐνδοτικὸ στὴν ἐξωτερικὴ πολιτική του, μὴ διεκδικώντας οὔτε τὰ ἱστορικὰ δίκαιά του, στὰ πλαίσια τῆς «ἀρχῆς τῆς ἀναλογικότητας»; Ποιὸς μπορεῖ ἄραγε νὰ ἀποκλείσει τὸ ἐνδεχόμενο, πίσω ἀπὸ τὴν ἵδρυση ἑνὸς «τμήματος ἰσλαμικῶν σπουδῶν» νὰ βρίσκεται μία στρατηγικὴ ἐπιδίωξη τῆς Ἄγκυρας γιὰ «μετατόπιση» τοῦ θρακικοῦ ζητήματος πρὸς τὴν ἐνδοχώρα; Ἐπιπλέον, ποιὸς μπορεῖ νὰ διασφαλίσει ὅτι οἱ «ἐκπαιδευτὲς» τοῦ ἐν λόγω τμήματος, δὲν θὰ συνεχίσουν νὰ ὁρίζονται ἐμμέσως πλὴν σαφῶς ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα;
Δ) σὲ μία ἐποχὴ ποὺ γίνεται πολλὴ φασαρία γιὰ τὸν ὁμολογιακὸ ἢ μή, χαρακτήρα ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἔχει τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν στὴν ἑλληνικὴ δημόσια ἐκπαίδευση, μὲ ποιὸ κριτήριο ὁρισμένοι πολέμιοι τοῦ ὁμολογιακοῦ μαθήματος, εἰσηγοῦνται καὶ ἀποδέχονται τὴν ἵδρυση ἑνὸς «τμήματος ἰσλαμικῶν σπουδῶν», ποὺ ἡ διδασκαλία του θὰ βασίζεται στὸ Κοράνιο, καὶ ἄρα στην «ὁμολογιακὴ κατάρτιση» τῶν μουσουλμάνων; Ἄραγε ἰσχύουν ἄλλα κριτήρια γιὰ τὸν τρόπο διδασκαλίας τοῦ Ἰσλάμ, καὶ ἄλλα γιὰ τὸν τρόπο διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδοξίας;
Ε) τέλος, θὰ πρέπει νὰ θυμίσουμε σὲ κάποιους ὅτι ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης, ἀποτελεῖ παγκόσμιο σημεῖο ἀναφορᾶς γιὰ τὶς σπουδὲς Ὀρθοδόξων, ἀλλὰ καὶ μὴ Ὀρθοδόξων, ἕνα οἰκουμενικὸ κέντρο Ὀρθοδόξων Σπουδῶν. Ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης εἶναι ἕνας τίτλος τιμῆς ἀπὸ μόνη της, γιὰ ὅσους εἶχαν καὶ ἔχουν τὴν εὐλογία νὰ σπουδάζουν στὰ ἱερὰ χώματα τῆς Συμβασιλεύουσας τοῦ Βυζαντίου, καὶ πόλεως τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Μυροβλήτου καὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Διερωτώμεθα λοιπόν, πῶς θὰ ἐπιτρέψουμε ἔτσι, «ἐλαφρὰ τῆ καρδία», αὐτὸ τὸ παγκοσμίου φήμης πανορθόδοξο κέντρο σπουδῶν, νὰ ἀλωθεῖ μὲ ὑπογραφὴ δική μας, ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τοῦ φονταμενταλιστικοῦ Ἰσλάμ;
Ἐν κατακλείδι, ἐπιθυμοῦμε νὰ ἀναφέρουμε πὼς ὡς Ὀρθόδοξοι πρωτίστως φοιτητὲς τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ, προβληματιστήκαμε ἰδιαιτέρως ὅταν πληροφορηθήκαμε ὅτι ἐπίκειται αὐτὴ ἡ αἰφνιδιαστικὴ ἐξέλιξη γιὰ τὴν ἀγαπημένη μας Σχολή. Ἐνθυμούμενοι μάλιστα τὸ τραγικὸ γεγονὸς ποὺ ἔλαβε χώρα πρὶν ἀπὸ περίπου ἕνα χρόνο στὸ Λονδίνο, ὅταν ἕνας φονταμενταλιστὴς ἰσλαμιστὴς ἀποκεφάλισε στὴ μέση τοῦ δρόμου δύο ἄτυχους χριστιανοὺς πολίτες καὶ ἐρευνώντας στὸ διαδίκτυο κάποιες παραπάνω λεπτομέρειες τῆς ὑπόθεσης, μὲ ἔκπληξη διαπιστώσαμε πὼς ὁ σφαγέας τοῦ Λονδίνου εἶχε προσηλυτιστεῖ ἐντός τοῦ ἀγγλικοῦ ἐδάφους, ἀπὸ σχολὴ ἰσλαμική, ἡ ὁποία εἴχε κρατικη στήριξη καὶ χρηματοδότηση. Δὲν ἀποτελοῦσε δηλαδὴ ἡ φρίκη αὐτὴ προϊὸν ἔλευσης ἰσλαμιστῶν μεταναστῶν, ἀλλὰ δημιουργίας τρομοκρατῶν ἐντός τοῦ ἀγγλικοῦ ἐδάφους ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος, μέσω προσηλυτισμοῦ [2]. Ἀναλογιζόμενοι λοιπὸν αὐτὸ τὸ πρόσφατο τραγικὸ περιστατικὸ σὲ μία εὐρωπαϊκὴ πρωτεύουσα, εὐχόμαστε καὶ ἐλπίζουμε νὰ πρυτανεύσει ἡ σύνεση μεταξὺ ὅλων τῶν ἐμπλεκόμενων ἁρμόδιων φορέων, ποὺ θὰ κληθοῦν νὰ ἀποφασίσουν γιὰ αὐτὸ τὸ τόσο σημαντικὸ ζήτημα ποὺ ἀφορᾶ τὴν ταυτότητα τῆς Σχολῆς μας.
____________________________
[1] Α΄ Ἰω. β΄ 22-23
ΠΗΓΗ: http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2014/03/blog-post_7.html