Ο αείμνηστος καθηγητής Τρεμπέλας γράφει: «Το θαύμα οφείλεται μεν σε υπερφυσική αιτία, αφ’ ης όμως συντελεσθεί, καθίσταται πλέον ιστορικό γεγονός και ανήκει στην Ιστορία.
Διότι και το θαύμα γίνεται σε τόπο και σε χρόνο, όπως όλα τα ιστορικά γεγονότα, και διενεργείται ενώπιον αυτοπτών, των οποίων η μαρτυρία καταγράφεται στις δέλτους της Ιστορίας. Εντεύθεν ορθώς παρατηρεί ο Leibniz (System theol, init), ότι ¨εάν τα εις προγενεστέρας εποχάς συντελεσθέντα θαύματα αναφέρονται μεθ’ όλων των αποδείξεων, αι οποίαι μας χρησιμεύουν συνήθως δια να στηρίξουμε την αλήθεια προγενεστέρων γεγονότων, οφείλουμε να πιστεύουμε ταύτα, ως εάν είχαν λάβει χώρα επί των ημερών μας¨».1 Τα οράματα δεν αναφέρονται σπάνια στην Εκκλησιαστική ιστορία.*
*Οράματα έχουν δει οι Προφήτες Ιεζεκιήλ, Ησαΐας και Δανιήλ, οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος, ο Μέγας Αντώνιος, ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, ο άγιος Νήφων, ο άγιος Μηνάς και άλλοι πολλοί ακόμα Άγιοι. Ο Newman υπενθυμίζει τα θεϊκά σημεία, που αναφέρονται στην αγία Γραφή, και που προηγήθηκαν της καταστροφής της Βαβυλώνας και της Ιερουσαλήμ, της πρώτης με τη σημείωση στον τοίχο της αίθουσας συμποσίων και της δεύτερης με τους οιωνούς πάνω από τον ουρανό της. (Richardson, Prolegomena on Eus., Section 4. Appearance of the Cross in the sky to Constantine).
Αλλά τι είναι ιστορικότητα;
«Ιστορικότητα είναι α) η ιδιότητα ενός γεγονότος να αποτελεί μέρος ή να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της Ιστορίας και β) να το αποτελεί κάτι πραγματικό γεγονός, να μαρτυρείται από πηγές (Λεξικό Μπαμπινιώτη).
Μολονότι σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό το όραμα του Κών/νου έχει διαδραματίσει ύψιστο ρόλο στη διαμόρφωση της Ιστορίας, άρα διαθέτει ιστορικότητα, εμείς, μη αρκούμενοι στην κάλυψη που παρέχει το πρώτο μέρος του ορισμού, αναζητήσαμε και μαρτυρίες έγκυρων πηγών, διότι οι άθεοι ή οι ορθολογιστές της Δύσης, καθώς διδάχτηκαν από τους παγανιστές, αμφισβητούν έντονα το όραμα, ή το εξηγούν ως δήθεν πολιτικό ελιγμό του αυτοκράτορα να προσεταιριστεί τους χριστιανούς, ή κάνουν λόγο για ένα τυχαίο σχηματισμό των νεφών, ή για «παραήλιο» ή για «άλω» του φεγγαριού, ή για θέση αστεριών (μέσα στο καταμεσήμερο), ή για φωτεινούς δακτυλίους του ηλίου κ.ο.κ.
Οι μαρτυρίες είναι οι εξής:
α) Ο επίσκοπος Καισαρείας Ευσέβιος ο Παμφίλου, φίλος του Κων/νου, που έγραψε μετά το θάνατο του αυτοκράτορα το βιβλίο του «Εις Βίον μακαρίου Κωνσταντίνου του Βασιλέως», αναφέρει ότι ο Κων/νος επιβεβαίωσε το περιστατικό του οράματος στον ίδιο ενόρκως.2 Ο ίδιος ιστορικός δίνει την πληροφορία ότι το όραμα το είδε και ο στρατός του Κωνσταντίνου.3 Ο ίδιος επίσης παρέχει πολλές και χαρακτηριστικές πληροφορίες για το όραμα και σημειώνει ότι το μήνυμα «εν τούτω νίκα» ήταν στα ελληνικά. Μας πληροφορεί ακόμα ότι ο Θεός πολλές φορές αξίωσε τον Κων/νο να ιδεί θεϊκά σημεία, τα οποία του παρείχαν πρόγνωση για όσα έμελλε να συμβούν.4
β) Ο Λακτάντιος, χριστιανός ρήτορας, που ως ο δάσκαλος του Κρίσπου, πρωτότοκου γυιού του Κων/νου, είχε στενές σχέσεις με το παλάτι, αναφέρει ότι «ο Κωνσταντίνος προειδοποιήθηκε σε ένα όνειρο να χαράξει το ουράνιο σημείο του Θεού (caeleste signum dei) πάνω στις ασπίδες των στρατιωτών του και έτσι να ενταχθούν στη μάχη».5 Ποιο είναι το «ουράνιο σημείο» αν όχι το όραμα του Κωνσταντίνου;
γ) Σε ένα από τα διασωζόμενα «σπαράγματα» από την Εκκλησιαστική ιστορία του Φιλοστόργιου, που αναφέρονται στο μαρτυρικό θάνατο του Αγίου Αρτεμίου και που διασώζει ο Ιωάννης ο Μοναχός, τουτ’ έστιν ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στο βιβλίο του «Μαρτύριον του αγίου Αρτεμίου» (passio Sancti Artemii), άγιος Αρτέμιος, συνδιαλεγόμενος λίγο προ του μαρτυρίου του με το φονέα του Ιουλιανό τον Παραβάτη, του δίνει της εξής απόκριση σε κατηγορία του κατά του Μεγάλου Κωνσταντίνου: «Απέκλινε δε (ο Κωνσταντίνος) προς τον Χριστόν, ουρανόθεν εκείνου καλέσαντος, ότε την προς τον Μαξέντιον δριμείάν τε και βαρυτάτην διηγωνίσατο μάχην, δείξας αυτώ το του σταυρού σημείον μεσούσης ημέρας, υπέρ τον ήλιον ταις αυγαίς εξαστράπτον, και γράμμασιν αστροτύπως Ρωμαϊκής διασημήνας αυτώ την του πολέμου νίκην˙ ημείς τε γαρ αυτοί το σημείον εθεασάμεθα τω πολέμω παρόντες, και τα γράμματα υπανέγνωμεν˙ αλλά και το στρατόπεδον άπαν τεθέατο, και πολλοί τούτου μάρτυρες εν τω σω στρατοπέδω τυγχάνουσιν, ει γε άρα ερωτήσαι θελήσειας.».6
Ο Φιλοστόργιος, που γεννήθηκε το 368 μ. Χ., δηλαδή μόλις επτά χρόνια μετά το μαρτύριο του αγίου Αρτεμίου, έχει αρυσθεί τις πληροφορίες του από ανθρώπους που έζησαν τα παραπάνω γεγονότα και επομένως αυτές δέον να θεωρούνται έγκυρες.
δ) Ο ποιητής Οπτατιανός (σύγχρονος του Κων/νου) σε πανηγυρικό του λόγο προς τιμήν του Μ. Κων/νου το 326 στα Vicenalia ονομάζει και αυτός το όραμα του Σταυρού caeleste signum «ουράνιο σημείο».7
ε) Ο Ναζάριος, ένας ομιλητής σύγχρονος του Κων/νου, σε ομιλία του προς τιμήν του αυτοκράτορα Κων/νου, που εν ήταν παρών, κάνει λόγο για ορισμένο απροσδιόριστο οιωνό, που γέμισε τους στρατιώτες του Κων/νου με φόβο και ανησυχία, αλλά και τους ενθάρρυνε στον αγώνα: «Ποιος Θεός, ποια θεία παρουσία ενθάρρυνε εσένα, ώστε όταν όλοι οι σύντροφοί σου στα όπλα και οι διοικητές όχι μονάχα μυστικές ανησυχίες, άλλ’ ανοιχτούς φόβους είχαν του οιωνού, ακόμα ενάντια στις συμβουλές των ανθρώπων, ενάντια στις προειδοποιήσεις των ιερέων, εσύ έπραξες σύμφωνα με την αντίληψή σου, ώστε να έρθει η ώρα της παράδοσης;».8
στ) Ο Ρουφίνος (345 – 410 μ. Χ.) συγγραφέας και αυτός του 4ου αιώνα, αναφέρει την εμφάνιση του Σταυρού.
ε) Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (329 -390 μ. Χ.) στο Δεύτερο Στηλιτευτικό του κατά του Ιουλιανού Λόγο σαφώς υπαινίσσεται το όραμα του Μ. Κωνσταντίνου. Αναλυτικά τα πράγματα έχουν ως εξής:
Ο Αποστάτης αυτοκράτορας, προφανώς για να ικανοποιήσει τους Εβραίους, συμμάχους του στον αγώνα του κατά των χριστιανών, διέταξε να ξαναχτιστεί ο Ναός του Σολομώντος. Οι εργασίες εκσκαφής θεμελίων προχωρούσαν, όταν αιφνιδίως φλόγες αναπήδησαν μέσα από τα ανασκαμμένα θεμέλια του Ναού, που άλλους από τους εκεί εργαζόμενους κατέκαψαν και άλλους ακρωτηρίασαν, βάζοντας τελικά άδοξα και οριστικό τέλος στις εργασίες. Ο άγιος Γρηγόριος ομιλεί για θαύμα και ευθύς αμέσως κάνει λόγο και για ένα άλλο προγενέστερο θαύμα, «ο δε έτι τούτου παραδοξότερον και περιφανέστερον, έστη φως εν τω ουρανώ τον σταυρόν περιγράφον, και το πρότερον επί γης ατιμαζόμενον τοις αθέοις και σχήμα και όνομα νυν εν ουρανώ δείκνυται πάσιν επίσης, και γίνεται τρόπαιον τω Θεώ της κατά των ασεβών νίκης, τροπαίου παντός υψηλότερον».9 Δηλαδή: «Από αυτό (το θαύμα των φλογών) πιο παράδοξο ακόμα και πιο ξακουστό στάθηκε το φως στον ουρανό, που σχηματίζει τον Σταυρό, και εκείνο, που πρωτύτερα ατιμαζόταν από τους άθεους και ως σχήμα όνομα, τώρα στον ουρανό δείχνεται απ’ όλους επίσης, και υπό του Θεού γίνεται τρόπαιον νίκης κατά των ασεβών, υψηλότερο κάθε άλλου τροπαίου».
Τα γεγονότα του Ναού συνέβησαν κατά το 361. Τίθεται τώρα το ερώτημα: Άραγε ο άγιος Γρηγόριος θυμίζει στους ακροατές του το φωτεινό Σταυρό που ο Κων/νος είχε δει σε όραμα και που όλοι της εποχής τους είχαν ακουστά από τις διηγήσεις των παλαιοτέρων, ή το φωτεινό Σταυρό που είχαν δει στον ουρανό οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ λίγα χρόνια νωρίτερα (το 346).
Αλλά ο Σταυρός κατέστη «τρόπαιον τω Θεώ της κατά των ασεβών νίκης, τροπαίου παντός υψηλότερον» στη μάχη της Μουλβίας και στους μετέπειτα πολέμους του Κων/νου. Ο μεγάλος Ιεράρχης λοιπόν υπαινίσσεται το όραμα του Κων/νου. Και τούτη η πληροφορία του έχει ξεχωριστή σημασία για την έρευνα, επειδή ο Γρηγόριος υπήρξε ένας από τους κοντινότερους χρονικά προς τον Κων/νο συγγραφείς, μετά το Λακτάντιο, τον Ευσέβιο, τον Οπτατιανό και το Ναζάριο, και σύγχρονος του Ιουλιανού.*
*Για τα γεγονότα του ναού του Σολομώντος κάνουν λόγο στα βιβλία τους και οι Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, Θεοδώρητος, Φιλοστόργιος, ο Εβραίος Ραββίνος Γεδαλίας και ο φίλος του Ιουλιανού παγανιστή Αμμιανός Μαρκελλίνος (332 – 400). Οι ορθολογιστές πάντως αποδίδουν τις φλόγες του ανασκαφέντος τόπου σε αέρια της γης.
στ) Ο Σωζομενός (πέθανε το 433 μ. Χ.) αρχικά αναφέρει ότι ο Κων/νος είδε στ’ όνειρό του το σημείο του Σταυρού (όναρ είδε εν τω ουρανώ σελαγίζειν) και έπειτα, ίσως από επιρροή του Ευσεβίου, τον οποίο αναφέρει, μιλάει για την εμφάνιση στον ουρανό.10
ζ) Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός (380 – 439 μ. Χ.), αφού κάνει λόγο για το όραμα του Σταυρού, προσθέτει: «Αυτός τε (δηλαδή ο Κων/νος) τοις οικείοις σχεδόν απιστών οφθαλμοίς, ηρώτα και τους παρόντας, ει και αυτοί της αυτής απολαύουσιν όψεως, Των δε συμφωνησάντων, ανερρώνυτο μεν ο βασιλεύς επί τη θεία και θαυμαστή φαντασία».11
η) Ο Γελάσιος Καισαρείας (β’ μισό του 5ου αιώνα μ. Χ.) αναφέρει τα εξής για το όραμα: «Ούτω δε κεκριμένης της μάχης και της πρατάξεως ισορρόπω ούσης, ουρανόθεν ο Θεός Κων/νον οπλίζει, δείξας αυτώ το σωτήριον του Σταυρού σύμβολον φωτοειδώς εν ουρανώ. Γράμματα δε έμυσε της όψεως την δύναμιν, λέγοντα «τούτω νίκα». Τούτο το διήγημα τοις μεν απίστοις μύθος είναι δοκεί και πλάσμα, τοις δε ημετέροις δόγμασι κεχαρισμένον. Τοις δε αληθή πιστεύειν συνειθισμένοις, εναργής του πράγματος η απόδειξις».12
Αλλά στο όραμα του Σταυρού αναφέρονται ακόμη και μεταγενέστεροι συγγραφείς:
Ο Ζωναράς (1042 – 1130 μ. Χ.) αναφέρεται σε τρεις άλλες θεοσημίες του Κων/νου: Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων που είχε με το Λικίνιο ή με το Μαξέντιο, πρόσεξε κάποιον οπλισμένο καβαλάρη που, αντί για σημαία, κρατούσε το σύμβολο του Σταυρού και προπορευόταν της παρατάξεώς του. Άλλη μια φορά είδε στην Αδριανούπολη δύο νεαρούς να θερίζουν τις φάλαγγες των εχθρών. Κάποτε στην περιοχή του Βυζαντίου, ενώ ήταν νύχτα και όλοι κοιμούνταν, του φάνηκε πως άστραψε γύρω από το στρατόπεδό του. Από τα σημάδια αυτά οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι οι επιτυχίες και οι νίκες του είχαν θεϊκή προέλευση.13
Και ο βυζαντινός λόγιος Νικηφόρος Κάλλιστος (1250 – 1330 μ. Χ.) κάνει λόγο τια το Όραμα.14
Πέρα από τις μαρτυρίες, υπάρχουν και κάποια λογικά συμπεράσματα ενός κοινού νου, που οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, στο ότι δηλαδή το Όραμα του Κων/νου υπήρξε ένα πραγματικό γεγονός:
α. Η πλήρης μεταστροφή του Κων/νου στο Χριστιανισμό μετά τη μάχη της Μουλβίας (για την οποία γίνεται εκτενής λόγος στο επόμενο κεφάλαιο) είναι, κατά την ταπεινή γνώμη μας, η μεγαλύτερη απόδειξη της ιστορικότητας του οράματος.
β. Ποτέ ένας εχέφρων αυτοκράτορας δε θα επιδίωκε να προσεταιρισθεί για στήριξή του μια μικρή μειοψηφία χριστιανών στρατιωτών του, προκαλώντας συγχρόνως εναντίον του την εχθρότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας των παγανιστών, αν δεν συνέβαινε κάτι πολύ συνταρακτικό, που να ωθούσε τον Κων/νο σ’ αυτή την απόφαση. Ο ευφυέστατος και συνετός Κων/νος ποτέ δε θα διακινδύνευε την πειθαρχία στο στράτευμά του, διατάζοντας τους στρατιώτες του να αναγράψουν στις ασπίδες τους το Μονόγραμμα του Χριστού, καθ’ ήν στιγμήν το 85-99% αυτών ήταν παγανιστές, αν δεν αντλούσε δύναμη και ελπίδα από αυτό το θεϊκό σημάδι και οι στρατιώτες του δεν ενστερνίζονταν το νόημα της ενέργειάς του αυτής ή είχαν παντελή άγνοια του θεϊκού συμβάντος και’ αυτό. Το φαινόμενο ήταν πέραν των ορίων της φύσης, ήταν ένα θαύμα, και επηρέασε βαθύτατα τον αυτοκράτορα.
γ. Η αναμνηστική επιγραφή της μεγάλης νίκης του κατά του Μαξέντιου, που γράφηκε στην αψίδα (για την οποία γίνεται λόγος παρακάτω) καθ’ υπόδειξη του ιδίου, περιλαμβάνει την έκφραση: «Instinctu Divinitatis et magnitudine mentis». (Με θεία παρώθηση και τη μεγάλη φρόνησή του).
δ. Ο στυγερός διώκτης των χριστιανών Λικίνιος, διαδίδοντα ότι μίλησε με Άγγελο, ο οποίος του δίδαξε τάχα μια προσευχή πριν από τη μάχη του με το Μαξιμίνο, καθώς μας ενημερώνει ο Λακτάντιος,15 φανερώνει πως ήταν ενημερωμένος για το όραμα του Κων/νου, ότι γνώριζε για τη βαθύτατη απήχηση που είχε αυτό το υπερκόσμιο γεγονός στο λαό και στο στράτευμα του Κων/νου κα ότι θέλησε, αντιγράφοντάς τον, να κλέψει λίγη δόξα από εκείνον…
Αλλά και από τους συγγραφείς των νεότερων χρόνων πολλοί αποδέχονται το όραμα ως πραγματικό γεγονός. ένας σημαντικός θεολόγος της Δύσης, ο Schaff, σε μια σειρά σκέψεων και προβληματισμών πάνω στο θέμα του συγκεκριμένου οράματος, όπου διαλαμβάνει και μια σειρά ενστάσεων των ορθολογιστών επί του θέματος, έναντι των οποίων επιχειρεί να αρθρώσει συμβιβαστικές λύσεις, τελικά καταλήγει:
«Ότι το όραμα επισημάνθηκε ως υπερφυσικής προελεύσεως, ειδικά μετά από την ευτυχή επιτυχία, είναι φυσικό και συμβατό με τις επικρατούσες ιδέες της εποχής. Ο Τερτυλλιανός και άλλοι Πατέρες πριν από τη Σύνοδο της Νικαίας και μετά από αυτή απέδωσαν πολλές μεταβολές στα νυχτερινά όνειρα και οράματα. Ο Κων/νος και οι φίλοι του αναφέρουν τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής του, όπως τη γνώση της προσέγγισης των εχθρικών στρατευμάτων, την ανακάλυψη του Παναγίου Τάφου, την ίδρυση τη Κων/πόλεως, στη θεία αποκάλυψη μέσω οραμάτων και ονείρων.
Εμείς δεν είμαστε διατεθειμένοι ν’ αρνηθούμε στο ελάχιστο τη σύνδεση του οράματος του σταυρού με την επέμβαση της Θείας Πρόνοιας, η οποία έλεγξε αυτή την αξιοπρόσεκτη κρίσιμη καμπή της Ιστορίας. Η ίδια η Βίβλος επικυρώνει τη γενική θεωρία των θεόσταλτων και προφητικών ονείρων και τα νυκτερινά οράματα, μέσω των οποίων οι θείες αποκαλύψεις γνωστοποιούνται στους ανθρώπους.16
Πολλοί ακόμα ιστορικοί αποδέχονται την ιστορικότητα του οράματος, αλλά και πολλοί την αρνούνται.*
*Ο Βέλγος ιστορικός Gregoire βλέπει το όραμα και με μεταστροφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου ως μεταθανάτιο ξαναγράψιμο των γεγονότων από τον Ευσέβιο. Ο Murdock (στις σημειώσεις του στη μετάφραση του Mosheim) προβάλλει και τούτη την αξιοπρόσεκτη παρατήρηση: «Εάν το θαύμα του φωτεινού Σταυρού είναι μια πραγματικότητα, ο Θεός ο ίδιος έχει εγκρίνει τη χρήση του Σταυρού ως ορισμένο σύμβολο της θρησκεία μας, έτσι ώστε δεν υπάρχει καμιά δεισιδαιμονία στη χρήση από αυτό, αλλά οι Καθολικοί είναι σωστοί, και οι Προτεστάντες σ’ ένα λάθος σ’ αυτό το θέμα!». Ο Murdock λησμόνησε μονάχα ν’ αναφέρει ότι και οι Ορθόδοξοι έχουν στη λατρεία τους το Σταυρό. Και ότι ο Σταυρός – γι’ αυτούς κατ’ εξοχήν – είναι το κορυφαίο σύμβολο πίστεως, θυσίας και αγιασμού, και κατά τον Απόστολο Παύλο «τοις σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού» (Α’ Κοριν. 1, 17).
Υποσημειώσεις.
1. Π. Τρεμπέλα, «Τα θαύματα, εν Αλεξανδρεία», 1917, «Ιησούς ο από Ναζαρέτ, σελ. 193-221).
2. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1 κεφ. 28.
3. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1 κεφ. 28.
4. Ευσ’. Β. Κ. Λόγ. 1, κεφ. 47, και Ευσ’. Τριακονταετηρικός κεφ. 11.
5. Λακτ. Περί των θαν. Των διωκτών κεφ. 44.
6. Ιωάννου Δαμασκηνού, Artemii Passio, P. G. 96 σελ. 1293
7. Οπτατ. Panegyr 6 (326), caelestis = ο εξ ουρανού, θεϊκός
8. Ναζάρ Panegyr. Λατ. 10
9. Γρηγ. Θεολ. Β. Στηλ. 4 (Κ.Π.Ε.) 35
10. Σωζομ. Εκκλ. ιστ. Βιβλ. 1, κεφ. 3.
11. Σωκρ. Εκκλ. ιστ. Βιβ. 1, κεφ. 2
12. Γελάσ’. εκκλ. ιστ. Βιβλ. 1, κεφ. 4 τόμος 85, σελ. 1204.
13. Ζων. Βιβ. 13, κεφ. 1, σελ. 56.
14. P. G. 146, σελ. 16.
15. Λακτ. Περί των θανάτων των διωκτών, κεφ. 46.
16. Schaff, Philip History of the Christian Church, Volume, III Nicene and Post – Nicene Christianity A. D. 311-600, Vol, III, Chapt, I. p. 19-23.
Πηγή: (Από το βιβλίο: Μέγας Κωνσταντίνος : Κατηγορίες και αλήθεια, του Κωνσταντίνου Καραστάθη. Αθήναι, Απρίλιος του 2012 Εκδόσεις “ΑΘΩΣ”.), Ορθόδοξη Πορεία - Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη, Ακτίνες