Εν Πειραιεί τη 20η Απριλίου 2015
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Ο ρατσισμός, σε όλες τους τις εκφάνσεις, αποτελεί σήμερα ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα. Οι όντως δύσκολες οικονομικές και άλλες συνθήκες, σε παγκόσμιο επίπεδο, ευνοούν την ανάδυση τέτοιων φαινομένων. Μια έκφανση του ρατσισμού είναι και ο αντισημιτισμός. Το εκπεφρασμένο με φράσεις και πράξεις μίσος κατά του εβραϊκού λαού, το οποίο εμφανίζεται, σύμφωνα με την ιστορία, ήδη στην προ Χριστού εποχή και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο δημοσίευμα του κ. Δημήτρη Ψαρρά, στην εφημερίδα «Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (φύλλο: 30-3-2015), με τίτλο: «Πολλοί Εβραίοι αισθάνονται ταραγμένοι σήμερα από τον αντισημιτισμό στην Ευρώπη». Ο συντάκτης στο δημοσίευμά του σχολιάζει μια έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας σχετικά με τον αντισημιτισμό, η οποία παρουσιάστηκε στη βρετανική πρεσβευτική κατοικία στην Αθήνα υπό την αιγίδα της βρετανικής προεδρίας της Διεθνούς Συμμαχίας για τη Μνήμη του Ολοκαυτώματος (IHRA). Στην εκδήλωση αυτή κεντρικός ομιλητής ήταν ο Βρετανός αναλυτής κ. Τζόναθαν Μπόιντ, του οποίου στη συνέχεια παραθέτει θέσεις και απόψεις πάνω στο εν λόγω θέμα.
Ο κ. Μπόιντ, αφού προηγουμένως έδωσε πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία γύρω το φαινόμενο του αντισημιτισμού στην Ευρώπη, στη συνέχεια, τελειώνοντας τη συνέντευξή του, είπε και τα εξής: «Τα φαινόμενα αντισημιτισμού δεν φαίνεται ότι θα εξαλειφτούν ποτέ. […] οι Εβραίοι έχουν συχνά παρουσιαστεί ως αουτσάιντερ, και δυστυχώς, μεγάλο μέρος αυτής της αντιπάθειας πηγάζει από τον τρόπο που παραδοσιακά τους έβλεπε η Εκκλησία. Μέχρι πολύ πρόσφατα, σε ένα μεγάλο μέρος της χριστιανικής παράδοσης, οι Εβραίοι δυσφημίζονταν ως δολοφόνοι του Χριστού, ως μια διεφθαρμένη δαιμονική παρουσία που τυφλά διατηρεί τις δικές της αρχαϊκές παραδόσεις, παρόλο που η διαθήκη του Θεού με τους Εβραίους έχει από καιρό αντικατασταθεί από τη νέα διαθήκη του Θεού -ή αλλιώς την Καινή Διαθήκη- με τους χριστιανούς. Αυτές είναι όλες φρικτές ιδέες, αλλά έχουν χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία για να θυματοποιήσουν ποικιλοτρόπως, στιγματίσουν, παρενοχλήσουν, «χτυπήσουν», απομακρύνουν και σφαγιάσουν τους Εβραίους για αιώνες».
Επειδή, προφανώς, ο κ. Μπόιντ δεν έδωσε τις σωστές διαστάσεις στις αιτίες που εξέθρεψαν τον αντισημιτισμό, εμπλέκοντας την Εκκλησία σε αυτή τη διαδικασία, θεωρούμε ότι πρέπει να δώσουμε ορισμένες διευκρινήσεις επί των δηλώσεών του.
Τις βαθύτερες αιτίες του αντισημιτισμού, όπως και κάθε άλλης μορφής ρατσισμού, θα πρέπει να αναζητήσουμε όχι στην Εκκλησία, αλλά στην ίδια την πεπτωκυΐα και στα πάθη υποδουλωμένη ανθρώπινη φύση, η οποία αδυνατεί να αγαπήσει τον πλησίον του γνήσια και έμπρακτα. Ο ανθρώπινος εγωισμός, όταν αναπτυχθεί και καλλιεργηθεί σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο, δημιουργεί, με την σειρά του, ιδεολογικές, φυλετικές, εθνικιστικές,ή θρησκευτικές προκαταλήψεις, που μπορεί να πάρουν την μορφή μίσους και αποστροφής απέναντι σε άλλους λαούς, ή να γεννήσουν την επιθυμία επιβολής και εκμεταλλεύσεως αυτών. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η αποικιοκρατία και η οικονομική εκμετάλλευση των χωρών του τρίτου κόσμου, (Αφρική, Ασία), κατά τους τελευταίους πέντε αιώνες από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, η οποία υπήρξε καρπός ρατσιστικών αντιλήψεων των λαών των χωρών αυτών. Γενικότερα μπορούμε να πούμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, το ιδεολογικό υπόβαθρο των πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ των λαών και των εθνών είναι ρατσιστικές αντιλήψεις και εθνικιστικές προκαταλήψεις.
Ειδικότερα εις ό, τι αφορά τον εβραϊκό λαό παρατηρούμε, ότι από αρχαιοτάτων χρόνων βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τους γειτονικούς λαούς που τον περιβάλλουν. Πρώτοι οι Ασσύριοι το 722 π. Χ. κατέλυσαν το βασίλειο του Ισραήλ και στην συνέχεια οι Βαβυλώνιοι το 587 π. Χ., αφού κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ ολοσχερώς, οδήγησαν τους αιχμαλώτους Ιουδαίους σε εξορία στη Βαβυλώνα. Αργότερα οι Έλληνες κατά την ελληνιστική περίοδο υπό τον Αντιόχο τον Επιφανή (215-164 π. Χ.), εξαπέλυσαν σκληρότατο διωγμό εναντίον των Εβραίων, που έφθασε μέχρι βεβηλώσεως του ναού της Ιερουσαλήμ, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα να εκδηλωθούν στη συνέχεια οι ηρωϊκοί αγώνες των Μακκαβαίων για την απελευθέρωση του έθνους των. Κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Ρωμαίων μνημονεύουμε την μαζική απέλαση των Ιουδαίων από την Ρώμη επί Κλαυδίου Καίσαρος και την εκ νέου ολοσχερή καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τα στρατεύματα του Τίτου το 70 μ. Χ. Τέλος αναφέρουμε τη συστηματική εξόντωση εκατομμυρίων Εβραίων από την ναζιστική Γερμανία κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ουδέποτε είδε με «αντιπάθεια» τους Εβραίους, όπως ισχυρίζεται ο κ. Μπόιντ. Την αντιπάθεια θα πρέπει να την αναζητήσει από την πλευρά των Εβραίων και όχι από την πλευρά της Εκκλησίας. Οι Εβραίοι και πιο συγκεκριμένα η θρησκευτική ηγεσία του Ισραήλ, ήταν εκείνη που «αντιπάθησε» τον Χριστό και όχι απλώς τον «αντιπάθησε», αλλά τον μίσησε με θανάσιμο μίσος, μέχρις ότου τελικά τον οδήγησε σε σταυρικό θάνατο, καθ’ όν χρόνον Εκείνος δεν έπαυε επί τριετία να ευεργετεί τον λαό των Εβραίων με μια πληθώρα θαυμάτων, μοναδικών στο είδος τους, που απεδείκνυαν την μεσσιανική του ιδιότητα. Αλλά και όταν τον κάρφωναν πάνω στο σταυρό και τότε ακόμη Εκείνος έδειξε σ’ αυτούς τον ανεξάντλητο πλούτο της αγάπης και της ανεξικακίας του: «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ.23,34). Το παράδειγμα της ανεξικακίας και της αγάπης του Κυρίου ακολούθησε κατόπιν και η Εκκλησία. Οι απόστολοι ουδέποτε καλλιέργησαν μεταξύ των μελών της Εκκλησίας μίσος κατά των Εβραίων. Αντίθετα μάλιστα θεώρησαν χρέος τους να κηρύξουν το ευαγγέλιο και να καλέσουν σε μετάνοια πρώτα τους Εβραίους και αργότερα, μετά από μερικά χρόνια, (γύρω στο 39 μ. Χ.) και τους εθνικούς, με πρώτο τον Κορνήλιο τον εκατόνταρχο. Τι θα έλεγε ο κ. Μπόιντ αν ζούσε την εποχή των αποστόλων και έβλεπε την παράδοξη αυτή τακτική των αποστόλων, να κηρύττουν δηλαδή τα έξι πρώτα χρόνια της ιεραποστολικής δράσεώς των αποκλειστικά μόνο στους Εβραίους και όχι ταυτόχρονα και στους εθνικούς και τους έκρινε με τα δικά του κριτήρια; Άραγε θα τους χαρακτήριζε ως σημίτες - ρατσιστές; Όταν αργότερα εκδηλώθηκε ο πρώτος μεγάλος διωγμός των Εβραίων εναντίον της Εκκλησίας, (βλ. Πράξεις 8ο κεφ.), μετά τον λιθοβολισμό του Στεφάνου, με αποτέλεσμα να διασκορπιστούν οι χριστιανοί από την Ιερουσαλήμ σ’ όλη την Παλαιστίνη και τότε ακόμη η Εκκλησία έδειξε μακρόθυμη στάση ανεξικακίας και αγάπης απέναντι στους απειθούντες και βλασφημούντες Ιουδαίους. Εξακολουθούσε να κηρύττει το Ευαγγέλιο τόσο προς τους Εβραίους, όσο και προς τους Εθνικούς. Ο απόστολος Παύλος σ’ όποια πόλη πήγαινε, θεωρούσε χρέος του να κηρύξει το ευαγγέλιο πρώτα στους Εβραίους, (στις εβραϊκές συναγωγές) και κατόπιν στους εθνικούς. Στην προς Ρωμαίους επιστολή του εκφράζεται με τέτοια αγάπη, αλλά ταυτόχρονα και με τόσο μεγάλη λύπη και οδύνη για τους συμπατριώτες του Εβραίους, ώστε θα προτιμούσε αυτός να χωρισθεί για πάντα από τον Χριστό, αρκεί να σωθούν οι συμπατριώτες του: «λύπη μοι εστί μεγάλη και αδιάλειπτος οδύνη τη καρδία μου. Ηυχόμην γαρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα» (9,2-3). Επίσης στην προς Εβραίους Επιστολή του, εξαίρει το ρόλο και τη διακονία του παλαιού Ισραήλ για την πραγματοποίηση της εν Χριστώ σωτηρίας και προφητεύει, ότι στα έσχατα «πας Ισραήλ σωθήσεται» (Ρωμ.11,26). Παραθέτουμε μερικές ακόμη χαρακτηριστικές περιπτώσεις από την ιστορία της Εκκλησίας: Στην περίφημη Βασιλειάδα του Μ. Βασιλείου έβρισκαν καταφύγιο και βοήθεια όχι μόνο χριστιανοί, αλλά και Ιουδαίοι, όπως και ειδωλολάτρες. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι «χριστιανοί» της Ευρώπης και φυσικά ο Ναζισμός έστελνε στα φονικά κρεμαντόρια τους Εβραίους της Ευρώπης, η Εκκλησία στην Ελλάδα τους έκρυβε. Ηρωικοί Επίσκοποι, όπως ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κυρός Δαμασκηνός, ο Μητροπολίτης Ζακύνθου κυρός Χρυσόστομος, εκατοντάδες κληρικοί, μοναχοί και απλοί πιστοί έκρυβαν με κίνδυνο της ζωής τους Έλληνες Εβραίους. Ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός εξέδιδε χιλιάδες πλαστές ταυτότητες, παρουσιάζοντας πολλούς καταδιωκόμενους Εβραίους ως Ορθοδόξους Χριστιανούς! Δεν είναι τυχαίο ότι οι εν Έλλάδι Εβραίοι αναγνωρίζουν αυτή την υπέρτατη προσφορά της Εκκλησίας μας και τιμούν κάθε χρόνο τους αείμνηστους Ιεράρχες της ως «Δικαίους των Εθνών».Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε και άλλες πολλές παρόμοιες μαρτυρίες, ωστόσο περιοριζόμαστε σ’ αυτές για να μη μακρύνουμε πολύ τον λόγο.
Επίσης ο ισχυρισμός του ότι «οι Εβραίοι δυσφημίζονταν ως δολοφόνοι του Χριστού, ως μια διεφθαρμένη δαιμονική παρουσία που τυφλά διατηρεί τις δικές της αρχαϊκές παραδόσεις», δεν αποδίδει την αλήθεια των πραγμάτων με αποτέλεσμα να φθάνει στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι «αυτές είναι όλες φρικτές ιδέες» και επομένως, κατά την άποψή του, απορριπτέες. Το ότι οι Εβραίοι εφόνευσαν τον Χριστό, με πρωταγωνιστές τους θρησκευτικούς ηγέτες του λαού, δεν αποτελεί δυσφήμιση, ούτε συκοφαντία, αλλά μια αναντίρρητη ιστορική αλήθεια. Μια απλή ματιά στα ευαγγελικά κείμενα αποδεικνύει τετραγωνικά του λόγου το αληθές. Παραθέτουμε δύο μόνον βιβλικές μαρτυρίες από τις πολλές, αντιπροσωπευτικώς: «Ην δε παρασκευή του πάσχα, ώρα δε ωσεί έκτη και λέγει τοις Ιουδαίοις, ίδε ο βασιλεύς υμών. Οι δε εκραύγασαν, άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν» (Ιω.19,14-15). «Τούτον (τον Ιησούν) τη ωρισμένη βουλή και προγνώσει του Θεού έκδοτον λαβόντες, δια χειρών ανόμων προσπήξαντες ανείλετε» (Πραξ.2,23). Εάν ο Βρετανός αναλυτής πιστεύει, ότι τα ευαγγελικά κείμενα δεν αποδίδουν την αλήθεια, ας το αποδείξει. Αν όμως δεν μπορεί να αποδείξει, ως ιστορικώς αναξιόπιστα τα ευαγγελικά κείμενα, τότε οφείλει να δει κατάματα την αλήθεια και να την παραδεχθεί. Να παραδεχθεί δηλαδή και να ομολογήσει, ότι ο λαός αυτός διέπραξε την μεγαλύτερη αμαρτία όλων των αιώνων και όλων των εποχών στην ιστορία της ανθρωπότητος. Και να μη προσπαθεί πονηρά, να παρουσιάσει την μεγίστη ευθύνη των Εβραίων για το φοβερό αυτό έγκλημα, ως μια άδικη συκοφαντική δυσφήμιση και ως μια «φρικτή ιδέα», που οφείλει να απορριφθεί. Εξ ίσου αληθές επίσης είναι το γεγονός, ότι ο Θεός απέρριψε και εγκατέλειψε τον λαό αυτό εξ’ αιτίας της απιστίας του να αποδεχθεί τον Χριστό ως τον προαναγγελθέντα και αναμενόμενο από τους προφήτες Μεσσία και ιδίως μετά το φοβερό έγκλημα, που διέπραξε,να σταυρώσει τον Χριστό: «Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ, η αποκτέννουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν! ποσάκις ηθέλησα επισυναγαγείν τα τέκνα σου ον τρόπον επισυνάγει όρνις τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας, και ουκ ηθελήσατε. ιδού αφίεταιυμίν ο οίκος υμών έρημος» (Ματθ.23,37-38). Ο Θεός δεν δίστασε να απορρίψει τον λαό Του και να αποσύρει την Χάρη Του από αυτόν, (εκτός βέβαια από το κατ’ εκλογήν λήμμα, που ήταν όλοι όσοι επίστευσαν σ’ Αυτόν), παρ’ όλο που μέχρι τότε και καθ’ όλη την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης ήταν ο εκλεκτός Του λαός: «και εμπεριπατήσω εν υμίν και έσομαι υμών Θεός, και υμείς έσεσθέμοι λαός» (Λευϊτ.26,12). «Και έσται η κατασκήνωσίς μου εν αυτοίς, και έσομαι αυτοίς Θεός, και αυτοί μου έσονται λαός» (Ιεζεκ.37,27). Τι λοιπόν; Με βάση την παρά πάνω εκλογή θα κατηγορήσουμε τον Θεό ως σημίτη -ρατσιστή; Άπαγε της βλασφημίας. Βέβαια αν σκεπτόμασταν με την λογική του κ. Μπόιντ, σε τέτοιο συμπέρασμα θα καταλήγαμε. Ο Θεός ούτε όταν εξέλεξε τους Εβραίους ως τον εκλεκτό Του λαό ήταν σημίτης - ρατσιστής, ούτε όταν τον απέρριψε έγινε αντισημίτης, αλλά όλες του οι ενέργειες και στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης και σ’ αυτήν της Καινής υπήρξαν θεοπρεπείς και κατά πάντα δίκαιες. Έχουμε ανάγκη θείου φωτισμού, διότι χωρίς αυτόν αδυνατούμε να εισχωρήσουμε και να κατανοήσουμε με την εμπαθή ανθρώπινη λογική μας τις θεοπρεπείς αυτές ενέργειες και να δούμε την εκλογή του εβραϊκού λαού μέσα στο σχέδιο της οικονομίας του Θεού για την σωτηρία όλης της ανθρωπότητος και όχι μόνον ενός λαού. Διότι όπως λέγει ο προφήτης, ή μάλλον ο ίδιος ο Θεός διά του προφήτου: «ου γαρ εισίν αι βουλαί μου ώσπερ αι βουλαί υμών, ουδ’ ώσπερ αι οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει Κύριος. Αλλ’ ως απέχει ο ουρανός από της γης, ούτως απέχει η οδός μου από των οδών υμών και τα διανοήματα υμών από της διανοίας μου» (Ησ.55,8-9).
Πέραν αυτών ο κ. Μπόιντ, αν ήθελε να είναι δίκαιος και αντικειμενικός απέναντι στην ιστορία, θα έπρεπε να παρουσιάσει και την άλλη πλευρά του θέματος. Να παρουσιάσει δηλαδή παράλληλα και τα φρικτά ταλμουδικά κείμενα, που ανασταυρώνουν τον Χριστό, τα οποία δεν είναι μόνον συκοφαντικά κατά του Κυρίου μας, της Εκκλησίας και των χριστιανών κείμενα, αλλά και άκρως ρατσιστικά. Να μας αναλύσει ο κ. Μπόιντ την δυσώνυμη Καμπάλα, που διδάσκεται στα Πανεπιστήμια του Ισραήλ. Να κάνει επίσης λόγο για τον εθνικισμό και ρατσισμό, ο οποίος καλλιεργήθηκε επί 20 και πλέον αιώνες μέχρι σήμερα, μέσα στους κόλπους του Διεθνούς Σιωνισμού, τον οποίον ο τότε αδέσμευτος Ο.Η.Ε. καταδίκασε το 1985 ως όντως ρατσισμό.
Τελειώνοντας την αναφορά μας αυτή και με βάση όσα αναφέραμε παρά πάνω, θέλουμε να τονίσουμε και πάλι, ότι η Εκκλησία ουδέποτε εγκλωβίστηκε και παγιδεύτηκε σε ρατσιστικά, ή αντιρατσιστικά, σε σημιτικά, ή αντισημιτικά σύνδρομα. Τέτοιου είδους καταστάσεις που τροφοδοτούν έχθρες, αντιπάθειες και πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων και των λαών αποτελούν γνωρίσματα του παλαιού ανθρώπου, του μακράν της Εκκλησίας ευρισκομένου κόσμου. Αντίθετα η Εκκλησία καλλιέργησε στους κόλπους της την ανιδιοτελή αγάπη προς τον πλησίον ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, ή εθνικής καταγωγής, σύμφωνα με τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ.3,11). Αυτά για του λόγου το αληθές!
Εκ του Γραφείου επί τω Αιρέσεων και των Παραθρησκειών