Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος τοῦ Πάσχα
Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί ἀδελφοί, προανήγγειλε στούς Μαθητές Tου τήν ἀνάστασή Του, ὅταν τούς ἔλεγε ὅτι «μέλλει ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καί ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καί τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται» (Ματθ. ιζ΄, 22). Οἱ Μαθητές ἀγνοοῦσαν τί σημαίνει ὅτι ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου θά θανατωθῆ καί θά ἀναστηθῆ τρεῖς ἡμέρες μετά τόν θάνατό Του, καί ἐπί πλέον «ἐφοβοῦντο αὐτόν ἐπερωτῆσαι (Μάρκ. θ΄, 31-32).
Ἡ φράση «υἱός Θεοῦ» καί «υἱός ἀνθρώπου» δηλώνουν τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, θεία καί ἀνθρωπίνη πού ἐνεργοῦσαν μαζί στόν Χριστό, χωρίς νά χάνη ἡ καθεμιά τίς ἰδιότητές της.
Ὁ Χριστός μετά τήν ἀνάστασή Του, ἐμφανίσθηκε πρῶτα στίς Μυροφόρες γυναῖκες οἱ ὁποῖες πῆγαν πολύ πρωί στόν τάφο γιά νά ἀλείψουν μέ ἀρώματα τό σῶμα Του, καί ἔπειτα ἐμφανίσθηκε τήν ἴδια ἡμέρα στούς Μαθητές Του. Θά περίμενε κανείς νά ἐμφανισθῆ στούς σταυρωτές Του, στούς Γραμματεῖς καί Φαρισαίους, στούς Ἀρχιερεῖς, στόν Ἡρώδη καί τόν Πιλάτο καί σέ ὅσους συνέβαλαν στό νά πάθη καί νά σταυρωθῆ καί μέ αὐτό τόν τρόπο νά τούς κάνη νά πιστεύσουν. Δέν τό ἔκανε, ὅμως, αὐτό γιατί ὑπάρχει εἰδικός λόγος.
Κατ’ ἀρχάς ὁ Χριστός δέν κάνει ἐνέργειες ἁπλῶς γιά κοινωνικούς λόγους οὔτε γιά νά φανερώση τήν θεότητά Του σέ ἀνθρώπους πού δέν πιστεύουν. Ἀκόμη καί ὅταν θαυματουργοῦσε καί θεράπευε τούς ἀνθρώπους τό ἔκανε ἀφοῦ πρῶτα ἔβλεπε τήν πίστη τους.
Ἔπειτα, ἡ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ σέ κάθε ἄνθρωπο εἶναι γεγονός μέ αἰώνιες διαστάσεις καί συνταρακτικές συνέπειες γιά τόν ἄνθρωπο . Τό νά συναντήση κανείς τόν Θεό συνιστᾶ τήν καταδίκη του, ἐάν δέν εἶναι κατάλληλα προετοιμασμένος. Ὅπως ὅταν κανείς ἀτενίση τόν ἥλιο χωρίς καμμιά προστασία, ἀπό τήν ὑπερβολική λάμψη τοῦ φωτός τοῦ ἡλίου καταστρέφονται οἱ ὀφθαλμοί του, ἔτσι ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει κατάλληλο πνευματικό ὀφθαλμό, δέν μπορεῖ νά ἀντέξη τό δυνατό φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἑπομένως, ἀπό ἀγάπη καί φιλανθρωπία δέν ἐμφανίσθηκε ὁ Χριστός στούς σταυρωτές Του γιά νά μή ὑποστοῦν κάποιο κακό. Αὐτοί ἔπρεπε νά πληροφορηθοῦν τήν ἀνάσταση ἀπό τρίτους μήπως πιστεύσουν καί σωθοῦν. Ὑπῆρχε ἀκόμη καιρός νά πιστεύσουν μέ τήν ἐλευθερία τους, νά διορθωθοῦν, ὥστε ὅταν θά Tόν δοῦν τελικά κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του μέσα στήν δόξα Του νά σωθοῦν καί νά μή καταδικαστοῦν. Πάντως, ἡ συνάντηση μέ τόν Χριστό εἶναι ἕνα κρίσιμο σημεῖο, συνιστᾶ τήν αἰώνια ζωή ἤ τήν αἰώνια κόλαση.
Ἀκόμη, ὁ Χριστός μετά τήν ἀνάστασή Του ἐμφανίσθηκε στούς Μαθητές Του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν προετοιμασθῆ, καί παρά τίς πτώσεις τους ἦταν κατάλληλοι γιά νά δοῦν τό Φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Τό κυριότερο εἶναι ὅτι ὁ Χριστός ἐμφανίσθηκε μετά τήν ἀνάστασή Του στούς Μαθητές Του, ὄχι ἁπλῶς γιά νά πιστεύσουν, ἀλλά γιά νά τούς ὁδηγήση στήν θέωση. Αὐτός ἦταν ὁ βαθύτερος σκοπός τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ στούς Μαθητές Του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν προηγουμένως καθαρισθῆ καί φωτισθῆ καί ἔπρεπε νά φθάσουν στήν θέωση. Βεβαίως, κατά τίς σαράντα ἡμέρες τούς προετοίμασε κατάλληλα, ὥστε τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς νά λάβουν τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά γίνουν μέλη τοῦ Σώματός Του.
Αὐτό πού ἔγινε μέ τούς Μαθητές τοῦ Χριστοῦ γίνεται μέ πολλούς ἀνθρώπους διά μέσου τῶν αἰώνων . Ἤδη, ἀμέσως μετά τήν Πεντηκοστή ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶδε τόν Ἀναστάντα Χριστό (Πρ. θ΄, 3-9), ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος «εἶδε δόξαν Θεοῦ καί Ἰησοῦν ἐστῶτα ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ» (Πρ. ζ΄, 55), καί ἑκατομμύρια Χριστιανοί μέχρι σήμερα ἔγιναν μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά προετοιμάζεται κατάλληλα, μέ τήν ἄσκηση, τά Μυστήρια, τήν κάθαρση, τήν προσευχή γιά νά δῆ τόν Ἀναστάντα Χριστό καί νά ὁδηγηθῆ στήν θέωση.
Αὐτός εἶναι ὁ βαθύτερος σκοπός τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας καί τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία δέν εἶναι φιλοσοφική, στοχαστική, ἠθική, ἀλλά μυστηριακή καί ἀσκητική .Καί ἡ Ἐκκλησία δέν ἀποβλέπει ἁπλῶς στήν ἐκπλήρωση τῶν κοινωνικῶν καί ὑλικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου, ἄν καί τό κάνει καί αὐτό συνεκδοχικῶς, ἀλλά ἔχει σκοπό νά ἁγιάση τόν ἄνθρωπο, νά δῆ τόν Ἀναστάντα Χριστό καί νά τόν ὁδηγήση στήν θέωση.
Μέσα σέ αὐτή τήν προοπτική πρέπει νά δοῦμε τήν ζωή τῶν ἁγίων ὅλων τῶν αἰώνων, ἤτοι Ἀποστόλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Πατέρων, Ἀσκητῶν, καί γενικά Χριστιανῶν πού ζοῦν τήν κατά Χριστόν συζυγία. Ὅλοι αὐτοί εἶναι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, πού μᾶς ὑποδεικνύουν πῶς καί ἐμεῖς θά δοῦμε τόν Ἀναστάντα Χριστό, ὁ Ὁποῖος θά μᾶς δωρήση τήν θέωση καί τόν ἁγιασμό.
Εἶναι ἀνάγκη νά δοῦμε τόν σκοπό τῆς Ἐκκλησίας καί τό νόημα τῶν ἑορτῶν μέσα στά πλαίσια αὐτά, ὥστε νά μή ἐκκοσμικεύουμε τό ἔργο καί τόν σκοπό τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς , καί νά ἔχουμε βεβαία ἐλπίδα στήν καρδιά μας ὅτι δέν ζοῦμε μόνο γιά τά ὑλικά ἀγαθά, ἀλλά νά αἰσθανθοῦμε τήν δύναμη τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μέσα μας.