Η ύπαρξη διαφόρων ιεραποστολικών πρακτικών σε μια Μητρόπολη ή Τοπική Εκκλησία δε σημαίνει ότι αυτόματα και αναγκαστικά θα έχουμε σχίσματα. Όχι. Αντίθετα, αποτελεί ευλογία και καρποφορία. Άλλο είναι οι αιρέσεις και τα σχίσματα, κι άλλο οι Σύλλογοι, τα Μοναστήρια, οι Αδελφότητες, οι Ενώσεις που βοηθούν την Εξωτερική Ιεραποστολή. Αυτά είναι ευλογημένα. Έχουν ασφαλώς νομική και διοικητική αυτοτέλεια, όχι όμως πνευματική. Το άγιο Πνεύμα κάνει καλά τη δουλειά Του μέσα στην ευχαριστιακή σύναξη, τη στιγμή που «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας». Η πολυφωνία και ο πλουραλισμός είναι ένας κήπος με ποικιλία ανθέων, ορχήστρα με πολυφωνία οργάνων, εκ της οποίας «ευώδες θυμίαμα και εναρμόνιον μέλος θεολογίας» αναπέμπονται. Η αρμοδιότητα του Επισκόπου έγκειται στο συγκερασμό και την εναρμόνιση των μελωδιών.
Επίσης πολλοί δεν ανέχονται παράλληλη ιεραποστολική εργασία μέσα στον κόσμο και απολυτοποιούν τους επί μέρους θεσμούς. Πλήν όμως και πάλι μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχουν στερεότυπα και στεγανά. Ούτε ένας άνθρωπος μπορεί να ελέγξει γεωγραφικά τον χώρο και να αποκλείσει την περιοχή. Έχουμε μοναστήρια, ησυχαστήρια, μετόχια, εξαρχείες Πατριαρχείων, Συλλόγους πάσης φύσεως, Αδελφότητες και ιεραποστολικές Ενώσεις, Στρατιωτικούς Ιερείς…
Όλα αυτά εφόσον στοιχούν επί του Ορθοδόξου δόγματος, εφόσον δεν αλλοιώνουν το ορθόδοξο ήθος και εφόσον σέβονται την εκκλησιαστική τάξη και ιεραρχία, είναι ευπρόσδεκτα και χρήσιμα, δεν είναι παρεκκλησιαστικά, αλλά καθαρά εκκλησιαστικά, διότι όλα με τον τρόπο τους αρδεύουν το πρόσωπο της κοινωνίας και τρέφουν πνευματικά το ποίμνιο της κάθε Ενορίας. Διαφορετικά, θα έπρεπε, να αποκλείσουμε την εξομολόγηση των χριστιανών ενοριτών στα μοναστήρια και στο Άγιο Όρος, τα μοναστήρια να μη επιτρέπεται να εκδίδουν βιβλία και να διατηρούν βιβλιοπωλεία, τις Μητροπόλεις να μη έχουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, που να ακούγονται και στη διπλανή Μητρόπολη, γιατί κάνουν «εισπήδηση» και ενορίτες να μη πηγαίνουν σε διπλανή ενορία για πνευματική ωφέλεια και καθοδήγηση. Επίσης κανένας άλλος δε θάπρεπε να κάνει φιλανθρωπία παρά μόνο η Ενορία. Επαρκεί η Ενορία ενός εκάστου για όλα! Αυτό μάλλον θα έπρεπε να ισχύει. Είναι δυνατόν όμως;
Εδώ σήμερα υπάρχουν μοναστήρια που έχουν Κατασκηνώσεις ακριβώς δίπλα τους, διατηρούν Συλλόγους Φίλων του Μοναστηριού, ασκούν φιλανθρωπία, ού την τυχούσα. Ένα πλήθος τοπικών Συλλόγων έχουν Τράπεζα Αίματος, όπως έχει και η κάθε Μητρόπολη, διοργανώνουν εκδρομές, Δωροκληρώσεις… Αδελφότητες έχουν τηλεοπτικούς σταθμούς. Κι όλα αυτά δεν είναι κάπου μακριά κι απόμακρα, αλλά δίπλα σε ενορίες, κοντά ή μέσα σε πόλεις και μέσα στα όρια συχνά των Μητροπόλεων. Είναι συνεπώς ευλογία να επιτελείται από πολλούς το καλό και είναι μονολιθικότητα και απολυταρχισμός να παράγεται το καλό μόνο από μια πηγή. Αυτό όντως είναι προβληματική σκέψη και τακτική. Ο απόστολος Παύλος χαιρόταν που «παντί τρόπω, είτε προφάσει είτε αληθεία, Χριστός καταγγέλλεται» (Φιλιπ. α΄ 18)
Η σπορά λοιπόν αυτή του θείου λόγου δημιούργησε μία ευλογημένη παράδοση στην πατρίδα μας μελέτης, ακροάσεως και διαδόσεως του Ευαγγελίου. Σε κάθε πόλη, από τις κατά τόπους ιερές Μητροπόλεις, από Ορθοδόξους Συλλόγους, από Μοναστικές και Ιεραποστολικές Αδελφότητες, από μεμονωμένα πρόσωπα, υπάρχει πλέον μία γενικευμένη προσπάθεια ευαγγελισμού των ψυχών. Πολλοί άνθρωποι μελετούν, ακούουν και αγωνίζονται καθημερινά να κάνουν πράξη το Ευαγγέλιο. Συγχρόνως βοηθούν και άλλους να γνωρίζουν το θείο λόγο. Απλοί άνθρωποι του λαού, κάτω από την καθοδήγηση της Μητρός Εκκλησίας, με την επιστασία κατά τόπους Επισκόπων και Ιεροκηρύκων, εμπνεόμενοι από τον θείο λόγο και με τη χάρη των Μυστηρίων, πρωτοστατούν σε έργα αγάπης και ιεραποστολής και αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της Εκκλησίας μας, έχοντας στα χέρια τους το ιερό Ευαγγέλιο. Αυτοί επηρεάζουν ευεργετικά και άλλους πολλούς. Αναμορφώνουν ολόκληρο το πρόσωπον της κοινωνίας και «μικρά ζύμη όλο το φύραμα ζυμοί».
Αυτοί οι άνθρωποι βοηθούν πιο ενεργά, στους Ναούς τους Ιερείς, στα εκκλησιαστικά συμβούλια του προϊσταμένους Εφημερίους, στα Φιλόπτωχα τους πτωχούς, στα συσσίτια των ενοριών τους απόρους. Επίσης συμπαρίσταται στους γέροντας των Γηροκομείων, στους αρρώστους των Νοσοκομείων, στους πενθούντες των Κοιμητηρίων, στους κρατουμένους των Σωφρονιστικών Καταστημάτων. Είναι παρόντες στα εκκλησιαστικά ιδρύματα για την εύρυθμη λειτουργία τους, στα Κατηχητικά Σχολεία δίπλα στους νέους, στα σπίτια κοντά στις οικογένειες, στις πολυκατοικίες με τα προβληματικά ζευγάρια, στις γειτονιές δείχνοντας ενδιαφέρον για τα παραμελημένα παιδιά και στα χωριά με αγάπη για τους ξεχασμένους απομάχους της ζωής. Η μήπως η επίσημη Εκκλησία κάθε φορά που αγωνίστηκε για μεγάλα θέματα: για την εκκλησιαστική περιουσία, για το αυτόματο διαζύγιο, για τις εκτρώσεις, για τις ταυτότητες, για τα απαράδεκτα βιβλία στα σχολεία, δεν επεστράτευσε πρώτα πρώτα τους ανθρώπους που διαβάζουν και αγωνίζονται για το Ευαγγέλιο και οι οποίοι παρεκίνησαν και άλλους πολλούς να δώσουν το παρόν στο προσκλητήριό της; Και στα εθνικά θέματα: για τη Μακεδονία, για την Κύπρο, για τη Β. Ηπειρο, βοήθησαν από τους πρώτους αυτοί οι άνθρωποι. Ακόμη και για την Εξωτερική Ιεραποστολή ξοδεύουν και μοχθούν οι άνθρωποι του θείου λόγου. Κι όλα αυτά εθελοντικά, χωρίς ιδιοτέλεια, με ταπείνωση, υπακοή, σεμνότητα και για τη δόξα του Θεού και την ωφέλεια των ψυχών.