Καθώς εκπνέει το έτος 2016 οφείλουμε να κάνουμε μίαν αναφοράν εις το πρόσωπον του κορυφαίου Έλληνος φιλοσόφου Αριστοτέλη, εις τον οποίον είναι κατά κόσμον αφιερωμένον το παρόν έτος, προκειμένου να κατανοήσουμε εν μέρει και τον λόγον δια τον οποίον αυτός αγιογραφήθη παλαιά εις τον εξωνάρθηκα σπουδαίων ιερών μονών, όπως της Ι. Μ. Βατοπαιδίου, της Ι. Μ. Αγ. Νικολάου Αναπαυσά κ.α., τα οποία δεν πρέπει να λησμονούμε ότι σχετίζονται με τα δύο σπουδαιότερα διαχρονικώς και εν ενεργεία μοναστικά κέντρα της Ορθοδοξίας το Άγιον Όρος και τα Μετέωρα.
Η συνάντησις του χριστιανικού κηρύγματος με τον ελληνικόν λόγον, η οποία είχε ήδη αρχίσει προ της επί γης παρουσίας του Θεανθρώπου με την ελληνιστικήν μετάφρασιν των Ο εἰς την Αλεξάνδρειαν, αποτελούσε αναπόφευκτα και συνάντησις με τας φιλοσοφικάς κατηγορίας σκέψεως και εκφράσεως του ελληνικού πολιτισμού. Η επίσκεψις του Αποστόλου Παύλου εις τας Αθήνας, παρά το γεγονός ότι η Αθήνα δεν ήτο η λαμπρά πόλις του 4ου αι. π.Χ., αποτελεί ένα καθοριστικόν σταθμόν δια την πορείαν του χριστιανισμού.
Όλοι αναγνωρίζουν την μοναδικήν αξίαν του λόγου, τον οποίον εξεφώνησε εκεί ο Απόστολος των Εθνών, ομιλούν όμως και δι’ αποτυχίαν αλιεύσεως πιστών καθώς μόνον «τινές άνδρες κολληθέντες αυτώ επίστευσαν, εν οις και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και γυνή ονόματι Δάμαρις και έτεροι συν αυτοίς» (Πραξ. 17,34). Εις μίαν πόλιν η οποία είχε αναδείξει ένα Πλάτωνα, ένα Σωκράτη και ένα Αριστοτέλη, κανείς από τους οποίους δεν είχε ομιλήσει βεβαίως δια την ανάστασιν, η άγρα έστω και αυτών των ολίγων ήτο άθλος. Η χάρις του Θεού θα εφανέρωνε εις την συνέχειαν ότι τελικώς επρόκειτο περί απολύτου επιτυχίας, καθώς από αυτούς θα προέκυπτον οι πρώτοι εξωστρεφείς Θεολόγοι της Εκκλησίας, οι Απολογηταί, οι οποίοι θα διελέγοντο μόλις κατά τον 2ον αι. μ.Χ. με ολόκληρον την οικουμένην. Τέσσερις τουλάχιστον προήλθαν από την Αθήνα (Κοδράτος, Αριστείδης, Αθηναγόρας, Κλήμης). Όχι μόνον εχρησιμοποίησαν τον Αριστοτέλην, αλλά αναπτύσσοντες την διδασκαλίαν περί «σπερματικού λόγου», κατέταξαν τελικώς αυτόν εις τους «προ Χριστού χριστιανούς».
Ο Σταγειρίτης πανεπιστήμων είχε μεγάλη επίδρασιν εις όλα τα σπουδαία πνεύματα και εμελετήθη και από Πατέρας της Εκκλησίας και Εκκλησιαστικούς Συγγραφείς. Αρκεί ως τεκμήριον, δια να συνειδητοποιήση κανείς αυτήν την επιρροήν του, αν αναλογισθή ότι φέρεται να έγραψε έως και 1000 συγγράμματα, εκ των οποίων δυστυχώς σώζονται μόνον 47. Ίσως σημαντικώτερον έργον του από την οπτική της χριστιανικής αντιλήψεως αποτελούν τα «Ηθικά Νικομάχεια», πραγματείες εις τας οποίας ασχολείται με την ηθικήν και την ευδαιμονίαν και τον ρόλον της αρετής, διατυπώνων μάλιστα και το γνωστόν ρητόν «προς ζωήν αγαθήν, η παιδεία και η αρετή μάλιστα άγουσιν». Είναι σημαντικόν ότι εις το τέλος των πραγματειών αυτών προαναγγέλλει όσα θα εξετάση εις τα «Πολιτικά». Ο ιδρυτής της περιπατητικής σχολής συνδέει το έργον αυτό με συλλογή δεδομένων από 158 πολιτειών, εκ των οποίων εσώθη μόνο η πρώτη, η «Αθηναίων Πολιτεία». Το έργον αυτό είναι πολύτιμον δια την σημερινήν εποχήν, διότι καταδεικνύει ότι είναι επίφασις η ουδετεροθρησκεία, την οποίαν επιθυμούν να προωθήσουν εις την πατρίδα μας εις το όνομα της δημοκρατίας, καθώς τα αντίθεα σχέδια που επιχειρούν να υλοποιήσουν υποσκελίζουν και προσβάλλουν ακόμη και τον τόπον που εγέννησε την δημοκρατίαν.
Πληροφορούμεθα από το σύγγραμμα ότι στρατηγοί εγίνοντο όσοι είχαν περιουσίαν όχι μικροτέραν από εκατό μνες και παιδιά γνήσια από νόμιμον γυναίκα και μεγαλύτερα των δέκα ετών. Εις τα κριτήρια λοιπόν ετίθετο και το ζήτημα του νομίμου γάμου. Ίσως τότε εξυπηρετούσε εθνοφυλετικούς λόγους, όμως ήτο και ζήτημα σωφροσύνης και συνέσεως, που απαιτούνται δια δημόσια αξιώματα. Αντιθέτως σήμερον δεν ελλείπουν τα δημόσια πρόσωπα που ακολουθούνται από δημόσια σκάνδαλα…
Εις άλλον σημείον ομιλεί δια την μέριμναν του Σόλωνος. Ο Σόλων κατήργησε τα ιδιωτικά και δημόσια χρέη με την σεισάχθειαν, ενώ ώρισε οι νόμοι να ισχύουν αμετάβλητοι δια εκατό έτη. Μάλιστα, προκειμένου να μη απαιτούν από αυτόν συνεχώς αναθεώρησιν των νόμων εταξίδευσε εις την Αίγυπτον διαφημίζων ότι δεν θα επιστρέψη πριν παρέλθουν δέκα χρόνια και, ως σχολιάζει ο Αριστοτέλης «προτίμησε να γίνη εχθρός και με τις δύο (μερίδες των ευγενών και του δήμου) σώζοντας έτσι την πατρίδα και νομοθετώντας άριστα». Πόσας φοράς οι πολιτικοί μας μη φοβούμενοι τον Θεόν ψηφίζουν νόμους η φέρουν συνεχώς τροπολογίας εις την Βουλήν όχι δια να ανακουφίσουν τους αδυνάτους και το γενικόν καλόν, αλλά δια να προωθήσουν επιχειρηματικά συμφέροντα η συμφέροντα «μειονοτήτων» που επιθυμούν να συμβιώνουν;
Αναφέρει επίσης ο Αριστοτέλης ένα περιστατικόν με τον τύραννον Πεισίστρατον. Εις μίαν περιοδείαν του εις τον Υμηττόν, όταν είδε κάποιον να σκάπτη εις έδαφος τελείως πετρώδες, απόρησε και διέταξε τον υπηρέτην του να τον ερωτήση τι προϊόν παράγεται από τον τόπον εκείνον. Ο γεωργός απήντησε «όλα τα κακά και τα ψυχρά και από αυτά όμως τα κακά και τα ψυχρά χρειάζεται να δίνω στον Πεισίστρατο τη δεκάτη» χωρίς να γνωρίζη ότι εκείνος ήτο παρών. Ο Πεισίστρατος εξετίμησε την παρρησίαν και την φιλεργίαν του ανδρός και τον απήλλαξε από τον φόρον ορίζων τον τόπον ως αφορολόγητον. Δυστυχώς οι ηγέται πολιτικοί και εκκλησιαστικοί σήμερον δεν αφουγκράζονται τον λαόν και το ποίμνιον με αποτέλεσμα να μη εκτιμάται η παρρησία, αλλά να περισσεύη η τυραννία…
Πρώτος ο Περικλής έδωσε μισθόν εις τους δικαστάς ως αντιστάθμισμα της ευπορίας του λαού επί της εποχής του Κίμωνος δι’ αυτόν τον λόγον, «όπως μερικοί καταγγέλλουν», έγιναν χειρότερα τα δικαστήρια, διότι εκληρώνοντο τυχαίοι και όχι οι έγκριτοι και κατόπιν ήρχισε και η δωροδοκία. Μετέπειτα ωρίσθη, κατά την διάρκειαν πολέμου, όλα τα δημόσια αξιώματα να τα υπηρετούν όσοι τα έχουν χωρίς μισθόν και να γίνωνται κάθε χρόνον μέλη της Βουλής όσοι είχαν ηλικίαν άνω των τριάντα, χωρίς επίσης να λαμβάνουν μισθόν. Όποιος δεν προσήρχετο εις την Βουλήν κατά την ωρισμένην ώραν ήτο υποχρεωμένος να πληρώση μίαν δραχμήν. Απηγορεύετο όποιος ελάμβανε ανώτατον αξίωμα μετά το πέρας να έχη αυξήσει την περιουσίαν του.
Ως προς τας θρησκευτικάς υποθέσεις αυταί απησχόλουν την Βουλήν κατά προτεραιότητα. Επίσης ο υποψήφιος, δια να καταστή ένας εκ των εννέα αρχόντων υπεβάλλετο εις ερωτήσεις πρώτα περί της καταγωγής του και έπειτα «εάν έχη πατρικό θεό τον Απόλλωνα και θεό της εστίας τον Δία, και σε ποιό μέρος στο σπίτι του υπάρχουν οι βωμοί τους. Έπειτα αν έχη οικογενειακούς τάφους και που βρίσκονται αυτοί, εάν τιμά τους γονείς και εκτελή τις υποχρεώσεις προς την πατρίδα…». Δυστυχώς σήμερον η θεοσέβεια αποτελεί μειονέκτημα, ενώ οδεύομεν ολοταχώς προς χωρισμόν Πολιτείας – Εκκλησίας, ώστε η Πολιτεία να μη ασχολήται σοβαρώς με τα «θρησκευτικά» ζητήματα. Οι ίδιοι οι πολιτικοί ψηφίζουν νόμους δια την αποτέφρωσιν, διότι τόσος είναι ο σεβασμός εις τους απελθόντας, ενώ ο Πρωθυπουργός έχει βοηθόν του άνθρωπον που δεν έχει εκπληρώσει τας υποχρεώσεις του προς την πατρίδα!
Όλα αυτά τα ολίγα προαναγραφόμενα δεν είχαν ως σκοπόν να εξυμνήσουν τον Αριστοτέλην καθώς άλλωστε το Ευαγγέλιον είναι ανώτερον και ασύγκριτον προς κάθε κοσμικήν σοφίαν. Δίνουν όμως αφορμήν δια να ανοίξη περαιτέρω διάλογος και να εξετασθούν και άλλα κείμενα, όπως η «Πολιτεία του Θεού» του Ιερού Αυγουστίνου κ.α., ώστε να επανεύρωμεν ως Ορθόδοξοι την βυζαντινήν παρακαταθήκην εις τας σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας και την θέσιν των χριστιανών εις τον δημόσιον βίον. Χρειαζόμεθα να ανακαλύψωμεν και να εμβαθύνωμεν εις μίαν Θεολογικήν Πολιτικήν και όχι εις μίαν Πολιτικήν Θεολογίαν, την οποίαν χρησιμοποιούν σήμερα τα κάθε λογής κόμματα, ώστε να εκμεταλλεύωνται τας Ορθοδόξους συνειδήσεις, δια να υπερψηφίζουν ανωδύνως νόμους, οι οποίοι αντίκεινται πλήρως εις τας Ευαγγελικάς προσταγάς. Και μόνον αυτό το ελάχιστον και επουσιώδες ψήγμα του «προ Χριστού χριστιανού», που παρεθέσαμε κατέδειξε ότι η μεταπολιτευτική πορεία της αριστεροδέξιας πολιτικής αντιβαίνει όχι μόνον προς την πλήρη εν Χριστώ Αποκάλυψιν αλλά και εις οιανδήποτε «σπερματικήν» προ Παλαιοδιαθηκικήν!
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, Ακτίνες