Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
12 Νοεμβρίου 2024

nero 01


Αυτή ήτο η τελευταία λέξις του αποθανόντος και ταφέντος περιβοήτου Νίκου Καζαντζάκη. Ποίος ημπορεί να ισχυρισθή μετά βεβαιότητος περί της σημασίας της λέξεως αυτής, προφερομένης κατά την υστάτην στιγμήν του βίου του, καθ' ην εν αγωνία παρέδιδεν, επί της επι­θανατίου κλίνης του, την ψυχήν εις «τον Θεόν των πνευμάτων και πάσης σαρκός;»

Πολύ φοβούμεθα, ότι ενέχει την ιδίαν σημασίαν με την επίκλησιν του άφρονος εκείνου πλουσίου, προς τον πατέρα Αβραάμ, ότε ωδυνάτο εν τη φλογί εκείνη τη αφορήτω. Διότι, ομολογουμένως, ο Καζαντζάκης υπήρξε και αυτός άφρων πλούσιος. Όχι υλικώς αυτός, αλλά πνευματικώς. Υπήρξε φορεύς σπανίου και επιφθόνου πνευματικού πλούτου, διά την κτήσιν του οποίου ουδόλως εκοπίασεν, αφού ήτο θεία δωρεά, και τον κατεδαπάνησεν ασώτως και επί βλάβη του κόσμου. Διότι αναμφιβόλως εζημίωσε και τον εαυτόν του και ψυχάς αναριθ­μήτους. Διό, και προγευόμενος απ' εντεύθεν των αποκειμένων αιωνίων τιμωριών, διά το ανυπολόγιστον έγκλημά του, έγκλημα υπέρτερον όλων των διωκτών του Χριστιανισμού, ως αναφερόμενον εις την διαστροφήν της θείας αληθείας και τόσων πνευμάτων, εζήτει, διψών νερό!....

* * *

Δεν αντιδικώμεν προς τον νεκρόν. Δεν χαιρεκακώμεν εις την δυστυχίαν του. Δεν προτιθέμεθα να ενοχλήσωμεν την μνήμην του. «Ο αποθανών δεδικαίωται», του­λάχιστον από της πλευράς των ζώντων. Η χριστιανική σκέψις χρηστεύεται, ώστε να μη επιτρέπη μικρά συναισθήματα, και η καρδία αγαπά, ώστε να προσεύχεται δι' όλας τας ψυχάς, αγίας και εναγείς. Και υπέρ εκείνων, που έκαμαν εις τον κόσμον μεγάλο κακόν, ομοίως με εκείνας που έκαμαν μικρόν ή έβλαψαν μόνον εαυτάς.

Ο σκοπός του άρθρου τούτου είναι άλλος. Δεν προτίθεται να κρίνη τον άνθρωπον, αλλά τας ιδέας του. Τας ιδέας του, αι οποίαι έκριναν και κρίνουν την πνευματικήν κατάστασιν του κόσμου. Ο άνθρωπος εκ των λόγων του δικαιούται ή κατακρίνεται. «Εκ των λόγων σου κρίνω σε δούλε πονηρέ». Οι δημόσιοι άνδρες, ως φορείς ιδεών, θέτουν εις δοκιμασίαν τους ανθρώπους, και τας ιδέας των. Το ποίας ιδέας έχει έκαστος, είναι εκ των πλέον κρισίμων πραγμάτων. Καθορίζει την αιωνίαν μοίραν του, προς το φως ή προς το σκότος.

* * *

Με ποία κριτήρια θα κρίνωμεν τας ιδέας του Καζα­ντζάκη; Με τα χριστιανικά. Πέραν του χριστιανισμού, δεν υπάρχει ειμή έρεβος πυκνόν. Η ιστορία της φιλοσοφίας των ανθρώπων ουδέν έτερον εστίν, ή ιστορία του ψεύδους.

Αγωνιώδεις προσπάθειαι της αρχαιότητος, λευκασμένοι κεφαλαί των διασημοτέρων πνευμάτων, μελέται βαθείαι επί της φύσεως των θείων και ανθρωπίνων πραγμάτων, δεν παρήγαγον τίποτε περισσότερον από σκιάς. Και τούτο, διότι η αλήθεια διέστη από τον άνθρωπον, αφ' ότου ο άνθρωπος εμακρύνθη από του Θεού, και η πεπτωκυία και διαφθαρείσα φύσις του κατέστη ανεπίδεκτος των λάμψεων του θείου φωτός.

Μόνος ο Χριστός έφερε πάλιν το φως της αληθείας εις τον άνθρωπον, αφού προηγουμένως τον ανέπλασε δια της υπερφυούς θυσίας του και τον κατέστησε δεκτικόν του αγίου φωτός του.

Και ο άνθρωπος επανήλθεν εις «το αρχαίον αξίωμα» «δια της συγκράσεως», της θείας με την φθαρείσαν ανθρωπίνην φύσιν. Με το άγιον βάπτισμα και την μετάληψιν του Σώματος και Αίματος του Κυρίου, εισερχόμεθα εις την περιοχήν του πνευματικού φωτός. Όρος της παραμονής μας εντός της περιοχής ταύτης, όπου καταλάμπεται η ψυχή μας από τας ακτίστους ενεργείας της θείας χάριτος, είναι η διατήρησις της πίστεώς μας προς τον Χριστόν, η αγάπη μας, η ομολογία των αμαρτιών μας, η τήρησις των θείων εντολών του.

* * *

Ο Καζαντζάκης, λοιπόν, ήτο εστερημένος του φωτός της αληθείας, επειδή, παρά τον νηπιοβαπτισμόν του εις τας υπερφυείς συνεπείας του μυστηρίου, δεν επίστευεν εις τον Χριστόν. Από του σημείου της απιστίας του και εντεύθεν αρχίζει η περιπετειώδης πλάνησις του όχι συνήθους νου του. Όσον εκυριάρχει η απιστία, τοσούτον ηυξάνετο και το σκότος της ψυχής. Ο κακός εντεύθεν βίος, δεν ήτο παρά η συνέπεια ενός ανθρώπου εις τα σκότη διαπορευομένου και ένθεν κακείθεν προσκρούοντας τους πόδας του. Και επληρώθη εις αυτόν ο λόγος του Κυρίου: «Όταν δε το ακάθαρτον πνεύμα εξέλθη από του ανθρώπου, -δια του Βαπτίσματος- διέρχεται δι' α­νύδρων τόπων ζητούν ανάπαυσιν, και ουχ ευρίσκει. Τότε λέγει. εις τον οίκον μου επιστρέψω, όθεν εξήλθον. και ελθόν ευρίσκει σχολάζοντα και σεσαρωμένον και κεκοσμημένον. Τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ' εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού, και εισελθόντα κατοικεί εκεί, και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου, χείρονα των πρώτων» (Ματθ. ιβ'43). Εντεύθεν όλα εξηγούνται. Δεν τίθεται πλέον ζήτημα εκτροπής της ψυχής αυτής, αλλά γεννάται ένα θέμα άλλο: Εις ποίαν έκτασιν επλανήθη ο άνθρωπος και ποίους χαρακτήρας φέρει ως κακόν, ως ψεύδος, ως δαιμονικήν ενέργειαν, ως στέρησιν φωτός.

Εκάστη προσωπικότης είτε εσκοτισμένη, είτε φωτεινή, φέρει τα ιδιάζοντα στοιχεία μεθ' εαυτής του κακού και του καλού. Και τα καλά και τα κακά εκπορεύονται από τας φυσικάς πηγάς των τας πνευματικάς, του θυμικού, του επιθυμητικού και του λογιστικού. Εις το πρώτον αναλογούν η αγία ή η σαρκική αγάπη, η ορμή προς το αγαθόν ή το κακόν. Εις το δεύτερον η σωφροσύνη ή η ακολασία. Και εις το τρίτον η αλήθεια ή το ψεύδος, ως ορθή πίστις, ως ορθαί ιδέαι ή ως αιρέσεις και πεπλανημένοι περί των πραγμάτων ιδέαι. Εντεύθεν προεκβάλλει ο πνευματικός άνθρωπος «εκ του πονηρού ή αγαθού θησαυρού της καρδίας» τας σκέψεις και ιδέας, κατά τρόπον φυσικόν. Φαντασθήτε, λοιπόν, μίαν, παραπάνω από τα κοινά μέτρα, ψυχοπνευματικήν ύπαρξιν, με διάστροφον το τριμερές της ψυχής, με εσκοτισμένον το λογιστικόν, με ακόλαστον το επιθυμητικόν και το θυμικόν έρπον εις την απόλαυσιν των γηίνων, και ιδού, έχετε τον δυστυχή Νίκον Καζαντζάκην, ως συγγραφέα.

* * *

Αι εξαίρετοι νοητικαί δυνάμεις αυτού και η ενασχόλησίς του με την συγγραφήν, του επέτρεψαν να δύναται να αρέση εις τον εστερημένον ορθών κριτηρίων κόσμον. Τί ημπορούσε να παραγάγη η καρδία και ο νους του Κα­ζαντζάκη; «Ει ουν το εν σοι φως, σκότος εστί, το σκότος πόσον;» «Ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός. Είναι ένας καλός άνθρωπος, που αγωνίστηκε και νίκησε την κατωτέρα του φύσιν και έγινε "Θεός". Ωσάν άνθρωπος είχε όλες τις αδυναμίες που έχει κάθε άνθρωπος». Και επάνω εις τον καμβά αυτόν του ψεύδους, αρχίζει να κεντά με τέχνην πολλήν τοιαύτας ασεβείας, προ των οποίων ερυθριά από εντροπήν και αγανάκτησιν η χριστιανική ψυχή. Οι γυμνοί πίστεως και ανερμάτιστοι πνευματικώς και ηθικώς ενεθουσιάσθησαν. Εντεύθεν το λιβανωτόν λατρείας εις το ξόανον Καζαντζάκη, όστις ουδέν περισσότερον είπεν από τους προ αυτού πολεμίους του χριστιανισμού, ειμή μόνον ότι απέδωσε εις τον Χριστόν άθλια πά­θη, και ανθρωπαθείς αδυναμίας. Αυτό μας ενδιαφέρει να μάθωμεν ως χριστιανούς, το τί εφρόνει σχετικώς με την αγίαν πίστιν μας, και πώς ημείς αντιμετωπίσαμεν τον φορέα των βλασφήμων αυτών αιρέσεων. Τα άλλα συγγράμματά του, τα ταξειδιωτικά και πατριωτικά, δεν μας ενδιαφέρουν πόσης αξίας λογοτεχνικής είναι. Είναι αδύνατον πάντως, εστερημένος θείου φωτός, αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος υπήρξεν «άγιος» του ρωσικού κομμουνισμού υ­πό το σλαυιστί μεταποιημένον όνομά του, ως Νικολάι Καζάν, να γράψη αληθώς ωραία πράγματα και ωραίως αληθή. Ο «Καπετάν Μιχάλης» του, ως εκφραστικόν πατριωτικών αισθημάτων, αναλυόμενον το έργον τούτο, αποτελεί εκδήλωσιν χυδαίου και βαρβάρου πατριωτισμού υπό την πλέον χονδροειδή μορφήν του. «Μήτι συλλέγουσιν από ακανθών σταφυλήν ή από τριβόλων σύκα; Ούτω παν δένδρον αγαθόν καρπούς καλούς ποιεί, το δε σαπρόν δένδρον καρπούς πονηρούς ποιεί» (Ματθ. ζ' 16).

* * *

Από σεβασμόν εις την «Αγιορειτικήν Βιβλιοθήκην» και δια να μη μολύνωμεν την σκέψιν των αναγνωστών της, δεν θα παραθέσωμεν αποσπάσματα εκ των βε­βήλων βιβλίων του αξιοθρήνητου Καζαντζάκη, ελπίζοντες ότι πάντες θα επληροφορήθησαν περί των βλασφημιών του.

Αλλ' ο Καζαντζάκης ήδη απέθανε και ετάφη και συνηριθμήθη μετά των εχθρών του Χριστιανισμού, Νίτσε, Ρενάν, Βάουρ. Δυστυχώς δι' ένα διάστημα θα ζη δια των βιβλίων του και θα συνεχίζη το άχαρι και καταστροφικόν έργον του εις τας ψυχάς των ασθενών και αστηρίκτων αν­θρώπων. Κι' ύστερα θα λησμονηθή και αυτός, ως μία α­παισίας μνήμης μορφή των γραμμάτων, η οποία έζησε χωρίς Χριστόν και εις την μέθην του νου επάνω, επολέμησε τον Χριστόν. Αλλά «δεινόν το προς κέντρα λακτίζειν». Μας ανανέωσε την γνωστήν και παλαιάν διδαχήν, κατά την οποίαν, «οι μακρύνοντες από του Θεού απολούνται».

Η περίπτωσις Καζαντζάκη, από χριστιανικής απόψεως -δηλαδή από της μόνης αληθούς σκοπιάς- είναι σταθερώς τοποθετημένη: Όσοι είναι μακράν της πίστεως, του Σταυρού και της Αναστάσεως, όχι μόνον «μέλλουν αποθανείν», αλλ' είναι απ' εντεύθεν νεκροί. Επομένως, δι' ημάς τους κοινωνούντας τω Σταυρώ του Κυρίου και τη Αναστάσει αυτού, δεν είναι άγνωστον, ότι οι μη εκ πίστεως καθαιρόμενοι δια της συσταυρώσεως και ελλαμπόμενοι τω αΰλω και πνευματικώ της Αναστάσεως φωτί, διατελούν «εν σκότει και σκιά θανάτου». Δεν μας εκπλήττει το γεγονός, ότι μεγαλοφυΐαι, έξοχα πνεύματα του κόσμου, ποιηταί με εξαιρετικά στοιχεία δεξιότητος ποιητικής, καλλιτέχναι του λόγου και της μουσικής, συγγραφείς και φιλόσοφοι δημιουργικοί, όντες γυμνοί της θείας στολής της χριστιανικής πίστεως, ασωτεύουν επί βλάβη της ανθρωπότητος τα θεία δώρα του πνεύματος και ουδένα αληθή χριστιανόν ούτε να συγκινήσουν δύνανται, ούτε να πείσουν, ούτε να ωφελήσουν. Αποδεικνύονται δε οι «μεγάλοι» αυτοί, άσοφοι και κατώτεροι και από τον πλέον απλοϊκόν χριστιανόν, ο οποίος καταλάμπεται υπό του φωτός της πίστεως, διότι «ούτως εγένετο ευδοκία ενώπιον του Θεού», όστις «εξελέξατο τα μωρά του κόσμου, ίνα τους σοφούς καταισχύ­νη», επειδή αφέθησαν εις τας συλλήψεις της μη κεκαθαρμένης από την θείαν εν Χριστώ ζωήν φαντασίας των και ηρνήθησαν το θαυμαστόν της πίστεως φως.

* * *

Το φως τούτο δεν δίδεται εις τα υπερήφανα πνεύματα, ούτε εις τους οιηματίας, ούτε εις τους «παρ' εαυτοίς φρονίμους», ούτε εις εκείνους τους Χριστιανούς, οι οποίοι συμβιβάζουν την εγκοσμίαν ευδαιμονίαν με την ευσέβειαν, αλλά εις τους ταπεινούς, τους κλαίοντας, τους προσευχομένους πολύ, τους πενθούντας εν Κυρίω, τους αγαπώντας τον σταυρόν του Χριστού, τους κακοπαθούντας. Το φως τούτο δίδεται εις τους «μη έχοντας ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούντας» και δια κλαυθμού ιερού βεβαιούντας την προς αυτήν την πό­λιν αγάπην των. Εις τους πεινώντας και διψώντας την επιφάνειαν του Χριστού, όπως ο Δαυίδ κλαίων έλεγε: «Πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω του Θεού; Εγενήθη τα δάκρυά μου εμοί άρτος νυκτός και ημέρας εν τω λέγεσθαί μοι καθ' εκάστην ημέραν, πού εστιν ο Θεός σου;» Ή ωσάν τον θείον Παύλον και τους αγίους μας Πατέρας, οι οποίοι εισδύσαντες εις την ουσίαν της ζωής αυτής δυνάμει της εκπληρώσεως όλων των εντολών -όλων- και της χάριτος του Κυρίου, και διασχίσαντες τα νέφη της υλώδους φύσεως διά της αγάπης, εισήλθον εις τον γνόφον των αλαλήτων και αφάτων μυστηρίων και επέστρεψαν κλαίοντες εις την γην, με ένα κλαυθμόν που κάμνει τον Θεόν να προσέχη τον κλαίοντα και να τον ε­ρωτά: «Τί βοάς προς με;» «Αρκεί σοι η χάρις μου. Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται».

* * *

Κατακλείοντες το παρόν άρθρον, εκφράζομεν την βαθείαν ημών θλίψιν και απογοήτευσιν, δια την προκοπήν του δυσμοίρου τούτου Έθνους μας, διότι ευρέθησαν χριστιανοί άνθρωποι ή ακαθορίστου ιδεολογικής τοποθετήσεως ή εστερημένοι ευθιξίας, διευθύνοντες την ιστορικήν πορείαν των πόλεων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Κρήτης, οι οποίοι ετόλμησαν ν' απονείμουν τιμάς εις τον εχθρόν του Χριστιανισμού, διά της ονοματοδοτήσεως οδών εις το όνομα του Καζαντζάκη. Οποία ανατροπή πάσης εννοίας ηθικής τάξεως!

Πώς εις τας κρισίμους στιγμάς της Εθνικής μας ζωής θα επικαλεσθώμεν την άμαχον βοήθειαν του Θεού ημών και της Υπερμάχου Στρατηγού, την οποίαν ύβρισεν ασεβέστατα, όταν επισήμως τιμώμεν τον εχθρόν Αυτής και Υιού της;

Επαινούμεν τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Α­θηνών και πάσης Ελλάδος κ. Θεόκλητον, αρνηθέντα να επιτρέψη την απόθεσιν του νεκρού, διά προσκύνησιν, εν τω μητροπολιτικώ Ναώ, παρά τας πιέσεις των αρχόντων του κόσμου τούτου. Την πράξιν του αυτήν θεωρούμεν ως αυτόχρημα πατερικής πνοής και ηρωισμού και συγχαίρομεν αυτόν και τω ευχόμεθα πολλά και ειρηνικά τα έτη του.

Ίσως η μεταχείρισις αυτή του σκήνους του ανθρώπου εκείνου, να ενεπνεύσθη υπό Θεού διά να εύρη κάποιο έλεος εκεί, και το όπερ δεν ηδυνήθη, κατά την επιθανάτιον αγωνίαν του, να πιη νερό!....

Άγιον Όρος 8/21.XI. 1957

Μονάζων

 

Πηγή: (Άρθρο του μηνιαίου εκκλησιαστικού και θρησκευτικού περιοδικού ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, Νοέμβριος - Δεκέμβριος, Βόλος 1957), (Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ, Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980), Τεύχος 22. Ιανουάριος - Απρίλιος 2008, Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»),  Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

 

fwths kontogloy 03

kontogloy gia kazatzakh 01


Ὁ ἀείμνηστος πολυτάλαντος Φώτιος Κόντογλου ὑπῆρξεν ὁ «ἀνάδοχός» τοῦ Ὀρθόδοξου Τύπου, καθὼς ἡ ὀνομασία τοῦ διεμορφώθη εἰς τὴν τελικήν της μορφὴν ὑπ’ αὐτοῦ καὶ κοσμεῖ ἕως τὴν σήμερον μὲ τὰ ἰδικὰ του γράμματα τὴν πρόσοψιν τῆς ἐφημερίδος. 

Τὴν 13ην Ἰουλίου συμπληρώνονται 52 ἔτη ἐκ τῆς ἐκδημίας του, μὲ τὸν λόγον τοῦ ὅμως νὰ παραμένη παρ’ ὅλα αὐτὰ πάντοτε ἐπίκαιρος. Εἰς παρέμβασίν του διὰ τὸ ζήτημα τῶν Θρησκευτικῶν ὁ Σέβ. Ναυπάκτου ἀνεφέρθη εἰς τὸ ἄτοπόν τῆς συμπεριλήψεως κειμένου τοῦ Ν. Καζαντζάκη εἰς τοὺς νέους φακέλους. Παραθέτομεν ἀνέκδοτον ἐπιστολὴν ντοκουμέντο τοῦ Φ. Κόντογλου, εἰς τὴν ὁποίαν ἐκφράζει τὴν γνώμην του διὰ τὸ ἔργον τοῦ Καζαντζάκη ὡς πρὸς τὴν....

Ὀρθόδοξον πίστιν: 

 

Ἀθῆναι 9 Ἰουνίου 1954 

Ἀγαπητὲ κύριε Καβαρνέ, 

Ἐπῆρα χθὲς τὸ γράμμα σου, καὶ σήμερα τὰ ἄρθρα σου γιὰ τὴν λογοτεχνία μας. Σὲ εὐχαριστῶ καὶ γιὰ τὰ δύο. 

Σὲ συχαίρω ἀπὸ καρδιᾶς, γιὰ τὴν πίστη σου στὸν σωτήρα μας, τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος θὰ εὐλογεῖ τὸ ἔργο σου. Τὰ γραφόμενά σου ἔχουν τὸ ἄρωμα ἐκεῖνο, ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴν εὐσέβεια. Ὁ Καζαντζάκης ὑπῆρξε πολὺ στενὸς φίλος μου, εἶνε καλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶνε ἐπιπόλαιος, καὶ ἀγαπᾶ τοὺς βερμπαλισμοὺς καὶ τὶς φωνές. Ἀντίποδα τῶν ὅσων πιστεύουμε καὶ ἀγαποῦμε! Ἔπαιξε μὲ ὅλα, μὲ βουδδισμούς, μὲ νιτσεϊσμούς, μὲ χριστιανισμούς, μὲ ὅ,τι θέλεις. Τὰ γραφόμενά του εἶνε κούφια, κοινοτοπίες κι’ ὁλοένα γίνονται χειρότερα. Ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἐλεήσει. Τὸν χαρακτηρίζεις πολὺ καλά. Τὸ ἴδιο καὶ τὸν Βενέζη, ἀλλὰ «ἄφετε τοὺς νεκροὺς θάπτειν τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς». Ὡραία μιλᾶς καὶ γιὰ τὸν Κάλβο, καὶ γιὰ τὸν Σολωμό. Ἀλλὰ γιὰ τὸν Κάλβο μιλᾶς πιὸ καλά. Καὶ εἶδες πὼς ἡ χριστιανικὴ πίστη μᾶς δίνει τὴν ἐλευθερία. «Ὅπου Χριστός, ἐκεῖ καὶ ἐλευθερία». 

Ὅ,τι γράφω γιὰ τὸν Καζαντζάκη σὲ παρακαλῶ νὰ μὴ κοινοποιηθῆ. Δὲν θέλω νὰ λυπήσω ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ εἶχα κάποτε συνδεθῆ μαζί του, ἀλλὰ ἡ ἀθρησκεία του καὶ ἡ βλασφημία του μὲ στενοχωρεῖ πολύ. Ἄλλως τὲ καλὰ- καλὰ δὲ μὲ ἐνδιαφέρει διόλου ἡ λογοτεχνία. 

Φ.Κ.

 

Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό

fwths kontogloy 02


Ο αείμνηστος πολυτάλαντος Φώτιος Κόντογλου υπήρξεν ο «ανάδοχος» του «Ο.Τ.», καθώς η ονομασία του διεμορφώθη εις την τελικήν της μορφήν υπ’ αυτού και κοσμεί έως την σήμερον με τα ιδικά του γράμματα την πρόσοψιν της εφημερίδος.

Την 13ην Ιουλίου συμπληρώνονται 52 έτη εκ της εκδημίας του, με τον λόγον του όμως να παραμένη παρ’ όλα αυτά πάντοτε επίκαιρος. Εις παρέμβασίν του δια το ζήτημα των Θρησκευτικών ο Σεβ. Ναυπάκτου ανεφέρθη εις το άτοπον της συμπεριλήψεως κειμένου του Ν. Καζαντζάκη εις τους νέους φακέλους. Παραθέτομεν ανέκδοτον επιστολήν ντοκουμέντο του Φ. Κόντογλου, εις την οποίαν εκφράζει την γνώμην του δια το έργον του Καζαντζάκη ως προς την Ορθόδοξον πίστιν:

Αθήναι 9 Ιουνίου 1954

Αγαπητέ κύριε Καβαρνέ,
Επήρα χθες το γράμμα σου, και σήμερα τα άρθρα σου για την λογοτεχνία μας. Σε ευχαριστώ και για τα δύο.

Σε συχαίρω από καρδιάς, για την πίστη σου στον σωτήρα μας, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, ο οποίος θα ευλογεί το έργο σου. Τα γραφόμενά σου έχουν το άρωμα εκείνο, που βγαίνει από την ευσέβεια. Ο Καζαντζάκης υπήρξε πολύ στενός φίλος μου, είνε καλός άνθρωπος, αλλά είνε επιπόλαιος, και αγαπά τους βερμπαλισμούς και τις φωνές. Αντίποδα των όσων πιστεύουμε και αγαπούμε! Έπαιξε με όλα, με βουδδισμούς, με νιτσεϊσμούς, με χριστιανισμούς, με ο,τι θέλεις. Τα γραφόμενά του είνε κούφια, κοινοτοπίες κι’ ολοένα γίνονται χειρότερα. Ο Θεός να τον ελεήσει. Τον χαρακτηρίζεις πολύ καλά. Το ίδιο και τον Βενέζη, αλλά «άφετε τους νεκρούς θάπτειν τους εαυτών νεκρούς». Ωραία μιλάς και για τον Κάλβο, και για τον Σολωμό. Αλλά για τον Κάλβο μιλάς πιο καλά. Και είδες πως η χριστιανική πίστη μας δίνει την ελευθερία. «Όπου Χριστός, εκεί και ελευθερία».

Ο,τι γράφω για τον Καζαντζάκη σε παρακαλώ να μη κοινοποιηθή. Δεν θέλω να λυπήσω έναν άνθρωπο, που είχα κάποτε συνδεθή μαζί του, αλλά η αθρησκεία του και η βλασφημία του με στενοχωρεί πολύ. Άλλως τε καλά- καλά δε με ενδιαφέρει διόλου η λογοτεχνία.

Φ.Κ.

Ορθόδοξος Τύπος


Πηγή: Ακτίνες

 kazantzakhs 01


Την εποχή που ήμουν φοιτητής γινόταν πολύς λόγος για τον Καζαντζάκη και τα έργα του, που κυκλοφορού­σαν πάρα πολύ και διαβάζονταν από τους νέους. Επει­δή άκουγα πολλά για τον Καζαντζάκη και για τις περι­πέτειες της ζωής του, ήθελα να έχω προσωπική γνώμη. Γι’ αυτό άρχισα να διαβάζω προσεκτικά και, κατά το δυνατόν, απροκατάληπτα τα έργα του.

Το πρώτο βιβλίο που επέλεξα να διαβάσω ήταν «ο φτωχούλης του Θεού», που ήταν συγγενέστερο στις χρι­στιανικές απόψεις. Διαπίστωνα ότι περιέγραφε θαυμάσια τα γεγονότα, είχε πραγματικά ένα υπέροχο λογοτεχνικό ταλέντο, αφού διατύπωνε τις απόψεις του με ωραίο τρό­πο, δυνατές λέξεις και κυρίως με λεπτότητα εκφράσεων. Όμως κατάλαβα ότι, εν πολλοίς, εξέφραζε έναν μονα­χισμό ξένο προς την Ορθόδοξη Παράδοση. Δεν μπόρε­σε ποτέ να καταλάβη την ορθόδοξο μοναχισμό. Αυτό ση­μαίνει ότι παρουσίαζε τον μοναχισμό μέσα στα δυτικά πλαίσια, αφού στην Δύση ο μοναχισμός αναπτύχθηκε στην προσπάθεια να σωθή η Εκκλησία. Αντίθετα, στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ο μοναχός αγωνίζεται να σωθή ο ίδιος και όχι να σώση την Εκκλησία. Πέρα από αυτό η παρουσίαση του μοναχού ως αντίθετο προς την ανθρώπινη γνώση, ως επιθετικόν προς την κοινωνία και τα γράμματα, η συναισθηματική έξαρση, η πορεία μέχρι την συναισθηματική βίωση του Σταυρού, χωρίς να καταλήγη και στην Ανάσταση, η άγνωστη για την Ορθοδοξία ταύτιση των πληγών του Χριστού με τις σωματικές πλη­γές του ανθρώπου, παρουσιάζουν μια ξένη κατάσταση προς την Ορθοδοξία, είναι ουσιαστικά ξένο σώμα στην Παράδοσή μας. Ο Φραγκίσκος της Ασίζης έφθασε μέ­χρι την βίωση (αρρωστημένα) του Σταυρού του Χριστού, ενώ ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ έφθασε στην εμπειρία της Αναστάσεως, όπως εκφραζόταν στον χαιρετισμό του, «Χριστός Ανέστη, χαρά μου».

Το δεύτερο βιβλίο του Καζαντζάκη που διάβασα ήταν «ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Στο βιβλίο αυτό φαινό­ταν καθαρά η σοσιαλιστική αντίληψη του συγγραφέα. Δεν πρόκειται εδώ να παρουσιάσω τις απόψεις μου για το βι­βλίο και τις ιδέες που περικλείονται σ’ αυτό. Θα αρκεσθώ στην παρουσίαση μερικών εντυπώσεών μου από την ανάγνωση. Πρώτον, διέκρινα μια λογοτεχνία ξεπερασμέ­νη για την εποχή μας. Ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί ωραίες εκφράσεις, περιπεπλεγμένες προτάσεις, ενώ η σύγ­χρονη λογοτεχνία αρκείται στην παρουσίαση της εικόνας με λίγες, λιτές και απλές λέξεις. Δεύτερον, διακρίνεται ο Καζαντζάκης για τον παθολογικό ηδονισμό της περι­γραφής διαφόρων ερωτικών σκηνών, φυσικών και ανωμάλων. Η σύγχρονη ψυχολογία μπορεί να κάνη αναλύ­σεις πάνω στο σημείο αυτό. Τρίτον, ο Καζαντζάκης ου­σιαστικά είναι πουριτανός, εκφράζει το δυτικό πνεύμα. Από την μια επαινεί υπερβολικά τον Παπά-Φώτη, χρη­σιμοποιώντας εκφραστικότατα κοσμητικά επίθετα, από την άλλη κατεβάζει μέχρι τα «τάρταρα» της Κολάσεως τον Παπά-Γρηγόρη. Ξεχωρίζει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς με ανάλογα δικά του αισθήματα. Αυτό συνιστά δυτική και κυρίως πουριτανική αντίληψη, όπως το περιγράφει πολύ ωραία ο Παπά-Φιλόθεος Φάρος, και διαφέρει πολύ από ανάλογες περιγραφές του Παπαδιαμάντη, ο οποίος παρουσιάζει και τα λάθη των Κληρικών, ό­πως και όλων των ανθρώπων, αλλά στέκεται με αγάπη, σεβασμό, περιμένοντας την τελική κρίση από τον Θεό. Ο Παπαδιαμάντης δεν χωρίζει τους ανθρώπους σε κα­λούς και κακούς με κριτήρια ηθικολογικά, αλλά βλέπει την τρεπτότητά τους τόσο προς το κακό όσο και προς το καλό και κυρίως αφήνει τον Θεό να τους κρίνη.

Μελέτησα και άλλα έργα του Καζαντζάκη. Αλλά ε­κείνο που με εντυπωσίασε ήταν η αλληλογραφία που εί­χε με έναν ιερέα που υπηρετούσε στην Αμερική και Ονο­μαζόταν Εμμανουήλ Παπαστεφάνου. Μου έκαναν τερά­στια εντύπωση οι επιστολές του Καζαντζάκη γιατί είναι αρκετά εκφραστικές. Στην αλληλογραφία αυτή διατύπω­νε τις σκέψεις του για τα βιβλία που έγραφε τότε, ζητού­σε την γνώμη του Παπαστεφάνου και γενικά φαίνεται ό­λος ο χαρακτήρας και οι σκέψεις του. Σε μια επιστολή του ο Καζαντζάκης έγραφε στον Παπαστεφάνου: «Γρά­φε μου ταχτικά και μεγάλα γράμματα. Αν αργώ λίγο, μη στενοχωράσαι. Είμαι πνιγμένος σε αγωνία. Η φωνή σου, απ’ την άλλην άκρα του Ωκεανού, με σώζει». Τον παρακαλεί να του στείλη τις σκέψεις του, την «θεογονία» του, για να την περιλάβη στο βιβλίο του «Συμπόσιο». Με­ταξύ των άλλων του γράφει: «Γι’ αφτό σε παρακαλώ θερ­μότατα γράψε μου όσο μπορείς λεπτομερέστερα τη θεο­γονία σου, έτσι θα με βοηθήσεις πολύ να βάλω στο στό­μα σου τα λόγια ακριβώς που σου ταιριάζουν».

Τον καιρό που έγραφε την «ασκητική» του, είχε τα­κτική αλληλογραφία με τον Ιερέα Εμμανουήλ Παπαστε­φάνου, ο οποίος, όπως φαίνεται, διαπνεόταν από τις ί­διες αντιλήψεις. Από το Βερολίνο που βρισκόταν εκείνη την εποχή (1922-1923) ο Καζαντζάκης του έστειλε επιστο­λή με την εξής αρχή: «Άρχισα, αδερφέ Παπαστεφάνου, ένα νέο βιβλίο, μυστικό τέλειο. Salvatores Dei», δηλαδή σωτήρες του Θεού. Στα γράμματά του παρουσιάζει όλο το περιεχόμενό της «ασκητικής του» και τα κεντρικά ση­μεία. Κάπου γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Θεός μου είναι όλο λάσπη, αίματα, επιθυμίες κι δράματα. Δεν είναι ο αγνός, άσπιλος, παντοδύναμος, πάνσοφος, δίκαιος πα­νάγαθος. Δεν είναι φως. Με αγώνα, με κάματο μετουσιόνει τη νύχτα μέσα στα σωθικά του και την κάνει φως. Ανηφορίζει αγκομαχώντας τον ανήφορο της αρετής. Φωνάζει βοήθεια. Δεν μα σώζει. Εμείς τονε σώζομε. Salvatores Dei! Τι θα πει τόνε σώζομε; Σώζομε μέσα απ’ την εφήμερη πήλινη ύπαρξή μας την πνοή την αιώνια, μετουσιόνουμε τη σάρκα, τον αέρα, το νερό και τα κάνομε πνέμα». Και μεταξύ των άλλων συνιστά: «Πρέπει χωρίς άλο να Ιδρύσομε Εκκλησίες στα διάφορα μέρη».

Στην αλληλογραφία αυτή φαίνεται η αγωνία του Κα­ζαντζάκη να δημιουργήση έναν δικό του Θεό. Ο Καζαν­τζάκης πραγματικά πέρασε από πολλά στάδια στην ζωή του. Αυτό φαίνεται εκφραστικότατα σε μια από τις τε­λευταίες επιστολές του, που την έγραψε την 25-4-54. Με­ταξύ των άλλων γράφει:

«Τρία τα μεγάλα θεολογικά στάδια που πέρασα:

1   - Θεέ μου, εσύ θα με σώσης·

2   - Θεέ μου, εγώ θα σε σώσω·

3   - Μαζί θα συνεργαστούμε μαζί θα σωθούμε, Θεέ μου».

Μόνο μέσα από τα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε όλο το έργο του Καζαντζάκη. Έτσι ακριβώς το είδα διαβά­ζοντας κείμενά του, πριν από πολλά χρόνια. Ανέφερα όλα αυτά γιατί τα συνδέω αναπόσπαστα με το βιβλίο του «ο τελευταίος πειρασμός». Πρέπει να ομολογήσω ότι προσπάθησα να διαβάσω και αυτό το βιβλίο, για το οποίο είχε γίνει πολύς λόγος. Πραγματικά, άρχισα να δια­βάσω τις πρώτες σχεδόν 100 σελίδες, αλλά δεν μπόρεσα να συνεχίσω. Ήταν γραμμένο με τέτοια εμπάθεια, διαστρέβλωνε τόσο πολύ τα πράγματα, ώστε παρά την επιθυμία μου να το διαβάσω ολόκληρο, χάρη περιεργείας, ως αντικειμενικός αναγνώστης, δεν το άντεξα. Απλώς αρκέστηκα να διαβάσω αποσπασματικά μερικές σελίδες του. Με την ανάγνωση των πρώτων σελίδων και την α­ποσπασματική ανάγνωση τμημάτων του βιβλίου, αφού η συνείδησή μου διαμαρτυρόταν να το τελειώσω ολόκλη­ρο, συνέλαβα το νόημα και τις «βλασφημίες» του βιβλίου αυτού.

Αργότερα το έτος 1988, το βιβλίο «ο τελευταίος πει­ρασμός» έγινε κινηματογραφική ταινία από τον Σκορτσέζε και παιζόταν σε κινηματογράφους των Αθηνών. Τότε έγινε πολύς λόγος. Υπήρξε και αντίδραση από πλευράς Εκκλησίας και διαφόρων Χριστιανών. Την εποχή εκείνη με παρεκάλεσαν από την Ιερά Σύνοδο να γράψω τις απόψεις μου. Στην συνέχεια το καταχωρώ ολόκληρο το κείμενο, όπως ακριβώς γράφτηκε τότε.

Η προβολή της ταινίας που αναφέρεται στο ψευτο­πρόβλημα του «τελευταίου πειρασμού» του Χριστού δεί­χνει ότι δεν είναι ο πρώτος και τελευταίος πειρασμός του Χριστού και της Εκκλησίας, δείχνει, δηλαδή, ότι ούτε τώρα άρχισε, αλλά ούτε και πρόκειται να τελειώση η αν­τίδραση εναντίον του Χριστού. Ο Συμεών ο Θεοδόχος το έχει προφητεύσει: «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγό­μενον» (Λουκ. β, 34). Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι πειρασμός του Χριστού, γιατί Αυτός δεν υφίσταται καμμία προσβολή από την προβολή, όπως ο ήλιος δεν υφίσταται φθορά από την οποιαδήποτε αμφισβήτηση, αλλά είναι σημαντικός πειρασμός του ίδιου του ανθρώπου. Άλλωστε κάθε Χριστολογικό θέμα αναφέρεται και επεκτείνεται στον άνθρωπο και άρα είναι ανθρωπολογικό και σωτηριολογικό πρόβλημα.

Έτσι με την ταινία αυτή, όπως και με άλλες που έ­χουν παραπλήσιο περιεχόμενο οι άνθρωποι προβάλλουν τον ίδιο τον αρρωστημένο εαυτό τους και τον καθορίζουν αρνητικά. Εάν κάθε κίνηση σκέψεως και κάθε ενέργεια θελήσεως μεταφέρει στον γύρω κόσμο και γνωστοποιεί τα κρυπτογραφημένα μηνύματα του εσωτερικού κόσμου, αυτό πολύ περισσότερο ισχύει για την ταινία του «τελευ­ταίου πειρασμού». Και εάν κάθε εχθρική κίνηση εναντίον του Θεού έχει σημαντικές συνέπειες για την ζωή του αν­θρώπου αυτό το ίδιο συμβαίνει και με την εχθρική κίνη­ση εναντίον του Χριστού, αφού είναι Θεός αληθινός.

Επομένως, δεν αισθανόμασθε τόσο την ανάγκη να υπερασπίσουμε τον Χριστό, τον οποίο φυσικά ομολογού­με, αλλά κυρίως αισθανόμαστε την ανάγκη να υπερασπίσουμε τον ίδιο τον άνθρωπο. Γιατί κάθε υποτίμηση του Χριστού έχει συνταρακτικές συνέπειες για την σωτηρία του ανθρώπου και γενικά για τον ίδιο τον άνθρωπο. Άλ­λωστε Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός παραδόθηκε στον θά­νατο χωρίς να αντισταθή, ούτε ζήτησε, αλλά και ούτε ά­φησε τους Μαθητάς Του να τον υπερασπίσουν ή να αντισταθούν. Στον Απόστολο Πέτρο που επεχείρησε να Τον υποστηρίξη είπε χαρακτηριστικά: «βάλε την μάχαιραν εις την θήκην» (Ιω. ιη, 11). Αυτός παραδόθηκε «εις χείρας ανθρώπων αμαρτωλών», αλλά στην πραγματικότητα αυτή η παράδοση είναι ζωή για τον άνθρωπο, αφού ο Χρι­στός δοξάσθηκε, αλλά και δόξασε τους ανθρώπους. Ο Χριστός έχει μια ζωή που είναι πέρα από τον θάνατο, εί­ναι στην πραγματικότητα υπέρβαση του θανάτου, αλλά και αυτής της βιολογικής ζωής. Άλλωστε, το εσφαγμένον Αρνίον της Αποκαλύψεως, που είναι ο Ίδιος ο Χρι­στός νικά τελικά το θηρίο της Αποκαλύψεως. Υπάρχει, λοιπόν, ένας διωγμός που είναι δόξα. Και υπάρχει ένας θάνατος που είναι ανάσταση. Άρα το ψευτοπρόβλημα του «τελευταίου πειρασμού» του Χριστού είναι στην πραγματικότητα ένα υπαρκτό πρόβλημα του ίδιου του αν­θρώπου.

Η Εκκλησία και ο σκοπός της

Αυτή μέσα σε γενικές γραμμές είναι και η ατμόσφαι­ρα της Εκκλησίας, που δεν είναι ένας κατεστημένος θε­σμός, αλλά το Σώμα του Χριστού. Σήμερα πολλοί άνθρω­ποι μιλούν για έναν Χριστιανισμό που έφερε έναν καινού­ριο πολιτισμό και άλλαξε ριζικά τις κοινωνικές συνθή­κες ζωής. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθή αυτήν την πραγ­ματικότητα. Αλλά πρέπει να τονισθή ότι πολλοί από μας προσδίδουμε στον Χριστιανισμό μια ιδεολογική νοο­τροπία.

Η λέξη Χριστιανισμός χρησιμοποιείται για να δηλώση μια ιδιαίτερη ιδεολογία που είναι έτοιμη να αντιπαραταχθή σε άλλες ανθρωποκεντρικές ιδεολογίες και να δώση και τον δικό της λόγο. Όμως πρέπει να νοιώθουμε τον Χριστιανισμό κυρίως και προ παντός ως Εκκλησία, που δεν υποτάσσεται, αλλά και ούτε συγκαταλέγεται σε καμμιά ιδεολογία. Η ιδεολογία διακρίνεται για τις αν­θρωποκεντρικές και ουμανιστικές ιδέες που δεν έχουν στενή σχέση με την πραγματική ζωή, διαποτίζεται από την διάθεση της επιβολής με κάθε τρόπο και μέσο, χω­ρίς αγάπη και ελευθερία, που αποβλέπει στην απόκτηση οπαδών που θα διαδίδουν τις ιδέες αυτές, που θυσιάζει τους οπαδούς της και καταφέρεται, όταν χρειασθή, ανελέητα εναντίον των εχθρών της. Όμως η Εκκλησία δεν υποτάσσεται σε τέτοια απάνθρωπη νοοτροπία, αλλά εί­ναι η μάνα των ανθρώπων.

Άλλωστε η λέξη Εκκλησία σημαίνει την σύναξη, την συνάθροιση των διεσκορπισμένων. Είναι σημαντικό ότι κατά την διάρκεια της Λειτουργίας στην αποστολική ε­ποχή και μάλιστα κατά την προσφορά του άρτου γιά να γίνη Σώμα Χριστού υπήρχε η εξής προσευχή: «Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο εν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλη­σία από των περάτων της γης εις την σην βασιλείαν».

Αυτό δείχνει και την καθολικότητα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία έχει την πλήρη και ολοκληρωμένη αλήθεια για τον Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν διαστάσεις και μεμονομένες απολυτοποιήσεις της ζωής. Η Εκκλησία διαθέτει ολόκληρη την αλήθεια, ενώ η αίρεση διακρίνεται για την μερικότητα και την αποσπασματικότητα. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι κάθε αποσπασματικότητα και κάθε υπερτονισμός ενός μέρους της αλήθειας σε βάρος της καθολικότητος όχι μό­νο συνιστά αιρετικό τρόπο ζωής, αλλά ταυτόχρονα συνιστά και ένα σχιζοφρενικό τρόπο ζωής. Άλλωστε, αφού η αίρεση ορίζεται ως επιλογή ενός μέρους της αλήθειας και η σχιζοφρένεια ορίζεται ως υπερτονισμός ενός μέρους και παραθεώρηση ενός άλλου, ή του πληρώμα­τος της καθολικότητος, αυτό σημαίνει ότι κάθε αίρεση συνδέεται στενά με την σχιζοφρένεια, δηλαδή την απομονωμένη λειτουργία της ανθρώπινης προσωπικότητος.

Έτσι, λοιπόν, η Εκκλησία έχουσα όλη την αλήθεια που είναι στην πραγματικότητα όχι αφηρημένη, αλλά υπαρξιακή, αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους και αγωνίζεται να τους οδηγήση στην θέωση, που συνιστά την πνευ­ματική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αντίθετα, πολλές ανθρώπινες επιδιώξεις, που εκφράζονται με τις ιδεολο­γίες και την τέχνη είναι αποσπασματικές, γι’ αυτό και καταλυτικές για την αλήθεια και τον άνθρωπο. Η ται­νία αυτή που τώρα άρχισε να προβάλλεται είναι αποσπασματική, γιατί δείχνει μια πλευρά του Χριστού και μάλι­στα κακοποιημένη.

Το διδασκαλικό έργο της Εκκλησίας

Αφού η Εκκλησία ως Θεανθρώπινο Σώμα και όχι ως ένα ανθρώπινο σωματείο, ως Θεανθρώπινος Οργανισμός και όχι ως μια ανθρώπινη οργάνωση διαθέτει την αλή­θεια και την σωτηρία, επιδιώκει δια των Ποιμένων της να καθοδηγήσει το λαό στη βίωση αυτής της αλήθειας.

Κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος ένα από τα βασι­κά καθήκοντα του Ποιμένος είναι το διδασκαλικό, αφού «διδάσκαλος έστιν όντως». Αν η διδασκαλία είναι απαραίτητη σε όλες τις εποχές, πολύ περισσότερο χρειάζε­ται στην δική μας εποχή, στην οποία επικρατεί ένας θα­νάσιμος συγκρητισμός. Συμβιβάζουμε όλα τα ασυμβίβαστα, λατρεύουμε πολλές θεότητες, καταλήγουμε στην ειδωλολατρεία, απομονώνουμε τις ανθρώπινες λειτουργίες από την ολότητα της ψυχοσωματικής μας υπάρξεως και γενικά διαταράσσουμε την υπάρχουσα ισορροπία.

Είναι λυπηρό να ονομάζεται κάποιος Χριστιανός και μάλιστα να θίγεται όταν αποκληθή διαφορετικά, ενώ αρνείται ή αγνοεί βασικές διδασκαλίες της πίστεως. Και το χειρότερο είναι όταν το κάνη αυτό εν ονόματι μιας κα­κώς νοουμένης τέχνης, μιας επιδερμικής κουλτούρας και μιας ψευδούς ελευθερίας. Βέβαια, η αληθινή τέχνη δεν υπερτονίζει ένα μέρος της ζωής σε βάρος του άλλου, η πραγματική κουλτούρα δεν απορρίπτει βασικές πλευρές της ανθρώπινης ζωής και η ουσιαστική ελευθερία δεν απομονώνεται ή αποξενώνεται από την αληθινή αγάπη. Σε αντίθετη περίπτωση η τέχνη υποβαθμίζει τον άνθρωπο, η κουλτούρα τον νεκρώνει και η ελευθερία οδηγεί την αν­θρώπινη ύπαρξη στο μηδέν.

Γι’ αυτό οι Ποιμένες της Εκκλησίας πρέπει να προ­σφέρουν την Ευαγγελική και εκκλησιαστική αλήθεια στους πιστούς της και να τους αναγεννούν καθημερινά.

Αυτό είναι αναγκαίο και απαραίτητο γιατί αυτή η διδα­σκαλία, επειδή συνδέεται με τις εντολές του Χριστού, εί­ναι θέμα ζωής. Ο Ίδιος ο Χριστός είπε: «ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώ­νιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω. ε’ 24). Άρα ο λόγος του Θεού δεν είναι ένας κενός, φλύαρος, ανθρώπινος λόγος, αλλά θεία Χάρη και θεία ενέργεια και επομένως αναγεν­νά τον άνθρωπο.

Βέβαια, μερικοί σήμερα αισθάνονται ώριμοι και πεπληρωμένοι και δεν θέλουν να δέχωνται πνευματική κα­θοδήγηση από τους Ποιμένας της Εκκλησίας. Ισχυρί­ζονται ότι οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι για την ζωή τους και ότι μόνοι τους θέλουν να αναζητήσουν να βρούν την α­λήθεια, γι’ αυτό και αρνούνται κάθε είδους υπευθυνότητα και αρμοδιότητα στους Ποιμένες της Εκκλησίας. Αλλά η πνευματική ωριμότητα έγκειται στην ταπείνω­ση του πνεύματος και στην έλευση της θείας Χάριτος. Ώριμοι δεν είναι εκείνοι που κλείονται ερμητικά στον ε­αυτό τους και τον θέτουν κριτήριο και κέντρο όλου του κόσμου, αλλά όσοι ταπεινώνονται, εξέρχονται από την φρικτή φυλακή του εαυτού τους και αναζητούν την πλη­ρότητα στον Χριστό και την Εκκλησία Του. Και η προ­σφορά της αλήθειας γίνεται δια των γνησίων Ποιμένων.

Ο Χριστός, μιλώντας προς τους Μαθητάς Του είπε: «ο ακούων υμών εμού ακούει και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί· ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λουκ. ι, 16). Οι Ποιμένες της Εκκλησίας δεν είναι α­πλώς οι αντιπρόσωποι του Χριστού, ωσάν ο Χριστός να κατοική απλώς στους ουρανούς και έχει εκχωρήσει τα καθήκοντα της διακυβερνήσεως της Εκκλησίας στους Ποιμένες, αλλά το μυστήριο της αισθητής παρουσίας του Χριστού πάνω στην γη. Γι’ αυτό και οι Ποιμένες της Εκ­κλησίας είναι εις τύπον και τόπον της Κεφαλής της Εκκλησίας, δηλαδή του Χριστού. Ο ιερός Χρυσόστομος δι­δάσκει ότι έργο του ιερέως είναι να παρακολουθή τις αι­ρετικές διδασκαλίες και ιδέες που κυκλοφορούν, και στην συνέχεια να διδάσκη τον λαό, ώστε να προφυλαχθή από αυτές. Έτσι, πνευματική ωριμότητα διαθέτει ο άνθρω­πος εκείνος, που καθοδηγούμενος από τους Ποιμένες της Εκκλησίας, όπως ο Ισραηλιτικός λαός από τον Μωυσή, εξέρχεται από την γη της Αιγύπτου και πορεύεται προς την γη της επαγγελίας.

Ο Θεάνθρωπος Χριστός

Και ερχόμαστε στο βασικό σημείο το οποίο, δυστυ­χώς, διαστρεβλώνεται στην ταινία στην οποία αναφερόμαστε. Βασική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι ότι ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, δηλαδή τέλειος Θεός και τέ­λειος άνθρωπος. Η θεία με την ανθρώπινη φύση ενώθηκαν ατρέπτως, αναλλοιώτως, ασυγχύτως και αδιαιρέτως στο Πρόσωπο του Λόγου. Αυτή η πίστη είναι το θεμέλιο της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν πρόκειται για μια λεπτο­μέρεια, που αν κλονισθή ίσως δεν επιφέρει καμμία αλλοίωση στον εκκλησιαστικό Οργανισμό, αλλά για το κεντρικό θεμέλιο της πίστεως. Γιατί, εφ’ όσον ο Χριστός είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας, αυτό σημαίνει ότι αν κλονισθή αυτή η διδασκαλία, τότε αυτομάτως και η Εκκλη­σία συγκαταλέγεται μεταξύ των ανθρωποκεντρικών συ­στημάτων και άρα ο άνθρωπος παραμένει αιωνίως αλύτρωτος.

Είναι χαρακτηριστικός ένας διάλογος που έγινε με­ταξύ του Χριστού και των Μαθητών Του. Τους ερώτησε: «τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;». Εκείνοι τον πληροφόρησαν ότι τον θεωρούν ως τον Ηλίαν, τον Ιερεμίαν ή έναν από τους άλλους Προφήτας. Και όταν ο Χριστός επανήλθε και ζήτησε την προ­σωπική τους άποψη πάνω στο θέμα αυτό, ο Απόστολος Πέτρος εξ ονόματος όλων απήντησε: «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Με αφορμή αυτήν την ο­μολογία ο Χριστός διεκήρυξε: «μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, άλλ ο πα­τήρ μου ο εν τοίς ουρανοίς, καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκ­κλησίαν» (Ματθ. ιστ, 13-18). Η πέτρα πάνω στην οποία στηρίζεται η Εκκλησία είναι η ομολογία ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι όταν κλονίζεται αυτή η πίστη και ομολογία, τότε κλονίζονται τα θεμέλια της Εκκλησίας.

Ο Χριστός, εκτός του ότι είναι αληθινός Θεός, είναι και αληθινός άνθρωπος, δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο ενηνθρώπησε, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Όμως υπάρχουν μερικοί σήμερα οι οποίοι όχι μόνον δεν μπορούν να καταλάβουν την θεότητα του Χρι­στού, αλλά ούτε μπορούν να ερμηνεύσουν και την ανθρωπότητα του Χριστού. Ισχυρίζονται ότι ο Χριστός ως άν­θρωπος είχε όλα τα προβλήματα εκείνα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι, κυρίως τα σαρκικά, και έτσι θέλουν να τον ερμηνεύσουν, όπως γίνεται στην ταινία στην οποία αναφερόμαστε.

Το θέμα είναι αρκετά μεγάλο και δεν θέλουμε να κου­ράσουμε τον αναγνώστη με την ανάπτυξη της ορθόδοξης διδασκαλίας πάνω στο κρίσιμο αυτό σημείο. Εκείνο ό­μως που θέλουμε ιδιαιτέρως να υπογραμμίσουμε είναι ότι, ενώ ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση με όλα τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη, εν τούτοις δεν προσέλαβε τα λεγόμενα διαβλητά και αμαρτωλά πάθη, που είναι αποτέλεσμα της πτώσεως του Αδάμ, όπως διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. Τα αδιάβλητα πάθη τα οποία προσέλαβε ο Χριστός, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό είναι «η πείνα, η δίψα, ο κόπος, ο πόνος, το δάκρυον, η φθορά, η του θανάτου παραίτησις, η δει­λία, η αγωνία, εξ ης οι ίδρωτες, οι θρόμβοι του αίματος, η δια το ασθενές της φύσεως υπό των αγγέλων βοήθεια και τα τοιαύτα, άτινα πάσι τοίς ανθρώποις φυσικώς ενυπάρχουσι». Παρά ταύτα ο Κύριος δεν προσέλαβε τα δια­βλητά πάθη, τα οποία συνιστούν την αμαρτία, γι’ αυτό είναι τελείως αναμάρτητος. Ο Απόστολος Πέτρος έγρα­φε στην Καθολική του επιστολή: «ος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α, Πετρ. β, 22). Και ο Ίδιος ο Χριστός προκαλούσε τους συγχρό­νους Του: «Τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιω. η, 46).

Επομένως, ο Χριστός δεν είχε τις σαρκικές επιθυμίες και τις επαναστάσεις του σώματος, αφού, όπως λέγει πά­λι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, μεγάλος δογματικός θεολόγος της Εκκλησίας,, «ουδέ το σπερματικόν και γεννητικόν είχε ο Κύριος». Και ξέρουμε καλά από την διδα­σκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, ότι το σπερ­ματικό και γεννητικό είναι αποτέλεσμα του προπατορι­κού αμαρτήματος και είναι βλασφημία να υποστηρίζουμε ότι ο Χριστός είχε τέτοια προβλήματα. Ο Χριστός προσέλαβε όλη την ανθρώπινη φύση, γι’ αυτό και δεν εί­ναι κατά φαντασία άνθρωπος, αλλά όμως την προσέλα­βε χωρίς την αμαρτία. Άρα, η αγωνία και ο εσωτερικός πειρασμός για την διάπραξη της αμαρτίας, η αμφιταλάντευση γύρω από το θέμα αυτό, η αποδοχή της αμαρτίας στο επιθυμητικό μέρος της ψυχής, η αγωνιώδης κατάστα­ση του συνδυασμού, πολύ δε περισσότερο η πραγματο­ποίηση της αμαρτίας είναι ξένα προς τον Χριστό και ε­πομένως καθαρά αίρεση και βλασφημία.

Αυτός ο προβληματισμός είναι καρπός και αποτέλεσμα του προβληματισμού του συγγραφέα του βιβλίου πά­νω στο οποίο στηρίχθηκε η ταινία (δηλαδή του Καζαντζάκη), ο οποίος προς το τέλος της ζωής του ομολόγησε: «Τρία τα μεγάλα θεολογικά στάδια που πέρασα. 1. Θεέ μου, εσύ θα με σώσης. 2. Θεέ μου, εγώ θα σε σώσω· 3. Μαζί θα συνεργασθούμε μαζί θα σωθούμε Θεέ μου». Σ’ αυτήν την πορεία φαίνεται η αγωνία του «Θεού» του συγγραφέως, αλλά και η αγωνία του συγγραφέως να σώση τον δικό του «Θεό». Αυτή η αγωνία έχει περάσει και στην ταινία.

Αλλά όλο αυτό το περιεχόμενο είναι άγνωστο στον αληθινό Θεό της Εκκλησίας, δηλαδή τον Θεάνθρωπο Χριστό. Στις φράσεις που αναφέραμε πιο πάνω φαίνεται άφ’ ενός μεν η ανθρωποκεντρικότητα του «θεού», αφ’ ετέρου δε η παντοδυναμία του ανθρώπου και η αυτοθέωσή μας, αφού και εμείς μπορούμε να γίνουμε «Salvatores Dei» δηλαδή «σωτήρες του Θεού»! Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθή ότι στην ταινία παρουσιάζεται η αγωνία του Χρι­στού πάνω στον Σταυρό και η απόδοση σ’ Αυτόν κατα­στάσεων που είναι έξω από το αληθινό Πρόσωπο και το πραγματικό έργο του Θεανθρώπου Χριστού.

Βέβαια, μερικοί ισχυρίζονται ότι χρειάζεται στις ημέ­ρες μας να γίνη μια απομύθευση του Χριστού. Εκτός του ότι αυτή η απομύθευση  πρέπει να στραφή και σε άλλες κατευθύνσεις μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι αυτό το έρ­γο είναι στην πραγματικότητα άρνηση της πίστεως, αλλά και αυτής της ίδιας της επιστήμης. Γιατί γνωρίζουμε ότι επιστημονικά κάθε απομύθευση στηρίζεται στην ανακάλυψη νέων κειμένων, νέων χειρογράφων, βάσει των οποίων αναθεωρείται η εικόνα που έχουμε για κάποιο πρό­σωπο και γεγονός. Αλλά στο θέμα του Χριστού δεν έ­χουμε τέτοια κείμενα και χειρόγραφα. Επομένως, η λεγομένη απομύθευση του Χριστού δεν στηρίζεται και επι­στημονικά. Όσοι ισχυρίζονται τέτοιες ιδέες είναι ψευδείς επιστήμονες, αφού στηρίζουν και προσανατολίζουν την επιστήμη τους πάνω σε ιδεολογικές σκοπιμότητες.

Εχθροί και άρρωστοι

Χρειάζεται όμως να τονισθή και μια άλλη αλήθεια, που είναι βασική για την Εκκλησία. Καίτοι υπάρχουν με­ρικοί εχθροί που πολεμούν τον Χριστό και αντιστρατεύονται το έργο της Εκκλησίας, δηλαδή είναι «οι εχθροί του σταυρού του Χριστού», η Εκκλησία δεν τους αντιμετωπίζει ως εχθρούς, άλλ’ ως αρρώστους πνευματικά, αφού έχουν μια περιορισμένη και αποσπασματική θεώ­ρηση της ζωής, και αυτής ακόμη της πίστεως της Εκ­κλησίας. Ένας άρρωστος δεν είναι ποτέ εχθρός. Και έ­χουμε παραδείγματα μέσα στην εκκλησιαστική ζωή, σύμ­φωνα με τα οποία λεγόμενοι εχθροί σε μια δεδομένη στιγ­μή μετεστράφησαν, απέκτησαν καθολική όραση της αλήθειας και έγιναν ομολογητές του Χριστού. Χαρακτη­ριστικό παράδειγμα είναι του αγίου Πορφυρίου του από μίμων, ο οποίος ως μίμος διακωμωδούσε το Βάπτισμα των Χριστιανών. Όταν όμως, κατόπιν θαύματος, αισθάνθηκε την ώρα εκείνη ότι δέχθηκε την Χάρη του Χριστού, ομολόγησε τον Χριστό και υπέστη το μαρτύριο για την δόξα Του, οπότε θεωρείται από την Εκκλησία μάρτυς Ιησού Χριστού. Άλλωστε, όπως αναφέραμε στην αρχή, η Εκκλησία δεν είναι μια ανθρώπινη ιδεολογία, αλλά κυ­ρίως και προ παντός οικογένεια, και μάλιστα πνευματι­κό Νοσοκομείο που θεραπεύει τον άνθρωπο.

Έτσι και εμείς μιμούμενοι τον Χριστό, αντιμετωπίζουμε όλους τους ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση. Γιατί, ενώ τώρα μπορεί να φαίνονται εχθροί, μπορεί να υπάρξη περίπτωση που να αποδειχθούν ομολογητές και μάρτυρες του Χριστού. Επομένως για όλους τους ανθρώπους η Εκκλησία περιμένει την ημέρα εκείνη κατά την οποία οι άρρωστοι, λόγω μιας αποσπασματικότητος, θα αποκτήσουν την καθολική θεώρηση της ζωής. Και αν καμμιά φορά η Εκκλησία φαίνεται λίγο αυστηρή στην αντιμετώπιση μερικών προβλημάτων, αυτό το κάνει από αγάπη, γιατί βλέπει την αίρεση σαν αρρώστεια που κα­ταστρέφει τον ίδιο τον άνθρωπο που την διαθέτει, αλλά αρρωσταίνει και τα υπόλοιπα μέλη της.

Επομένως, η ενδεχομένη «σκληρή» αντιμετώπιση με­ρικών περιπτώσεων δεν πρέπει να τεθή μέσα σε δικανικά σχήματα, αλλά σε θεραπευτικά, ιατρικά. Είναι και­ρός να δούμε την Εκκλησία σαν Νοσοκομείο που θερα­πεύει την μερικώς λειτουργούσα ανθρώπινη προσωπικό­τητα, και τους Κληρικούς ως ιατρούς που θεραπεύουν τον άνθρωπο με την δύναμη του κατ’ εξοχήν θεραπευτού, δη­λαδή του Χριστού.

Η ευθύνη της πολιτείας

Πέρα από όλα αυτά νομίζουμε ότι και η κάθε λογής εξουσία έχει την ευθύνη της πάνω στο θέμα αυτό που ανέκυψε. Και πάλιν θέλουμε να υπογραμμίσουμε εμφαντικά ότι δεν ενδιαφερόμαστε για την προστασία του Χρι­στού, αφού ο Ίδιος είναι ο Κύριος του ουρανού και της γης και επομένως η αυτοζωή, που διακυβερνά τα σύμπαντα και ζωοποιεί όλη την κτίση με τις άκτιστες ενέρ­γειές Του, μαζί με τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, αλλά για την προστασία του ανθρώπου και ταυτό­χρονα την προστασία της ίδιας της πολιτείας. Για την προστασία του ανθρώπου τονίσαμε τα δέοντα πιο πάνω. Για την προστασία της πολιτείας θέλουμε να υπογραμμί­σουμε ότι η εξουσία υπάρχει για να υπηρετή τον λαό και όχι ο λαός για να υπηρετή την εξουσία. Και επειδή ο ορ­θόδοξος λαός στην πλειοψηφία του είναι θρησκευτικός η πολιτεία πρέπει να σέβεται αυτήν την θρησκευτικότη­τα του λαού. Και αυτός ο σεβασμός είναι τιμή και υποχρέωση της πολιτείας.

Άλλωστε το ίδιο το ισχύον Σύνταγμα της χώρας συνετάγη στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Η επίκληση έχει ως εξής: «Σύνταγμα εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος». Και βεβαίως ο Χριστός, που διαστρέφεται από την ταινία που μελετάμε, είναι το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Αυτή δε η επί­κληση του Τριαδικού Θεού από το Σύνταγμα πιστεύουμε πως δεν είναι τυπική, αλλά έκφραση της διαχρονικής ευσέβειας του ελληνικού έθνους, αλλά και έκφραση της επιθυμίας να διευθύνεται αυτός ο λαός βάσει του θελήμα­τος του Τριαδικού Θεού.

Η πολιτεία ενδιαφέρεται για την υγεία των πολιτών της. Δεν χρειάζεται εγρήγορση και προσοχή και σε θέ­ματα πνευματικής υγείας του λαού; Έχουμε την βεβαιό­τητα ότι αυτό είναι απαραίτητο, γιατί σήμερα γίνεται από όλους παραδεκτό ότι τα προβλήματα που μαστίζουν τους ανθρώπους δεν είναι τόσο πολιτικά, κοινωνικά, οικονο­μικά, όσο κυρίως και προ παντός πνευματικά. Και η ύ­παρξη τέτοιων πνευματικών προβλημάτων είναι εκείνη που ναρκοθετεί την υγεία και την ακεραιότητα της κοι­νωνίας. Γι’ αυτό ισχυριζόμαστε ότι η πολιτεία είναι υποχρεωμένη να προστατεύση την πνευματική υγεία του λαού, αλλά να σεβασθή και τον ίδιο τον εαυτό της.

Η ταινία «ο τελευταίος πειρασμός» μας υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα πειρασμός του Χρι­στού, όπως εννοείται κακώς, αλλά πειρασμός των ανθρώπων. Και πραγματικά πάνω στον Γολγοθά, ενώ ο Χρι­στός δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα σαρκικού πει­ρασμού, αφού ο ίδιος ήταν αναμάρτητος, προσφέρθηκε από αγάπη προς το ανθρώπινο γένος να θυσιασθή, ώστε να ζήση ο κόσμος. Παρά ταύτα το γεγονός της σταυρώσεως υπήρξε πειρασμός για όλο τον κόσμο, για τους άρχοντας του Ισραήλ που σταύρωσαν τον Χριστό, για ό­λους εκείνους που συμμετείχαν στο μεγαλύτερο έγκλη­μα των αιώνων, αλλά και για τους δύο ληστές που σταυ­ρώθηκαν μαζί με τον Χριστό.

Αν δούμε την περίπτωση των δύο ληστών θα διαπι­στώσουμε ότι ο εκ δεξιών ληστής σώθηκε όχι για τα κα­λά του έργα, αφού ήταν εγκληματίας και ληστής, αλλά γιατί ομολόγησε στην θεότητα του Χριστού. Και ο εξ αριστερών ληστής καταδικάστηκε όχι για τα κακά του έρ­γα, αφού δεν ήταν χειρότερος από τον προηγούμενο, αλλά γιατί βλασφημούσε τον Χριστό. Έτσι η θετική ή αρ­νητική αναφορά τους προς τον Χριστό καθόρισε την ζωή τους αιώνια.

Νομίζουμε ότι η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται δια μέ­σου των αιώνων, επομένως και στις ημέρες μας. Εξα­κολουθεί να υπάρχη ένας διαρκής πειρασμός των ανθρώπων σε σχέση με το Πρόσωπο του Χριστού. Άλλοι ομο­λογούν την θεότητα του Χριστού και την αναμαρτησία του ως ανθρώπου και άλλοι βλασφημούν τον Χριστό. Οι πρώτοι σώζονται και οι δεύτεροι καταδικάζονται. Ουσιαστικά δεν καταδικάζονται από τον Χριστό, αλλά αυτοκαταδικάζονται, αφού δεν δέχονται την Χάρη Του.

Ο φόβος μας είναι μήπως η προβολή της ταινίας «ο τελευταίος πειρασμός» γίνει ένας διαρκής και αιώνιος πειρασμός για τον άνθρωπο. Με αυτήν την έννοια στρε­φόμαστε στον Ορθόδοξο ελληνικό λαό και σε κάθε υπεύθυνο και ζητούμε νηφαλιότητα, ψυχραιμία και προ παντός σοβαρότητα.

Σεπτέμβριος 1987

 

Πηγή: (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: "Παρεμβάσεις στην σύγχρονη κοινωνία" - Τόμος Α’ Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας)), Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

genhsh toy xristoy 19


«Ο Αγιορείτης καλόγερος Ιωνάς είναι στο κελί του και ζωγραφίζει τη Γέννηση του Κυρίου. Τι ησυχία! Ακούγεται μόνο το κομπολόγι δύο άλλων καλόγερων που, καθισμένοι σε χαμηλά σκαμνιά, περνούν τις ατελείωτες ώρες των κοιτάζοντας το πινέλο του ζωγράφου ν' ανασταίνει με υπομονή τη θεία ιστορία. 


Μα, μόλις ο Ιωνάς άρχισε να χρωματίζει έξω από τη σπηλιά της Βηθλεέμ τον μικρό βοσκό που κάθεται σε βράχο και παίζει φλογέρα στα πρόβατα του, έξαφνα θυμήθηκε τον εχθρό του... Το αίμα του ανέβηκε στο κεφάλι. Θυμήθηκε τον Καυσοκαλυβίτη αγιογράφο Αμβρόσιο, που ζωγραφίζει συχνά τη Γέννηση εντελώς αλλιώτικα, με αλλόκοτα πρόσωπα και ζώα πολλά, σαν τους Ευρωπαίους. Δεν τον υποφέρει αυτόν τον άνθρωπο... Τι ήταν τώρα δα, στην ησυχία της δουλειάς του, να τον θυμηθεί; Ερεθισμένος, άρχισε να μιλεί γι' αυτόν ενώ ζωγράφιζε. »Τα πατροπαράδοτα, έλεγε στους άλλους, σκυμμένος στην εικόνα του, εμείς οι εικονογράφοι έχομε καθήκον να τα κρατούμε, επειδή από μας οι πιστοί βλέπουν τα μυστήρια της Ορθοδοξίας. Μολαταύτα επούλησε προχτές ο Αμβρόσιος δια την Τήνο μια Γέννηση με δυο τσοπάνους που παίζουν όργανα με ασκιά. Ακούτε; Με τρεις σκύλους εις το ποίμνιο! Και κοντά στ' άλλα κ' ένα μαύρο κατσίκι, που πηγαίνει και τρώγει κλαράκι απ' το χέρι του Ιωσήφ. Αν γίνεται αυτό ποτέ! Κ' έπειτα, προς τι το λουτρόν του βρέφους; Τι πράγματα είναι αυτά; Πώς βρέθηκεν εκεί η γυναίκα που το βυθίζει στο νερό; Ο Χριστός εγεννήθη εις τον αχερώνα και ως μόνη περιποίησιν έλαβε τα χνώτα των ζώων πού έσκυβαν και τον εζέσταναν. Τούτο πρέπει να παραστήσει ο άξιος ορθόδοξος ζωγράφος! Όχι τους ξενισμούς των Ιταλών και των Ρώσων...»

 

<
Jacopo Torriti, Μωσαϊκό στη Santa Maria Maggiore, Ρώμη, 1291-96


Έτσι άρχιζε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου το διήγημα του «Θεία τιμωρία», θίγοντας ένα πολύ σοβαρό ζήτημα της Ορθόδοξης εικονογραφίας γενικότερα και της αναφερομένης στην παράσταση της Γέννησης του Χριστού ειδικότερα. Αυτοί οι ξενισμοί για τους οποίους κάνει λόγο ο καλόγερος, συχνά διαπότισαν την Ορθόδοξη αγιογραφία απομακρύνοντας την, μάλλον ασυνείδητα, από το δόγμα. Όμως όπως έχει παρατηρήσει ο Λ. Ουσπένσκι, η εικόνα της Γέννησης δεν χρησιμεύει για την παράσταση κάποιου κειμένου που αναφέρεται στο γεγονός αυτό. Βασίζεται στην Αγία Γραφή και την Ιερή Παράδοση και αποκαλύπτει το δογματικό περιεχόμενο και το νόημα της Γέννησης στο σύνολο της.

Η Αγία Γραφή και πιο συγκεκριμένα το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον περιγράφει τη Γέννηση, ως εξής (κεφ. Β. 7 - 16):

«Και έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη διότι ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι. Και ποιμένες ήσαν εν τη χώρα τη αυτή αγραυλούντες και φυλάσσοντες φύλακας της νυκτός επί την ποίμνην αυτών και ιδού άγγελος Κυρίου επέστη αυτοίς και δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αυτούς, και εφοβήθησαν φόβον μέγαν• και είπεν αυτοίς ο άγγελος, μη φοβείσθε ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ, ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ, ος εστί Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαυίδ και τούτο υμίν το σημείον ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν φάτνη και εξαίφνης εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων τον Θεόν και λεγόντων δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία και εγένετο ως απήλθαν απ' αυτών εις τον ουρανόν οι άγγελοι, και οι άνθρωποι οι ποιμένες είπον προς αλλήλους διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ και ίδωμεν το ρήμα τούτο το γεγονός, ο Κύριος εγνώρισεν ημίν. Και ήλθον σπεύσαντες, και ανεύρον την τε Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος κείμενον εν τη φάτνη».


Η γέννηση του Χριστού - Λαγουδερά, Παναγία της Αράκου Κύπρου 1192 μ.Χ.


Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο συμπληρώνει την εικόνα (κεφ. Β, 9 - 11): «και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον• ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα, και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν».

Τα δύο Ευαγγέλια αναφέρουν, λοιπόν, ρητά τη φάτνη, τους ποιμένες, τους μάγους, τους αγγέλους, το αστέρι. Λείπει απ' τις περιγραφές το σπήλαιο, πού απαντά αργότερα στα κοντάκια, τους ύμνους ή τα τροπάρια, όπως το περίφημο «Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει», ή το λιγότερο γνωστό: «Σήμερον τίκτει η Παρθένος τον Ποιητήν του παντός. Εδέμ προσφέρει σπήλαιον, και αστήρ μηνύει Χριστόν, τον Ήλιον τοις εν σκότει. Μετά δώρων Μάγοι προσεκύνησαν, πίστει φωτιζόμενοι και Ποιμένες είδον το θαύμα, Αγγέλων ανυμνούντων και λεγόντων Δόξα εν υψίστοις Θεώ».

 

Η Γέννηση του Χριστού από τον Άγιο Νικόλαο Ορφανό, Θεσσαλονίκη 1310-1320 μ.Χ.


Το σπήλαιο στο κάτω μέρος ενός βουνού καταλαμβάνει το κέντρο της παράστασης της Γεννήσεως. Μπροστά σ' αυτό το Θείο Βρέφος στη φάτνη με το βόδι και το άλογο κοντά του, τους Αγγέλους πάνω απ' τα βουνά, άλλοι να θαυμάζουν το νεογέννητο και άλλοι να ψάλλουν «ωσαννά».

Κοντά στη φάτνη η Μητέρα, ξαπλωμένη, ανακαθισμένη ή γονατιστή, ανάλογα με το ιδιαίτερο θεολογικό περιεχόμενο πού ήθελε να δώσει ο καλλιτέχνης. Ο Ιωσήφ εικονίζεται παράμερα, στη μια από τις δύο γωνίες της συνθέσεως. Δεν είναι άμεσα δεμένος με τη Γέννηση. «Ημείς δε Μητέρα Παρθένον» μόνο προσφέραμε στον Χριστό, όπως λέει ο ύμνος. Σκεφτική και λυπημένη η έκφραση του.

«Εις το πρόσωπο του μνήστορος Ιωσήφ, η εικών μας αποκαλύπτει όχι μόνον το προσωπικόν του δράμα, αλλ' εν ανθρώπινον δράμα» παρατηρεί ο Ουσπένσκι, «εκείνο της συναντήσεως δύο εκδοχών περί κόσμου: η μία, περιορισμένη εις το επίπεδον της σαρκικής και λογικής υπάρξεως, δεν δύναται να συμφωνήση λογικώς και συναισθηματικώς προς ό,τι υπερβαίνει τον λόγον. Η άλλη, βασισμένη εις την διαίσθησιν του επέκεινα, έρχεται εις επαφήν με αυτό δια της αποκαλύψεως και της ελλάμψεως».

 


Η γέννηση του Χριστού - Τοιχογραφία στη νότια πτέρυγα της Παντάνασσας Μυστρά


Την άλλη γωνία της παράστασης της Γεννήσεως καλύπτει συνήθως το λουτρό του Βρέφους από δύο γυναίκες. Η σκηνή δεν βασίζεται στα επίσημα κείμενα της Ορθοδοξίας, αλλά στο ευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου και το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, σύμφωνα με τα οποία ο Ιωσήφ πήγε και βρήκε δύο μαίες να βοηθήσουν την Παναγία στη γέννα. Όταν όμως έφθασαν βρήκαν τον Ιησού ήδη γεννημένο και η μία απ' αυτές, η Σαλώμη, που δεν πίστεψε στην αρχή τη γέννηση παιδιού από Παρθένο, παρέλυσε, πάντα κατά τις ίδιες διηγήσεις, το χέρι της, πού θεραπεύτηκε όταν άγγιξε το Θείο Βρέφος. Το λουτρό συμβολίζει εδώ την ανθρώπινη φύση του Χριστού και ισορροπεί το κάτω τμήμα της σύνθεσης ως αντίβαρο της ανθρώπινης απορίας του Ιωσήφ για το θαύμα της Ασπόρου Γεννήσεως που καταυγάζει κατά πνευματικό τρόπο στο κέντρο της παράστασης το σκοτάδι του Σπηλαίου.

«Ανέτειλας Χριστέ εκ Παρθένου, νοητέ Ήλιε της Δικαιοσύνης και Αστήρ σε υπέδειξεν, εν Σπηλαίω χωρούμενον τον αχώρητον» (τροπ., ήχος πλ. 8).

Την παράσταση συμπληρώνουν οι τρεις Μάγοι και ποιμένες.

Το πρότυπο πάντως της εικονογραφικής αυτής διάταξης της παραστάσεως της Γεννήσεως φαίνεται ότι υπήρξε στους Αγίους Τόπους, στο ναό της Γεννήσεως πού είχε οικοδομηθεί με δαπάνες του Μ. Κωνσταντίνου. Αντίγραφα αυτής πιστεύεται ότι είναι οι παραστάσεις που φέρουν μικρά δοχεία, αμπούλες, με τα οποία προσκυνητές μετέφεραν λάδι από τον τόπο πού γεννήθηκε ο Χριστός.

Αναφέρθηκε ήδη το χωρίο από τον ευαγγελιστή Ματθαίο, όπου γίνεται λόγος για το αστέρι που οδήγησε τους Μάγους στο Θείο Βρέφος: «και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Ο ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κων. Χαραλαμπίδης έχει ασχοληθεί με το θέμα της παράστασης του στοιχείου «φως» στην παράσταση της Γεννήσεως σε άρθρο του στο περιοδικό της Εκκλησίας της Ελλάδος Εφημέριος (ε. NT', τ. 11, σ.7) και μεταξύ άλλων αναφέρει σχετικά και τα εξής:


Η Γέννηση, τοιχ. Μονής Αντιφωνητή


«Ως άστρο μόνο του, τυπική απεικόνιση του φωτός, διακρίνεται σε πολλά παλαιοχριστιανικά μνημεία. Σε γνωστό ύφασμα του θησαυροφυλακίου των Sancta Sanctorum στο Βατικανό, του Στ '- Ζ' αι., όπου η Γέννηση του Χριστού, το άστρο στον τύπο της μαργαρίτας εικονίζεται υψηλά, επάνω από τα δύο ζώα. Όλα περικλείονται σ' ένα φυτικό κυκλικό πλαίσιο. Ο νεογεννηθείς Χριστός φέρει σταυρόσχημο φωτοστέφανο. Ένα άλλο κοπτικό ύφασμα του Ε- Στ' αι., εκτεθειμένο στη Ν. Υόρκη, παριστά τον Χριστό στη φάτνη και τα δύο ζώα που τον θερμαίνουν. Στη μέση αυτών παρίσταται οκτάκτινο άστρο. Σε ασημένιο βραχιόλι στο Κάιρο, του ΣΤ' αι., το άστρο, αντίθετα παρουσιάζει έξι ακτίνες, ενώ η Θεοτόκος έχει χαρακτηριστικά, που προμηνύουν την επερχόμενη βυζαντινή τέχνη. Τα φιαλίδια των βορειο-ιταλικών πόλεων Bobio και Monza και της γερμανικής Βόννης, προερχόμενα από τα Ιεροσόλυμα, έχουν την απεικόνιση της Γέννησης του Χριστού με το άστρο. Και τα τρία έργα απεικονίζουν ναΐσκο, που δηλώνει μάλλον την εκκλησία της Γέννησης της Βηθλεέμ και την είσοδο στο σπήλαιο με μεταλλικό κιγκλίδωμα και αψιδωτό άνοιγμα. Επάνω από τη σκηνή διαφαίνονται τα γράμματα ICXC και το οκτάκτινο άστρο».

 


Η γέννηση του Χριστού - Τοιχογραφία στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Στέγης στο χωριό Κακοπετριά. 14ος αιώνας μ.Χ.


Σε άλλο σημείο του άρθρου που προαναφέρθηκε ο Κων. Χαραλαμπίδης παρατηρεί ότι η παράσταση της ακτίνας που έρχεται από τον ουρανό αντικατοπτρίζει την ιδέα ότι η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση εξάρτηση από τον ουρανό και προσθέτει: «Η καινοδιαθηκική διήγηση για τον Χριστό ως φως του κόσμου και κανόνας για την πνευματική και ηθική πορεία για των πιστών (Ιω. 8, 12) ή ακόμη ως φως που λάμπει στον ευρισκόμενο στο σκότος και στον θάνατο λαό και τον φωτισμό του απέβη ο γνώμονας για την εικονογραφική απόδοση του φωτός στην παράσταση αυτή.[...] Αναφερόμενοι στο άστρο με τρεις προβολές (αιχμές) τονίζουμε ότι υπαινίσσεται τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, ενώ η μόνη κεντρική ακτίνα κατερχόμενη στη γη συμβολίζει την ενσάρκωση του Χριστού».

Το Δαφνί και ο Όσιος Λουκάς στο καθολικό τους έχουν να παρουσιάσουν δύο από τις πιο κλασικές απεικονίσεις της Γέννησης σύμφωνα με τα κύρια χαρακτηριστικά πού προσπαθήσαμε να διαγράψουμε.

Η Γέννηση του καθολικού του Οσίου Λουκά, που προηγείται χρονικά, κατέχει το ΝΑ ημιχώνιο του ναού και έχει φιλοτεχνηθεί με συμμετρία, με κίνηση, με χρωματική αρμονία. Εντυπωσιάζει η αφαιρετική διάθεση στη διαμόρφωση των βουνών και η κίνηση των Αγγέλων. Η Παναγία εικονίζεται ανακαθισμένη ν' ακουμπά το Βρέφος με το δεξί χέρι. Η στάση της δεν δείχνει την ταλαιπωρία του τοκετού, δηλώνει μάλλον την απουσία των ωδίνων του, η οποία υπογραμμίζει την θεία προέλευση του Ιησού.


Η Γέννηση, Ιερά Μονή του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία


Στο Δαφνί η μεγαλειώδης τέχνη του ψηφιδωτού σε όλη την έξαρση και δυναμικότητα της, με σαφήνεια και αναδρομές στα αρχαιοελληνικά πρότυπα, αν και καταστραμμένη στο αριστερό κάτω τμήμα της -όπου εικονιζόταν κατά πάσα πιθανότητα το λουτρό- δημιούργησε μια σύνθεση όλο λαμπερά και φωτεινά χρώματα. Η Παρθένος, μισοξαπλωμένη εδώ, υποδηλώνει περισσότερο τη Σάρκωση, την πραγματική και αναμφισβήτητη ανθρώπινη υπόσταση του Θεού. Σκοπός του τονισμού του σημείου αυτού η τάση να μη θεωρείται φαινομενική η σάρκωση, η Γέννηση, αλλά πραγματική και ανάλογη με τη Θεία καταγωγή.


Η Γέννηση, Ψηφιδωτό Μονής Δαφνίου, 11ος αιώνας


Μια μεγάλη εικόνα της Μονής Σινά πού αποτελείται από έξι σκηνές, μεταξύ των οποίων και μια Γέννηση, αποτελεί αντίθεση σε μέγεθος και λαμπρότητα ως προς τα δύο προηγούμενα μνημεία, αλλά συγκινεί με τη λεπτότητα και την αρμονική κίνηση των μορφών και τις μαλακές γραμμές του βουνού (14ος αι.). Η Παναγιά κι εδώ είναι καθιστή.


Εγκαυστική εικόνα από τη Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά 7ος αι. μ.Χ.


Τρίτος τύπος απεικόνισης της Παρθένου στη Γέννηση είναι η γονατισμένη μπροστά στη φάτνη μάνα του Χριστού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εικόνα της Γεννήσεως από το τέμπλο της μονής Σταυρονικήτα στο Άγιον Όρος, πού φιλοτεχνήθηκε το 1546.

 


Η γέννηση του Χριστού - 1546 μ.Χ. - Mονή Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος (Κρητική σχολή, Θεοφάνης 


«Η προέλευση αυτής της λεπτομέρειας» σημειώνει η Αγάπη Καρακατσάνη «είναι δυτική και χρησιμοποιήθηκε πρώτα σε εικόνες ζωγραφισμένες για Δυτικούς με τη βυζαντινή νοοτροπία και βασικά, εικονογραφία. Στην μεταβυζαντινή ζωγραφική εμφανίζεται σχεδόν σύγχρονα στο Δωδεκάορτο αυτό (όπως και στην παράσταση της Γεννήσεως στο καθολικό της ίδιας μονής) και στην τοιχογραφία στο Καθολικό της μονής Βαρλαάμ στα Μετέωρα του Φράγκου Κατελάνου (1548) που μένει πιο πιστός στο πρότυπο του. Ύστερα διαδίδεται και χρησιμοποιείται συχνά, αν και το νόημα της Γεννήσεως αλλοιώνεται με την απεικόνιση της Παναγίας γονατιστής».


Γέννηση του Χριστού _ Φράγκου Κατελάνου (1548) _ Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων


Σε δυτικές εικόνες μαζί με τη Μαρία εικονίζεται γονατιστός απέναντι της και ο Ιωσήφ και φυσικά κάθε ανάλογη ανατολική παράσταση έχει εκεί την καταγωγή της. Δεν είναι, γι' αυτόν το λόγο, παράξενο, πως κι ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά στην Ερμηνεία του, στο κεφάλαιο «Πώς ιστορίζονται αι δεσποτικαί εορταί...», λέει για τη Γέννηση: «Σπήλαιον και έσω εις το δεξιόν μέρος η Θεοτόκος γονατιστή και βάνουσα τον Χριστόν ως βρέφος σπαργανωμένον μέσα εις την φάτνην, και αριστερά ο Ιωσήφ γονατισμένος έχων τα χέρια σταυρωμένα εμπρός στο στήθος του...»

Όμως συγκριτικά είναι πολυπληθέστερες οι τοιχογραφίες κι οι εικόνες με παράσταση της Παναγίας ανακαθισμένης ή ξαπλωμένης. Ενδεικτικά σημειώνουμε εδώ το τρίπτυχο 14147 του Μουσείου Μπενάκη (1626), τη Γέννηση που φυλάσσεται στη Μ. Λαύρα του Άθω και ανήκει στη τέλη του 16ου αι. ή τη Γέννηση του τρίπτυχου του Γ. Κλόντζα, που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Θεολόγου της Πάτμου (μέσα 16ου αι.) και τη Γέννηση της Ι. Μ. Ζωοδόχου Πηγής Πάτμου, μια ωραία, «ιταλοκρητική», όπως τη χαρακτηρίζει ο Χατζηδάκης, εικόνα του 1480-1500 περίπου.


Τρίπτυχο Γεωργίου Κλοτζά, 16ος αιώνας


Στις εικόνες που αναφέραμε πιο πάνω παρουσιάζεται κι ένα ακόμη πρόσωπο, ένας βοσκός (η ηλικία του ποικίλλει, αν και επικρατεί η μορφή γέροντα με σκούρο ρούχο), ο οποίος συνομιλεί με τον Ιωσήφ στηριγμένος σε ένα κλαρί που το χρησιμοποιεί σαν γκλίτσα. Πρόκειται για συμβολική παράσταση του Διαβόλου, που προέρχεται ως θέμα από τα Απόκρυφα και σκοπό έχει να υπογραμμίσει το δράμα του Ιωσήφ. Η παράδοση αυτή αναφέρει ότι ο Διάβολος, για να πειράξει τον Ιωσήφ, του έλεγε, καθώς εκείνος καθόταν παράμερα σκεφτικός, ότι όπως δεν μπορεί να φυλλοβολήσει το κλαρί που τον στήριζε, το ξερό, έτσι δεν γίνεται να γεννηθεί παιδί από παρθένο. Τότε το ξερόκλαδο άνθισε. Αυτό μας φέρνει στο νου εκείνες τις λίγες φράσεις του Καζαντζάκη: «Είπαν στη μυγδαλιά, αδελφή μίλησε μας για το Θεό, κι η μυγδαλιά άνθισε».Ίσως οι λέξεις να μην είναι ακριβώς αυτές, όμως το νόημα είναι το ίδιο μεγαλειώδες.

Το απολυτίκιο που ακολουθεί ακριβώς μαρτυρεί τη διάλυση του ερέβους - Διαβόλου και τη χαρά του Ιωσήφ που ακολούθησε τον πειρασμό του: «Ευαγγελίζου Ιωσήφ, τω Δαυίδ τα θαύματα τω Θεοπάτορι• Παρθένον είδες κυοφορήσασαν μετά Μάγων προσεκύνησας• μετά ποιμένων εδοξολόγησας δι'Αγγέλου χρηματισθείς. Ικέτευε Χριστόν τον Θεόν, σωθήναι τας ψυχάς ημών».


Η Γέννηση του Χριστού, 1717, Καθολικό Μονής Καρακάλλου, Αγ. Όρος


Είναι απόλυτα εύστοχο αυτό που σημειώνει ο επίσκοπος Αχελώου Ευθύμιος: «Ο Ιωσήφ φλεγόταν στο καμίνι των σκέψεων του, χωρίς να γνωρίζει ότι ο μόνος που συμπαραστεκόταν στη δοκιμασία του ήταν Εκείνος που ήταν η αιτία της δοκιμασίας του: ο Υιός του Θεού»...

Σύγχρονη με την ίδρυση του ναού, κατά τον 16ο αιώνα, είναι και η τοιχογραφία της Γέννησης στο Καθολικό της Μονής Δοχειαρίου του Αγίου Όρους. Όμως εδώ έχουμε μια σύνθεση διαφορετική από τις άλλες που αναφέρθηκαν σε αυτό το κείμενο κι όσες λιγότερο ή περισσότερο είναι γνωστές. Πρόκειται για την εικονογράφηση ενός θαυμάσιου ιδιομέλου που αναφέρεται στη Σάρκωση του Κυρίου και το οποίο επαναλαμβάνουμε και εδώ:


Μονή Δοχειαρίου. Τοιχογραφία. Καθολικό, 1568.


«Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι' ημάς• έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων, την ευχαριστίαν σοι προσάγει• οι Άγγελοι τον ύμνον• οι ουρανοί τον Αστέρα• οι Μάγοι τα δώρα• οι Ποιμένες το θαύμα• η Γη το Σπήλαιον• η έρημος την φάτνην• ημείς δε Μητέρα Παρθένον. Ο προ αιώνων Θεός, ελέησον ημάς».

Το σπήλαιο δεν υπάρχει και στη θέση του μεγαλόπρεπος θρόνος βαστάζει τη Θεοτόκο περίλαμπρη με τον Χριστό να ευλογεί στην αγκαλιά της. Είναι εδώ μια συμπύκνωση του λατρευτικού χρόνου -όπως παρατηρεί ο Καλοκύρης- που αισθητοποιείται εδώ με τον καλύτερο τρόπο από τη Βυζαντινή τέχνη. Το «Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ» έχει αγιογραφηθεί και στην Ι. Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους και σαν θέμα χρονολογεί την εμφάνιση του στα χρόνια των Παλαιολόγων.

Η Γέννηση παρουσιάζεται ανεξάρτητα από μια στενά συνδεδεμένη μαζί της σκηνή, την Προσκύνηση των Μάγων, πού την πιο παλιά της απεικόνιση διασώζει η κατακόμβη της Αγίας Πρισκίλλης στη Ρώμη. Εικονίζεται ο μάγος Βαλαάμ να δείχνει στη Βρεφοκρατούσα το αστέρι. Χρονολογία, 3ος αιώνας στο πρώτο του μισό! Νεότερη της αρκετά μία ωραιότατη σε χρωματισμό και κίνηση παράσταση της Προσκύνησης των Μάγων στο Δαφνί, πάνω από την Εις Αδου κάθοδον και το Μηνολόγιο του Βασιλείου Β' Βουλγαροκτόνου. V. Gr. 1613, όπου ωραιότατη σε κίνηση και χρωματισμό η Προσκύνηση» του, 979 - 984.


Η αρχαιότερη απεικόνιση της Γέννησης βρίσκεται στις κατακόμβες της Αγ. Πρισκίλλης, στην via  Salaria στη Ρώμη, έργο αγνώστου καλλιτέχνη του τρίτου αιώνα.

 

Η παράσταση της Προσκύνησης των Μάγων -Δαφνί, 11ος αιών


Ο λόγος είναι πολύ φτωχός μπροστά στη Θεία Ενανθρώπιση. Ο λόγος όμως ενός πιστού που μια ζωή σπατάλησε (;) για να διαλαλεί το μεγαλείο της έχει εδώ καλύτερη την καλύτερη θέση. Είναι λίγες οι γραμμές του Φώτη Κόντογλου, από τις πολλές που αφιέρωσε για τον σκοπό αυτό: 

«Η Γέννηση του Χριστού ζωγραφίζεται στα βυζαντινά εικονίσματα με την πνευματική αγιότητα που είναι ιστορημένη μέσα στο Ευαγγέλιο. Δηλαδή παριστάνεται σαν μυστήριο, ενώ η κοσμική ζωγραφική που είπαμε τη ζωγραφίζει σαν μια σκηνοθεσία και τίποτα παραπάνω. Κοιτάξετε καμιά τέτοια ζωγραφιά, όπως είναι του Κορέτζιου είτε του Μουρίλλου, και θα νιώσετε τι λέω. Στις δικές μας τις εικόνες η Γέννηση παριστάνεται με απλόν και βαθύ τρόπο, χωρίς επιτηδευμένα στολίσματα και μάταιες αισθηματολογίες. Όλα είναι απλά και ταπεινά, πλην μέσα στα απλά αυτά σχήματα υπάρχει εκείνο το Θρησκευτικό πνεύμα που είναι άπιαστο για τους άθρησκους, γιατί είναι ως πνοή αύρας λεπτής... Το αμαρτωλό χέρι μου αξιώθηκε να ζωγραφίσει κάμποσες Γεννήσεις σε σανίδι, και δύο σε τοιχογραφία, τη μια στο οικογενειακό παρεκκλήσι Γ. Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά, την άλλη, σε πολύ μεγάλο σχήμα, στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στο Λιόπεσι».


Η Γέννηση, τοιχ. Φώτη Κόντογλου, 1946


Σε εικόνα της Γέννησης και της Προσκύνησης των Μάγων που παλαιότερα απέδιδαν στονΕμμανουήλ Τζανφουρνάρη, του α' μισού του 17ου αιώνα (Μουσείο Μπενάκη), στη θέση αυτή του Ιωσήφ, που παριστάνεται δεξιά κάτω -στα αριστερά η Προσκύνηση- ο καλλιτέχνης ζωγραφίζει το λουτρό. Οι Μάγοι άλλοτε παριστάνονται έφιπποι και άλλοτε όρθιοι ή γονατιστοί. Άγγελοι ψέλνουν το δοξολογικό ύμνο και έτερος αγγέλλει το μεγάλο μήνυμα στους ποιμένες. Οι κινήσεις όλων δείχνουν έκσταση μπρος στο θαύμα. Σε άλλες παραστάσεις βοσκός καθισμένος παίζει το σουραύλι του. Πρόβατα ζωγραφίζονται δίπλα του, αλλά και σε διάφορα σημεία της σύνθεσης ενίοτε κι ένα ελάφι. Σε τοιχογραφία της Αγίας Παρασκευής Γεροσκήπου Πάφου της Κύπρου σ' αυτόν λέγει το μήνυμα ο Άγγελος, ενώ συνήθως αυτό γίνεται σε άλλο βοσκό. Ο Φώτης Κόντογλου περιγράφει σε άλλο έργο του ως εξής τη βυζαντινή Γέννηση:

«Ο τύπος της Γεννήσεως στους βυζαντινούς είναι τούτος: Στη μέση στέκεται ένα σπήλαιο σαν από κρουστάλλινα βράχια περισκεπασμένο. Μέσα στο μαύρο άνοιγμα του είναι μια φάτνη και μέσα βρίσκεται ένα μωρό φασκιωμένο, ο Χριστός, κι αποπάνω του τον αχνίζουνε με το χνώτο τους ένα βόδι κι ένα γαϊδούρι είτε άλογο. Η Παναγία είναι ξαπλωμένη πλάγι στο τέκνο της, απάνω σ' ένα στρωσίδι, όπως συνηθίζουνε στην Ανατολή. »Στο απάνω μέρος από τα δεξιά είναι χορός Αγγέλων σε στάση δεήσεως, ενώ από τ' αριστερά ένας άλλος Άγγελος, με φτερά ανοιχτά, μιλά με τους τσομπάνηδες σαν να τους λέγει τη χαροποιό είδηση. Στο κάτω μέρος από τα δεξιά παριστάνεται ο γερο-Ιωσήφ καθισμένος σ' ένα κοτρόνι και συλλογίζεται με το κεφάλι ακουμπισμένο στο χέρι του, κατά το Ευαγγέλιο που λέγει "ηβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν", καθ' όσο δεν ήθελε να εκθέσει την Παναγία που γέννησε δίχως νάναι δικό του παιδί. Μπροστά του στέκεται ένας γέρος τσομπάνης ακουμπισμένος στο ραβδί του, ντυμένος με προβιά, και του μιλά σα να θέλει να τον παρηγορήσει. »Στα αριστερά είναι ακουμπισμένη μια γριά που κρατάει στην αγκαλιά της το νεογέννητο γυμνό και δοκιμάζει με το χέρι της το ζεστό νερό μέσα σε μια κολυμπήθρα, ενώ μια μικρή χωριατοπούλα με το τσεμπέρι χύνει νερό για να κολυμπήσουνε το μωρό. Γύρω τους κι απάνω στις ραχούλες βοσκάνε πρόβατα, κάθουνται ξαπλωμένα και δύο-τρία μαντρόσκυλα. Ένας τσομπάνης αρμέγει. Πίσω από τη σπηλιά φαίνονται μέσα στα βουνά οι τρεις μάγοι καβαλλικεμένοι στ' άλογα, ο ένας σε άσπρο, ο άλλος σε μαύρο κι ο άλλος σε κόκκινο. Η σκηνή με τις γυναίκες που κολυμπάνε το βρέφος είναι παρμένη από τα Απόκρυφα Ευαγγέλια. »Είναι παράξενο πώς οι Βυζαντινοί ζωγράφοι, που ήταν ορθοδοξότατοι, βάζουνε στις εικόνες τους σκηνές που δεν είναι γραμμένες στο Ευαγγέλιο, παίρνοντας τες από βιβλία που δεν είναι κανονικά. Για τη Γέννηση βρίσκεται γραμμένο στα Απόκρυφα πως σαν πιάσανε οι πόνοι την Παναγία, πήγε ο Ιωσήφ να βρει καμιά μαμή και βρήκε μια γριά που τη λέγανε Σαλώμη κι αυτή έπλυνε το παιδί. Σε κάποιες αρχαίες τοιχογραφίες είναι γραμμένο και τ' όνομα της Σαλώμης».


Θεοφάνης ο Κρης, 16ος αι.


Στη μεταβυζαντινή περίοδο, εξαιτίας δυτικών επιδράσεων, παρατηρούνται κακόδοξες διαφοροποιήσεις. Ήδη ο Θεοφάνης Στρελίτζας-Μπαθάς, ο κορυφαίος εκπρόσωπος της Κρητικής Σχολής, στη Γέννηση της μονής Σταυρονικήτα (1546) ιστορεί την Παναγία όχι λεχώνα ξαπλωμένη, αλλά γονατιστή με σταυρωμένα τα χέρια στα δεξιά του μικρού Χριστού, που τον ζεσταίνουν τα ζώα με τα χνώτα τους μέσα στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, ενώ ο ίδιος στη Μεγίστη Λαύρα τη ζωγραφίζει κανονικά, όπως οι Βυζαντινοί αγιογράφοι.


Θεοφάνη, Η Γέννηση του Χριστού, 1545-1546, Ι. Μ.Σταυρονικήτα, Άγ.Όρος


Μετά τον Θεοφάνη σημειώνεται μεγαλύτερη υποτροπή. Στο «Επί σοι χαίρει» του σημαντικού Κρητικού αγιογράφου Θεόδωρου Πουλάκη (1670-1690), φορητή εικόνα που βρίσκεται στη μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου Πάτμου, στην παράσταση της Γέννησης, που ακολουθεί το δυτικό πρότυπο της Προσκύνησης των Μάγων, ο Ιωσήφ εικονίζεται κατ' αντιστοιχία με την Παναγία στα αριστερά του Χριστού με τον ίδιο τρόπο, γονατιστός με σταυρωμένα κι αυτός τα χέρια.

Θεόδωρος Πουλάκης, Μουσείο Civico Correr, Βενετία, 1675


Έκτοτε ο τύπος αυτός καθιερώνεται, αν και δεν εκλείπει ο βυζαντινός (λ.χ. στη Γέννηση και Προσκύνηση των Μάγων του α' μισού του 17ου αιώνα του Μουσείου Μπενάκη, η Παναγία ζωγραφίζεται λεχώνα ξαπλωμένη), ο Ιωσήφ πηγαίνει στ' αριστερά και η Παναγία παριστάνεται στα δεξιά του Χριστού, όπως ο Διονύσιος Ιερομόναχος εκ Φουρνά των Αγράφων (π. 1670 - π. 1744) στην Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης παραγγέλλει για την ιστόρηση της Γέννησης:

«Σπήλαιον και έσω εις το δεξιόν μέρος η Θεοτόκος γονατιστή βάνουσα τον Χριστόν ως βρέφος σπαργανωμένον μέσα εις την φάτνην και αριστερά ο Ιωσήφ γονατισμένος έχων τα χέρια σταυρωμένα εμπρός στο στήθος του...»

Σήμερα η μεγάλη πλειονότητα των αγιογράφων έχει επανέλθει στο βυζαντινό πρότυπο. Μπορεί όμως να δει κανείς, όπως π.χ. στην Τράπεζα της μονής Πανορμίτη Σύμης, Γέννηση φιλοτεχνημένη σε μοναστήρι του παλαιού ημερολογίου της Καλύμνου, όπως την περιγράφει ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά. Την Παναγία ζωγραφίζουν όπως οι αγιογράφοι του Βυζαντίου ο Σπύρος Παπαλουκάς (Μητροπολιτικός Ναός Άμφισσας, μεταξύ 1927-1932), ο Φώτης Κόντογλου στο ναό Ζωοδόχου Πηγής Παιανίας (έργο του 1946) κ.ά., ο Αγήνωρ Αστεριάδης σε λινόλεουμ (έργο του 1934), η μονή Παρακλήτου Ωρωπού (έργο του 1983 κ.ά.), η μονή Ορμύλιας Χαλκιδικής (εικόνα δίζωνη που φέρει πάνω τον Παντοκράτορα ανάμεσα στον Άγιο Σίμωνα και την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή και κάτω τη Γέννηση), ο Σπύρος Καρδαμάκης (φορητή εικόνα του 1994 κ.ά.), ο Βλάσης Τσοτσώνης (σε πολλά έργα του), η Λία Παπαγεωργοπούλου (σε πολλές τοιχογραφίες της) κ.ά.


Ανώνυμου, φορητή εικόνα, Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, πρώτο μισό 15ου αι.


Ανάλογα με το σχήμα της τοιχογραφίας ή φορητής εικόνας, οι αγιογράφοι τοποθετούν γύρω από την κεντρική παράσταση τους ποιμένες, το λουτρό κτλ. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες αποθέτουν πάντα τη σφραγίδα του ταλάντου τους πρωτοτυπώντας και επεξεργαζόμενοι με ενάργεια το θέμα τους, όσο κι αν δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια στην ιστόρηση τέτοιων θεμάτων.

Στην αριστουργηματική Γέννηση του μεγάλου αγιογράφου του Πρωτάτου των Καρυών Αγίου ΌρουςΜανουήλ Πανσέληνου (1290), που δυστυχώς έχει υποστεί πολλές φθορές, ο Ιωσήφ δεν διαφέρει στο μέγεθος από τις γυναίκες στο λουτρό του Χριστού και θα έλεγε κανείς ότι μαζί τους (εκείνος αριστερά κι εκείνες δεξιά) αποτελεί μια ξεχωριστή σκηνή. Πάντως, τους έχει στραμμένη την πλάτη και με το χέρι στο κεφάλι φαίνεται πολύ σκεπτικός. Η Παναγία αγκαλιάζει τον μικρό Χριστό και ακουμπά με τρυφερότητα το στόμα της στο μάγουλό του σαν να το ασπάζεται.


Η γέννηση του Χριστού - Τοιχογραφία από το Πρωτάτο Αγίου Όρους 13ος αι. μ.Χ.


Πολύ λεπτολόγος ζωγράφος, με πλούσιο τάλαντο, θαυμάσια χρώματα και αδρό σχεδιασμό, ο ζωγράφος του κυρίως ναού του καθολικού της μονής Βατοπεδίου στον Άθω (1312) έχει την Παναγία ανεστραμμένη, να βλέπει στο δεξιό μέρος της τοιχογραφίας, ενώ οι Μάγοι προσφέρουν από τα αριστερά τα δώρα τους στον μικρό Χριστό. Το λουτρό έχει σκεπαστεί από μεταγενέστερο χέρι, καθώς θεωρήθηκε προσβλητικό στοιχείο στην όλη παράσταση της Γέννησης, αν και πουθενά δεν συγκρούεται με το δόγμα, αφού ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Ακόμη και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συνιστά να μην το ζωγραφίζουν.

Σε τοιχογραφία της Γέννησης φιλοτεχνημένη στον 16ο αιώνα στη μονή Στρατηγοπούλου, που βρίσκεται στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων και λειτούργησε σ' αυτήν η περίφημη «Σχολή των Δεσποτών» -λέγεται και μονή Ντίλιου και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο- ο Ιωσήφ ιστορείται ξαπλωμένος κάτω δεξιά κι από πάνω του άγγελος. Σε άλλο μοναστήρι της Ηπείρου, στην Αγία Παρασκευή Μονοδενδρίου (Ζαγοροχώρια), ιστορημένο τον 15ο αιώνα, ο Ιωσήφ βρίσκεται κάτω στο κέντρο, με τον μικρό Χριστό από πάνω του και τους βοσκούς στ' αριστερά.


Η Γέννηση του Χριστού. Τοιχογραφία στο καθολικό της Μονής Βατοπαιδίου. Άγιον Όρος, 1312


Στη Γέννηση και Προσκύνηση των Μάγων του α' μισού του 17ου αιώνα, ζωγραφισμένη σε φορητή εικόνα, που παλαιότερα απέδιδαν στον Εμμανουήλ Τζανφουρνάρη, θα έλεγε κανείς ότι με συνειδητή επιλογή συνδυάζεται η ανατολική με τη δυτική παράδοση. Έτσι, ενώ στη Γέννηση (άνω μέρος) που ακολουθεί την πρώτη ο Ιωσήφ βρίσκεται κάτω δεξιά μ' έναν βοσκό, στην Προσκύνηση των Μάγων (κάτω αριστερά) Παναγία και Ιωσήφ βρίσκονται πάνω από τον Χριστό, που προσκυνούν τριγύρω οι Μάγοι. Σε χειρόγραφο του 12ου αιώνα, πολύ απλά οι Μάγοι οδηγούνται από άγγελο στο σπήλαιο για να προσκυνήσουν τον Χριστό, που τον κρατάει η Παναγία καθισμένη σε χαμηλό βράχο του Σπηλαίου.

Εκτός όμως από τον τύπο αυτό της Γέννησης υπάρχει κι άλλη παράσταση, όπως της τοιχογραφίας στην κόγχη της Τράπεζας της μονής Διονυσίου Αγίου Όρους (έργο του 16ου αιώνα), όπου η Παναγία είναι ένθρονη (ένα μικρό σπήλαιο που το προσφέρει η γη προσωποποιημένη σε γυναίκα έχει ζωγραφιστεί δεξιά στην άκρη). Η παράσταση αυτή εικονογραφεί τον περίφημο ύμνο των Χριστουγέννων «Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ».

Με τον ύμνο αυτό και την απεικόνιση του τονίζεται η συμμετοχή του ανθρώπινου γένους στο μυστήριο της σάρκωσης του Λόγου με την ίδια την Παναγία που το εκπροσωπεί. Στη μονή Διονυσίου, την απέριττη αυτή Γέννηση φιλοτέχνησε Κρητικός ζωγράφος, ο Ζώρζης, το 1570.

Ο μεγάλος Κρητικός ζωγράφος Δομήνικος Θεοτοκόπουλος - Γκρέκο (1541-1614) ξεκίνησε τη θητεία του στην τέχνη, αγιογραφώντας εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας, όπως το «Πάθος του Χριστού», ο «Ευαγγελιστής Λουκάς ενώ ζωγραφίζει την Οδηγήτρια», η «Κοίμηση της Θεοτόκου» κτλ. Στο Μουσείο Μπενάκη απόκειται νεανικό έργο του καλλιτέχνη με την «Προσκύνηση των Μάγων», που ακολουθεί όμως την Αναγέννηση.


Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Μουσείο Μπενάκη Αθήνα, περ.1565-1575


Η Νεοελληνική ζωγραφική έχει να παρουσιάσει Γεννήσεις που ακολουθούν τα δυτικά πρότυπα. Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς την Προσκύνηση των Ποιμένων του Μιχαήλ Δαμασκηνού ή τουΣτέφανου Τζαγκαρόλα (16ος-17ος αιώνας) -στο δεύτερο μόνο οι δύο εικονιζόμενοι προφήτες Μωυσής και Ησαΐας παραπέμπουν στη βυζαντινή εικονογραφία- η «Μήτηρ θεού», που κρατάει το νεογέννητο Χριστό του Νικολάου Γύζη (1842-1901), οι Τρεις Μάγοι του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878-1967) κτλ. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου έγραψε ένα πολύ αξιόλογο διήγημα για τη διείσδυση της αναγεννησιακής και της δυτικής τεχνοτροπίας στο Άγιον Όρος και τις αντιδράσεις που άρχισαν να σημειώνονται στον 20ό αιώνα με αφορμή την ιστόρηση εικόνας με τη Γέννηση του Χριστού.


Μιχαήλ Δαμασκηνός, β΄ μισό 16ου αι.  «Η Γέννηση»

 

Η Προσκύνηση των Μάγων του Ανδρέα Παβία, δεύτερο μισό του 15ου

 

Εμμανουήλ Λαμπάρδος, Συλλογή Ανδρεάδη, Αθήνα, 16ος αι.


Εκτός από τη Γέννηση και την Προσκύνηση των Μάγων, η Φυγή στην Αίγυπτο και η Βρεφοκτονία αποτέλεσαν αντικείμενο των Βυζαντινών αγιογράφων. Χαρακτηριστική απεικόνιση υπάρχει σε εικονογραφημένο χειρόγραφο της μονής Διονυσίου Αγίου Όρους. Βασίζεται στην αναφορά του Ευαγγελίου του Ματθαίου (2,13-14), σύμφωνα με την οποία στον ύπνο του Ιωσήφ παρουσιάστηκε άγγελος μετά την αναχώρηση των Τριών Μάγων και τον συμβούλευσε να πάρει τον Χριστό και τη μητέρα του στην Αίγυπτο, γιατί ο Ηρώδης έψαχνε να βρει το νήπιο και να το φονεύσει.


Η Γέννηση, φορ. εικόνα του Αντρέϊ Ρουμπλέφ, 1405


Από τη βυζαντινής τεχνοτροπίας Γέννηση του Χριστού επηρεάστηκε η εικονογραφία των Γεννήσεων της Παναγίας (Γενεσίου) και του Τιμίου Πρόδρομου. Σε εικόνες των μέσων του 14ου αιώνα από το Novgorod (Πινακοθήκη Tretyakov Μόσχας), η στάση λεχώνας της Θεοπρομήτορος Αγίας Άννας και της Αγίας Ελισάβετ μαζί με την απεικόνιση των λουτρών κατά το πρότυπο εκείνου του Ιησού είναι χαρακτηριστικές. Στη Ρωσία είχε διαδοθεί με τον ίδιο τύπο και η γέννηση του Αγίου Νικολάου.


Η Γέννηση του Χριστού, τοιχ., αρχιμ. Αμβροσίου

 

Πηγή: (Από “Τα Χριστούγεννα της Ρωμιοσύνης”, εκδόσεις Τούμπης, Αθήνα 2005.), Ελλάς- Ορθοδοξία

 

http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/chatzifotis_gennisi.html

Σελίδα 1 από 2

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...