Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Η πίστη του στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι βαθιά. Ο προπάππος του ήταν ιερέας στην Πελοπόννησο και η γιαγιά του τον οδήγησε, από μικρό,
Θεμελιώδης κανόνας του εθιμικού δικαίου είναι ο εξής: ορθόν είναι το αεί γινόμενον. Με βάση αυτή την αρχή ό,τι έχει υπάρξει λαμβάνει εξ αυτού του γεγονότος και μόνο το δικαίωμα ύπαρξης. Πάνω σε αυτή την ιδέα στηρίχθηκε ο μεσαιωνικός πολιτισμός της Δύσης. Δεν επρόκειτο για καινοτομία. Την άποψη αυτή σέβονταν ακόμη και οι Ρωμαίοι, λαός με ιδιαίτερη επίδοση στον γραπτό νόμο. Για παράδειγμα, οι Ρωμαίοι μπορούσαν να ανεχθούν τον Ιουδαϊσμό, μόνο και μόνο επειδή ήταν η θρησκεία των πατέρων των Εβραίων, για κανένα άλλο λόγο. Ομοίως και τον Χριστιανισμό, μέχρι την στιγμή που οι Εβραίοι ενημέρωσαν τον Νέρωνα, ότι δεν επρόκειτο για την πατρογονική τους θρησκεία, αλλά για κάτι νέο. Όσο και αν αυτό φαίνεται παράξενο στον σύγχρονο άνθρωπο, που διψά για καινοτομίες ικανές να ταράξουν τα λιμνάζοντα ύδατα της ρηχότητάς του, στην ύστερη αρχαιότητα, όπως και στον Μεσαίωνα κάθε τι καινοτόμο ήταν αξιοκατάκριτο.
Σε έναν κόσμο όπου τον σύνολο δικαϊικό καθεστώς στηρίζεται στον άγραφο νόμο, κυριαρχεί το κύρος του παρελθόντος. Αυτό το κύρος μπορούσε ν’ αμφισβητηθεί μόνο αν του αντιπαρέθεταν ένα παρελθόν ακόμη αρχαιότερο. Εξαίρεση αποτελούσε η Εκκλησία. Το κανονικό δίκαιο ήταν το μόνο καταγεγραμμένο στην Δύση. Και βέβαια, το ορθό για την Εκκλησία δεν ήταν το παλαιό, αλλά το σύμφωνο με το θέλημα του Θεού, ακόμη κι αν εκφράζονταν από μόνο τον πάπα. Ο Hincmar της Ρεμ διακήρυσσε ότι ο βασιλιάς δεν μπορεί να κρίνει με βάση το έθιμο, αν αυτό ήταν αντίθετο με την χριστιανική δικαιοσύνη[2]. Στο τέλος του ΙΑ’ αι. ο πάπας Ουρβάνος ο Β’ (1088-1099), επαναλαμβάνοντας την άποψη του Τερτυλλιανού είπε στον κόμη της Φλάνδρας:
«Ισχυρίζεσαι ότι μέχρι τώρα δεν έκανες τίποτα από το να συμμορφώνεσαι με την πανάρχαια συνήθεια του τόπου; Πρέπει να ξέρεις όμως ότι ο Πλάστης σου είπε: το όνομά μου είναι Αλήθεια. Δεν είπε: το όνομά μου είναι Συνήθεια[3]».
Η μεγάλη αντίφαση της άποψης του πάπα Ουρβάνου είναι ότι γράφοντας τα παραπάνω μέσα στην παραζάλη της γρηγοριανής μεταρρύθμισης, επιτίθεται στην αρχαία παράδοση της Εκκλησίας στην προσπάθεια των Φράγκων παπών να επιβάλλουν το παπικό δίκαιο, καταργώντας ουσιαστικά μαζί με την εκκλησιαστική παράδοση και το γραπτό κανονικό δίκαιο. Και αυτά σε μια εποχή κατά την οποία αναβιώνει το γραπτό δίκαιο, τουλάχιστον στην Ιταλία. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Το εθιμικό δίκαιο του Μεσαίωνα, μιας εποχής όπου η έννοια της ιδιοκτησίας είναι ανύπαρκτη, προσπαθεί να καθορίσει και να κανονίσει το δικαίωμα της κατοχής και της χρήσης. Μέσα από αυτό αναφύεται το φεουδαρχικό καθεστώς. Γαίες και αξιώματα παραχωρούνται μέσα από μια τελετή που σκοπό έχει να εντυπώσει στην συλλογική μνήμη την, ας πούμε, νομική πράξη δια της οποίας το αγαθό περνά στα χέρια του κατόχου. Γιατί; Διότι τίτλοι ιδιοκτησίας ούτε νοούνται ούτε υφίστανται. Αν και όταν εγερθεί απαίτηση, το δικαστήριο κρίνει με βάση την μαρτυρία περί της κατοχής. Αν ο αντίδικος αποδείξει με την χρήση της συλλογικής μνήμης ότι κατέχει το αγαθό από παλιά, πολύ δε περισσότερο αν αποδείξει ότι το κατείχαν και οι πρόγονοί του, τότε, ακόμη και αν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας είναι άκυροι. Εξ αυτής της συλλογικής μνήμης προέκυψε η λεγόμενη «κοινή γνώμη», την οποία οι αντίδικοι ή οι εμπόλεμοι έπρεπε να έχουν με το μέρος τους, για να είναι η διαμάχη του δίκαιη, νομικά καλυμμένη. Γίνεται κατανοητό γιατί ακόμη και σήμερα οι απόγονοι των Φράγκων προσπαθούν να έχουν την κοινή γνώμη με το μέρος τους, διαμορφώνοντάς την ανάλογα, ακόμη και όταν οι πράξεις τους δεν δικαιολογούνται από το διεθνές δίκαιο. Σε περίπτωση, βέβαια που η μνήμη αδυνατούσε να στηρίξει μια αξίωση και η ανάμνηση είχε ξεθωριάσει, δύο λύσης υπήρχαν: η θεοδικία και η δικανική μονομαχία.
Ο σεβασμός του γεγενημένου επέδρασε στο σύστημα των πραγματικών δικαιωμάτων. Σε όλη την Δύση, εκτός από την Ιταλία, δίκες δεν γίνονταν για την ιδιοκτησία, αλλά για την Gewere, όπως αναφέρεται στο γερμανικό δίκαιο της εποχής, την κατοχή, δηλαδή, που έγινε σεβαστή δια της διάρκειας. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι οι τίτλοι ευγενείας (λόρδοι, μαρκήσιοι, κόμηδες) δεν ήταν άμεσα εξαρτημένοι από την γαιοκατοχή. Έχουν, βέβαια, τοπικό χαρακτήρα. Δεν εννοείται τίτλος ευγενείας «άνευ χαρτοφυλακίου», εκτός από τον κατώτερο βαθμό του ιππότη. Ο τίτλος αντλεί το δικαίωμα ύπαρξης από την περιφέρεια στην οποία αναφέρεται. Δεν συνεπάγεται, όμως, αυτόματα την κατοχή της περιφέρειας, την ιδιοκτησία της θα λέγαμε σήμερα. Συνεπάγεται το δικαίωμα επί της οικονομικής εκμετάλλευσης της περιοχής. Σημαντική προϋπόθεση για την άντληση του δικαιώματος ήταν το αδιαίρετο της επικράτειας, εκ της οποίας ο τίτλος λάμβανε την ύπαρξη. Έτσι, τα φέουδα δεν έπρεπε να διαιρούνται. Πρακτικά, η μόνη διαίρεση της γης ήταν αυτή που προέκυπτε από την παραχώρηση τμημάτων αυτής στης ιεραρχικά κατώτερες βαθμίδες. Αυτό επηρέασε άμεσα το δίκαιο της κληρονομιάς.
Αρχικά, η παραχώρηση της γης δεν γεννούσε κληρονομικό δικαίωμα. Ένας φεουδάρχης μπορούσε ν’ ανακαλέσει οποιαδήποτε στιγμή ήθελε το δικαίωμα της παραχώρησης και να το δώσει σε όποιον άλλο ήθελε. Από την στιγμή που ο δικαιούχος πέθαινε, οι κληρονόμοι δεν είχαν κανένα δικαίωμα. Στην πράξη αυτό αποδείχθηκε ανώφελο. Η κάθετη ιεράρχηση στηρίζονταν στην οριζόντια. Ο φεουδάρχης καλό ήταν να έχει τους δικούς του ανθρώπους, τους πιστούς υποτελείς, με τους οποίους τον συνέδεε η υποτέλεια, το ομάζ (hommage). Ωστόσο, αν ένας από τους «ανθρώπους» του πέθαινε, ήταν δύσκολο, όχι ακατόρθωτο, να αντικατασταθεί. Έτσι, προέκυψε η προτίμηση. Ο κληρονόμοι του θανόντος εξασφάλιζαν την πιστή συνέχεια της υποτέλειας. Αυτό, σε συνδυασμό με την ανάγκη για την διατήρηση του αδιαίρετου, οδήγησε στην ανάγκη για περιορισμό των κληρονόμων σε κληρονόμο. Στις περισσότερες των περιπτώσεων εφαρμόζονταν η πρωτοτοκία. Έτσι, γεννήθηκε η κληρονομικότητα. Έτσι, γεννήθηκαν οι μακροσκελείς γενεαλογικοί κατάλογοι της φεουδαρχικής αριστοκρατίας. Το εθιμικό αυτό δίκαιο, όπως είναι φυσικό εφαρμόζονταν με την ελαστικότητα που αναλογούσε στις τοπικές και χρονικές διαφοροποιήσεις και διαμορφώσεις.
Η συγγένεια του αίματος είχε την τιμητική της στον μεσαιωνικό βίο. Είτε το θέμα αφορούσε βεντέτες, είτε αξιώσεις και δικαιώματα, ο μεσαιωνικός άνθρωπος έβρισκε τον φυσικό σύμμαχό του στον συγγενή του, όμαιμο ή εξ αγχιστείας. Μεταφρασμένο αυτό στο αριστοκρατικό λεξιλόγιο του ΙΒ’ αι. γέννησε τους γαλαζοαίματους (ο όρος είναι πολύ μεταγενέστερος). Οι γαλαζοαίματοι αριστοκράτες, γόνοι ευγενικής καταγωγής που βαστούσε από οίκους που άπλωναν τις ρίζες τους όσο μακριά έφτανε η καταγεγραμμένη ιστορία, γόνοι γενεών και γενεών ηγεμόνων, θεωρούσαν εαυτούς ανώτερους από τους απλούς ανθρώπους, τους λαϊκούς. Ακόμη και αν οι δεύτεροι μπορούσαν να εξασφαλίσουν την είσοδό τους στην αριστοκρατία με την απόκτηση κάποιου τίτλου, εκμεταλλευόμενοι τις οικονομικές συγκυρίες, εξακολουθούσαν να θεωρούνται κατώτεροι. Η αριστοκρατία περιχαράκωσε την κοινωνική τάξη της, την έκανε απροσπέλαστη.
Σε κάποιες εξεζητημένες περιπτώσεις, το αριστοκρατικό αίμα θεωρούνταν ότι έχει θαυματουργικές ιδιότητες. Ξεκινώντας από τον Εδουάρδο τον Ομολογητή (1042-1066), επικράτησε ένα βασιλικό έθιμο στην Αγγλία οι γαλαζοαίματοι να αγγίζουν τους αρρώστους για να τους θεραπεύσουν. Παρόμοιες ιδιότητες αξίωναν οι Ροβερτος ΙΙ της Φραγκίας (996-1131), Ερρίκος Ι της Αγγλίας (1100-1131), Φίλιππος Ι (1060-1108) και Λουδοβίκος VI (1108-1137) της Γαλλίας[4]. Αν και στην περίπτωση του Εδουάρδου του Ομολογητή η εκκλησία διατείνονταν ότι οι θαυματουργικές θεραπείες οφείλονταν στην αγιότητά του, o William του Malmesbury ομολογεί ότι στην εποχή του πίστευαν ότι οφείλονταν στο βασιλικό του αίμα, εκφράζοντας έτσι το λαϊκό αίσθημα[5].
Οι Καθαροί της Languedoc εκμεταλλεύτηκαν την γενεσιουργό αιτία τέτοιων πεποιθήσεων, την αλαζονεία, για να πετύχουν την εύνοια των ευγενών της περιοχής τους. Εφόσον οι κοσμικές αρχές ήταν αυτές που επέβαλαν την θανατική ποινή, ο προσεταιρισμός τους θα τους γλίτωνε από πολλά προβλήματα. Στην Languedoc το κατάφεραν δίνοντας μια θρησκευτική χροιά στην έπαρση της αριστοκρατίας λόγω καταγωγής.
Στην Νότια Γαλλία σέβονταν ιδιαίτερα την Αγία Μαρία την Μαγδαληνή. Υπήρχαν αρκετοί τοπικοί θρύλοι, προφορικές παραδόσεις που ήθελαν την Αγία να έχει ταξιδέψει στην περιοχή μετά την Σταύρωση. Συμμετέχοντας με τον δικό τους τρόπο οι Καθαροί της Languedoc στην εξέλιξη αυτών των θρύλων ισχυρίζονταν τα εξής:
«Επίσης, διδάσκουν στις μυστικές τους συναντήσεις ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν η σύζυγος του Χριστού. Ήταν η Σαμαρίτιδα στην οποία είπε “Κάλεσε τον άντρα σου[6]”. Ήταν η γυναίκα που καταδικάστηκε για μοιχεία, την οποία θα είχαν λιθοβολήσει οι Εβραίοι, αν δεν την είχε ελευθερώσει ο Χριστός, και ήταν μαζί του σε τρία μέρη, στον ναό, στο πηγάδι, και στον κήπο. Μετά την Ανάσταση, εμφανίστηκε πρώτα σ’ αυτήν[7]».
Το παραπάνω απόσπασμα περιλαμβάνεται σε ένα ανώνυμο μανιφέστο των πεποιθήσεων των Καθαρών και των Βάλδιων. Βρίσκεται σε ένα μόνο χειρόγραφο, το οποίο περιλαμβάνει επίσης ένα αντίγραφο του Contra haereticos του Ermengarde της Béziers, φίλου του Durand de Huesca. Αυτό σε συνδυασμό με την ομολογία του ανώνυμου συγγραφέα ότι ήταν εξοικειωμένος με τους Βάλδιους, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Emrengarde είναι ο συγγραφέας. Το κείμενο έχει εκδοθεί από τον Antoine Dondaine, Durand de Huesca et la polémique anti-cathare, Archivum Fratrum praedicatorum 29 (1959), 268-271.
Όπως προκύπτει από την ανάγνωση του αποσπάσματος η διδασκαλία περί της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής ήταν μια εσωτερική διδασκαλία, ένα μυστικό δόγμα (secret doctrine). Διδάσκονταν στις μυστικές τους συναντήσεις. Το δόγμα αυτό έχει δύο σκέλη. Το πρώτο είναι ότι η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή ταυτίζονταν με την μοιχαλίδα του Ευαγγελίου. Την άποψη αυτή ασπάστηκαν και οι παπικοί, ίσως επηρεασμένοι από την παράδοση του Καθαρισμού. Στην Ορθόδοξη παράδοση πρόκειται για διαφορετικά πρόσωπα. Στην Αγία Γραφή δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να συνδέει την Αγία Μαρία την Μαγδαληνή με την μοιχαλίδα.
Το δεύτερο σκέλος αφορά την γνωστή βλασφημία που επαναλαμβάνεται και στις μέρες μας, ότι η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή ήταν η σύζυγος του Χριστού. Αυτή η πεποίθηση ήταν μοναδική στους Καθαρούς της Languedoc. Δεν υπήρχε ούτε σε κάποια άλλη δυαρχική αίρεση, στους Παυλικιανούς ή τους Βογομίλους, όπως βεβαιώνει ο Yuri Stoyanof, αλλά ούτε και στους Καθαρούς κάποιας άλλης περιοχής. Ωστόσο υπήρχε στο απόκρυφο Ευαγγέλιο του Φιλίππου. Ο συγγραφέας του παραπάνω μανιφέστου ξεκαθαρίζει από την αρχή του κειμένου ότι αναφέρεται
«Η ομάδα των αιρετικών που κατοικούν στην περιοχή μας, δηλαδή, στις επαρχίες της Ναρβόννης, της Béziers, Carcassonne, Τουλούζης, Albi, Rodez, Cahors, Agen και Périgueux…[8]».
Η ύπαρξη αυτού του δόγματος στους Καθαρούς της Languedoc επιβεβαιώνεται και από μια άλλη πηγή, τον Pierre de Vaux-de-Cernay :
«Οι αιρετικοί ακόμη βεβαιώνουν στις μυστικές τους συγκεντρώσεις ότι ο Χριστός που γεννήθηκε στην επίγεια και ορατή Βηθλεέμ και σταυρώθηκε στην Ιερουσαλήμ ήταν κακός, και ότι η Μαρία Μαγδαληνή ήταν ερωμένη του και η γυναίκα που κυνηγήθηκε ως μοιχαλίδα και για την οποία διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο΄ διότι ο καλός Χριστός, λένε, ποτέ δεν έφαγε ούτε ήπιε ούτε έλαβε πραγματική σάρκα, και δεν ήρθε ποτέ σ’ αυτόν τον κόσμο, εκτός με πνευματική έννοια στο σώμα του Παύλου. Γι’ αυτό λένε “που γεννήθηκε στην επίγεια και ορατή Βηθλεέμ”, επειδή υποστηρίζουν οι αιρετικοί ότι υπάρχει άλλη, νέα και αόρατη χώρα, στην οποία, σύμφωνα με μερικούς από αυτούς, ο καλός Χριστός γεννήθηκε και σταυρώθηκε. Οι αιρετικοί επίσης υποστηρίζουν ότι ο καλός Θεός είχε δύο γυναίκες, την Oolla και την Ooliba[9], από τις οποίες απόκτησε γιους και κόρες[10]».
Ο συγγραφέας της Hystoria Albigensis[11], ο Πέτρος ήταν μοναχός στο αβαείο του Vaux-de-Cerney εικοσιπέντε μίλια περίπου νοτιοδυτικά του Παρισιού. Ο θείος του Guy ήταν ηγούμενος στο ίδιο αβαείο και συμμετείχε στην αλβιγηνική εκστρατεία. Ο Πέτρος ακολούθησε τον θείο του και παρακολούθησε τις επιχειρήσεις εναντίον των Καθαρών της Languedoc. Το παραπάνω απόσπασμα ανήκε στο πρώτο μέρος της ιστορίας, γραμμένο το 1213.
Μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη του δόγματος περί της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής από την εποχή του προηγούμενου μανιφέστου μέχρι την ιστορία του Πέτρου. Το δόγμα επηρεάζεται από τον δοκητισμό, τον συνηθισμένο στις δυαρχικές ομάδες. Αναφέρονται ένας επίγειος Χριστός, κακός, και ένας πνευματικός και καλός. Επαναλαμβάνεται η άποψη ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν η μοιχαλίδα και σύζυγος του επίγειου Χριστού. Επίσης εμφανίζεται η άποψη ότι ο καλός θεός είχε απογόνους, άποψη που στο τέλος αποδίδεται στην σχέση του επίγειου Χριστού με την Μαγδαληνή, ώστε να συνδεθεί η επίγεια πραγματικότητα με την επουράνια. Από τον γάμο του Χριστού με την Μαγδαληνή ξεκίνησε μια γενεαλογία (Bloodline) απογόνων, η οποία κατέληξε στην Languedoc.
Αυτή η γραμμή του αίματος, του “Sang Réal” (= βασιλικό αίμα, το ποτό σαγκριά οφείλει εδώ την ονομασία του), ήταν στους τοπικούς θρύλους το san graal (παλαιογαλλικό), το γνωστό από τον μύθο του Αρθούρου, Holy Grail (grail από το λατινικό gradale=δισκάριο), το Άγιο Δισκοπότηρο. Να σημειωθεί ότι ο μύθος του Αρθούρου, ο οποίος έφθασε στις μέρες μας είναι μεσαιωνικής έκδοσης και έχει αλλοιωθεί σημαντικά σε σχέση με τον αρχαίο μύθο.
Οι Καθαροί επενέβησαν στην τοπική παράδοση. Όταν η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή ήλθε στην Νότια Γαλατία είχε μαζί και τα παιδιά της. Απόγονοι των παιδιών της ήταν οι ντόπιοι αριστοκράτες. Μάλιστα, στην δική τους έκδοση η Αγία Μαρία ήταν το μυθικό Άγιο Δισκοπότηρο, διότι έφερε στην κοιλιά της το αίμα του Χριστού. Αυτή η άποψη, η διδασκαλία των Καθαρών έγινε αμέσως ανάρπαστη από την ντόπια αριστοκρατία. Το να κατάγονται από τον Χριστό εξηγούσε την ευγένεια του αίματός τους και ανέβαζε το κύρος τους στα ύψη, επιβεβαίωνε την ανωτερότητά τους. Δέχθηκαν ευμενώς τους Καθαρούς στις επαρχίες τους κι έγιναν προστάτες τους. Οι τελευταίοι έγιναν όργανα προπαγάνδας της πολιτικής ιδεολογίας των πρώτων. Για τους Καθαρούς, βέβαια, δεν προέκυψε συνειδησιακό πρόβλημα. Ο υλικός κόσμος εξακολουθούσε να παραμένει κακός, και οι άρχοντές του κακοί, απόγονοι ενός κακού Χριστού. Δεν άλλαξε κάτι στην κοσμοθεωρία τους.
Κατόπιν όλων αυτών γίνεται ξεκάθαρο γιατί η πτώση της Béziers στις 22 Ιουλίου του 1209, την ημέρα της εορτής της Αγίας, και η σφαγή των Καθαρών που ζήτησαν άσυλο στον ομώνυμο ναό, θεωρήθηκε από τους παπικούς ως ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης.
Οι απόψεις αυτές δεν εξαφανίστηκαν, αλλά πέρασαν μαζί με τον Καθαρισμό στην σκιά μετά την πάταξη του Καθαρισμού. Επανεμφανίστηκαν στην νεώτερη εποχή κι έγιναν γνωστές μέσω των έργων του δικού μας Νίκου Καζαντζάκη (Τελευταίος πειρασμός) και του Dan Brown (The Da Vinci Code).
Ο πρώτος εμφανίστηκε ως ένας ελεύθερα σκεπτόμενος άνθρωπος, ένας άνθρωπος με ελεύθερο πνεύμα. Βέβαια, αν κάποιος ισχυρίζονταν τον ΙΓ’ αι ότι είναι «ελεύθερο πνεύμα» όλοι θα καταλάβαιναν ότι είναι αιρετικός, μέλος της ομώνυμης αίρεσης, για την οποία θα μιλήσουμε σε άλλη ενότητα. Αλλά την εποχή που έζησε κι έγραψε ο Καζαντζάκης, αυτή η γνώση είχε ξεχαστεί. Κανένας τότε δεν μπορούσε να καταλάβει ότι ο Καζαντζάκης αναβίωνε στα έργα του τις αιρετικές απόψεις των Καθαρών, εκτός, φυσικά, και αν ήταν μυημένος σε αυτές της απόψεις και τις γνώριζε. Ο Καζαντζάκης δηλαδή, δεν ήταν καθόλου ελεύθερο πνεύμα. Δεν ήταν ελεύθερα σκεπτόμενος. Ήταν αιρετικός και βλάσφημος. Θα ήταν αφέλεια να πιστέψουμε ότι ήταν ο μόνος, αλλά από πού έλαβε αυτή την απόκρυφη γνώση δεν είναι του παρόντος. Ως προς αυτές τις απόψεις του ο Καζαντζάκης ήταν μεσαιωνιστής, εκφράζοντας ταυτόχρονα το ίδιο αντι-εκκλησιαστικό πνεύμα και επαναλαμβάνοντας τις κατηγορίες των μεσαιωνικών αιρετικών, εναντίον της Εκκλησίας. Οι βλασφημίες του επαναλήφθηκαν από τον Μίμη Ανδρουλάκη στο βιβλίο του Μν, από έναν πολιτικό της αριστεράς. Τι σχέση μπορεί να έχει η αριστερή ιδεολογία με την ιδεολογία των Καθαρών; Ίσως το ανακαλύψουμε στην συνέχεια της έρευνας.
Υποθέτουμε, βέβαια, ότι ο Καζαντζάκης δεν είχε υπόψη του το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Φιλίππου, διότι ήταν απολεσθέν και ανακαλύφθηκε με τα υπόλοιπα κείμενα της βιβλιοθήκης του Nag-Hammadi. Εκτός και αν το είχε βρει καταχωνιασμένο σε καμιά βιβλιοθήκη του Παρισιού, πριν το φέρει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, αλλά αυτή είναι μια υπόθεση που δεν στηρίζεται πουθενά. Να θυμίσουμε ότι ο Καζαντζάκης ήταν δηλωμένος φίλος της Οκτωβριανής Επανάστασης Είχε διατελέσει ιδιαίτερος του Ελ. Βενιζέλου το 1912, και από το 1919 Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Περιθάλψεως με αποστολή τον επαναπατρισμό των Ελλήνων του Καυκάσου. Εκμεταλλεύτηκε την θέση αυτή για να διαδώσει τις ιδέες του κομμουνισμού στους δυστυχείς και άπορους επαναπατρισθέντες. Το 1924 φυλακίστηκε γιατί ανέλαβε τον ρόλο του καθοδηγητή σε μια κομμουνιστική οργάνωση δυσαρεστημένων προσφύγων στο Ηράκλειο[12]. Αυτά για να θυμηθούμε έναν από τους πρωτεργάτες της διάδοσης του κουμμουνισμού στην Ελλάδα και για να συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε για την σχέση αριστερής ιδεολογίας και Καθαρισμού.
O Dan Brown πλασάρισε τις ίδιες απόψεις με έναν διαφορετικό τρόπο, ως θεωρία συνομωσίας. Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να περάσει ιδέες που ως παλαιό ψέμα είναι αναπόδεικτες, δίνοντάς τους την γοητεία του μυστηρίου, την σαγήνη της καλά φυλαγμένης γνώσης. Έτσι έγιναν ελκυστικές στην αφέλεια, η οποία αφέλεια δεν γνωρίζει ότι οι υποτιθέμενες μυστικές αδελφότητες στις ημέρες μας δεν είναι καθόλου μυστικές, αλλά δημόσια δραστηριοποιούνται ασκούν προσηλυτισμό, ως καταστροφικές λατρείες[13]
___________________________
[1] Για την πολιτική θεωρία της φεουδαρχίας χρησιμοποιήθηκε το κλασσικό πλέον έργο του Marc Bloch, Η Φεουδαλική Κοινωνία, εκδ. Κάλβος 1987.
[2] Hincmari Remensis Archiepiscopi, De ordine palatii XXI: “Si quid vero tale esset quod leges mundane hoc in suis diffinitionibus statuum non haberent, aut secundum gentilium consuetudinem crudelius sancitum esset, quam Christianitatis reclitudo vel sancta auctoritas merito non consentiret, hoc ad regis mederationem perduceretur, ut ipse cum his qui utramque legem nossent, et Dei magis quam humanarum legume statute metuerent, ita decerneret, ita statueret ut, ubi utrumque servari posset, utrumque servavetur; sin autem, lex saeculi merito compimeretur, justitia Dei conservaretur”, ed. Maurice Prou, Bibliothèque de l’ École des Hautes Études (Paris 1883), 54-56 με γαλλική μετάφραση.
[3] Urbani II Epistola ad Robertum Flandriae comita: “Quod si praetendis hoc ex antique usu in terra tua processisse, seire debes Creatorem tuum dixisse: Ego sum veritas, non autem usus vel consuetude”. PL 151.456C.
Tertulliani Liber De Virginibus Velandis I.2: “Sed dominus noster Christus veritatem se, non consuetudinem cognominavit” CSEL 76(1957), 76. Ο Τερτυλλιανός έγραψε το Περί του καλύμματος των Παρθένων για να στιγματίσει την κακή συνήθεια της εποχής του, οι ανύπαντρες να εισέρχονται στην εκκλησία ακάλυπτες. Ακάλυπτες την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν μόνο οι πόρνες.
[4] David Charles Dougles, William the Conqueror: the norman impact upon England, University of California Press 1964, p. 254.
[5] Gesta Regum Anglorum II.222, ed. Thomas Duffus Hardy, London 1840, vol. 1 p. 375, λατινικό κείμενο. Chronicle of the Kings of England, translated by Rev. John Sharpe, edited by J.A. Giles, London: George Bell and Sons, 1904p.209, αγγλική μετάφραση.
[6] Ματθ. 11.29.
[7] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, 234.
[8] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, 231.
[9] Έτσι είναι γραμμένα τα ονόματα στην μετάφραση των W. Wakefield-A. Evans. Στην μετάφραση του Maitland, Facts and Documents Illustrative of the History, Doctrine and Rites of the Ancient Albigenses & Waldenses, London 1832, p. 393 αναφέρονται ως Collant & Colibant. Δεν γνωρίζω την ερμηνεία τους.
[10] W. Wakefield-A. Evans, Heresies in the High Middle Ages, 238.
[11] Petri Vallium Sarnaii monachi, Hystoria Albigensis, ed. P. Guébin- E. Lyon, Paris 1926-1939, 3 vols.
[12] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%
CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82
[13] Μια απλή πλοήγηση στο διαδίκτυο με λέξη-κλειδί «sangreal» αρκεί για να καταλάβει ο αναγνώστης τι εννοούμε. Δεν επιθυμούμε να παραθέσουμε διευθύνσεις.
(Απόσπασμα εκ της μελέτης περί Γνωστικισμού της Ιεράς Μονής μας)
Αυτή ήτο η τελευταία λέξις του αποθανόντος και ταφέντος περιβοήτου Νίκου Καζαντζάκη. Ποίος ημπορεί να ισχυρισθή μετά βεβαιότητος περί της σημασίας της λέξεως αυτής, προφερομένης κατά την υστάτην στιγμήν του βίου του, καθ' ην εν αγωνία παρέδιδεν, επί της επιθανατίου κλίνης του, την ψυχήν εις «τον Θεόν των πνευμάτων και πάσης σαρκός;»
Πολύ φοβούμεθα, ότι ενέχει την ιδίαν σημασίαν με την επίκλησιν του άφρονος εκείνου πλουσίου, προς τον πατέρα Αβραάμ, ότε ωδυνάτο εν τη φλογί εκείνη τη αφορήτω. Διότι, ομολογουμένως, ο Καζαντζάκης υπήρξε και αυτός άφρων πλούσιος. Όχι υλικώς αυτός, αλλά πνευματικώς. Υπήρξε φορεύς σπανίου και επιφθόνου πνευματικού πλούτου, διά την κτήσιν του οποίου ουδόλως εκοπίασεν, αφού ήτο θεία δωρεά, και τον κατεδαπάνησεν ασώτως και επί βλάβη του κόσμου. Διότι αναμφιβόλως εζημίωσε και τον εαυτόν του και ψυχάς αναριθμήτους. Διό, και προγευόμενος απ' εντεύθεν των αποκειμένων αιωνίων τιμωριών, διά το ανυπολόγιστον έγκλημά του, έγκλημα υπέρτερον όλων των διωκτών του Χριστιανισμού, ως αναφερόμενον εις την διαστροφήν της θείας αληθείας και τόσων πνευμάτων, εζήτει, διψών νερό!....
* * *
Δεν αντιδικώμεν προς τον νεκρόν. Δεν χαιρεκακώμεν εις την δυστυχίαν του. Δεν προτιθέμεθα να ενοχλήσωμεν την μνήμην του. «Ο αποθανών δεδικαίωται», τουλάχιστον από της πλευράς των ζώντων. Η χριστιανική σκέψις χρηστεύεται, ώστε να μη επιτρέπη μικρά συναισθήματα, και η καρδία αγαπά, ώστε να προσεύχεται δι' όλας τας ψυχάς, αγίας και εναγείς. Και υπέρ εκείνων, που έκαμαν εις τον κόσμον μεγάλο κακόν, ομοίως με εκείνας που έκαμαν μικρόν ή έβλαψαν μόνον εαυτάς.
Ο σκοπός του άρθρου τούτου είναι άλλος. Δεν προτίθεται να κρίνη τον άνθρωπον, αλλά τας ιδέας του. Τας ιδέας του, αι οποίαι έκριναν και κρίνουν την πνευματικήν κατάστασιν του κόσμου. Ο άνθρωπος εκ των λόγων του δικαιούται ή κατακρίνεται. «Εκ των λόγων σου κρίνω σε δούλε πονηρέ». Οι δημόσιοι άνδρες, ως φορείς ιδεών, θέτουν εις δοκιμασίαν τους ανθρώπους, και τας ιδέας των. Το ποίας ιδέας έχει έκαστος, είναι εκ των πλέον κρισίμων πραγμάτων. Καθορίζει την αιωνίαν μοίραν του, προς το φως ή προς το σκότος.
* * *
Με ποία κριτήρια θα κρίνωμεν τας ιδέας του Καζαντζάκη; Με τα χριστιανικά. Πέραν του χριστιανισμού, δεν υπάρχει ειμή έρεβος πυκνόν. Η ιστορία της φιλοσοφίας των ανθρώπων ουδέν έτερον εστίν, ή ιστορία του ψεύδους.
Αγωνιώδεις προσπάθειαι της αρχαιότητος, λευκασμένοι κεφαλαί των διασημοτέρων πνευμάτων, μελέται βαθείαι επί της φύσεως των θείων και ανθρωπίνων πραγμάτων, δεν παρήγαγον τίποτε περισσότερον από σκιάς. Και τούτο, διότι η αλήθεια διέστη από τον άνθρωπον, αφ' ότου ο άνθρωπος εμακρύνθη από του Θεού, και η πεπτωκυία και διαφθαρείσα φύσις του κατέστη ανεπίδεκτος των λάμψεων του θείου φωτός.
Μόνος ο Χριστός έφερε πάλιν το φως της αληθείας εις τον άνθρωπον, αφού προηγουμένως τον ανέπλασε δια της υπερφυούς θυσίας του και τον κατέστησε δεκτικόν του αγίου φωτός του.
Και ο άνθρωπος επανήλθεν εις «το αρχαίον αξίωμα» «δια της συγκράσεως», της θείας με την φθαρείσαν ανθρωπίνην φύσιν. Με το άγιον βάπτισμα και την μετάληψιν του Σώματος και Αίματος του Κυρίου, εισερχόμεθα εις την περιοχήν του πνευματικού φωτός. Όρος της παραμονής μας εντός της περιοχής ταύτης, όπου καταλάμπεται η ψυχή μας από τας ακτίστους ενεργείας της θείας χάριτος, είναι η διατήρησις της πίστεώς μας προς τον Χριστόν, η αγάπη μας, η ομολογία των αμαρτιών μας, η τήρησις των θείων εντολών του.
* * *
Ο Καζαντζάκης, λοιπόν, ήτο εστερημένος του φωτός της αληθείας, επειδή, παρά τον νηπιοβαπτισμόν του εις τας υπερφυείς συνεπείας του μυστηρίου, δεν επίστευεν εις τον Χριστόν. Από του σημείου της απιστίας του και εντεύθεν αρχίζει η περιπετειώδης πλάνησις του όχι συνήθους νου του. Όσον εκυριάρχει η απιστία, τοσούτον ηυξάνετο και το σκότος της ψυχής. Ο κακός εντεύθεν βίος, δεν ήτο παρά η συνέπεια ενός ανθρώπου εις τα σκότη διαπορευομένου και ένθεν κακείθεν προσκρούοντας τους πόδας του. Και επληρώθη εις αυτόν ο λόγος του Κυρίου: «Όταν δε το ακάθαρτον πνεύμα εξέλθη από του ανθρώπου, -δια του Βαπτίσματος- διέρχεται δι' ανύδρων τόπων ζητούν ανάπαυσιν, και ουχ ευρίσκει. Τότε λέγει. εις τον οίκον μου επιστρέψω, όθεν εξήλθον. και ελθόν ευρίσκει σχολάζοντα και σεσαρωμένον και κεκοσμημένον. Τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ' εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού, και εισελθόντα κατοικεί εκεί, και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου, χείρονα των πρώτων» (Ματθ. ιβ'43). Εντεύθεν όλα εξηγούνται. Δεν τίθεται πλέον ζήτημα εκτροπής της ψυχής αυτής, αλλά γεννάται ένα θέμα άλλο: Εις ποίαν έκτασιν επλανήθη ο άνθρωπος και ποίους χαρακτήρας φέρει ως κακόν, ως ψεύδος, ως δαιμονικήν ενέργειαν, ως στέρησιν φωτός.
Εκάστη προσωπικότης είτε εσκοτισμένη, είτε φωτεινή, φέρει τα ιδιάζοντα στοιχεία μεθ' εαυτής του κακού και του καλού. Και τα καλά και τα κακά εκπορεύονται από τας φυσικάς πηγάς των τας πνευματικάς, του θυμικού, του επιθυμητικού και του λογιστικού. Εις το πρώτον αναλογούν η αγία ή η σαρκική αγάπη, η ορμή προς το αγαθόν ή το κακόν. Εις το δεύτερον η σωφροσύνη ή η ακολασία. Και εις το τρίτον η αλήθεια ή το ψεύδος, ως ορθή πίστις, ως ορθαί ιδέαι ή ως αιρέσεις και πεπλανημένοι περί των πραγμάτων ιδέαι. Εντεύθεν προεκβάλλει ο πνευματικός άνθρωπος «εκ του πονηρού ή αγαθού θησαυρού της καρδίας» τας σκέψεις και ιδέας, κατά τρόπον φυσικόν. Φαντασθήτε, λοιπόν, μίαν, παραπάνω από τα κοινά μέτρα, ψυχοπνευματικήν ύπαρξιν, με διάστροφον το τριμερές της ψυχής, με εσκοτισμένον το λογιστικόν, με ακόλαστον το επιθυμητικόν και το θυμικόν έρπον εις την απόλαυσιν των γηίνων, και ιδού, έχετε τον δυστυχή Νίκον Καζαντζάκην, ως συγγραφέα.
* * *
Αι εξαίρετοι νοητικαί δυνάμεις αυτού και η ενασχόλησίς του με την συγγραφήν, του επέτρεψαν να δύναται να αρέση εις τον εστερημένον ορθών κριτηρίων κόσμον. Τί ημπορούσε να παραγάγη η καρδία και ο νους του Καζαντζάκη; «Ει ουν το εν σοι φως, σκότος εστί, το σκότος πόσον;» «Ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός. Είναι ένας καλός άνθρωπος, που αγωνίστηκε και νίκησε την κατωτέρα του φύσιν και έγινε "Θεός". Ωσάν άνθρωπος είχε όλες τις αδυναμίες που έχει κάθε άνθρωπος». Και επάνω εις τον καμβά αυτόν του ψεύδους, αρχίζει να κεντά με τέχνην πολλήν τοιαύτας ασεβείας, προ των οποίων ερυθριά από εντροπήν και αγανάκτησιν η χριστιανική ψυχή. Οι γυμνοί πίστεως και ανερμάτιστοι πνευματικώς και ηθικώς ενεθουσιάσθησαν. Εντεύθεν το λιβανωτόν λατρείας εις το ξόανον Καζαντζάκη, όστις ουδέν περισσότερον είπεν από τους προ αυτού πολεμίους του χριστιανισμού, ειμή μόνον ότι απέδωσε εις τον Χριστόν άθλια πάθη, και ανθρωπαθείς αδυναμίας. Αυτό μας ενδιαφέρει να μάθωμεν ως χριστιανούς, το τί εφρόνει σχετικώς με την αγίαν πίστιν μας, και πώς ημείς αντιμετωπίσαμεν τον φορέα των βλασφήμων αυτών αιρέσεων. Τα άλλα συγγράμματά του, τα ταξειδιωτικά και πατριωτικά, δεν μας ενδιαφέρουν πόσης αξίας λογοτεχνικής είναι. Είναι αδύνατον πάντως, εστερημένος θείου φωτός, αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος υπήρξεν «άγιος» του ρωσικού κομμουνισμού υπό το σλαυιστί μεταποιημένον όνομά του, ως Νικολάι Καζάν, να γράψη αληθώς ωραία πράγματα και ωραίως αληθή. Ο «Καπετάν Μιχάλης» του, ως εκφραστικόν πατριωτικών αισθημάτων, αναλυόμενον το έργον τούτο, αποτελεί εκδήλωσιν χυδαίου και βαρβάρου πατριωτισμού υπό την πλέον χονδροειδή μορφήν του. «Μήτι συλλέγουσιν από ακανθών σταφυλήν ή από τριβόλων σύκα; Ούτω παν δένδρον αγαθόν καρπούς καλούς ποιεί, το δε σαπρόν δένδρον καρπούς πονηρούς ποιεί» (Ματθ. ζ' 16).
* * *
Από σεβασμόν εις την «Αγιορειτικήν Βιβλιοθήκην» και δια να μη μολύνωμεν την σκέψιν των αναγνωστών της, δεν θα παραθέσωμεν αποσπάσματα εκ των βεβήλων βιβλίων του αξιοθρήνητου Καζαντζάκη, ελπίζοντες ότι πάντες θα επληροφορήθησαν περί των βλασφημιών του.
Αλλ' ο Καζαντζάκης ήδη απέθανε και ετάφη και συνηριθμήθη μετά των εχθρών του Χριστιανισμού, Νίτσε, Ρενάν, Βάουρ. Δυστυχώς δι' ένα διάστημα θα ζη δια των βιβλίων του και θα συνεχίζη το άχαρι και καταστροφικόν έργον του εις τας ψυχάς των ασθενών και αστηρίκτων ανθρώπων. Κι' ύστερα θα λησμονηθή και αυτός, ως μία απαισίας μνήμης μορφή των γραμμάτων, η οποία έζησε χωρίς Χριστόν και εις την μέθην του νου επάνω, επολέμησε τον Χριστόν. Αλλά «δεινόν το προς κέντρα λακτίζειν». Μας ανανέωσε την γνωστήν και παλαιάν διδαχήν, κατά την οποίαν, «οι μακρύνοντες από του Θεού απολούνται».
Η περίπτωσις Καζαντζάκη, από χριστιανικής απόψεως -δηλαδή από της μόνης αληθούς σκοπιάς- είναι σταθερώς τοποθετημένη: Όσοι είναι μακράν της πίστεως, του Σταυρού και της Αναστάσεως, όχι μόνον «μέλλουν αποθανείν», αλλ' είναι απ' εντεύθεν νεκροί. Επομένως, δι' ημάς τους κοινωνούντας τω Σταυρώ του Κυρίου και τη Αναστάσει αυτού, δεν είναι άγνωστον, ότι οι μη εκ πίστεως καθαιρόμενοι δια της συσταυρώσεως και ελλαμπόμενοι τω αΰλω και πνευματικώ της Αναστάσεως φωτί, διατελούν «εν σκότει και σκιά θανάτου». Δεν μας εκπλήττει το γεγονός, ότι μεγαλοφυΐαι, έξοχα πνεύματα του κόσμου, ποιηταί με εξαιρετικά στοιχεία δεξιότητος ποιητικής, καλλιτέχναι του λόγου και της μουσικής, συγγραφείς και φιλόσοφοι δημιουργικοί, όντες γυμνοί της θείας στολής της χριστιανικής πίστεως, ασωτεύουν επί βλάβη της ανθρωπότητος τα θεία δώρα του πνεύματος και ουδένα αληθή χριστιανόν ούτε να συγκινήσουν δύνανται, ούτε να πείσουν, ούτε να ωφελήσουν. Αποδεικνύονται δε οι «μεγάλοι» αυτοί, άσοφοι και κατώτεροι και από τον πλέον απλοϊκόν χριστιανόν, ο οποίος καταλάμπεται υπό του φωτός της πίστεως, διότι «ούτως εγένετο ευδοκία ενώπιον του Θεού», όστις «εξελέξατο τα μωρά του κόσμου, ίνα τους σοφούς καταισχύνη», επειδή αφέθησαν εις τας συλλήψεις της μη κεκαθαρμένης από την θείαν εν Χριστώ ζωήν φαντασίας των και ηρνήθησαν το θαυμαστόν της πίστεως φως.
* * *
Το φως τούτο δεν δίδεται εις τα υπερήφανα πνεύματα, ούτε εις τους οιηματίας, ούτε εις τους «παρ' εαυτοίς φρονίμους», ούτε εις εκείνους τους Χριστιανούς, οι οποίοι συμβιβάζουν την εγκοσμίαν ευδαιμονίαν με την ευσέβειαν, αλλά εις τους ταπεινούς, τους κλαίοντας, τους προσευχομένους πολύ, τους πενθούντας εν Κυρίω, τους αγαπώντας τον σταυρόν του Χριστού, τους κακοπαθούντας. Το φως τούτο δίδεται εις τους «μη έχοντας ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούντας» και δια κλαυθμού ιερού βεβαιούντας την προς αυτήν την πόλιν αγάπην των. Εις τους πεινώντας και διψώντας την επιφάνειαν του Χριστού, όπως ο Δαυίδ κλαίων έλεγε: «Πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω του Θεού; Εγενήθη τα δάκρυά μου εμοί άρτος νυκτός και ημέρας εν τω λέγεσθαί μοι καθ' εκάστην ημέραν, πού εστιν ο Θεός σου;» Ή ωσάν τον θείον Παύλον και τους αγίους μας Πατέρας, οι οποίοι εισδύσαντες εις την ουσίαν της ζωής αυτής δυνάμει της εκπληρώσεως όλων των εντολών -όλων- και της χάριτος του Κυρίου, και διασχίσαντες τα νέφη της υλώδους φύσεως διά της αγάπης, εισήλθον εις τον γνόφον των αλαλήτων και αφάτων μυστηρίων και επέστρεψαν κλαίοντες εις την γην, με ένα κλαυθμόν που κάμνει τον Θεόν να προσέχη τον κλαίοντα και να τον ερωτά: «Τί βοάς προς με;» «Αρκεί σοι η χάρις μου. Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται».
* * *
Κατακλείοντες το παρόν άρθρον, εκφράζομεν την βαθείαν ημών θλίψιν και απογοήτευσιν, δια την προκοπήν του δυσμοίρου τούτου Έθνους μας, διότι ευρέθησαν χριστιανοί άνθρωποι ή ακαθορίστου ιδεολογικής τοποθετήσεως ή εστερημένοι ευθιξίας, διευθύνοντες την ιστορικήν πορείαν των πόλεων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Κρήτης, οι οποίοι ετόλμησαν ν' απονείμουν τιμάς εις τον εχθρόν του Χριστιανισμού, διά της ονοματοδοτήσεως οδών εις το όνομα του Καζαντζάκη. Οποία ανατροπή πάσης εννοίας ηθικής τάξεως!
Πώς εις τας κρισίμους στιγμάς της Εθνικής μας ζωής θα επικαλεσθώμεν την άμαχον βοήθειαν του Θεού ημών και της Υπερμάχου Στρατηγού, την οποίαν ύβρισεν ασεβέστατα, όταν επισήμως τιμώμεν τον εχθρόν Αυτής και Υιού της;
Επαινούμεν τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Θεόκλητον, αρνηθέντα να επιτρέψη την απόθεσιν του νεκρού, διά προσκύνησιν, εν τω μητροπολιτικώ Ναώ, παρά τας πιέσεις των αρχόντων του κόσμου τούτου. Την πράξιν του αυτήν θεωρούμεν ως αυτόχρημα πατερικής πνοής και ηρωισμού και συγχαίρομεν αυτόν και τω ευχόμεθα πολλά και ειρηνικά τα έτη του.
Ίσως η μεταχείρισις αυτή του σκήνους του ανθρώπου εκείνου, να ενεπνεύσθη υπό Θεού διά να εύρη κάποιο έλεος εκεί, και το όπερ δεν ηδυνήθη, κατά την επιθανάτιον αγωνίαν του, να πιη νερό!....
Άγιον Όρος 8/21.XI. 1957
Μονάζων
Πηγή: (Άρθρο του μηνιαίου εκκλησιαστικού και θρησκευτικού περιοδικού ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, Νοέμβριος - Δεκέμβριος, Βόλος 1957), (Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ, Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980), Τεύχος 22. Ιανουάριος - Απρίλιος 2008, Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 7η Δεκεμβρίου 2017
ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟ ΝΑ ΤΙΜΑΤΑΙ Ο Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ;
Ζώντας σε καιρούς αποκαλυπτικούς, βιώνουμε μια πρωτοφανή παραδοξότητα.Oι ευγενείς ανθρώπινες ενασχολήσεις να υπηρετούν το σύγχρονο κακό. Να προάγουν την πλάνη και να γίνονται δίαυλοι, μέσω των οποίων ο μέσος άνθρωπος να οδηγείται μακριά από το Σωτήρα Χριστό και την Εκκλησία Του και να μυείται στα φοβερά διδάγματα και τις πρακτικές της «Νέας Εποχής» και του διεθνούς σκηνικού του αποκρυφισμού, δηλαδή της δαιμονολατρίας. Μια από τις ευγενείς αυτές ανθρώπινες ενασχολήσεις, η οποία χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτό, είναι και η λογοτεχνία, και δη όταν γίνεται δημόσιο θέαμα, δια της «Έβδομης Τέχνης», δηλαδή του κινηματογράφου. Το πλέον τραγικό είναι, όταν, αυτής της δόλιας πρακτικής, γίνονται συνήγοροι και εκκλησιαστικά πρόσωπα, και ιδίως μεγαλόσχημοι κληρικοί, οι οποίοι γίνονται (εκόντες – άκοντες) χειροκροτητές σαθρών και το χειρότερο βλάσφημων συγγραφέων, λογοτεχνών και κινηματογραφικών παραγωγών.
Αφορμή για το παρόν σχόλιό μας πήραμε από πρόσφατη εκδήλωση των Ελλήνων της Αλεξάνδρειας, στις 17 Νοεμβρίου, για τον γνωστό κρητικό συγγραφέα Ν. Καζαντζάκη, στην οποία πήρε μέρος και μίλησε και ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος. Άλλωστε η φετινή χρονιά είναι αφιερωμένη στα 60 χρόνια από το θάνατο του λογοτέχνη και για το λόγο αυτό γυρίστηκε ταινία η ζωή του και γίνονται διάφορες εκδηλώσεις. Η συμμετοχή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας και η ομιλία του στην εκδήλωση αυτή έλαβε μεγάλη δημοσιότητα και προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση και πικρία στον πιστό λαό, διότι ο συγκεκριμένος συγγραφέας, πέρα από τις αντιφατικές και αλλοπρόσαλλες δοξασίες του, υπήρξε ένας σφοδρός πολέμιος της πίστεως της Εκκλησίας στο Πρόσωπο του Χριστού. Υπήρξε ο εισηγητής ενός «Χριστού», που είναι πιστό αντίγραφο των θεοσοφικών και νεοεποχίτικων «Χριστών» - «Αντιχρίστων», οι οποίοι «ενσαρκώνουν» τα διδάγματα της «Νέας Εποχής». Ενός «Χριστού» ολότελα απογυμνωμένου από τη Θεότητά Του.
Δυστυχώς ο Ν. Καζαντζάκης, ένας όντως οξυδερκής άνθρωπος και δυνατό μυαλό, με το έργο του υπήρξε ένας από τους προωθητές του «πνεύματος» της «Νέας Υδροχοϊκής Εποχής». Ένας τραγικός άνθρωπος, ο οποίος δε γνώρισε ποτέ στη ζωή του την ηρεμία και τη γαλήνη, βιώνοντας μια αδιάκοπη ταραχή και ανασφάλεια, προϊόν της εσωτερικής του κενότητας, την οποία μάταια προσπαθούσε να γεμίσει με δοξασίες του θεοσοφικού κινήματος, του ανατολικού μυστικισμού και του αποκρυφισμού. Τα έργα του είναι ο αψευδής μάρτυρας της εναγώνιας προσπάθειάς του, να δημιουργήσει μια δικής του εμπνεύσεως θρησκευτική πίστη, δομημένη με αποκρυφιστικά στοιχεία και ορθολογική φαινομενολογία, αρνούμενος την παραδεδομένη πίστη της Εκκλησίας.
Δεν αρκέστηκε ο Μακαριώτατος στην παρουσία του στην εκδήλωση, αλλά μίλησε κιόλας, εκθειάζοντας τον Καζαντζάκη. Παρουσίασε μια στρεβλή εικόνα για κείνον, αφήνοντας κατά μέρος το αντιχριστιανικό του πρόσωπο. Είπε χαρακτηριστικά: «Ο Καζαντζάκης ήταν ένας ταξιδευτής σ’ όλη του τη ζωή. Γι’ αυτό και αισθανόταν τον εαυτό του σαν ένα πουλί, που δεν τον χωράει η γη, γιατί ήθελε να πετάξει, να γνωρίσει λαούς, να γνωρίσει θρησκείες…». Πράγματι ο Καζαντζάκης το 1922 επισκέφτηκε τη Βιέννη, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Σίγκμουντ Φρόυντ και τις βουδιστικές γραφές, όπου και διαμόρφωσε τις δοξασίες του και τα πιστεύω του. Μπορούμε επομένως να εκθειάζουμε έναν άνθρωπο ο οποίος, ενώ γεννήθηκε σε ορθόδοξη χώρα, από ορθοδόξους γονείς, διδάχτηκε την ορθόδοξη πίστη στο σχολείο, συναναστράφηκε με ορθοδόξους συγγενείς και φίλους του και στο τέλος αρνήθηκε την Ορθοδοξία, ή τουλάχιστον την αμφισβήτησε και γι’ αυτό ψάχνει να βρει την αλήθεια και τις απαντήσεις στις ανησυχίες του σε άλλες θρησκείες; Ο Καζαντζάκης υπήρξε ένας αμφισβητίας της Ορθοδοξίας και αναζητητής της αλήθειας εκτός αυτής!
Αλλά δεν είναι μόνον η αμφισβήτηση της Ορθοδοξίας και οι θρησκευτικές αναζητήσεις του κρητικού λογοτέχνη, αλλά οι ύβρεις του κατά της Εκκλησίας και των θείων και ιερών προσώπων της Πίστεώς μας. Ο ταλαίπωρος εκείνος άνθρωπος, μέσα στον στροβιλισμό των εσωτερικών του συμπλεγμάτων, ξεσπούσε συχνά σε απίστευτες βλασφημίες κατά της Εκκλησίας μας, μιμούμενος ή και ξεπερνώντας τους γνωστούς διάσημους εχθρούς του χριστιανισμού. Κύριος στόχος του υπήρξε η απαξίωση και ο υποβιβασμός του Χριστού σε έναν σημαντικό άνθρωπο. Η απογύμνωσή Του από την Θεανθρώπινη υπόστασή Του και τον υποβιβασμό του όχι απλά σε έναν έστω ενάρετο σημαντικό άνθρωπο, αλλά σε εμπαθή. Σε άνθρωπο, ο οποίος διακατέχονταν από τα πλέον ταπεινά πάθη και αδυναμίες. Στο πλέον βλάσφημο έργο του «Ο Τελευταίος Πειρασμός», φτάνει στην έσχατη κατάντια να παρουσιάζει το Χριστό επάνω στο σταυρό, να διακατέχεται από αισχρούς λογισμούς και να παραδέχεται την ήττα του! Βεβαίως εδώ θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως αυτή τη προσπάθεια του Ν. Καζαντζάκη δεν είναι δική του επινόηση, αλλά πανάρχαια απόπειρα να αναιρεθεί ο Θεανθρώπινος χαρακτήρας του Χριστού και να πάψει έτσι να είναι ο σωτήρας του κόσμου. Ο Καζαντζάκης στρατεύτηκε σε αυτή την αναποτελεσματική προσπάθεια και χρησιμοποιώντας το λογοτεχνικό του ταλέντο, αποπειράθηκε να παρουσιάσει έναν άλλο «Χριστό», από τον Χριστό της Εκκλησίας, έναν «Χριστό» άνθρωπο, ανίκανο να σταθεί εμπόδιο στις επιδιώξεις των σκοτεινών κύκλων, οι οποίοι εργάζονταν (από τότε) για την εγκαθίδρυση της «Νέας Εποχής», την εποχή η οποία στόχο έχει να σβήσει από τη μνήμη των ανθρώπων τον Θεάνθρωπο Χριστό της Εκκλησίας. Να δεχτεί τον αντί Αυτού, τον ερχόμενο Αντίχριστο, το «Χριστό» της «Νέας Εποχής». Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, τη «Νέα Εποχή» εγκαινίασε και προώθησε το παγκόσμιο θεοσοφικό κίνημα και ο Καζαντζάκης υπήρξε αποδέκτης και φορές των θεοσοφικών αρχών και δοξασιών. Ολόκληρο το έργο του είναι εμπνευσμένο από τη Θεοσοφία.
Η Εκκλησία δεν έμεινε απαθής μπροστά στα βλάσφημα έργα του. Υπενθυμίζουμε ότι το 1928 εκδηλώθηκε η πρώτη αντίδραση για εκείνον, όταν ο Μητροπολίτης Σύρου Αθανάσιος έφερε στην Ιερά Σύνοδο καταγγελία για το βλάσφημο βιβλίο του «Ασκητική». Το 1930 παραπέμφθηκε σε δίκη για αθεϊσμό, του εν λόγω βιβλίο του, αλλά «αόρατοι παράγοντες» φρόντισαν να μη γίνει ποτέ αυτή η δίκη. Τη δεκαετία του 1950 εγέρθηκε νέα σφοδρή αντίδραση από μέρους της Εκκλησίας για το πλέον βλάσφημο έργο του «Ο Τελευταίος Πειρασμός». Οι καθηγητές Π. Μπρατσιώτης και Ν. Λούβαρης το θεώρησαν ως «ως εμπνεόμενο από τις Φροϋδικές θεωρίες και εκείνες του ιστορικού υλισμού. Η θεανδρική μορφή του Κυρίου κακοποιείται κατά τρόπον βλάσφημον». Το Βατικανό το 1954 εκδίδει καταδίκη και το εντάσσει στον «Κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων». Ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Καλλίνικος εισηγείται στην Ιερά Σύνοδο την επίσημη καταδίκη, θεωρώντας «πως ο Καζαντζάκης προσεγγίζει τη ζωή και τα πάθη του Χριστού κατά τρόπο δοκητικό πέρα από κάθε ιστορική και δογματική βάση, υποβαθμίζοντας τον θεανθρωπικό χαρακτήρα του». Ο καθηγητής Ν. Λούβαρης, σχολίαζοντας τον «Τελευταίο Πειρασμό», χαρακτήρισε τον Καζαντζάκη «ανίδεο θρησκευτικά». Η τέχνη για τον Kαζαντζάκη, κατά τον Λούβαρη, ήταν «μέσο μηδενιστικών προταγμάτων». Ο Κασσανδρείας Καλλίνικος στο μεταξύ υπέβαλε νέα εισήγηση, ασχολούμενος με το άλλο έργο του: «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Πολλοί Ιεράρχες πίεζαν για να εκδοθεί αφοριστική απόφαση για τον βλάσφημο λογοτέχνη. Αλλά αυτή προσέκρουε στον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, ο οποίος τον προστάτευε και του έδινε «εκκλησιαστική ασυλία», αρνούμενος κάθε καταδίκη του, με το αιτιολογικό ότι καταγόταν από επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου! Ο ίδιος ο Καζαντζάκης δεν έμεινε απλά απαθής στις απειλές περί αφορισμού του, αλλά αντιδρούσε με ιδιαίτερη θρασύτητα, διαμηνύοντας στους Ιεράρχες: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ»!
Σε διαδικτυακό δημοσίευμα αναφέρεται επίσης πως, «ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, γεννημένος στα κρητικά χώματα, ανατράφηκε σαν παιδί με πολλές αναμνήσεις από αυτά που άφησε σαν παρακαταθήκη ο Κρητικός αυτός συγγραφέας, που κατάφερε μέσα από τα έργα του που μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες του κόσμου να αναδείξει με γλαφυρό τρόπο τη φιλοσοφία της τοπικής κρητικής κοινωνίας, ακόμη και κάποια αρνητική της πλευρά, δίνοντάς της μία άλλη όψη, με την ωραία πένα του» (Ιστ.news247 )! Αλλά «ωραία πένα» είχαν και πολλοί αιρετικοί και χριστιανομάχοι του παρελθόντος, όμως η Εκκλησία μας τους έδωσε τις απαντήσεις που τους έπρεπε.
Επίσης ο Μακαριώτατος θέλησε να παρουσιάσει τον υβριστή του Χριστού Καζαντζάκη ως …ευσεβή προσκυνητή του Αγίου Όρους: «Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας δε λησμόνησε να αναφέρει τη συνάντηση του Νίκου Καζαντζάκη με μεγάλους ασκητές στο Άγιον Όρος, όπου γονάτισε κοντά τους, εκεί όπου σχηματοποίησε και την ιδέα του ότι «ο άνθρωπος είναι μία χούφτα από χώμα, γεμάτος από Θεό…»! Μόνο που παραβλέπει ο Μακαριώτατος πως μια μεγάλη μερίδα «προσκυνητών» του Αγίου Όρους είναι αγνωστικιστές και αλλόθρησκοι, οι οποίοι μεταβαίνουν στον Άθωνα για τουριστικούς λόγους. Προφανέστατα και η επίσκεψη του κρητικού λογοτέχνη ανήκε σε αυτή την κατηγορία. Επίσης η ανωτέρω φράση του Καζαντζάκη, τι άλλο μπορεί να σημαίνει, εκτός από τη θεοσοφική αντίληψη περί ανθρώπου;
Το ανωτέρω διαδικτυακό δημοσίευμα συνεχίζει: «Παίρνοντας αφορμή και από τα πρόσφατα Καβάφεια και την επιρροή του Κωνσταντίνου Καβάφη στην Αλεξάνδρεια αλλά και τα όσα ακούστηκαν για τις περιγραφές του Νίκου Καζαντζάκη για την Αίγυπτο, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας πρότεινε να γίνει στο μέλλον μία ημερίδα που να αναφερθεί από κοινού στο έργο των αυτών μεγάλων της ελληνικής λογοτεχνίας, καθώς και οι δύο “αισθάνονται το χώμα όπου μυρίζει τη μυρωδιά της θνησιμότητας και μέσα τους να ανθίζει πάντα μία ελπίδα που είναι η αθανασία…”, όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ίδιος ο Αλεξανδρινός Προκαθήμενος» (Όπου ανωτ.)! Ζητά λοιπόν ο Μακαριώτατος να τιμηθεί το συγγραφικό έργο, τόσο του γνωστού για την προσωπική του ζωή Καβάφη, όσο και του βλάσφημου Καζαντζάκη! Και πάλι ρωτάμε με έκπληξη για το λόγιό του: «αισθάνονται το χώμα όπου μυρίζει τη μυρωδιά της θνησιμότητας και μέσα τους να ανθίζει πάντα μία ελπίδα που είναι η αθανασία…». Έχει καμιά σχέση αυτή η θέση με την χριστιανική ανθρωπολογία και σωτηριολογία; Για «αθανασία της ψυχής» διδάσκουν όλες οι θρησκείες και φιλοσοφίες, αλλά αυτών οι αντιλήψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με την χριστιανική διδασκαλία. Λυπούμαστε, αλλά η παραπάνω θέση είναι ταυτόσημη με την θεοσοφική ανθρωπολογία! Αλλά για ποια «αθανασία» του έργου του Καζαντζάκη μπορούμε να μιλάμε, αφού ο ίδιος παράγγειλε να γραφεί στον τάφο του το γνωστό απόφθεγμα, το οποίο συνοψίζει το πιστεύω του και το μηδενιστικό υπαρξιακό του κενό: «ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΙΠΟΤΑ, ΔΕΝ ΕΛΠΙΖΩ ΤΙΠΟΤΑ, ΕΙΜΑΙ ΛΕΥΤΕΡΟΣ»;
Ο αγωνιστής θεολόγος κ. Α. Κυριακού, σχολιάζοντας την επίσκεψη και ομιλία του Μακαριωτάτου Πατριάρχου στην εκδήλωση αυτή, παραθέτει ένα μικρό απόσπασμα ενός από τους πλέον εμβριθείς μελετητές του Καζαντζάκη, του Ι. Κορδορούμπα: «Απ’ τους κρατήρες που προκαλεί η απιστία του [Καζαντζάκη] εκτινάσσεται με δύναμη η καυστική λάβα των φρικτών του βλασφημιών κατά του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της πανάγνου και αειπαρθένου Μητρός του, που όμοιές των μόνο ο Σατανάς θα μπορούσε να εμπνευσθεί».
Δεν θέλουμε να επεκταθούμε περισσότερο, άλλωστε οι αναγνώστες μας και γενικά ο πιστός λαός μας γνωρίζει τι εστί Καζαντζάκης και πόσο μεγάλη ζημία προκάλεσε στην Εκκλησία μας. Απλά θέλουμε να εκφράσουμε τη λύπη μας για τα εκκλησιαστικά πρόσωπα, τα οποία παραβλέπουν το βλάσφημο και αντίχριστο έργο του και τον εκθειάζουν και τον τιμούν δημόσια. Λυπούμαστε ιδιαιτέρως για τη συμμετοχή και την ομιλία του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Αλεξανδρείας, ο οποίος, τιμώντας τον άνθρωπο Καζαντζάκη, τίμησε και το βλάσφημο έργο του. Προσπαθούμε να διαγνώσουμε την «αναγκαιότητα» της πατριαρχικής αυτής συμμετοχής και δε μπορούμε να τη βρούμε. Σε καμιά περίπτωση δε θεωρούμε επιτρεπτό να τιμώνται πρόσωπα σαν τον υβριστή του Κυρίου μας και άλλων ιερών προσώπων της πίστης μας Ν. Καζαντζάκη. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός είχε πει πως όποιος μας βρίζει προσωπικά έχουμε χρέος να τον συγχωρούμε, «αν όμως,όπως είπε, βρίζει το Χριστό και την Παναγία μου δεν θέλω ούτε να τον βλέπω!».Κλείνουμε, με τη βαθειά ανησυχία μας, για τα νέα ήθη, τα οποία εισήλθαν στην Εκκλησία μας και τα οποία στόχο έχουν να αλλοιώσουν το φρόνημά της, το οποίο είναι διαμετρικά αντίθετο με το φρόνημα του κόσμου.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς
Ὁ ἀείμνηστος πολυτάλαντος Φώτιος Κόντογλου ὑπῆρξεν ὁ «ἀνάδοχός» τοῦ Ὀρθόδοξου Τύπου, καθὼς ἡ ὀνομασία τοῦ διεμορφώθη εἰς τὴν τελικήν της μορφὴν ὑπ’ αὐτοῦ καὶ κοσμεῖ ἕως τὴν σήμερον μὲ τὰ ἰδικὰ του γράμματα τὴν πρόσοψιν τῆς ἐφημερίδος.
Τὴν 13ην Ἰουλίου συμπληρώνονται 52 ἔτη ἐκ τῆς ἐκδημίας του, μὲ τὸν λόγον τοῦ ὅμως νὰ παραμένη παρ’ ὅλα αὐτὰ πάντοτε ἐπίκαιρος. Εἰς παρέμβασίν του διὰ τὸ ζήτημα τῶν Θρησκευτικῶν ὁ Σέβ. Ναυπάκτου ἀνεφέρθη εἰς τὸ ἄτοπόν τῆς συμπεριλήψεως κειμένου τοῦ Ν. Καζαντζάκη εἰς τοὺς νέους φακέλους. Παραθέτομεν ἀνέκδοτον ἐπιστολὴν ντοκουμέντο τοῦ Φ. Κόντογλου, εἰς τὴν ὁποίαν ἐκφράζει τὴν γνώμην του διὰ τὸ ἔργον τοῦ Καζαντζάκη ὡς πρὸς τὴν....
Ὀρθόδοξον πίστιν:
Ἀθῆναι 9 Ἰουνίου 1954
Ἀγαπητὲ κύριε Καβαρνέ,
Ἐπῆρα χθὲς τὸ γράμμα σου, καὶ σήμερα τὰ ἄρθρα σου γιὰ τὴν λογοτεχνία μας. Σὲ εὐχαριστῶ καὶ γιὰ τὰ δύο.
Σὲ συχαίρω ἀπὸ καρδιᾶς, γιὰ τὴν πίστη σου στὸν σωτήρα μας, τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος θὰ εὐλογεῖ τὸ ἔργο σου. Τὰ γραφόμενά σου ἔχουν τὸ ἄρωμα ἐκεῖνο, ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴν εὐσέβεια. Ὁ Καζαντζάκης ὑπῆρξε πολὺ στενὸς φίλος μου, εἶνε καλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶνε ἐπιπόλαιος, καὶ ἀγαπᾶ τοὺς βερμπαλισμοὺς καὶ τὶς φωνές. Ἀντίποδα τῶν ὅσων πιστεύουμε καὶ ἀγαποῦμε! Ἔπαιξε μὲ ὅλα, μὲ βουδδισμούς, μὲ νιτσεϊσμούς, μὲ χριστιανισμούς, μὲ ὅ,τι θέλεις. Τὰ γραφόμενά του εἶνε κούφια, κοινοτοπίες κι’ ὁλοένα γίνονται χειρότερα. Ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἐλεήσει. Τὸν χαρακτηρίζεις πολὺ καλά. Τὸ ἴδιο καὶ τὸν Βενέζη, ἀλλὰ «ἄφετε τοὺς νεκροὺς θάπτειν τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς». Ὡραία μιλᾶς καὶ γιὰ τὸν Κάλβο, καὶ γιὰ τὸν Σολωμό. Ἀλλὰ γιὰ τὸν Κάλβο μιλᾶς πιὸ καλά. Καὶ εἶδες πὼς ἡ χριστιανικὴ πίστη μᾶς δίνει τὴν ἐλευθερία. «Ὅπου Χριστός, ἐκεῖ καὶ ἐλευθερία».
Ὅ,τι γράφω γιὰ τὸν Καζαντζάκη σὲ παρακαλῶ νὰ μὴ κοινοποιηθῆ. Δὲν θέλω νὰ λυπήσω ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ εἶχα κάποτε συνδεθῆ μαζί του, ἀλλὰ ἡ ἀθρησκεία του καὶ ἡ βλασφημία του μὲ στενοχωρεῖ πολύ. Ἄλλως τὲ καλὰ- καλὰ δὲ μὲ ἐνδιαφέρει διόλου ἡ λογοτεχνία.
Φ.Κ.
Προσέγγιση «συναφειακή» καί «μαιευτική» στά καζαντζακικά «Καρούλια»
«Ἄς εἶναι καλά ὁ Θεοφονιᾶς ὁ Νίτσε, αὐτός μούδωσε τό κουράγιο» [1] Ν. Καζαντζάκης
1. Ἡ τάση ἐκκλησιαστικῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ Μασόνου Καζαντζάκη
2. Πρός ἕνα ἑλληνικό ... ἐθνοφυλετισμό;
3. Ἡ μασονική ἰδιότητα τοῦ Νίκου Καζαντζάκη
4. Ὁ ἑωσφορισμός τῆς Μασονίας καί τῆς Θεοσοφίας
5. Ἡ αἰώνια εὐθύνη τοῦ Καζαντζάκη καί τῶν ὑποστηρικτῶν του
6. «Στά Καρούλια» - ἀπόσπασμα ἀπό τήν «Ἀναφορά στόν Γκρέκο»
7. Ἑρμηνευτικά σχόλια ἐπί τοῦ κειμένου (α΄ - λβ)
8. Σημειώσεις τέλους
Εἰσαγωγή - ἐπιμέλεια - σχόλια: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Οἱ σκοτεινῆς ἐμπνεύσεως πεποιθήσεις καί σκέψεις τοῦ Νίκου Καζαντζάκη, τίς ὁποῖες ἡ λογοτεχνική του ἱκανότητα ἐπένδυσε μέ ἐντέχνως ἡμιδιαφανῆ πέπλα, ἔχουν γίνει ἀντικείμενο προσεκτικῆς ἀποδελτιώσεως καί ἔρευνας καί παρουσιασθεῖ κατά καιρούς στό εὐρύ χριστιανικό κοινό μέ σκοπό τήν εὐαισθητοποίηση καί ἐνημέρωσή του [2] .
Τό ὅτι ὁ Νίκος Καζαντζάκης ἔχει παρά ταῦτα «πέραση» στό ἀνυποψίαστο εὐρύ ἀναγνωστικό κοινό, δέν συνιστᾷ ἔκπληξη: καθώς ὁ κόσμος γύρω μας ἀγνοεῖ τά ἀποκρυφιστικά ὑπονοούμενα τῆς -ἐκ πρώτης ὄψεως- θρησκευτικῆς ὁρολογίας τοῦ ἀποκρυφισμοῦ, καί καθώς ἔχει ἀποδεχθεῖ ἀνεπιγνώστως, στό μεγαλύτερό του τμῆμα, τά διδάγματα τοῦ νεο-σατανισμοῦ (ὅπως τό «κάνε ὅ,τι θέλεις» [3] ), εἶναι ἁπλῶς φυσικό ἐπακόλουθο ἡ ἀπόρριψη τῆς ὑπακοῆς στόν Θεό καί ἡ ἀποδοχή καί τοῦ ἑωσφορισμοῦ, ὡς θεμιτῆς προοπτικῆς αὐτο-θεώσεως, ἀφοῦ «ἄν δέν ὑπάρχει Θεός, τότε ἐγώ εἶμαι θεός», κατά τήν γνωστή φράση τοῦ Κυρίλλωφ στούς «Δαιμονισμένους»[4] τοῦ Ντοστογιέφσκι!
1. Ἡ τάση ἐκκλησιαστικῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ Μασόνου Καζαντζάκη
Τό ἐντελῶς παράδοξο εἶναι ὅμως, ὅτι ἡ μνήμη τοῦ σεσημασμένου Μασόνου καί ἑωσφοριστοῦ Καζαντζάκη, διέρχεται τελευταίως μιά ἐντατική προσπάθεια ἐκκλησιαστικῆς καί θεολογικῆς «ἀποκαθάρσεώς» της, ὥστε αὐτός νά παρουσιασθεῖ post mortem ὡς ἀναζητητής τοῦ Θεοῦ καί ὠφέλιμος συγγραφεύς καί φιλόσοφος, καί νά ἀμφισβητηθεῖ ἡ καταδικαστική γιά τό ἔργο του κοινή ἐκκλησιαστική συνείδηση [5] . Περαιτέρω δέ αὐτή ἡ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀκαδημαϊκῆς θεολογίας τεχνητή «ἀναθεώρηση» τοῦ φαινομένου «Καζαντζάκης», προωθεῖται ἀπό τούς ἴδιους κύκλους πού ἐν γένει προωθοῦν συστηματικῶς τήν ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως μέ τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τή «μετα-πατερικότητα», τή «μετα-κανονικότητα», τή νικολαϊτική «νεο-ορθοδοξία», τήν προσέγγιση μέ ἕναν νεο-ταξικοῦ τύπου «ἀριστερισμό» (δηλ. τεταγμένον ὑπέρ τῆς ὁμοφυλοφιλίας, τῆς τεχνητῆς δημιουργίας μειονοτήτων, τῆς θεολογικῆς θωπεύσεως τοῦ Ἰσλαμισμοῦ) κ.λπ. Κατά συνέπειαν ἡ «ἀποκάθαρση» τοῦ Καζαντζάκη «εἰσπράττεται» ὡς συνισταμένη ἑνός εὐρύτερου νεο-ταξικοῦ, νεοεποχικοῦ θρησκευτικοῦ «πακέτου» ἐντός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ μασονική ἰδιότητα τοῦ Καζαντζάκη, ὁπωσδήποτε ὄχι ἄσχετη μέ τόν ἑωσφορισμό του, ὅπως θά φανεῖ κατωτέρω, μονίμως ἀποσιωπᾶται ἀπό τούς «προοδευτικούς» κύκλους αὐτούς, ἐνῷ θά ἀρκοῦσε καί μόνη – σύμφωνα μέ τούς ἱερούς ἐκκλησιαστικούς Κανόνες [6] – γιά νά ἐπιφέρει τόν ἀφορισμό του καί μετά θάνατον.
Ἁρμοδίως ἀνακαλοῦμε στή μνήμη μας, ὅτι ὁ μακαριστός Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης (†2006), ἀναφερόμενος σέ ἀκαδημαϊκό Καθηγητή Θεολόγο, ὑποστηρικτή τοῦ Καζαντζάκη (τόν Νίκο Ματσούκα,†2006), ἔγραφε τό 1989 τά ἑξῆς: «Οἱ ἀπόψεις αὐτές μέ ἀνεστάτωσαν καί δυσκολεύτηκα νά πιστέψω, ὅτι ἦταν δυνατόν νά εὑρεθεῖ πανεπιστημιακός θεολόγος συνήγορος τῶν ἀσυλλήπτου ἀσεβείας καί ἠλιθιότητος ἀντιχριστιανικῶν παραληρημάτων τοῦ Καζ. [...] Τό διάβασα καί ἔφριξα, τόσο γιά τήν ἄχαρι προσπάθεια τοῦ κ. Μ. νά ἐνδύσει “σώνει καί καλά”, ὅλες τίς θεοσκότεινες καί δαιμονικές κραυγές ἀπελπισίας καί ἀνταρσίας κατά τοῦ Θεοῦ, μέ φωτεινό χιτῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅσο καί γιά τούς ἀδικαιολόγητους παραλογισμούς τοῦ θεολόγου» [7] .
Στήν παρακάτω δημοσίευση, παρουσιάζουμε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Καζαντζάκη «Ἀναφορά στόν Γκρέκο», ἀπό τό περιοδικό «Νέα Ἑστία» τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1963· πρόκειται περί πλασματικοῦ διαλόγου τοῦ Καζαντζάκη μέ κάποιον ἀσκητή τῶν Καρουλίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ διάλογος τοῦ λογοτέχνη μέ τόν ἀσκητή προφανῶς ἀφωρμήθη ἀπό πραγματικά περιστατικά κατά τήν παραμονή τοῦ Καζαντζάκη μαζί μέ τόν Ἄγγελο Σικελιανό στό Ἅγιον Ὄρος ἐπί μικρό διάστημα [8] (1914). Ἐκτός τῆς τελικῆς «ἀπογεύσεως» τῆς συζητήσεως, τήν ὁποία θά σχολιάσουμε μετά τήν παράθεση τοῦ κειμένου, ἐντυπωσιάζει ἡ αὐτο-συνειδησία τοῦ Καζαντζάκη περί ἐνοικήσεως τοῦ ἑωσφόρου ἐντός του. Σέ ἄλλο κείμενό του, ἀπό τήν ἀλληλογραφία του μέ τόν Πρεβελάκη, ἐπιβεβαιώνεται ἡ ἴδια αὐτή ὑπαρξιακή του ἀνωμαλία, μιά ... «multiple-personality disorder» : «Ἕνας δαίμονας εἶναι μέσα μου, πού πολλές φορές ψυχανεμίζομαι μέ τρόμο πώς δέν εἶμαι ἐγώ. Ἐγώ εἶμαι μονάχα τό γαϊδοῦρι πού καβαλάει καί πάει, ποῦ πάει; Αὐτός ξέρει, ἐγώ δέν ξέρω – μέ νηματίζει ἀνέσπλαχνα καί προχωρεῖ. Αὐτή ‘ναι ἡ ζωή μου, καί νά τό ξέρης, κανένας δέν τό ξέρει, μά σέ σένα τό ἐξομολογοῦμαι καί γι΄ αὐτό οἱ βρισιές καί οἱ δόξες δέν μποροῦν νά μέ θίξουν. Ἔχω τό νοῦ μου στ’ Ἀφεντικό, πού κουβαλάω [...] πολεμῶ ὅσο μπορῶ νά μή βιάζομαι, μά βιάζεται μέσα μου ὁ Δαίμονας».[9]
2. Πρός ἕνα ἑλληνικό ... ἐθνοφυλετισμό;
Ἡ καταδίκη τῆς αἱρέσεως τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ, πού ἐπισήμως καί δικαίως διετυπώθη στήν Κωνσταντινούπολη τό 1872 ἀπό τούς Πατριάρχες ΚΠόλεως, Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας, τόν Ἀρχιεπίσκοπον Κύπρου καί τήν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, χρησιμοποιεῖται συχνῶς, ἰδιαιτέρως στίς ἑλληνόφωνες Ἐκκλησίες, ἐναντίον τοῦ Πανσλαβισμοῦ, πού ὑπῆρξε καί τό ἀντικείμενο τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς τοῦ 1872. Ἐπίσης, χρησιμοποιεῖται πολλές φορές (μέ παράχρηση) καί ἀπό τούς «Ὀρθοδόξους» νεο-ταξίτες, ὥστε νά ἀπαξιώσει καί νά περιθωριοποιήσει ὁποιαδήποτε ἔκφανση ὑγιοῦς πατριωτισμοῦ, πρός ὄφελος βεβαίως τοῦ νεο-ταξικοῦ διεθνισμοῦ (μιᾶς πολυ-πολιτισμικῆς «ἀνεκτικότητος»).
Ἡ καλλιεργούμενη ἀποδοχή πού ἔχει τό «φαινόμενο» Καζαντζάκης τελευταίως στούς ἐκκλησιαστικούς κύκλους, ἀποκαλύπτει ὅμως μία νέα πτυχή τῆς αἱρέσεως τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ: τήν παρασιώπηση τῆς ἀποστασίας καί τῆς στρεβλώσεως τῆς Πίστεως γιά φυλετικούς λόγους, χάριν τῆς προβολῆς τοῦ «ἡμετέρου», Ἕλληνος Κρητός διανοουμένου, παρά τίς κραυγαλέες βλασφημίες του κατά τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ· πόσο ταιριάζει στήν περίπτωση αὐτή ἡ διαπίστωση τῆς Συνόδου: «Εἶτα ὁ φυλετικός ἐγωϊσμός, ὁ ἐν ἑκάστῃ τῶν φυλετικῶν Ἐκκλησιῶν ἀναπτυχθησόμενος, τοσούτῳ καταπνίξει τά θρησκευτικά αἰσθήματα, ὥστε δυσκόλως ἐπιτρέψει τινί αὐτῶν μεριμνᾶν καί συμπράττειν ὑπέρ τῆς ἑτέρας κατά καθῆκον χριστιανικόν» [10] . Ἀληθῶς, μέ ἑλληνική, ἀκόμη καί ρωμαίϊκη, καί ἐκκλησιαστική ἐτικέττα καί εὐθύνη, θά διατίθενται πρός παγκόσμια κατανάλωση τά ἀντίθεα σκύβαλα τῆς καζαντζακικῆς πέννας καί πενίας. Περιττόν ἴσως νά ὑπενθυμίσουμε καί τά αἰσθήματα τοῦ Καζαντζάκη γιά τούς Ἕλληνες, γραμμένα στή Μόσχα τό 1927: «Πόσο μακριά βρίσκεσαι ἐδῶ ἀπ’ τήν ἐπιπόλαιη, φτενή, μικρόμυαλη, μικρόψυχη Ἐλλάδα. Τί ντροπή ν’ ἀνήκεις σέ μιά ράτσα ξεπεσμένη, ξεπλυμένη, φελάχα. Πρέπει ὅλα αὐτά νά τά νικήσουμε, νά ξεφύγουμε, νά πολεμήσουμε μέσα μας, ὅ,τι μᾶς σμίγει μέ τό ρωμέϊκο αἷμα»[11].
3. Ἡ Μασονική ἰδιότητα τοῦ Νίκου Καζαντζάκη
Ἡ τεκτονική ἰδιότητα τοῦ Νίκου Καζαντζάκη, ἡ ὁποία, καθώς ἐλέχθη, μονίμως ἀποσιωπᾶται ἐκ μέρους ὅσων ἐπιδιώκουν τήν ἐκκλησιαστική του «ἀποκατάσταση», σάν νά ἦταν θέμα ἐκκλησιαστικῶς ἀδιάφορο, μαρτυρεῖται πρωτίστως ἀπό τόν φίλο καί – τρόπον τινά βιογράφο του – λογοτέχνη Παντελῆ Πρεβελάκη, ἐκδότη τῆς μεταξύ τους ἀλληλογραφίας [12] · σύμφωνα μέ τόν Πρεβελάκη, ὁ Καζαντζάκης ἔγινε μέλος τῆς ἀθηναϊκῆς Μασονίας τόν Ἰούνιο τοῦ 1907 [13]· σύμφωνα μέ ἄλλες ἐκτιμήσεις (κατά τόν Δ. Τσινικόπουλο) ὁ Καζαντζάκης μυήθηκε στή Γαλλική Μασονία περί τό 1926 [14].
Ὁ «ἐσωτεριστής» [15] Μιχάλης Φυσεντζίδης, στό ἔργο του (πού δέν ἔχει ἑλκύσει ἀκόμη τήν δέουσα προσοχή τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν γιά τούς ἰσχυρισμούς του περί ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων τῆς Μασονίας) «Ἐπιφανεῖς καί διάσημοι Ἕλληνες Ἐλευθεροτέκτονες 1800-1970» ἀποδέχεται τήν ἄποψη τοῦ Πρεβελάκη γιά πρώιμη μύηση τοῦ Κρητικοῦ λογοτέχνη καί διανοητῆ τό 1907 καί τόν προβάλλει ὡς τόν πιό μεταφρασμένο σύγχρονο Ἕλληνα λογοτέχνη, ὁ ὁποῖος [16]«κατατάσσεται ἀπό πολλούς, στούς δέκα σημαντικότερους συγγραφεῖς ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἀνάμεσα στόν συγγραφέα Λέων Τολστόι καί τόν κορυφαῖο λογοτέχνη Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι» !!! (καταλληλότερα, νομίζουμε, κατατάσσεται στούς «Δαιμονισμένους» τοῦ Ντοστογιέφσκι).
Σέ εἰδικό ἀφιέρωμα τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος, τοῦ ἔτους 2011 (τό ὁποῖο χρονικῶς συμπίπτει μέ ἀνάλογες ἐνέργειες τοῦ ἑλληνικοῦ θεολογικοῦ ἀκαδημαϊκοῦ χώρου), ὁ Καζαντζάκης ἐξυμνεῖται ἀπό τόν Πρόεδρο τοῦ Τεκτονικοῦ Ἱδρύματος Νικόλαο Βουργίδη, ὡς «μεγάλος ταξιδευτής, Κρητικός, λογοτέχνης, ἄνθρωπος καί τέκτων», ὡς «ἐρευνητικό, ἀνήσυχο καί ἐλεύθερο πνεῦμα ... μεγάλος διανοούμενος», ὁ ὁποῖος «ἀγαποῦσε καί πίστευε στόν θεῖο σπινθῆρα, πού κρύβει ὁ ἄνθρωπος μέσα του»· ὁ Νίκος Καζαντζάκης, «ὁ μεγάλος στοχαστής ἀδελφός μας», τῶν Μασόνων, «εἶδε τό φῶς πού ἀναζητοῦσε στόν Τεκτονισμό» [17] .
Ἄς λεχθοῦν ὅμως καί μερικά περί τοῦ ἑωσφορισμοῦ τῆς Μασονίας καί τῆς Θεοσοφίας, οἱ ὁποῖες ἔχουν προφανῶς ἐμπνεύσει τόν Καζαντζάκη.
4. Ὁ ἑωσφορισμός τῆς Μασονίας καί τῆς Θεοσοφίας
Ἡ Μασονία ὡς ὁλοκληρωμένη θρησκεία [18] , μολονότι μυστική, ἔχει μεταξύ ἄλλων καί τήν δική της «ἑρμηνευτική ἐπιστήμη». Ἡ μασονική «ἑρμηνευτική», τήν ὁποίαν ἀκολουθεῖ κατά πόδας καί ἡ θεοσοφιστική ... «ἐξηγητική»[19], συστηματικῶς «ἐπανερμηνεύει» καί διαστρέφει τό ἀληθές νόημα τῶν χριστιανικῶν Ἁγίων Γραφῶν· ἄλλωστε ἡ Θεοσοφία, διά στόματος τῆς Ἀλίκης Μπέηλυ (καί πολλῶν ἄλλων), ὁμιλεῖ περί «ἀναγενέσεως τῶν ἐκκλησιῶν» (“regeneration of the Churches” [20]) πρός τόν σκοπό τῆς δημιουργίας τῆς πανθρησκείας (“The New World Religion”) [21]. Στό πλαίσιο αὐτό ἀναπλάθεται καί ἡ χριστιανικῶς ἀρνητική ἔννοια τοῦ προσώπου τοῦ ἑωσφόρου-σατανᾶ-διαβόλου.
Ὁ Ἄλμπερτ Πάικ (1809-1891), ὁ πασίγνωστος διαμορφωτής τῆς Ἀμερικανικῆς Μασονίας, γράφει στό βιβλίο του Ἤθη καί Δόγμα τοῦ Ἀ.Α.Σ.Τ. : «Ὁ Ἑωσφόρος, αὐτός πού φέρει τό φῶς! Παράξενο καί μυστήριο ὄνομα γιά νά δοθεῖ στό Πνεῦμα τοῦ Σκότους! Ὁ Ἑωσφόρος, ὁ υἱός τῆς Πρωΐας! Αὐτός εἶναι πού φέρει τό Φῶς, καί πού μέ τίς ἀφόρητες λαμπρότητές του τυφλώνει τίς ἀδύνατες, αἰσθησιακές ἤ ἐγωιστικές ψυχές;» [22] . Γράφει ὁ Pike σέ ἄλλο σημεῖο : «Ὁ Διάβολος εἶναι ἡ προσωποποίηση τοῦ Ἀθεϊσμοῦ ἤ τῆς Εἰδωλολατρίας. Γιά τούς Mῦστες αὐτό δέν εἶναι ἕνα Πρόσωπο, ἀλλά μία Δύναμη, δημιουργημένη γιά καλό, ἀλλά πού μπορεῖ νά χρησιμεύσει γιά κακό. Εἶναι τό ὄργανο τῆς Ἐλευθερίας ἤ Ἐλευθέρας Θελήσεως [...] ἐκεῖθεν προέκυψε ὁ τράγος τοῦ Σαββάτου, ἀδελφός τοῦ Ἀρχαίου Ὄφεως, καί Ἑωσφόρος ἤ Φωσφόρος, ἀπό τόν ὁποῖον οἱ ποιητές ἔχουν δημιουργήσει τόν ψευδῆ Λούσιφερ τοῦ μύθου»[23].
Ἡ Μασονική Ἐγκυκλοπαιδεία, ἐπαναλαμβάνει τόν ἀποκρυφιστικό μῦθο περί προελεύσεως τῶν πεφωτισμένων ἀνθρώπων ἀπό τόν ἑωσφόρο, μέσῳ τοῦ Κάιν, ἐνῷ οἱ χωμάτινοι ἄνθρωποι, «τά τέκνα τῆς ἰλύος», εἶναι τέκνα τοῦ Ἄβελ· «Ὁ Ἐβλίς ἐξομοιοῦται πρός τόν Ἑωσφόρον καί τόν Ἀζαζήλ τῶν Ἑβραίων. Κατά τήν ἀποκρυφιστικήν παράδοσιν, ὅταν ἀκόμη οἱ πρωτόπλαστοι Ἀδάμ καί Εὔα εὑρίσκοντο εἰς τόν κῆπον τῆς Ἐδέμ, ὁ Ἐβλίς, ὁ ἄγγελος τοῦ φωτός δέν ἠδυνήθη νά ἴδῃ τό κάλλος τῆς πρώτης γυναικός χωρίς νά συλλάβῃ πρός αὐτήν αἴσθημα ἔρωτος [...] Ὁ Κάϊν ὑπῆρξε καρπός τοῦ ἔρωτος τούτου, οἱ δ’ ἀπόγονοι αὐτοῦ εἶναι τέκνα τοῦ φωτός ἐνῷ οἱ ἐκ τοῦ Ἀδάμ ἀπόγονοι εἶναι τέκνα τῆς ἰλύος» [24] . Βεβαίως, πρόκειται περί ἄκρως σατανικῆς διαστροφῆς τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἡ ... ἐκ καταγωγῆς συγγένεια αὐτή τῶν «πεφωτισμένων» Μασόνων μέ τόν ἑωσφόρο, μέσῳ τοῦ Κάιν, δικαιολογεῖ καί τήν πεποίθηση τοῦ Καζαντζάκη ὅτι ἡ ψυχή του ἐνοικεῖται ἀπό τόν «ἑωσφόρο - δαίμονα», καθώς θά δοῦμε.
Ὁ Ροδόσταυρος Max Heindel γράφει: «αὐτό πού βλέπουμε σήμερα ὡς Ἐλευθεροτεκτονισμό εἶναι μιά προσπάθεια ἀπό τούς Ἱεράρχες τῆς Φωτιᾶς, τά Ἑωσφορικά Πνεύματα, νά μᾶς φέρουν τό φυλακισμένο πνεῦμα “Φῶς”, ὥστε μέσῳ αὐτοῦ νά δοῦμε καί νά μάθουμε. Ὁ Καθολικισμός εἶναι μιά δραστηριότητα τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Ὕδατος, καί βάζει “ Ἁγιασμό” στή θύρα τοῦ Ναοῦ, γιά νά κατανικήσει τά πνεύματα πού ἀναζητοῦν φῶς καί γνώση καί γιά νά ἐμφυσήσει πίστη στόν Ἰεχωβᾶ» [25] (ἐμφάσεις τοῦ κειμένου).
Ὁ Θεοσοφιστής Ἐδουᾶρδος Συρέ (1841 - 1929), ἰδεολογικός «συνοδοιπόρος» τῆς Ἕλενας Μπλαβάτσκυ, θαυμαστής δέ καί φίλος προσωπικός τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Ἀνθρωποσοφίας Rudolf Steiner («σχισματικοῦ» Θεοσοφιστοῦ, ἱδρυτοῦ τῶν Σχολείων Waldorf) γράφει: «Παρόλα ὅμως αὐτά, ὑπάρχει ἀπό τήν ἀρχή τῆς χριστιανικῆς ἐποχῆς μιά παραγνωρισμένη καί καταδιωγμένη μειονότητα, πού εἶναι ὅμως ἄφθαρτη καί ἰσχυρή. Ἡ ἀκατάβλητη προσπάθεια καί ὁ ὑπέρτατος σκοπός της ἦταν πάντα νά συνδιαλλάξει τό χριστιανικό ρεῦμα μέ τό ἑωσφορικό ρεῦμα, ἑνώνοντας σέ μιά ζωντανή δέσμη, σέ ἕνα ὀργανικό σύνολο τήν Πίστη καί τήν Ἐπιστήμη ... Ὅσο καί οἱ ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ, ἔχουν ἀνάγκη νά ἀγαπᾶνε καί νά πιστεύουν, καί ὅσο καί τά τέκνα τοῦ Ἑωσφόρου, φλογίζονται ἀπό τήν ἐπιθυμία νά μαθαίνουν καί νά κατανοοῦν» (οἱ ἐμφάσεις εἶναι τοῦ κειμένου) [26] . Βεβαίως, ἡ ἐν λόγῳ μειονότητα, δέν εἶναι παρά ὁ Γνωστικισμός, σέ ὅλες του τίς διαφορετικές ἐκφάνσεις διά τῶν αἰώνων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ Μασονία.
Παρακάτω, σέ θέσεις ταυτόσημες μέ τοῦ Καζαντζάκη (στό παρακάτω κείμενο τῶν «Καρουλίων») περί τελικῆς ἀποκαταστάσεως καί σωτηρίας καί τοῦ ἑωσφόρου, γράφει ὁ Συρέ μέσα σέ συνάφεια ροδοσταυρικῆς ἐσχατολογίας: «Ὅταν ἡ ψυχή θά ἔχει καταλάβει ὅλη τή σημασία τῆς θυσίας του καί θά ἔχει ἐκπληρώσει τήν ἀποστολή της, ὁ Ἀρχάγγελος Ἑωσφόρος, ἐλευθερωμένος καί λαμπρότερος ἀπό κάθε ἄλλη φορά, θά γίνει ὁ θεός τοῦ πλανήτη Ἀφροδίτη [...] Ὅσο γιά τόν Ἑωσφόρο, ἀφοῦ ἐπανακτήσει τό ἄστρο του καί τό διάδημά του, θά συγκεντρώσει τίς λεγεῶνες του γιά καινούργιες δημιουργίες ... Καί τότε ὁ πυρσός τοῦ Ἑωσφόρου θά βροντοφωνάξει “Ἀπό τόν Οὐρανό στή Γῆ”! καί ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ θά ἀπαντήσει: “Ἀπό τή Γῆ στόν Οὐρανό!”» [27] .
Μέσα ἀπό τό πρῖσμα τῶν παραπάνω κειμένων, πού ἐκθέτουν τή μασονική «συνάφεια» τῆς ἑωσφορικῆς σκέψεως τοῦ Νίκου Καζαντζάκη, θά σταθοῦμε ἐπεξηγητικῶς σέ συγκεκριμένα σημεῖα.
5. Ἡ αἰώνια εὐθύνη τοῦ Καζαντζάκη καί τῶν ὑποστηρικτῶν του
Τό ἀψευδές στόμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, δογμάτισε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού πραγματικῶς ἐπιθυμεῖ νά ἀκολουθήσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀδύνατο νά μή πληροφορηθεῖ περί τοῦ Προσώπου καί τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, ὡς τελείου Θεοῦ: «Ἐάν τις θέλῃ τό θέλημα αὐτοῦ ποιεῖν, γνώσεται περί τῆς διδαχῆς, πότερον ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ἤ ἐγώ ἀπ’ ἐμαυτοῦ λαλῶ»[28] . Ὁ ταλαίπωρος Καζαντζάκης, ὑπῆρξεν ὡστόσο ἐπίμονος καί ἀμετανόητος πολέμιος τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀποδεικνύεται καί ἀπό τά τελευταῖα ἔργα του, τήν «Ἀναφορά στόν Γκρέκο» καί τήν «Ἀσκητική». Γράφει:
«Πέθανε ὁ Θεός, ἄδειασε ὁ θρόνος του, θά θρονιασθοῦμε ἐμεῖς. Μείναμε μόνοι στόν κόσμο; Πέθανε τό ἀφεντικό; Τόσο τό καλύτερο· τώρα θά δουλεύουμε ὄχι γιατί αὐτός διατάζει, ὄχι γιατί φοβούμαστε ἤ ἐλπίζουμε, παρά γιατί ἐμεῖς τό θέμε [...] θέλω νά δώσω στούς ἀνθρώπους μιά καινούργια πίστη νά ξέρουν τό μυστικό πώς ὄξω ἀπ’ αὐτούς δέν ὑπάρχει τίποτα, καί νά δέχονται τή φοβερή τούτη γνώση ἡρωϊκά, ὄρθιοι ὡς τό τέλος στό ταμπούρι πού ὁ καθένας διάλεξε περιφρονῶντας τίς μεταφυσικές παρηγοριές»[29].
Ἄν ὅμως ὁ Καζαντζάκης ἔχει φύγει ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί ἔχει καταλήξει κατά πνευματική νομοτελειακή ἔκβαση τῆς ἐλεύθερης θελήσεώς του μακράν τοῦ Χριστοῦ, στόν Ὁποῖον δέν βρῆκε τόν Θεόν καί Σωτῆρα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ὡστόσο ἡ ὑπονόμευση τῶν χριστιανικῶν δομῶν συνεχίζεται μέσῳ τῶν συγγραμμάτων του καί τῆς ὑποστηρίξεως ἀπό μέρους τῶν θαυμαστῶν του. Εἶναι ἆραγε χωρίς συνέπειες γιά τόν ἴδιο -καί ὅσους τόν προβάλλουν- ἡ συνέχιση τοῦ ἔργου του;
Στή μελέτη του Περί Παρθενίας ὁ ἅγιος Βασίλειος Ἀγκύρας ἑρμηνεύοντας τό χωρίον Α΄ Τιμ. 5,24 [30] , διατυπώνει τόν πνευματικό νόμο περί τῆς μετά θάνατον εὐθύνης τῶν προαγωγῶν τοῦ κακοῦ:«... ἔτσι καί στήν ἀντίθετη περίπτωση, ἄλλες μέν ἁμαρτίες προηγοῦνται, δηλαδή αὐτῶν πού ἐβλάβησαν ἀπό μοχθηρούς λόγους ἤ πράξεις καί πού ἔχουν προηγηθεῖ στόν ἅδη, οἱ ὁποῖοι καί προετοιμάζουν τά κολαστήρια γιά τούς ὑπαιτίους τῆς βλάβης, ἐκεῖ δέ ἄλλες ἐπακολουθοῦν, αὐτῶν πού βλάπτονται μετά τόν θάνατον ἐκείνων (τῶν ὑπαιτίων), ἐξ αἰτίας τῆς κακίας πού (οἱ ὑπαίτιοι) ἄφησαν στή ζωή [...] Ἔτσι καί ὁ Μαρκίων καί οἱ ὑπόλοιποι πού ἐγκατέσπειραν αἱρετικά δόγματα στή ζωή βλάπτουν, ὅλοι δέ ὅσοι εἰς τό ἑξῆς βλάπτονται ἐξ αἰτίας τους, παραδίδουν ἐκεῖ σέ πικρότερα κολαστήρια ἐκείνους πού ξεκίνησαν τήν κακία, ἀκόμη καί ἄν ἐκεῖνοι πέθαναν παλιά. Διότι ἐάν λέγει ὅτι κάποιος κρίνεται ἄξιος αὐτοῦ τοῦ θανάτου, “ἄν ἕναν τῶν μικρῶν σκανδαλίσει”, τότε ἐκεῖνος πού τόσο πολλούς σκανδαλίζει, ἔχοντας ἀφήσει ὑποδείγματα μοχθηροῦ βίου γιά διαφθορά ἠθῶν ἤ μέ τήν ἀναβλάστηση ψυχοφθόρων δογμάτων, αὐτός μετά τόν δικό του θάνατο θά μποροῦσε ἐπαξίως καί δικαίως νά χαρακτηρισθεῖ ὑπεύθυνος γιά ὅλους τούς θανάτους ἐκείνων πού ἀπέθαναν ἐξ αἰτίας του· γιά καθέναν πού ἐδῶ ἐξ αἰτίας του τραυματίζεται ἤ ἀποθνήσκει, ὁ ὑπαίτιος τραυματίζεται καί πεθαίνει σέ ἐκεῖνον τόν αἰῶνα»[31]. Ἀκολουθεῖ τό ἀπόσπασμα ἀπό τήν «Ἀναφορά στόν Γκρέκο» καί ὁ σχολιασμός.
6. «Στά Καρούλια» - ἀπόσπασμα ἀπό τήν «Ἀναφορά στόν Γκρέκο»
Τέλειωνε πια το προσκύνημά μας. Τις παραμονές του μισεμού πήρα τον ανήφορο μοναχός, ν’ ανέβω στ’ άγρια ησυχαστήρια, ανάμεσα στους βράχους αψηλά απάνω από τη θάλασσα, στα Καρούλια. Τρυπωμένοι μέσα σε σπηλιές, ζουν εκεί και προσεύχουνται για τις αμαρτίες του κόσμου, καθένας μακριά από τον άλλο, για να μην έχουν και την παρηγοριά να βλέπουν ανθρώπους, οι πιο άγριοι, οι πιο άγιοι [α] ασκητές του Αγ. Όρους. Ένα καλαθάκι έχουν κρεμασμένο στη θάλασσα, κι οι βάρκες που τυχαίνει κάποτε να περνούν ζυγώνουν και ρίχνουν μέσα λίγο ψωμί, ελιές, ό,τι έχουν, για να μην αφήσουν τους ασκητές να πεθάνουν της πείνας [β]. Πολλοί από τους άγριους αυτούς ασκητές τρελαίνουνται· θαρρούν πως έκαμαν φτερά, πετούν απάνω από τον γκρεμό και γκρεμίζουνται· κάτω ο γιαλός είναι γεμάτος κόκκαλα [γ].
Ανάμεσα στους ερημίτες τούτους ζούσε τα χρόνια εκείνα, ξακουστός για την αγιοσύνη του, ο Μακάριος ο Σπηλαιώτης. Αυτόν κίνησα να δω· από τη στιγμή που πάτησα στο ιερό βουνό, είχα πάρει την απόφαση να πάω να τον δω, να σκύψω να του φιλήσω το χέρι και να του ξομολογηθώ. Όχι τα κρίματά μου, δεν πίστευα να ‘χα κάμει ως τότε πολλά, όχι τα κρίματά μου παρά την εωσφορική αλαζονεία που συχνά μ’ έσπρωχνε να μιλώ με αναίδεια για τα εφτά μυστήρια και τις δέκα εντολές και να θέλω να χαράξω δικό μου δεκάλογο [δ].
Έφτασα κατά το μεσημέρι στ’ ασκηταριά· τρύπες μαύρες στον γκρεμό, σιδερένιοι σταυροί καρφωμένοι στους βράχους, ένας σκελετός πρόβαλε από μια σπηλιά, τρόμαξα· σα να ‘χε φτάσει κιόλας η Δευτέρα Παρουσία και ξεπρόβαλε ο σκελετός αυτός από τη γης και δεν είχε ακόμα προφτάσει να ντυθεί όλες τις σάρκες του. Φόβος κι αηδία [ε] με κυρίεψε, και συνάμα κρυφός ανομολόγητος θαμασμός· δεν τόλμησα να τον ζυγώσω, τον ρώτησα από μακριά· άπλωσε το ξεραμένο μπράτσο, αμίλητος, και μου ‘δειξε μια μαύρη σπηλιά αψηλά στα χείλια του γκρεμού.
Πήρα ν’ ανεβαίνω πάλι τους βράχους, με καταξέσκισαν τ’ αγκρίφια τους, έφτασα στη σπηλιά. Έσκυψα να δω μέσα· μυρωδιά χωματίλα και λιβάνι, σκοτάδι βαθύ· σιγά σιγά διέκρινα ένα σταμνάκι δεξά, σε μια σκισμάδα του βράχου, τίποτα άλλο· έκαμα να φωνάξω, μα η σιωπή μέσα στο σκοτάδι ετούτο μου φάνηκε τόσο ιερή, τόσο ανησυχαστική που δεν τόλμησα· σαν αμαρτία, σαν ιεροσυλία μού φάνηκε εδώ η φωνή του ανθρώπου.
Είχαν πια συνηθίσει τα μάτια μου στο σκοτάδι, κι ως τα γούρλωνα και κοίταζα, ένας φωσφορισμός απαλός, ένα πρόσωπο χλωμό, δυο χέρια σκελεθρωμένα κουνήθηκαν στο βάθος της σπηλιάς κι ακούστηκε γλυκιά ξεπνεμένη φωνή:
- Καλώς τον [στ]!
Έκαμα κουράγιο, μπήκα στη σπηλιά, προχώρησα κατά τη φωνή. Κουλουριασμένος χάμω, είχε σηκώσει το κεφάλι ο ασκητής, και διέκρινα στο μεσόφωτο το πρόσωπό του άτριχο, φαγωμένο από τις αγρυπνίες και την πείνα, με αδειανούς βολβούς, να γυαλίζει βυθισμένο σε ανείπωτη μακαριότητα· τα μαλλιά του είχαν πέσει, έλαμπε το κεφάλι του σαν κρανίο.
- Ευλόγησον, πάτερ, είπα κι έσκυψα να του φιλήσω το κοκαλιασμένο χέρι.
Κάμποση ώρα σωπαίναμε· κοίταζα με απληστία την ψυχή τούτη που είχε εξαφανίσει το κορμί της, αυτό βάραινε τις φτερούγες της και δεν την άφηνε ν’ ανέβει στον ουρανό. Ανήλεο, ανθρωποφάγο θεριό η ψυχή που πιστεύει [ζ]· κρέατα, μάτια, μαλλιά, όλα του τα ‘χε φάει.
Δεν ήξερα τι να πω, από πού ν’ αρχίσω. Σαν ένα στρατόπεδο ύστερα από φοβερή σφαγή μού φάνταζε το σαράβαλο κορμί μπροστά μου· ξέκρινα απάνω του τις νυχιές και τις δαγκωματιές του Πειρασμού.
Αποκότησα τέλος:
- Παλεύεις ακόμα με το Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τον ρώτησα.
- Όχι πια, παιδί μου· τώρα γέρασα, γέρασε κι αυτός μαζί μου· δεν έχει δύναμη· παλεύω με το Θεό [η].
- Με το Θεό! έκαμα ξαφνιασμένος· κι ελπίζεις να νικήσεις;
- Ελπίζω να νικηθώ, παιδί μου· μού απόμειναν ακόμα τα κόκαλα· αυτά αντιστέκουνται [θ].
- Βαριά η ζωή σου, γέροντά μου· θέλω κι εγώ να σωθώ, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;
- Πιο βολικός; έκαμε ο ασκητής και χαμογέλασε με συμπόνια.
- Πιο ανθρώπινος, γέροντά μου.
- Ένας μονάχα δρόμος.
- Πώς τον λεν;
- Ανήφορο· ν’ ανεβαίνεις ένα σκαλί· από το χορτασμό στην πείνα, από τον ξεδιψασμό στη δίψα, από τη χαρά στον πόνο· στην κορφή της πείνας, της δίψας, του πόνου κάθεται ο Θεός. Στην κορφή της καλοπέρασης κάθεται ο Διάβολος· διάλεξε.
- Είμαι ακόμα νέος· καλή ‘ναι η γης, έχω καιρό να διαλέξω [ι].
- Άπλωσε ο ασκητής τα πέντε κόκαλα του χεριού του, άγγιξε το γόνατό μου, με σκούντηξε:
- Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πριν σε ξυπνήσει ο Χάρος.
Ανατρίχιασα.
- Είμαι νέος, ξανάπα για να κάμω κουράγιο [ια].
- Ο Χάρος αγαπάει τους νέους· η Κόλαση αγαπάει τους νέους· η ζωή ‘ναι ένα μικρό κεράκι αναμμένο, εύκολα σβήνει, έχε το νου σου, ξύπνα!
Σώπασε μια στιγμή, και σε λίγο:
- Είσαι έτοιμος; μου κάνει;
Αγανάχτηση με κυρίεψε και πείσμα [ιβ].
- Όχι! φώναξα.
- Αυθάδεια της νιότης! Το λες και καυκιέσαι, μη φωνάζεις· δε φοβάσαι;
- Ποιος δε φοβάται; Φοβούμαι. Κι ελόγου σου, πάτερ άγιε, δε φοβάσαι; Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει να φτάσεις στην κορφή της σκάλας, φάνηκε η πόρτα της Παράδεισος [ιγ]· μα θ’ ανοίξει η πόρτα αυτή να μπεις; θ’ ανοίξει; είσαι σίγουρος;
Δυο δάκρυα κύλησαν από τις κόχες των ματιών του· αναστέναξε· και σε λίγο:
- Είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού· αυτή νικάει και συχωρνάει τις αμαρτίες του ανθρώπου [ιδ].
- Κι εγώ είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού· αυτή λοιπόν μπορεί να συχωρέσει και την αυθάδεια της νιότης [ιε].
- Αλίμονο να κρεμόμαστε μονάχα από την καλοσύνη του Θεού· η κακία τότε κι η αρετή θα μπαίναν αγκαλιασμένες στην [ιστ] Παράδεισο.
- Δεν είναι, θαρρείς, γέροντά μου, η καλοσύνη του Θεού τόσο μεγάλη;
Κι ως το ‘πα, άστραψε στο νου μου ο ανόσιος, μπορεί, μα, ποιος ξέρει, μπορεί ο τρισάγιος στοχασμός [ιζ], πως θα ‘ρθει καιρός της τέλειας λύτρωσης, της τέλειας φίλιωσης, θα σβήσουν οι φωτιές της Κόλασης, κι ο Άσωτος Υιός, ο Σατανάς, θ’ ανέβει στον ουρανό, θα φιλήσει το χέρι του Πατέρα και δάκρυα θα κυλήσουν από τα μάτια του: «Ήμαρτον!» θα φωνάξει, κι ο Πατέρας θ’ ανοίξει την αγκάλη του: «Καλώς ήρθες» θα του πει «καλώς ήρθες, γιε μου· συχώρεσέ με [ιη] που σε τυράννησα τόσο πολύ!»
Μα δεν τόλμησα να ξεστομίσω το στοχασμό μου· πήρα ένα πλάγιο μονοπάτι να του το πω [ιθ].
- Έχω ακουστά, γέροντά μου, πως ένας άγιος, δε θυμάμαι τώρα ποιος, δεν μπορούσε να βρει ανάπαψη στην Παράδεισο. Άκουσε ο Θεός τους στεναγμούς του, τον κάλεσε: «Τι έχεις κι αναστενάζεις;» τον ρώτησε· «δεν είσαι ευτυχής; - Πώς να ‘μαι ευτυχής, Κύριε;» του αποκρίθηκε ο άγιος. «Στη μέση της Παράδεισος ένα συντριβάνι και κλαίει.
- Τι συντριβάνι; - Τα δάκρυα των κολασμένων» [κ].
Ο ασκητής έκαμε το σημάδι του σταυρού, τα χέρια του έτρεμαν.
- Ποιος είσαι; έκαμε με φωνή ξεψυχισμένη· ύπαγε οπίσω μου, Σατανά [κα]!
Έκαμε πάλι το σταυρό του τρεις φορές, έφτυσε στον αέρα:
- Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά, ξανάπε, κι η φωνή του τώρα είχε στερεώσει.
Άγγιξα το γόνατό του που γυάλιζε γυμνό στο μεσόφωτο· το χέρι μου πάγωσε.
- Γέροντά μου, του κάνω, δεν ήρθα εδώ να σε πειράξω, δεν είμαι ο Πειρασμός [κβ]· είμαι ένας νέος που θέλει να πιστέψει απλοϊκά, χωρίς να ρωτάει, όπως πίστευε ο παππούς μου ο χωριάτης· θέλω, μα δεν μπορώ [κγ].
- Αλίμονό σου, αλίμονό σου, δυστυχισμένε· το μυαλό θα σε φάει, το εγώ θα σε φάει. Ο αρχάγγελος Εωσφόρος, που εσύ υπερασπίζεσαι και θες να τον σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στην Κόλαση; Όταν στράφηκε στο Θεό και είπε: Εγώ. Ναι ναι, άκου, νεαρέ, και βαλ’ το καλά στο νου σου: Ένα μονάχα πράμα κολάζεται στην Κόλαση, το εγώ. Το εγώ, ανάθεμά το! [κδ]
Τίναξα το κεφάλι μου πεισματωμένος:
- Με το εγώ αυτό ξεχώρισε ο άνθρωπος από το ζώο, μην το κακολογάς, πάτερ Μακάριε [κε].
- Με το εγώ αυτό ξεχώρισε από το Θεό. Πρώτα όλα ήταν ένα με το Θεό, ευτυχισμένα στον κόρφο του. Δεν υπήρχε εγώ και συ κι εκείνος· δεν υπήρχε δικό σου και δικό μου, δεν υπήρχαν δυο, υπήρχε ένα· το Ένα, ο Ένας [κστ]. Αυτός είναι ο Παράδεισος που ακούς, κανένας άλλος· από κει ξεκινήσαμε, αυτόν θυμάται και λαχταρίζει η ψυχή να γυρίσει· βλογημένος ο θάνατος [κζ]! τι ‘ναι ο θάνατος, θαρρείς; Ένα μουλάρι, το καβαλικεύουμε και πάμε.
Μιλούσε, κι όσο μιλούσε το πρόσωπό του φωτίζουνταν· γλυκό, ευτυχισμένο χαμόγελο ξεχύνουνταν από τα χείλια του κι έπιανε όλο του το πρόσωπο. Ένιωθες βυθίζουνταν στην Παράδεισο.
- Γιατί χαμογελάς, γέροντά μου;
- Είναι να μη χαμογελώ; μου αποκρίθηκε· είμαι ευτυχής, παιδί μου· κάθε μέρα, κάθε ώρα, γρικώ τα πέταλα του μουλαριού, γρικώ το Χάρο να ζυγώνει [κη].
Είχα σκαρφαλώσει τα βράχια για να ξομολογηθώ στον άγριο τούτον απαρνητή της ζωής· μα είδα ήταν ακόμα πολύ ενωρίς· η ζωή μέσα μου δεν είχε ξεθυμάνει, αγαπούσα πολύ τον ορατό κόσμο, έλαμπε ο Εωσφόρος στο μυαλό μου, δεν είχε ακόμα αφανιστεί μέσα στην τυφλωτική λάμψη του Θεού [κθ]. Αργότερα, συλλογίστηκα, σα γεράσω, σαν ξεθυμάνω, σαν ξεθυμάνει μέσα μου κι ο Εωσφόρος [λ].
Σηκώθηκα. Άσκωσε ο γέροντας το κεφάλι.
- Φεύγεις; έκαμε· άε στο καλό· ο Θεός μαζί σου.
Και σε λίγο, περιπαιχτικά:
- Χαιρετίσματα στον κόσμο [λα].
- Χαιρετίσματα στον ουρανό, αντιμίλησα· και πες στο Θεό, δε φταίμε εμείς, φταίει αυτός που έκαμε τον κόσμο τόσο ωραίο [λβ].
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
7. Ἑρμηνευτικά σχόλια ἐπί τοῦ κειμένου
[α] Ἡ ταύτιση τῆς ἁγιότητος μέ τήν ἀγριότητα, προκύπτει ἀπό τό φιλόσαρκο φρόνημα τοῦ Καζαντζάκη, ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου παρακάτω χαρακτηρίζει τήν πίστη ὡς «ἀνθρωποφάγο θεριό». Φυσικά, κατά τήν ἐκκλησιαστική Πίστη ἡ ἄσκηση δέν εἶναι ἀνθρωποκτόνος, ἀλλά παθοκτόνος: «ἡμεῖς οὐκ ἐδιδάχθημεν σωματοκτόνοι, ἀλλά παθοκτόνοι» (Ἀββᾶ Ποιμένος §183, Τό Γεροντικόν, ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1981[3], σελ. 101). Οἱ φιλόσαρκοι φοβοῦνται καί μισοῦν τήν ἄσκηση, ἀπό ὑπερβολική συμπάθεια στό σῶμα τους.
[β] Τοῦτο ἀποτελεῖ ἔντεχνη δυσφήμηση! Ἡ ἀργία ἀπαγορεύεται αὐστηρῶς ἀπό τούς μοναχικούς κανονισμούς. Καί οἱ Καρουλιῶτες ἀσκητές, ὅπως ὅλοι οἱ Μοναχοί, εἶχαν ὑποχρεωτικῶς τό ἐργόχειρό τους καί δέν ἐξηρτῶντο ἀπό τήν φιλανθρωπία ἄλλων. Ἡ προμήθεια τῶν ἀναγκαίων γινόταν πράγματι ἀπό καλάθι γιά τά πιό ἀπόκρημνα κελλιά. Πρβλ. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ὅροι κατά πλάτος 37,1 PG 31, 1009C· «Ὅτι χρή ἐργάζεσθαι σπουδαίως, δῆλόν ἐστιν αὐτόθεν. Οὐ γάρ πρόφασιν ἀργίας, οὐδ’ ἀποφυγήν πόνου τόν τῆς εὐσεβείας σκοπόν ἡγεῖσθαι χρή, ἀλλά ὑπόθεσιν ἀθλήσεως, καί πόνων περισσοτέρων, καί ὑπομονῆς τῆς ἐν θλίψεσιν [...] οὐ μόνον διά τόν ὑπωπιασμόν τοῦ σώματος χρησίμου οὔσης ἡμῖν τῆς τοιαύτης ἀγωγῆς, ἀλλά καί διά τήν εἰς τόν πλησίον ἀγάπην, ἵνα καί τοῖς ἀσθενοῦσι τῶν ἀδελφῶν δι΄ ἡμῶν ὁ Θεός τήν αὐτάρκειαν παρέχῃ».
[γ] Προφανές ψεῦδος! Τά ἱστορικῶς γνωστά περιστατικά «ἀπονοίας» ἀσκητῶν ἀπό δαιμονική ἐνέργεια (βλ. ΑΝΔΡΕΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, Γεροντικό τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1980, σελ. 107ἑἑ.), δέν ἐπαρκοῦν γιά νά ἐξασφαλίσουν τά πολυπληθῆ κόκκαλα πού χρειάζεται ὁ Καζ. γιά νά ζωγραφίσει τήν «ἁγιορειτική» εἰκόνα του τῶν ἀγρίων καί τρελλῶν ἀσκητῶν. Ἡ δαιμονική προπέτεια του Καζ. ἀποδεικνύται καί ἀπό τό ἑξῆς· σέ κάθε ἐπισκέπτη τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶναι γνωστή ἡ περισσή μέριμνα μέ τήν ὁποίαν φροντίζονται τά ὀστᾶ τῶν Μοναχῶν · ἀκόμη καί σέ περίπτωση πλανηθέντων Μοναχῶν, δέν θά ἐξετίθεντο τά ὀστᾶ τους παρερριμμένα εἰς τήν θέαν τῶν βλασφήμων, τύπου Καζαντζάκη.
[δ] Ἡ «ἀντι-νομοθέτηση», ἡ σύσταση νέου «θρησκευτικοῦ νόμου» ἀποτελεῖ κραυγαλέα ἀπόδειξη «ἀντι-χριστισμοῦ» (διότι «εἷς ἐστιν ὁ νομοθέτης καί κριτής», Ἰακ. 4,12, ἐνῷ ὁ Ἀντίχριστος «ὑπονοήσει τοῦ ἀλλοιῶσαι καιρούς καί νόμον», Δαν. 7,25)· ἄλλωστε καί τό νά ἐπικρίνουμε ἁπλῶς τόν πλησίον ἀποτελεῖ ἁρπαγή τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ (Εὐεργετινός Γ΄, §2, 6 «ὁ κρίνων τόν ἕτερον ἤτοι τόν πλησίον τό ἀξίωμα τοῦ Κριτοῦ ἥρπασε, καί ἀντίχριστος ὁ τοιοῦτός ἐστιν» - ἁγίου Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου). Πόσο λοιπόν μᾶλλον τό νά κρίνουμε τούς θεϊκούς νόμους.
[ε] Ὁ Καζ. μολονότι στό Ἅγιον Ὄρος, δέν μπόρεσε νά ἀποκτήσει τόν φυσικό ἀνθρώπινο σεβασμό γιά ἀνθρώπους πραεῖς, πνευματοφόρους, πού προσεύχονται ἀνιδοτελῶς καί μέ ἔμπονη καρδιά γιά ὅλον τόν κόσμο· δέν μπόρεσε ἡ ἀμύητη καρδιά του εὔκολα νά θαυμάσει τήν ἀρετή τῶν ἀσκητῶν, πού ἐτέθησαν ἄντικρυς τῆς ζωῆς του («οἶδε γάρ καί πολέμιος θαυμάζειν ἀνδρός ἀρετήν»)· ἐφαρμόζεται ἐδῶ, ἀντιθέτως, τό τῆς Γραφῆς «βδέλυγμα ἁμαρτωλῷ θεοσέβεια» (Σοφ. Σειρ. 1,25). Ἡ ἀσκητική ζωή ἀποτελεῖ αὐτόματο ἔλεγχο τῶν φιλοσάρκων καί φιληδόνων ἀνθρώπων. Τό ὅτι ἡ προσέγγιση τοῦ Καζαντζάκη στή ζωή τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὑπῆρξε ἐξ ἐπιπολῆς μαρτυρεῖται καί ἀπό τόν Πρεβελάκη, ὅτι δηλαδή «μένει στό γραφικό μέρος τῆς περιήγησης», χωρίς νά ἐνσωματώνει «τά οὐσιαστικά βιώματα τοῦ Ἁγίου Ὄρους» [32] . Σύμφωνα μέ τό ἀνέκδοτο ἁγιορειτικό ἡμερολόγιο τοῦ Καζ. (Νμβρης-Δβρης 1914), ὁ ἴδιος καί ὁ Σικελιανός, ὄντας στό Ἅγιον Ὄρος - ὅπου ἐπῆγαν ἤδη ἐμφορούμενοι ἀπό τόν πόθο νά «δημιουργήσουν θρησκεία» - διάβαζαν ταυτόχρονα Dante, Βούδα καί Εὐαγγέλιο [33].
[στ] καί [ζ] Ἡ γνωστή σέ ὅλους «γλυκιά ξεπνεμένη φωνή» καί ὑποδοχή ἐκ μέρους ἑνός ἀσκητῆ ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν «ἀγριότητα» πού περιέγραψε ὁ Καζ.· ἀγριότητα ἔχουν οἱ ἀγνωιστές τοῦ Χριστοῦ μόνον κατά τοῦ διαβόλου καί τῶν δαιμόνων. Ἀλλά ὁ Καζ. ὡς ἑωσφοριστής καί ἐνεργούμενος ἀπό ἑωσφορισμό, «διαμαρτύρεται» ἐσωψύχως γιά τήν ἀγριότητα τῶν ἀσκητῶν κατά τῶν ἀποστατικῶν δυνάμεων καί τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος, τό ὁποῖο δέν διαφέρει καθόλου ἀπό τόν Ἀντίχριστο: «Ἀντιχρίστου γάρ οὐδέν διενήνοχεν ὁ τῆς σαρκός νόμος» (Ἁγίου Μαξίμου, PG 91, 1132A). Καί ἡ μάχη πρός τό σαρκικό φρόνημα δέν εἶναι μάχη πρός τήν σάρκα· τό σαρκικό φρόνημα ἐδράζεται στήν ψυχή, μολονότι ἐκφράζεται καί διά τοῦ σώματος, λόγῳ τῶν ἐκεῖθεν διαφόρων ἡδονῶν (ὑπνηλίας, λαιμαργίας κ.ο.κ.).
[η] Ἐδῶ ὁ Καζ. διά στόματος τοῦ «ἀσκητοῦ» του εἰσηγεῖται τήν ἄποψη, ὅτι ὁ διάβολος – ταυτιζόμενος μέ τήν σάρκα καί τήν ὑπερήφανη νεότητα (ἄρα ἀποτελώντας καί συστατικό τῆς φύσεώς μας), γερνᾶ μαζί μέ τόν ἄνθρωπο (βλ. καί παρακάτω, τό σχόλιο κη΄). Ἡ πάλη μέ τόν Θεό ἑρμηνεύεται ἀκριβῶς στό ἑπόμενο χωρίο.
[θ] Ἡ νίκη τοῦ Θεοῦ ἐπί τοῦ ἀνθρωπίνου φρονήματος εἶναι λοιπόν ὁ θάνατος, κατά τόν Καζαντζάκη. Ἄλλωστε, ὁ «ἀσκητής» του ἐκφράζει παρακάτω τήν ἐπιθυμία νά πεθάνει, ἄρα ταυτίζει τόν θάνατο μέ τήν νίκη τοῦ Θεοῦ. Βλασφημία μεγάλη κατά τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ ὅσον ἡ ζωή καί ἡ σωματική φύση θεωροῦνται ἀπό τόν Καζ. δεδομένως ἀντίθεα, ἀφοῦ δέν θεώνονται ἀπό τόν Θεό (ὀρθοδόξως), ἀλλά ἡττῶνται διά τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος καθίσταται ἔτσι σύμμαχος τοῦ Θεοῦ. Ἀπόψεις καθαρῶς πλατωνικές (ὅπου τό σῶμα εἶναι «σῆμα», δηλ. μνῆμα τῆς ψυχῆς), διαρχικές, γνωστικές, τελείως εὔλογες γιά ἕνα Μασόνο, ὡς ὁ Καζαντζάκης.
[ι] Ἡ συμπύκνωση τοῦ χοϊκοῦ φρονήματος πού κυριαρχεῖ στήν ψυχή τοῦ Καζ. Γνωρίζουμε πάντως καί ἀπό τούς Ἁγίους, ὅτι εἶναι μεγάλη παγίδα τοῦ διαβόλου ἡ πεποίθηση ὅτι ἡ μετάνοια δέν ἐπείγει, καί ὅτι ὑπάρχει καιρός γι΄ αὐτήν στό μέλλον (πρβλ. Εὐεργετινός Α΄, §2 «Ὅτι δεῖ ἐν τῷ ἐνεστῶτι ποιεῖν τό καλόν καί μή εἰς τό μέλλον ὑπερτίθεσθαι καί ὅτι μετά θάνατον οὐκ ἔστι διόρθωσις»). Πρβλ. καί Ἰακ. 4, 14· «οἵτινες οὐκ ἐπίστασθε τό τῆς αὔριον· ποία γάρ ἡ ζωή ὑμῶν; ἀτμίς γάρ ἔσται ἡ πρός ὀλίγον φαινομένη, ἔπειτα δέ καί ἀφανιζομένη».
[ια] Ἡ ἐπιμονή τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος ὑπέρ τῆς ἁμαρτίας. Ἄλλωστε, ὁ «ἀσκητής» τοῦ Καζ. παρουσιάζεται ἀπό τόν συγγραφέα νά προτρέπει τό συνομιλητή του στήν ἴδια ἀσκητική «ἀνθρωποφάγο» ζωή· ὅμως αὐτό εἶναι σαφής διαστρέβλωση, διότι οἱ ἀσκητές προτρέπουν τούς πάντες στήν τήρηση τοῦ εὐαγγελικοῦ τρόπου ζωῆς, ὁ ὁποῖος δέν ταυτίζεται μόνον μέ τήν μοναχική ζωή. Οἱ διακριτικοί Γέροντες διακρίνουν ποιές ψυχές πρέπει νά προτρέψουν στήν ἀνάληψη τῆς μοναχικῆς ζωῆς· γνωρίζουν οἱ συναναστρεφόμενοι τούς Μοναχούς, ὅτι αὐτοί προτρέπουν καί σέ γάμο, ὡς δρόμο «βοηθοῦντα τῇ ἀσθενείᾳ» καί προφυλάσσοντα ἀπό τήν πορνεία.
[ιβ] Ἡ ἀπώλεια τοῦ φυσικοῦ ἀνθρωπίνου φόβου τοῦ θανάτου καί τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ, ἀποδεικνύει τήν «ὑπερφυσική» κατάσταση στήν ὁποία εἶχε περιέλθει ὁ Καζ. Ἄν καί ἀμέσως μετά λέγει ὅτι φοβᾶται, ὡστόσο ὁ φυσιολογικός ἀνθρώπινος φόβος τοῦ θανάτου ἀπομειώνει τά πάθη, ὅπως εἶναι «ἡ ἀγανάκτηση καί τό πεῖσμα» τοῦ Καζ. (Σοφ. Σειρ. 1,21· «φόβος Κυρίου ἀπωθεῖται ἁμαρτήματα, παραμένων δέ ἀποστρέψει ὀργήν»). Ὁ Καζ. δέν δύναται νά ἐννοήσει τόν σωτηριώδη καί εὐλογημένο φόβο τοῦ θανάτου.
[ιγ] Ἐδώ βλέπουμε τήν περιπαικτική χρήση τοῦ θηλυκοῦ γένους, «ἡ Παράδεισος», χαρακτηριστική στά ἔργα τοῦ Καζ. Τό σύνολο ἐπιχείρημά του βαλμένο πιό ἁπλᾶ: «ἀφοῦ οὔτε καί σύ πού ἔλιωσες στήν ἄσκηση εἶσαι βέβαιος ὅτι θά σωθεῖς, σέ τί ὑπερτερεῖ ἡ δική σου κατάσταση ἔναντι τῆς δικῆς μου»; Τρανότατα ἐπιχειρήματα ὑπέρ τῆς φιλοκοσμίας καί τῆς ἀσυδοσίας οἰκοδομεῖ ἡ καζαντζακική σκέψη, γιά νά τραφοῦν Ἕλληνες καί ξένοι μέ ἀθεϊσμό.
[ιδ] Ἀληθοφανής ἡ πρόταση τοῦ «ἀσκητοῦ»· πράγματι, ἡ σωτηρία προέρχεται ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἀμείβει τήν πίστη, τήν ἐκφραζόμενη μέ ἔργα («ἡ πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστί», Ἰακ. 2,26), ἀλλά δέν ἐξαγοράζεται αὐτή μέ τά ἔργα καθ΄ ἑαυτά (Λουκ. 17, 10).
[ιε] Τοῦ καλοῦ προηγηθέντος λογισμοῦ ἐπέκταση πρός τή δαιμονική ἐκτροπή· εἶναι ἡ ὠριγενιστική σκέψη, ἐναντίον τῆς τῆς ὁποίας μᾶς προειδοποίησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλῖμαξ 5, 29 PG 88, 780D· «Πρόσχωμεν πάντες, ἐπί πλείω δέ οἱ πεπτωκότες, μή νοσῆσαι ἐν καρδίᾳ τήν τοῦ Ὠριγένους τοῦ ἀθέου νόσον· τήν γάρ Θεοῦ φιλανθρωπίαν ἡ μιαρά προβαλλομένη, εὐπαράδεκτος ἐν τοῖς φιληδόνοις γίνεται»).
[ιστ] Καί πάλι, ὀρθή ἡ θεολογική τοποθέτηση· δέν χωρεῖ ἡ ἁμαρτία, ὡς ἀσύμβατη μέ τήν ἄκτιστη χάρη τῆς Ἁγίας Τριάδος, στόν παραδείσιο χῶρο τῶν ἐκθεωτικῶν ἐνεργειῶν· βεβαίως ποτέ κανείς Μοναχός δέν θά ἔκανε χρήση τῆς εἰρωνικῆς καζαντζακικῆς ἐκδόσεως, θηλυκοῦ γένους, τῆς λέξεως «Παράδεισος».
[ιζ] Ἡ ἑωσφορική σκέψη, ὅπως τήν εἴδαμε καί στήν εἰσαγωγή (στόν Ἐδουᾶρδο Συρέ), περί τελικῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων (καί τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων) στήν ζωή τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐρωτοτροπία αὐτή μέ τήν ὠριγενιστική, καταδικασμένη ἀπό τήν Ε’ Οἰκουμενική Σύνοδο, πλάνη ὑπέρ τῆς σωτηρίας ὅλων ἀνεξαρτήτως μετανοίας, χαρακτηρίζει καί ἀρκετούς σύγχρονους θεολόγους.
[ιη] Ὁ Θεός ἀποβαίνει λοιπόν καί ... «πταίστης», γιά τήν ἀποστασία τοῦ ἑωσφόρου. Ἡ βάσανος τοῦ ἑωσφόρου, λοιπόν, κατά τόν Καζ. ὀφείλεται στήν τιμωρητική ένέργεια τοῦ Θεοῦ (κατά τήν δυτική θεολογική σκέψη) καί ὄχι στήν ὑπέρβαση τῶν ὀντολογικῶν ὁρίων τοῦ πρωταγγέλου ἑωσφόρου καί τήν «ἀσυμβατότητα» τῆς ὑπερηφανείας του πρός τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐνέργεια δέν μπορεῖ νά ἀναπαύεται στούς ὑπερηφάνους νόες. Καθαρῶς δαιμονική σύλληψη τό νά ἀπαιτεῖται ἡ μετάνοια τοῦ Θεοῦ ἐνώπιον τοῦ διαβόλου!!!
[ιθ] Ἄν εἶναι ἀλήθεια, εἶναι ἐνδεικτική καί τοῦ χαρακτῆρος τοῦ ἀνδρός. Οἱ πληγές πού ἀποκαλύπτονται ἐπιδέχονται θεραπεία· οἱ κρυπτές, ὄχι.
[κ] Καταφανής ἄρνηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, βάσει ὑποβολιμαίου λογισμοῦ. Στόν Παράδεισο καί στά ἔσχατα δέν ὑπάρχει μνήμη τῆς κολάσεως· «καί ἐξαλείψει ἀπ’ αὐτῶν ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καί ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγή οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι· ὅτι τά πρῶτα ἀπῆλθον» (Ἀποκ. 21,4)
[κα] Πραγματική ἡ ἀντίδραση τοῦ λογοτεχνικοῦ «ἀσκητοῦ». Ἡ φιλοκοσμία καί ἡ σαρκικότητα, ἄν καί ψυχολέτειρες, εὑρίσκουν συμπάθεια ἐνώπιον τῶν Ἁγίων, λόγῳ τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας. Ἡ διαστρέβλωση τῆς Πίστεως, ὅμως, εἶναι ὄντως σημεῖον σατανισμοῦ καί ἀντιθεϊσμοῦ. Αὐτό πού ὁ Καζαντζάκης ἔβαλε στό στόμα τοῦ «ἀσκητοῦ» του ὡς χαρακτηρισμό τοῦ ἑαυτοῦ του, ὡς «Σατανᾶ», ἐπιμόνως παραβλέπουν οἱ ἐκκλησιαστικοί ὑποστηρικτές τοῦ Καζ. Πράγματι, τέτοιος ἦταν καί τό ἐκαυχᾶτο.
[κβ] Καί ὅμως, ἡ ἐγνωσμένη ἐνοίκηση τοῦ ἑωσφόρου μέσα του, τόν ἀποδεικνύει καί πάλιν ψεύτη καί ὑποκριτή, καί συνεπῶς καί ὑπονομευτή τοῦ συνομιλητοῦ του.
[κγ] Ἄν θά ὁμιλοῦσε εἰλικρινῶς, θά παρατηρούσαμε καί ἐμεῖς μαζί μέ τόν Ὅσιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς· «Τό μυστήριον τοῦ κακοῦ δέν εἶναι μικρότερον ἀπό τό μυστήριον τοῦ καλοῦ [...] Τό μυστήριον τοῦ κακοῦ εἶναι ἐντέχνως ἑλκυστικόν· γοητεύει τόν ἄνθρωπον μέχρις ἔρωτος, καί ὁ ἄνθρωπος προσφέρει μέ ἐνθουσιασμόν τόν ἑαυτόν του εἰς τήν μεγάλην καί φοβεράν ἀγάπην του ὡς θυσίαν ὁλοκαυτώσεως» (Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος· Μελετήματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, μτφρ. Ἱερομονάχου Ἀθανασίου Γιέφτιτς, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1987[5], σελ. 133)
[κδ] Τό καταδικαζόμενο ἀπό τήν Ἐκκλησία ἐγωιστικό φρόνημα (τό «ἐγώ»), δέν συνίσταται στήν αὐτοσυνειδησία τῶν ὄντων ὡς αὐθυποστάτων, ὡς ἰδιοϋποστάτων ὑπάρξεων, ἀτόμων, ὅπως παρακάτω ἐννοεῖ ὁ Καζ.· τοῦτο θά ἴσχυε ἄν ἡ σωτηρία ταυτιζόταν μέ τήν ἀπώλεια τῆς αὐτοσυνειδησίας στήν νιρβάνα, τήν τόσο ἀρεστή στόν Καζαντζάκη καί τούς Βουδδιστές.
[κε] Ὥστε κατά τόν Καζ. ἡ ἀρχέγονη κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἦταν ζωώδης, μέχρι τήν διαμόρφωση «αὐτοσυνειδησίας». Βλέπουμε ἐδῶ τόν ἐξελικτισμό του, χαρακτηριστικόν ἄλλωστε σέ ὅλους τούς Θεοσοφιστές, καί γνωστόν ἀπό τίς βιογραφικές μελέτες περί τοῦ Καζαντζάκη (βλ. J. ANDERSON, Reincarnation. A Study of the Human Soul in its Relation to Re-Birth, Evolution, Post-Mortem States, the Compound Nature of Man, Hypnotism, etc., The Lotus Publishing Company, San Francisco 1896, A. BESANT, Evolution of Life and Form, Theosophical Publishing Company, London-Benares 1900[2] κ.ἄ.).
[κστ] Ἡ ταυτόχρονη χρησιμοποίηση τῶν ἀριθμητικῶν καί σέ οὐδέτερο καί σέ ἀρσενικό γένος, φανερώνει τήν μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου (κατά τόν «ἀσκητή») ταύτιση καί οὐσίας καί ὑποστάσεως (ὅπως διακρίνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες στήν Τριαδολογία τήν ἔννοια τοῦ «οὐκ ἄλλο καί ἄλλο», γιά τήν οὐσία, καί τοῦ «ἄλλος καί ἄλλος», γιά τά Πρόσωπα· « Ἐκεῖ μέν γάρ ἄλλος καί ἄλλος, ἵνα μή τάς ὑποστάσεις συγχέωμεν: οὐκ ἄλλο δέ καί ἄλλο, ἕν γάρ τά τρία καί ταὐτόν τῇ θεότητι»· Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, PG 37,180B). Εἶναι φανερό ὅτι κανένα ἀπό τά δύο δέν ἰσχύει γιά τήν ὀρθόδοξη θεολογία, ἀλλά ὁ λογοτεχνικός καί νοητός «ἀσκητής», ἐδῶ, πλάθεται ἐξ ἴσου Μασόνος ... μέ τόν Καζαντζάκη (πιστεύει εἰς τήν κατ’ οὐσίαν καί ὄχι κατά Τριαδικήν χάριν θεότητα τοῦ ἀνθρώπου). Ἡ διαφορά εἶναι ὅτι ὁ ἕνας εἶναι Γνωστικός ἐγκρατίτης (ὁ «ἀσκητής»), ἐνῶ ὁ ἄλλος (ὁ συνομιλητής Καζαντζάκης) εἶναι Γνωστικός «Καρποκρατιανός» ἤ «Νικολαΐτης», ὀπαδός τῶν ἡδονῶν.
[κζ] Φανερῶς πλατωνική καί γνωστική ἀντίληψη, ὅπως ἐκθέσαμε καί παραπάνω· κατά τόν πλατωνικό διάλογο «Γοργία» : «ἤκουσα τῶν σοφῶν ὡς νῦν ἡμεῖς τέθναμεν καί τό μέν σῶμά ἐστιν ἡμῖν σῆμα» (σ. σῆμα εἶναι τό μνῆμα).
[κη] Ἀντιθέτως, στήν ἀρχή ὁ «ἀσκητής» ἔλεγε ὅτι παλεύει μέ τόν Θεό, ἐννοώντας βεβαίως τόν θάνατο (ἀφοῦ ἀπέμεινε νά ἀντιστέκονται τά ἀπομεινάρια του, «μοῦ ἀπόμειναν ἀκόμα τά κόκαλα· αὐτά ἀντιστέκουνται»). Τώρα λέγει ὅτι ἀναμένει χαμογελῶν τόν θάνατο· ἄρα, ἡ τοποθέτηση τοῦ ἀσκητῆ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ταυτίζεται μέ τήν προσμονή τῆς μετά θάνατον βουδδικῆς ἀνυπαρξίας. Δέν ἐννοεῖται λοιπόν ἐδῶ ὡς πάλη μέ τόν Θεό κάποια ἁμαρτητική, ἐκ πάθους, ἤ ἔστω καί ἐκ συναρπαγῆς, «ἀντίσταση» τῆς ψυχῆς στή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά προσμονή τοῦ θανάτου ὡς φυσικῆς λυτρώσεως. Ἄκρα διαστρέβλωση τοῦ ἀσκητικοῦ ὀρθοδόξου ἤθους, καί βεβαίως τῆς ἀνθρωπολογίας καί τῆς σωτηριολογίας.
[κθ] Ὁ Καζαντζάκης ἐπιγινώσκει γιά πολλοστή φορά, καθώς φαίνεται καί ἀπό ἄλλα γραπτά του, τήν ἐνοίκησή του ἀπό τόν ἑωσφόρο, τόν ὁποῖον ὀρθῶς συνδέει μέ τήν ἀγάπη τοῦ φθαρτοῦ κόσμου, καί «οὐδείς οἶδεν ἀνθρώπων τά τοῦ ἀνθρώπου εἰ μή τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου τό ἐν αὐτῷ» (πρβλ. Α΄ Κορ. 2,11). Ἡ δῆθεν ἐνοίκηση τοῦ ἑωσφόρου μαζί μέ τόν Θεό ἐντός τοῦ ἀνθρώπου, θυμίζει πολύ ἔντονα τήν καββαλιστική διδασκαλία (τοῦ Ἰσαάκ Λούρια) γιά παράλληλη ἐνοίκηση στοιχείων φωτός (Kellipot) καί στοιχείων δαιμονικῶν (Kellipot Nogah) ἐντός τοῦ κόσμου. Ἀναμένουμε νά δοῦμε ἀπό τούς ἐρευνητές, λοιπόν, καί μία μελέτη σχετικῶς μέ τό «Τό πρόσωπο τοῦ ἑωσφόρου στόν Νίκο Καζαντζάκη».
[λ] Ἄρα ὁ ἑωσφόρος, κατά τόν Καζαντζάκη, σχετίζεται κατά τόν λόγο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως μέ τήν νεότητα καί «ξεθυμαίνει» μέ τό γῆρας.
[λα] Σωστή ἡ ἀποτύπωση τῆς περιφρονήσεως τῶν ἀσκητῶν πρός τόν «κόσμο», νοούμενον ὡς κοσμικό φρόνημα. Ὅμως οἱ ἀληθεῖς ἀσκητές, ἀπό ἔμπονη ἀγάπη πρός τούς συνανθρώπους ἔχουν ἀδιάπτωτη τήν προσευχή καί τήν ποικίλη πνευματική θυσία χάριν τοῦ κόσμου· χαρακτηριστικό τό ἐνδιαφέρον τοῦ Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀθηναίου γιά τά τεκταινόμενα στόν κόσμο, μετά ἀπό ἐνενῆντα πέντε χρόνια αὐστηρῆς ἀπομονώσεως (βλ. τό ἐκτενές Συναξάρι του, τῆς 5ης Μαρτίου).
[λβ] Τήν ἀγνωμοσύνη του πρός τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος τόσο ἀγάπησε τόν κόσμο, ὥστε να δώσει τόν Υἱό Του ὡς ἱλασμό γιά τίς ἁμαρτίες μας, τήν ἐξέφρασε ὁ Καζ. πολλές φορές: «Δέν ντρέπεσαι Οὐρανέ, φτοῦ νά χαθῆς. Φιλότιμο δέν ἔχεις; μέ μιά μικρούλα καρυδόκουπα τ’ ἀνθρώπου νά τά βάνης;» [Ὀδύσσεια τοῦ Καζαντζάκη, Ραψωδία Ε΄, 170-178]. Ἡ αἰτία τῆς ἁμαρτίας δέν εἶναι ἡ ὡραιότης τοῦ κόσμου· τήν ὡραιότητα αὐτή τήν θαυμάζουν καί ὅλοι οἱ ἅγιοι ὡς ἀπόδειξη τῆς πανσοφίας καί ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ (πρβλ. Ρωμ. 1, 19.20)· ἡ παράχρηση τῶν φυσικῶν πραγμάτων εἶναι πού συνιστᾷ τήν ἁμαρτία.
8. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΕΛΟΥΣ
[1] Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ, Ἀναφορά στόν Γκρέκο, τυπ. Κωνσταντινίδη, Ἀθήνα 1961, σελ. 405.
[2] Βλ. ἐνδεικτικῶς ΙΩ. ΚΟΡΔΟΡΟΥΜΠΑΣ, Ὁ Καζαντζάκης ὡς διανοούμενος καί συγγραφέας, Ἀθῆναι 1976 (ἔκδ. Γ΄), Ο ΑΥΤΟΣ, Τό «πιστεύω» τοῦ Ν. Καζαντζάκη, ἐκδ. «Ὁ Σταυρός», Ἀθῆναι 1990. Ν. ΤΥΠΑΛΔΟΣ, Νίκος Καζαντζάκης. Ὁ ἀρνητής τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀλαζονικός Μηδενιστής (ἀνθολόγιο ἀπό τό ἔργο του), ἐκδ. Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀθῆναι 1989. ΑΧ. ΠΙΤΣΙΛΚΑΣ, «Μασονικαί ἐπιδράσεις εἰς τά ἔργα τοῦ Ν. Καζαντζάκη», Ὀρθόδοξος Τύπος 1290-130 (9 Ὀκτωβρίου – 18 Δεκεμβρίου 1998). Βλ. καί τή σχετική ἀρθρογραφία στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» τῶν Καθ. Κων. Καβαρνοῦ (1978), Μον. Ἰω. Βράννου (1978), Σεβ. Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου (1988), Καθηγητοῦ Ἀνδρ. Θεοδώρου (1988), Φώτη Κόντογλου (1988), Ν. Τσιούρα (1988), Γ. Γιολετζόγλου (1988), Ν. Τυπάλδου (1988), Ἀθ. Σακαρέλλου (1988), Γέροντος Θεοκλήτου Διονυσιάτου (1989), Καθηγητοῦ Κων. Μουρατίδη (1997), Δ. Μαργαρίτη (1997), Δ. Καραχάλιου (1997), Ἰ. Κορδορούμπα (2007).
[3] ΑΡΧΙΜ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΤΣΙΑΚΚΑΣ,Ἐγκυκλοπαιδικό Λεξικό Θρησκειῶν καί Αἱρέσεων, Παραχριστιανικῶν – Παραθρησκευτικῶν Ὁμάδων καί Συγχρόνων Ἰδεολογικῶν Ρευμάτων, ἐκδ. Ἱ.Μ. Τροοδιτίσσης, Κύπρος 2002, σελ. 668· «Ἀναφορικά μέ τή διδαχή, ὁ A. Crowley θέτει στό κέντρο ὄχι τό Σατανᾶ, ἀλλά τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο. Αὐτό εἶναι χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ νεοσατανισμοῦ. Ὁ “νόμος κλειδί” τοῦ Aleister Crowley εἶναι: “Κάμε ὅ,τι θέλεις, αὐτός εἶναι ὁ νόμος”».
[4] Οἱ Δαιμονισμένοι (1872), μέρος 3ο, κεφάλαιο 6ο «Πολύ δύσκολη νύχτα».
[5] Ὁ λόγος βεβαίως περί ἐκείνων πού ζοῦν συνειδητή χριστιανική ζωή· ὅπως σημειώνει ὁ Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης: «Λαοί, φυλές καί γλῶσσες, Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοποι, Ἐπίσκοποι, Κληρικοί ὅλων τῶν βαθμῶν, μοναχοί καί ἱερομόναχοι, θεολόγοι, ἐπιστήμονες, ὁλόκληρο τό Ἅγιον Ὄρος, λαός ὅλων τῶν ἐπιπέδων, ἔντυπα ἐκκλησιαστικά, οἱ πάντες, δέν συγκροτοῦν μίαν οἰκουμενικήν Ἐκκλησία, πού κατεδίκασε τόν Κ. καί τό ἔργον του;». («Θλιβερός συνήγορος τοῦ ἀσεβεστάτου Ν. Καζαντζάκη Καθηγητής Θεολογίας», Ὀρθόδοξος Τύπος 823 (27 Ἰανουαρίου 1989), σελ. 4).
[6] Σύμφωνα μέ τόν 29ο Κανόνα τῆς ἐν Λαοδικείᾳ ἱερᾶς Συνόδου, καί μόνον ἡ υἱοθέτηση στοιχείων ἄλλης θρησκείας, συνεπάγεται ἀφορισμό («εἰ δέ εὐρεθεῖεν Ἰουδαϊσταί, ἔστωσαν ἀνάθεμα παρά Χριστοῦ»). Καί μετά θάνατον γίνεται ἀφορισμός κάποιου γιά θέμα Πίστεως κατά τήν Ε΄Οἰκουμενική Σύνοδο: «ὡρίσθη παρά τῶν ἁγίων Πατέρων καί μετά θάνατον ἀναθεματίζεσθαι τούς εἴτε εἰς πίστιν, εἴτε εἰς κανόνας ἁμαρτήσαντας», Mansi 9,644A.B.) Πρό ὀλίγου καιροῦ εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητος καί περιστατικό χαρακτηριστικό τῆς στάσεως τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι τῆς Μασονίας: ὅταν κατά τή διάρκεια κηδείας ἀποκαλύφθηκε ἡ μασονική ἰδιότητα τοῦ ἀποθανόντος, ὁ τελεσιουργῶν ἀρχιερεύς Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος καί πάντες οἱ Κληρικοί ἀπεχώρησαν καί διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική κηδεία. Βλ. ΜΗΤΡΟΠ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ, Ὁ ἔλεγχος, http://hggiken.pblogs.gr/2014/06/idoy-pws-eprepe-na-antidroyn-oi-yphretes-ths-orthodoxias-apenant.html
[7] Γ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 1
[8] Γιά 40 ἡμέρες, τόν Ἰούλιο τοῦ 1914, http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%A%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CE%B6%CE%B1%CE%B%CF%84%CE%B6%CE%AC%CE%BA%CE%B %CF%82#cite_note-.CE.95.CE.BA.CE.B4.CF.8C.CF.83.CE.B5.CE.B9.CF.82-2
[9] Π. ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ, 400 Γράμματα τοῦ Καζαντζάκη στόν Πρεβελάκη, ἐκδ. Ἑλένης Ν. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 1965, σελ. 186.396
[10] Πράξις Β΄, Ἔκθεσις τῆς Ἐπιτροπῆς Β΄, β΄, ἐν Πρακτικά τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν τῷ Πατριαρχικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου περί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Βουλγαρικοῦ Ζητήματος, Κωνσταντινούπολις 1872, σελ. 51.
[11] Γράμμα 41 ἐν Π. ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 56.
[12] Π. ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ, 400 Γράμματα τοῦ Καζαντζάκη στόν Πρεβελάκη, ἐκδ. Ἑλένης Ν. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 1965.
[13] Π. ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ, αὐτόθι, σελ. 4.
[14] Δ. ΤΣΙΝΙΚΟΠΟΥΛΟΣ, «Ὁ Τέκτονας καί Θεόσοφος Νίκος Καζαντζάκης» ἐν Ἀπαγορευμένη Ἱστορία 1. Ψηφιοποίηση Αντιαιρετικό Εγκόλπιο
[15] Σύμφωνα μέ τούς εἰδικούς «Ὁ “ἐσωτερισμός” εἶναι ἕνα εἶδος ἀποκρυφισμοῦ, καί μέ τόν ὅρον αὐτό οἱ ἐκφραστές του θέλουν νά δηλώσουν ὅτι οἱ παραδόσεις, οἱ διδασκαλίες καί οἱ τεχνικές τῶν Μεγάλων Μυστῶν ἀνήκουν σ’ ἕναν “ἐσωτερικό κύκλον” ἀνθρώπων καί ὅτι εἶναι ἀπρόσιτες γιά τούς πολλούς». ΑΡΧΙΜ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΤΣΙΑΚΚΑΣ, Ἐγκυκλοπαιδικό Λεξικό, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 340.
[16] Μ. ΦΥΣΕΝΤΖΙΔΗΣ, Επιφανείς και Διάσημοι Έλληνες Ελευθεροτέκτονες 1800-1970, τόμ. Α΄, εκδ. «Βογιατζή», Αθήνα 2008, σελ. 62.
[17] «Νίκος Καζαντζάκης. 50 χρόνια από τον θάνατό του» ἐν http://www.grandlodge.gr/wp-content/uploads/2013/08/20thEvent.pdfei=bizAU7TjNOfB0QXekYGYDQ
[18] Κατά τήν ἀπόφαση 2060/1969 (4ης Νοεμβρίου) τοῦ Πολυμελοῦς Πρωτοδικείου Ἀθηνῶν, ὁ Τεκτονισμός «δέν εἶναι φιλοσοφικόν σύστημα, ἀλλ’ ἀποτελεῖ θρησκείαν ὑφ’ ἥν ἔννοιαν νοεῖται τό σύνολον τῶν δοξασιῶν, τῶν σχετικῶν πρός τήν πίστιν πρός ἕνα ἤ πολλούς θεούς μετά τῶν ἐξωτερικῶν τύπων καί τελετῶν κλπ., δι΄ ὧν ἐκδηλοῦται ἡ πρός τό θεῖον πίστις καί λατρεία. Ὅτι ὁ Τεκτονισμός ἀποτελεῖ θρησκείαν, ἐγένετο δεκτόν, τόσον ὑπό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐμμέσως δέ, πλήν σαφῶς, καί ὑπό τῆς Πολιτείας» (Π.Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, Μασσωνισμός, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1970, σελ. 260)
[19] Πλήν τῶν διάσπαρτων παρερμηνειῶν στά λοιπά ἔργα, μνημονεύουμε ἐνδεικτικῶς τά βιβλία τῆς Besant, Ἐσωτερικός Χριστιανισμός ἤτοι τά Ἐλάσσονα Μυστήρια (Esoteric Christianity or The Lesser Mysteries, 1902), τοῦ Kingsland, Ἡ Ἐσωτερική Βάσις τοῦ Χριστιανισμοῦ (The Esoteric Basis of Christianity, 1895), τοῦ Leadbeater, Ἡ Κρυπτή Πλευρά τῶν Χριστιανικῶν Ἑορτῶν (The Hidden Side of Christian Festivals, 1920), τοῦ Rudolf Steiner, Τό μυστικόν τῆς Τριάδος (Das Geheimnis der Trinität, 1922) καί Τό Κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον σέ σχέση πρός τά ἄλλα τρία Εὐαγγέλια, ἰδίως πρός τό Κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον (Das Johannes-Evangelium im Verhältnis zu den drei anderen Evangelien, besonders zu dem Lukas-Evangelium, 1909), κ.ἄ. πολλά.
[20] ALICE A. BAILEY, Problems of Humanity, Lucis Publishing Company, New York & Lucis Press Ltd., London, 1972· πρόκειται περί τοῦ Κεφαλαίου 5 (The Problem of the Churches ), παραγράφου 4 (The Regeneration of the Churches), σελ. 152-155.
[21] Αὐτόθι, σελ. 155.157· «Necessarily, the outer structure of the New World Religion will be long in manifesting; there is little chance of its full emergence during the present generation» .
[22] ALBAERT PIKE , Morals and Dogma of the Ancient and Accepted Scottish Rite of Freemasonry, Supreme Council of the Thirty-Third Degree for the Southern Jurisdiction of the United States, Charleston A.·.M.·. 5641, σελ. 321· «LUCIFER, the Light-bearer! Strange and mysterious name to give to the Spirit of Darkness! Lucifer, the Son of the Morning! It is he who bears the Light, and with its splendors intolerable blinds feeble, sensual, or selfish Souls? Doubt it not! For traditions are full of Divine Revelations and Inspirations» .
[23] Αὐτόθι, σελ. 102· «The true name of Satan, the Kabalists say, is that of Yahveh reversed; for Satan is not a black god, but the negation of God. The Devil is the personification of Atheism or Idolatry. For the Initiates, this is not a Person, but a Force, created for good, but which may serve for evil. It is the instrument of Liberty or Free Will. They represent this Force, which presides over the physical generation, under the mythologic and horned form of the God PAN; thence came the he-goat of the Sabbat, brother of the Ancient Serpent, and the Light-bearer or Phosphor, of which the poets have made the false Lucifer of the Legend» .
[24] Β. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ, Τό Μαῦρο Λεξικό τῆς Ἑλληνικῆς Μασονίας, τόμ. Β΄(Ε-Ω), ἐκδ. Βασδέκης, Ἀθήνα 2001, σελ. 9 (λῆμμα Ἐβλίς)
[25] MAX HEINDEL, Freemasonry and Catholicism, The Rosicrucian Fellowship, California- London 1931 [2], σελ. 11· «Thus originated the feud in the dim dawn of this Cosmic Day, and that which we see as Free Masonry today is an attempt by the Hierarchs of Fire, the Lucifer Spirits, to bring us the imprisoned spirit ‘Light’, that by it we may see and know. Catholicism is an activity of the Hierarchs of water, and places ‘Holy Water’ at the Temple door to quench the spirits seeking light and knowledge and to inculcate faith in Jehovah».
[26] ΕΔ. ΣΥΡΕ, Από τη Σφίγγα στον Χριστό. Η θεία εξέλιξη, μτφρ. από τα γαλλικά Βάρδας Σκληρός, εκδ. Πύρινος Κόσμος, Αθήνα 1992, σελ. 424.425.
[27] Αὐτόθι, σελ. 438.439.
[28] Ἰω. 7, 17
[29] Ἀναφορά, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 323.
[30] «Τινῶν ἀνθρώπων αἱ ἁμαρτίαι πρόδηλοί εἰσι, προάγουσαι εἰς κρίσιν, τισί δέ καί ἐπακολουθοῦσιν».
[31] Περί τῆς ἐν παρθενίᾳ ἀληθοῦς ἀφθορίας πρός Λητόιον Ἐπίσκοπον Μελιτηνῆς 33, PG 30, 736D-737A.Β· «οὕτω καί κατά τό ἐναντίον αἱ μέν προάγουσιν ἁμαρτίαι τῶν βλαβέντων ἐκ τῶν μοχθηρῶν λόγων ἤ πράξεων, προειληφότων τε εἰς ᾅδου, καί τά κολαστήρια τοῖς τῆς βλάβης αἰτίοις παρασκευαζόντων ἐκεῖ· αἱ δέ καί ἐπακολουθοῦσι, τῶν καί μετά τόν ἐκείνων θάνατον, δι΄ ἥν κατέλιπον τῷ βίῳ κακίαν, ἐξ αὐτῶν βλαπτομένων [...] οὕτω Μαρκίων καί οἱ λοιποί τῶν αἱρετικά ἐγκατασπειράντων τῷ βίῳ δόγματα βλάπτουσιν, ἁπάντων τῶν ἐξ αὐτῶν ἐντεῦθεν βλαπτομένων, πικροτέροις τούς προκατάρξαντας τῆς κακίας κολαστηρίοις, καί πάλαι ὅμως τεθνεῶτας, ἐκεῖ παραδιδόντων. Εἰ γάρ ἕνα, φησίν, ἐάν τις τῶν μικρῶν σκανδαλίσῃ, τοῦδε τοῦ θανάτου ἄξιος κρίνεται, ὁ τοσούτους, διά τοῦ μοχθηροῦ βίου πρός διαφθοράν ἠθῶν καταλελοιπέναι ὑποδείγματα, ἤ φθοροποιά ψυχῶν ἀναφυέναι τά δόγματα, σκανδαλίζων, καί μετά τόν οἰκεῖον θάνατον, ἁπάντων ἄν τῶν δι΄ αὐτόν ἀποθνησκόντων θανάτων ὑπεύθυνος ἀξίως καί δικαίως ἀποφανθείη, καθ΄ ἕκαστον τῶν δι’ αὐτόν τραυματιζομένων ἤ ἀποθνησκόντων ἐνταῦθα, κατά τόν ἐκεῖ αἰῶνα τραυματιζομένου τε τοῦ αἰτίου καί ἀποθνήσκοντος».
[32] Π. ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. λγ΄(εἰσαγωγῆς).
[33] ΑΦΡ. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ, «Από τον Νίτσε στον καζαντζάκη: Η γενεαλογία της “Κρητικής Ματιάς”», Πόρφυρας 129 (Οκτ. – Δεκ. 2008) 7 (pdf, ψηφιακής εκδόσεως), ὑποσημ 16.
Ο αείμνηστος πολυτάλαντος Φώτιος Κόντογλου υπήρξεν ο «ανάδοχος» του «Ο.Τ.», καθώς η ονομασία του διεμορφώθη εις την τελικήν της μορφήν υπ’ αυτού και κοσμεί έως την σήμερον με τα ιδικά του γράμματα την πρόσοψιν της εφημερίδος.
Την 13ην Ιουλίου συμπληρώνονται 52 έτη εκ της εκδημίας του, με τον λόγον του όμως να παραμένη παρ’ όλα αυτά πάντοτε επίκαιρος. Εις παρέμβασίν του δια το ζήτημα των Θρησκευτικών ο Σεβ. Ναυπάκτου ανεφέρθη εις το άτοπον της συμπεριλήψεως κειμένου του Ν. Καζαντζάκη εις τους νέους φακέλους. Παραθέτομεν ανέκδοτον επιστολήν ντοκουμέντο του Φ. Κόντογλου, εις την οποίαν εκφράζει την γνώμην του δια το έργον του Καζαντζάκη ως προς την Ορθόδοξον πίστιν:
Αθήναι 9 Ιουνίου 1954
Αγαπητέ κύριε Καβαρνέ,
Επήρα χθες το γράμμα σου, και σήμερα τα άρθρα σου για την λογοτεχνία μας. Σε ευχαριστώ και για τα δύο.
Σε συχαίρω από καρδιάς, για την πίστη σου στον σωτήρα μας, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, ο οποίος θα ευλογεί το έργο σου. Τα γραφόμενά σου έχουν το άρωμα εκείνο, που βγαίνει από την ευσέβεια. Ο Καζαντζάκης υπήρξε πολύ στενός φίλος μου, είνε καλός άνθρωπος, αλλά είνε επιπόλαιος, και αγαπά τους βερμπαλισμούς και τις φωνές. Αντίποδα των όσων πιστεύουμε και αγαπούμε! Έπαιξε με όλα, με βουδδισμούς, με νιτσεϊσμούς, με χριστιανισμούς, με ο,τι θέλεις. Τα γραφόμενά του είνε κούφια, κοινοτοπίες κι’ ολοένα γίνονται χειρότερα. Ο Θεός να τον ελεήσει. Τον χαρακτηρίζεις πολύ καλά. Το ίδιο και τον Βενέζη, αλλά «άφετε τους νεκρούς θάπτειν τους εαυτών νεκρούς». Ωραία μιλάς και για τον Κάλβο, και για τον Σολωμό. Αλλά για τον Κάλβο μιλάς πιο καλά. Και είδες πως η χριστιανική πίστη μας δίνει την ελευθερία. «Όπου Χριστός, εκεί και ελευθερία».
Ο,τι γράφω για τον Καζαντζάκη σε παρακαλώ να μη κοινοποιηθή. Δεν θέλω να λυπήσω έναν άνθρωπο, που είχα κάποτε συνδεθή μαζί του, αλλά η αθρησκεία του και η βλασφημία του με στενοχωρεί πολύ. Άλλως τε καλά- καλά δε με ενδιαφέρει διόλου η λογοτεχνία.
Φ.Κ.
Ορθόδοξος Τύπος
Πηγή: Ακτίνες
Την εποχή που ήμουν φοιτητής γινόταν πολύς λόγος για τον Καζαντζάκη και τα έργα του, που κυκλοφορούσαν πάρα πολύ και διαβάζονταν από τους νέους. Επειδή άκουγα πολλά για τον Καζαντζάκη και για τις περιπέτειες της ζωής του, ήθελα να έχω προσωπική γνώμη. Γι’ αυτό άρχισα να διαβάζω προσεκτικά και, κατά το δυνατόν, απροκατάληπτα τα έργα του.
Το πρώτο βιβλίο που επέλεξα να διαβάσω ήταν «ο φτωχούλης του Θεού», που ήταν συγγενέστερο στις χριστιανικές απόψεις. Διαπίστωνα ότι περιέγραφε θαυμάσια τα γεγονότα, είχε πραγματικά ένα υπέροχο λογοτεχνικό ταλέντο, αφού διατύπωνε τις απόψεις του με ωραίο τρόπο, δυνατές λέξεις και κυρίως με λεπτότητα εκφράσεων. Όμως κατάλαβα ότι, εν πολλοίς, εξέφραζε έναν μοναχισμό ξένο προς την Ορθόδοξη Παράδοση. Δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβη την ορθόδοξο μοναχισμό. Αυτό σημαίνει ότι παρουσίαζε τον μοναχισμό μέσα στα δυτικά πλαίσια, αφού στην Δύση ο μοναχισμός αναπτύχθηκε στην προσπάθεια να σωθή η Εκκλησία. Αντίθετα, στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ο μοναχός αγωνίζεται να σωθή ο ίδιος και όχι να σώση την Εκκλησία. Πέρα από αυτό η παρουσίαση του μοναχού ως αντίθετο προς την ανθρώπινη γνώση, ως επιθετικόν προς την κοινωνία και τα γράμματα, η συναισθηματική έξαρση, η πορεία μέχρι την συναισθηματική βίωση του Σταυρού, χωρίς να καταλήγη και στην Ανάσταση, η άγνωστη για την Ορθοδοξία ταύτιση των πληγών του Χριστού με τις σωματικές πληγές του ανθρώπου, παρουσιάζουν μια ξένη κατάσταση προς την Ορθοδοξία, είναι ουσιαστικά ξένο σώμα στην Παράδοσή μας. Ο Φραγκίσκος της Ασίζης έφθασε μέχρι την βίωση (αρρωστημένα) του Σταυρού του Χριστού, ενώ ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ έφθασε στην εμπειρία της Αναστάσεως, όπως εκφραζόταν στον χαιρετισμό του, «Χριστός Ανέστη, χαρά μου».
Το δεύτερο βιβλίο του Καζαντζάκη που διάβασα ήταν «ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Στο βιβλίο αυτό φαινόταν καθαρά η σοσιαλιστική αντίληψη του συγγραφέα. Δεν πρόκειται εδώ να παρουσιάσω τις απόψεις μου για το βιβλίο και τις ιδέες που περικλείονται σ’ αυτό. Θα αρκεσθώ στην παρουσίαση μερικών εντυπώσεών μου από την ανάγνωση. Πρώτον, διέκρινα μια λογοτεχνία ξεπερασμένη για την εποχή μας. Ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί ωραίες εκφράσεις, περιπεπλεγμένες προτάσεις, ενώ η σύγχρονη λογοτεχνία αρκείται στην παρουσίαση της εικόνας με λίγες, λιτές και απλές λέξεις. Δεύτερον, διακρίνεται ο Καζαντζάκης για τον παθολογικό ηδονισμό της περιγραφής διαφόρων ερωτικών σκηνών, φυσικών και ανωμάλων. Η σύγχρονη ψυχολογία μπορεί να κάνη αναλύσεις πάνω στο σημείο αυτό. Τρίτον, ο Καζαντζάκης ουσιαστικά είναι πουριτανός, εκφράζει το δυτικό πνεύμα. Από την μια επαινεί υπερβολικά τον Παπά-Φώτη, χρησιμοποιώντας εκφραστικότατα κοσμητικά επίθετα, από την άλλη κατεβάζει μέχρι τα «τάρταρα» της Κολάσεως τον Παπά-Γρηγόρη. Ξεχωρίζει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς με ανάλογα δικά του αισθήματα. Αυτό συνιστά δυτική και κυρίως πουριτανική αντίληψη, όπως το περιγράφει πολύ ωραία ο Παπά-Φιλόθεος Φάρος, και διαφέρει πολύ από ανάλογες περιγραφές του Παπαδιαμάντη, ο οποίος παρουσιάζει και τα λάθη των Κληρικών, όπως και όλων των ανθρώπων, αλλά στέκεται με αγάπη, σεβασμό, περιμένοντας την τελική κρίση από τον Θεό. Ο Παπαδιαμάντης δεν χωρίζει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς με κριτήρια ηθικολογικά, αλλά βλέπει την τρεπτότητά τους τόσο προς το κακό όσο και προς το καλό και κυρίως αφήνει τον Θεό να τους κρίνη.
Μελέτησα και άλλα έργα του Καζαντζάκη. Αλλά εκείνο που με εντυπωσίασε ήταν η αλληλογραφία που είχε με έναν ιερέα που υπηρετούσε στην Αμερική και Ονομαζόταν Εμμανουήλ Παπαστεφάνου. Μου έκαναν τεράστια εντύπωση οι επιστολές του Καζαντζάκη γιατί είναι αρκετά εκφραστικές. Στην αλληλογραφία αυτή διατύπωνε τις σκέψεις του για τα βιβλία που έγραφε τότε, ζητούσε την γνώμη του Παπαστεφάνου και γενικά φαίνεται όλος ο χαρακτήρας και οι σκέψεις του. Σε μια επιστολή του ο Καζαντζάκης έγραφε στον Παπαστεφάνου: «Γράφε μου ταχτικά και μεγάλα γράμματα. Αν αργώ λίγο, μη στενοχωράσαι. Είμαι πνιγμένος σε αγωνία. Η φωνή σου, απ’ την άλλην άκρα του Ωκεανού, με σώζει». Τον παρακαλεί να του στείλη τις σκέψεις του, την «θεογονία» του, για να την περιλάβη στο βιβλίο του «Συμπόσιο». Μεταξύ των άλλων του γράφει: «Γι’ αφτό σε παρακαλώ θερμότατα γράψε μου όσο μπορείς λεπτομερέστερα τη θεογονία σου, έτσι θα με βοηθήσεις πολύ να βάλω στο στόμα σου τα λόγια ακριβώς που σου ταιριάζουν».
Τον καιρό που έγραφε την «ασκητική» του, είχε τακτική αλληλογραφία με τον Ιερέα Εμμανουήλ Παπαστεφάνου, ο οποίος, όπως φαίνεται, διαπνεόταν από τις ίδιες αντιλήψεις. Από το Βερολίνο που βρισκόταν εκείνη την εποχή (1922-1923) ο Καζαντζάκης του έστειλε επιστολή με την εξής αρχή: «Άρχισα, αδερφέ Παπαστεφάνου, ένα νέο βιβλίο, μυστικό τέλειο. Salvatores Dei», δηλαδή σωτήρες του Θεού. Στα γράμματά του παρουσιάζει όλο το περιεχόμενό της «ασκητικής του» και τα κεντρικά σημεία. Κάπου γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Θεός μου είναι όλο λάσπη, αίματα, επιθυμίες κι δράματα. Δεν είναι ο αγνός, άσπιλος, παντοδύναμος, πάνσοφος, δίκαιος πανάγαθος. Δεν είναι φως. Με αγώνα, με κάματο μετουσιόνει τη νύχτα μέσα στα σωθικά του και την κάνει φως. Ανηφορίζει αγκομαχώντας τον ανήφορο της αρετής. Φωνάζει βοήθεια. Δεν μα σώζει. Εμείς τονε σώζομε. Salvatores Dei! Τι θα πει τόνε σώζομε; Σώζομε μέσα απ’ την εφήμερη πήλινη ύπαρξή μας την πνοή την αιώνια, μετουσιόνουμε τη σάρκα, τον αέρα, το νερό και τα κάνομε πνέμα». Και μεταξύ των άλλων συνιστά: «Πρέπει χωρίς άλο να Ιδρύσομε Εκκλησίες στα διάφορα μέρη».
Στην αλληλογραφία αυτή φαίνεται η αγωνία του Καζαντζάκη να δημιουργήση έναν δικό του Θεό. Ο Καζαντζάκης πραγματικά πέρασε από πολλά στάδια στην ζωή του. Αυτό φαίνεται εκφραστικότατα σε μια από τις τελευταίες επιστολές του, που την έγραψε την 25-4-54. Μεταξύ των άλλων γράφει:
«Τρία τα μεγάλα θεολογικά στάδια που πέρασα:
1 - Θεέ μου, εσύ θα με σώσης·
2 - Θεέ μου, εγώ θα σε σώσω·
3 - Μαζί θα συνεργαστούμε μαζί θα σωθούμε, Θεέ μου».
Μόνο μέσα από τα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε όλο το έργο του Καζαντζάκη. Έτσι ακριβώς το είδα διαβάζοντας κείμενά του, πριν από πολλά χρόνια. Ανέφερα όλα αυτά γιατί τα συνδέω αναπόσπαστα με το βιβλίο του «ο τελευταίος πειρασμός». Πρέπει να ομολογήσω ότι προσπάθησα να διαβάσω και αυτό το βιβλίο, για το οποίο είχε γίνει πολύς λόγος. Πραγματικά, άρχισα να διαβάσω τις πρώτες σχεδόν 100 σελίδες, αλλά δεν μπόρεσα να συνεχίσω. Ήταν γραμμένο με τέτοια εμπάθεια, διαστρέβλωνε τόσο πολύ τα πράγματα, ώστε παρά την επιθυμία μου να το διαβάσω ολόκληρο, χάρη περιεργείας, ως αντικειμενικός αναγνώστης, δεν το άντεξα. Απλώς αρκέστηκα να διαβάσω αποσπασματικά μερικές σελίδες του. Με την ανάγνωση των πρώτων σελίδων και την αποσπασματική ανάγνωση τμημάτων του βιβλίου, αφού η συνείδησή μου διαμαρτυρόταν να το τελειώσω ολόκληρο, συνέλαβα το νόημα και τις «βλασφημίες» του βιβλίου αυτού.
Αργότερα το έτος 1988, το βιβλίο «ο τελευταίος πειρασμός» έγινε κινηματογραφική ταινία από τον Σκορτσέζε και παιζόταν σε κινηματογράφους των Αθηνών. Τότε έγινε πολύς λόγος. Υπήρξε και αντίδραση από πλευράς Εκκλησίας και διαφόρων Χριστιανών. Την εποχή εκείνη με παρεκάλεσαν από την Ιερά Σύνοδο να γράψω τις απόψεις μου. Στην συνέχεια το καταχωρώ ολόκληρο το κείμενο, όπως ακριβώς γράφτηκε τότε.
Η προβολή της ταινίας που αναφέρεται στο ψευτοπρόβλημα του «τελευταίου πειρασμού» του Χριστού δείχνει ότι δεν είναι ο πρώτος και τελευταίος πειρασμός του Χριστού και της Εκκλησίας, δείχνει, δηλαδή, ότι ούτε τώρα άρχισε, αλλά ούτε και πρόκειται να τελειώση η αντίδραση εναντίον του Χριστού. Ο Συμεών ο Θεοδόχος το έχει προφητεύσει: «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. β, 34). Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι πειρασμός του Χριστού, γιατί Αυτός δεν υφίσταται καμμία προσβολή από την προβολή, όπως ο ήλιος δεν υφίσταται φθορά από την οποιαδήποτε αμφισβήτηση, αλλά είναι σημαντικός πειρασμός του ίδιου του ανθρώπου. Άλλωστε κάθε Χριστολογικό θέμα αναφέρεται και επεκτείνεται στον άνθρωπο και άρα είναι ανθρωπολογικό και σωτηριολογικό πρόβλημα.
Έτσι με την ταινία αυτή, όπως και με άλλες που έχουν παραπλήσιο περιεχόμενο οι άνθρωποι προβάλλουν τον ίδιο τον αρρωστημένο εαυτό τους και τον καθορίζουν αρνητικά. Εάν κάθε κίνηση σκέψεως και κάθε ενέργεια θελήσεως μεταφέρει στον γύρω κόσμο και γνωστοποιεί τα κρυπτογραφημένα μηνύματα του εσωτερικού κόσμου, αυτό πολύ περισσότερο ισχύει για την ταινία του «τελευταίου πειρασμού». Και εάν κάθε εχθρική κίνηση εναντίον του Θεού έχει σημαντικές συνέπειες για την ζωή του ανθρώπου αυτό το ίδιο συμβαίνει και με την εχθρική κίνηση εναντίον του Χριστού, αφού είναι Θεός αληθινός.
Επομένως, δεν αισθανόμασθε τόσο την ανάγκη να υπερασπίσουμε τον Χριστό, τον οποίο φυσικά ομολογούμε, αλλά κυρίως αισθανόμαστε την ανάγκη να υπερασπίσουμε τον ίδιο τον άνθρωπο. Γιατί κάθε υποτίμηση του Χριστού έχει συνταρακτικές συνέπειες για την σωτηρία του ανθρώπου και γενικά για τον ίδιο τον άνθρωπο. Άλλωστε Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός παραδόθηκε στον θάνατο χωρίς να αντισταθή, ούτε ζήτησε, αλλά και ούτε άφησε τους Μαθητάς Του να τον υπερασπίσουν ή να αντισταθούν. Στον Απόστολο Πέτρο που επεχείρησε να Τον υποστηρίξη είπε χαρακτηριστικά: «βάλε την μάχαιραν εις την θήκην» (Ιω. ιη, 11). Αυτός παραδόθηκε «εις χείρας ανθρώπων αμαρτωλών», αλλά στην πραγματικότητα αυτή η παράδοση είναι ζωή για τον άνθρωπο, αφού ο Χριστός δοξάσθηκε, αλλά και δόξασε τους ανθρώπους. Ο Χριστός έχει μια ζωή που είναι πέρα από τον θάνατο, είναι στην πραγματικότητα υπέρβαση του θανάτου, αλλά και αυτής της βιολογικής ζωής. Άλλωστε, το εσφαγμένον Αρνίον της Αποκαλύψεως, που είναι ο Ίδιος ο Χριστός νικά τελικά το θηρίο της Αποκαλύψεως. Υπάρχει, λοιπόν, ένας διωγμός που είναι δόξα. Και υπάρχει ένας θάνατος που είναι ανάσταση. Άρα το ψευτοπρόβλημα του «τελευταίου πειρασμού» του Χριστού είναι στην πραγματικότητα ένα υπαρκτό πρόβλημα του ίδιου του ανθρώπου.
Η Εκκλησία και ο σκοπός της
Αυτή μέσα σε γενικές γραμμές είναι και η ατμόσφαιρα της Εκκλησίας, που δεν είναι ένας κατεστημένος θεσμός, αλλά το Σώμα του Χριστού. Σήμερα πολλοί άνθρωποι μιλούν για έναν Χριστιανισμό που έφερε έναν καινούριο πολιτισμό και άλλαξε ριζικά τις κοινωνικές συνθήκες ζωής. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθή αυτήν την πραγματικότητα. Αλλά πρέπει να τονισθή ότι πολλοί από μας προσδίδουμε στον Χριστιανισμό μια ιδεολογική νοοτροπία.
Η λέξη Χριστιανισμός χρησιμοποιείται για να δηλώση μια ιδιαίτερη ιδεολογία που είναι έτοιμη να αντιπαραταχθή σε άλλες ανθρωποκεντρικές ιδεολογίες και να δώση και τον δικό της λόγο. Όμως πρέπει να νοιώθουμε τον Χριστιανισμό κυρίως και προ παντός ως Εκκλησία, που δεν υποτάσσεται, αλλά και ούτε συγκαταλέγεται σε καμμιά ιδεολογία. Η ιδεολογία διακρίνεται για τις ανθρωποκεντρικές και ουμανιστικές ιδέες που δεν έχουν στενή σχέση με την πραγματική ζωή, διαποτίζεται από την διάθεση της επιβολής με κάθε τρόπο και μέσο, χωρίς αγάπη και ελευθερία, που αποβλέπει στην απόκτηση οπαδών που θα διαδίδουν τις ιδέες αυτές, που θυσιάζει τους οπαδούς της και καταφέρεται, όταν χρειασθή, ανελέητα εναντίον των εχθρών της. Όμως η Εκκλησία δεν υποτάσσεται σε τέτοια απάνθρωπη νοοτροπία, αλλά είναι η μάνα των ανθρώπων.
Άλλωστε η λέξη Εκκλησία σημαίνει την σύναξη, την συνάθροιση των διεσκορπισμένων. Είναι σημαντικό ότι κατά την διάρκεια της Λειτουργίας στην αποστολική εποχή και μάλιστα κατά την προσφορά του άρτου γιά να γίνη Σώμα Χριστού υπήρχε η εξής προσευχή: «Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο εν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλησία από των περάτων της γης εις την σην βασιλείαν».
Αυτό δείχνει και την καθολικότητα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία έχει την πλήρη και ολοκληρωμένη αλήθεια για τον Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν διαστάσεις και μεμονομένες απολυτοποιήσεις της ζωής. Η Εκκλησία διαθέτει ολόκληρη την αλήθεια, ενώ η αίρεση διακρίνεται για την μερικότητα και την αποσπασματικότητα. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι κάθε αποσπασματικότητα και κάθε υπερτονισμός ενός μέρους της αλήθειας σε βάρος της καθολικότητος όχι μόνο συνιστά αιρετικό τρόπο ζωής, αλλά ταυτόχρονα συνιστά και ένα σχιζοφρενικό τρόπο ζωής. Άλλωστε, αφού η αίρεση ορίζεται ως επιλογή ενός μέρους της αλήθειας και η σχιζοφρένεια ορίζεται ως υπερτονισμός ενός μέρους και παραθεώρηση ενός άλλου, ή του πληρώματος της καθολικότητος, αυτό σημαίνει ότι κάθε αίρεση συνδέεται στενά με την σχιζοφρένεια, δηλαδή την απομονωμένη λειτουργία της ανθρώπινης προσωπικότητος.
Έτσι, λοιπόν, η Εκκλησία έχουσα όλη την αλήθεια που είναι στην πραγματικότητα όχι αφηρημένη, αλλά υπαρξιακή, αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους και αγωνίζεται να τους οδηγήση στην θέωση, που συνιστά την πνευματική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αντίθετα, πολλές ανθρώπινες επιδιώξεις, που εκφράζονται με τις ιδεολογίες και την τέχνη είναι αποσπασματικές, γι’ αυτό και καταλυτικές για την αλήθεια και τον άνθρωπο. Η ταινία αυτή που τώρα άρχισε να προβάλλεται είναι αποσπασματική, γιατί δείχνει μια πλευρά του Χριστού και μάλιστα κακοποιημένη.
Το διδασκαλικό έργο της Εκκλησίας
Αφού η Εκκλησία ως Θεανθρώπινο Σώμα και όχι ως ένα ανθρώπινο σωματείο, ως Θεανθρώπινος Οργανισμός και όχι ως μια ανθρώπινη οργάνωση διαθέτει την αλήθεια και την σωτηρία, επιδιώκει δια των Ποιμένων της να καθοδηγήσει το λαό στη βίωση αυτής της αλήθειας.
Κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος ένα από τα βασικά καθήκοντα του Ποιμένος είναι το διδασκαλικό, αφού «διδάσκαλος έστιν όντως». Αν η διδασκαλία είναι απαραίτητη σε όλες τις εποχές, πολύ περισσότερο χρειάζεται στην δική μας εποχή, στην οποία επικρατεί ένας θανάσιμος συγκρητισμός. Συμβιβάζουμε όλα τα ασυμβίβαστα, λατρεύουμε πολλές θεότητες, καταλήγουμε στην ειδωλολατρεία, απομονώνουμε τις ανθρώπινες λειτουργίες από την ολότητα της ψυχοσωματικής μας υπάρξεως και γενικά διαταράσσουμε την υπάρχουσα ισορροπία.
Είναι λυπηρό να ονομάζεται κάποιος Χριστιανός και μάλιστα να θίγεται όταν αποκληθή διαφορετικά, ενώ αρνείται ή αγνοεί βασικές διδασκαλίες της πίστεως. Και το χειρότερο είναι όταν το κάνη αυτό εν ονόματι μιας κακώς νοουμένης τέχνης, μιας επιδερμικής κουλτούρας και μιας ψευδούς ελευθερίας. Βέβαια, η αληθινή τέχνη δεν υπερτονίζει ένα μέρος της ζωής σε βάρος του άλλου, η πραγματική κουλτούρα δεν απορρίπτει βασικές πλευρές της ανθρώπινης ζωής και η ουσιαστική ελευθερία δεν απομονώνεται ή αποξενώνεται από την αληθινή αγάπη. Σε αντίθετη περίπτωση η τέχνη υποβαθμίζει τον άνθρωπο, η κουλτούρα τον νεκρώνει και η ελευθερία οδηγεί την ανθρώπινη ύπαρξη στο μηδέν.
Γι’ αυτό οι Ποιμένες της Εκκλησίας πρέπει να προσφέρουν την Ευαγγελική και εκκλησιαστική αλήθεια στους πιστούς της και να τους αναγεννούν καθημερινά.
Αυτό είναι αναγκαίο και απαραίτητο γιατί αυτή η διδασκαλία, επειδή συνδέεται με τις εντολές του Χριστού, είναι θέμα ζωής. Ο Ίδιος ο Χριστός είπε: «ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω. ε’ 24). Άρα ο λόγος του Θεού δεν είναι ένας κενός, φλύαρος, ανθρώπινος λόγος, αλλά θεία Χάρη και θεία ενέργεια και επομένως αναγεννά τον άνθρωπο.
Βέβαια, μερικοί σήμερα αισθάνονται ώριμοι και πεπληρωμένοι και δεν θέλουν να δέχωνται πνευματική καθοδήγηση από τους Ποιμένας της Εκκλησίας. Ισχυρίζονται ότι οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι για την ζωή τους και ότι μόνοι τους θέλουν να αναζητήσουν να βρούν την αλήθεια, γι’ αυτό και αρνούνται κάθε είδους υπευθυνότητα και αρμοδιότητα στους Ποιμένες της Εκκλησίας. Αλλά η πνευματική ωριμότητα έγκειται στην ταπείνωση του πνεύματος και στην έλευση της θείας Χάριτος. Ώριμοι δεν είναι εκείνοι που κλείονται ερμητικά στον εαυτό τους και τον θέτουν κριτήριο και κέντρο όλου του κόσμου, αλλά όσοι ταπεινώνονται, εξέρχονται από την φρικτή φυλακή του εαυτού τους και αναζητούν την πληρότητα στον Χριστό και την Εκκλησία Του. Και η προσφορά της αλήθειας γίνεται δια των γνησίων Ποιμένων.
Ο Χριστός, μιλώντας προς τους Μαθητάς Του είπε: «ο ακούων υμών εμού ακούει και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί· ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λουκ. ι, 16). Οι Ποιμένες της Εκκλησίας δεν είναι απλώς οι αντιπρόσωποι του Χριστού, ωσάν ο Χριστός να κατοική απλώς στους ουρανούς και έχει εκχωρήσει τα καθήκοντα της διακυβερνήσεως της Εκκλησίας στους Ποιμένες, αλλά το μυστήριο της αισθητής παρουσίας του Χριστού πάνω στην γη. Γι’ αυτό και οι Ποιμένες της Εκκλησίας είναι εις τύπον και τόπον της Κεφαλής της Εκκλησίας, δηλαδή του Χριστού. Ο ιερός Χρυσόστομος διδάσκει ότι έργο του ιερέως είναι να παρακολουθή τις αιρετικές διδασκαλίες και ιδέες που κυκλοφορούν, και στην συνέχεια να διδάσκη τον λαό, ώστε να προφυλαχθή από αυτές. Έτσι, πνευματική ωριμότητα διαθέτει ο άνθρωπος εκείνος, που καθοδηγούμενος από τους Ποιμένες της Εκκλησίας, όπως ο Ισραηλιτικός λαός από τον Μωυσή, εξέρχεται από την γη της Αιγύπτου και πορεύεται προς την γη της επαγγελίας.
Ο Θεάνθρωπος Χριστός
Και ερχόμαστε στο βασικό σημείο το οποίο, δυστυχώς, διαστρεβλώνεται στην ταινία στην οποία αναφερόμαστε. Βασική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι ότι ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, δηλαδή τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Η θεία με την ανθρώπινη φύση ενώθηκαν ατρέπτως, αναλλοιώτως, ασυγχύτως και αδιαιρέτως στο Πρόσωπο του Λόγου. Αυτή η πίστη είναι το θεμέλιο της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν πρόκειται για μια λεπτομέρεια, που αν κλονισθή ίσως δεν επιφέρει καμμία αλλοίωση στον εκκλησιαστικό Οργανισμό, αλλά για το κεντρικό θεμέλιο της πίστεως. Γιατί, εφ’ όσον ο Χριστός είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας, αυτό σημαίνει ότι αν κλονισθή αυτή η διδασκαλία, τότε αυτομάτως και η Εκκλησία συγκαταλέγεται μεταξύ των ανθρωποκεντρικών συστημάτων και άρα ο άνθρωπος παραμένει αιωνίως αλύτρωτος.
Είναι χαρακτηριστικός ένας διάλογος που έγινε μεταξύ του Χριστού και των Μαθητών Του. Τους ερώτησε: «τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;». Εκείνοι τον πληροφόρησαν ότι τον θεωρούν ως τον Ηλίαν, τον Ιερεμίαν ή έναν από τους άλλους Προφήτας. Και όταν ο Χριστός επανήλθε και ζήτησε την προσωπική τους άποψη πάνω στο θέμα αυτό, ο Απόστολος Πέτρος εξ ονόματος όλων απήντησε: «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Με αφορμή αυτήν την ομολογία ο Χριστός διεκήρυξε: «μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, άλλ ο πατήρ μου ο εν τοίς ουρανοίς, καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Ματθ. ιστ, 13-18). Η πέτρα πάνω στην οποία στηρίζεται η Εκκλησία είναι η ομολογία ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι όταν κλονίζεται αυτή η πίστη και ομολογία, τότε κλονίζονται τα θεμέλια της Εκκλησίας.
Ο Χριστός, εκτός του ότι είναι αληθινός Θεός, είναι και αληθινός άνθρωπος, δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο ενηνθρώπησε, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Όμως υπάρχουν μερικοί σήμερα οι οποίοι όχι μόνον δεν μπορούν να καταλάβουν την θεότητα του Χριστού, αλλά ούτε μπορούν να ερμηνεύσουν και την ανθρωπότητα του Χριστού. Ισχυρίζονται ότι ο Χριστός ως άνθρωπος είχε όλα τα προβλήματα εκείνα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι, κυρίως τα σαρκικά, και έτσι θέλουν να τον ερμηνεύσουν, όπως γίνεται στην ταινία στην οποία αναφερόμαστε.
Το θέμα είναι αρκετά μεγάλο και δεν θέλουμε να κουράσουμε τον αναγνώστη με την ανάπτυξη της ορθόδοξης διδασκαλίας πάνω στο κρίσιμο αυτό σημείο. Εκείνο όμως που θέλουμε ιδιαιτέρως να υπογραμμίσουμε είναι ότι, ενώ ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση με όλα τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη, εν τούτοις δεν προσέλαβε τα λεγόμενα διαβλητά και αμαρτωλά πάθη, που είναι αποτέλεσμα της πτώσεως του Αδάμ, όπως διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. Τα αδιάβλητα πάθη τα οποία προσέλαβε ο Χριστός, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό είναι «η πείνα, η δίψα, ο κόπος, ο πόνος, το δάκρυον, η φθορά, η του θανάτου παραίτησις, η δειλία, η αγωνία, εξ ης οι ίδρωτες, οι θρόμβοι του αίματος, η δια το ασθενές της φύσεως υπό των αγγέλων βοήθεια και τα τοιαύτα, άτινα πάσι τοίς ανθρώποις φυσικώς ενυπάρχουσι». Παρά ταύτα ο Κύριος δεν προσέλαβε τα διαβλητά πάθη, τα οποία συνιστούν την αμαρτία, γι’ αυτό είναι τελείως αναμάρτητος. Ο Απόστολος Πέτρος έγραφε στην Καθολική του επιστολή: «ος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α, Πετρ. β, 22). Και ο Ίδιος ο Χριστός προκαλούσε τους συγχρόνους Του: «Τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιω. η, 46).
Επομένως, ο Χριστός δεν είχε τις σαρκικές επιθυμίες και τις επαναστάσεις του σώματος, αφού, όπως λέγει πάλι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, μεγάλος δογματικός θεολόγος της Εκκλησίας,, «ουδέ το σπερματικόν και γεννητικόν είχε ο Κύριος». Και ξέρουμε καλά από την διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, ότι το σπερματικό και γεννητικό είναι αποτέλεσμα του προπατορικού αμαρτήματος και είναι βλασφημία να υποστηρίζουμε ότι ο Χριστός είχε τέτοια προβλήματα. Ο Χριστός προσέλαβε όλη την ανθρώπινη φύση, γι’ αυτό και δεν είναι κατά φαντασία άνθρωπος, αλλά όμως την προσέλαβε χωρίς την αμαρτία. Άρα, η αγωνία και ο εσωτερικός πειρασμός για την διάπραξη της αμαρτίας, η αμφιταλάντευση γύρω από το θέμα αυτό, η αποδοχή της αμαρτίας στο επιθυμητικό μέρος της ψυχής, η αγωνιώδης κατάσταση του συνδυασμού, πολύ δε περισσότερο η πραγματοποίηση της αμαρτίας είναι ξένα προς τον Χριστό και επομένως καθαρά αίρεση και βλασφημία.
Αυτός ο προβληματισμός είναι καρπός και αποτέλεσμα του προβληματισμού του συγγραφέα του βιβλίου πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η ταινία (δηλαδή του Καζαντζάκη), ο οποίος προς το τέλος της ζωής του ομολόγησε: «Τρία τα μεγάλα θεολογικά στάδια που πέρασα. 1. Θεέ μου, εσύ θα με σώσης. 2. Θεέ μου, εγώ θα σε σώσω· 3. Μαζί θα συνεργασθούμε μαζί θα σωθούμε Θεέ μου». Σ’ αυτήν την πορεία φαίνεται η αγωνία του «Θεού» του συγγραφέως, αλλά και η αγωνία του συγγραφέως να σώση τον δικό του «Θεό». Αυτή η αγωνία έχει περάσει και στην ταινία.
Αλλά όλο αυτό το περιεχόμενο είναι άγνωστο στον αληθινό Θεό της Εκκλησίας, δηλαδή τον Θεάνθρωπο Χριστό. Στις φράσεις που αναφέραμε πιο πάνω φαίνεται άφ’ ενός μεν η ανθρωποκεντρικότητα του «θεού», αφ’ ετέρου δε η παντοδυναμία του ανθρώπου και η αυτοθέωσή μας, αφού και εμείς μπορούμε να γίνουμε «Salvatores Dei» δηλαδή «σωτήρες του Θεού»! Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθή ότι στην ταινία παρουσιάζεται η αγωνία του Χριστού πάνω στον Σταυρό και η απόδοση σ’ Αυτόν καταστάσεων που είναι έξω από το αληθινό Πρόσωπο και το πραγματικό έργο του Θεανθρώπου Χριστού.
Βέβαια, μερικοί ισχυρίζονται ότι χρειάζεται στις ημέρες μας να γίνη μια απομύθευση του Χριστού. Εκτός του ότι αυτή η απομύθευση πρέπει να στραφή και σε άλλες κατευθύνσεις μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι αυτό το έργο είναι στην πραγματικότητα άρνηση της πίστεως, αλλά και αυτής της ίδιας της επιστήμης. Γιατί γνωρίζουμε ότι επιστημονικά κάθε απομύθευση στηρίζεται στην ανακάλυψη νέων κειμένων, νέων χειρογράφων, βάσει των οποίων αναθεωρείται η εικόνα που έχουμε για κάποιο πρόσωπο και γεγονός. Αλλά στο θέμα του Χριστού δεν έχουμε τέτοια κείμενα και χειρόγραφα. Επομένως, η λεγομένη απομύθευση του Χριστού δεν στηρίζεται και επιστημονικά. Όσοι ισχυρίζονται τέτοιες ιδέες είναι ψευδείς επιστήμονες, αφού στηρίζουν και προσανατολίζουν την επιστήμη τους πάνω σε ιδεολογικές σκοπιμότητες.
Εχθροί και άρρωστοι
Χρειάζεται όμως να τονισθή και μια άλλη αλήθεια, που είναι βασική για την Εκκλησία. Καίτοι υπάρχουν μερικοί εχθροί που πολεμούν τον Χριστό και αντιστρατεύονται το έργο της Εκκλησίας, δηλαδή είναι «οι εχθροί του σταυρού του Χριστού», η Εκκλησία δεν τους αντιμετωπίζει ως εχθρούς, άλλ’ ως αρρώστους πνευματικά, αφού έχουν μια περιορισμένη και αποσπασματική θεώρηση της ζωής, και αυτής ακόμη της πίστεως της Εκκλησίας. Ένας άρρωστος δεν είναι ποτέ εχθρός. Και έχουμε παραδείγματα μέσα στην εκκλησιαστική ζωή, σύμφωνα με τα οποία λεγόμενοι εχθροί σε μια δεδομένη στιγμή μετεστράφησαν, απέκτησαν καθολική όραση της αλήθειας και έγιναν ομολογητές του Χριστού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι του αγίου Πορφυρίου του από μίμων, ο οποίος ως μίμος διακωμωδούσε το Βάπτισμα των Χριστιανών. Όταν όμως, κατόπιν θαύματος, αισθάνθηκε την ώρα εκείνη ότι δέχθηκε την Χάρη του Χριστού, ομολόγησε τον Χριστό και υπέστη το μαρτύριο για την δόξα Του, οπότε θεωρείται από την Εκκλησία μάρτυς Ιησού Χριστού. Άλλωστε, όπως αναφέραμε στην αρχή, η Εκκλησία δεν είναι μια ανθρώπινη ιδεολογία, αλλά κυρίως και προ παντός οικογένεια, και μάλιστα πνευματικό Νοσοκομείο που θεραπεύει τον άνθρωπο.
Έτσι και εμείς μιμούμενοι τον Χριστό, αντιμετωπίζουμε όλους τους ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση. Γιατί, ενώ τώρα μπορεί να φαίνονται εχθροί, μπορεί να υπάρξη περίπτωση που να αποδειχθούν ομολογητές και μάρτυρες του Χριστού. Επομένως για όλους τους ανθρώπους η Εκκλησία περιμένει την ημέρα εκείνη κατά την οποία οι άρρωστοι, λόγω μιας αποσπασματικότητος, θα αποκτήσουν την καθολική θεώρηση της ζωής. Και αν καμμιά φορά η Εκκλησία φαίνεται λίγο αυστηρή στην αντιμετώπιση μερικών προβλημάτων, αυτό το κάνει από αγάπη, γιατί βλέπει την αίρεση σαν αρρώστεια που καταστρέφει τον ίδιο τον άνθρωπο που την διαθέτει, αλλά αρρωσταίνει και τα υπόλοιπα μέλη της.
Επομένως, η ενδεχομένη «σκληρή» αντιμετώπιση μερικών περιπτώσεων δεν πρέπει να τεθή μέσα σε δικανικά σχήματα, αλλά σε θεραπευτικά, ιατρικά. Είναι καιρός να δούμε την Εκκλησία σαν Νοσοκομείο που θεραπεύει την μερικώς λειτουργούσα ανθρώπινη προσωπικότητα, και τους Κληρικούς ως ιατρούς που θεραπεύουν τον άνθρωπο με την δύναμη του κατ’ εξοχήν θεραπευτού, δηλαδή του Χριστού.
Η ευθύνη της πολιτείας
Πέρα από όλα αυτά νομίζουμε ότι και η κάθε λογής εξουσία έχει την ευθύνη της πάνω στο θέμα αυτό που ανέκυψε. Και πάλιν θέλουμε να υπογραμμίσουμε εμφαντικά ότι δεν ενδιαφερόμαστε για την προστασία του Χριστού, αφού ο Ίδιος είναι ο Κύριος του ουρανού και της γης και επομένως η αυτοζωή, που διακυβερνά τα σύμπαντα και ζωοποιεί όλη την κτίση με τις άκτιστες ενέργειές Του, μαζί με τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, αλλά για την προστασία του ανθρώπου και ταυτόχρονα την προστασία της ίδιας της πολιτείας. Για την προστασία του ανθρώπου τονίσαμε τα δέοντα πιο πάνω. Για την προστασία της πολιτείας θέλουμε να υπογραμμίσουμε ότι η εξουσία υπάρχει για να υπηρετή τον λαό και όχι ο λαός για να υπηρετή την εξουσία. Και επειδή ο ορθόδοξος λαός στην πλειοψηφία του είναι θρησκευτικός η πολιτεία πρέπει να σέβεται αυτήν την θρησκευτικότητα του λαού. Και αυτός ο σεβασμός είναι τιμή και υποχρέωση της πολιτείας.
Άλλωστε το ίδιο το ισχύον Σύνταγμα της χώρας συνετάγη στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Η επίκληση έχει ως εξής: «Σύνταγμα εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος». Και βεβαίως ο Χριστός, που διαστρέφεται από την ταινία που μελετάμε, είναι το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Αυτή δε η επίκληση του Τριαδικού Θεού από το Σύνταγμα πιστεύουμε πως δεν είναι τυπική, αλλά έκφραση της διαχρονικής ευσέβειας του ελληνικού έθνους, αλλά και έκφραση της επιθυμίας να διευθύνεται αυτός ο λαός βάσει του θελήματος του Τριαδικού Θεού.
Η πολιτεία ενδιαφέρεται για την υγεία των πολιτών της. Δεν χρειάζεται εγρήγορση και προσοχή και σε θέματα πνευματικής υγείας του λαού; Έχουμε την βεβαιότητα ότι αυτό είναι απαραίτητο, γιατί σήμερα γίνεται από όλους παραδεκτό ότι τα προβλήματα που μαστίζουν τους ανθρώπους δεν είναι τόσο πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, όσο κυρίως και προ παντός πνευματικά. Και η ύπαρξη τέτοιων πνευματικών προβλημάτων είναι εκείνη που ναρκοθετεί την υγεία και την ακεραιότητα της κοινωνίας. Γι’ αυτό ισχυριζόμαστε ότι η πολιτεία είναι υποχρεωμένη να προστατεύση την πνευματική υγεία του λαού, αλλά να σεβασθή και τον ίδιο τον εαυτό της.
Η ταινία «ο τελευταίος πειρασμός» μας υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα πειρασμός του Χριστού, όπως εννοείται κακώς, αλλά πειρασμός των ανθρώπων. Και πραγματικά πάνω στον Γολγοθά, ενώ ο Χριστός δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα σαρκικού πειρασμού, αφού ο ίδιος ήταν αναμάρτητος, προσφέρθηκε από αγάπη προς το ανθρώπινο γένος να θυσιασθή, ώστε να ζήση ο κόσμος. Παρά ταύτα το γεγονός της σταυρώσεως υπήρξε πειρασμός για όλο τον κόσμο, για τους άρχοντας του Ισραήλ που σταύρωσαν τον Χριστό, για όλους εκείνους που συμμετείχαν στο μεγαλύτερο έγκλημα των αιώνων, αλλά και για τους δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό.
Αν δούμε την περίπτωση των δύο ληστών θα διαπιστώσουμε ότι ο εκ δεξιών ληστής σώθηκε όχι για τα καλά του έργα, αφού ήταν εγκληματίας και ληστής, αλλά γιατί ομολόγησε στην θεότητα του Χριστού. Και ο εξ αριστερών ληστής καταδικάστηκε όχι για τα κακά του έργα, αφού δεν ήταν χειρότερος από τον προηγούμενο, αλλά γιατί βλασφημούσε τον Χριστό. Έτσι η θετική ή αρνητική αναφορά τους προς τον Χριστό καθόρισε την ζωή τους αιώνια.
Νομίζουμε ότι η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται δια μέσου των αιώνων, επομένως και στις ημέρες μας. Εξακολουθεί να υπάρχη ένας διαρκής πειρασμός των ανθρώπων σε σχέση με το Πρόσωπο του Χριστού. Άλλοι ομολογούν την θεότητα του Χριστού και την αναμαρτησία του ως ανθρώπου και άλλοι βλασφημούν τον Χριστό. Οι πρώτοι σώζονται και οι δεύτεροι καταδικάζονται. Ουσιαστικά δεν καταδικάζονται από τον Χριστό, αλλά αυτοκαταδικάζονται, αφού δεν δέχονται την Χάρη Του.
Ο φόβος μας είναι μήπως η προβολή της ταινίας «ο τελευταίος πειρασμός» γίνει ένας διαρκής και αιώνιος πειρασμός για τον άνθρωπο. Με αυτήν την έννοια στρεφόμαστε στον Ορθόδοξο ελληνικό λαό και σε κάθε υπεύθυνο και ζητούμε νηφαλιότητα, ψυχραιμία και προ παντός σοβαρότητα.
Σεπτέμβριος 1987
Πηγή: (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: "Παρεμβάσεις στην σύγχρονη κοινωνία" - Τόμος Α’ Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας)), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
«Ο Αγιορείτης καλόγερος Ιωνάς είναι στο κελί του και ζωγραφίζει τη Γέννηση του Κυρίου. Τι ησυχία! Ακούγεται μόνο το κομπολόγι δύο άλλων καλόγερων που, καθισμένοι σε χαμηλά σκαμνιά, περνούν τις ατελείωτες ώρες των κοιτάζοντας το πινέλο του ζωγράφου ν' ανασταίνει με υπομονή τη θεία ιστορία.
Μα, μόλις ο Ιωνάς άρχισε να χρωματίζει έξω από τη σπηλιά της Βηθλεέμ τον μικρό βοσκό που κάθεται σε βράχο και παίζει φλογέρα στα πρόβατα του, έξαφνα θυμήθηκε τον εχθρό του... Το αίμα του ανέβηκε στο κεφάλι. Θυμήθηκε τον Καυσοκαλυβίτη αγιογράφο Αμβρόσιο, που ζωγραφίζει συχνά τη Γέννηση εντελώς αλλιώτικα, με αλλόκοτα πρόσωπα και ζώα πολλά, σαν τους Ευρωπαίους. Δεν τον υποφέρει αυτόν τον άνθρωπο... Τι ήταν τώρα δα, στην ησυχία της δουλειάς του, να τον θυμηθεί; Ερεθισμένος, άρχισε να μιλεί γι' αυτόν ενώ ζωγράφιζε. »Τα πατροπαράδοτα, έλεγε στους άλλους, σκυμμένος στην εικόνα του, εμείς οι εικονογράφοι έχομε καθήκον να τα κρατούμε, επειδή από μας οι πιστοί βλέπουν τα μυστήρια της Ορθοδοξίας. Μολαταύτα επούλησε προχτές ο Αμβρόσιος δια την Τήνο μια Γέννηση με δυο τσοπάνους που παίζουν όργανα με ασκιά. Ακούτε; Με τρεις σκύλους εις το ποίμνιο! Και κοντά στ' άλλα κ' ένα μαύρο κατσίκι, που πηγαίνει και τρώγει κλαράκι απ' το χέρι του Ιωσήφ. Αν γίνεται αυτό ποτέ! Κ' έπειτα, προς τι το λουτρόν του βρέφους; Τι πράγματα είναι αυτά; Πώς βρέθηκεν εκεί η γυναίκα που το βυθίζει στο νερό; Ο Χριστός εγεννήθη εις τον αχερώνα και ως μόνη περιποίησιν έλαβε τα χνώτα των ζώων πού έσκυβαν και τον εζέσταναν. Τούτο πρέπει να παραστήσει ο άξιος ορθόδοξος ζωγράφος! Όχι τους ξενισμούς των Ιταλών και των Ρώσων...»
< Jacopo Torriti, Μωσαϊκό στη Santa Maria Maggiore, Ρώμη, 1291-96 |
Έτσι άρχιζε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου το διήγημα του «Θεία τιμωρία», θίγοντας ένα πολύ σοβαρό ζήτημα της Ορθόδοξης εικονογραφίας γενικότερα και της αναφερομένης στην παράσταση της Γέννησης του Χριστού ειδικότερα. Αυτοί οι ξενισμοί για τους οποίους κάνει λόγο ο καλόγερος, συχνά διαπότισαν την Ορθόδοξη αγιογραφία απομακρύνοντας την, μάλλον ασυνείδητα, από το δόγμα. Όμως όπως έχει παρατηρήσει ο Λ. Ουσπένσκι, η εικόνα της Γέννησης δεν χρησιμεύει για την παράσταση κάποιου κειμένου που αναφέρεται στο γεγονός αυτό. Βασίζεται στην Αγία Γραφή και την Ιερή Παράδοση και αποκαλύπτει το δογματικό περιεχόμενο και το νόημα της Γέννησης στο σύνολο της.
Η Αγία Γραφή και πιο συγκεκριμένα το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον περιγράφει τη Γέννηση, ως εξής (κεφ. Β. 7 - 16):
«Και έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη διότι ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι. Και ποιμένες ήσαν εν τη χώρα τη αυτή αγραυλούντες και φυλάσσοντες φύλακας της νυκτός επί την ποίμνην αυτών και ιδού άγγελος Κυρίου επέστη αυτοίς και δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αυτούς, και εφοβήθησαν φόβον μέγαν• και είπεν αυτοίς ο άγγελος, μη φοβείσθε ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ, ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ, ος εστί Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαυίδ και τούτο υμίν το σημείον ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν φάτνη και εξαίφνης εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων τον Θεόν και λεγόντων δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία και εγένετο ως απήλθαν απ' αυτών εις τον ουρανόν οι άγγελοι, και οι άνθρωποι οι ποιμένες είπον προς αλλήλους διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ και ίδωμεν το ρήμα τούτο το γεγονός, ο Κύριος εγνώρισεν ημίν. Και ήλθον σπεύσαντες, και ανεύρον την τε Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος κείμενον εν τη φάτνη».
Η γέννηση του Χριστού - Λαγουδερά, Παναγία της Αράκου Κύπρου 1192 μ.Χ. |
Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο συμπληρώνει την εικόνα (κεφ. Β, 9 - 11): «και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον• ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα, και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν».
Τα δύο Ευαγγέλια αναφέρουν, λοιπόν, ρητά τη φάτνη, τους ποιμένες, τους μάγους, τους αγγέλους, το αστέρι. Λείπει απ' τις περιγραφές το σπήλαιο, πού απαντά αργότερα στα κοντάκια, τους ύμνους ή τα τροπάρια, όπως το περίφημο «Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει», ή το λιγότερο γνωστό: «Σήμερον τίκτει η Παρθένος τον Ποιητήν του παντός. Εδέμ προσφέρει σπήλαιον, και αστήρ μηνύει Χριστόν, τον Ήλιον τοις εν σκότει. Μετά δώρων Μάγοι προσεκύνησαν, πίστει φωτιζόμενοι και Ποιμένες είδον το θαύμα, Αγγέλων ανυμνούντων και λεγόντων Δόξα εν υψίστοις Θεώ».
Η Γέννηση του Χριστού από τον Άγιο Νικόλαο Ορφανό, Θεσσαλονίκη 1310-1320 μ.Χ. |
Το σπήλαιο στο κάτω μέρος ενός βουνού καταλαμβάνει το κέντρο της παράστασης της Γεννήσεως. Μπροστά σ' αυτό το Θείο Βρέφος στη φάτνη με το βόδι και το άλογο κοντά του, τους Αγγέλους πάνω απ' τα βουνά, άλλοι να θαυμάζουν το νεογέννητο και άλλοι να ψάλλουν «ωσαννά».
Κοντά στη φάτνη η Μητέρα, ξαπλωμένη, ανακαθισμένη ή γονατιστή, ανάλογα με το ιδιαίτερο θεολογικό περιεχόμενο πού ήθελε να δώσει ο καλλιτέχνης. Ο Ιωσήφ εικονίζεται παράμερα, στη μια από τις δύο γωνίες της συνθέσεως. Δεν είναι άμεσα δεμένος με τη Γέννηση. «Ημείς δε Μητέρα Παρθένον» μόνο προσφέραμε στον Χριστό, όπως λέει ο ύμνος. Σκεφτική και λυπημένη η έκφραση του.
«Εις το πρόσωπο του μνήστορος Ιωσήφ, η εικών μας αποκαλύπτει όχι μόνον το προσωπικόν του δράμα, αλλ' εν ανθρώπινον δράμα» παρατηρεί ο Ουσπένσκι, «εκείνο της συναντήσεως δύο εκδοχών περί κόσμου: η μία, περιορισμένη εις το επίπεδον της σαρκικής και λογικής υπάρξεως, δεν δύναται να συμφωνήση λογικώς και συναισθηματικώς προς ό,τι υπερβαίνει τον λόγον. Η άλλη, βασισμένη εις την διαίσθησιν του επέκεινα, έρχεται εις επαφήν με αυτό δια της αποκαλύψεως και της ελλάμψεως».
Η γέννηση του Χριστού - Τοιχογραφία στη νότια πτέρυγα της Παντάνασσας Μυστρά |
Την άλλη γωνία της παράστασης της Γεννήσεως καλύπτει συνήθως το λουτρό του Βρέφους από δύο γυναίκες. Η σκηνή δεν βασίζεται στα επίσημα κείμενα της Ορθοδοξίας, αλλά στο ευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου και το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, σύμφωνα με τα οποία ο Ιωσήφ πήγε και βρήκε δύο μαίες να βοηθήσουν την Παναγία στη γέννα. Όταν όμως έφθασαν βρήκαν τον Ιησού ήδη γεννημένο και η μία απ' αυτές, η Σαλώμη, που δεν πίστεψε στην αρχή τη γέννηση παιδιού από Παρθένο, παρέλυσε, πάντα κατά τις ίδιες διηγήσεις, το χέρι της, πού θεραπεύτηκε όταν άγγιξε το Θείο Βρέφος. Το λουτρό συμβολίζει εδώ την ανθρώπινη φύση του Χριστού και ισορροπεί το κάτω τμήμα της σύνθεσης ως αντίβαρο της ανθρώπινης απορίας του Ιωσήφ για το θαύμα της Ασπόρου Γεννήσεως που καταυγάζει κατά πνευματικό τρόπο στο κέντρο της παράστασης το σκοτάδι του Σπηλαίου.
«Ανέτειλας Χριστέ εκ Παρθένου, νοητέ Ήλιε της Δικαιοσύνης και Αστήρ σε υπέδειξεν, εν Σπηλαίω χωρούμενον τον αχώρητον» (τροπ., ήχος πλ. 8).
Την παράσταση συμπληρώνουν οι τρεις Μάγοι και ποιμένες.
Το πρότυπο πάντως της εικονογραφικής αυτής διάταξης της παραστάσεως της Γεννήσεως φαίνεται ότι υπήρξε στους Αγίους Τόπους, στο ναό της Γεννήσεως πού είχε οικοδομηθεί με δαπάνες του Μ. Κωνσταντίνου. Αντίγραφα αυτής πιστεύεται ότι είναι οι παραστάσεις που φέρουν μικρά δοχεία, αμπούλες, με τα οποία προσκυνητές μετέφεραν λάδι από τον τόπο πού γεννήθηκε ο Χριστός.
Αναφέρθηκε ήδη το χωρίο από τον ευαγγελιστή Ματθαίο, όπου γίνεται λόγος για το αστέρι που οδήγησε τους Μάγους στο Θείο Βρέφος: «και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Ο ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κων. Χαραλαμπίδης έχει ασχοληθεί με το θέμα της παράστασης του στοιχείου «φως» στην παράσταση της Γεννήσεως σε άρθρο του στο περιοδικό της Εκκλησίας της Ελλάδος Εφημέριος (ε. NT', τ. 11, σ.7) και μεταξύ άλλων αναφέρει σχετικά και τα εξής:
Η Γέννηση, τοιχ. Μονής Αντιφωνητή |
«Ως άστρο μόνο του, τυπική απεικόνιση του φωτός, διακρίνεται σε πολλά παλαιοχριστιανικά μνημεία. Σε γνωστό ύφασμα του θησαυροφυλακίου των Sancta Sanctorum στο Βατικανό, του Στ '- Ζ' αι., όπου η Γέννηση του Χριστού, το άστρο στον τύπο της μαργαρίτας εικονίζεται υψηλά, επάνω από τα δύο ζώα. Όλα περικλείονται σ' ένα φυτικό κυκλικό πλαίσιο. Ο νεογεννηθείς Χριστός φέρει σταυρόσχημο φωτοστέφανο. Ένα άλλο κοπτικό ύφασμα του Ε- Στ' αι., εκτεθειμένο στη Ν. Υόρκη, παριστά τον Χριστό στη φάτνη και τα δύο ζώα που τον θερμαίνουν. Στη μέση αυτών παρίσταται οκτάκτινο άστρο. Σε ασημένιο βραχιόλι στο Κάιρο, του ΣΤ' αι., το άστρο, αντίθετα παρουσιάζει έξι ακτίνες, ενώ η Θεοτόκος έχει χαρακτηριστικά, που προμηνύουν την επερχόμενη βυζαντινή τέχνη. Τα φιαλίδια των βορειο-ιταλικών πόλεων Bobio και Monza και της γερμανικής Βόννης, προερχόμενα από τα Ιεροσόλυμα, έχουν την απεικόνιση της Γέννησης του Χριστού με το άστρο. Και τα τρία έργα απεικονίζουν ναΐσκο, που δηλώνει μάλλον την εκκλησία της Γέννησης της Βηθλεέμ και την είσοδο στο σπήλαιο με μεταλλικό κιγκλίδωμα και αψιδωτό άνοιγμα. Επάνω από τη σκηνή διαφαίνονται τα γράμματα ICXC και το οκτάκτινο άστρο».
Η γέννηση του Χριστού - Τοιχογραφία στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Στέγης στο χωριό Κακοπετριά. 14ος αιώνας μ.Χ. |
Σε άλλο σημείο του άρθρου που προαναφέρθηκε ο Κων. Χαραλαμπίδης παρατηρεί ότι η παράσταση της ακτίνας που έρχεται από τον ουρανό αντικατοπτρίζει την ιδέα ότι η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση εξάρτηση από τον ουρανό και προσθέτει: «Η καινοδιαθηκική διήγηση για τον Χριστό ως φως του κόσμου και κανόνας για την πνευματική και ηθική πορεία για των πιστών (Ιω. 8, 12) ή ακόμη ως φως που λάμπει στον ευρισκόμενο στο σκότος και στον θάνατο λαό και τον φωτισμό του απέβη ο γνώμονας για την εικονογραφική απόδοση του φωτός στην παράσταση αυτή.[...] Αναφερόμενοι στο άστρο με τρεις προβολές (αιχμές) τονίζουμε ότι υπαινίσσεται τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, ενώ η μόνη κεντρική ακτίνα κατερχόμενη στη γη συμβολίζει την ενσάρκωση του Χριστού».
Το Δαφνί και ο Όσιος Λουκάς στο καθολικό τους έχουν να παρουσιάσουν δύο από τις πιο κλασικές απεικονίσεις της Γέννησης σύμφωνα με τα κύρια χαρακτηριστικά πού προσπαθήσαμε να διαγράψουμε.
Η Γέννηση του καθολικού του Οσίου Λουκά, που προηγείται χρονικά, κατέχει το ΝΑ ημιχώνιο του ναού και έχει φιλοτεχνηθεί με συμμετρία, με κίνηση, με χρωματική αρμονία. Εντυπωσιάζει η αφαιρετική διάθεση στη διαμόρφωση των βουνών και η κίνηση των Αγγέλων. Η Παναγία εικονίζεται ανακαθισμένη ν' ακουμπά το Βρέφος με το δεξί χέρι. Η στάση της δεν δείχνει την ταλαιπωρία του τοκετού, δηλώνει μάλλον την απουσία των ωδίνων του, η οποία υπογραμμίζει την θεία προέλευση του Ιησού.
Η Γέννηση, Ιερά Μονή του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία |
Στο Δαφνί η μεγαλειώδης τέχνη του ψηφιδωτού σε όλη την έξαρση και δυναμικότητα της, με σαφήνεια και αναδρομές στα αρχαιοελληνικά πρότυπα, αν και καταστραμμένη στο αριστερό κάτω τμήμα της -όπου εικονιζόταν κατά πάσα πιθανότητα το λουτρό- δημιούργησε μια σύνθεση όλο λαμπερά και φωτεινά χρώματα. Η Παρθένος, μισοξαπλωμένη εδώ, υποδηλώνει περισσότερο τη Σάρκωση, την πραγματική και αναμφισβήτητη ανθρώπινη υπόσταση του Θεού. Σκοπός του τονισμού του σημείου αυτού η τάση να μη θεωρείται φαινομενική η σάρκωση, η Γέννηση, αλλά πραγματική και ανάλογη με τη Θεία καταγωγή.
Η Γέννηση, Ψηφιδωτό Μονής Δαφνίου, 11ος αιώνας |
Μια μεγάλη εικόνα της Μονής Σινά πού αποτελείται από έξι σκηνές, μεταξύ των οποίων και μια Γέννηση, αποτελεί αντίθεση σε μέγεθος και λαμπρότητα ως προς τα δύο προηγούμενα μνημεία, αλλά συγκινεί με τη λεπτότητα και την αρμονική κίνηση των μορφών και τις μαλακές γραμμές του βουνού (14ος αι.). Η Παναγιά κι εδώ είναι καθιστή.
Εγκαυστική εικόνα από τη Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά 7ος αι. μ.Χ. |
Τρίτος τύπος απεικόνισης της Παρθένου στη Γέννηση είναι η γονατισμένη μπροστά στη φάτνη μάνα του Χριστού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εικόνα της Γεννήσεως από το τέμπλο της μονής Σταυρονικήτα στο Άγιον Όρος, πού φιλοτεχνήθηκε το 1546.
Η γέννηση του Χριστού - 1546 μ.Χ. - Mονή Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος (Κρητική σχολή, Θεοφάνης |
«Η προέλευση αυτής της λεπτομέρειας» σημειώνει η Αγάπη Καρακατσάνη «είναι δυτική και χρησιμοποιήθηκε πρώτα σε εικόνες ζωγραφισμένες για Δυτικούς με τη βυζαντινή νοοτροπία και βασικά, εικονογραφία. Στην μεταβυζαντινή ζωγραφική εμφανίζεται σχεδόν σύγχρονα στο Δωδεκάορτο αυτό (όπως και στην παράσταση της Γεννήσεως στο καθολικό της ίδιας μονής) και στην τοιχογραφία στο Καθολικό της μονής Βαρλαάμ στα Μετέωρα του Φράγκου Κατελάνου (1548) που μένει πιο πιστός στο πρότυπο του. Ύστερα διαδίδεται και χρησιμοποιείται συχνά, αν και το νόημα της Γεννήσεως αλλοιώνεται με την απεικόνιση της Παναγίας γονατιστής».
Γέννηση του Χριστού _ Φράγκου Κατελάνου (1548) _ Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων |
Σε δυτικές εικόνες μαζί με τη Μαρία εικονίζεται γονατιστός απέναντι της και ο Ιωσήφ και φυσικά κάθε ανάλογη ανατολική παράσταση έχει εκεί την καταγωγή της. Δεν είναι, γι' αυτόν το λόγο, παράξενο, πως κι ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά στην Ερμηνεία του, στο κεφάλαιο «Πώς ιστορίζονται αι δεσποτικαί εορταί...», λέει για τη Γέννηση: «Σπήλαιον και έσω εις το δεξιόν μέρος η Θεοτόκος γονατιστή και βάνουσα τον Χριστόν ως βρέφος σπαργανωμένον μέσα εις την φάτνην, και αριστερά ο Ιωσήφ γονατισμένος έχων τα χέρια σταυρωμένα εμπρός στο στήθος του...»
Όμως συγκριτικά είναι πολυπληθέστερες οι τοιχογραφίες κι οι εικόνες με παράσταση της Παναγίας ανακαθισμένης ή ξαπλωμένης. Ενδεικτικά σημειώνουμε εδώ το τρίπτυχο 14147 του Μουσείου Μπενάκη (1626), τη Γέννηση που φυλάσσεται στη Μ. Λαύρα του Άθω και ανήκει στη τέλη του 16ου αι. ή τη Γέννηση του τρίπτυχου του Γ. Κλόντζα, που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Θεολόγου της Πάτμου (μέσα 16ου αι.) και τη Γέννηση της Ι. Μ. Ζωοδόχου Πηγής Πάτμου, μια ωραία, «ιταλοκρητική», όπως τη χαρακτηρίζει ο Χατζηδάκης, εικόνα του 1480-1500 περίπου.
Τρίπτυχο Γεωργίου Κλοτζά, 16ος αιώνας |
Στις εικόνες που αναφέραμε πιο πάνω παρουσιάζεται κι ένα ακόμη πρόσωπο, ένας βοσκός (η ηλικία του ποικίλλει, αν και επικρατεί η μορφή γέροντα με σκούρο ρούχο), ο οποίος συνομιλεί με τον Ιωσήφ στηριγμένος σε ένα κλαρί που το χρησιμοποιεί σαν γκλίτσα. Πρόκειται για συμβολική παράσταση του Διαβόλου, που προέρχεται ως θέμα από τα Απόκρυφα και σκοπό έχει να υπογραμμίσει το δράμα του Ιωσήφ. Η παράδοση αυτή αναφέρει ότι ο Διάβολος, για να πειράξει τον Ιωσήφ, του έλεγε, καθώς εκείνος καθόταν παράμερα σκεφτικός, ότι όπως δεν μπορεί να φυλλοβολήσει το κλαρί που τον στήριζε, το ξερό, έτσι δεν γίνεται να γεννηθεί παιδί από παρθένο. Τότε το ξερόκλαδο άνθισε. Αυτό μας φέρνει στο νου εκείνες τις λίγες φράσεις του Καζαντζάκη: «Είπαν στη μυγδαλιά, αδελφή μίλησε μας για το Θεό, κι η μυγδαλιά άνθισε».Ίσως οι λέξεις να μην είναι ακριβώς αυτές, όμως το νόημα είναι το ίδιο μεγαλειώδες.
Το απολυτίκιο που ακολουθεί ακριβώς μαρτυρεί τη διάλυση του ερέβους - Διαβόλου και τη χαρά του Ιωσήφ που ακολούθησε τον πειρασμό του: «Ευαγγελίζου Ιωσήφ, τω Δαυίδ τα θαύματα τω Θεοπάτορι• Παρθένον είδες κυοφορήσασαν μετά Μάγων προσεκύνησας• μετά ποιμένων εδοξολόγησας δι'Αγγέλου χρηματισθείς. Ικέτευε Χριστόν τον Θεόν, σωθήναι τας ψυχάς ημών».
Η Γέννηση του Χριστού, 1717, Καθολικό Μονής Καρακάλλου, Αγ. Όρος |
Είναι απόλυτα εύστοχο αυτό που σημειώνει ο επίσκοπος Αχελώου Ευθύμιος: «Ο Ιωσήφ φλεγόταν στο καμίνι των σκέψεων του, χωρίς να γνωρίζει ότι ο μόνος που συμπαραστεκόταν στη δοκιμασία του ήταν Εκείνος που ήταν η αιτία της δοκιμασίας του: ο Υιός του Θεού»...
Σύγχρονη με την ίδρυση του ναού, κατά τον 16ο αιώνα, είναι και η τοιχογραφία της Γέννησης στο Καθολικό της Μονής Δοχειαρίου του Αγίου Όρους. Όμως εδώ έχουμε μια σύνθεση διαφορετική από τις άλλες που αναφέρθηκαν σε αυτό το κείμενο κι όσες λιγότερο ή περισσότερο είναι γνωστές. Πρόκειται για την εικονογράφηση ενός θαυμάσιου ιδιομέλου που αναφέρεται στη Σάρκωση του Κυρίου και το οποίο επαναλαμβάνουμε και εδώ:
Μονή Δοχειαρίου. Τοιχογραφία. Καθολικό, 1568. |
«Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι' ημάς• έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων, την ευχαριστίαν σοι προσάγει• οι Άγγελοι τον ύμνον• οι ουρανοί τον Αστέρα• οι Μάγοι τα δώρα• οι Ποιμένες το θαύμα• η Γη το Σπήλαιον• η έρημος την φάτνην• ημείς δε Μητέρα Παρθένον. Ο προ αιώνων Θεός, ελέησον ημάς».
Το σπήλαιο δεν υπάρχει και στη θέση του μεγαλόπρεπος θρόνος βαστάζει τη Θεοτόκο περίλαμπρη με τον Χριστό να ευλογεί στην αγκαλιά της. Είναι εδώ μια συμπύκνωση του λατρευτικού χρόνου -όπως παρατηρεί ο Καλοκύρης- που αισθητοποιείται εδώ με τον καλύτερο τρόπο από τη Βυζαντινή τέχνη. Το «Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ» έχει αγιογραφηθεί και στην Ι. Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους και σαν θέμα χρονολογεί την εμφάνιση του στα χρόνια των Παλαιολόγων.
Η Γέννηση παρουσιάζεται ανεξάρτητα από μια στενά συνδεδεμένη μαζί της σκηνή, την Προσκύνηση των Μάγων, πού την πιο παλιά της απεικόνιση διασώζει η κατακόμβη της Αγίας Πρισκίλλης στη Ρώμη. Εικονίζεται ο μάγος Βαλαάμ να δείχνει στη Βρεφοκρατούσα το αστέρι. Χρονολογία, 3ος αιώνας στο πρώτο του μισό! Νεότερη της αρκετά μία ωραιότατη σε χρωματισμό και κίνηση παράσταση της Προσκύνησης των Μάγων στο Δαφνί, πάνω από την Εις Αδου κάθοδον και το Μηνολόγιο του Βασιλείου Β' Βουλγαροκτόνου. V. Gr. 1613, όπου ωραιότατη σε κίνηση και χρωματισμό η Προσκύνηση» του, 979 - 984.
Η αρχαιότερη απεικόνιση της Γέννησης βρίσκεται στις κατακόμβες της Αγ. Πρισκίλλης, στην via Salaria στη Ρώμη, έργο αγνώστου καλλιτέχνη του τρίτου αιώνα. |
Η παράσταση της Προσκύνησης των Μάγων -Δαφνί, 11ος αιών |
Ο λόγος είναι πολύ φτωχός μπροστά στη Θεία Ενανθρώπιση. Ο λόγος όμως ενός πιστού που μια ζωή σπατάλησε (;) για να διαλαλεί το μεγαλείο της έχει εδώ καλύτερη την καλύτερη θέση. Είναι λίγες οι γραμμές του Φώτη Κόντογλου, από τις πολλές που αφιέρωσε για τον σκοπό αυτό:
«Η Γέννηση του Χριστού ζωγραφίζεται στα βυζαντινά εικονίσματα με την πνευματική αγιότητα που είναι ιστορημένη μέσα στο Ευαγγέλιο. Δηλαδή παριστάνεται σαν μυστήριο, ενώ η κοσμική ζωγραφική που είπαμε τη ζωγραφίζει σαν μια σκηνοθεσία και τίποτα παραπάνω. Κοιτάξετε καμιά τέτοια ζωγραφιά, όπως είναι του Κορέτζιου είτε του Μουρίλλου, και θα νιώσετε τι λέω. Στις δικές μας τις εικόνες η Γέννηση παριστάνεται με απλόν και βαθύ τρόπο, χωρίς επιτηδευμένα στολίσματα και μάταιες αισθηματολογίες. Όλα είναι απλά και ταπεινά, πλην μέσα στα απλά αυτά σχήματα υπάρχει εκείνο το Θρησκευτικό πνεύμα που είναι άπιαστο για τους άθρησκους, γιατί είναι ως πνοή αύρας λεπτής... Το αμαρτωλό χέρι μου αξιώθηκε να ζωγραφίσει κάμποσες Γεννήσεις σε σανίδι, και δύο σε τοιχογραφία, τη μια στο οικογενειακό παρεκκλήσι Γ. Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά, την άλλη, σε πολύ μεγάλο σχήμα, στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στο Λιόπεσι».
Η Γέννηση, τοιχ. Φώτη Κόντογλου, 1946 |
Σε εικόνα της Γέννησης και της Προσκύνησης των Μάγων που παλαιότερα απέδιδαν στονΕμμανουήλ Τζανφουρνάρη, του α' μισού του 17ου αιώνα (Μουσείο Μπενάκη), στη θέση αυτή του Ιωσήφ, που παριστάνεται δεξιά κάτω -στα αριστερά η Προσκύνηση- ο καλλιτέχνης ζωγραφίζει το λουτρό. Οι Μάγοι άλλοτε παριστάνονται έφιπποι και άλλοτε όρθιοι ή γονατιστοί. Άγγελοι ψέλνουν το δοξολογικό ύμνο και έτερος αγγέλλει το μεγάλο μήνυμα στους ποιμένες. Οι κινήσεις όλων δείχνουν έκσταση μπρος στο θαύμα. Σε άλλες παραστάσεις βοσκός καθισμένος παίζει το σουραύλι του. Πρόβατα ζωγραφίζονται δίπλα του, αλλά και σε διάφορα σημεία της σύνθεσης ενίοτε κι ένα ελάφι. Σε τοιχογραφία της Αγίας Παρασκευής Γεροσκήπου Πάφου της Κύπρου σ' αυτόν λέγει το μήνυμα ο Άγγελος, ενώ συνήθως αυτό γίνεται σε άλλο βοσκό. Ο Φώτης Κόντογλου περιγράφει σε άλλο έργο του ως εξής τη βυζαντινή Γέννηση:
«Ο τύπος της Γεννήσεως στους βυζαντινούς είναι τούτος: Στη μέση στέκεται ένα σπήλαιο σαν από κρουστάλλινα βράχια περισκεπασμένο. Μέσα στο μαύρο άνοιγμα του είναι μια φάτνη και μέσα βρίσκεται ένα μωρό φασκιωμένο, ο Χριστός, κι αποπάνω του τον αχνίζουνε με το χνώτο τους ένα βόδι κι ένα γαϊδούρι είτε άλογο. Η Παναγία είναι ξαπλωμένη πλάγι στο τέκνο της, απάνω σ' ένα στρωσίδι, όπως συνηθίζουνε στην Ανατολή. »Στο απάνω μέρος από τα δεξιά είναι χορός Αγγέλων σε στάση δεήσεως, ενώ από τ' αριστερά ένας άλλος Άγγελος, με φτερά ανοιχτά, μιλά με τους τσομπάνηδες σαν να τους λέγει τη χαροποιό είδηση. Στο κάτω μέρος από τα δεξιά παριστάνεται ο γερο-Ιωσήφ καθισμένος σ' ένα κοτρόνι και συλλογίζεται με το κεφάλι ακουμπισμένο στο χέρι του, κατά το Ευαγγέλιο που λέγει "ηβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν", καθ' όσο δεν ήθελε να εκθέσει την Παναγία που γέννησε δίχως νάναι δικό του παιδί. Μπροστά του στέκεται ένας γέρος τσομπάνης ακουμπισμένος στο ραβδί του, ντυμένος με προβιά, και του μιλά σα να θέλει να τον παρηγορήσει. »Στα αριστερά είναι ακουμπισμένη μια γριά που κρατάει στην αγκαλιά της το νεογέννητο γυμνό και δοκιμάζει με το χέρι της το ζεστό νερό μέσα σε μια κολυμπήθρα, ενώ μια μικρή χωριατοπούλα με το τσεμπέρι χύνει νερό για να κολυμπήσουνε το μωρό. Γύρω τους κι απάνω στις ραχούλες βοσκάνε πρόβατα, κάθουνται ξαπλωμένα και δύο-τρία μαντρόσκυλα. Ένας τσομπάνης αρμέγει. Πίσω από τη σπηλιά φαίνονται μέσα στα βουνά οι τρεις μάγοι καβαλλικεμένοι στ' άλογα, ο ένας σε άσπρο, ο άλλος σε μαύρο κι ο άλλος σε κόκκινο. Η σκηνή με τις γυναίκες που κολυμπάνε το βρέφος είναι παρμένη από τα Απόκρυφα Ευαγγέλια. »Είναι παράξενο πώς οι Βυζαντινοί ζωγράφοι, που ήταν ορθοδοξότατοι, βάζουνε στις εικόνες τους σκηνές που δεν είναι γραμμένες στο Ευαγγέλιο, παίρνοντας τες από βιβλία που δεν είναι κανονικά. Για τη Γέννηση βρίσκεται γραμμένο στα Απόκρυφα πως σαν πιάσανε οι πόνοι την Παναγία, πήγε ο Ιωσήφ να βρει καμιά μαμή και βρήκε μια γριά που τη λέγανε Σαλώμη κι αυτή έπλυνε το παιδί. Σε κάποιες αρχαίες τοιχογραφίες είναι γραμμένο και τ' όνομα της Σαλώμης».
Θεοφάνης ο Κρης, 16ος αι. |
Στη μεταβυζαντινή περίοδο, εξαιτίας δυτικών επιδράσεων, παρατηρούνται κακόδοξες διαφοροποιήσεις. Ήδη ο Θεοφάνης Στρελίτζας-Μπαθάς, ο κορυφαίος εκπρόσωπος της Κρητικής Σχολής, στη Γέννηση της μονής Σταυρονικήτα (1546) ιστορεί την Παναγία όχι λεχώνα ξαπλωμένη, αλλά γονατιστή με σταυρωμένα τα χέρια στα δεξιά του μικρού Χριστού, που τον ζεσταίνουν τα ζώα με τα χνώτα τους μέσα στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, ενώ ο ίδιος στη Μεγίστη Λαύρα τη ζωγραφίζει κανονικά, όπως οι Βυζαντινοί αγιογράφοι.
Θεοφάνη, Η Γέννηση του Χριστού, 1545-1546, Ι. Μ.Σταυρονικήτα, Άγ.Όρος |
Μετά τον Θεοφάνη σημειώνεται μεγαλύτερη υποτροπή. Στο «Επί σοι χαίρει» του σημαντικού Κρητικού αγιογράφου Θεόδωρου Πουλάκη (1670-1690), φορητή εικόνα που βρίσκεται στη μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου Πάτμου, στην παράσταση της Γέννησης, που ακολουθεί το δυτικό πρότυπο της Προσκύνησης των Μάγων, ο Ιωσήφ εικονίζεται κατ' αντιστοιχία με την Παναγία στα αριστερά του Χριστού με τον ίδιο τρόπο, γονατιστός με σταυρωμένα κι αυτός τα χέρια.
Θεόδωρος Πουλάκης, Μουσείο Civico Correr, Βενετία, 1675 |
Έκτοτε ο τύπος αυτός καθιερώνεται, αν και δεν εκλείπει ο βυζαντινός (λ.χ. στη Γέννηση και Προσκύνηση των Μάγων του α' μισού του 17ου αιώνα του Μουσείου Μπενάκη, η Παναγία ζωγραφίζεται λεχώνα ξαπλωμένη), ο Ιωσήφ πηγαίνει στ' αριστερά και η Παναγία παριστάνεται στα δεξιά του Χριστού, όπως ο Διονύσιος Ιερομόναχος εκ Φουρνά των Αγράφων (π. 1670 - π. 1744) στην Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης παραγγέλλει για την ιστόρηση της Γέννησης:
«Σπήλαιον και έσω εις το δεξιόν μέρος η Θεοτόκος γονατιστή βάνουσα τον Χριστόν ως βρέφος σπαργανωμένον μέσα εις την φάτνην και αριστερά ο Ιωσήφ γονατισμένος έχων τα χέρια σταυρωμένα εμπρός στο στήθος του...»
Σήμερα η μεγάλη πλειονότητα των αγιογράφων έχει επανέλθει στο βυζαντινό πρότυπο. Μπορεί όμως να δει κανείς, όπως π.χ. στην Τράπεζα της μονής Πανορμίτη Σύμης, Γέννηση φιλοτεχνημένη σε μοναστήρι του παλαιού ημερολογίου της Καλύμνου, όπως την περιγράφει ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά. Την Παναγία ζωγραφίζουν όπως οι αγιογράφοι του Βυζαντίου ο Σπύρος Παπαλουκάς (Μητροπολιτικός Ναός Άμφισσας, μεταξύ 1927-1932), ο Φώτης Κόντογλου στο ναό Ζωοδόχου Πηγής Παιανίας (έργο του 1946) κ.ά., ο Αγήνωρ Αστεριάδης σε λινόλεουμ (έργο του 1934), η μονή Παρακλήτου Ωρωπού (έργο του 1983 κ.ά.), η μονή Ορμύλιας Χαλκιδικής (εικόνα δίζωνη που φέρει πάνω τον Παντοκράτορα ανάμεσα στον Άγιο Σίμωνα και την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή και κάτω τη Γέννηση), ο Σπύρος Καρδαμάκης (φορητή εικόνα του 1994 κ.ά.), ο Βλάσης Τσοτσώνης (σε πολλά έργα του), η Λία Παπαγεωργοπούλου (σε πολλές τοιχογραφίες της) κ.ά.
Ανώνυμου, φορητή εικόνα, Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, πρώτο μισό 15ου αι. |
Ανάλογα με το σχήμα της τοιχογραφίας ή φορητής εικόνας, οι αγιογράφοι τοποθετούν γύρω από την κεντρική παράσταση τους ποιμένες, το λουτρό κτλ. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες αποθέτουν πάντα τη σφραγίδα του ταλάντου τους πρωτοτυπώντας και επεξεργαζόμενοι με ενάργεια το θέμα τους, όσο κι αν δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια στην ιστόρηση τέτοιων θεμάτων.
Στην αριστουργηματική Γέννηση του μεγάλου αγιογράφου του Πρωτάτου των Καρυών Αγίου ΌρουςΜανουήλ Πανσέληνου (1290), που δυστυχώς έχει υποστεί πολλές φθορές, ο Ιωσήφ δεν διαφέρει στο μέγεθος από τις γυναίκες στο λουτρό του Χριστού και θα έλεγε κανείς ότι μαζί τους (εκείνος αριστερά κι εκείνες δεξιά) αποτελεί μια ξεχωριστή σκηνή. Πάντως, τους έχει στραμμένη την πλάτη και με το χέρι στο κεφάλι φαίνεται πολύ σκεπτικός. Η Παναγία αγκαλιάζει τον μικρό Χριστό και ακουμπά με τρυφερότητα το στόμα της στο μάγουλό του σαν να το ασπάζεται.
Η γέννηση του Χριστού - Τοιχογραφία από το Πρωτάτο Αγίου Όρους 13ος αι. μ.Χ. |
Πολύ λεπτολόγος ζωγράφος, με πλούσιο τάλαντο, θαυμάσια χρώματα και αδρό σχεδιασμό, ο ζωγράφος του κυρίως ναού του καθολικού της μονής Βατοπεδίου στον Άθω (1312) έχει την Παναγία ανεστραμμένη, να βλέπει στο δεξιό μέρος της τοιχογραφίας, ενώ οι Μάγοι προσφέρουν από τα αριστερά τα δώρα τους στον μικρό Χριστό. Το λουτρό έχει σκεπαστεί από μεταγενέστερο χέρι, καθώς θεωρήθηκε προσβλητικό στοιχείο στην όλη παράσταση της Γέννησης, αν και πουθενά δεν συγκρούεται με το δόγμα, αφού ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Ακόμη και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συνιστά να μην το ζωγραφίζουν.
Σε τοιχογραφία της Γέννησης φιλοτεχνημένη στον 16ο αιώνα στη μονή Στρατηγοπούλου, που βρίσκεται στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων και λειτούργησε σ' αυτήν η περίφημη «Σχολή των Δεσποτών» -λέγεται και μονή Ντίλιου και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο- ο Ιωσήφ ιστορείται ξαπλωμένος κάτω δεξιά κι από πάνω του άγγελος. Σε άλλο μοναστήρι της Ηπείρου, στην Αγία Παρασκευή Μονοδενδρίου (Ζαγοροχώρια), ιστορημένο τον 15ο αιώνα, ο Ιωσήφ βρίσκεται κάτω στο κέντρο, με τον μικρό Χριστό από πάνω του και τους βοσκούς στ' αριστερά.
Η Γέννηση του Χριστού. Τοιχογραφία στο καθολικό της Μονής Βατοπαιδίου. Άγιον Όρος, 1312 |
Στη Γέννηση και Προσκύνηση των Μάγων του α' μισού του 17ου αιώνα, ζωγραφισμένη σε φορητή εικόνα, που παλαιότερα απέδιδαν στον Εμμανουήλ Τζανφουρνάρη, θα έλεγε κανείς ότι με συνειδητή επιλογή συνδυάζεται η ανατολική με τη δυτική παράδοση. Έτσι, ενώ στη Γέννηση (άνω μέρος) που ακολουθεί την πρώτη ο Ιωσήφ βρίσκεται κάτω δεξιά μ' έναν βοσκό, στην Προσκύνηση των Μάγων (κάτω αριστερά) Παναγία και Ιωσήφ βρίσκονται πάνω από τον Χριστό, που προσκυνούν τριγύρω οι Μάγοι. Σε χειρόγραφο του 12ου αιώνα, πολύ απλά οι Μάγοι οδηγούνται από άγγελο στο σπήλαιο για να προσκυνήσουν τον Χριστό, που τον κρατάει η Παναγία καθισμένη σε χαμηλό βράχο του Σπηλαίου.
Εκτός όμως από τον τύπο αυτό της Γέννησης υπάρχει κι άλλη παράσταση, όπως της τοιχογραφίας στην κόγχη της Τράπεζας της μονής Διονυσίου Αγίου Όρους (έργο του 16ου αιώνα), όπου η Παναγία είναι ένθρονη (ένα μικρό σπήλαιο που το προσφέρει η γη προσωποποιημένη σε γυναίκα έχει ζωγραφιστεί δεξιά στην άκρη). Η παράσταση αυτή εικονογραφεί τον περίφημο ύμνο των Χριστουγέννων «Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ».
Με τον ύμνο αυτό και την απεικόνιση του τονίζεται η συμμετοχή του ανθρώπινου γένους στο μυστήριο της σάρκωσης του Λόγου με την ίδια την Παναγία που το εκπροσωπεί. Στη μονή Διονυσίου, την απέριττη αυτή Γέννηση φιλοτέχνησε Κρητικός ζωγράφος, ο Ζώρζης, το 1570.
Ο μεγάλος Κρητικός ζωγράφος Δομήνικος Θεοτοκόπουλος - Γκρέκο (1541-1614) ξεκίνησε τη θητεία του στην τέχνη, αγιογραφώντας εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας, όπως το «Πάθος του Χριστού», ο «Ευαγγελιστής Λουκάς ενώ ζωγραφίζει την Οδηγήτρια», η «Κοίμηση της Θεοτόκου» κτλ. Στο Μουσείο Μπενάκη απόκειται νεανικό έργο του καλλιτέχνη με την «Προσκύνηση των Μάγων», που ακολουθεί όμως την Αναγέννηση.
Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Μουσείο Μπενάκη Αθήνα, περ.1565-1575 |
Η Νεοελληνική ζωγραφική έχει να παρουσιάσει Γεννήσεις που ακολουθούν τα δυτικά πρότυπα. Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς την Προσκύνηση των Ποιμένων του Μιχαήλ Δαμασκηνού ή τουΣτέφανου Τζαγκαρόλα (16ος-17ος αιώνας) -στο δεύτερο μόνο οι δύο εικονιζόμενοι προφήτες Μωυσής και Ησαΐας παραπέμπουν στη βυζαντινή εικονογραφία- η «Μήτηρ θεού», που κρατάει το νεογέννητο Χριστό του Νικολάου Γύζη (1842-1901), οι Τρεις Μάγοι του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878-1967) κτλ. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου έγραψε ένα πολύ αξιόλογο διήγημα για τη διείσδυση της αναγεννησιακής και της δυτικής τεχνοτροπίας στο Άγιον Όρος και τις αντιδράσεις που άρχισαν να σημειώνονται στον 20ό αιώνα με αφορμή την ιστόρηση εικόνας με τη Γέννηση του Χριστού.
Μιχαήλ Δαμασκηνός, β΄ μισό 16ου αι. «Η Γέννηση» |
Η Προσκύνηση των Μάγων του Ανδρέα Παβία, δεύτερο μισό του 15ου |
Εμμανουήλ Λαμπάρδος, Συλλογή Ανδρεάδη, Αθήνα, 16ος αι. |
Εκτός από τη Γέννηση και την Προσκύνηση των Μάγων, η Φυγή στην Αίγυπτο και η Βρεφοκτονία αποτέλεσαν αντικείμενο των Βυζαντινών αγιογράφων. Χαρακτηριστική απεικόνιση υπάρχει σε εικονογραφημένο χειρόγραφο της μονής Διονυσίου Αγίου Όρους. Βασίζεται στην αναφορά του Ευαγγελίου του Ματθαίου (2,13-14), σύμφωνα με την οποία στον ύπνο του Ιωσήφ παρουσιάστηκε άγγελος μετά την αναχώρηση των Τριών Μάγων και τον συμβούλευσε να πάρει τον Χριστό και τη μητέρα του στην Αίγυπτο, γιατί ο Ηρώδης έψαχνε να βρει το νήπιο και να το φονεύσει.
Η Γέννηση, φορ. εικόνα του Αντρέϊ Ρουμπλέφ, 1405 |
Από τη βυζαντινής τεχνοτροπίας Γέννηση του Χριστού επηρεάστηκε η εικονογραφία των Γεννήσεων της Παναγίας (Γενεσίου) και του Τιμίου Πρόδρομου. Σε εικόνες των μέσων του 14ου αιώνα από το Novgorod (Πινακοθήκη Tretyakov Μόσχας), η στάση λεχώνας της Θεοπρομήτορος Αγίας Άννας και της Αγίας Ελισάβετ μαζί με την απεικόνιση των λουτρών κατά το πρότυπο εκείνου του Ιησού είναι χαρακτηριστικές. Στη Ρωσία είχε διαδοθεί με τον ίδιο τύπο και η γέννηση του Αγίου Νικολάου.
Η Γέννηση του Χριστού, τοιχ., αρχιμ. Αμβροσίου |
Πηγή: (Από “Τα Χριστούγεννα της Ρωμιοσύνης”, εκδόσεις Τούμπης, Αθήνα 2005.), Ελλάς- Ορθοδοξία
http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/chatzifotis_gennisi.html
Τίτλος έργου : Μητροπολίτης Σεβαστιανός
Θέση: Αχαρνών 113-117, Προαύλιο Ι. Ν. Αγίου Παντελεήμωνος Αχαρνών
Έτος Κατασκευής: 2003
Υλικό Κατασκευής: Ορείχαλκος
Καλλιτέχνης: Αχιλλέας Βασιλείου
Αποτελεί δωρεά του Πανελλήνιου Συλλόγου Εφέδρων Αξιωματικών και Οπλαρχηγών Εθνικής Αντίστασης (Ε.Ο.Ε.Α.) «Ν.Ζέρβας».
Ο Αχιλλέας Βασιλείου κατάγεται από την Ήπειρο και έχει τελειώσει την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Έχει συμμετάσχει σε πολλούς πανελλήνιους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς, αποσπώντας βραβεία και επαίνους. Τα έργα του καλλιτέχνη βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός, κατά κόσμον Σωτήριος Οικονομίδης, γεννήθηκε στις 20 Ιουνίου του 1922 στα Καλογριανά Καρδίτσης. Έμεινε ορφανός από μικρή ηλικία και ακολούθησε σπουδές στην Θεολογική Σχολή Αθηνών κατά τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Το 1949 ολοκλήρωσε τις σπουδές του και το 1956 έγινε μοναχός στην Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη. Το 1957 διορίστηκε Ιεροκήρυκας στην Ιερά Μητρόπολη Ιωαννίνων, όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Εξελέγη από την Σύνοδο την 1η Ιουνίου του 1967 ως Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης. Ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός έχει εγγραφεί στην εκκλησιαστική συνείδηση ως εκείνος που ανάστησε το βορειοηπειρωτικό ζήτημα και εξ αυτού του λόγου χαρακτηρίστηκε ως ο κήρυκας των δικαιωμάτων του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού. Αντλώντας νομιμοποίηση από το γεγονός ότι ένα τμήμα της μητροπολιτικής του επαρχίας βρισκόταν σε συνθήκες θρησκευτικής ανελευθερίας, καθώς από τον Νοέμβριο του 1967 ο Εμβέρ Χότζα απαγόρευσε την ελεύθερη έκφραση της θρησκευτικής συνειδήσεως, θεώρησε χρέος να υψώσει φωνή διαμαρτυρίας και να μεταφέρει όπου γης το δράμα των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου. Για τον σκοπό αυτόν, έκανε εκατοντάδες ομιλίες σε όλη την Ελλάδα, φτάνοντας μέχρι και το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, κι έγραψε πολυάριθμα βιβλία. Κάθε Φεβρουάριο, επ’ ευκαιρία της επετείου της Αυτονομίας της Β. Ηπείρου το 1914, διοργάνωνε «τριήμερον πένθους και προσευχής», τον δε Δεκαπενταύγουστο τελούσε αγρυπνία στο μοναστήρι της Μολυβδοσκέπαστης, την οποία αφιέρωνε στα εθνικά θέματα. Το 1982 ίδρυσε τη Συντονιστική Φοιτητική Ένωση Βορειοηπειρωτικού Αγώνα, η οποία συνεχίζει μέχρι και σήμερα τον αγώνα του. Εκοιμήθη στις 12 Δεκεμβρίου του 1994 ενώ το σκήνωμά του ετάφη στον περίβολο της Ιεράς Μονής Παναγίας Μολυβδοσκέπαστου, στα σύνορα της Ελλάδος με την Αλβανία.
Φωτογράφος: Ηλίας Γεωργουλέας
Πηγή: http://www.athenssculptures.com/2014/05/bishop-sevastianos.html
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...